ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2008) 1 ΑΑΔ 568
23 Απριλίου, 2008
[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π., ΚΡΑΜΒΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]
ΠΑΝΙΚΟΣ ΠΑΠΑΜΑΡΚΟΥ,
Εφεσείων - Εναγόμενος,
ν.
1. ΑΝΔΡΕΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΚΑΙ ΚΩΣΤΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΥΠΟ ΤΗΝ ΙΔΙΟΤΗΤΑ TOYΣ
ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΕΣ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΗΣ
ΑΠΟΒΙΩΣΑΣΗΣ ΑΓΓΕΛΙΝΑΣ, ΚΑΙ Ή
ΩΣ ΕΚΠΡΟΣΩΠΟΥΝΤΕΣ ΤΟΥΣ
ΝΟΜΙΜΟΥΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΟΥΣ ΤΗΣ ΩΣ
ΑΝΩ ΑΠΟΒΙΩΣΑΣΗΣ,
Εφεσιβλήτων 1 - Εναγόντων,
2. ΑΝΔΡΕΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ,
Εφεσιβλήτου 2 - Τριτοδιάδικου.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 218/2006)
Αμέλεια ― Τροχαίο θανατηφόρο ατύχημα ― Σαλούν αυτοκίνητο σε υπεραστικό δρόμο κτυπήθηκε από άλλο αυτοκίνητο που το ακολουθούσε με αποτέλεσμα να αναποδογυριστεί σε χαντάκι και η σύζυγος και το κοριτσάκι βρέφος του οδηγού του πρώτου αυτοκινήτου να χάσουν τη ζωή τους και η μεγαλύτερή τους κόρη ηλικίας 5 ετών να τραυματιστεί σοβαρά ― Ο οδηγός του αυτοκινήτου που ακολουθούσε, κρίθηκε αποκλειστικά υπεύθυνος για την πρόκληση του ατυχήματος ― Πρωτόδικη απόφαση επικυρώθηκε κατ' έφεση.
Αποζημιώσεις ― Τροχαίο θανατηφόρο αδίκημα ― Αποζημιώσεις προς εξαρτωμένους ― Επιδίκαση αποζημιώσεων σε αγωγή η οποία καταχωρήθηκε από τους διαχειριστές της περιουσίας αποβιωσάσης προς όφελος του συζύγου και της ανήλικης θυγατέρας της, βάσει του Άρθρου 58 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου, Κεφ.148 ― Η αξίωση για αποζημιώσεις στην προαναφερθείσα αγωγή υπήρξε αντικείμενο άλλης αγωγής την οποία καταχώρησε προσωπικά η ανήλικη θυγατέρα της αποβιωσάσης μέσω του πατέρα της και στην οποία επιδικάσθηκαν αποζημιώσεις για απώλεια των υπηρεσιών και φροντίδας της αποβιωσάσης προς αυτήν ― Κατά πόσο οι αποζημιώσεις που επιδικάσθηκαν στην αγωγή για απώλεια των υπηρεσιών και φροντίδας της αποβιωσάσης προς τη θυγατέρα της, εμπίπτουν στις αποζημιώσεις προς εξαρτωμένους που ορίζονται στο Άρθρο 58 του Νόμου, Κεφ.148 ― Ποια λύση θεώρησε το Ανώτατο Δικαστήριο ως την πλέον εφικτή και δίκαιη, υπό τις περιστάσεις.
Αποζημιώσεις ― Γενικές αποζημιώσεις ― Αποζημιώσεις προς εξαρτωμένους ― Πολλαπλασιαστής 16 ετών εξαγοράς που αφορούσε εξάρτηση του συζύγου ηλικίας 28 ετών και της ανήλικης θυγατέρας της αποβιωσάσης ηλικίας 5 ετών ― Κατά πόσο ενδείκνυτο η υιοθέτηση του ίδιου πολλαπλασιαστή τόσο για τον σύζυγο όσο και την ανήλικη θυγατέρα της αποβιωσάσης ― Αρνητική η απάντηση στο ερώτημα.
Αποζημιώσεις ― Αξίωση εξαρτωμένων για αποζημιώσεις ― Παράλειψη αποβιωσάσης να εγγραφεί ως αυτοεργοδοτούμενη στο Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων ― Ποια λύση υιοθετούν τα Δικαστήρια για να μη στερηθούν οι εξαρτώμενοι τα νόμιμά τους δικαιώματα.
