ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2007) 1 ΑΑΔ 783
26 Ιουνίου, 2007
[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π., ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στές]
1. A. A. PILOTTOS LIMITED,
2. ΑΝΔΡΕΑΣ ΑΝΔΡΕΟΥ,
Εφεσείοντες - Εναγόμενοι,
ν.
GEORGE HOUGHTON ΚΑΙ JENNIFER HOUGHTON
ΕΜΠΟΡΕΥΟΜΕΝΟΙ ΥΠΟ ΤΗΝ ΕΜΠΟΡΙΚΗ
ΕΠΩΝΥΜΙΑ SPORTS CAR CONSULTANTS,
Εφεσιβλήτων - Εναγόντων.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 12162)
Πώληση αγαθών ? Κανένας δεν μπορεί να μεταβιβάσει καλύτερο τίτλο από εκείνο που κατέχει (nemo dat quod non habet) ? Άρθρο 27 του περί Πωλήσεως Αγαθών Νόμου (?ρ. 10(?)/94) που έχει τροποποιήσει τον περί Πωλήσεως Αγαθών Νόμο, Κεφ. 267 ? Δημιουργία εξαιρέσεων στον κανόνα nemo dat quod non habet ? Ύπαρξη καλής πίστης εκ μέρους του πωλητή.
Πώληση αγαθών ? Πωλήσεις σε ανοικτή αγορά (market overt) ? Έννοια του όρου «ανοικτή αγορά».
Οι εφεσείοντες, ιδιοκτήτες ενός μεταχειρισμένου Ιαπωνικού αυτοκινήτου, το πώλησαν στους εφεσίβλητους οι οποίοι το μετέφεραν στην Αγγλία και στη συνέχεια το πώλησαν με το σύστημα ενοικιαγοράς σε αγοραστή. Το όχημα καταστράφηκε ολοσχερώς λόγω πυρκαγιάς όταν αυτό βρισκόταν στα υποστατικά των εφεσιβλήτων και κατά τη διάρκεια των ερευνών για τη διαπίστωση των αιτίων της πυρκαγιάς διαπιστώθηκε ότι το όχημα ήταν κλεμμένο. Οι εφεσίβλητοι αποζημίωσαν τον αγοραστή και καταχώρησαν αγωγή για αποζημιώσεις στην Κύπρο εναντίον των εφεσειόντων απαιτώντας το ποσό των 18.200 Αγγλικών Λιρών που τους είχαν πληρώσει για την αξία του οχήματος λόγω ολικής αποτυχίας του ανταλλάγματος (total failure of consideration), αδικαιολόγητου πλουτισμού (unjust enrichment) και ως χρήματα αναληφθέντα και εισπραχθέντα (money had and received) και 8.060,61 Αγγλικές Λίρες για τα έξοδα μεταφοράς του στην Αγγλία.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο αφού αποδέχθηκε την εκδοχή των εφεσ?βλ?των και βρήκε ότι το όχημα αποτελούσε προϊόν κλοπής, αποφάνθηκε ότι σύμφωνα με τις πρόνοιες του ?ρθρου 14(α) του περί Πωλήσεως Αγαθών Νόμου (?ρ. 10(Ι)/94) οι εφεσείοντες δεν κατείχαν νόμιμο τίτλο, δεν είχαν δικαίωμα να πωλήσουν το επίδικο όχημα και εξέδωσε απόφαση εναντίον των εφεσειόντων για το συνολικό ποσό των 21.044,11 Αγγλικών Λιρών, με έξοδα.
Οι εφεσείοντες εφεσίβαλαν την απόφαση υποστηρίζοντας, μεταξύ άλλων, ότι προέβησαν στην πώληση, μεταβίβαση και παράδοσή του νόμιμα, αφού δεν υπήρχε οποιαδήποτε παρατυπία στα τελωνειακά έγγραφα του οχήματος.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Ο γενικός κανόνας του αγγλικού κοινοδικαίου, όπως εφαρμοζόταν και στην Κύπρο σε σχέση με την πώληση αγαθών από άτομο που δεν είναι ο ιδιοκτήτης και το οποίο δεν πωλεί κατόπιν οδηγιών του ιδιοκτήτη, είναι ότι ο αγοραστής δεν μπορεί να αποκτήσει καλύτερο τίτλο από εκείνο που έχει ο πωλητής σύμφωνα με το λατινικό όρο nemo dat quod habet.
