ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2006) 1 ΑΑΔ 1311
12 Δεκεμβρίου, 2006
[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στές]
ΠΕΤΡΟΣ Μ. ΠΕΤΡΑΚΗΣ,
Εφεσείων,
v.
ΠΕΤΡΟΥ ΚΙΜΩΝΟΣ,
Εφεσιβλήτου.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 11792)
Πτώχευση ― Αίτηση για έκδοση διατάγματος παραλαβής της περιουσίας του εξ αποφάσεως χρεώστη ― Απόρριψη αίτησης πρωτοδίκως ως αποτελούσας μοχλό πίεσης προς τον χρεώστη για αποπληρωμή του εξ αποφάσεως χρέους του και επομένως κατάχρηση της διαδικασίας, κατ' εφαρμογήν του σκεπτικού της απόφασης στην London Clubs Ltd κ.ά. ν. Παπαδόπουλου (2002) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1699 ― Κατά πόσο αποτελούσε προϋπόθεση για την καταχώρηση της αίτησης πτώχευσης η χρησιμοποίηση των διαδικασιών εκτέλεσης της δικαστικής απόφασης από τον εξ αποφάσεως πιστωτή ― Κατά πόσο έπρεπε να ληφθεί υπόψη η οικονομική ευχέρεια του εξ αποφάσεως χρεώστη για αποπληρωμή του εξ αποφάσεως χρέους του ― Πρωτόδικη απόφαση κρίθηκε εσφαλμένη και ακυρώθηκε κατ' έφεση.
Ο αιτητής-εφεσείων, ο οποίος είναι δικηγόρος, καταχώρησε ειδοποίηση πτώχευσης εναντίον του καθ' ου η αίτηση-εφεσίβλητου επειδή ο δεύτερος δεν είχε εξοφλήσει το εξ αποφάσεως χρέος του (περίπου £4.000.-) προς τον πρώτο, που αφορούσε σε δικηγορική αμοιβή. Ο εφεσίβλητος δεν συμμορφώθηκε με την ειδοποίηση πτώχευσης εντός 7 ημερών από της επιδόσεώς της και επομένως ο εφεσίβλητος διέπραξε πράξη πτώχευσης. Ο εφεσείων υπέβαλε αίτηση για έκδοση διατάγματος παραλαβής της περιουσίας του εφεσίβλητου.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την αίτηση, αφού παρατήρησε πως ο εφεσίβλητος είχε την οικονομική ευχέρεια να αποπληρώσει το εξ αποφάσεως χρέος του αλλά δεν το έπραξε επειδή αμφισβητούσε το ύψος αυτού, και αφού καθοδηγήθηκε από τις αρχές της απόφασης στην υπόθεση London Clubs Ltd κ.ά. ν. Παπαδόπουλου (2002) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1699. Σύμφωνα με το σκεπτικό του πρωτόδικου Δικαστηρίου, στην ουσία η επίδικη αίτηση αποτελούσε κατάχρηση της διαδικασίας και εν πάση περιπτώσει έκδοση διατάγματος παραλαβής δεν θα εξυπηρετούσε τον σκοπό για τον οποίο εκδίδονται τέτοια διατάγματα. Ο εφεσείων καταδικάσθηκε να καταβάλει τα έξοδα της διαδικασίας.
Ο εφεσείων καταχώρησε έφεση προσβάλλοντας την ορθότητα του σκεπτικού της πρωτόδικης απόφασης και συγκεκριμένα την κατάληξη του Δικαστηρίου ότι η αίτηση αποτελούσε μοχλό πίεσης προς τον χρεώστη για να αποπληρώσει το εξ αποφάσεως χρέος του προς τον πιστωτή, χωρίς να εξυπηρετεί οιονδήποτε άλλο σκοπό και επομένως ότι η αίτηση αποτελούσε κατάχρηση της διαδικασίας.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Δεν υπήρχε οτιδήποτε ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου το οποίο να στηρίζει την προαναφερόμενη κατάληξή του.
2. Οι διαδικασίες εκτέλεσης δικαστικής απόφασης, τις οποίες δεν χρησιμοποίησε ο εφεσείων, δεν προβλέπονται από τον περί Πτωχεύσεως Νόμο, ως προϋπόθεση για καταχώρηση αίτησης πτωχεύσεως. Στην προκείμενη περίπτωση επληρούντο όλες οι προϋποθέσεις για έκδοση διατάγματος παραλαβής. Το ότι ο εφεσίβλητος αμφισβητούσε το ύψος του εξ αποφάσεως χρέους, για το οποίο είχε εκδοθεί απόφαση ερήμην εναντίον του, δεν είναι σχετικός παράγοντας.