Σε τροχαίο ατύχημα που έγινε στις 7.5.2000 στον αυτοκινητόδρομο Λευκωσίας - Λεμεσού το αυτοκίνητο του Ανδρέα Κωνσταντίνου, τριτοδιάδικου στην πρωτόδικη διαδικασία, εφεσίβλητου 2 στην έφεση ηλικίας τότε 28 ετών, το οποίο οδηγούσε με κατεύθυνση προς Λεμεσό, κτυπήθηκε βίαια από το αυτοκίνητο που οδηγούσε ο εφεσείων - εναγόμενος με αποτέλεσμα να αναποδογυριστεί σε χαντάκι του δρόμου. Επιβάτες στο αυτοκίνητο του εφεσίβλητου 2 ήταν η σύζυγός του Αγγελίνα, ηλικίας 24 ετών και οι δύο θυγατέρες τους Τώνια 5 ετών και το βρέφος 7 μηνών. Η σύζυγος του εφεσίβλητου και το βρέφος κοριτσάκι του ζεύγους, έχασαν τη ζωή τους.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε πως ο εφεσείων ευθυνόταν εξ ολοκλήρου για το ατύχημα. Το Δικαστήριο καθόρισε τις αποζημιώσεις προς τους εξαρτωμένους της αποβιωσάσης ως εξής:
(α) £57.600 αποζημιώσεις για μελλοντική απώλεια του συζύγου και της θυγατέρας της Τώνιας, που επήλθε ως εκ της απώλειας της συνεισφοράς της αποβιωσάσης στα κοινά έξοδα της οικογένειας. Διέταξε δε όπως το ποσό αυτό κατανεμηθεί εξίσου στο σύζυγο και στη Τώνια.
(β) £6.000, ηθική απώλεια bereavement, που δόθηκε στο σύζυγο και
(γ) £2.000 έξοδα κηδείας και διαχείρισης.
Με την υπό συζήτηση έφεση προσβάλλονται οι διαπιστώσεις του πρωτόδικου Δικαστηρίου σε σχέση με το θέμα της ευθύνης και οι αποζημιώσεις που επιδικάσθηκαν. Σε σχέση με το θέμα των αποζημιώσεων, το πρώτο σημείο που ήγειρε ο δικηγόρος του εφεσείοντος είναι πως η αξίωση για αποζημιώσεις βάσει του Άρθρου 58 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου που εγείρεται από τους διαχειριστές της περιουσίας της αποβιωσάσης προς όφελος του συζύγου και θυγατέρας τους Τώνιας, υπήρξε το αντικείμενο άλλης αγωγής, της 1498/2000, την οποία καταχώρησε προσωπικά η ανήλικη θυγατέρα μέσω του πατέρα της εναντίον του εφεσείοντος. Σ' αυτή την αγωγή εκδόθηκε απόφαση στις 4.11.2005 και ο Δικαστής επιδίκασε στην Τώνια £18.000 για ψυχικό τραυματισμό, £3.000 για σωματικές βλάβες, £1.000 για έξοδα μελλοντικής εγχείρισης, £15.500 για απώλεια των υπηρεσιών της μητέρας της και £4.497 για την απώλεια της φροντίδας και αγάπης της μητέρας της.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Είναι δεδομένο πως η αγωγή 1499/02, αντικείμενο της παρούσας έφεσης, καταχωρίστηκε την ίδια ημέρα με τη 1498/02. Η αγωγή δε αυτή καταχωρίστηκε από τους διαχειριστές της περιουσίας της αποβιωσάσης.
2. Οι αποζημιώσεις που επιδικάσθηκαν στην αγωγή 1498/02, για απώλεια των υπηρεσιών και φροντίδας της αποβιωσάσης προς τη θυγατέρα της Τώνια, εμπίπτουν στις αποζημιώσεις προς εξαρτωμένους που ορίζονται στο Άρθρο 58 του Νόμου. Και οι αποζημιώσεις που δόθηκαν από το Δικαστήριο στην αγωγή 1499/02, αντικείμενο της έφεσης, για την απώλεια της οικονομικής συνεισφοράς της αποβιώσασας στα κοινά έξοδα της οικογένειας, εμπίπτουν ακριβώς στον ίδιο ορισμό του Άρθρου 58. Δεν μπορούσε, επομένως, να καταχωριστούν δύο αγωγές γι' αυτό το είδος των αποζημιώσεων, όπως ρητά προβλέπεται στο εδάφιο 13 του Άρθρου 58.
3. Το εδάφιο 13 του Άρθρου 58 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου ρητά προνοεί πως δεν εγείρεται πέραν της μιας αγωγής για τον ίδιο θάνατο.
