ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1997) 1 ΑΑΔ 1523
20 Νοεμβρίου, 1997
[ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΟΝ ΙΓΚΟΡ ΚΟΒΣΙΑΡΩΒ, ΚΑΤΟΧΟ
ΟΥΚΡΑΝΙΚΟΥ ΔΙΑΒΑΤΗΡΙΟΥ ΑΡ. ΒΑ 305076, ΚΑΙ ΤΩΡΑ ΣΤΙΣ ΚΕΝΤΡΙΚΕΣ ΦΥΛΑΚΕΣ ΚΥΠΡΟΥ
ΚΑΙ
ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗΝ ΥΠΟΘΕΣΙΝ ΑΡ. 10261/97, Ε.Δ. ΠΑΦΟΥ, ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΠΑΦΟΥ,
ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΑΛΕΞΑΝΤΕΡ ΓΑΡΚΑΒΚΑ ΚΑΙ ΑΛΛΟΥ,
ΚΑΙ
ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΙΝ ΤΟΥ ΑΝΩΤΕΡΩ ΙΓΚΟΡ
ΚΟΒΣΙΑΡΩΒ ΔΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΙΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ/ 'Η ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ (ORDER OR WRIT) HABEAS CORPUS AD SUBJICIENDUM ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΚΡΑΤΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΙΣ
ΚΕΝΤΡΙΚΕΣ ΦΥΛΑΚΕΣ
ΚΑΙ
ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΑ ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΚΑΙ/ 'Η ΕΝΔΙΑΜΕΣΕΣ
ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΚΑΙ/ 'Η ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΑ ΤΟΥ Ε.Δ. ΠΑΦΟΥ ΣΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 10261/97, ΗΜΕΡ. 10.10.97 ΚΑΙ 22.10.97
(Αίτηση Αρ. 127/97).
Προνομιακά Εντάλματα — Habeas Corpus — Ο αιτητής που αντιμετώπιζε δύο ποινικές κατηγορίες ενώπιον Επαρχιακού Δικαστηρίου, διατάχθηκε να αφεθεί ελεύθερος υπό όρους — Το γεγονός ότι παρέμεινε υπό κράτηση λόγω αδυναμίας του να συμμορφωθεί προς τους τεθέντες όρους, δεν δικαιολογούσε έκδοση του αιτούμενου προνομιακού διατάγματος όπως ούτε και ο ισχυρισμός του για κακοποίηση.
Προνομιακά Εντάλματα — Habeas Corpus — Συνιστά άμεσο δραστικό μέτρο για την απελευθέρωση ατόμου από παράνομη ή αδικαιολόγητη κράτηση, είτε από τις Αρχές είτε από ιδιώτη — Δεν είναι θεραπεία που παρέχεται κατ' ενάσκηση διακριτικής ευχέρειας, αλλά εκδίδεται ex debito justitiae.
Ο αιτητής αντιμετώπιζε δύο κατηγορίες ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου. Η πρώτη αφορούσε επίθεση εναντίον αστυνομικού οργάνου με πρόκληση πραγματικής σωματικής βλάβης και η δεύτερη παράνομη παραμονή στη Δημοκρατία. Δεν παραδέχθηκε ενοχή και η υπόθεση ορίστηκε για ακρόαση στις 22.10.97. Η Κατηγορούσα Αρχή ζήτησε την προφυλάκισή του. Το Δικαστήριο αποφάσισε όπως αφεθεί ελεύθερος με ορισμένους όρους σύμφωνα με το Άρθρο 48 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155. Ο αιτητής παρέμεινε προφυλακισμένος λόγω μη συμμόρφωσής του προς τους όρους απόλυσης.
Την 22.10.97 το Δικαστήριο ανέβαλε την υπόθεση στις 4.12.97 λόγω φόρτου εργασίας και άφησε ελεύθερο τον αιτητή κάτω από τους ιδίους όρους που του επέβαλε στις 22.10.97. Ο αιτητής και πάλι δεν συμμορφώθηκε με τους όρους απόλυσης και κρατείται ως προφυλακισμένος εκκρεμούσης της ποινικής υπόθεσης.
Ο αιτητής καταχώρησε την παρούσα αίτηση για Habeas Corpus. Ο δικηγόρος του ισχυρίστηκε ότι:
α) Η αναβολή της υπόθεσης πέραν των 8 ημερών συνιστούσε παράβαση του Άρθρου 48 του Κεφ. 155 και δεν άρχισε νομότυπα η ποινική διαδικασία.