3. Το πρωτόδικο Δικαστήριο παρερμήνευσε το σκεπτικό της απόφασης στην London Clubs Ltd (ανωτέρω), ασκώντας εσφαλμένα τη διακριτική του ευχέρεια εις βάρος του εφεσείοντος και υπέρ του εφεσίβλητου. Ο εφεσείων δεν προέβη σε οποιαδήποτε πράξη εξασφάλισης οποιουδήποτε προσωπικού αθέμιτου, παράλληλου πλεονεκτήματος ή χρησιμοποίησε τη διαδικασία της αιτήσεως εκδόσεως διατάγματος παραλαβής με στόχο άλλον από τον προβλεπόμενο, και κατά τρόπο πιεστικό για τον εφεσίβλητο. Τα όσα παρατήρησε το Εφετείο στην London Clubs Ltd (ανωτέρω), ότι σκοπός της πτωχευτικής διαδικασίας είναι η προστασία και διασφάλιση της περιουσίας του υπό πτώχευση, ώστε αυτή να χρησιμοποιηθεί όπως ο Νόμος ορίζει, για την ικανοποίηση εξ ολοκλήρου ή μερικώς και κατ' ισονομία όλων των πιστωτών, δεν αποκλείουν πιστωτές, έστω και μικρούς πιστωτές όπως τον εφεσείοντα, από του να καταχωρήσουν αίτηση έκδοσης διατάγματος παραλαβής.
4. Η αίτηση εκδόσεως διατάγματος παραλαβής δεν θεωρείται ότι γίνεται για παράλληλο και αθέμιτο σκοπό ή κατά κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας, έστω και αν έχει σαν συνεπαγόμενο αποτέλεσμα κάποιο πλεονέκτημα για τον πιστωτή, εάν δεν υπάρχουν στοιχεία δόλου ή αθέμιτης εξασφάλισης χρημάτων ή πλεονεκτημάτων προς όφελος του συγκεκριμένου αιτητή-πιστωτή και εις βάρος του χρεώστη και των άλλων πιστωτών του.
5. Η απόρριψη της αίτησης του εφεσείοντος ήταν, υπό τις περιστάσεις, μη δικαιολογημένη και συνιστούσε κακή άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του πρωτόδικου δικαστηρίου και επίσης ο καταδικασμός του εφεσείοντος και στα έξοδα της πρωτόδικης διαδικασίας ήταν λανθασμένος. Είναι ορθό και δίκαιο όπως υπάρξει αναστολή της εκτέλεσης του διατάγματος παραλαβής για περίοδο ενός μηνός από την επίδοση του διατάγματος στην εφεσίβλητο. Σε περίπτωση εξοφλήσεως του εξ αποφάσεως χρέους του εφεσίβλητου προς τον εφεσείοντα πριν την εκπνοή της περιόδου αναστολής, το διάταγμα παραλαβής θα ακυρώνεται.
Η έφεση επιτράπηκε με έξοδα πρωτοδίκως και κατ' έφεση υπέρ του εφεσείοντος.
Αναφερόμενη Υπόθεση:
London Clubs Ltd κ.ά. ν. Παπαδόπουλου (2002) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1699.
Έφεση.
Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού�Δικαστηρίου Λευκωσίας (Αιτ.�Πτωχ. Αρ. 7/03), ημερ. 7/7/03.
Π. Μ. Πετράκης, Εφεσείων, παρουσιάζεται προσωπικά.
Στ. Αμερικάνος, για τον Εφεσίβλητο.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Νικολάτος.