4. Δεν θα έπρεπε να υιοθετηθεί ο ίδιος πολλαπλασιαστής, ήτοι ο πολλαπλασιαστής των 16 ετών εξαγοράς, τόσο αναφορικά με την εξάρτηση του συζύγου - εφεσίβλητου 2 όσο και της Τώνιας. Για με τον πρώτο ενόψει της μεγάλης πιθανότητας που έχει να ξαναφτιάξει τη ζωή του με νέα σύντροφο, για δε τη δεύτερη τα 16 έτη εξαγοράς αγγίζουν τον μέγιστο υπολογισμό που υιοθετεί η νομολογία μας, ενόψει του ότι η εξάρτησή της από την οικονομική συνεισφορά της μητέρας της αναμένεται να τερματιστεί ή τουλάχιστο αισθητά να μειωθεί όταν αυτή δημιουργήσει τη δική της οικογένεια. Ενόψει των ανωτέρω, η κατανομή μεταξύ του συζύγου και της θυγατέρας της αποβιωσάσης δεν θα πρέπει να ήταν εξ ημισείας αλλά το 1/4 του ποσού της εξάρτησης να δοθεί στο σύζυγο και τα 3/4 στη θυγατέρα. Τα δε έτη εξαγοράς της εξάρτησης πρέπει να είναι 4 για το σύζυγο και 8 για τη θυγατέρα. Η πρωτόδικη απόφαση ως εκ τούτου παραμερίζεται αναφορικά με τις επιδικασθείσες αποζημιώσεις για εξάρτηση, για τις οποίες εκδίδεται απόφαση ως ακολούθως:
Στο σύζυγο £3.600 (€6.151)
Στη θυγατέρα £21.600 (€36.906)
5. Ενόψει του γεγονότος πως δεν ακολουθήθηκε από τους εφεσίβλητους η ρητή πρόνοια του εδαφίου 13 του Άρθρου 58, είναι δίκαιο όπως αυτοί επωμισθούν τα έξοδα πρωτοδίκως και κατ' έφεση. Τα έξοδα αυτά επιδικάζονται υπέρ του εφεσείοντος κατά το ήμισυ, γιατί αμφισβήτησε πρωτοδίκως και κατ' έφεση το θέμα της ευθύνης, για το οποίο η πρωτόδικη απόφαση επικυρώθηκε.
Η έφεση επιτράπηκε μερικώς. Εκδόθηκε διαταγή για έξοδα ως ανωτέρω, τα οποία θα υπολογιστούν από τον πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Έφεση.
Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας (Ψαρά - Μιλτιάδους, Α.Ε.Δ.), (Αγωγή Αρ. 1499/02), ημερομ. 25.5.06.
Αντ. Ανδρέου, για τον Εφεσείοντα.
Σ. Αγγελίδης, για τους Εφεσίβλητους 1.
Α. Χαβιαράς, για τον Εφεσίβλητο 2 - Τριτοδιάδικο.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π.: Στις 7.5.2000 ο Ανδρέας Κωνσταντίνου ηλικίας τότε 28 ετών οδηγούσε το αυτοκίνητο ΕΡΚ894 στον αυτοκινητόδρομο Λευκωσίας-Λεμεσού με κατεύθυνση τη Λεμεσό. Επιβάτες ήσαν η σύζυγος του Αγγελίνα, ηλικίας 24 ετών και οι δύο θυγατέρες τους Τώνια 5 ετών και το βρέφος 7 μηνών. Ο Πανίκος Παπαμάρκου-εναγόμενος-εφεσείων οδηγούσε το αυτοκίνητο ΑΑJ143 στον ίδιο δρόμο στην ίδια κατεύθυνση. Στο 44ο χιλιόμετρο ο εφεσείων, που ακολουθούσε το αυτοκίνητο του Κωνσταντίνου, τριτοδιάδικου στην πρωτόδικη διαδικασία και εφεσίβλητου 2 ενώπιον μας, προσέκρουσε βίαια σ΄αυτό, με αποτέλεσμα το τελευταίο να αναποδογυριστεί στο χαντάκι του δρόμου. Ο εφεσείων δεν σταμάτησε στη σκηνή του δυστυχήματος, συνέχισε τον προορισμό του. Τις περιστάσεις του δυστυχήματος επιμαρτύρησε ο αδελφός του εφεσίβλητου 2, ο οποίος κατά τον ίδιο χρόνο οδηγούσε προπορευόμενος του αδελφού του. Είδε από το καθρεφτάκι του το όχημα του εφεσείοντος, που ακολουθούσε αυτό του αδελφού του, να κτυπά σ΄αυτό βίαια και ακολούθως με ελιγμό να προσπερνά το δικό του αυτοκίνητο και να προχωρεί. Τα αποτελέσματα ήταν τραγικά. Η σύζυγος του εφεσίβλητου και το βρέφος κοριτσάκι τους απεβίωσαν.
Καταχωρίστηκε αγωγή από τους διαχειριστές της περιουσίας της συζύγου του εφεσίβλητου 2, εφεσίβλητοι 1, εναντίον του εφεσείοντος, με την οποία αξιώνονταν αποζημιώσεις στη βάση του Άρθρου 58 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου, άρθρο το οποίο εισήχθη με το Ν.156/85, επ΄ωφελεία των εξαρτημένων αποβιώσαντος σε ατύχημα.
