ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1998) 1 ΑΑΔ 354
23 Φεβρουαρίου, 1998
[ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ/στής]
VECTOR ONEGA A.G.,
Ενάγοντες,
v.
1. ΤΟY ΠΛΟΙΟΥ M/V GIRVAS,
2. WHITE SEA & ONEGA SHIPPING COMPANY (ΑΡ. 1),
Εναγομένων.
(Αγωγή Ναυτοδικείου Αρ. 121/97)
Ναυτοδικείο — Αγωγή in rem κατά του εναγόμενου πλοίου — Έκδοση διατάγματος σύλληψης μετά από μονομερή αίτηση — Υποχρέωση αιτητή για πλήρη αποκάλυψη όλων των ουσιωδών στοιχείων της υπόθεσης — Απλή συμμόρφωση προς τις πρόνοιες των Κανονισμών 50, 51 και 52 του Περί Ανωτάτου Δικαστηρίου (Δικαιοδοσία Ναυτοδικείου) Διαδικαστικού Κανονισμού, δεν απαλλάττει τον αιτητή από την υποχρέωση για πλήρη αποκάλυψη όλων των ουσιωδών γεγονότων.
Οι καθ' ων η αίτηση-ενάγοντες κίνησαν αγωγή αξιώνοντας μεταξύ άλλων δικαίωμα ιδιοκτησίας του εναγόμενου πλοίου κατά 49%, διάταγμα για πώληση του εναγόμενου πλοίου και/ή του πιο πάνω μεριδίου διά δημόσιου πλειστηριασμού και αποζημιώσεις και έξοδα τα οποία υπέστησαν για λογαριασμό του εν λόγω πλοίου. Στις 2.9.97 καταχώρησαν μονομερή αίτηση και εξασφάλισαν διάταγμα σύλληψης του πλοίου, το οποίο έγινε απόλυτο σε μεταγενέστερη ημερομηνία. Οι εναγόμενοι δεν εμφανίστηκαν να το αμφισβητήσουν.
Με την παρούσα αίτησή τους οι εναγόμενοι-αιτητές ζητούν διάταγμα του Δικαστηρίου που να ακυρώνει το ένταλμα σύλληψης του πλοίου που εκδόθηκε στις 2.9.97, ισχυριζόμενοι ότι:
(α) δεν αποκαλύφθηκαν στην ένορκη δήλωση ουσιώδη στοιχεία και/ή ότι δεν έγινε ειλικρινής αποκάλυψη άλλων στοιχείων και
(β) δεν προκύπτει οποιαδήποτε ευθύνη εκ μέρους τους από τα γεγονότα που δόθηκαν στο Δικαστήριο.
Οι καθ' ων η αίτηση αρνήθηκαν τους ισχυρισμούς των αιτητών και ισχυρίστηκαν ότι εν πάση περιπτώσει η ένορκη δήλωση, που συνόδευε την αίτησή τους, ικανοποιούσε πλήρως τις προϋποθέσεις που απαιτούνται βάσει του Περί Ανωτάτου Δικαστηρίου (Δικαιοδοσία Ναυτοδικείου) Διαδικαστικού Κανονισμού και συγκεκριμένα των Κανονισμών 50-52.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Απλή συμμόρφωση με τις πρόνοιες των Κανονισμών 50, 51 και 52, δεν απαλλάττει από την υποχρέωση, εκείνους που απευθύνονται με μονομερή αίτηση στο Δικαστήριο, να αποκαλύπτουν όλα τα ουσιώδη στοιχεία της υπόθεσης, που θα βοηθούσαν το Δικαστήριο να καταλήξει σε ορθό συμπέρασμα.
2. Είναι νομολογιακά καθιερωμένο ότι διάδικος που ζητά θεραπεία με μονομερή αίτηση οφείλει να αποκαλύπτει όλα τα ουσιώδη στοιχεία που δυνατόν να επενεργούν στην άσκηση της διακριτικής εξουσίας του Δικαστηρίου. Η αποτυχία αποκάλυψης δεν είναι απαραίτητο να συνοδεύεται και με πρόθεση εξαπάτησης. Η μη αποκάλυψη όλων των ουσιωδών λεπτομερειών καθιστά την έκδοση διατάγματος ακροσφαλή.
