ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1999) 1 ΑΑΔ 2015

30 Νοεμβρίου, 1999

[ΠΙΚΗΣ, Π., ΝΙΚΗΤΑΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]

ΑΝΔΡΕΑΣ ΕΡΓΑΤΙΔΗΣ,

Εφεσείων-Ενάγων,

v.

1.  G. GIORGALLETOS ENTERPRISES LTD.,

2.  ΘΕΟΔΟΣΗΣ ΘΕΟΔΟΣΙΟΥ,

3.  ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΠΡΟΤΕΣΤΟΥ ΒΡΥΩΝΙΔΗ,

Εφεσιβλήτων-Εναγομένων.

(Πολιτική Έφεση Aρ. 10120)

 

Πολιτική Δικονομία — Διάταγμα εκδοθέν κατόπιν μονομερούς αιτήσεως — Χάνει την ισχύ του μετά την εκπνοή του ορισθέντος χρόνου προς το σκοπό επίδοσής του στα επηρεαζόμενα μέρη — Άρθρο 9(3) του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 6.

Έφεση — Επίδοση έφεσης — Η έφεση επιδίδεται σε κάθε διάδικο (party) ο οποίος επηρεάζεται άμεσα από την έφεση — Δ.35, θ. 5 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας.

Ο εφεσείων-ενάγων εξασφάλισε την έκδοση απαγορευτικού διατάγματος ex parte κατά των εναγομένων 1 και 2. Οι εναγόμενοι 1 και 2 έφεραν ένσταση κατά της οριστικοποίησης του με αποτέλεσμα το διάταγμα να ακυρωθεί.  Ο ενάγων καταχώρησε έφεση στρεφόμενη κατά των εναγομένων 1 και 2.

Ο εφεσείων υπέβαλε υπόμνημα για τροποποίηση των λόγων έφεσης.  Στις 15.4.98 συγκεκριμένος δικηγόρος σημείωσε εμφάνιση για τους εφεσίβλητους 2 και 3.  Η δήλωση για την εκπροσώπηση της τρίτης εναγόμενης, οφειλόταν σε λάθος, γεγονός το οποίο τέθηκε υπόψη του Δικαστηρίου κατά την εμφάνιση των διαδίκων στις 27.11.98, ημέρα που ορίσθηκε για την ακρόαση της έφεσης.  Το Δικαστήριο άκουσε την έφεση μεταξύ του εφεσείοντος και των εφεσιβλήτων-εναγομένων 1 και 2 και απέρριψε αίτημα του εφεσείοντος για αναβολή ώστε να του παρασχεθεί η δυνατότητα επίδοσης στην εναγόμενη 3. Η ακρόαση της έφεσης ολοκληρώθηκε την ίδια ημέρα και η απόφαση επιφυλάχθηκε.

Λόγω της παραίτησης ενός εκ των μελών του Ανωτάτου Δικαστηρίου που άκουσε την έφεση, η υπόθεση ορίσθηκε εκ νέου για ακρόαση στις 23.3.99.  Κατά τη νέα ημερομηνία ακρόασης, ο εφεσείων υπέβαλε αίτηση για τροποποίηση της έφεσης ώστε αυτή να απευθύνεται και προς την εναγόμενη 3. Η ακρόαση της έφεσης αναστάληκε, ώστε να καταστεί δυνατή η εξέταση του αιτήματος προς συνένωση της τρίτης εναγομένης ως διαδίκου.

Ο εφεσίβλητος 2 και η εναγομένη 3 έφεραν ένσταση στο αίτημα.

Ο συνήγορος του εφεσείοντος υποστήριξε ότι το αίτημα για συνένωση της εναγομένης 3 πρέπει να γίνει αποδεκτό, αφού το απαγορευτικό διάταγμα που εκδόθηκε με τη μονομερή αίτηση του ενάγοντος, απευθυνόταν και στους τρεις εναγομένους.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Οι όποιες εσφαλμένες εντυπώσεις αποκομίστηκαν από το σφάλμα της 15.4.98, σχετίζονται αποκλειστικά με την καθυστέρηση στην υποβολή του αιτήματος προς τροποποίηση της έφεσης.  Δεν άπτονται του δικαιολογημένου της συνένωσης της εναγομένης 3 ως διαδίκου.

