ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2003) 1 ΑΑΔ 1
13 Ιανουαρίου, 2003
[ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στής]
IMPREGILO S.P.A.,
Ενάγοντες,
v.
1. DAMIATTA SHIPPING CO. LTD,
2. ΤΟΥ ΦΟΡΤIΟΥ ΕΚ 3,105,549 ΜΕΤΡΙΚΩΝ ΤOΝΩΝ ΣΙΔHΡΟΥ ΠΟΥ ΕIΝΑΙ ΦΟΡΤΩΜEΝΟ ΣΕ 1585 ΔEΣΜΕΣ (BUNDLES) ΕΠΙ ΤΟΥ ΠΛΟΙΟΥ MARWA M ΣΗΜΑΙΑΣ ΚΥΠΡΟΥ
ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΤΩΡΑ ΦΕΡΕΙ ΤΟ ΟΝΟΜΑ KATRINA I
ΚΑΙ ΣΗΜΑΙΑ ΚΑΜΠΟΤΙΑΣ,
Εναγομένων.
(Αγωγή Ναυτοδικείου Αρ. 89/02)
Κατάχρηση δικαστικής διαδικασίας ― Επαναφορά θέματος με την υπό κρίση αγωγή, το οποίο υπαγόταν σε προηγούμενη αντιδικία ― Κατά πόσο συνιστούσε κατάχρηση δικαστικής διαδικασίας ― Εξουσίες των Δικαστηρίων να ελέγχουν κατάχρηση δικαστικών διαδικασιών.
Σύμφυτη εξουσία του Δικαστηρίου ― Το Δικαστήριο έχει σύμφυτη εξουσία να ελέγχει αν συγκεκριμένη διαδικασία αποτελεί κατάχρηση διαδικασίας και να απορρίπτει την καταχρηστική αγωγή ― Οι αρχές της αγγλικής νομολογίας επί του θέματος αυτού έτυχαν αποδοχής και εφαρμόζονται στην Κύπρο.
Ναυτοδικείο ― Μεταφορά αγαθών διά θαλάσσης ― Πώληση φορτίου - Διάθεση και τρόπος κατανομής του εκπλειστηριάσματος μεταξύ των διεκδικητών του φορτίου ― Αφορά όλους τους διεκδικητές του φορτίου που είναι ή δυνητικά βρίσκονται στην ίδια θέση με τους ενάγοντες στην παρούσα αγωγή ― Η αξίωση των εναγόντων για απόφαση αναγνωριστική της κυριότητας τους επί του εκπλειστηριάσματος δεν έγινε αποδεκτή.
Με την παρούσα αγωγή, η οποία είναι in rem κατά του φορτίου και in personam κατά των φερόμενων ως πλοιοκτητών του εναγόμενου πλοίου, οι ενάγοντες, διεκδικητές συγκεκριμένου φορτίου σιδήρου, ζητούν, μεταξύ άλλων, δήλωση αναγνωριστική δικαιώματος κυριότητας επί του φορτίου. Το θέμα που τέθηκε προς εξέταση από το Δικαστήριο ήταν κατά πόσο η παρούσα διαδικασία συνιστά κατάχρηση της διαδικασίας του Δικαστηρίου.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Το δικαίωμα κυριότητας των εναγόντων επί του φορτίου αναγνωρίστηκε στην Αγωγή του Ναυτοδικείου Αρ. 80/99 και στη συνέχεια, στη βάση του εν λόγω δικαιώματος, επιδικάσθηκαν αποζημιώσεις υπέρ των εναγόντων ίσες προς την αξία του εν λόγω φορτίου.
2. Στην προκείμενη περίπτωση, οι απαιτήσεις/θεραπείες που ζητούν οι ενάγοντες έχουν ως επίκεντρο το φορτίο που ήταν το επίδικο αντικείμενο στην Αγωγή Ναυτοδικείου Αρ. 80/99, στην οποία εκδόθηκε απόφαση εναντίον του πλοίου για ποσό ίσο προς την αξία του επίδικου φορτίου.
