ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1999) 1 ΑΑΔ 1522
29 Σεπτεμβρίου, 1999
[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στές]
ΙΩΑΝΝΟΥ ΓΙΑΝΝΑΚΗΣ,
Eφεσείων-Εναγόμενος 2,
ν.
ΟΡΓΑΝΙΣΜΟY ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΕΩΣ
ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΥΠΡΟΥ ΛΤΔ.,
Εφεσιβλήτων-Εναγόντων.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 10139)
Κώλυμα (Estoppel) — Κώλυμα λόγω παραστάσεων — Συμβαλλόμενος εμποδίζεται να αρνηθεί την ύπαρξη μιας κατάστασης γεγονότων την οποία έχει προβάλει προηγουμένως και ο άλλος συμβαλλόμενος ενήργησε πάνω σε αυτή διαφοροποιώντας τη θέση του προς βλάβη — Συμπεριφορά εγγυητή οδήγησε χρηματοδοτικό οργανισμό να χρηματοδοτήσει με ενοικιαγορά συναλλαγή για αγορά επίπλων.
Κώλυμα (Estoppel) — Πότε εφαρμόζεται ο κανόνας και ποίες μορφές μπορεί να προσλάβει.
Πολιτική Δικονομία — Δικόγραφα — Θέματα τα οποία δεν συμπεριλαμβάνονται στα δικόγραφα μπορούν να εγερθούν κατά το ακροαματικό στάδιο της διαδικασίας, νοουμένου ότι τα γεγονότα όπως προκύπτουν από τη μαρτυρία δικαιολογούν την παροχή θεραπείας.
Πολιτική Δικονομία — Δικόγραφα — Το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν μπορεί να επεκταθεί στην επίλυση θεμάτων που δεν περιλαμβάνονται στα δικόγραφα.
Ο εφεσείων υπέγραψε ως εγγυητής συμβόλαιο ενοικιαγοράς επίπλων αξίας £7.620,12 τα οποία αγόρασε ο α΄ εναγόμενος από την κατασκευάστρια εταιρεία. Το εν λόγω συμβόλαιο υπεγράφη επίσης από την εφεσίβλητη και τον α΄ εναγόμενο. Μετά την υπογραφή του συμβολαίου η εφεσίβλητη εξέδωσε επιταγή που αντιπροσώπευε την αξία των επίπλων, προς όφελος της κατασκευάστριας εταιρείας. Επειδή υπήρξε καθυστέρηση στην καταβολή των δόσεων, η εφεσίβλητη καταχώρησε αγωγή με την οποία απαιτούσε την καταβολή του οφειλομένου ποσού μαζί με διάταγμα για παράδοση και πώληση των επίπλων προς ικανοποίηση του οφειλομένου υπολοίπου. Ο εφεσείων καταχώρησε υπεράσπιση και ανταπαίτηση ισχυριζόμενος ότι τα έπιπλα δεν είχαν παραδοθεί από την κατασκευάστρια εταιρεία στην εφεσίβλητη για να παραδοθούν στον ενοικιαστή α΄ εναγόμενο και ότι οι εφεσίβλητοι τον εξαπάτησαν να υπογράψει ως εγγυητής. Το Επαρχιακό Δικαστήριο απέρριψε τους ισχυρισμούς του εφεσείοντος και εξέδωσε απόφαση υπέρ της εφεσίβλητης και εναντίον του εφεσείοντα.
Ο εφεσείων εφεσίβαλε την πρωτόδικη απόφαση και υποστήριξε ότι:
1) Αποτελούσε όρο-προϋπόθεση (condition precedent) ότι τα έπιπλα θα έπρεπε να παραδοθούν από τoυς κατασκευαστές στην εφεσίβλητη και ακολούθως στον αγοραστή.
2) Δεν έγιναν παραστάσεις εκ μέρους του εφεσείοντα που θα μπορούσαν να θέσουν σε εφαρμογή τον Κανόνα του Κωλύματος λόγω παραστάσεων και εφόσον ένας τέτοιος ισχυρισμός δεν έχει συμπεριληφθεί στη σχετική δικογραφία η εφεσίβλητη δεν μπορεί να επικαλείται την εφαρμογή του.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Ο εφεσείων είναι ένας από τους συμβαλλομένους και δεν μπορεί να διαψεύδει τον ενοικιαστή ότι δεν υπήρξε παράδοση των επίπλων, την στιγμή που ο ίδιος ο ενοικιαστής παραδέχεται στη σχετική δήλωση Ενοικιαστή που περιέχεται στο έγγραφο ενοικιαγοράς ότι είχε ήδη παραλάβει τα έπιπλα.