2.  Με την παράλειψη του εφεσείοντος να επιδώσει το διάταγμα στην εναγόμενη 3 και τον περιορισμό των επιδίκων θεμάτων του προσωρινού διατάγματος σε εκείνα που αφορούσαν τον εφεσείοντα και τους εφεσίβλητους 1 και 2, εγκαταλείφθηκε το αίτημα για την έκδοση του προσωρινού διατάγματος εναντίον της εναγόμενης 3.  Αποδοχή της παρούσας έφεσης και αποκατάσταση του διατάγματος, θα το καθιστούσε δραστικό μόνο εναντίον των εναγομένων 1 και 2.

3.  Με τη μη επίδοση του διατάγματος στην εναγόμενη 3 μέχρι την ημέρα κατά την οποία κατέστη επιστρεπτέο και την απουσία οποιασδήποτε διαταγής για παράταση χρόνου για την επίτευξη του σκοπού αυτού, το διάταγμα έπαυσε να ισχύει εναντίον της και δεν θα μπορούσε να παραταθεί πέραν της ημερομηνίας εκείνης.

Η αίτηση απορρίφθηκε με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Acropol Shipping Company Ltd a.o. v. Petros I. Rossis (1976) 1 C.L.R. 38,

Φεσσάς (1990) 1 Α.Α.Δ. 704,

Louis Vuitton v. Δέρμοσακ Λτδ κ.ά. (1992) 1 Α.Α.Δ. 1453,

The Timberland Co of U.S.A. v. Evans & Sons Limited κ.ά. (1998) 1 A.A.Δ. 1179.

Aίτηση.

Aίτηση ημερ. 30 Nοεμβρίου, 1999 με την οποία ο εφεσείων ζητά την τροποποίηση της ειδοποίησης έφεσης ώστε να επιτραπεί από το Aνώτατο Δικαστήριο η συνένωση της εναγόμενης 3 ως διαδίκου στη διαδικασία της έφεσης.

Χρ. Χατζηστερκώτης, για τον Aιτητή-εφεσείοντα.

Καμιά εμφάνιση, για τους Kαθ' ων η αίτηση 1 - εφεσιβλήτους 1.

Κ. Μαυραντώνης, για τον Καθ' ου η αίτηση 2 - εφεσίβλητο 2.

Δ. Παπαδόπουλος, για την Καθ' ης η αίτηση 3 - Εφεσίβλητη 3.

Cur. adv. vult.

ΔIKAΣTHPIO: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Γ.Μ. Πικής, Π.

ΠΙΚΗΣ, Π.:  Με γενικά οπισθογραφημένο κλητήριο ένταλμα, ο εφεσείων ενήγαγε τους:

1.  G. GIORGALLETOS  ENTERPRISES  LTD.,

2.  Θεοδόση Θεοδοσίου,

3.  Αναστασία Προτέστου Βρυωνίδη,

και αξίωσε τη χορήγηση σειράς θεραπειών, μεταξύ των οποίων την έκδοση διατάγματος, που να υποχρεώνει τους εναγόμενους να υπογράψουν ενοικιαστήριο έγγραφο, καθώς και απόφασης αναγνωριστικής του γεγονότος ότι είναι ο δικαιούχος της επιχείρησης με την ονομασία «ΑΕΡΟΔΡΟΜΙΟ πρώην ABSOLUT CLUB» και αποζημιώσεις. Ευθύς μετά την καταχώριση της αγωγής, ο εφεσείων υπέβαλε μονομερή αίτηση, προς έκδοση απαγορευτικού διατάγματος, παρεμποδίζοντος τους εναγόμενους από του να πωλήσουν την προαναφερθείσα επιχείρηση και από του να επεμβαίνουν με οποιοδήποτε τρόπο στη διεξαγωγή των εργασιών της από τον ίδιο.  Το αίτημα έγινε δεκτό, εκδόθηκαν διατάγματα ως η αίτηση και, συνοδευτικά, ορίστηκε ημέρα επαναφοράς (returnable) της αίτησης ενώπιον του Δικαστηρίου, μετά την επίδοσή της στους εναγόμενους.  Η αίτηση και το διάταγμα επιδόθηκαν στους εναγόμενους 1 και 2, όχι, όμως, στην εναγόμενη 3.  Κατά την ορισθείσα ημέρα, εμφανίστηκαν οι εναγόμενοι 1 και 2, οι οποίοι έφεραν ένσταση στο διάταγμα και την οριστικοποίησή του.  Τις ενστάσεις διατύπωσαν γραπτώς.  Το παραδεκτό του διατάγματος εξετάστηκε και η αναφυείσα αντιδικία μεταξύ του ενάγοντος, αφενός, και των εναγομένων 1 και 2, αφετέρου, αποτέλεσε το αντικείμενο δίκης, η οποία απέληξε στην ακύρωση του διατάγματος.