3. Η μη αποκάλυψη, στην παρούσα υπόθεση, ρήτρας για διαιτησία θα απέβαινε μοιραία για την εγκυρότητα του διατάγματος σύλληψης του πλοίου. Όπως προκύπτει όμως σαφώς από τα στοιχεία ενώπιον του Δικαστηρίου, τέτοια αποκάλυψη είχε πράγματι γίνει. Εκτός του ότι στην ένορκη δήλωση που συνόδευε τη μονομερή αίτηση επισυνάφθηκε η σχετική συμφωνία, στην οποία περιείχετο και η ρήτρα, στην ίδια ένορκη δήλωση, στην παράγραφο 5Θ, γίνεται ρητή αναφορά στον όρο για διαιτησία.
4. Ο ισχυρισμός των αιτητών ότι στην ένορκη δήλωση δε γίνεται αναφορά στο ότι προέκυψε "διαφορά" ("dispute") που υπόκειτο σε τέτοια διαιτησία, δεν ευσταθεί, δεδομένης της έγερσης της αγωγής με την οποία τίθεντο ενώπιον του Δικαστηρίου όλα τα ουσιώδη στοιχεία, ούτως ώστε το ίδιο να κρίνει αν όντως υπήρξε διαφορά υποκείμενη σε διαιτησία. Ανυπόστατος είναι επίσης και ο ισχυρισμός των αιτητών ότι οι καθ' ων η αίτηση παραπλάνησαν το Δικαστήριο με τον ισχυρισμό τους στην ένορκη δήλωση ότι η συμφωνία των διαδίκων δεν ήταν συμφωνία διαχείρισης, αλλά σύμβαση για πώληση πλοίου. Εν πάση περιπτώσει ο ισχυρισμός για δικαίωμα ιδιοκτησίας του πλοίου δε συνιστά αποκλειστικά τη μόνη βάση της αίτησης, καθώς οι ενάγοντες στην αγωγή τους απαιτούν αποζημιώσεις και έξοδα τα οποία υπέστησαν για λογαριασμό του εν λόγω πλοίου, που και πάλιν θα τους έδιδαν δικαίωμα εξασφάλισης του διατάγματος σύλληψης, αν εκεί κατέληγε η άσκηση της διακριτικής εξουσίας του Δικαστηρίου.
Η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα.
Per Curiam:
To Δικαστήριο, στο στάδιο των ενδιάμεσων αιτήσεων, δεν πρέπει να υπεισέρχεται σε βάθος και να αποφασίζει την ουσία της υπόθεσης. Η τελική εξέταση της πολλαπλής απαίτησης για την αποζημίωση των εναγόντων, που εκ πρώτης όψεως φαίνεται να εγείρει σοβαρό θέμα για εκδίκαση, το οποίο δικαιολογούσε και την έκδοση του διατάγματος σύλληψης, θα αποτελέσει το ουσιώδες επίδικο θέμα, το οποίο θα κριθεί κατά την ακρόαση της αγωγής.
Aναφερόμενες υποθέσεις:
Caspi Shipping Limited v. Πλοίου Sapphire Seas (Αρ. 2) (1997) 1(Β) Α.Α.Δ. 833,
Altobeiqui v. M/V Nada G. a.ο. (1985) 1 C.L.R. 543,
Zachariades Limited v. Economides (1989) 1 C.L.R. 434,
Demstar Ltd v. Zim Israel Navigation Co. Ltd κ.ά. (1996) 1(Α) Α.Α.Δ. 597.
Αγωγή Ναυτοδικείου.
Aίτηση σε αγωγή Nαυτοδικείου με την οποία οι εναγόμενοι - αιτητές αιτούνται διάταγμα του Δικαστηρίου που να ακυρώνει το ένταλμα σύλληψης του πλοίου και συνεπακόλουθα διάταγμα απελευθέρωσής του.
Ν. Ιωάννου, για τους Αιτητές-Εναγομένους.
Σ. Πίττας, για τους Καθ' ων η αίτηση-Ενάγοντες.
Cur. adv. vult.