Η πρωτόδικος Ανώτερη Επαρχιακή Δικαστής έκρινε, ως προς την αμέλεια, πως ο εφεσείων ευθυνόταν εξ ολοκλήρου για το δυστύχημα. Προχώρησε δε, στη βάση της μαρτυρίας που προσκομίστηκε, και καθόρισε τις αποζημιώσεις προς τους εξαρτουμένους της αποβιωσάσης ως εξής:
(α) £57.600 αποζημιώσεις για μελλοντική απώλεια του συζύγου και της θυγατέρας της Τώνιας, που επήλθε ως εκ της απώλειας της συνεισφοράς της αποβιωσάσης στα κοινά έξοδα της οικογένειας. Διέταξε δε όπως το ποσό αυτό κατανεμηθεί εξίσου στο σύζυγο και στη Τώνια.
(β) £6.000, ηθική απώλεια bereavement, που δόθηκε στο σύζυγο και
(γ) £2.000 έξοδα κηδείας και διαχείρισης.
ΕΥΘΥΝΗ
Στην υπό συζήτηση έφεση προσβάλλονται οι διαπιστώσεις της πρωτόδικης Δικαστού, που έγιναν στη βάση της μαρτυρίας και που την οδήγησαν στην κρίση πως ο εφεσείων ήταν εξολοκλήρου υπεύθυνος για το δυστύχημα. Γίνεται και διαζευκτική εισήγηση, ότι δηλαδή απόλυτα υπεύθυνος για το δυστύχημα ήταν ο εφεσίβλητος 2, ή πως τουλάχιστον θα΄πρεπε να καταλογιστεί σ΄αυτόν συντρέχουσα αμέλεια. Δεν θα μας απασχολήσει πολύ αυτό το σκέλος της έφεσης γιατί κρίνουμε πως η εισήγηση του δικηγόρου του εφεσείοντος δεν ευσταθεί. Η απόφαση στηρίχτηκε στη μαρτυρία του ιδίου του εφεσίβλητου 2, αλλά και του αδελφού του, όπως εξηγήσαμε πιο πάνω. Η μαρτυρία τους επιβεβαιώθηκε και από τις αντικειμενικές διαπιστώσεις του Αξιωματικού της Αστυνομίας που ηρεύνησε το δυστύχημα, ειδικότερα ως προς το σημείο σύγκρουσης. Ο ισχυρισμός του εφεσείοντος, πως η σύγκρουση έγινε γιατί ο εφεσίβλητος 2 έστριψε απότομα σε κάποια στιγμή προς τα δεξιά, αποκόπτοντας έτσι την πορεία του, απορρίφθηκε ως αναληθής. Μήτε και ο ίδιος ο εφεσείων στη μαρτυρία που έδωσε ενώπιον του Δικαστηρίου ήταν σαφής ως προς τον ισχυρισμό αυτό, αντίθετα με τις αόριστες απαντήσεις του επιβεβαίωσε την κρίση του Δικαστηρίου. Όπως διαπίστωσε η πρωτόδικος Δικαστής ο εφεσείων προσέκρουσε στο πίσω μέρος του αυτοκινήτου του εφεσίβλητου, ενώ ο τελευταίος οδηγούσε κανονικά στη λωρίδα που χρησιμοποιούσε στην αριστερή πλευρά του δρόμου σε σημείο όπου η ορατότητα ήταν ανεμπόδιστη και τα φώτα των αυτοκινήτων αναμμένα.
ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΕΙΣ
Το δεύτερο μέρος της έφεσης, που άπτεται της επιδίκασης των αποζημιώσεων, παρουσιάζει ορισμένα νομικά προβλήματα τα οποία και θα μας απασχολήσουν στη συνέχεια. Το πρώτο σημείο, που ήγειρε ο δικηγόρος του εφεσείοντος πρωτοδίκως και ενώπιον μας, είναι πως η αξίωση για αποζημιώσεις βάσει του Άρθρου 58 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου, που εγείρεται από τους διαχειριστές της περιουσίας του αποβιωσάσης προς όφελος του συζύγου της και της θυγατέρας τους Τώνιας, υπήρξε το αντικείμενο άλλης αγωγής, της 1498/2002, την οποία καταχώρισε προσωπικά η ανήλικη θυγατέρα μέσω του πατέρα της εναντίον του εφεσείοντος. Σ΄αυτή την αγωγή εκδόθηκε απόφαση στις 4.11.2005 και ο Δικαστής επιδίκασε στην Τώνια £18.000 για ψυχικό τραυματισμό, £3.000 για σωματικές βλάβες, £1.000 για έξοδα μελλοντικής εγχείρισης, £15.500 για απώλεια των υπηρεσιών της μητέρας της και £4.497 για την απώλεια της φροντίδας και αγάπης της μητέρα της.