Στην απόφαση του Δικαστηρίου διαπιστώνεται, κατ' αρχήν, ότι τα εκδοθέντα διατάγματα στρέφονται εναντίον των εναγομένων 1 και 2, οι οποίοι πρόβαλαν ένσταση στη χορήγηση τους.  Οι λόγοι, για τους οποίους το διάταγμα παραμερίστηκε και η αίτηση του ενάγοντος, τελικά, απορρίφθηκε, παρέχονται στην απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου. 

Ο ενάγων καταχώρισε έφεση, στρεφόμενη κατά των αντιδίκων του στην πρωτόδικη διαδικασία, των εναγομένων 1 και 2 - (απευθύνεται προς τους δικηγόρους που τους εκπροσώπησαν κατά την πρωτόδικη διαδικασία).  Σύμφωνα με τη Δ.35, θ.5*, η έφεση επιδίδεται σε κάθε διάδικο (party), ο οποίος επηρεάζεται άμεσα από την έφεση. δεν είναι αναγκαίο όμως, όπως ρητά ορίζεται στον ίδιο Διαδικαστικό Κανονισμό, η έφεση να επιδοθεί σε κάθε διάδικο στην υπόθεση. 

Για να γίνει κατανοητό το αντικείμενο της παρούσας αίτησης, πρέπει να αναφερθούμε στην πορεία της έφεσης και να διαγράψουμε το πλαίσιο μέσα στο οποίο έχει εγερθεί. 

Ο εφεσείων υπέβαλε υπόμνημα για τροποποίηση των λόγων έφεσης.  Στις 15 Απριλίου, 1998, ο δικηγόρος, κ. Κ. Μαυραντώνης, εμφανίστηκε εκ μέρους του δικηγόρου κ. Α. Αναστασιάδη και σημείωσε εμφάνιση «για τους εφεσίβλητους 2 και 3».  Ο κ. Αναστασιάδης ήταν ο δικηγόρος του εφεσίβλητου 2 - Θεοδόση Θεοδοσίου - τόσο κατά την πρωτόδικη διαδικασία, όσο και κατ' έφεση.  Η δήλωση για την εκπροσώπηση της Αναστασίας Προτέστου, της τρίτης εναγόμενης, οφειλόταν σε λάθος, γεγονός το οποίο τέθηκε υπόψη του Δικαστηρίου κατά την εμφάνιση των διαδίκων ενώπιον του Δικαστηρίου στις 27 Νοεμβρίου, 1998. την ορισθείσα ημέρα για την ακρόαση της έφεσης. Το Δικαστήριο προχώρησε και άκουσε την έφεση μεταξύ του εφεσείοντος και των εφεσιβλήτων, εναγομένων 1 και 2, απορρίπτοντας αίτημα του εφεσείοντος για την αναβολή της ακρόασης, ώστε να του παρασχεθεί η δυνατότητα επίδοσης της έφεσης στην εναγόμενη 3.  Απορρίπτοντας το αίτημα για αναβολή, το Εφετείο επεσήμανε ότι το αντικείμενο της πρωτόδικης διαδικασίας, δηλαδή το παραδεκτό του διατάγματος, ουδέποτε επιδόθηκε στην τρίτη εναγόμενη.  Συνεπώς, επιτυχία του εφεσείοντος στην έφεση δε θα μπορούσε να την επηρεάσει με οποιοδήποτε τρόπο.  Η ακρόαση της έφεσης ολοκληρώθηκε την ίδια ημέρα και η απόφαση επιφυλάχθηκε. 

Λόγω της παραίτησης του Δικαστή Χρυσοστομή, ενός των μελών του Εφετείου που άκουσε την έφεση, κατέστη αναγκαία η επανακρόαση της έφεσης, γεγονός που οδήγησε στον εκ νέου ορισμό της για ακρόαση στις  23 Μαρτίου, 1999.  Κατά τη νέα ημερομηνία ακρόασης, ο εφεσείων υπέβαλε την αίτηση, η οποία αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας διαδικασίας. Με αυτή επιδιώκεται η τροποποίηση της έφεσης, ώστε αυτή να απευθύνεται και προς την εναγόμενη 3.  Η ακρόαση της έφεσης αναστάληκε, ώστε να καταστεί δυνατή η εξέταση του αιτήματος προς συνένωση της τρίτης εναγόμενης ως διαδίκου στην έφεση.  Μετά την επίδοση της αίτησης σ' αυτή, ακούσαμε την αίτηση στις 23 Νοεμβρίου, 1999.