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.: Σύμφωνα με τα γεγονότα που βρήκε το πρωτόδικο δικαστήριο ως αληθινά, την 20.12.2002 καταχωρήθηκε ειδοποίηση πτώχευσης η οποία επιδόθηκε στον καθ' ου η αίτηση-εφεσίβλητο την 27.12.2002. Η ειδοποίηση πτώχευσης βασιζόταν στο ότι ο καθ' ου η αίτηση-εφεσίβλητος δεν είχε εξοφλήσει το εξ αποφάσεως χρέος του (περίπου £4.000.-) προς τον αιτητή-εφεσείοντα, στην Αγωγή 8682/02 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, η οποία αγωγή αφορούσε σε δικηγορική αμοιβή του εφεσείοντα. Δεν υπήρξε συμμόρφωση στην ειδοποίηση πτώχευσης εντός 7 ημερών από της επιδόσεως της και επομένως ο εφεσίβλητος διέπραξε πράξη πτώχευσης. Στις 9.1.2003 ο εφεσείων υπέβαλε αίτηση για έκδοση διατάγματος παραλαβής της περιουσίας του εφεσίβλητου.
Η ευπαίδευτη πρωτόδικος Δικαστής αποφάνθηκε ότι όλες οι τυπικές αλλά απαραίτητες προϋποθέσεις για την έκδοση διατάγματος παραλαβής πληρούνταν. Όμως παρατήρησε πως το δικαστήριο δεν είχε υποχρέωση να εκδώσει το ζητούμενο διάταγμα παραλαβής. Τόνισε τη διαφορά στο λεκτικό του άρθρου 6(2) του περί Πτωχεύσεως Νόμου με το λεκτικό του άρθρου 6(3) του ιδίου νόμου όπου, σύμφωνα με το άρθρο 6(2), η έκδοση διατάγματος παραλαβής είναι επιτακτική ενώ στο άρθρο 6(3) είναι δυνητική. Σύμφωνα με το άρθρο 6(3) το δικαστήριο δύναται να αναβάλλει την ακρόαση αίτησης για διάταγμα παραλαβής είτε με όρους είτε χωρίς όρους, για εξασφάλιση περαιτέρω αποδεικτικών στοιχείων, ή για οποιαδήποτε άλλη νόμιμη αιτία ή δύναται να απορρίψει την αίτηση με έξοδα ή χωρίς έξοδα, όπως το δικαστήριο κρίνει δίκαιο.
Αφού το πρωτόδικο δικαστήριο έλαβε υπόψη του ότι μετά την έκδοση της προαναφερόμενης απόφασης υπέρ του εφεσείοντα, αυτός επέλεξε να μην ακολουθήσει τη διαδικασία μηνιαίων δόσεων, δεν προέβη σε οποιαδήποτε έρευνα στο Κτηματολόγιο, αλλά ούτε και στην έκδοση οποιουδήποτε εντάλματος κατάσχεσης της περιουσίας του εφεσίβλητου, και αφού επίσης παρατήρησε πως ο εφεσίβλητος είχε την οικονομική ευχέρεια να αποπληρώσει το εξ αποφάσεως χρέος του αλλά δεν το έπραξε επειδή αμφισβητούσε το ύψος του εξ αποφάσεως χρέους, καθοδηγήθηκε από τις αρχές που διατυπώθηκαν από το Εφετείο στην υπόθεση London Clubs Ltd κ.ά. ν. Παπαδόπουλου (2002) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1699.
Στην London Clubs Ltd (ανωτέρω) τονίστηκε πως η πτωχευτική διαδικασία δεν σκοπεύει στον εξαναγκασμό του χρεώστη να εξοφλήσει χρέος του προς συγκεκριμένο άτομο. Σκοπός της πτωχευτικής διαδικασίας είναι η προστασία και διασφάλιση της περιουσίας του υπό πτώχευση ώστε να χρησιμοποιηθεί, όπως ο Νόμος ορίζει, για την ικανοποίηση εξ ολοκλήρου ή μερικώς και κατ' ισονομία, όλων των πιστωτών. Η ευπαίδευτη πρωτόδικος Δικαστής εφαρμόζοντας το προαναφερόμενο σκεπτικό της απόφασης London Clubs Ltd (ανωτέρω) κατέληξε στο συμπέρασμα ότι στην ενώπιον της υπόθεση δεν υπήρχε ανάγκη να προστατευθεί η περιουσία του χρεώστη-εφεσίβλητου προς εξασφάλιση των πιστωτών του. Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε η Δικαστής «με άλλα λόγια επιχειρείται εδώ η έκδοση διατάγματος παραλαβής περιουσίας της τάξεως όχι κάτω των £100.000.- (χωρίς να υπολογίζεται και η ακίνητη περιουσία) για ένα χρέος περίπου £4.000.- Άλλα χρέη δεν έχουν αποδειχθεί. Έχω την πεποίθηση ότι το σημείο αυτό χρειάζεται ιδιαίτερα προσοχή. Γιατί αν τα δικαστήρια αρχίζουν να εγκρίνουν αιτήσεις όπως την παρούσα, τότε θα δοθεί έδαφος σε πιστωτές μικρών ποσών για να χρησιμοποιούν ως μοχλό πίεσης τη διαδικασία πτώχευσης ακόμα και αν ο χρεώστης κατέχει περιουσία πολύ μεγαλύτερη του χρέους.».