APTEMHΣ, Δ.: Οι καθ' ων η αίτηση-ενάγοντες είναι εταιρεία που έχει συσταθεί σύμφωνα με τους σχετικούς Νόμους του Λίχτενσταϊν και διεξάγει, μεταξύ άλλων, εργασίες διαχειρίσεως πλοίων. Με την αγωγή τους ζητούν τις πιο κάτω θεραπείες:
"Α. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι οι Ενάγοντες είναι κατά 49% ιδιοκτήτες και/ή δικαιούχοι του Εναγομένου πλοίου M/V GIRVAS και/ή
Β. Διάταγμα του Δικαστηρίου που να διατάζει την πώληση του Εναγομένου πλοίου και/ή του 49% του μεριδίου των Εναγόντων επί του εν λόγω πλοίου διά δημοσίου πλειστηριασμού και/ή
Γ. Ποσό US $859,000 περίπου που αντιπροσωπεύει την αξία του 49% μεριδίου των Εναγόντων επί του πλοίου M/V GIRVAS υπό σημαία Ρωσσίας και/ή
Δ. Ποσό US $807,594 και/ή ισάξιο ποσό σε Κυπριακές Λίρες που αντιπροσωπεύει δαπάνες στις οποίες υπεβλήθησαν οι Ενάγοντες για την επιδιόρθωση του Εναγομένου πλοίου M/V GIRVAS στα ναυπηγεία τη Βάρνας της Βουλγαρίας κατά/ή περί τον Μάϊο-Νοέμβριο 1994 κατόπιν παρακλήσεως και/ή οδηγιών των Εναγομένων Αρ.2 ιδιοκτητών του Εναγομένου πλοίου και/ή προς υλοποίηση της κοινής Συμφωνίας των διαδίκων ημερ. 19.5.1994 και/ή ποσού US$ 807,594 και/ή το ισάξιο σε Κυπριακές Λίρες που αντιπροσωπεύει τις ζημιές και/ή τις απώλειες που υπέστησαν οι Ενάγοντες συνεπεία της παραβάσεως της Συμφωνίας ημερ. 19.5.1994 από τους Εναγομένους Αρ.2 ιδιοκτήτες του Εναγομένου πλοίου και/ή αντιπροσωπεύει ποσό το οποίο συνείσφεραν οι Ενάγοντες δυνάμει της Συμφωνίας κοινοπραξίας των διαδίκων για τον εκμοντερνισμό του Εναγομένου πλοίου και/ή
Ε. Ποσό US $119,659 που αντιπροσωπεύει ζημιές και/ή τις απώλειες που υπέστησαν οι Ενάγοντες συνεπεία της υπό των Εναγομένων Αρ.2 ιδιοκτητών του Εναγομένου πλοίου παραβάσεως της Συμφωνίας ημερ. 19.5.1994.
Στ. Ποσό US $300,000 και/ή το ισάξιο ποσό σε Κυπριακές Λίρες που αντιπροσωπεύει τις ζημιές και/ή απώλειες που υπέστησαν οι Ενάγοντες συνεπεία της αντισυμβατικής συμπεριφοράς των Εναγομένων Αρ.2 και/ή που αντιπροσωπεύει το διαφυγόν κέρδος που αποκλείσθηκαν να αποκομίσουν από τη Συμφωνία Κοινοπραξίας ημερ. 19.5.1994.
Ζ. Ποσό US $72,895.68 που αντιπροσωπεύει ποσά που οι Εναγόμενοι οφείλουν να πληρώσουν στους Ενάγοντες δυνάμει Συμφωνιών Διαχειρίσεως που έγιναν μεταξύ των διαδίκων για τη διαχείριση υπό των Εναγόντων διαφόρων πλοίων των Εναγομένων 2 για τη χρονική περίοδο 1994 - 1997.
Η. Τόκους προς 8.5% ετησίως επί του ποσού των US $ 805,477 από τον Ιανουάριο 1995 και επί του ποσού των US $119,659 από την 1.5.1997 επί του ποσού US $72,805.65 από τον Ιούλιο 1997 μέχρι οριστικής αποπληρωμής και/ή
Θ. Νόμιμους Τόκους.
Ι. Οιανδήποτε άλλη θεραπεία και/ή διάταγμα ήθελε κρίνει ορθή και δικαία το Σεβαστό Δικαστήριο."
Στις 2.9.97 καταχώρησαν μονομερή αίτηση με την οποία ζητούσαν τη σύλληψη του πλοίου M/V GIRVAS, το οποίο φέρει τη σημαία της Ρωσσίας και βρισκόταν στο λιμάνι της Λεμεσού. Το Δικαστήριο εξέδωσε το αιτούμενο διάταγμα, το οποίο σε μεταγενέστερη ημερομηνία έγινε απόλυτο· οι εναγόμενοι δεν εμφανίστηκαν να το αμφισβητήσουν.