Έρεισμα για την αποδοχή του αιτήματος αντλείται, όπως έχουμε αναφέρει, από το γεγονός ότι στις 15 Απριλίου, 1998, ο εφεσείων έμεινε με την εντύπωση ότι η εναγόμενη 3 εκπροσωπείται στην παρούσα διαδικασία, παρά το γεγονός ότι το διάταγμα ουδέποτε επιδόθηκε σ' αυτή.

Στο αίτημα υποβλήθηκε ένσταση από τον καθ' ου η αίτηση 2, Θεοδόση Θεοδοσίου, εφεσίβλητο 2, η οποία θεμελιώνεται σε ένορκη ομολογία του δικηγόρου του, του κ. Π. Αναστασιάδη.  Στη δήλωση του κ. Αναστασιάδη αναφέρεται ότι ουδέποτε εκπροσώπησε ή έλαβε οδηγίες να εκπροσωπήσει την εναγόμενη 3, επαναλαμβάνοντας ότι η εμφάνιση εκ μέρους της στις 15 Απριλίου, 1998, οφείλεται σε λάθος.  Επισημαίνει στην ένορκη δήλωσή του ότι η άρνηση του Εφετείου στις 27 Νοεμβρίου, 1998, να αναβάλει την υπόθεση για να επιδοθεί η έφεση και σ' αυτή και οι λόγοι, για τους οποίους το διάταγμα απορρίφθηκε, έπρεπε να είχαν θέσει τέρμα σε κάθε διεκδίκηση για τροποποίηση της έφεσης.

Ύστερα από την επίδοση της αίτησης στην εναγόμενη 3, αυτή  εμφανίστηκε κατά την ακρόαση της αίτησης.  Ο δικηγόρος της δήλωσε ότι η πελάτις του φέρει ένσταση στο αίτημα, για τους ίδιους λόγους που προβάλλονται στην ένσταση του εφεσίβλητου 2. 

Το πρώτο, που πρέπει να υπογραμμίσουμε, είναι ότι οι όποιες εσφαλμένες εντυπώσεις αποκομίστηκαν από το σφάλμα της 15ης Απριλίου, 1998, σχετίζονται αποκλειστικά με την καθυστέρηση στην υποβολή του αιτήματος προς τροποποίηση της έφεσης.  Δεν άπτονται του δικαιολογημένου της συνένωσης της εναγόμενης 3 ως διαδίκου.

Κατά την ακρόαση της αίτησης, ο κ. Χατζηστερκώτης υπέβαλε ότι το ίδιο το Δικαστήριο θα μπορούσε και, ίσως, θα έπρεπε να είχε διατάξει τη συνένωση της εναγόμενης 3 ως διαδίκου στην έφεση, επισημαίνοντας ότι το απαγορευτικό διάταγμα, που εκδόθηκε μετά τη μονομερή αίτηση του εφεσείοντος, απευθυνόταν και στους τρεις εναγόμενους. Παραγνωρίζει ο κ. Χατζηστερκώτης ότι το διάταγμα δεν επιδόθηκε και ότι η διαδικασία που ακολούθησε προς επικύρωσή του έγινε ερήμην της εναγόμενης 3.  Η αντιδικία, ως προς το δικαιολογημένο της έκδοσης του διατάγματος, εστιάστηκε και περιορίστηκε μεταξύ του ενάγοντος και των εναγομένων 1 και 2.  Η όποια βεβαίωση και παράταση του διατάγματος μέχρι την ημέρα της δίκης δε θα μπορούσε να ισχύσει εναντίον της εναγόμενης 3.  Με την παράλειψη του εφεσείοντος να επιδώσει το διάταγμα στην εναγόμενη 3 και τον περιορισμό των επιδίκων θεμάτων του προσωρινού διατάγματος σε εκείνα που αφορούσαν τον εφεσείοντα και τους εφεσίβλητους 1 και 2, εγκαταλείφθηκε το αίτημα για την έκδοση προσωρινού διατάγματος εναντίον της εναγόμενης 3.  Αποδοχή της παρούσας έφεσης και αποκατάσταση του διατάγματος, θα το καθιστούσε δραστικό μόνο εναντίον των εναγομένων 1 και 2. 