Σ' άλλο σημείο της απόφασης της η ευπαίδευτη πρωτόδικος Δικαστής ανέφερε πως στην αίτηση που είχε ενώπιον της, προέκυπτε ξεκάθαρα, από τα στοιχεία που είχαν τεθεί ενώπιόν της, ότι η επίδικη αίτηση αποτελούσε μοχλό πίεσης προς το χρεώστη για να αποπληρώσει το εξ αποφάσεως χρέος του, χωρίς να εξυπηρετεί οποιοδήποτε άλλο σκοπό. Στην ουσία η επίδικη αίτηση, σύμφωνα με το πρωτόδικο δικαστήριο, αποτελούσε κατάχρηση της διαδικασίας και εν πάση περιπτώσει έκδοση διατάγματος παραλαβής δεν θα εξυπηρετούσε το σκοπό για τον οποίο τέτοια διατάγματα εκδίδονται. Αφού αναλογίστηκε κατά πόσο να απορρίψει την αίτηση ή να αναστείλει τη διαδικασία, σύμφωνα με το άρθρο 6(5) του Κεφ. 5, απεφάσισε να απορρίψει την αίτηση και να καταδικάσει τον εφεσείοντα-αιτητή και στα έξοδα της διαδικασίας.
Με την υπό εξέταση έφεση προσβάλλεται η ορθότητα του προαναφερόμενου σκεπτικού της πρωτόδικης απόφασης και συγκεκριμένα η κατάληξη του πρωτόδικου δικαστηρίου ότι η αίτηση αποτελούσε μοχλό πίεσης προς το χρεώστη για να αποπληρώσει το εξ αποφάσεως χρέος του προς τον πιστωτή, χωρίς να εξυπηρετεί οιονδήποτε άλλο σκοπό και επομένως ότι η αίτηση αποτελούσε κατάχρηση της διαδικασίας.
Σύμφωνα με τον εφεσείοντα, μετά την έκδοση της πρωτόδικης απόφασης, αίτηση παραμερισμού της προαναφερόμενης απόφασης στην Αγωγή 8689/02 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (στην οποία βασίστηκε η έκδοση της ειδοποίησης πτωχεύσεως) εγκρίθηκε, και η πρωτόδικη απόφαση παραμερίστηκε υπό τον όρο όμως πληρωμής των εξόδων από τον εφεσίβλητο. Ο εφεσίβλητος δεν πλήρωσε εμπρόθεσμα τα έξοδα στα οποία καταδικάστηκε και ως εκ τούτου η πρωτόδικη απόφαση παραμένει έγκυρη. Δεν θα μας απασχολήσουν αυτά τα θέματα εφόσον προέκυψαν μετά την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης.
Αφού εξετάσαμε όλα τα ενώπιόν μας στοιχεία θεωρούμε την προσβαλλόμενη απόφαση ως λανθασμένη. Κατά την κρίση μας δεν υπήρχε οτιδήποτε ενώπιον του πρωτοδίκου δικαστηρίου το οποίο θα μπορούσε να το οδηγήσει στα συμπεράσματα στα οποία κατέληξε ότι η επίδικη αίτηση αποτελούσε απλά μοχλό πίεσης προς το χρεώστη για να αποπληρώσει το εξ αποφάσεως χρέος του και ότι στην ουσία αποτελούσε κατάχρηση της διαδικασίας.