3. Η διαφορά την οποία εγείρουν στην παρούσα υπόθεση οι ενάγοντες εναντίον των πλοιοκτητών καθ' όσον αφορά την ευθύνη για τη μη παράδοση του επίδικου φορτίου, ως εκ της φύσεως της και με βάση την κανονική πορεία των πραγμάτων, υπαγόταν στην προηγούμενη αντιδικία, ήτοι στην Αγωγή 80/99. Η επαναφορά του θέματος με την υπό κρίση αγωγή, συνιστά υπό τις περιστάσεις κατάχρηση της διαδικασίας του Δικαστηρίου.
Η αγωγή απορρίφθηκε.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Beogradska D.D. (1996) 1 A.A.Δ. 911,
IMPREGILO SPA v. Πλοίου "MARWA M" σημαίας Κύπρου το οποίο τώρα φέρει το όνομα "KATRINA I" και σημαία Καμποτίας, Αγωγή Ναυτοδικείου Αρ. 80/99, ημερ. 4.3.2002,
Lawrance v. Norreys [1890] 15 App. Cas 219,
Hardy v. Ekphic [1973] 1 All E.R. 914,
Metropolitan Bank v. Pooley [1885] 10 App. C. 210,
Hunter v. Chief Constable of West Midlands a.o. [1981] 3 All E.R. 727,
K.S.R. Comercio SA κ.ά. ν. Blue Coral Nav. Ltd (1995) 1 A.A.Δ. 309,
Παπόρη ν. Maskinfabriken "510" A/S (1996) 1(B) A.A.Δ. 1037,
Χριστοφή (Παπέττας) ν. Σ. & Μ. Φλοκκάς Λτδ κ.ά. (2001) 1 Α.Α.Δ. 1703,
Χαραλαμπίδη ν. Κωμοδρόμου, Ποιν. Εφ. 7063, ημερ. 11.11.2002.
Αγωγή Ναυτοδικείου.
Αγωγή των εναγόντων εναντίον των φερόμενων ως ιδιοκτητών του πλοίου MARWA M και εναντίον του φορτίου σιδήρου επ' αυτού, του οποίου την παράδοση διεκδίκησαν δυνάμει φορτωτικής, ανεπιτυχώς, με προηγούμενη αγωγή τους (Αρ. 80/99).
Χρ. Θεοφίλου, για τους Ενάγοντες.
Cur. adv. vult.
ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Το πλοίο MARWA M σημαίας Κύπρου κατέπλευσε στο λιμάνι Λεμεσού με το όνομα KATRINA I και με σημαία Καμποτίας (στο εξής θα αναφέρεται ως «το πλοίο»). Όταν το πλοίο έφθασε στη Λεμεσό, ήταν φορτωμένο με σίδηρο που παρέλαβε από λιμάνια της Τουρκίας και προοριζόταν να παραδοθεί στους διάφορους παραλήπτες σε λιμάνια του εξωτερικού. Οι ενάγοντες με αγωγή που καταχώρισαν εναντίον του πλοίου (αγωγή ναυτοδικείου αρ. 80/99), διεκδίκησαν δυνάμει φορτωτικής την παράδοση συγκεκριμένης ποσότητας σιδήρου, καθορισμένης περιγραφής που το πλοίο ήταν υποχρεωμένο να παραδώσει στους ενάγοντες στην Καλκούτα των Ινδιών πλην όμως παρέλειψε να παραδώσει. Με την ίδια αγωγή, οι ενάγοντες αξίωσαν διαζευκτικά την αξία του συγκεκριμένου φορτίου σιδήρου, αποζημιώσεις για διάφορους λόγους και αιτίες, τόκους και έξοδα. Η αγωγή εκδικάστηκε και στις 4.3.2002 εκδόθηκε η απόφαση. Για τους λόγους που εξηγούνται στην απόφαση, διαπιστώθηκε ότι η συγκεκριμένη ποσότητα σιδήρου που διεκδικούσαν οι ενάγοντες δεν ήταν ξεχωρίσιμη και, εκ των πραγμάτων δεν ήταν δυνατή η έκδοση απόφασης για παράδοση του επίδικου φορτίου. Συνακόλουθα τούτου, η αξίωση των εναγόντων για παράδοση του επίδικου φορτίου απορρίφθηκε. Ωστόσο, οι ενάγοντες πέτυχαν να αποδείξουν δικαίωμα κυριότητας στο επίδικο φορτίο καθώς και την αξία του και εκδόθηκε υπέρ τους απόφαση για το ισάξιο ήτοι Δολ. Αμερικής 881.960,84 ή το αντίστοιχο σε κυπριακές λίρες πλέον έξοδα. Οι υπόλοιπες αξιώσεις απορρίφθηκαν.
