ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2000) 1 ΑΑΔ 143
21 Φεβρουαρίου, 2000
[ΠΙΚΗΣ, Π., ΗΛΙΑΔΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]
Αναφορικα με τη Διαταγη 35 Θεσμοσ 20 των Θεσμων Πολιτικησ Δικονομιασ και το αρθρο 43 του Περι Δικαστηριων Νομου και το αρθρο 3 του Περι Απονομησ τησ Δικαιοσυνησ (Ποικιλαι Διαταξεισ) Νομου του 1964 και την Διαταγη 59 Θεσμοι 1 και 2 των Θεσμων τησ Πολιτικησ Δικονομιασ,
Αναφορικα με την αιτηση χωρισ ειδοποιηση του Γιωργου Αργυριδη, για παραχωρηση αδειασ για καταχωρηση εφεσησ εναντιον τησ αποφασησ του Επαρχιακου Δικαστηριου ΛεμεσοΥ στην αγωγη 6376/94 λογω λανθασμενων οδηγιων ωσ προσ τα εξοδα,
Αναφορικα με την αποφαση του Επαρχιακου Δικαστηριου Λεμεσου ημερομηνιασ 28.5.99 με την οποια εκδωσε αποφαση στην αγωγη με αριθμο 6376/94 και επιδικαστηκαν τα εξοδα τησ τροποποιησησ εναντιον του Εναγομενου-Αιτητη.
(Αίτηση Αρ. 65/99)
Έξοδα ― Έφεση στρεφόμενη αποκλειστικά κατά διαταγής εξόδων ― Προϋποθέσεις παροχής άδειας ― Οι περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμοί, Δ.35, θ. 20.
Έξοδα ― Ευρεία διακριτική εξουσία ― Ασκείται δικαστικά ― Επέμβαση Εφετείου ― Εφαρμοστέες αρχές.
Το Επαρχιακό Δικαστήριο αποδέχθηκε αίτηση του ενάγοντα για τροποποίηση δικογράφου και επεδίκασε προς όφελος των εναγομένων τόσο τα σπαταληθέντα έξοδα όσο και τα έξοδα της αίτησης.
Ο αιτητής ζήτησε άδεια καταχώρησης έφεσης εναντίον της απόφασης μόνον όσον αφορά τα έξοδα.
Ο αιτητής υποστήριξε ότι μόνο τα σπαταληθέντα έξοδα και τα έξοδα της πρώτης εμφάνισης της αίτησης για τροποποίηση έπρεπε να τον βαρύνουν, και ότι τα έξοδα της περαιτέρω ακρόασης της αίτησης έπρεπε να βαρύνουν τους εναγομένους, οι οποίοι αδικαιολόγητα προκάλεσαν την ακρόαση με την ένστασή τους, εφαρμόζοντας τον συνήθη κανόνα ότι τα έξοδα ακολουθούν το αποτέλεσμα της διαδικασίας.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Η παροχή άδειας για καταχώρηση έφεσης στρεφόμενης αποκλειστικά κατά διαταγής εξόδων, συναρτάται με τη στοιχειοθέτηση μιας ή περισσότερων προϋποθέσεων που καθορίζει η Δ.35, θ.20 από τον αιτητή.
2. Στην εκδικαζόμενη υπόθεση, η αίτηση επικεντρώνεται στην τρίτη προϋπόθεση, ότι ο αιτητής διετάχθη να πληρώσει έξοδα τα οποία προκλήθηκαν χωρίς επαρκή λόγο από τους εναγομένους. Η θέση αυτή αφορά μάλλον εσωγενείς της δίκης παράγοντες που δεν νομιμοποιούν τον αιτητή να εξασφαλίσει άδεια.
3. Η διακριτική εξουσία του Δικαστηρίου ασκήθηκε δικαστικά και ως εκ τούτου το Εφετείο δεν θα υπεισέλθει στην άσκηση της ευρείας διακριτικής εξουσίας του πρωτόδικου Δικαστηρίου, παραχωρώντας άδεια για καταχώρηση έφεσης ως προς τα έξοδα.
Η αίτηση απορρίφθηκε με έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Ρούσος κ.ά. (1999) 1 Α.Α.Δ. 360,
Donald Campbell & Co Ltd v. Pollak [1927] A.C. 732.
Αίτηση.
Αίτηση από τον εναγόμενο-αιτητή ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Πρωτοβάθμια Δικαιοδοσία) για άδεια καταχώρισης έφεσης εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού (Αγωγή Αρ. 6376/94), ημερομ. 28/5/99 με την οποία επιδικάστηκαν τα έξοδα για την τροποποίηση δικογράφου εναντίον του.