Η πρόνοια του συμβολαίου ενοικιαγοράς ότι η παράδοση των εμπορευμάτων θα γίνει "από μέρους της εφεσίβλητης στον ενοικιαστή", δεν εξυπακούει ότι τα έπιπλα θα πρέπει να μεταφερθούν στα γραφεία της εφεσίβλητης για να παραδοθούν μετά στον ενοικιαστή.
2. Από τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου φαίνεται ότι με τη Δήλωση Εμπόρου που περιέχεται στο συμβόλαιο ενοικιαγοράς, η κατασκευάστρια εταιρεία είχε στην κατοχή της τα έπιπλα και ότι σαν αποκλειστική ιδιοκτήτρια είχε δικαίωμα να τα πωλήσει. Η σχετική δήλωση υπογράφηκε από τον εφεσείοντα. Με τη δήλωση Ενοικιαστή στο ίδιο έγγραφο ο ενοικιαστής αποδέχθηκε ότι είχε εξετάσει και είχε παραλάβει τα έπιπλα. Η πώληση και παράδοση των επίπλων επιβεβαιώνεται και από το τιμολόγιο και την απόδειξη είσπραξης της προκαταβολής που εξέδωσε η κατασκευάστρια εταιρεία. Από τα πιο πάνω φαίνεται ότι ο εφεσείων παρέστησε ότι τα έπιπλα υπήρχαν, ότι είχαν πωληθεί στον α΄ εναγόμενο, ότι ο τελευταίος είχε πληρώσει και τη σχετική προκαταβολή και ότι επεζητείτο η χρηματοδότηση της ενοικιαγοράς από την εφεσίβλητη. Η συμπεριφορά του εφεσείοντα οδήγησε την εφεσίβλητη να αποδεχθεί την εισήγηση για τη χρηματοδότηση με ενοικιαγορά της συναλλαγής, σε βαθμό που θα ήταν άδικο να επιτραπεί στον εφεσείοντα να ενεργήσει με τρόπο ασυμβίβαστο προς την ως άνω συμπεριφορά του. Το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι στην παρούσα περίπτωση εφαρμοζόταν ο κανόνας του Κωλύματος λόγω παραστάσεων ήταν απόλυτα ορθό.
Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Courtis a.o. v. Iasonides (1970) 1 C.L.R. 180,
Loucaides v. C.D. Hay and Sons Ltd (1971) 1 C.L.R. 134,
Παπαγεωργίου v. Λούης Κλάππας (Investments Services Ltd) (1991) 1 A.A.Δ. 24,
Βραχίμη v. Κουλουμπρή (1992) 1 Α.Α.Δ. 836,
Xατζηγιάννης v. Γενικού Εισαγγελέα (1970) 1 C.L.R. 32,
Soanes v. London and South Western Railway [1919] 120 L.T. 598,
Central London Property Trust Ltd v. High Trees House Ltd [1947] 1 K.B. 130,
Stylianou v. Papacleovoulou (1982) 1 C.L.R. 542.
Έφεση.
Έφεση από τον εναγόμενο 2 κατά της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας (Παναγή, A.E.Δ.) που δόθηκε στις 28 Nοεμβρίου, 1997 (Aγωγή Aρ. 2150/95) με την οποία επιδικάστηκε υπέρ των εφεσιβλήτων-εναγόντων και εναντίον του εφεσείοντα-εναγομένου 2 το ποσό των £7.620,12 ως εγγυητής του συμβολαίου ενοικιαγοράς.
Α. Κανναουρίδης, για τον Eφεσείοντα.
Χρ. Αργυρού, για τους Eφεσίβλητους.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Η απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από το Δικαστή Τ. Ηλιάδη.
ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.:
(α) Τα γεγονότα
Γύρω στις αρχές Σεπτεμβρίου του 1993 ο Στέλιος Δημητρίου (α΄εναγόμενος) παρουσιάστηκε στον Υποδιευθυντή υποκαταστήματος του Οργανισμού Χρηματοδότησης Τράπεζας Κύπρου και ζήτησε τη χρηματοδότηση αγοράς οικιακών επίπλων. Αφού του εξηγήθηκε η σχετική διαδικασία παρουσίασε μαζί με το Γιαννάκη Ιωάννου (β΄ εναγόμενο - εφεσείοντα) τιμολόγιο αγοράς των επίπλων από την εταιρεία Γαβριήλ Ιωάννου & Υιός Λτδ ύψους £6.000, με τη σχετική απόδειξη καταβολής προκαταβολής ύψους £1.549.50σ. Ακολούθως ετοιμάστηκε το σχετικό συμβόλαιο από την εφεσίβλητη, το οποίο υπέγραψε ο Υποδιευθυντής του υποκαταστήματος, ο α΄ εναγόμενος ως ενοικιαστής και ο εφεσείων ως εγγυητής. Εδώ θα πρέπει να αναφερθεί ότι ο εφεσείων ήταν υπάλληλος και ταυτόχρονα μέτοχος της εταιρείας Γαβριήλ Ιωάννου & Υιός Λτδ. Το συνολικό ποσό της ενοικιαγοράς ανερχόταν στις £7.620,12σ. που θα έπρεπε να αποπληρωθεί με μηνιαίες δόσεις ύψους £211.67σ. από τις 13/11/93. Μετά την υπογραφή του πιο πάνω συμβολαίου η εφεσίβλητη εξέδωσε επιταγή για £6.000, που αντιπροσώπευε την αξία των επίπλων, προς όφελος της κατασκευάστριας εταιρείας. Επειδή υπήρξε καθυστέρηση καταβολής 18 μηνιαίων δόσεων, η εφεσίβλητη καταχώρησε την υπ' αριθμό 2150/95 αγωγή με την οποία απαιτούσε την καταβολή του οφειλόμενου ποσού μαζί με διάταγμα για παράδοση και πώληση των επίπλων προς ικανοποίηση του οφειλόμενου υπολοίπου. Ο εφεσείων καταχώρησε Υπεράσπιση και Ανταπαίτηση ισχυριζόμενος ότι τα έπιπλα δεν είχαν παραδοθεί από την κατασκευάστρια εταιρεία στην εφεσίβλητη για να παραδοθούν στον ενοικιαστή και ότι οι εφεσίβλητοι τον εξαπάτησαν να υπογράψει ως εγγυητής. Το Επαρχιακό Δικαστήριο αφού απέρριψε τους ισχυρισμούς του εφεσείοντος εξέδωσε απόφαση υπέρ της εφεσίβλητης και εναντίον του εφεσείοντος, σύμφωνα με την απαίτηση.
Η έφεση
Ο εφεσείων προσβάλλει την εγκυρότητα της πρωτόδικης απόφασης με διάφορους ισχυρισμούς που εκφεύγουν από τα πλαίσια που καθορίζει η Εκθεση Υπεράσπισης και η Ανταπαίτηση του. Η Εκθεση Υπεράσπισης και η Ανταπαίτηση περιορίζεται σε δύο συγκεκριμένους ισχυρισμούς. Πρώτο, ότι τα έπιπλα έπρεπε να είχαν παραδοθεί στην εφεσίβλητη από την κατασκευάστρια εταιρεία που ακολούθως τα παρέδιδε στον α΄ εναγόμενο και δεύτερο, ότι ο εφεσείων εξαπατήθηκε από την εφεσίβλητη για να υπογράψει ως εγγυητής.
Έχει νομολογιακά καθιερωθεί ότι τα επίδικα θέματα περιορίζονται σε εκείνα που προσδιορίζονται από τη δικογραφία και τούτο για να διασφαλίζεται το δικαίωμα ενός διαδίκου να απαντά στους ισχυρισμούς και στις θέσεις που προβάλλει ο αντίδικος του. (Ιδε Courtis and Others v. Iasonides (1970) 1 C.L.R. 180, Loucaides v. C.D. Hay and Sons Ltd (1971) 1 C.L.R. 134, Παπαγεωργίου ν. Λούης Κλάππας (Investments Services Ltd) (1991) 1 Α.Α.Δ. 24 και Βραχίμη ν. Κουλουμπρή (1992) 1 Α.Α.Δ. 836). Έχοντας υπόψη τα πιο πάνω δεν θεωρούμε σκόπιμο να ασχοληθούμε με εκείνους τους λόγους έφεσης που δεν είχαν συμπεριληφθεί στη σχετική δικογραφία. Αντίθετα θα περιοριστούμε σε εκείνους τους λόγους που καλύπτονται από το περιεχόμενο των δικογράφων.