Όπως αναφέρθηκε όλες οι τυπικές αλλά απαραίτητες προϋποθέσεις για την έκδοση διατάγματος παραλαβής πληρούνταν στην προκείμενη περίπτωση. Ο εφεσίβλητος είχε διαπράξει πράξη πτωχεύσεως. Η πράξη πτωχεύσεως συνίστατο στο ότι δεν συμμορφώθηκε με ειδοποίηση πτωχεύσεως η οποία του είχε δεόντως επιδοθεί και η οποία βασιζόταν σε απλήρωτο εξ αποφάσεως χρέος του εφεσίβλητου προς τον εφεσείοντα. Το ότι ο εφεσίβλητος αμφισβητούσε το ύψος του εξ αποφάσεως χρέους, για το οποίο εκδόθηκε απόφαση ερήμην, εναντίον του, δεν είναι σχετικός παράγοντας. Ούτε και το ότι ο εφεσείων επέλεξε να μην χρησιμοποιήσει τη διαδικασία των μηνιαίων δόσεων για την ικανοποίηση της υπέρ του απόφασης, ούτε και το ότι αυτός δεν χρησιμοποίησε τη διαδικασία έκδοσης εντάλματος κινητών εναντίον του εφεσιβλήτου ή τη διαδικασία δέσμευσης των ακινήτων του, θα μπορούσαν να ληφθούν υπόψη εις βάρος του εφεσείοντα και να οδηγήσουν το πρωτόδικο δικαστήριο στα προαναφερόμενα συμπεράσματά του αφού οι διαδικασίες αυτές δεν προβλέπονται από τον περί Πτωχεύσεως Νόμο ως προϋπόθεση για καταχώριση αίτησης πτωχεύσεως.
Κατά την εκτίμηση μας η ευπαίδευτη πρωτόδικος Δικαστής παρερμήνευσε το σκεπτικό της απόφασης London Clubs Ltd (ανωτέρω). Κατ' αρχήν παρατηρούμε ότι η απόφαση εκείνη αφορούσε σε ειδοποιήσεις πτωχεύσεως. Υποβλήθηκε αίτηση ακυρώσεως των επιδοθεισών ειδοποιήσεων πτωχεύσεως επειδή συνιστούσαν κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας. Είχαν προηγηθεί άλλες δύο ειδοποιήσεις πτωχεύσεως οι οποίες αποσύρθηκαν από τους αιτητές αφού ο καθ' ου η αίτηση συμφώνησε να πληρώνει ποσό μηνιαίων δόσεων τριπλάσιο από εκείνο που είχε αρχικά συγκατατεθεί να πληρώνει. Το Εφετείο στην υπόθεση εκείνη παρατήρησε πως δεν εξηγήθηκε στο πρωτόδικο δικαστήριο γιατί δεν είχε προωθηθεί η ορθή διαδικασία είσπραξης της εξ αποφάσεως οφειλής του εφεσιβλήτου μετά που αυτός αμέλησε να καταβάλει τις καθυστερημένες μηνιαίες δόσεις του. Παρά το ότι υπήρχε σχετικό διάταγμα του δικαστηρίου για μηνιαίες δόσεις, οι εφεσείοντες δεν το προώθησαν προς εκτέλεση. Πέραν τούτου οι εφεσείοντες είχαν αποσύρει, προηγουμένως, τις δύο ειδοποιήσεις πτωχεύσεως, με αντάλλαγμα την αύξηση του ποσού των δύο διαταγμάτων μηνιαίων δόσεων από £100.- το καθένα σε £300.- το καθένα. Με εκείνα τα δεδομένα το Εφετείο στην London Clubs Ltd (ανωτέρω) αποφάνθηκε πως η διαδικασία που ανελήφθη από τους εφεσείοντες ήταν καταπιεστική εις βάρος του εφεσίβλητου, γιατί δεν απέβλεπε, με την ορθή χρήση της δικαστικής διαδικασίας, στην εκτέλεση των υπέρ του αποφάσεων, αλλά απέβλεπε στην καταπίεση του εφεσίβλητου με την κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας.