Χρ. Νικολάου, για τον Αιτητή.
Χρ. Μελίδης, για τον Καθ' ου η αίτηση 1.
Αιμ. Θεοδούλου, για τους Καθ' ων η αίτηση 2 και 3.
Cur. adv. vult.
Πικhσ, Π.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Δ. Χατζηχαμπής.
Χατζηχαμπησ, Δ.: Με την αίτηση αυτή ζητείται άδεια για την καταχώριση έφεσης εναντίον απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου, σε αίτηση για τροποποίηση δικογράφου, μόνον όσον αφορά τα έξοδα. Η αίτηση για τροποποίηση της έκθεσης Απαίτησης έγινε από τον Ενάγοντα, εδώ Αιτητή, και οδηγήθηκε σε ακρόαση αφού υπήρξε ένσταση τόσο εκ μέρους του Εναγόμενου 1 όσο και, υπερασπιζομένων χωριστά του, εκ μέρους των Εναγομένων 2 και 3. Στην απόφαση του ο ευπαίδευτος δικαστής, αποδεχόμενος την αίτηση και επιτρέποντας την τροποποίηση, επεδίκασε τόσο τα σπαταληθέντα έξοδα όσο και τα έξοδα της αίτησης εναντίον του Αιτητή, με το ακόλουθο σκεπτικό όπως παρατίθεται στις σελίδες 13-14:
"Παραμένει το θέμα των εξόδων. Εισήγηση του δικηγόρου του Αιτητή ήταν όλες οι εμφανίσεις στην αίτηση να είναι χωρίς έξοδα εκτός της πρώτης που θα ήταν υπέρ των καθ' ων η αίτηση και τα έξοδα της ακρόασης είναι εναντίον των καθ' ων γιατί προκάλεσαν την ακρόαση.
Εξέτασα την πιο πάνω εισήγηση και βρίσκω ότι δεν μπορούν να επιδικαστούν έξοδα στον Αιτητή αφού δεν ζητά έξοδα στην αίτηση του. Οι Εναγόμενοι Καθ' ων η Αίτηση είχαν κάθε δικαίωμα στην ακρόαση της Αίτησης. Σε κάθε υπόθεση η ακρόαση αποτελεί το πλαίσιο για την διάγνωση των δικαιωμάτων των διαδίκων. Μόνο όπου μπορεί να γίνει πρόγνωση με βεβαιότητα ως προς την επιτυχία ή αποτυχία της υπόθεσης, χωρίς περαιτέρω συζήτηση της υπόθεσης, ο παράγοντας αυτός αποκτά σπουδαιότητα στην άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου.
Στην προκειμένη υπόθεση δεν δικαιολογείται η αποστασιοποίηση μου από τους συνήθεις όρους που τίθενται σε παρόμοιες αιτήσεις που είναι ο Αιτητής να πληρώνει τα έξοδα που προκαλούνται από την τροποποίηση. (Βλ. Halsbury's Laws of England 4η έκδοση Τόμος 36 παρ. 68 σημείωση 7).
......... Τα έξοδα της αίτησης, όπως και τα όποια χαμένα έξοδα να βαρύνουν τον Αιτητή."
Το παράπονο του Αιτητή, το οποίο επιδιώκει να προβάλει με την έφεση για την καταχώριση της οποίας ζητείται η άδεια, είναι, όπως ήταν και η θέση του πρωτόδικα, ότι μόνο τα σπαταληθέντα έξοδα και τα έξοδα της πρώτης εμφάνισης της αίτησης για τροποποίηση έπρεπε να τον βαρύνουν, και ότι τα έξοδα της περαιτέρω ακρόασης της αίτησης έπρεπε να βαρύνουν τους Εναγομένους, οι οποίοι και αδικαιολόγητα προκάλεσαν την ακρόαση με την ένσταση τους, εφαρμόζοντας το συνήθη κανόνα ότι τα έξοδα ακολουθούν το αποτέλεσμα της διαδικασίας. Τα έξοδα της ακρόασης, λέγει, δεν προκλήθησαν έτσι από την τροποποίηση αλλά από την αδικαιολόγητη στάση των Εναγομένων.