Με την παρούσα αίτησή τους οι εναγόμενοι-αιτητές ζητούν διάταγμα του Δικαστηρίου που να ακυρώνει το ένταλμα σύλληψης του πλοίου που εξεδόθη στις 2.9.97 και, συνεπακόλουθα, διάταγμα απελευθέρωσής του.
Οι λόγοι οι οποίοι προτάσσονται είναι:
(α) η μη αποκάλυψη στην ένορκη δήλωση ουσιωδών στοιχείων και η μη ειλικρινής αποκάλυψη άλλων στοιχείων και
(β) το ότι από τα γεγονότα που δόθηκαν στο Δικαστήριο δεν προκύπτει οποιαδήποτε ευθύνη εκ μέρους των εναγομένων.
Σε απάντηση, οι καθ' ων η αίτηση ισχυρίστηκαν ότι ουδεμία παραπλάνηση γίνεται με τα στοιχεία που δόθηκαν στο Δικαστήριο κατά την έκδοση του διατάγματος σύλληψης όπως ισχυρίζονται οι εναγόμενοι και είχαν αποκαλυφθεί όλα τα ουσιώδη γεγονότα. Εν πάση περιπτώσει, ισχυρίστηκαν ότι η ένορκη δήλωση που συνόδευε την αίτηση τους ικανοποιούσε πλήρως τις προϋποθέσεις που απαιτούντα βάσει του Περί Ανωτάτου Δικαστηρίου (Δικαιοδοσία Ναυτοδικείου) Διαδικαστικού Κανονισμού και συγκεκριμένα των Κανονισμών 50-52.
Στην υπόθεση Caspi Shipping Limited v. Sapphire Seas (Αρ. 2) (1997) 1(Β) Α.Α.Δ. 833, κρίθηκε ότι απλή συμμόρφωση με τις πρόνοιες των Κανονισμών 50, 51 και 52 δεν απαλλάττει της υποχρέωσης εκείνων που απευθύνονται με μονομερή αίτηση στο Δικαστήριο να αποκαλύπτουν όλα τα ουσιώδη στοιχεία της υπόθεσης που θα βοηθούσαν το Δικαστήριο να καταλήξει σε ορθό συμπέρασμα.
Είναι νομολογιακά καθιερωμένο ότι διάδικος που ζητά θεραπεία με μονομερή αίτηση οφείλει να αποκαλύπτει όλα τα ουσιώδη γεγονότα που δυνατόν να επενεργούν στην άσκηση της διακριτικής εξουσίας του Δικαστηρίου. (Δέστε, μεταξύ άλλων, Altobeiqui v. M/V Nada G. and Another (1985) 1 C.L.R. 543) Όπως αποφασίστηκε στην υπόθεση Zachariades Limited v. Economides (1989) 1 C.L.R. 434, η παράλειψη αποκάλυψης όρου με τον οποίο διαφορές μεταξύ των συμβαλλομένων παραπέμπονται σε διαιτησία στην αλλοδαπή συνιστά παραβίαση της υποχρέωσης για πλήρη αποκάλυψη ουσιωδών γεγονότων που δικαιολογεί την ακύρωση του διατάγματος. Το θέμα τούτο εξετάστηκε και από την Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Demstar Ltd v. Zim Israel Navigation Co. Ltd and M/V "Nordbay" Ex "Zim Singapore" (1996) 1(Α) Α.Α.Δ. 597. Τονίστηκε ότι η αποτυχία αποκάλυψης δεν είναι απαραίτητο να συνοδεύεται και με πρόθεση εξαπάτησης και ότι η μη αποκάλυψη όλων των ουσιωδών λεπτομερειών καθιστά την έκδοση ενός διατάγματος ακροσφαλή.
Ως εκ τούτου, μη αποκάλυψη ρήτρας για διαιτησία θα απόβαινε μοιραία για την εγκυρότητα του διατάγματος σύλληψης του πλοίου. Όπως προκύπτει όμως σαφώς από τα ενώπιόν μου στοιχεία, τέτοια αποκάλυψη είχε πράγματι γίνει. Εκτός του ότι στην ένορκη δήλωση που συνόδευε την μονομερή αίτηση επισυνάφθηκε η σχετική συμφωνία, στην οποία περιείχετο και η ρήτρα, στην ίδια ένορκη δήλωση στην παράγραφο 5Θ γίνεται ρητή αναφορά στον όρο για διαιτησία.