Ο δικηγόρος του εφεσείοντος, με αναφορά στην αγωγή, 1498/02, εισηγείται πως το θέμα της εξάρτησης, ως αγώγιμο δικαίωμα βάσει του Άρθρου 58 του Νόμου, αποφασίστηκε τελεσίδικα. Με ειδική δε τροποποίηση του δικογραφήματος του στην αγωγή 1499/02, αντικείμενο της παρούσας έφεσης, εισήγαγε τον ισχυρισμό αυτό στη δικαστική διαδικασία που συζητούμε. Πράγματι, στην απόφαση στην αγωγή 1498/2002 ο Δικαστής αναφέρει πως δύο απαιτήσεις της Τώνιας, δηλαδή οι αποζημιώσεις για απώλεια της μητρικής αγάπης, φροντίδας και επιμέλειας και οι αποζημιώσεις για την απώλεια των υπηρεσιών της μητέρας της μέχρι την ενηλικίωση της, ενέπιπταν στις πρόνοιες του Άρθρου 58 του Νόμου. Τα άλλα κονδύλια στην αγωγή αφορούσαν αποζημιώσεις για πόνο, ταλαιπωρία και απώλεια απολαύσεων της ζωής καθώς και ειδικές αποζημιώσεις. Για τον καθορισμό μάλιστα σε χρήμα της αξίας των υπηρεσιών που πρόσφερε η αποβιώσασα στη θυγατέρα της, ο Δικαστής άκουσε σχετική μαρτυρία. Στην απόφαση του καθόρισε τις αποζημιώσεις αυτές υιοθετώντας ως βάση τη δαπάνη για εργοδότηση οικιακής βοηθού, που έκρινε πως ήταν £215 το μήνα. Προοδευτικά δε και ανάλογα με το χρονικό διάστημα που θα περνούσε μέχρι την ενηλικίωση της Τώνιας καθόρισε το χρονικό διάστημα της εξάρτησης υιοθετώντας ως πολλαπλασιαστή 9 έτη. Το τελικό ποσό ήταν £20.670, το οποίο όμως μειώθηκε κατά το 1/4, που αντιστοιχούσε, όπως έκρινε ο δικαστής, στα έξοδα προσωπικής φροντίδας της ιδίας της μητέρας που θεωρητικά θα είχε από την οικιακή βοηθό. Ο Δικαστής προχωρεί μάλιστα και σχολιάζει στην απόφαση του το γεγονός πως η αγωγή καταχωρίστηκε από την Τώνια μέσω του πατέρα της, ενώ ο ίδιος δεν ήγειρε οποιαδήποτε αξίωση για τέτοιου είδους φροντίδα, για να συμπεράνει πως ο πατέρας αποποιήθηκε του δικαιώματος του υπέρ της θυγατέρας του.
Η απόφαση στην αγωγή 1498/02 δεν είναι αντικείμενο της παρούσας έφεσης. Η αναφορά μας σ΄αυτή γίνεται μόνο για να απαντηθεί η εισήγηση του δικηγόρου του εφεσείοντος πως το θέμα των αποζημιώσεων για την εξάρτηση της Τώνιας και του πατέρα της, δικαίωμα που δημιουργείται από το Άρθρο 58 του Νόμου, αποφασίστηκε στην πιο πάνω αγωγή. Η Δικαστής έκρινε πρωτοδίκως πως δεν υπήρχε οποιοδήποτε κώλυμα, ούτε και εγειρόταν θέμα δεδικασμένου. Εξέφρασε την άποψη πως στην αγωγή 1499/02, που είναι το αντικείμενο της παρούσας έφεσης, η Τώνια και ο πατέρας της δια των διαχειριστών της περιουσίας της αποβιωσάσης αξιώνουν διαφορετικές αποζημιώσεις, οι οποίες και βασίζονται στην οικονομική συνεισφορά της αποβιωσάσης στα κοινά έξοδα της οικογένειας και όχι στην παροχή υπηρεσιών, φροντίδας και αγάπης, προσωπικά στην Τώνια από τη μητέρα της, που ήταν το αντικείμενο της αγωγής της ίδιας της Τώνιας στην 1498/02.
Κρίνουμε πως τα πιο πάνω ζητήματα ρυθμίζονται από τις διατάξεις του Άρθρου 58 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου. Το εδάφιο (15) του άρθρου καθορίζει τις αποζημιώσεις που δύνανται να επιδικασθούν σε εξαρτώμενους του αποβιώσαντος, οι οποίοι και καθορίζονται στα εδάφια (3), (4) και (5) του Νόμου. Οι αποζημιώσεις αυτές αναλογούν προς τη ζημία η οποία προκύπτει ως εκ του θανάτου στους εξαρτωμένους αντιστοίχως. Η αγωγή εγείρεται, σύμφωνα με το εδάφιο (11), υπό και επ΄ονόματι του εκτελεστή ή διαχειριστή του αποβιώσαντος. Εάν δε δεν υπάρχει εκτελεστής ή διαχειριστής του αποβιώσαντος ή εάν δεν έχει εγερθεί αγωγή μέσα σε 12 μήνες από το θάνατο του αποβιώσαντος υπό και επ΄ονόματι του εκτελεστή ή διαχειριστή του, τότε η αγωγή μπορεί να εγερθεί από και επ΄ονόματι απάντων ή οιουδήποτε των προσώπων προς όφελος των οποίων ο εκτελεστής ή ο διαχειριστής θα ηδύνατο να την εγείρει. (Εδάφια 11 και 12). Το εδάφιο (13) ρητά προνοεί πως δεν εγείρεται πέραν της μιας αγωγής για τον αυτόν θάνατον.