(i) Παράδοση επίπλων από την κατασκευάστρια εταιρεία στην εφεσίβλητη και ακολούθως στον πρωτοφειλέτη
Η εισήγηση του εφεσείοντος ότι αποτελούσε όρο - προϋπόθεση (condition precedent) ότι τα έπιπλα θα έπρεπε να παραδοθούν από τους κατασκευαστές στην εφεσίβλητη και ακολούθως στον αγοραστή δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή. Είναι ορθό ότι η κατασκευάστρια εταιρεία στη Δήλωση Εμπόρου που περιέχεται στο Συμβόλαιο Ενοικιαγοράς (Τ1) αναφέρει ότι η παράδοση των εμπορευμάτων θα γίνει "από μέρους της εφεσίβλητης στον ενοικιαστή". Ομως η πιο πάνω πρόνοια δεν εξυπακούει ότι τα έπιπλα θα πρέπει να μεταφερθούν στα γραφεία της εφεσίβλητης για να παραδοθούν μετά στον ενοικιαστή. Η σχετική φρασεολογία που περιέχεται στη Δήλωση Εμπόρου δεν επιδέχεται μια τέτοια ερμηνεία. Ανεξάρτητα από το πιο πάνω θα πρέπει να αναφερθεί ότι ο ενοικιαστής στη σχετική Δήλωση Ενοικιαστή που περιέχεται στο έγγραφο ενοικιαγοράς (Τ1), δέχεται ότι έχει παραλάβει ήδη τα εμπορεύματα και μάλιστα μετά από εξέταση έχει ικανοποιηθεί ότι βρίσκονται σε καλή κατάσταση. Ακολουθεί στο ίδιο έγγραφο η ενυπόγραφη εγγύηση του εφεσείοντος ο οποίος εγγυάται την τήρηση των όρων του συμβολαίου από τον ενοικιαστή. Ο εφεσείων είναι ένας από τους συμβαλλομένους και δεν μπορεί να διαψεύδει τον ενοικιαστή ότι δεν υπήρξε παράδοση των επίπλων, τη στιγμή που ο ίδιος ο ενοικιαστής παραδέχεται ότι είχε ήδη παραλάβει τα έπιπλα.
(ii) Κώλυμα λόγω παραστάσεως
Είναι η θέση του εφεσείοντος ότι ο εφεσείων δεν προέβηκε σε οποιεσδήποτε παραστάσεις που θα μπορούσαν να θέσουν σε εφαρμογή τον Κανόνα του Κωλύματος λόγω παραστάσεων και εφόσον ένας τέτοιος ισχυρισμός δεν έχει συμπεριληφθεί στη σχετική δικογραφία η εφεσίβλητη δεν μπορεί να επικαλείται την εφαρμογή του.
Σύμφωνα με τον Nokes το Κώλυμα (Estoppel) είναι ένας κανόνας με τον οποίο ένας διάδικος εμποδίζεται από του να εγείρει ή να αρνηθεί ένα γεγονός (Nokes "Introduction to Evidence", 3rd Ed., page 208), ενώ σύμφωνα με τον Phipson είναι ένας κανόνας που εμποδίζει ένα διάδικο από του να αρνηθεί την ύπαρξη μιας κατάστασης γεγονότων που έχει προβάλει προηγουμένως. (Phipson on Evidence, 12th Ed., page 912).
Το Κώλυμα μπορεί να είναι
(1) Κώλυμα λόγω δεδικασμένου (Estoppel by record),
(2) Κώλυμα λόγω καταχωρίσεων σε έγγραφα (Estoppel by deed) και
(3) Κώλυμα λόγω συμπεριφοράς (Estoppel by conduct or Estoppel in pais).
Σύμφωνα με τον κανόνα του Κωλύματος λόγω συμπεριφοράς,
"Οταν ένας συμβαλλόμενος σε μια συναλλαγή με τα λόγια του ή τη συμπεριφορά του προβαίνει σε μια υπόσχεση ή διαβεβαίωση προς τον άλλο συμβαλλόμενο, που αποσκοπεί να επηρεάσει τις νομικές σχέσεις μεταξύ τους και ο άλλος συμβαλλόμενος ενεργεί πάνω σε αυτή, διαφοροποιώντας τη θέση του προς βλάβη, δεν θα επιτραπεί στο συμβαλλόμενο που προέβηκε στην υπόσχεση ή έδωσε τη διαβεβαίωση να ενεργήσει με τρόπο ασυμβίβαστο προς αυτή". (Χ" Γιάννης ν. Γενικού Εισαγγελέα (1970) 1 C.L.R. 32)
Το Κώλυμα λόγω συμπεριφοράς μπορεί να πάρει τη μορφή του
(i) Κωλύματος λόγω παραστάσεων (Soanes v. London and South Western Railway [1919] 120 L.T. 598).
(ii) Κωλύματος λόγω υποσχέσεων (Central London Property Trust Ltd. v. High Trees House Ltd. [1947] 1 K.B. 130) και
(iii) Περιουσιακού Κωλύματος.
Η μη συμπερίληψη του Κανόνα του Κωλύματος στη σχετική δικογραφία δεν αποστερεί από την εφεσίβλητη το δικαίωμα να εγείρει το θέμα κατά το ακροαματικό στάδιο της διαδικασίας, νοουμένου ότι τα γεγονότα όπως προκύπτουν από τη μαρτυρία δικαιολογούν την παροχή θεραπείας. Οπως έχει λεχθεί στην υπόθεση Stylianou v. Papacleovoulou (1982) 1 C.L.R. 542 (552),
"The difficulty is that respondents' case was not cast in that frame nor did the trial Court endeavour to evaluate the facts from the angle of equitable estoppel. That does not, however, appear to be an insurmountable obstacle provided the pleaded facts and the findings of the Court justify the appreciation of the case in that perspective. In Drane v. Evangelou [1978] 2 All E.R. 437, it was held that the trial Court could raise the issue of trespass notwithstanding the fact that it had not been pleaded so long as the pleaded facts justified a claim for trespass. In another case, Lord Denning pointed out that so long as the material facts giving rise to a claim are pleaded, a party may obtain any remedy warranted thereby, the rule being that he is not precluded from departing from his pleading with regard to the remedies warranted, as a legal consequence of pleaded facts. (See Re Vandervell's Trusts (No.2) [1974] 3 All E.R. 205 (C.A.)). This being the law, we directed our minds to deciding whether the facts of the case, as found by the trial Court, warrant the application of proprietary estoppel."
Από τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου φαίνεται ότι με τη Δήλωση Εμπόρου που περιέχεται στο συμβόλαιο ενοικιαγοράς, η κατασκευάστρια εταιρεία είχε στην κατοχή της τα έπιπλα και ότι σαν αποκλειστική ιδιοκτήτρια είχε το δικαίωμα να τα πωλήσει. Η σχετική δήλωση υπογράφτηκε από τον εφεσείοντα. Με τη Δήλωση Ενοικιαστή στο ίδιο έγγραφο, ο ενοικιαστής αποδέχθηκε ότι είχε εξετάσει και είχε παραλάβει τα έπιπλα. Η πώληση και παράδοση των επίπλων επιβεβαιώνεται και από το τιμολόγιο και την απόδειξη είσπραξης της προκαταβολής που εξέδωσε η κατασκευάστρια εταιρεία. Από τα πιο πάνω φαίνεται ότι ο εφεσείων παρέστησε ότι τα έπιπλα υπήρχαν, ότι είχαν πωληθεί στον α΄ εναγόμενο, ότι ο τελευταίος είχε πληρώσει και τη σχετική προκαταβολή και επεζητείτο η χρηματοδότηση της ενοικιαγοράς από την εφεσίβλητη εταιρεία. Η συμπεριφορά του εφεσείοντος οδήγησε την εφεσίβλητη να αποδεχθεί την εισήγηση για τη χρηματοδότηση με ενοικιαγορά της συναλλαγής, σε βαθμό που θα ήταν άδικο να επιτραπεί στον εφεσείοντα να ενεργήσει με τρόπο ασυμβίβαστο προς την ως άνω συμπεριφορά του. Το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου για την εφαρμογή του κανόνα του Κωλύματος λόγω παραστάσεων ήταν απόλυτα ορθό.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
H έφεση απορρίπτεται με έξοδα.