Το παράπονο των αιτητών όμως στην ουσία είναι ότι στην ένορκη δήλωση δεν γίνεται αναφορά στό ότι προέκυψε "διαφορά" ("dispute") που υπόκειτο σε τέτοια διαιτησία. Κατά τη γνώμη μου το επιχείρημα αυτό δεν ευσταθεί. Δεν θεωρώ ότι ήταν απαραίτητη μιά τέτοια αναφορά στην ένορκη δήλωση. Αφού η έγερση της αγωγής από μόνη της αποκαλύπτει διαφορά μεταξύ των διαδίκων ήταν τούτο γεγονός επαρκές για να θέσει ενώπιον του Δικαστηρίου όλα τα ουσιώδη στοιχεία, ούτως ώστε το ίδιο να κρίνει αν πράγματι υπήρξε διαφορά υποκείμενη σε διαιτησία.
Περαιτέρω, ισχυρίστηκαν οι αιτητές ότι, με την ένορκη τους δήλωση οι καθ' ων η αίτηση-ενάγοντες παραπλάνησαν το Δικαστήριο αναφέροντας ότι ήσαν κατά το 49% των μετοχών ιδιοκτήτες του εναγομένου πλοίου, ενώ στην πραγματικότητα, με βάση την μεταξύ των διαδίκων συμφωνία δεν υπήρξε σύμβαση για μεταβίβαση του πλοίου αλλά μόνο συμφωνία για κοινή διαχείριση του σκάφους από τους διαδίκους.
Κρίνω ότι ούτε αυτό το επιχείρημα ευσταθεί. Η μεταξύ των διαδίκων συμφωνία όπως ανέφερα και ανωτέρω, ετέθη ενώπιον του Δικαστηρίου και περαιτέρω τα στην ένορκη δήλωση αναφερόμενα γεγονότα παρουσιάζουν ότι η συμφωνία μεταξύ των διαδίκων ήταν βασικά συμφωνία διαχείρισης. Το γεγονός δε ότι ο ενόρκως δηλών εκ μέρους των εναγόντων περιγράφει σε κάποιο σημείο τους ενάγοντες ως ιδιοκτήτες και αναφέρεται σε υποχρέωση μεταβίβασης κυριότητας του εναγομένου πλοίου επ' ονόματι των εναγόντων, δεν αποτελεί παραπλάνηση του Δικαστηρίου αλλά απλώς ερμηνεία που δίδεται από τον ενόρκως δηλούντα στην επίδικη σύμβαση. Εν πάση περιπτώσει, ο ισχυρισμός για δικαίωμα ιδιοκτησίας του πλοίου δεν αποτελεί τη μόνη βάση της αίτησης, καθώς οι ενάγοντες στην αγωγή τους απαιτούν και αποζημιώσεις και έξοδα τα οποία υπέστησαν για λογαριασμό του εν λόγω πλοίου που και πάλιν θα τους έδιδαν δικαίωμα εξασφάλισης του διατάγματος σύλληψης αν εκεί κατέληγε η άσκηση της διακριτικής εξουσίας του Δικαστηρίου.
Ως εκ τούτου βρίσκω ότι ο πρώτος λόγος για τον οποία ζητείται η ακύρωση του εντάλματος σύλληψης δεν ευσταθεί.
Ο δεύτερος λόγος, όπως ήδη ανέφερα, αφορά τον ισχυρισμό ότι από τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου δεν προκύπτει το βάσιμο της αγωγής.
Πρέπει να παρατηρήσω ότι στο στάδιο ενδιάμεσων αιτήσεων το Δικαστήριο δεν πρέπει να υπεισέρχεται σε βάθος και να αποφασίζει την ουσία της υπόθεσης. Στην παρούσα περίπτωση υπάρχει μία πολλαπλή απαίτηση για την αποζημίωση των εναγόντων, που εκ πρώτης όψεως φαίνεται να εγείρει σοβαρό θέμα για εκδίκαση, το οποίο δικαιολόγησε και την έκδοση του διατάγματος σύλληψης. Η τελική εξέταση της απαίτησης και η απόφανση επ' αυτής θα αποτελέσει το ουσιώδες επίδικο θέμα, το οποίο θα κριθεί κατά την ακρόαση της αγωγής.
Υπό το φως των πιο πάνω η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα υπέρ των καθ' ων η αίτηση.
H αίτηση απορρίπτεται με έξοδα.