ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2004) 1 ΑΑΔ 1872
9 Νοεμβρίου, 2004
[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π., ΚΑΛΛΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στές]
INVESTYLIA LTD.,
Εφεσείοντες-Εναγόμενοι,
ν.
Ε. & Π. ΛΕΙΒΑΔΙΩΤΗΣ ΛΤΔ.,
Εφεσιβλήτων-Εναγόντων.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 11770)
Συνταγματικό Δίκαιο ― Συνταγματικότητα νόμου ― Εξέταση συνταγματικότητας νόμου ― Δεν είναι νομικά επιτρεπτή εάν δεν εγείρεται εξειδικευμένα και με πλήρη λεπτομέρεια στο δικόγραφο ― Ο διάδικος ο οποίος επικαλείται αντισυνταγματικότητα πρόνοιας νόμου φέρει το βάρος αποδείξεώς της πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας.
Οι εφεσίβλητοι-ενάγοντες (οι εφεσίβλητοι) εξασφάλισαν απόφαση εναντίον των εφεσειόντων-εναγομένων (οι εφεσείοντες) για επιστροφή των χρημάτων που τους είχαν καταβάλει για αγορά μετοχών της εταιρείας τους η οποία επρόκειτο να εισαχθεί στο Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου, κάτι που όμως δεν έγινε κατορθωτό. Η αξίωση για επιστροφή των χρημάτων έγινε δυνάμει του Άρθρου 58Α (3)(β) του περί Αξιών και Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου Νόμου του 1993 όπως τροποποιήθηκε με το Ν. 42(Ι)/2000.
Οι εφεσείοντες, στην έκθεση υπεράσπισής τους, ήγειραν θέμα αντισυνταγματικότητας των πιο πάνω νόμων. Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε πως δεν μπορούσε να εξετάσει το εγερθέν ζήτημα αντισυνταγματικότητας γιατί δεν είχαν δοθεί καθόλου λεπτομέρειες αυτής της εισήγησής τους στην έκθεση υπεράσπισης. Το πρωτόδικο Δικαστήριο εξέδωσε την απόφαση που αναφέρεται ανωτέρω, αφού εξέτασε την ουσία της υπόθεσης ώστε να έχει ενώπιόν του το Ανώτατο Δικαστήριο την κρίση του για ολόκληρη την υπόθεση, σε περίπτωση που το θέμα της αντισυνταγματικότητας θα εξεταζόταν από το Ανώτατο Δικαστήριο.
Οι εφεσείοντες εφεσίβαλαν την απόφαση επικαλούμενοι λόγους έφεσης που αφορούν αποκλειστικά το ζήτημα της αντισυνταγματικότητας των πιο πάνω νομοθεσιών.
Αποφασίστηκε ότι:
Θέμα αντισυνταγματικότητας εγείρεται στο δικόγραφο, στο οποίο δίδονται πλήρεις λεπτομέρειες της σχετικής εισήγησης. Ακολουθεί η αιτιολογία της εισήγησης. Η νομολογία επί του ζητήματος είναι πάγια και αυστηρή. Ο διάδικος ο οποίος προβάλλει τη σχετική εισήγηση φέρει το βάρος αποδείξεώς της πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας. Στην υπό εξέταση υπόθεση οι εφεσείοντες, οι οποίοι δεν πρόβαλαν θέμα αντισυνταγματικότητας, όπως επιβαλλόταν, ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, αντιμετωπίζουν σοβαρό κώλυμα στην εξέταση της επιχειρηματολογίας τους για την αντισυνταγματικότητα των νόμων, κατ' έφεση.
Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.
Αναφερόμενη υπόθεση:
Νικολάου ν. Βασιλείου (1999) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1566.
Έφεση.
Έφεση από την εναγόμενη εταιρεία κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας που δόθηκε στις 19/6/03 (Αρ. Αγωγής 2781/01) με την οποία εκδόθηκε απόφαση ως η απαίτηση των εναγόντων οι οποίοι με αγωγή τους εναντίον των εφεσειόντων-εναγομένων, ζήτησαν επιστροφή των χρημάτων που τους είχαν καταβάλει για αγορά μετοχών της εταιρείας τους τα σχετικά πιστοποιητικά των οποίων δεν τους παραδόθηκαν, η δε εφεσείουσα εταιρεία δεν κατόρθωσε να εισαχθούν οι μετοχές της στο Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου, όπως πρόβλεπε η συμφωνία των μερών απέρριψε δε αίτημα της υπεράσπισης να εξεταστεί ζήτημα αντισυνταγματικότητας του Άρθρου 58Α(3)(β), του περί Αξιών και Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου Νόμου του 1993, όπως τροποποιήθηκε με το Ν.42(Ι)/2000, επειδή δεν δόθηκαν πλήρεις λεπτομέρειες της σχετικής εισήγησης.