2. Η αυστηρή αρχή του κανόνα nemo dat quod habet δημιουργούσε μεγάλα προβλήματα στις εμπορικές συναλλαγές και οι συνεχώς αυξανόμενες εμπορικές και κοινωνικές απαιτήσεις οδήγησαν στη δημιουργία νομολογιακών και νομοθετικών εξαιρέσεων. Οι εξαιρέσεις αυτές περιλάμβαναν, μεταξύ άλλων, πωλήσεις σε ανοικτές αγορές (market overt), πωλήσεις που γίνονταν με την εφαρμογή της αρχής του κωλύματος (estoppel), πωλήσεις με ακυρώσιμο τίτλο (sales under a voidable title) και πωλήσεις οχημάτων που αποτελούσαν αντικείμενα ενοικιαγοράς (motor vehicles subject to hire purchase agreements).
3. Στην απουσία οποιασδήποτε μαρτυρίας ότι οι εφεσείοντες ενήργησαν, στην προκείμενη περίπτωση, κακόβουλα και/ή με γνώση ότι το όχημα είχε κλαπεί στην Ιαπωνία και εφόσον οι ίδιοι είχαν αγοράσει με καλή πίστη και έναντι νόμιμου ανταλλάγματος και σε συνθήκες που ομοίαζαν με συνθήκες πώλησης σε ανοικτή αγορά, εξυπακούεται ότι θα μπορούσαν να πωλήσουν και να μεταβιβάσουν την ιδιοκτησία του οχήματος στους εφεσίβλητους.
Η έφεση επιτράπηκε με £1.000 έξοδα εις βάρος των εφεσιβλήτων τόσο πρωτοδίκως όσο και κατ' έφεση.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Rowland v. Divall [1923]All E.R. Rep. 270,
Bishopsgate Motor Finance Cpn. Ltd. v. Transport Brakes Ltd. [1949] 1 K.B. 332,
Lyons v. De Pass [1840] 11 A+E 326,
Palmer v. Wolley [1895] Cro. Eliz. 454.
Έφεση.
Έφεση από τους εφεσείοντες εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας (Υπόθ. Αρ. 214/02), ημερομ. 9/9/04.
Θ. Θωμά, για τους Εφεσείοντες.
Χρ. Κληρίδης, για τους Εφεσίβλητους.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Τ. Ηλιάδης.
ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.: Με την παρούσα έφεση εξετάζονται οι προεκτάσεις πώλησης από Κύπριο ιδιοκτήτη ενός μεταχειρισμένου Ιαπωνικού αυτοκινήτου σε Άγγλο αγοραστή, ο οποίος όταν το μετέφερε στην Αγγλία για να το μεταπωλήσει πληροφορήθηκε ότι το όχημα ήταν αντικείμενο κλοπής στην Ιαπωνία.
(α) Τα γεγονότα και η πρωτόδικη απόφαση.
Οι εφεσείοντες οι οποίοι ασχολούνται, μεταξύ άλλων, και με αγοραπωλησίες αυτοκινήτων, αγόρασαν με καλή πίστη και έναντι ανταλλάγματος από την εταιρεία Crystal Trading Co. Ltd. στην Ιαπωνία ένα μεταχειρισμένο όχημα τύπου Mercedes 230 SLK Compressor, έναντι του ποσού των 1.900.000 yen και το μετέφεραν στην Κύπρο.