Για να γίνει η εικόνα ξεκάθαρη πρέπει να σημειωθεί ότι αγωγές με ανάλογες αξιώσεις εναντίον του πλοίου, του φορτίου και μια από αυτές εναντίον και των πλοιοκτητών, καταχωρήθηκαν και από άλλους παραλήπτες και/ή διεκδικητές διαφόρων ποσοτήτων σιδήρου από το σύνολο του φορτίου που βρισκόταν φορτωμένο στο πλοίο. Μια από τις αγωγές έχει εκδικαστεί και εκδόθηκε απόφαση υπέρ των εναγόντων για ποσό που αντιπροσώπευε την αξία του επίδικου φορτίου σιδήρου ενώ η εκδίκαση των υπολοίπων εκκρεμεί. Στο μεταξύ, το πλοίο και ολόκληρο το φορτίο σιδήρου που βρισκόταν στο πλοίο, έχουν πωληθεί με διαταγή του Δικαστηρίου, το δε εκπλειστηρίασμα των πωλήσεων, κατατέθηκε στο Δικαστήριο. Εδώ, πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι ο λόγος για τον οποίο δεν ήταν ξεχωρίσιμο το φορτίο σιδήρου που διεκδίκησαν οι ενάγοντες με την αγωγή αρ. 80/99 ήταν ότι μέρος του συνολικού φορτίου σιδήρου, απροσδιόριστης περιγραφής, εκφορτώθηκε νωρίτερα από το πλοίο ενώ το υπόλοιπο που είχε απομείνει στο πλοίο ήταν αδύνατο να προσδιοριστεί γιατί ολόκληρο σχεδόν ήταν καλυμμένο με όγκους χύδην περλίτη. Ο διαχωρισμός θα μπορούσε να επιτευχθεί μόνο αν οι διάδικοι ή οποιοσδήποτε από αυτούς αναλάμβαναν τα έξοδα εκφόρτωσης, μεταφοράς κλπ του φορτίου από το πλοίο. Όμως, επειδή η δαπάνη ήταν τεράστια, οι διάδικοι δεν θέλησαν να αναλάβουν το οικονομικό κόστος ενός τέτοιου εγχειρήματος προφανώς γιατί κανένας δεν ήταν βέβαιος αν το αποτέλεσμα θα ήταν προς όφελος των συμφερόντων του.
Με την παρούσα αγωγή, οι ενάγοντες επανέρχονται βασικά στο ίδιο θέμα. Στρέφονται τώρα εναντίον των φερόμενων ως πλοιοκτητών του πλοίου και εναντίον του φορτίου σιδήρου που καθώς έχει ειπωθεί, διεκδίκησαν ανεπιτυχώς με την προηγούμενη αγωγή τους (αγωγή αρ. 80/99). Πιο κάτω παρατίθενται οι αξιώσεις που τώρα οι ενάγοντες προωθούν με την υπό κρίση αγωγή.
«Α. Δήλωση και/ή απόφαση του Δικαστηρίου ότι είναι οι νόμιμοι ιδιοκτήτες και/ή οι απόλυτοι κύριοι του Εναγόμενου 2 φορτίου εκ 3.105,549 μετρικών τόνων σιδήρου όπως περιγράφεται στον Πίνακα Α στο κλητήριο (το φορτίο) που βρισκόταν φορτωμένο πάνω στο πλοίο MARWA M σημαίας Κύπρου (το πλοίο) μέχρι και της πώλησης του από το Δικαστήριο την 30/9/02 μαζί με άλλους 2951.5Μ.Τ. σιδήρου (σύνολο 6057 Μ.Τ.) αντί ποσού 789.000,00 δολλαρίων ΗΠΑ.