Οι ενστάσεις των Εναγομένων στην παρούσα Αίτηση είναι πανομοιότυπες. Ισχυρίζονται, ουσιαστικά, ότι οι ενστάσεις τους στην αίτηση για τροποποίηση δεν ήσαν κακόπιστες ή αδικαιολόγητες και ότι ορθά ασκήθηκε η διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου προς όφελος τους. Υποβάλλουν δε ότι δεν ικανοποιούνται οι προϋποθέσεις της Δ.35 θ.20 ώστε να δοθεί άδεια καταχώρισης έφεσης.
Η Δ.35 θ.20 είναι όντως η παράμετρος αναφοράς του θέματος. Προνοεί:
"An appeal from a decision solely on the ground of a wrong direction in regard to costs, or from an order made on taxation or review of taxation, shall not be entertained except with the leave of the Court of Appeal or a Judge thereof, which shall not be given unless it is made to appear that the direction or order is contrary to the provisions of any law or rule, or is based on a misconception of fact, or directs any party to pay costs incurred or occasioned, without sufficient reason, by another party."
Τα πλαίσια της Δ.35 θ.20 είναι σαφώς περιορισμένα, πολλά δε από τα όσα έχει αναφέρει ο ευπαίδευτος συνήγορος για τον Αιτητή στην αγόρευση του έχουν αναφορά στην ουσία της ενδεχόμενα επιτρεπτής έφεσης μάλλον παρά στις προϋποθέσεις της Δ.35 θ.20, αν και ασφαλώς κάποια κρίση επί της ουσίας εξυπακούεται στη διάγνωση των προϋποθέσεων αυτών, ιδιαίτερα όσον αφορά την περίπτωση διαταγής καταβολής εξόδων προκληθέντων υπό άλλου διαδίκου άνευ ευλόγου αιτίας. Όπως και να έχει το πράγμα, το τι επιδιώκεται να τονισθεί είναι ότι οι τρεις προϋποθέσεις της Δ.35 θ.20 είναι και εξαντλητικές και αντικειμενικές. Η υφή αυτή του θεσμικού πλαισίου παροχής άδειας εξηγήθηκε από τον Πική, Π., δίδοντας την απόφαση του Δικαστηρίου, Αναφορικά με Αίτηση του Μάριου Ρούσου και της Τασούλλας Χριστοφή (1999) 1 Α.Α.Δ. 360, στις σελίδες 364-365, με αναφορά και σε προηγούμενη νομολογία:
"Η παροχή άδειας δεν αφίεται στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου. συναρτάται με τη στοιχειοθέτηση μιας ή περισσότερων των προϋποθέσεων που καθορίζει η Δ.35 θ.20, από τον αιτητή. .................................................................................................
...............................................................................................................
Οι προϋποθέσεις που τίθενται από τη Δ.35 θ.20, για την υποβολή έφεσης κατά της διαταγής για έξοδα, εξετάστηκαν στη Φιλίππου ν. Φιλίππου (1990) 1 Α.Α.Δ. 890. Στην απόφαση του Εφετείου που έδωσε ο Σαββίδης, Δ., γίνεται λεπτομερής αναφορά στην Κυπριακή και Αγγλική νομολογία που φωτίζει το επίμαχο ζήτημα. Σημείο εκκίνησης αποτελεί η Δ.59 θ.1, που αφήνει τα έξοδα στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου. Η ευχέρεια αυτή ασκείται δικαστικά με αναφορά στους εσωγενείς παράγοντες της δίκης που περιλαμβάνουν το αποτέλεσμα της υπόθεσης και κάθε γεγονός που άπτεται του χειρισμού της από τους διαδίκους, όπως εξηγείται στη Θρασυβούλου ν. Arto Estates Ltd (1993) 1 Α.Α.Δ. 12.
Εφόσον το σφάλμα, το οποίο επικαλείται ο αιτητής, υπέρ του αιτήματός του, ανάγεται σε εσωγενή παράγοντα, το Δικαστήριο δεν επιτρέπει την έφεση. Στο στάδιο αυτό το Εφετείο δεν υπεισέρχεται στην άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου. Αυτό θα είναι το αντικείμενο της έφεσης εφόσον επιτραπεί η υποβολή της. Αποκλειστικό κριτήριο για την παροχή άδειας είναι η θεμελίωση μιας η περισσοτέρων των προϋποθέσεων που θέτει η Δ.25 θ.20."