Η επιδίκαση αποζημιώσεων στη θυγατέρα της αποβιωσάσης Τώνια στην αγωγή 1498/02, για απώλεια των υπηρεσιών της μητέρας της στις οποίες αναφερθήκαμε πιο πάνω, σαφώς εμπίπτουν στο είδος των αποζημιώσεων που επιδικάζονται βάσει του εδαφίου (15) του Άρθρου 58. Η πιο πάνω αγωγή, όπως είπαμε ήδη, καταχωρίστηκε από την ίδια την Τώνια Κωνσταντίνου μέσω του πατέρα της, σ΄αυτή δε αξίωνε, εκτός από τις πιο πάνω αποζημιώσεις, και αποζημιώσεις για προσωπικές βλάβες που υπέστη κατά το δυστύχημα. Ο δικαστής αναφέρει στην απόφαση του πως δεν γνώριζε κατά πόσο είχε διοριστεί διαχειριστής της περιουσίας της αποβιώσασας και ως εκ τούτου ίσχυαν οι πρόνοιες του εδαφίου 12 του άρθρου. Γι΄αυτό και προχώρησε στην εκδίκαση της υπόθεσης. Είναι δεδομένο όμως πως η αγωγή 1499/02, αντικείμενο της έφεσης που συζητούμε, καταχωρίστηκε την ίδια ημέρα με τη 1498/02. Η αγωγή δε αυτή καταχωρίστηκε από τους διαχειριστές της περιουσίας της αποβιώσασας. Είχαν δηλαδή δοθεί σ΄αυτούς έγγραφα διαχείρισης, και ενεργούσαν με αυτή την ιδιότητα, την ημέρα που καταχωρίστηκε και η προσωπική αγωγή της Τώνιας. Όπως ήδη αναφέραμε ο δικηγόρος του εφεσείοντος-εναγόμενου με άδεια του Δικαστηρίου τροποποίησε το δικόγραφο του στην αγωγή 1499/02 για να ισχυριστεί πως αυτή δεν μπορούσε να προχωρήσει, δεδομένου ότι το θέμα της εξάρτησης, βάσει του Άρθρου 58 του Νόμου, αποφασίστηκε στην αγωγή 1498/02, και δεν ήταν δυνατό να καταχωριστεί άλλη, σύμφωνα με το εδάφιο 13 του Άρθρου 58, στο οποίο αναφερθήκαμε ήδη. Η απάντηση των δικηγόρων των εφεσιβλήτων είναι πως ήταν γνωστό στο δικηγόρο του εφεσείοντος πως εκκρεμούσαν οι δύο αγωγές ενώπιον του Δικαστηρίου και μάλιστα συνήνεσε σ΄αυτή τη διαδικασία. Επιπλέον, από κοινού συμφώνησαν να δεσμεύονται ως προς το θέμα της ευθύνης από το αποτέλεσμα στη 1499/02, αντικείμενο της παρούσας έφεσης. Γι΄αυτό και η απόφαση στην 1498/02 εκδόθηκε με ρητή διαταγή του Δικαστή να εφαρμοστεί ανάλογα αφού κριθεί το θέμα της ευθύνης στην αγωγή 1499/02.
Η πρωτόδικος Δικαστής απέρριψε την πιο πάνω εισήγηση του δικηγόρου του εφεσείοντος, εκφράζοντας την άποψη πως το είδος των αποζημιώσεων που δόθηκαν στην αγωγή 1498/02 είναι ολωσδιόλου διαφορετικό από αυτό που αξιωνόταν στην ενώπιον της αγωγή 1499/02. Στη δεύτερη, η αξίωση ήταν για αποζημιώσεις για την απώλεια του συζύγου - εφεσίβλητου 2 και της κόρης της αποβιώσασας Τώνιας, της οικονομικής συνεισφοράς της αποβιώσασας στις υποχρεώσεις της οικογένειας.
Έχουμε τη γνώμη πως οι αποζημιώσεις που επιδίκασε ο Δικαστής στην αγωγή 1498/02, για απώλεια των υπηρεσιών και φροντίδας της αποβιώσασας προς τη θυγατέρα της Τώνια, εμπίπτουν στις αποζημιώσεις προς εξαρτωμένους που ορίζονται στο Άρθρο 58 του Νόμου. Και οι αποζημιώσεις που δόθηκαν από τη Δικαστή στην αγωγή 1499/02, αντικείμενο της έφεσης, για την απώλεια της οικονομικής συνεισφοράς της αποβιώσασας στα κοινά έξοδα της οικογένειας, εμπίπτουν ακριβώς στον ίδιο ορισμό του Άρθρου 58. Δεν μπορούσε, επομένως, να καταχωριστούν δύο αγωγές γι΄αυτό το είδος των αποζημιώσεων, όπως ρητά προβλέπεται στο εδάφιο 13 του Άρθρου 58.