Οι εφεσίβλητοι, οι οποίοι ασχολούνται με αγοραπωλησίες καινούργιων και μεταχειρισμένων αυτοκινήτων στην Αγγλία, αφού έλεγξαν το πιο πάνω όχημα το αγόρασαν από τους εφεσείοντες στις 6/3/2000 στην Κύπρο έναντι του ποσού των 18.200 Αγγλικών Λιρών με σκοπό να το μεταφέρουν και να το μεταπωλήσουν στην Αγγλία. Μετά την καταβολή του συμφωνηθέντος ποσού και τη μεταβίβαση της ιδιοκτησίας του οχήματος στο όνομά τους, οι εφεσίβλητοι μετέφεραν το όχημα στην Αγγλία και ακολούθως το πώλησαν με το σύστημα ενοικιαγοράς σε ένα αγοραστή. Ο τελευταίος το κράτησε μόνο για 48 ώρες και το επέστρεψε στους εφεσίβλητους, αναμένοντας από τους τελευταίους να του παραδώσουν και ένα δεύτερο κλειδί. Το δεύτερο κλειδί που αποστάληκε από την Γερμανία δεν ταίριαζε με τον αριθμό πλαισίου του οχήματος (chassis number) και λόγω υποψιών ότι το όχημα ήταν κλεμμένο, η Αγγλική Αστυνομία αφού το μετέφερε σε αστυνομικό σταθμό για έρευνες, το επέστρεψε στους εφεσίβλητους και τους ζήτησε να το κρατήσουν σε ένα από τα υποστατικά τους. Στις 3/7/2000 το όχημα καταστράφηκε ολοσχερώς λόγω πυρκαγιάς, όταν κλέφτες προσπάθησαν να το κλέψουν από τα υποστατικά στα οποία φυλαγόταν. Ως αποτέλεσμα αστυνομικών ερευνών για τα αίτια της πυρκαγιάς διαπιστώθηκε ότι το όχημα έφερε αριθμούς εγγραφής πλαισίου, που ανήκαν σε ένα άλλο όχημα τύπου Mercedes που είχε δηλωθεί ότι είχε κλαπεί στην Ιαπωνία. Όταν αποκαλύφθηκε ότι το όχημα ήταν κλεμμένο, κατόπιν νομικής συμβουλής οι εφεσίβλητοι αποζημίωσαν τον αγοραστή αντικαθιστώντας το όχημα που είχε καταστραφεί με άλλο όχημα της ίδιας αξίας και καταχώρισαν αγωγή για αποζημιώσεις στην Κύπρο εναντίον των εφεσειόντων απαιτώντας 18.200 Αγγλικές Λίρες για την αξία του οχήματος λόγω ολικής αποτυχίας του ανταλλάγματος (total failure of consideration), αδικαιολόγητου εμπλουτισμού (unjust enrichment) και ως χρήματα αναληφθέντα και εισπραχθέντα (money had and received) και 8.062,61 Αγγλικές Λίρες για τα έξοδα μεταφοράς του στην Αγγλία.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο αφού αποδέχθηκε την εκδοχή των εφεσίβλητων και βρήκε ότι το όχημα αποτελούσε προϊόν κλοπής, αποφάνθηκε ότι σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 14(α) του περί Πωλήσεως Αγαθών Νόμου (αρ. 10(Ι)/94) οι εφεσείοντες δεν κατείχαν νόμιμο τίτλο, δεν είχαν δικαίωμα να πωλήσουν το επίδικο όχημα και εξέδωσε απόφαση εναντίον των εφεσειόντων για το συνολικό ποσό των 21.044,11 Αγγλικών Λιρών, με έξοδα.
(β) Οι λόγοι έφεσης.
Με την παρούσα έφεση οι εφεσείοντες ισχυρίζονται ότι η πρωτόδικη απόφαση είναι λανθασμένη για διάφορους λόγους που περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων ισχυρισμούς ότι οι εφεσείοντες δεν είχαν καμιά συμβατική σχέση με τους εφεσίβλητους, ότι οι εφεσίβλητοι δεν απέδειξαν την ύπαρξη της εμπορικής επωνυμίας με την οποία εμπορεύονταν και ότι οι εφεσείοντες πώλησαν, μεταβίβασαν και παρέδωσαν νόμιμα το επίδικο όχημα, αφού δεν υπήρχε οποιαδήποτε παρατυπία στα τελωνειακά έγγραφα του οχήματος.
Οι προδικαστικές ενστάσεις των εφεσιβλήτων ότι οι λόγοι της έφεσης είναι ασαφείς και αντικανονικοί, όπως και ότι οι ισχυρισμοί ότι το περίγραμμα είναι ασαφές με λανθασμένες αριθμήσεις, κρίνονται αβάσιμες και απορρίπτονται.