A. Μαθηκολώνης, για τους Εφεσείοντες-Εναγόμενους.
Τ. Κουκούνης, για τους Εφεσίβλητους-Ενάγοντες.
Cur. adv. vult.
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την ομόφωνη απόφαση του δικαστηρίου θα δώσει ο Αρτεμίδης, Π..
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π.: Οι εφεσίβλητοι-ενάγοντες με αγωγή τους εναντίον των εφεσειόντων-εναγομένων, ζήτησαν επιστροφή των χρημάτων που τους είχαν καταβάλει για αγορά μετοχών της εταιρείας τους τα σχετικά πιστοποιητικά των οποίων δεν τους παραδόθηκαν, η δε εφεσείουσα εταιρεία δεν κατόρθωσε να εισαχθούν οι μετοχές της στο Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου, όπως πρόβλεπε η συμφωνία των μερών. Η αξίωση για επιστροφή των χρημάτων έγινε δυνάμει του άρθρου 58Α(3)(β), του περί Αξιών και Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου Νόμου του 1993, όπως τροποποιήθηκε με το Ν.42(I)/2000, αφού προηγήθηκε σχετική επιστολή των εφεσιβλήτων προς τους εφεσείοντες, βάσει του άρθρου 3(3) του Ν.42(Ι)/2000.
Οι εφεσείοντες αρνήθηκαν την απαίτηση των εφεσιβλήτων στο σύνολο της. Ειδικότερα, ισχυρίζονται στην έκθεση υπεράσπισης τους πως δεν έχουν υποχρέωση, βάσει των πιο πάνω νόμων, να επιστρέψουν τα χρήματα στους εφεσίβλητους. Η παράγραφος 8 της Έκθεσης Υπεράσπισης έχει ως εξής:
«Χωρίς επηρεασμό της ως άνω στην αμέσως προηγούμενη παράγραφο υπεράσπισης της, η εναγομένη λέγει ότι ο νόμος που αναφέρεται στην παρ. 7 της εκθέσεως απαιτήσεως είναι αντισυνταγματικός ή και δεν μπορεί να εφαρμοστεί.»
Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε πως δεν μπορούσε να εξετάσει ζήτημα αντισυνταγματικότητας των πιο πάνω νόμων γιατί δεν δόθηκαν καθόλου λεπτομέρειες αυτής της εισήγησης στην έκθεση υπεράσπισης, όπου πράγματι με γενικότητα και αοριστία προβάλλεται τέτοιος ισχυρισμός. Το Δικαστήριο εν τούτοις, όπως είναι η πάγια πρακτική, προχώρησε και αποφάσισε την ουσία της υπόθεσης, ώστε να έχει ενώπιον του το Ανώτατο Δικαστήριο την κρίση του για ολόκληρη την υπόθεση, σε περίπτωση που το θέμα της αντισυνταγματικότητας εξεταστεί από το Ανώτατο Δικαστήριο. Επί της ουσίας εκδόθηκε απόφαση υπέρ των εφεσιβλήτων.
Οι λόγοι έφεσης καταπιάνονται αποκλειστικά με το ζήτημα της αντισυνταγματικότητας των πιο πάνω νομοθεσιών, με ειδική αναφορά και επιχειρηματολογία στα διάφορα άρθρα του Συντάγματος, που κατά την εισήγηση του δικηγόρου των εφεσειόντων παραβιάζονται από την επίδικη νομοθεσία.
Κατά τη συζήτηση της έφεσης υποδείξαμε στο δικηγόρο των εφεσειόντων πως έχει να αντιμετωπίσει ένα σοβαρό κώλυμα, ότι δηλαδή δεν μπορεί να εξεταστεί η επιχειρηματολογία του, για την αντισυνταγματικότητα των νόμων, επειδή δεν προβλήθηκε, όπως επιβαλλόταν, ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου αυτή η εισήγηση. Η νομολογία επί του ζητήματος είναι πάγια και αυστηρή. Θέμα αντισυνταγματικότητας εγείρεται στο δικόγραφο, στο οποίο δίδονται πλήρεις λεπτομέρειες της εισήγησης, όπως π.χ. ποίο άρθρο ή άρθρα ή μέρους άρθρου του νόμου αντίκειται στο Σύνταγμα, βεβαίως και σε ποιο άρθρο του. Ακολουθεί η αιτιολογία της εισήγησης. Κατά την ακρόαση το βάρος της απόδειξης, ότι πρόνοια νόμου είναι αντισυνταγματική, καθορίζεται αυτό του πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας. (Δες Ανδρέας Νικολάου ν. Βάσου Βασιλείου (1999) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1566, όπου στη σελ. 1576 αναφέρεται και αριθμός προηγούμενων αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου που υποστηρίζουν την ίδια αρχή.)
Με αυτή την κατάληξη, δεν μένει τίποτε άλλο για εξέταση.
Η έφεση ως εκ τούτου απορρίπτεται με έξοδα.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.