Εγείρεται το ερώτημα: τι δέον γενέσθαι εφόσον δεν ελήφθησαν τα δέοντα βήματα για να θεραπευθεί διαδικαστικά η παράλληλη πορεία των δύο αγωγών. Υπό τις ιδιαίτερες περιστάσεις αυτής της υπόθεσης, όπως τις εξηγήσαμε πιο πάνω, κρίνουμε πως η πιο εφικτή και δίκαιη λύση είναι η έκδοση κατάλληλου διατάγματος ως προς τα έξοδα. Προτού όμως φθάσουμε εκεί θα πρέπει να ασχοληθούμε με την ουσία της έφεσης αναφορικά με το ύψος των αποζημιώσεων που επιδίκασε το πρωτόδικο Δικαστήριο και για τις οποίες υπάρχει εισήγηση πως είναι έκδηλα υπερβολικές, ή πως δεν έπρεπε να επιδικαστούν καθόλου.
Όταν απεβίωσε η Αγγελίνα στο δυστύχημα ήταν ηλικίας 24 ετών, ο σύζυγος της ήταν 3 χρόνια μεγαλύτερος της, η δε θυγατέρα τους Τώνια 5 ετών. Παρουσιάστηκε μαρτυρία ενώπιον της Δικαστού πως για διάστημα ενός χρόνου πριν από το θάνατο της η Αγγελίνα διατηρούσε ινστιτούτο αισθητικής σε ξεχωριστό χώρο μέσα στο οικογενειακό σπίτι. Είχε αποφοιτήσει τη Σχολή Αισθητικής. Αρχικά περιποιόταν μερικές πελάτισσες από το 1996 όμως λόγω της αύξησης του κύκλου των εργασιών της δημιούργησε το δικό της ινστιτούτο. Ο σύζυγος της ήταν αστυνομικός με μηνιαίο μισθό £450 περίπου. Για τα εισοδήματα της Αγγελίνας έδωσαν μαρτυρία ο σύζυγος και πελάτισσες της, οι οποίοι όμως, σύμφωνα με την κρίση της δικαστού, είχαν εξογκώσει τα εισοδήματα της. Δεν είχε παρουσιαστεί κανένα γραπτό στοιχείο, όπως αποδείξεις εσόδων ή εξόδων, ήταν δε παραδεκτό πως η Αγγελίνα δεν είχε εγγραφεί ως αυτοεργοδοτούμενη στο Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Η δικαστής θεώρησε ως το καλύτερο μέτρο για τον καθορισμό του εισοδήματος της Αγγελίνας τον κατά τον ουσιώδη χρόνο μισθό αισθητικών, ο οποίος ανερχόταν σε £500 το μήνα. Από το ποσό αυτό αφαιρέθηκαν ποσό £100 μηνιαίως για τις υποχρεώσεις της προς την πολιτεία που δεν είχε καταβάλει, εφόσον δεν ήταν εγγεγραμμένη ως αυτοεργοδοτούμενη. Παρέμεινε δε ποσό £400 δηλαδή £4.800 ετησίως. Από αυτό το ποσό αφαιρέθηκε ποσοστό 20% που αφορούσε στα έξοδα διατροφής της ίδιας, σύμφωνα με την κλασική ποσοστιαία προσέγγιση που υιοθετούν νομολογιακά τα Δικαστήρια, χωρίς βέβαια αυτή η προσέγγιση να είναι άκαμπτη. Η κάθε υπόθεση κρίνεται στη βάση των πραγματικών στοιχείων που παρουσιάζονται στο Δικαστήριο. Επομένως το ποσό της ετήσιας εξάρτησης καθορίστηκε σε £3.600 κατ' έτος. Πολλαπλασιάστηκε δε με το 16, ως τα μελλοντικά έτη απώλειας, για να δώσει το συνολικό ποσό των £57.600. Η δικαστής επιμέρισε το ποσό αυτό εξίσου στο σύζυγο και την Τώνια. Επιδίκασε επίσης στο σύζυγο £6.000 για την ηθική απώλεια bereavement και £2.000 έξοδα κηδείας και διαχείρισης, με τόκο 8% από 22.4.2000.
H πρώτη εισήγηση του δικηγόρου του εφεσείοντος είναι πως το Δικαστήριο θα πρέπει για λόγους δημοσίου συμφέροντος να μεταβάλει τη μέχρι τώρα ισχύουσα νομολογία του, για να υιοθετήσει την αρχή πως, όταν αποβιώσας δεν είχε συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις του προς την πολιτεία, στην περίπτωση μας να εγγραφεί ως αυτοεργοδοτούμενη στο Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων, η αξίωση των εξαρτωμένων για αποζημιώσεις λόγω της απώλειας της συνεισφοράς αποβιώσαντος στις κοινές οικονομικές υποχρεώσεις, θα πρέπει να απορρίπτεται .