(γ) Η νομική πλευρά.
Ο γενικός κανόνας του αγγλικού κοινοδικαίου, όπως εφαρμοζόταν και στην Κύπρο, ήταν ότι όταν αγαθά πωλούνται από ένα πρόσωπο που δεν είναι ο ιδιοκτήτης και ο οποίος δεν πωλεί κατόπιν οδηγιών του ιδιοκτήτη, ο αγοραστής δεν μπορεί να αποκτήσει καλύτερο τίτλο από εκείνο που έχει ο πωλητής σύμφωνα με το λατινικό όρο nemo dat non quod habet. Όπως σημειώνεται στο σύγγραμμα Halsbury's Laws of England, 3rd Edition, V. 34, p. 80,
"Where goods are sold by a person who is not the owner thereof, and who does not sell them under the authority or with the consent of the owner, the buyer acquires no better title to the goods than the seller had, unless the owner of the goods is by his conduct precluded from denying the seller's authority to sell."
Σε ελεύθερη μετάφραση,
"Όταν αγαθά πωλούνται από πρόσωπο που δεν είναι ο ιδιοκτήτης τους, και ο οποίος δεν πωλεί με την εξουσιοδότηση ή τη συγκατάθεση του ιδιοκτήτη, ο αγοραστής δεν αποκτά καλύτερο τίτλο για τα αγαθά από τον τίτλο του πωλητή, εκτός αν ο ιδιοκτήτης των αγαθών με τη συμπεριφορά του εμποδίζεται να αρνηθεί την εξουσιοδότηση του πωλητή για να πωλήσει."
Η αρχή nemo dat quod non habet υιοθετήθηκε νομοθετικά και στην Κύπρο. Το άρθρο 27 του περί Πωλήσεως Αγαθών Νόμου (αρ. 10(Ι)/94), που έχει τροποποιήσει τον περί Πωλήσεως Αγαθών Νόμο, Κεφ. 267, προνοεί ότι,
"Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου και οποιουδήποτε άλλου εκάστοτε εν ισχύι νόμου, όταν αγαθά πωλούνται από πρόσωπο που δεν είναι ο ιδιοκτήτης τους και ο οποίος δεν τα πωλεί με την εξουσιοδότηση ή τη συγκατάθεση του ιδιοκτήτη, ο αγοραστής δεν αποκτά καλύτερο τίτλο για τα αγαθά από τον τίτλο του πωλητή, εκτός αν ο ιδιοκτήτης των αγαθών με τη συμπεριφορά του εμποδίζεται να αρνηθεί την εξουσιοδότηση του πωλητή για πώληση."
Στην Αγγλία ο κανόνας απέκτησε νομοθετική κάλυψη με το άρθρο 12 του Νόμου The Sales of Goods Act 1893. Το πιο πάνω άρθρο εξετάστηκε στην υπόθεση Rowland v. Divall [1923] All E.R. Rep. 270. Σύμφωνα με τα γεγονότα της πιο πάνω υπόθεσης, ο ενάγων αγόρασε από τον εναγόμενο ένα αυτοκίνητο για £334. Το οδήγησε σε ένα χώρο που διατηρούσε και αφού το έβαψε, το κράτησε εκεί για δύο μήνες και το πώλησε σε ένα κάτοικο της περιοχής, ο οποίος το κράτησε για ένα άλλο περίπου μήνα. Ακολούθως εμφανίστηκε η αστυνομία η οποία το κατέσχε αφού ήταν το κλεμμένο όχημα που αναζητούσε. Το όχημα είχε κλαπεί προτού πωληθεί από τον εναγόμενο στον ενάγοντα. Το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 12 του Αγγλικού Νόμου περί Πωλήσεως Αγαθών του 1893, η πώληση ενός αγαθού εξυπακούει την ύπαρξη ουσιώδους όρου (condition) ότι ο πωλητής έχει το δικαίωμα να πωλήσει και ο αγοραστής σε περίπτωση αποτυχίας του ανταλλάγματος δεν χάνει το δικαίωμα του να απαιτήσει την επιστροφή του ποσού που κατέβαλε, ανεξάρτητα από την υποχρέωση του να επιστρέψει το αγαθό. Και τούτο γιατί ο πωλητής δεν μπορούσε να μεταβιβάσει αυτό για το οποίο είχε συμβληθεί, δηλαδή τη νομική ιδιοκτησία (legal ownership) και το δικαίωμα νόμιμης κατοχής (legal right to possession). Σημειώνεται ότι ο Αγγλικός Νόμος The Sales of Goods Act 1893 έχει αντικατασταθεί από το 1979 με το Νόμο The Sales of Goods Act 1979.