Β. Δήλωση και/ή απόφαση και/ή διαταγή του Δικαστηρίου με την οποία να αναγνωρίζεται ότι από το εκπλειστηρίασμα ανήκει στους Ενάγοντες και να διατάσσεται ο Πρωτοκολλητής του Ναυτοδικείου να πληρώσει στον δικηγόρο των Εναγόντων ποσό δολλαρίων ΗΠΑ 404.539,19.- που αντιστοιχεί στο εκπλειστηρίασμα ((789000:- 6057) χ 2105.5) του εν λόγω φορτίου 3,105.549 μετρικών τόνων σιδήρου που αποτελούσε περιουσία των Εναγόντων.
Διαζευκτικά του Β ανωτέρω (σε περίπτωση που το Δικαστήριο αναγνωρίσει μέρος μόνο του φορτίου των Εναγόντων ότι βρισκόταν στο πλοίο στις 30/09/02):
Β1) Δήλωση και/ή απόφαση και/ή διαταγή του Δικαστηρίου με την οποία να αναγνωρίζεται ότι από το εκπλειστηρίασμα ανήκει στους Ενάγοντες και να διατάσσεται ο Πρωτοκολλητής του Ναυτοδικείου να πληρώσει στον δικηγόρο των Εναγόντων ποσοστό από το εκπλειστηρίασμα ή προϊόν πώλησης του φορτίου που βρισκόταν στο πλοίο στις 30/09/02 ίσο με το αποτέλεσμα του πολλαπλασιασμού των τόνων σιδήρου που θα αναγνωριστούν σαν περιουσία των Εναγόντων επί 130.41322 δολλάρια που είναι το αποτέλεσμα της διαίρεσης 789000:- δολλαρίων δια 67057 Μ.Τ. σιδήρου.
Γ) Αποζημιώσεις εναντίον των Εναγομένων 1 για μη παράδοση (conversion) του φορτίου τους και/ή για παράβαση της σύμβασης μεταφοράς του φορτίου η οποία έγινε μεταξύ των Εναγόντων και του πλοιάρχου και/ή των αντιπροσώπων των ιδιοκτητών και δεσμεύει τους Εναγόμενους 1 κατά ή περί την 31/05/1998 για τη μεταφορά του φορτίου από το Λιμάνι Ισκεντερουν Τουρκίας στο Λιμάνι Καλκούτα της Ινδίας στο ισόποσο της αφαίρεσης από το ποσό 881.960,84 δολλάρια που αντιστοιχεί στην αξία του Εναγόμενου φορτίου 2 του ποσού που θα επιδικαστεί ως ανωτέρω στους Ενάγοντες.
Δ) Νόμιμους τόκους και
Ε) Τα έξοδα της αγωγής πλέον Φ.Π.Α.»