Στην παρούσα υπόθεση, η οποία είναι εντελώς διαφορετική από εκείνη της London Clubs Ltd (ανωτέρω), είχε διαπραχθεί πράξη πτωχεύσεως από τον εφεσίβλητο, ο οποίος δεν συμμορφώθηκε με δεόντως επιδοθείσα ειδοποίηση πτωχεύσεως. Δεν υπήρχε οποιοσδήποτε λόγος για τον οποίο το πρωτόδικο δικαστήριο, ήταν ορθό να ασκήσει τη διακριτική του ευχέρεια, εις βάρος του εφεσείοντα και υπέρ του εφεσίβλητου. Ο εφεσείων δεν είχε κάμει οτιδήποτε από το οποίο να φαίνεται ότι σκόπευε να εξασφαλίσει για τον εαυτό του οποιοδήποτε αθέμιτο, παράλληλο πλεονέκτημα. Δεν υπήρχε ακόμα οτιδήποτε, ενώπιον του πρωτοδίκου δικαστηρίου, από το οποίο να φαίνεται ότι ο εφεσείων απέβλεπε σε απόσπαση χρημάτων ή πλεονεκτήματος από τον εφεσίβλητο, κατά αθέμιτο τρόπο, ή ότι χρησιμοποίησε τη δικαστική διαδικασία της αιτήσεως εκδόσεως διατάγματος παραλαβής, με στόχο άλλον από εκείνο που προβλέπεται, και κατά τρόπο καταπιεστικό για τον εφεσίβλητο. Κατά την κρίση μας τα όσα παρατήρησε το Εφετείο στην London Clubs Ltd (ανωτέρω), ότι σκοπός της πτωχευτικής διαδικασίας είναι η προστασία και διασφάλιση της περιουσίας του υπό πτώχευση, ώστε αυτή να χρησιμοποιηθεί όπως ο Νόμος ορίζει, για την ικανοποίηση εξ ολοκλήρου ή μερικώς και κατ' ισονομία όλων των πιστωτών, δεν αποκλείουν πιστωτές, έστω και μικρούς πιστωτές όπως τον εφεσείοντα, από του να καταχωρήσουν αίτηση έκδοσης διατάγματος παραλαβής.
Το όλο θέμα είναι θέμα γεγονότων. Εκεί όπου δεν υπάρχουν στοιχεία δόλου ή αθέμιτης εξασφάλισης χρημάτων ή πλεονεκτημάτων προς όφελος του συγκεκριμένου αιτητή-πιστωτή και εις βάρος του χρεώστη και των άλλων πιστωτών του, αίτηση εκδόσεως διατάγματος παραλαβής δεν θεωρείται ότι γίνεται για παράλληλο και αθέμιτο σκοπό ή κατά κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας, έστω και αν έχει σαν συνεπαγόμενο αποτέλεσμα κάποιο πλεονέκτημα για τον πιστωτή.
Καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι η απόρριψη της αίτησης του εφεσείοντα ήταν, υπό τις περιστάσεις, μη δικαιολογημένη και συνιστούσε κακή άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του πρωτοδίκου δικαστηρίου και επίσης ότι ο καταδικασμός του εφεσείοντα και στα έξοδα της πρωτόδικης διαδικασίας ήταν λανθασμένος.
Το τελευταίο σημείο που μας απασχόλησε είναι το κατά πόσο είναι ορθό και δίκαιο η έκδοση διατάγματος παραλαβής της περιουσίας του εφεσίβλητου να ανασταλεί για κάποιο χρονικό διάστημα ώστε να του δοθεί η ευκαιρία, αν επιθυμεί, να αποπληρώσει το εξ αποφάσεως χρέος του και έτσι να αποφύγει τις συνέπειες. Καταλήξαμε πως είναι ορθό να δοθεί τέτοια ευκαιρία στον εφεσίβλητο.
Για τους προαναφερόμενους λόγους η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται και εκδίδεται διάταγμα παραλαβής της περιουσίας του καθ' ου η αίτηση. Ο Επίσημος Παραλήπτης καθίσταται παραλήπτης της περιουσίας του. Αντίγραφο του διατάγματος παραλαβής να διαβιβασθεί στον Επίσημο Παραλήπτη. Θα υπάρχει αναστολή της εκτέλεσης του διατάγματος παραλαβής για περίοδο ενός μηνός από την επίδοση του διατάγματος στον εφεσίβλητο. Σε περίπτωση εξοφλήσεως του εξ αποφάσεως χρέους του εφεσίβλητου προς τον εφεσείοντα πριν την εκπνοή της περιόδου αναστολής, το διάταγμα παραλαβής θα ακυρώνεται.
Τα έξοδα της παρούσας διαδικασίας και της πρωτόδικης διαδικασίας επιδικάζονται υπέρ του εφεσείοντα και εις βάρος του εφεσίβλητου.
Η έφεση επιτρέπεται με έξοδα πρωτοδίκως και κατ' έφεση υπέρ του εφεσείοντος.