Όμως η αυστηρή εφαρμογή του κανόνα nemo dat quod non habet δημιουργούσε μεγάλα προβλήματα στις εμπορικές συναλλαγές και οι συνεχώς αυξανόμενες εμπορικές και κοινωνικές απαιτήσεις οδήγησαν στην ανάγκη δημιουργίας νομολογιακών και νομοθετικών εξαιρέσεων. Όπως σημειώνει ο Lord Denning στην υπόθεση Bishopsgate Motor Finance Cpn. Ltd. v. Transport Brakes Ltd. [1949] 1 K.B. 332, 336-337,
"In the development of our law, two principles have striven for mastery. The first is for the protection of property: no one can give a better title than he himself possesses. The second is for the protection of commercial transactions: the person who takes in good faith and for value without notice should get a good title. The first principle has held sway for a long time, but it has been modified by the common law itself and by statute so as to meet the needs of our own times". It may be that the second principle will in future be further extended, but at present its extent is fairly precisely delineated by a finite number of exceptions to the nemo dat rule."
Σε ελεύθερη μετάφραση,
"Στην εξέλιξη του νομικού μας συστήματος, δύο αρχές αγωνίζονται να επιβάλουν την κυριαρχία τους. Η πρώτη είναι για την προστασία της περιουσίας: κανένας δεν μπορεί να μεταβιβάσει ένα καλύτερο τίτλο από εκείνον που κατέχει. Η δεύτερη είναι για την προστασία των εμπορικών συναλλαγών: το πρόσωπο που παίρνει με καλή πίστη και με αντάλλαγμα χωρίς ειδοποίηση πρέπει να παίρνει ένα καλό τίτλο. Η πρώτη αρχή διατηρήθηκε για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, αλλά έχει τροποποιηθεί από το κοινοδίκαιο και με νομοθετικές διατάξεις για να ανταποκρίνεται στις ανάγκες των δικών μας χρόνων. Μπορεί η δεύτερη αρχή να τροποποιηθεί περισσότερο στο μέλλον, αλλά τώρα η προέκταση της καθορίζεται επακριβώς με ένα περιορισμένο αριθμό εξαιρέσεων στον κανόνα nemo dat."
Στην υπόθεση Bishopsgate Motor Finance Cpn. Ltd. v. Transport Brakes Ltd. (πιο πάνω), ο Α συμφώνησε να πωλήσει με το σύστημα ενοικιαγοράς ένα όχημα στο Β. Ο Β δοκίμασε να το πωλήσει με πλειστηριασμό, αλλά επειδή η τιμή που προτάθηκε δεν ήταν ικανοποιητική, το απέσυρε και το πώλησε ιδιωτικά στο χώρο όπου διεξαγόταν ο πλειστηριασμός στο Γ, ο οποίος το αγόρασε χωρίς να γνωρίζει ότι το όχημα αποτελούσε αντικείμενο ενοικιαγοράς. Ο Γ αργότερα το πώλησε στο Δ. Σε αγωγή που καταχωρήθηκε από τον Α εναντίον του Δ, ο Α ζήτησε την επιστροφή του οχήματος ή αποζημιώσεις. Το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι εφόσον ο Γ αγόρασε με καλή πίστη, σε χώρο όπου διεξαγόταν πλειστηριασμός οχημάτων, χωρίς να γνωρίζει ότι ο τίτλος ιδιοκτησίας του Β ήταν ελαττωματικός, η πώληση από το Β στο Γ ήταν νόμιμη και ο Γ απέκτησε έτσι καλό τίτλο ιδιοκτησίας. Συνακόλουθα η αγωγή από το Β εναντίον του Δ απορρίφθηκε.