Επειδή η κατάχρηση της διαδικασίας μπορεί να προσλάβει πολλές μορφές ανάλογη είναι και η δικαιοδοσία του δικαστηρίου για την παρεμπόδισή της. Στην Beogradska D.D. (1996) 1 Α.Α.Δ. 911 έγινε αναφορά στις αρχές οι οποίες διέπουν την άσκηση της δικαιοδοσίας για την αποτροπή κατάχρησης των δικαιοδοσιών του Δικαστηρίου. Παραθέτω την πιο κάτω περικοπή από την απόφαση του Καλλή, Δ. στην Beogradska D.D. (ανωτέρω):
«Η κλασσική διατύπωση των αρχών που διέπουν την άσκηση της δικαιοδοσίας για την αποτροπή κατάχρησης των δικαιοδοσιών του δικαστηρίου έχει γίνει στην υπόθεση Διευθυντής των Φυλακών ν. Περέλλα Τζεννάρο (1995) 1 Α.Α.Δ. 217. Παραθέτουμε το σχετικό απόσπασμα:
«Η δικαιοδοσία για την παρεμπόδιση, περιστολή, απόρριψη ή αναστολή διαδικασίας που συνιστά κατάχρηση των δικαιοδοσιών του Δικαστηρίου, εκπηγάζει από την ίδια τη φύση της δικαστικής λειτουργίας που έχει ως λόγο το δίκαιο και μέσω τους μηχανισμούς που προάγουν την κατίσχυσή του. Γι' αυτό, η δικαιοδοσία για τη χρήση πρόσφορων μέσων για την παρεμπόδιση κατάχρησης των δικαιοδοσιών είναι σύμφυτη, ενυπάρχει σε κάθε Δικαστήριο, απόρροια της κυριαρχίας των Δικαστηρίων στους μηχανισμούς για την απονομή της δικαιοσύνης. Τα μέσα για την αποτροπή της κατάχρησης της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου, δε συναρτούνται με οποιοδήποτε συγκεκριμένο διάταγμα ή διατάγματα, μπορεί να προσλάβουν οποιαδήποτε μορφή που επιβάλλει η ανάγκη στη συγκεκριμένη περίπτωση για την περιφρούρηση τους σκοπού για τον οποίο παρέχονται οι δικαιοδοσίες του Δικαστηρίου.»
Έχοντας υπ' όψη το πλήρες φάσμα των απαιτήσεων των εναγόντων στην αγωγή τους αρ. 80/99 εναντίον του πλοίου και τα ζητήματα που ηγέρθησαν σε εκείνη την αγωγή, τις διαπιστώσεις επί των νομικών και πραγματικών ζητημάτων που εξετάστηκαν καθώς και το αποτέλεσμα της δίκης (βλ. IMPREGILO SPA v. Του πλοίου «MARWA M» σημαίας Κύπρου το οποίο τώρα φέρει το όνομα «KATRINA I» και σημαία Καμποτίας που βρίσκεται στο λιμάνι Λεμεσού, Αγωγή Ναυτοδικείου Αρ. 80/99, ημερ. 4.3.2002) έκρινα σκόπιμο να θέσω θέμα προς εξέταση κατά πόσο η παρούσα διαδικασία συνιστά κατάχρηση της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου. Η σύμφυτη εξουσία του Δικαστηρίου να ελέγχει αν συγκεκριμένη διαδικασία αποτελεί κατάχρηση διαδικασίας και να απορρίπτει την καταχρηστική αγωγή έχει εδώ και πολλά χρόνια αναγνωριστεί στην Αγγλία. (Βλ. Lawrance v. Norreys [1890] 15 App. Cas. 219, Hardy v. Elphic [1973] 1 All E.R. 914, Metropolitan Bank v. Pooley [1885] 10 App. c. 210, Hunter v. Chief Constable of West Midlands and Another [1981] 3 All E.R. 727). Οι αρχές που έχουν αναπτυχθεί επί του θέματος από την αγγλική νομολογία έτυχαν αποδοχής και εφαρμόζονται στην Κύπρο. Βλ. Beogradska D.D. (ανωτέρω), K.S.R. Comercio SA και Άλλων ν. Blue Coral Nav. Ltd (1995) 1 Α.Α.Δ. 309, Μιχάλη Παπόρη ν. Maskinfabriken "510" A/S (1996) 1(B) Α.Α.Δ. 1037, Χριστοφής Α. Χριστοφή (Παπέττας) ν. Σ. & Μ. Φλοκκάς Λτδ κ.ά. (2001) 1 Α.Α.Δ. 1703 και Μιχάλη Χαραλαμπίδη ν. Νικόλαου Κωμοδρόμου, Ποιν. Εφ. 7063, ημερ. 11.11.2002.