Στη μνησθείσα υπόθεση Φιλίππου ο Σαββίδης, Δ., τονίζοντας την ευρύτητα της διακριτικής εξουσίας του δικαστηρίου ως προς τα έξοδα τόσο δυνάμει της Δ.59 θ.1 όσο και δυνάμει του άρθρου 43 του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960, υπέδειξε, με αναφορά και στην Αγγλική νομολογία, ότι ουσιαστικά μόνο όπου η διακριτική εξουσία δεν έχει ασκηθεί δικαστικά υπάρχει περιθώριο παραχώρησης άδειας για καταχώριση έφεσης, υιοθετώντας το ακόλουθο καθοδηγητικό απόσπασμα από την απόφαση του Viscount Cave, L.C., στην υπόθεση Donald Cαmpbell & Co Ltd v. Pollak [1927] A.C. 732, στις σελίδες 811-812:
"... when a judge, deliberately intending to exercise his discretionary powers, has acted on facts connected with or leading up to the litigation which have been proved before him or which he has himself observed during the progress of the case, then it seems to me that a Court of Appeal, although it may deem his reasons insufficient and may disagree with his conclusion, is prohibited by the statute from entertaining an appeal from it."
Στην προκειμένη περίπτωση δεν τίθεται βέβαια θέμα επίκλησης της πρώτης προϋπόθεσης της Δ.35 θ.20, ότι δηλαδή η διαταγή για τα έξοδα αντίκειται προς οποιοδήποτε νόμο ή κανονισμό, αλλά ούτε και της δεύτερης προϋπόθεσης, ότι δηλαδή βασίζεται σε παρανόηση των γεγονότων. Η Αίτηση επικεντρώνεται στην τρίτη προϋπόθεση, ότι ο Αιτητής διετάχθη να πληρώσει έξοδα τα οποία προκλήθησαν, χωρίς επαρκή λόγο, από άλλο διάδικο, κατ' ισχυρισμό τους Εναγόμενους. Αδυνατούμε όμως να διακριβώσουμε το συσχετισμό της θέσης αυτής προς οποιοδήποτε εξωγενή παράγοντα που, όπως προκύπτει από τη νομολογία, και μόνο δικαιολογεί την παραχώρηση άδειας. Οι παράγοντες στους οποίους αναφέρθηκε ο ευπαίδευτος συνήγορος για τον Αιτητή αφορούν μάλλον εσωγενείς της δίκης παράγοντες που δεν νομιμοποιούν τον Αιτητή να εξασφαλίσει άδεια. Ο ευπαίδευτος δικαστής, στα πλαίσια της ευρείας διακριτικής εξουσίας του και με αντίληψη των παραμέτρων της διαδικασίας και των ενώπιον του γεγονότων, στα οποία αναφέρθηκε για να οδηγηθεί στην κατάληξη να εγκρίνει την αίτηση για τροποποίηση, υιοθέτησε την άποψη ότι οι Εναγόμενοι και δικαίωμα και έρεισμα είχαν να προβάλουν την ένσταση τους, έστω και αν αυτή δεν έγινε τελικά δεκτή, τοσούτο μάλλον αφού δεν επρόκειτο για τέτοια περίπτωση που θα μπορούσε να είχε λεχθεί με βεβαιότητα εκ των προτέρων ότι η αίτηση θα επιτύγχανε. Με αυτό το υπόβαθρο, και με γνώμονα την τακτική να επιδικάζονται έξοδα που προκαλούνται από την τροποποίηση, αποφάσισε να επιδικάσει προς όφελος των Εναγομένων και τα έξοδα της ακρόασης. Και αν ακόμα μια άλλη δικαστική άποψη θα απέληγε σε διαφορετικό αποτέλεσμα, είτε μη επιδικάζοντας οποιαδήποτε έξοδα είτε άλλως πως, δεν είναι αντικειμενικά δυνατό να λεχθεί ότι η διακριτική εξουσία του δικαστηρίου δεν ασκήθηκε δικαστικά και ότι τα έξοδα που διετάχθη να πληρώσει ο Αιτητής προκλήθησαν, χωρίς επαρκή λόγο, από τους Εναγόμενους, ώστε να ικανοποιείτο η τρίτη προϋπόθεση της Δ.35 θ.20. Έτσι εχόντων των πραγμάτων, δεν είναι για το δικαστήριο αυτό, παραχωρώντας άδεια για καταχώριση έφεσης ως προς τα έξοδα, να υπεισέλθει στην άσκηση της ευρείας διακριτικής εξουσίας του πρωτόδικου δικαστηρίου στο θέμα.
Η Αίτηση αποτυγχάνει και απορρίπτεται.
Ο Αιτητής θα καταβάλει τα έξοδα των Εναγομένων.
Η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα.