ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1998) 1 ΑΑΔ 579
27 Μαρτίου, 1998
[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στές]
ΔΟΜΝΑ ΝΙΚΟΛΑ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ,
Εφεσείουσα,
v.
ΑΘΗΝΑΪΔΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ,
Εφεσίβλητης.
(Πoλιτική Έφεση Αρ. 9199)
Διάδικοι — Αγωγή για αναγνώριση ιδιοκτησίας δυνάμει εχθρικής κατοχής — Όλα τα πρόσωπα εναντίον των οποίων ασκήθηκε η ισχυριζόμενη εχθρική κατοχή πρέπει να συνενωθούν στην αγωγή ως διάδικοι.
Ακίνητη ιδιοκτησία — Εχθρική κατοχή — Συμπλήρωση περιόδου παραγραφής — Πότε μεταγενέστερη εγγραφή υπερισχύει του δικαιώματος από την παραγραφή — Βάρος αποδείξεως — Όλα τα πρόσωπα εναντίον των οποίων ασκήθηκε η ισχυριζόμενη εχθρική κατοχή πρέπει να συνενωθούν στην αγωγή ως διάδικοι.
Δικαιοδοσία Εφετείου — Λόγοι έφεσης — Λόγος έφεσης μη θιγείς άμεσα με την ειδοποίηση έφεσης — Εφετείο μπορεί να επιληφθεί και να αποφασίσει δυνάμει της Δ.35, θ.8 των θεσμών της Πολιτικής Δικονομίας.
Με αγωγή της εναντίον της εφεσίβλητης - εναγομένης 1 - και της εναγομένης 2, η εφεσείουσα αξίωσε την εγγραφή επ' ονόματί της, τεμαχίου έκτασης 9 στρεμμάτων και 2 προσταθίων με εικοσιοκτώ χαρουπιές και μια ελιά, στο χωριό Σούνι-Ζανατζιά. Στην πορεία της αγωγής η εναγόμενη 2 απεβίωσε και η απαίτηση εναντίον της αποσύρθηκε. Το επίδικο κτήμα είχε αρχικά εγγραφεί το 1969 επ' ονόματι της πρώην εναγομένης 2 η οποία το πώλησε το 1990 στην εφεσίβλητη, στο όνομα της οποίας μεταβιβάστηκε. Η εφεσείουσα ισχυρίστηκε ότι το κτήμα της ανήκε δυνάμει δωρεάς και/ή προίκας που της έδωσε ο θετός της πατέρας κατά το 1935 και/ή δυνάμει από μέρους της εχθρικής κατοχής. Ισχυρίστηκε επίσης ότι η εφεσίβλητη δεν απέκτησε επί του κτήματος δικαίωμα που να υπερίσχυε. Το πρωτόδικο Δικαστήριο εξέφρασε ενδοιασμό ως προς το κατά πόσο το θέμα εχθρικής κατοχής θα μπορούσε να εξεταστεί στην απουσία της πρώην εναγομένης 2 και μετά τον θάνατό της, των αντιπροσώπων της. Αναφορικά με την ουσία της υπόθεσης το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι η εφεσείουσα δεν απέδειξε δικαίωμα στο κτήμα δυνάμει είτε εχθρικής κατοχής είτε άλλως πως και ότι εν όψει των συνθηκών πρόσκτησης του κτήματος από την εφεσίβλητη θα υπερίσχυε εν πάση περιπτώσει η επ' ονόματι της εγγραφή του κτήματος. Απέρριψε ως εκ τούτου την αγωγή. Οι καταλήξεις του Δικαστηρίου και στους δύο τομείς αμφισβητήθηκαν κατ' έφεση.
Το Εφετείο εξέτασε ως πρώτο θέμα το κατά πόσο η αγωγή θα μπορούσε να είχε προωθηθεί εν όψει της απουσίας, ως διαδίκου, του διαχειριστή της περιουσίας της πρώην εναγομένης 2.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Ο ισχυρισμός ότι η πρώην εγγεγραμμένη ιδιοκτήτρια, ως πωλήτρια, δεν είχε συμφέρον στην αγωγή, δεν ευσταθεί, δεδομένου ότι τυχόν παραμερισμός της υφιστάμενης εγγραφής θα αντανακλούσε άμεσα και σε κείνη. Το ότι το εν λόγω πρόσωπο μεταβίβασε το κτήμα δε μετέβαλλε εν προκειμένω την κατάσταση, διότι το αντικείμενο συνέχιζε να είναι το προ της μεταβίβασης καθεστώς κυριότητας. Η εξέταση θέματος ισχυριζόμενης εχθρικής κατοχής, δωρεάς ή προίκας δεν είναι δυνατή, όταν δεν ήταν διάδικος το πρόσωπο εναντίον του οποίου στρεφόταν η ουσία της αξίωσης, εδώ η πρώην εγεγραμμένη ιδιοκτήτρια.
2. Η εξέταση των λόγων ουσίας της έφεσης δεν έχει νόημα εν όψει της πιο πάνω διαπίστωσης. Η Δ.35, θ.8, παρέχει στο Εφετείο ευρεία εξουσία να εκδίδει οποιαδήποτε διαταγή που θα έπρεπε να είχε εκδοθεί ή που η υπόθεση απαιτεί και αυτό ανεξάρτητα από τους λόγους έφεσης και προς όφελος ποίου επενεργεί.
Η έφεση απορρίπτεται χωρίς έξοδα.
Aναφερόμενες υποθέσεις:
Βασιλείου κ.ά. v. Μενελάου κ.ά. (1990) 1 Α.Α.Δ. 1125,
Τιτσινίδης v. Ρεσιάτ (1993) 1 Α.Α.Δ. 429,
Χατζηδαυίδ v. Χατζηδαυίδ κ.ά. (1992) 1 Α.Α.Δ. 1176,
Hadjipetrou v. Petsolouka (1985) 1 C.L.R. 83,
Κληρίδη κ.ά. v. Κρέντου (1996) 1(Α) Α.Α.Δ. 432.
Έφεση.
Έφεση από την ενάγουσα κατά της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού (Φωτίου, A.E.Δ.) που δόθηκε στις 27 Μαΐου, 1994 (Aρ. Aγωγής 2267/84) με την οποία απορρίφθηκε η αγωγή της για διεκδίκηση της κυριότητας κτήματος το οποίο, κατά τον ισχυρισμό της, της ανήκε δυνάμει δωρεάς και/ή προίκας και/ή δυνάμει από μέρους της εχθρικής κατοχής.
Αιμ. Θεοδούλου, για την Εφεσείουσα.
Λ. Κληρίδης, για την Εφεσίβλητη.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Νικολάου, Δ.
ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Η εφεσείουσα κίνησε αγωγή εναντίον δύο προσώπων, ήτοι, της εφεσίβλητης - εναγομένης 1 - και μιας άλλης ως εναγομένης 2, διεκδικώντας την κυριότητα κτήματος και αξιώνοντας την επ' ονόματι της εγγραφή του. Επρόκειτο για το τεμάχιο 37Β του Φ/Σ 53/20 του χωριού Σούνι-Ζανατζιά, έκτασης 9 στρεμμάτων και 2 προσταθιών με εικοσιοκτώ χαρουπιές και μια ελιά.
Στην πορεία της αγωγής η εναγόμενη 2 απεβίωσε και εν συνεχεία η απαίτηση εναντίον της αποσύρθηκε. Το κτήμα είχε κατά πρώτο εγγραφεί επ' ονόματι της πρώην εναγομένης 2. Αυτό έγινε το 1969. Αργότερα, ήτοι, το 1990 εκείνη το πώλησε στην εφεσίβλητη στο όνομα της οποίας και μεταβιβάστηκε. Η εφεσείουσα ισχυριζόταν ότι το κτήμα της ανήκε δυνάμει δωρεάς και/ή προίκας δοθείσας από τον θετό της πατέρα κατά το 1935 και/ή δυνάμει από μέρους της εχθρικής κατοχής. Η προσπάθεια της για εμπέδωση αυτών των θέσεων συνοδευόταν και από τη θέση ότι η εφεσίβλητη δεν απέκτησε επί του κτήματος δικαίωμα που να υπερίσχυε. Υπενθυμίζουμε αναφορικά με αυτή τη δεύτερη πτυχή ότι, όπως λέχθηκε στη Βασιλείου κ.ά. ν. Μενελάου κ.ά. (1990) 1 Α.Α.Δ. 1125 με αναφορά σε προηγούμενη νομολογία (στη σελ. 1135):
"Έναντι δικαιωμάτων παραγραφής που έχουν ήδη ωριμάσει υπερισχύει η μεταγενέστερη εγγραφή μόνο στις περιπτώσεις που γίνεται στο όνομα προσώπου το οποίο ισχυρίζεται και ακολούθως αποδεικνύει ότι (α) είναι καλή τη πίστει αγοραστής, (β) έναντι ανταλλάγματος αξίας και (γ) χωρίς ειδοποίηση είτε πραγματική είτε συμπερασματική είτε αποδιδόμενη αναφορικά με την ύπαρξη των δικαιωμάτων παραγραφής τρίτων. Σχετική επί του προκειμένου είναι η υπόθεση Χατζηειρήνη Νικόλα ν. Χαράλαμπου Χριστοφή και άλλου (1965) 1 Α.Α.Δ. 324, στην οποία τονίστηκε ότι τα τρία πιο πάνω στοιχεία αποτελούν θέματα πραγματικά και το βάρος της απόδειξής τους βρίσκεται πάντοτε στους ώμους του αγοραστή."
Όπως φαίνεται στην εκκαλούμενη απόφαση, το πρωτόδικο δικαστήριο στο τέλος προβληματίστηκε αναφορικά με το κατά πόσο το θέμα εχθρικής κατοχής θα μπορούσε να εξεταστεί στην απουσία, ως διαδίκου, του προσώπου εναντίον του οποίου στρεφόταν η απαίτηση, ήτοι, της πρώην εναγομένης 2 και, κατόπιν του θανάτου της, των αντιπροσώπων της. Παρατήρησε ανάμεσα σε άλλα ότι η μη συνένωση της "είχε ως αποτέλεσμα οι ισχυρισμοί περί εχθρικής κατοχής να μείνουν βασικά αναπάντητοι". Ωστόσο, παρά τους ενδοιασμούς του, το δικαστήριο προχώρησε σε αξιολόγησή της επί του θέματος μαρτυρίας. Κατέληξε ότι η εφεσείουσα δεν είχε αποδείξει δικαίωμα στο κτήμα δυνάμει είτε εχθρικής κατοχής είτε άλλως πως. Αυτή η κατάληξη έθετε βέβαια τέρμα στην αξίωση της εφεσείουσας. Όμως το δικαστήριο εξέτασε εν συνεχεία και τις περιστάσεις πρόσκτησης του κτήματος από την εφεσίβλητη ώστε να υπάρχει διατυπωμένο σχετικό εύρημα σε περίπτωση που θα επικρατούσε κατ' έφεση διαφορετική άποψη ως προς το βασικό θέμα. Κατέληξε ότι η εφεσίβλητη ήταν στο κάθε τι άμεμπτη και γι' αυτό θα υπερίσχυε εν πάση περιπτώσει η επ' ονόματί της εγγραφή του κτήματος. Απέρριψε ως εκ τούτου την αγωγή.
Με την έφεση αμφισβητούνται οι καταλήξεις του δικαστηρίου και στους δύο τομείς. Πριν όμως από τη συζήτηση της ουσίας, θέσαμε προς εξέταση το κατά πόσο η αγωγή θα μπορούσε να είχε προωθηθεί ενόψει της εν τέλει απουσίας ως διαδίκου του διαχειριστή της περιουσίας της πρώην εναγομένης 2.
Ο συνήγορος της εφεσείουσας εισηγήθηκε ότι το ισχυριζόμενο δικαίωμα περί εχθρικής κατοχής μπορούσε να προωθηθεί μόνο εναντίον της εφεσίβλητης ως του προσώπου που τώρα εμφανίζεται να έχει αποκλειστικό συμφέρον στο κτήμα και πρόσθεσε προς επίρρωση την άποψη ότι δεν θα μπορούσε να είχε ζητηθεί εναντίον της πρώην εγγεγραμμένης ως ιδιοκτήτριας οποιαδήποτε θεραπεία εφόσον εκείνη δεν διατηρούσε πλέον σχέση με το κτήμα. Ο συνήγορος εξήγησε συναφώς ότι η αναφορά στην πρώην εναγόμενη 2 χρησιμότητα είχε μόνο για να τεθεί στο δικαστήριο το ιστορικό της υπόθεσης. Επί πλέον, τόνισε ότι εγειρόταν πέρα από το θέμα εχθρικής κατοχής και θέμα δωρεάς ή προίκας. Σημειώνουμε όμως σχετικά με αυτό ότι και το θέμα δωρεάς ή προίκας αφορούσε άμεσα την πρώην ιδιοκτήτρια το ίδιο όπως και το θέμα εχθρικής κατοχής.
Ο συνήγορος της εφεσίβλητης υποστήριξε ενώπιόν μας ότι η αγωγή δεν μπορούσε να προχωρήσει ενόψει της απουσίας αναγκαίου διαδίκου και κάλεσε το Εφετείο να ενεργήσει στη βάση της Δ.35, θ.8 για να δώσει τέλος στην υπόθεση, παρόλον που το ζήτημα δεν τέθηκε με λόγο έφεσης. Και οι δύο συνήγοροι αναφέρθηκαν σε νομολογία αναφορικά με το ποιοι θεωρούνται αναγκαίοι διάδικοι σε τέτοιες περιπτώσεις.
Αδυνατούμε να αντιληφθούμε το πώς θα ήταν δυνατό να εξεταστεί θέμα ισχυριζόμενης εχθρικής κατοχής, δωρεάς ή προίκας όταν δεν ήταν διάδικος το πρόσωπο εναντίον του οποίου στρεφόταν η ουσία της αξίωσης, εδώ η πρώην εγγεγραμμένη ιδιοκτήτρια. Το ότι το εν λόγω πρόσωπο είχε μεταβιβάσει το κτήμα δεν μετέβαλλε εν προκειμένω την κατάσταση διότι το αντικείμενο συνέχιζε να είναι το προ της μεταβίβασης καθεστώς κυριότητας. Η εφεσίβλητη, εναντίον της οποίας προωθήθηκε η αγωγή, ήταν ξένη προς εκείνη τη διαφορά στις όποιες εκφάνσεις. Ούτε και συμμεριζόμαστε την άποψη ότι η πρώην εγγεγραμμένη ιδιοκτήτρια, ως πωλήτρια, δεν είχε συμφέρον στην αγωγή δεδομένου ότι τυχόν παραμερισμός της υφιστάμενης εγγραφής θα αντανακλούσε άμεσα και σε εκείνη. Η αναγκαιότητα συνένωσης "όλων των προσώπων κατά των οποίων ασκήθηκε εχθρική κατοχή" υπογραμμίστηκε ιδιαίτερα στην Τιτσινίδης v. Ρεσιάτ (1993) 1 Α.Α.Δ. 429 (στις σελ. 434-5) στην οποία εξηγήθηκαν η Χ"Δαυίδ ν. Χ"Δαυίδ και Άλλης (1992) 1 Α.Α.Δ. 1176 και HadjiPetrou v. Petsoloukas (1985) 1 C.L.R. 83.
Η διαπίστωση στην οποία έχουμε προβεί καθιστά χωρίς νόημα την εξέταση των λόγων ουσίας της έφεσης γιατί δεν θα μπορούσε να οδηγήσει σε θετικό για την εφεσείουσα αποτέλεσμα. Η Δ.35, θ.8 παρέχει στο Εφετείο ευρεία εξουσία να εκδίδει οποιαδήποτε διαταγή που θα έπρεπε να είχε εκδοθεί ή που η υπόθεση απαιτεί και αυτό ανεξάρτητα από τους λόγους έφεσης και προς όφελος ποίου επενεργεί: βλ. την Χρ. Κληρίδη κ.ά. v. Κ. Λ. Κρέντου (1996) 1(Α) Α.Α.Δ. 432.
Η έφεση απορρίπτεται. Καμιά διαταγή για έξοδα.
H έφεση απορρίπτεται χωρίς έξοδα.