Στην προκείμενη περίπτωση, οι απαιτήσεις/θεραπείες που ζητούν οι ενάγοντες έχουν ως επίκεντρο το φορτίο που ήταν το επίδικο αντικείμενο στην αγωγή ναυτοδικείου 80/99 στην οποία, καθώς έχει ειπωθεί, εκδόθηκε απόφαση εναντίον του πλοίου για ποσό ίσο προς την αξία του επίδικου φορτίου. Με την παρούσα αγωγή η οποία είναι in rem κατά του φορτίου και in personam κατά των φερόμενων ως πλοιοκτητών, οι ενάγοντες ζητούν μεταξύ άλλων δήλωση αναγνωριστική δικαιώματος κυριότητας επί του φορτίου. Το δικαίωμα κυριότητας των εναγόντων επί του φορτίου αναγνωρίστηκε στην προαναφερθείσα αγωγή ναυτοδικείου 80/99 και συνακόλουθα, στη βάση τούτου του δικαιώματος, επιδικάσθηκαν αποζημιώσεις υπέρ των εναγόντων ίσες προς την αξία του εν λόγω φορτίου.
Καθ' όσον αφορά τις αξιώσεις Β και Β1 (ανωτέρω) των εναγόντων αυτές ανάγονται σε θέματα που αφορούν το εκπλειστηρίασμα και τη διάθεση του (εκπλειστηριάσματος). Πρόκειται για ζητήματα τα οποία δεν συνιστούν διαφορά μεταξύ των διαδίκων της υπό κρίση αγωγής. Η διάθεση και ο τρόπος κατανομής του εκπλειστηριάσματος αναμφιβόλως συνιστούν ζητήματα τα οποία αφορούν όχι μόνο τους ενάγοντες αλλά και όλους τους υπόλοιπους διεκδικητές φορτίου σιδήρου που είναι ή δυνητικά βρίσκονται στην ίδια θέση ως οι ενάγοντες. Η διάθεση και ο τρόπος κατανομής του εκπλειστηριάσματος είναι ζητήματα των οποίων η ρύθμιση θα ακολουθήσει ανάλογα με το αποτέλεσμα όλων των αγωγών που είτε ακόμα εκκρεμούν είτε έχουν εκδικαστεί και εκδόθηκε απόφαση ή έχει επιφυλαχθεί η απόφαση και αναμένεται η έκδοσή της. Νομίζω πως είναι εκ του περισσού η υπόμνηση ότι επί όλων των πιο πάνω θεμάτων, έχω ιδίαν γνώση εφόσον όλες οι αγωγές που έχουν καταχωρηθεί εναντίον του πλοίου κλπ, τέθηκαν ενώπιόν μου προς εκδίκαση κατά πάγια πρακτική του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Καθ' όσον αφορά την αξίωση για αποζημιώσεις (στοιχείο Γ των αξιώσεων - ανωτέρω) των εναγομένων 1 οι οποίοι φέρονται ως οι πλοιοκτήτες του πλοίου έχω να παρατηρήσω τα ακόλουθα:
(α) το θέμα του ιδιοκτησιακού καθεστώτος του πλοίου ηγέρθη και αποτέλεσε αντικείμενο συζήτησης στην εκδικασθείσα αγωγή αρ. 80/99. Ωστόσο, σ' εκείνη την αγωγή (αρ. 80/99) εναγόμενο ήταν μόνο το πλοίο. δεν είχαν καταστεί εναγόμενοι οι φερόμενοι, στην παρούσα αγωγή ως πλοιοκτήτες του πλοίου εναγόμενοι 1. Αυτό μπορούσε να επιτευχθεί είτε εξ αρχής είτε μεταγενέστερα διά τροποποιήσεως.