Δεν συμφωνούμε με την εισήγηση. Η νομολογία έχει ως βάση της τη λογική και το δίκαιο. Δεν μπορεί να στερηθούν οι εξαρτώμενοι το δικαίωμα που τους δίδει ο Νόμος, το οποίο βασίζεται στο πραγματικό εισόδημα του αποβιώσαντος και τη συνεισφορά του σ΄αυτή την εξάρτηση, γιατί οι ίδιοι είναι αμέτοχοι της παρανομίας του αποβιώσαντος. Είναι ικανοποιητική η λύση, εκτός αν προνοήσει διαφορετικά ο νομοθέτης, που τα Δικαστήρια υιοθετούν να αφαιρούν δηλαδή από το αποδεικνυόμενο εισόδημα του αποβιώσαντος ένα ποσό που οφειλόταν να καταβληθεί στα δημόσια ταμεία, όπως ακριβώς έγινε στην υπόθεση που εξετάζουμε. Bέβαια η εν γένει συμπεριφορά του πολίτη στις υποχρεώσεις του έναντι της πολιτείας, και οι λόγοι που δεν τις εκπληρώνει, μπορεί να εξεταστούν μέσα στο σύνολο των στοιχείων που ο ίδιος προβάλλει αναφορικά με τα εισοδήματα του.
Δεν προβλήθηκε σοβαρός λόγος να αποκλίνουμε από τις διαπιστώσεις της δικαστού αναφορικά με τα εισοδήματα της μακαρίτισσας. Διαφωνούμε όμως με τον κοινό πολλαπλασιαστή των 16 ετών εξαγοράς, που αφορά στην εξάρτηση του συζύγου-εφεσίβλητου 2 και της Τώνιας. Ο εφεσίβλητος 2 είναι νεότατος και οι πιθανότητες να ξαναφτιάξει τη ζωή του με νέα σύντροφο είναι πολύ μεγάλες, για να μην πούμε βέβαιες. Η προοπτική σύναψης νέου γάμου του συζύγου λαμβάνεται υπόψη στον υπολογισμό των πληρωτέων αποζημιώσεων σε αντίθεση με τέτοια προοπτική για τη χήρα, που ειδικά εξαιρείται από τέτοια προοπτική βάσει του εδαφίου 16 του άρθρου 58. Δεν μπορεί επομένως ο πολλαπλασιαστής των 16 ετών εξαγοράς να ισχύσει για τον σύζυγο-εφεσίβλητο 2. Αλλά μήτε και για τη θυγατέρα αποτελεί ορθό υπολογισμό. 16 έτη εξαγοράς αγγίζει το μέγιστο υπολογισμό που υιοθετεί η νομολογία μας. Η εξάρτηση της Τώνιας από την οικονομική συνεισφορά της μητέρας της αναμένεται να τερματιστεί ή τουλάχιστο αισθητά μειωθεί, όταν αυτή δημιουργήσει τη δική της οικογένεια. Ενόψει των πιο πάνω σκέψεων κρίνουμε πως η κατανομή μεταξύ του συζύγου και της θυγατέρας της αποβιώσασας δεν θα πρέπει να ήταν εξ ημισίας αλλά το 1/4¼ του ποσού της εξάρτησης να δοθεί στο σύζυγο και τα 3/4 στη θυγατέρα. Τα δε έτη εξαγοράς της εξάρτησης, στη βάση της ίδιας σκέψης, κρίνουμε πως πρέπει να είναι 4 για το σύζυγο και 8 για τη θυγατέρα. Η πρωτόδικη απόφαση ως εκ τούτου παραμερίζεται αναφορικά με τις επιδικασθείσες αποζημιώσεις για εξάρτηση, για τις οποίες εκδίδεται απόφαση ως ακολούθως:
Στο σύζυγο £3.600 (€6.151)
Στη θυγατέρα £21.600 (€36.906)
Τα υπόλοιπα επιδικασθέντα ποσά μένουν αναλλοίωτα με την ισχύουσα ισοτιμία σε ευρώ.
Αναφορικά με τα έξοδα θεωρούμε δίκαιο, ενόψει του γεγονότος πως δεν ακολουθήθηκε από τους εφεσίβλητους η ρητή πρόνοια του εδαφίου 13 του Άρθρου 58, να επωμιστούν τα έξοδα της πρωτόδικης διαδικασίας και εδώ. Τα έξοδα αυτά επιδικάζονται υπέρ του εφεσείοντος κατά το ήμισυ, γιατί αμφισβήτησε πρωτοδίκως και ενώπιον μας το θέμα της ευθύνης, για το οποίο η πρωτόδικη απόφαση επικυρώθηκε. Τα έξοδα θα υπολογιστούν από τον πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Η έφεση επιτρέπεται μερικώς. Εκδίδεται διαταγή για έξοδα ως ανωτέρω, τα οποία θα υπολογιστούν από τον πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.