Το εδάφιο (3) του Άρθρου 9 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, ΚΕΦ. 6, προβλέπει:-

«(3)  Κανένα διάταγμα το οποίο εκδόθηκε χωρίς ειδοποίηση δεν θα παραμένει σε ισχύ για χρόνο μεγαλύτερο από τον αναγκαίο για επίδοση ειδοποίησης γι' αυτό σε όλους όσους επηρεάζονται από αυτό και για παροχή δυνατότητας σε αυτούς να εμφανιστούν ενώπιον του Δικαστηρίου και ενστούν σε αυτό. κάθε τέτοιο διάταγμα παύει να ισχύει, μετά τη λήξη της περιόδου αυτής, εκτός αν το Δικαστήριο, αφού ακούσει τους διαδίκους ή οποιοδήποτε από αυτούς, διατάξει διαφορετικά. και κάθε τέτοιο διάταγμα τυγχάνει μεταχείρισης κατά την αγωγή όπως το Δικαστήριο κρίνει δίκαιο.»

Με τη μη επίδοση του διατάγματος στην εναγόμενη 3 μέχρι την ημέρα κατά την οποία κατέστη επιστρεπτέο και την απουσία οποιασδήποτε διαταγής για την παράταση του χρόνου για την επίτευξη του σκοπού αυτού, το διάταγμα έπαυσε να ισχύει εναντίον της και δε θα μπορούσε να παραταθεί πέραν της ημερομηνίας εκείνης. 

Όπως διευκρινίζει η νομολογία, διάταγμα, το οποίο εκδίδεται κατόπιν μονομερούς αιτήσεως, χάνει την ισχύ του μετά την εκπνοή του ορισθέντος χρόνου προς το σκοπό επίδοσής του στα επηρεαζόμενα μέρη - βλ. Acropol Shipping Company Ltd. and Others v. Petros I. Rossis (1976) 1 C.L.R. 38.

Στη Φεσσάς (1990) 1 Α.Α.Δ. 704, ο Στυλιανίδης, Δ., επισημαίνει ότι διάταγμα, το οποίο εκδίδεται βάσει των προνοιών του εδαφίου (1) του Άρθρου 9 του ΚΕΦ. 6, «... παραμένει σε ισχύ για χρόνο όχι μακρύτερο από όσο είναι αναγκαίος για την επίδοση ειδοποίησής του στον επηρεαζόμενο και την παροχή της δυνατότητας σ' αυτόν να εμφανιστεί ενώπιον του Δικαστηρίου για να ενστεί.», (σελ. 717). 

Ανάλογη υπήρξε η θέση μας στη Vuitton v. Δέρμοσακ Λτδ και άλλης (1992) 1 Α.Α.Δ. 1453, όπως καταγράφεται στο ακόλουθο απόσπασμα:- (σελ. 1462)

«Άλλωστε, προσωρινό διάταγμα το οποίο εκδίδεται χωρίς προηγούμενη ειδοποίηση στον εναγόμενο, εκπνέει και χάνει την ισχύ του εκτός αν επικυρωθεί αφού ακουστεί και ο αντίδικος [άρθρο 9(3) του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου - ΚΕΦ. 6].  Η έκδοση προσωρινού διατάγματος εξ πάρτε, συνιστά εξαιρετικό μέτρο εφόσο παρέχεται κατά παρέκκλιση του κανόνα της φυσικής δικαιοσύνης που αποκλείει την παροχή θεραπείας χωρίς την παροχή ευκαιρίας στον αντίδικο να ακουστεί.  Η ισχύς διατάγματος, το οποίο εκδίδεται εξ πάρτε, δεν μπορεί να παρατείνεται για περισσότερο χρόνο απ' ότι είναι απόλυτα αναγκαίος για τη γνωστοποίηση του αιτήματος στον αντίδικο και την προετοιμασία της απάντησής του.»

(Βλ., επίσης, The Timberland Co of U.S.A. v. Evans & Sons Limited κ.ά. (1998) 1 A.A.Δ. 1179.)

Η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα.

H αίτηση απορρίπτεται με έξοδα.

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο