ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2005) 1 ΑΑΔ 1491
16 Δεκεμβρίου, 2005
[ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στές]
ΚΩΣΤΑΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ,
Εφεσείων,
v.
ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ,
Εφεσιβλήτου.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 11929)
Δικαιοδοσία Δικαστηρίου ― Επαρχιακό Δικαστήριο ― Αγωγή για είσπραξη υπολοίπου από εισαγωγικούς δασμούς και έκτακτης προσφυγικής επιβάρυνσης σε σχέση με την εισαγωγή εμπορευμάτων ― Το Επαρχιακό Δικαστήριο δεν είχε δικαιοδοσία να εξετάσει το θέμα της ορθότητας και νομιμότητας της επιβολής της επίδικης φορολογίας, η οποία δεν είχε προσβληθεί με το ενδεδειγμένο ένδικο μέσο της προσφυγής με βάση το Άρθρο 146 του Συντάγματος.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο εξέδωσε απόφαση εναντίον του εφεσείοντος για £399.480.90 σ. ποσό που συνιστά οφειλόμενο υπόλοιπο από εισαγωγικούς δασμούς και έκτακτη προσφυγική επιβάρυνση, αναφορικά με εμπορεύματα τα οποία ο εφεσείων εισήξε και τοποθέτησε σε εγκεκριμένη γενική αποθήκη αποταμιεύσης για συγκεκριμένη χρονική περίοδο. Το Δικαστήριο επεσήμανε πως το γεγονός της επιβολής τελωνειακών δασμών δεν αμφισβητήθηκε από τον εφεσείοντα όπως δεν αμφισβητήθηκε και το γεγονός ότι το 1991 εισπράχθηκε, από τρίτους, ποσόν £30.000.- με το οποίο πιστώθηκε ο εφεσείων.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο με ενδιάμεση απόφασή του διέγραψε τις παραγράφους της υπεράσπισης που αναφέρονταν στη νομιμότητα και ορθότητα της επιβολής της επίδικης φορολογίας, αφού είχε διαπιστώσει ότι η επίδικη φορολογία συνιστούσε διοικητική πράξη στη σφαίρα του δημοσίου δικαίου η οποία δεν προσβλήθηκε με προσφυγή με βάση το Άρθρο 146 του Συντάγματος.
Mε την παρούσα έφεση προσβάλλεται κατ' αρχάς η ορθότητα της απόφασης του πρωτόδικου δικαστηρίου ότι η επιβολή της επίδικης φορολογίας συνιστά διοικητική πράξη ή διοικητικές πράξεις που εμπίπτουν στη σφαίρα του δημοσίου δικαίου, η κατά συνέπεια της προαναφερόμενης απόφασης διαγραφή των σχετικών παραγράφων της υπερασπίσεως και η παράλειψη εξέτασης, από το πρωτόδικο δικαστήριο, της ουσίας των διαγραφεισών παραγράφων της υπεράσπισης. Προστίθενται και άλλοι λόγοι συναρτημένοι όμως με την άποψη του εφεσείοντος ότι το Επαρχιακό Δικαστήριο είχε αρμοδιότητα να ελέγξει τη διοικητική απόφαση με την οποία του επιβλήθηκαν οι τελωνειακοί δασμοί.
Αποφασίστηκε ότι:
Ορθά το πρωτόδικο Δικαστήριο θεώρησε ότι η επιβολή της επίδικης φορολογίας συνιστούσε διοικητική πράξη η οποία εμπίπτει στην αποκλειστική αρμοδιότητα του Ανωτάτου Δικαστηρίου δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος και εφόσον δεν προσβλήθηκε με το ενδεδειγμένο ένδικο μέσο, μέσα στην καθορισμένη προθεσμία, ορθά το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν την εξέτασε. Η αρμοδιότητα του Επαρχιακού Δικαστηρίου περιοριζόταν μόνο στην πτυχή που αφορούσε την είσπραξη του ποσού, με δεδομένη πάντοτε τη νομιμότητα της επιβολής του. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προαναφέρθηκε, εκ του οφειλομένου ποσού καταβλήθηκε έναντι ποσό μόνον £30.000.- και επομένως παρέμεινε οφειλόμενο το υπόλοιπο.
Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.
Έφεση.
Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, Υπ. Αρ. 110/93, ημερ. 26/11/03, με την οποία έκρινε ότι η επιβολή σ' αυτόν από τον εφεσίβλητο ποσού £399.480,90 σεντ ως υπόλοιπο από εισαγωγικούς δασμούς για εμπορεύματα τα οποία εισήξε ο εφεσείων συνιστούσε διοικητική πράξη η οποία ενέπιπτε στην αποκλειστική αρμοδιότητα του Ανωτάτου Δικαστηρίου δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος και θεωρώντας δεδομένη τη νομιμότητά της έκρινε μόνο την πτυχή του κατά πόσον υπήρχε εναπομείναν οφειλόμενο υπόλοιπο.
Ο Εφεσείων εμφανίζεται αυτοπροσώπως.
Θ. Μαυρομουστάκη, για τον Εφεσίβλητο.
Cur. adv. vult.
ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Νικολάτος.
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.: Η αξίωση του εφεσίβλητου ήταν για £399.480.90 σ. ποσό που συνιστά οφειλόμενο υπόλοιπο από εισαγωγικούς δασμούς και έκτακτη προσφυγική επιβάρυνση, αναφορικά με εμπορεύματα τα οποία ο εφεσείων εισήξε και τοποθέτησε σε εγκεκριμένη γενική αποθήκη αποταμίευσης κατά τη χρονική περίοδο 1983-1991, που δεν καταβλήθηκαν, σύμφωνα με τον εφεσίβλητο, και/ή ως χρέος οφειλόμενο από τον εφεσείοντα στη Δημοκρατία. Σύμφωνα με τον εφεσίβλητο, το αξιούμενο ποσό επεβλήθη στον εφεσείοντα δυνάμει του νόμου και/ή έγκυρης διοικητικής πράξης ή πράξεων τη νομιμότητα των οποίων δεν αμφισβήτησε ο εφεσείων.
Με ενδιάμεση απόφαση του το πρωτόδικο δικαστήριο διαπίστωσε πως η επιβολή της επίδικης φορολογίας από τον εφεσίβλητο συνιστά διοικητική πράξη ή πράξεις που εμπίπτουν στη σφαίρα του δημοσίου δικαίου καθότι αφορούν σε δημοσιονομικά θέματα που άπτονται του γενικότερου δημοσίου συμφέροντος και δεδομένου ότι δεν ασκήθηκε προσφυγή με βάση το άρθρο 146 του Συντάγματος, εναντίον της προαναφερόμενης διοικητικής πράξης ή πράξεων, προχώρησε και διέγραψε τις παραγράφους της υπεράσπισης που αναφέρονταν στη νομιμότητα και ορθότητα της επιβολής της επίδικης φορολογίας.
Ο ευπαίδευτος πρωτόδικος Δικαστής θεώρησε πως, εφόσον η διοικητική πράξη δεν είχε προσβληθεί με τον ενδεδειγμένο τρόπο, το μόνο επίδικο θέμα που είχε να αποφασίσει ήταν το κατά πόσο ο εφεσείων είχε ή όχι εξοφλήσει ή καταβάλει οποιοδήποτε ποσό έναντι των οφειλών του οι οποίες προέκυπταν από την προαναφερόμενη διοικητική πράξη.
Κατά την ακροαματική διαδικασία σωρεία υπηρεσιακών φακέλων του εφεσίβλητου κατατέθηκαν ως τεκμήρια μετά από αίτημα του εφεσείοντα. Το πρωτόδικο δικαστήριο επεσήμανε πως το γεγονός της επιβολής τελωνειακών δασμών στον εφεσείοντα ύψους £429.480.90 σ. δεν αμφισβητείται όπως δεν αμφισβητείται και το γεγονός ότι το 1991 εισπράχθηκε, από τρίτους, ποσόν £30.000.- με το οποίο πιστώθηκε ο εφεσείων. Βρήκε επίσης, ως γεγονός, το οποίο άλλωστε δεν αμφισβητήθηκε, πως ο εφεσείων δεν είχε καταβάλει οποιοδήποτε ποσόν έναντι του προαναφερόμενου αξιουμένου υπολοίπου και επομένως οφείλεται από τον εφεσείοντα στο σύνολό του. Κατά συνέπεια εξέδωσε απόφαση εις βάρος του εφεσείοντα και υπέρ του εφεσίβλητου ως η απαίτηση με έξοδα. Η απαίτηση εναντίον του πρώην δευτέρου εναγομένου σε κάποιο στάδιο της διαδικασίας αποσύρθηκε και απορρίφθηκε.
Με την παρούσα έφεση προσβάλλεται κατ' αρχάς η ορθότητα της απόφασης του πρωτοδίκου δικαστηρίου ότι η επιβολή της επίδικης φορολογίας συνιστά διοικητική πράξη ή διοικητικές πράξεις που εμπίπτουν στη σφαίρα του δημοσίου δικαίου, η κατά συνέπεια της προαναφερόμενης απόφασης διαγραφή των σχετικών παραγράφων της υπερασπίσεως και η παράλειψη εξέτασης, από το πρωτόδικο δικαστήριο, της ουσίας των διαγραφεισών παραγράφων της υπεράσπισης. Προστίθενται και άλλοι λόγοι συναρτημένοι όμως με την άποψη του εφεσείοντος ότι το Επαρχιακό Δικαστήριο είχε αρμοδιότητα να ελέγξει τη διοικητική απόφαση με την οποία του επιβλήθηκαν οι τελωνειακοί δασμοί.
Κρίνουμε πως το πρωτόδικο δικαστήριο πολύ ορθά θεώρησε ότι η επιβολή της επίδικης φορολογίας από τον εφεσίβλητο στον εφεσείοντα συνιστούσε διοικητική πράξη ή διοικητικές πράξεις που ενέπιπταν στη σφαίρα του δημοσίου δικαίου και ορθά διέγραψε τις σχετικές παραγράφους της υπεράσπισης και θεώρησε πως το ζήτημα της ορθότητας και νομιμότητας της επιβολής της επίδικης φορολογίας δεν ήταν ζήτημα το οποίο το πρωτόδικο δικαστήριο είχε δικαιοδοσία να εξετάσει και να αποφασίσει. Ήταν ζήτημα που εμπίπτει στην αποκλειστική αρμοδιότητα του Ανωτάτου Δικαστηρίου δυνάμει του άρθρου 146 του Συντάγματος και εφόσον δεν προσβλήθηκε με το ενδεδειγμένο ένδικο μέσο, μέσα στην καθορισμένη προθεσμία, ορθά το πρωτόδικο δικαστήριο δεν το εξέτασε. Η αρμοδιότητα του Επαρχιακού Δικαστηρίου περιοριζόταν μόνο στην πτυχή που αφορούσε την είσπραξη του ποσού, με δεδομένη πάντοτε τη νομιμότητα της επιβολής του. Στην προκείμενη περίπτωση, όπως προαναφέραμε, εκ του οφειλομένου ποσού καταβλήθηκε έναντι ποσό μόνον £30.000.- και επομένως παρέμεινε οφειλόμενο το υπόλοιπο.
Τελικά κρίνουμε την πρωτόδικη κατάληξη προδήλως ορθή. Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.