(β) Η ιδιοκτησία του πλοίου όπως και η όποια ευθύνη των πλοιοκτητών έναντι των εναγόντων για πράξεις ή παραλείψεις αναφορικά με το επίδικο φορτίο μπορούσαν να επιλυθούν μια για πάντα στη διαδικασία της αγωγής κατά του πλοίου (αρ. 80/99) στην οποία, είχαν κληθεί μάρτυρες από την Κύπρο και το εξωτερικό και οι οποίοι, κατέθεσαν για θέματα που αφορούσαν όχι μόνο την ιδιοκτησία του πλοίου αλλά και για γεγονότα που είχαν σχέση και αφορούσαν τόσο την ευθύνη του πλοίου έναντι των εναγόντων για την μη παράδοση του επίδικου φορτίου όσο την ενδεχόμενη παράλληλη ευθύνη των πλοιοκτητών για το ίδιο θέμα. Οι ενάγοντες γνώριζαν εξ αρχής κάθε τι που ήταν σχετικό με το θέμα της ιδιοκτησίας του πλοίου κατά τον κρίσιμο χρόνο και οτιδήποτε που είχε σχέση με το θέμα της ευθύνης των πλοιοκτητών και το θέμα της ευθύνης των πλοιοκτητών έναντι των εναγόντων μπορούσε κάλλιστα να επιλυθεί στα πλαίσια της προηγηθείσας διαδικασίας της αγωγής 80/99.
Στην K.S.R. Comersio S.A. κ.ά. ν. Bluecoral Nav. Ltd (1995) 1 Α.Α.Δ. σελ. 309 ο Δικαστής Νικήτας ανέφερε τα εξής:
«Σαν θέμα γενικής πολιτικής του δικαίου η παράλειψη διαδίκου να εγείρει σε προηγούμενη δικαστική διαδικασία στα δικογραφήματά του ή την επιχειρηματολογία που ανέπτυξε ή να προσκομίσει μαρτυρία αναφορικά με οτιδήποτε θα μπορούσε να στηρίξει την υπόθεση ή υπεράσπισή του δε δικαιολογεί ούτε επιτρέπει νέο δικαστικό αγώνα με αντικείμενο ότι παραλείφθηκε. Αυτό θα σήμαινε την τμηματική εκδίκαση των διαφορών κατ' επιλογήν του διαδίκου και τη διαιώνισή τους. Ετσι η αρχή της τελεσιδικίας, που είναι κοινωνικά επιβεβλημένη, θα υφίστατο καίριο πλήγμα.
Μια από τις πλέον αυθεντικές διατυπώσεις του κανόνα έγινε από το Sir James Wigram, V-C., στην Henderson v. Henderson [1843] 3 Hare 100 στις σελ. 114-115:
"In trying this question I believe I state the rule of the court correctly when I say that, where a given matter becomes the subject of litigation in, and of adjudication by, a court of competent jurisdiction, the court requires the parties to that litigation to bring forward their whole case, and will not (except under special circumstances) permit the same parties to open the same subject of litigation in respect of matter which might have been brought forward as part of the subject in contest, but which was not brought forward, only because they have, from negligence, inadvertence, or even accident, omitted part of their case. The plea of res judicata applies, except in special cases, not only to points upon which the court was actually required by the parties to form an opinion and pronounce a judgment, but to every point which properly belonged to the subject of litigation, and which the parties, exercising reasonable diligence, might have brought forward at the time.
Βλέπε επίσης Fidelitas Shipping Co., Ltd v. V/O exportchleb [1965] 2 All E.R. 4.»
Στην αγωγή 80/99, οι ενάγοντες επέλεξαν να περιορίσουν την απαίτησή τους καθ' όσον αφορά την ευθύνη για τη μη παράδοση του επίδικου φορτίου στο εναγόμενο πλοίο ενώ είχαν τη δυνατότητα, πλην όμως δεν το έπραξαν, να επεκτείνουν εξ αρχής το θέμα και εναντίον των πλοιοκτητών. Αυτή ακριβώς η διαφορά ως εκ της φύσεως της και με βάση την κανονική πορεία των πραγμάτων, υπαγόταν στην προηγούμενη αντιδικία. Η επαναφορά του θέματος με την υπό κρίση αγωγή, θεωρώ ότι συνιστά υπό τις περιστάσεις κατάχρηση της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου και ενασκώντας τη σύμφυτη εξουσία που έχω επί του θέματος απορρίπτω την αγωγή ως καταχρηστική.
Η αγωγή απορρίπτεται.