β) Ο αιτητής κακοποιήθηκε από την Αστυνομία την ημέρα της σύλληψής του, και
γ) Οι όροι που έθεσε το Δικαστήριο είναι αντισυνταγματικοί και δυσβάκτακτοι για τον αιτητή.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Οι ισχυρισμοί α) δεν βρίσκουν έρεισμα στο Νόμο και είναι εντελώς ανεδαφικοί.
Ο ισχυρισμός β) δεν συνάδει με την αίτηση για Habeas Corpus.
2. Ο πρώτος όρος της απόλυσης δηλαδή ο όρος για παράδοση του διαβατηρίου του αιτητή στις Αστυνομικές Αρχές, δεν περιορίζει τη διακίνηση του αιτητή εντός των ορίων της Δημοκρατίας. Απεναντίας διασφαλίζει τη μη διαφυγή του στο εξωτερικό οπότε θα ήταν αδύνατη η εξασφάλιση της παρουσίας του στο Δικαστήριο.
3. Η επιβολή του όρου ότι για να απολυθεί ο αιτητής πρέπει να καταβάλει το ποσό των ΛΚ1.000 συνιστά θέμα που εμπίπτει εντός των ορίων της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου η οποία υπόκειται σε αναθεώρηση από το Ανώτατο Δικαστήριο με την καταχώρηση έφεσης.
4. Στη διαδικασία του Habeas Corpus δεν ελέγχεται η διακριτική εξουσία του κατώτερου Δικαστηρίου, αλλά το παράνομο ή το αδικαιολόγητο της κράτησης του αιτητή.
Η αίτηση απορρίφθηκε.
Aίτηση.
Aίτηση από τον Iγκόρ Kοβσιάρωβ για την έκδοση εντάλματος Habeas Corpus που να απευθύνεται προς τον Aστυνομικό Διευθυντή Πάφου και να τον καλεί να τον αφήσει ελεύθερο.
Μ. Μιχαηλίδης, για τον Αιτητή.
Μ. Τσιάππα (κα.), Ανώτερη δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.
KPONIΔHΣ, Δ.: Aνάγνωσε την ακόλουθη απόφαση. O αιτητής επιδιώκει την έκδοση εντάλματος Habeas Corpus που να απευθύνεται στο Διευθυντή των Κεντρικών Φυλακών και/ή στον Αστυνομικό Διευθυντή Πάφου διατάσσοντάς τους να αφήσουν ελεύθερο τον αιτητή. Τα γεγονότα της υπόθεσης είναι τα εξής:-
Ο αιτητής συνελήφθη από την Αστυνομία Πάφου στις 5.10.97. Στις 6.10.97 παρουσιάστηκε ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου, μαζί με άλλο πρόσωπο, το οποίο διέταξε την 6ήμερο προσωποκράτησή του. Προτού λήξει η ισχύς του διατάγματος ο αιτητής και το άλλο πρόσωπο προσήχθησαν και πάλι ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου. Ο αιτητής κατηγορήθηκε σε δύο κατηγορίες (α) για επίθεση εναντίον αστυνομικού οργάνου που προκάλεσε πραγματική σωματική βλάβη και (β) για παράνομη παραμονή στη Δημοκρατία. Ο αιτητής δεν παραδέχθηκε ενοχή και η υπόθεση ορίσθηκε για ακρόαση στις 22.10.97. Η Κατηγορούσα Αρχή ζήτησε την προφυλάκισή του, αίτημα στο οποίο ενέστη η υπεράσπιση. Τελικά μετά από μακρά αγόρευση των μερών επί του εγερθέντος θέματος, το Δικαστήριο απεφάσισε όπως ο αιτητής αφεθεί ελεύθερος με ορισμένους όρους σύμφωνα με το άρθρο 48 του περί Ποινικής Δικονομίας, Κεφ. 155.
Ο αιτητής δεν συμμορφώθηκε με τους όρους απόλυσης που έθεσε το Δικαστήριο και παρέμεινε έτσι προφυλακισμένος.