Σταδιακά παρατηρήθηκε μια προσπάθεια αποδυνάμωσης του κανόνα με τη δημιουργία διαφόρων εξαιρέσεων. Οι εξαιρέσεις αυτές περιλάμβαναν πωλήσεις οι οποίες διενεργούνταν σε ανοικτές αγορές (market overt), πωλήσεις που γίνονταν με την εφαρμογή της αρχής του κωλύματος (estoppel) (όταν δηλαδή ο ιδιοκτήτης με τη συμπεριφορά του κωλυόταν να αμφισβητήσει το δικαίωμα του πωλητή να πωλήσει), πωλήσεις με ακυρώσιμο τίτλο (sales under a voidable title), πωλήσεις από εμπορικούς αντιπροσώπους (sales by mercantile agents), πωλήσεις από πωλητές που είχαν κατοχή των αγαθών (sellers in possession), πωλήσεις με αγοραστές που είχαν κατοχή των αγαθών (buyers in possession) και πωλήσεις οχημάτων που αποτελούσαν αντικείμενα ενοικιαγοράς (motor vehicles subject to hire purchase agreements).
Οι πωλήσεις σε ανοικτή αγορά (market overt) βασίζονταν σε μια παλιά συνήθεια (custom). Ο όρος «ανοικτή αγορά» σήμαινε πωλήσεις αγαθών που γίνονταν μέσα στα σύνορα της πόλης του Λονδίνου κατά τη διάρκεια συνηθισμένων ωρών εργασίας και αφορούσαν πωλήσεις αγαθών παρόμοιων με εκείνα που πωλούσε μέσα στο συνηθισμένο κύκλο εργασιών του ο πωλητής. (Benjamin's Sale of Goods, Second Edition, p. 238). Αρχικά οι πόρτες του καταστήματος έπρεπε να ήταν ανοικτές για να μπορεί να βλέπει ένας που περνούσε έξω από το κατάστημα τις συναλλαγές που γίνονταν μέσα στο κατάστημα, αλλά σταδιακά επεκράτησε η άποψη ότι ήταν αρκετό αν το κατάστημα πωλούσε ανοικτά διάφορα αγαθά, όταν τα αγαθά πωλούνταν στην παρουσία και μπροστά σε οποιοδήποτε που μπορούσε να μπει στο κατάστημα για νόμιμο σκοπό (when they are sold in the presence and sight of any one of the public who may come into the shop upon legitimate occasion.) (Lyons v. De Pass [1840] 11 A+E 326). Όμως πωλήσεις πίσω από κουρτίνες ή στο πίσω μέρος του καταστήματος δεν συνιστούσαν πωλήσεις σε ανοικτή αγορά (βλ. Palmer v. Wolley [1895] Cro. Eliz. 454).
Στην παρούσα περίπτωση το όχημα εισήχθη στην Κύπρο στο λιμάνι της Λάρνακας. Μετά την κατάθεση της διασάφησης, το όχημα και τα έγγραφα του ελέγχθηκαν από τον Τελώνη Λάρνακας, ο οποίος διαπίστωσε ότι το όχημα στάληκε νόμιμα από την Ιαπωνική εταιρεία Crystal Trading Co. Ltd στην εταιρεία A.A. Pilottos Ltd στην Κύπρο. Από τα τεκμήρια 22 και 23 που έχουν εκδοθεί στην Ιαπωνία από την εταιρεία Kawaguchi Shokai και την Mercedes-Benz φαίνεται ότι το όχημα δεν αποτέλεσε αντικείμενο κλοπής και ότι είχε πωληθεί στην εταιρεία Crystal Trading Co. Ltd. με αριθμό πλαισίου WDB170447-1F081454. Ο πιο πάνω αριθμός είναι ο αριθμός πλαισίου με τον οποίο το όχημα εισάχθηκε στην Κύπρο. Αν το αυτοκίνητο θα εκτελωνιζόταν στην Κύπρο θα πληρώνονταν οι δασμοί και θα εκδιδόταν πιστοποιητικό προς την Αρχή Αδειών, το οποίο θα περιλάμβανε τον αριθμό πλαισίου και μηχανής για να καταστεί