Την 22.10.97 που ορίσθη για ακρόαση η υπόθεση, το Δικαστήριο, λόγω φόρτου εργασίας, ανέβαλε την υπόθεση στις 4.12.97 και άφησε ελεύθερο τον αιτητή κάτω από τους ίδιους όρους που είχε επιβάλει στις 22.10.97. Διέταξε δε όπως αφεθεί ελεύθερος ευθύς ως ο αιτητής συμμορφωθεί με αυτούς. Ο αιτητής και πάλιν δεν συμμορφώθηκε με τους όρους της απόλυσης μέχρι και σήμερα και κρατείται ως προφυλακισμένος εκκρεμούσης της ποινικής υπόθεσης.
Στις 11.11.97 ο αιτητής καταχώρησε την παρούσα αίτηση για Habeas Corpus.
Κατόπιν οδηγιών του Δικαστηρίου η αίτηση αυτή επιδόθηκε στο γραφείο του Γενικού Εισαγγελέα και ορίσθηκε για ακρόαση σήμερα. Η ευπαίδευτος συνήγορος για το Γενικό Εισαγγελέα ζήτησε αναβολή της ακρόασης για να καταχωρήσει γραπτή ένσταση. Λόγω του κατεπείγοντος σε υποθέσεις τέτοιας φύσεως αρνήθηκα να παράσχω την αιτούμενη αναβολή, αφού έλαβα υπόψη ότι η αίτηση είχε επιδοθεί στο Γενικό Εισαγγελέα από τις 14.11.97. Τελικά διεξήχθη η ακροαματική διαδικασία. Οι δύο συνήγοροι των πλευρών αγόρευσαν επί του αιτήματος της αίτησης.
Είναι η εισήγηση του δικηγόρου ότι παράνομα κρατείται ο αιτητής για τρεις λόγους.
(α) Ότι δεν άρχισε νομότυπα η ποινική διαδικασία και ότι έσφαλλε το Δικαστήριο αναβάλλοντας την υπόθεση πέραν των 8 ημερών σε αντίθεση με το άρθρο 48 του Κεφ. 155,
(β) Ότι ο αιτητής κακοποιήθηκε από την Αστυνομία την ημέρα της σύλληψής του, και
(γ) Ότι οι όροι που έθεσε το Δικαστήριο είναι αντισυνταγματικοί και δυσβάστακτοι για τον αιτητή.
Για τον πρώτο λόγο έχω να παρατηρήσω τα εξής:-
Στις 10.10.97 και προτού λήξει το 6ήμερο διάταγμα προσωποκράτησης, η Αστυνομία παρουσίασε τον αιτητή στο Δικαστήριο με σκοπό να κατηγορηθεί. Προς τούτο παρουσίασε στο Δικαστήριο σχετικό κατηγορητήριο το οποίο, αφού επετράπη η καταχώρησή του από Δικαστή του Δικαστηρίου Πάφου, καταχωρήθηκε και πήρε τον αρ. 10261/97 και ορίσθηκε την ίδια ημέρα. Αντίγραφο του κατηγορητηρίου είναι καταχωρημένο στο φάκελο της αίτησης, πιστοποιημένο από τον Πρωτοκολλητή. Ο δικηγόρος του αιτητή δεν μου έχει υποδείξει οποιοδήποτε σφάλμα στο κατηγορητήριο, ούτε εγώ έχω εντοπίσει τέτοιο. Μου υπέδειξε όμως ότι δόθηκε στον αιτητή αντίγραφο του κατηγορητηρίου το οποίο δεν φέρει καμιά υπογραφή, αντί όπως λέγει, να του επιδοθεί κλήση για να παρουσιαστεί στο Δικαστήριο του τύπου 9. Οι ισχυρισμοί αυτοί είναι εντελώς ανεδαφικοί. Δεν υπήρχε ανάγκη η Κατηγορούσα Αρχή να κλητεύσει τον αιτητή. Ο αιτητής ήταν κρατούμενος με βάση δικαστικό διάταγμα και προσήχθη ενώπιον του Δικαστηρίου.
Ο περαιτέρω ισχυρισμός ότι το Δικαστήριο εσφαλμένα και παράνομα ανέβαλε την ακρόαση σε χρόνο πέραν των 8 ημερών, δεν βρίσκει έρεισμα στο Νόμο. Το Δικαστήριο δεν είχε εκδώσει διάταγμα προφυλάκισης του αιτητή. Απεναντίας ο αιτητής αφέθηκε ελεύθερος υπό όρους. Το γεγονός ότι ο αιτητής δεν εκπλήρωσε τους όρους που έθεσε το Δικαστήριο δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι υπήρξε παρανομία εκ μέρους του Δικαστηρίου.
Ο δεύτερος λόγος που έθεσε ο δικηγόρος του αιτητή αναφέρεται σε ισχυρισμό του ότι κακοποιήθηκε την πρώτη ημέρα της σύλληψής του από την Αστυνομία. Αυτό έγινε στις 5.10.97 κατά τους ισχυρισμούς του. Είναι γεγονός ότι ο ισχυρισμός αυτός τέθηκε στις 6.10.97 ενώπιον του Δικαστηρίου στη διαδικασία έκδοσης διατάγματος προσωποκράτησης.
Δεν έχω αντιληφθεί πως συνάδει το θέμα τούτο με την αίτηση για Habeas Corpus. Ο δικηγόρος δεν με έχει παραπέμψει σε καμιά αυθεντία ή νομοθεσία που να καλύπτει την παρούσα περίπτωση. Κατέληξα ότι ο λόγος αυτός είναι εντελώς άσχετος με την εμβέλεια της παρούσης αίτησης. Το ένταλμα Habeas Corpus είναι άμεσο δραστικό μέτρο για την απευλευθέρωση ατόμου από παράνομη ή αδικαιολόγητη κράτηση, είτε από τις Αρχές, είτε από ιδιώτη. Είναι θεραπεία για το πρόσωπο που κρατείται. Δεν είναι τιμωρητικό μέτρο, ούτε μέτρο για αποζημίωση. Το ένταλμα Habeas Corpus δεν είναι θεραπεία που παρέχεται κατ' ενάσκηση διακριτικής ευχέρειας αλλά εκδίδεται ex debito justitiae (Βλέπε The Law of Habeas Corpus του Sharpe, σελ. 56, Basu's Commentary on the Constitution of India, 5η έκδοση, τόμος 3, σελ. 461).
Ως τρίτο λόγο ο δικηγόρος του αιτητή προβάλλει ότι οι όροι που έθεσε το Δικαστήριο για την απόλυση του αιτητή είναι αντισυνταγματικοί και δυσβάστακτοι. Δεν έχει αναπτυχθεί ενώπιόν μου από το δικηγόρο του αιτητή η ισχυριζόμενη αντισυνταγματικότητα των όρων. Απλά με παρέπεμψε σε άρθρο του Συντάγματος που διασφαλίζει την ελεύθερη διακίνηση. Προφανώς εννοούσε τον πρώτο όρο της απόλυσης, δηλαδή τον όρο όπως ο αιτητής παραδώσει το διαβατήριο στις Αστυνομικές Αρχές. Αλλά αυτό δεν περιορίζει τη διακίνηση του αιτητή εντός των ορίων της Δημοκρατίας, απεναντίας διασφαλίζει τη μη διαφυγή του αιτητή στο εξωτερικό οπότε θα ήταν αδύνατη η εξασφάλιση της παρουσίας του στο Δικαστήριο.
Το τελευταίο παράπονο του αιτητή είναι ότι οι όροι που επέβαλε το Δικαστήριο για την απόλυσή του είναι δυσβάστακτοι και δεν μπορεί να τους εκπληρώσει γιατί όπως υπέβαλε, είναι άνεργος και είναι αδύνατο να εξεύρει το ποσό των £1.000,.
Το Επαρχιακό Δικαστήριο επιβάλλοντας όρους για την απόλυση του κατηγορούμενου ασκεί τη διακριτική του εξουσία. Η διακριτική αυτή εξουσία του Δικαστηρίου υπόκειται σε αναθεώρηση από το Ανώτατο Δικαστήριο με την καταχώρηση έφεσης. Και πράγματι, ο δικηγόρος του αιτητή, παραδέχθηκε σήμερα ότι καταχώρησε έφεση η οποία είναι ορισμένη για εκδίκαση την ερχόμενη εβδομάδα, στις 27.11.97.
Στη διαδικασία του Habeas Corpus δεν ελέγχεται η διακριτική εξουσία του κατώτερου Δικαστηρίου, αλλά το παράνομο ή το αδικαιολόγητο της κράτησης του αιτητή.
Τελικά καταλήγω ότι η αίτηση αυτή δεν μπορεί να επιτύχει και απορρίπτεται.
H αίτηση αποτυγχάνει και απορρίπτεται.