δυνατή η εγγραφή του οχήματος στην Κύπρο. Για την άφιξη του οχήματος στην Κύπρο δεν επιβάλλεται η παρουσίαση του τίτλου ιδιοκτησίας του οχήματος και το Τελωνείο προβαίνει στον έλεγχο του οχήματος σύμφωνα με το περιεχόμενο του διατακτικού. Το διατακτικό για το επίδικο όχημα περιείχε μόνο τον αριθμό πλαισίου, αλλά όλα τα υπόλοιπα στοιχεία συνήδαν με το περιεχόμενο των εγγράφων που είχαν παρουσιαστεί από τους εφεσείοντες. Το όχημα μετά τον έλεγχο του από τους εφεσίβλητους, παραδόθηκε στους εφεσείοντες και μεταφέρθηκε σε αποθήκη αποταμίευσης. Ακολούθως εκδόθηκε διασάφηση για την εξαγωγή του οχήματος και στάληκε προς τούτο στη Λεμεσό για να εξαχθεί στην Αγγλία. Το όχημα είχε εισαχθεί νόμιμα στην Αγγλία κατόπιν ελέγχου των αγγλικών τελωνειακών αρχών, αλλά τελικά διαπιστώθηκε ότι ήταν προϊόν κλοπής κατά τη διάρκεια των ανακρίσεων της Αγγλικής Αστυνομίας ως προς τους λόγους που οδήγησαν στην καταστροφή του λόγω φωτιάς στην Αγγλία.
Η πώληση του οχήματος έγινε μετά την εξέταση του οχήματος από τους εφεσίβλητους Άγγλους αγοραστές και την παράδοση του οχήματος με όλα τα σχετικά έγγραφα που κατείχε η πωλήτρια εταιρεία. Είναι σωστό ότι οι Άγγλοι αγοραστές αγόρασαν με καλή πίστη, με αντάλλαγμα την καταβολή της αξίας του οχήματος και χωρίς οποιαδήποτε ειδοποίηση ότι οι πωλητές δεν ήταν στην πραγματικότητα οι νόμιμοι ιδιοκτήτες του οχήματος. Όμως η πώληση βασίστηκε πάνω στα έγγραφα που είχαν παρουσιάσει οι εφεσείοντες στο Τελωνείο Λάρνακας κατά την άφιξη του οχήματος στη Λάρνακα. Τόσο το όχημα όσο και τα έγγραφα εξετάστηκαν από τους εφεσίβλητους, οι οποίοι αποφάσισαν να προχωρήσουν στην αγορά του οχήματος και στη μεταφορά του στην Αγγλία. Οι αγγλικές τελωνειακές αρχές επέτρεψαν την εισαγωγή του στην Αγγλία κατόπιν ελέγχου των εγγράφων του οχήματος και η αποκάλυψη ότι αποτελούσε αντικείμενο κλοπής στην Ιαπωνία διαπιστώθηκε έξι μήνες μετά την εισαγωγή του στην Αγγλία και τούτο κατά τη διάρκεια αστυνομικών ερευνών για την εξακρίβωση των λόγων της καταστροφής του. Δεν έχει προσφερθεί οποιαδήποτε μαρτυρία ότι οι εφεσείοντες ενήργησαν κακόβουλα και/ή με γνώση ότι το όχημα είχε κλαπεί στην Ιαπωνία και εφόσον οι ίδιοι είχαν αγοράσει με καλή πίστη και έναντι νόμιμου ανταλλάγματος και σε συνθήκες που ομοίαζαν με συνθήκες πώλησης σε ανοικτή αγορά, εξυπακούεται ότι θα μπορούσαν να πωλήσουν και να μεταβιβάσουν την ιδιοκτησία του οχήματος στους Άγγλους αγοραστές.
Έχοντας υπόψη την πιο πάνω κατάληξη δεν κρίνουμε σκόπιμο να ασχοληθούμε με τους υπόλοιπους λόγους έφεσης.
Η έφεση επιτυγχάνει. Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται, με £1.000 έξοδα σε βάρος των εφεσίβλητων τόσο πρωτοδίκως όσο και κατ' έφεση.
Η έφεση επιτρέπεται με £1.000 έξοδα εις βάρος των εφεσιβλήτων τόσο πρωτοδίκως όσο και κατ' έφεση.