ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αρχείο σε μορφή PDF - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1996) 1 ΑΑΔ 697

27 Ιουνίου, 1996

[ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, ΧΑΤΖΗΤΣΑΓΓΑΡΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ/στές]

ΚΑΤΙΑ Π. ΝΕΟΦΥΤΟΥ,

Εφεσείουσα,

ν.

ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΗΣ ΠΙΣΤΩΤΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΣΤΡΟΒΟΛΟΥ,

Εφεσίβλητης.

(Πολιτική Έφεση Aρ. 8755)

 

Έφεση — Προθεσμία έφεσης — Απόφαση δυνάμει του περί Ανακουφίσεως Οφειλετών (Προσωριναί Διατάξεις) Νόμου του 1979 (Ν. 24/79) — Προθεσμία έφεσης, είναι δεκατέσσερις ημέρες από της έκδοσης της απόφασης σύμφωνα με τον Καν. 11 του περί Ανακουφίσεως Οφειλετών (Προσωριναί Διατάξεις) Διαδικαστικού Κανονισμού του 1975 και όχι σαράντα δύο όπως προβλέπεται στη Δ.35 θ. 2 των Θεσμών της Πολιτικής Δικονομίας.

Η εφεσείουσα - αιτήτρια, εφεσίβαλε απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου με την οποία απέρριψε αίτησή της για δήλωση ότι ήταν εκτοπισθείσα και πληγείσα οφειλέτιδα με βάση τις πρόνοιες του περί Ανακουφίσεως Οφειλετών (Προσωριναί Διατάξεις) Νόμου του 1979 (Ν. 24/79).  Η έφεση καταχωρίθηκε την τεσσαρακοστή πρώτη μέρα από της έκδοσης της απόφασης.

Η εφεσίβλητη - καθ' ης η αίτηση Συνεργατική Πιστωτική Eταιρεία εισηγήθηκε ότι η έφεση ήταν εκπρόθεσμη, διότι θα έπρεπε να είχε καταχωριθεί εντός δεκατεσσάρων ημερών από της έκδοσης της απόφασης, όπως προβλέπεται στον Καν. 11 του περί Ανακουφίσεως Οφειλετών (Προσωριναί Διατάξεις) Διαδικαστικού Κανονισμού του 1975 ο οποίος εκδόθηκε με βάση το Άρθρο 8 του τότε ισχύοντος αντίστοιχου Νόμου δηλαδή του Ν. 9/75.  Η εφεσείουσα - αιτήτρια, υπέβαλε σε απάντηση, ότι ο εν λόγω Διαδικαστικός Κανονισμός έπαυσε να ισχύει δεδομένου ότι ο Ν. 9/75 (όπως τροποποιήθηκε) που περιείχε και ο ίδιος τέτοια πρόνοια εξέπνευσε αλλά και ρητώς καταργήθηκε και εν συνεχεία κανένας άλλος Διαδικαστικός Κανονισμός εκδόθηκε μετά τη θέσπιση του νέου Νόμου δηλαδή του Ν. 24/79 στον οποίο ελλείπει παρόμοια πρόνοια.

Αποφασίστηκε ότι:

(1)          Ο περί Ανακουφίσεως Οφειλετών (Προσωριναί Διατάξεις) Διαδικαστικός Κανονισμός του 1975 εξακολουθεί να ισχύει δυνάμει του Άρθρου 11 του περί Ερμηνείας Νόμου Κεφ. 1, διότι δεν υπήρξε ούτε ανάκληση ούτε αντικατάστασή του και τούτο παρά την κατάργηση του περί Ανακουφίσεως Οφειλετών (Προσωριναί Διατάξεις) Νόμου του 1975 Ν. 9/75 όπως τροποποιήθηκε και την έλλειψη παρόμοιας διάταξης στον νέο αντίστοιχο Νόμο (Ν. 24/79).

(2)          Εφόσον ο περί Ανακουφίσεως Οφειλετών (Προσωριναί Διατάξεις) Διαδικαστικός Κανονισμός του 1975 ευρίσκεται σε ισχύ, η προθεσμία έφεσης εναντίον της απόφασης με την οποία το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε αίτησή της για δήλωση ότι είναι πληγείσα οφειλέτιδα ήταν δεκατέσσερις ημέρες από της έκδοσής της και συνεπώς η έφεση που καταχωρίθηκε κατά την τεσσαρακοστή πρώτη μέρα, ήταν εκπρόθεσμη.

Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.

Έφεση.

Έφεση από την αιτήτρια κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Aμ/στου (Xατζηχαμπής, Π.E.Δ.) που δόθηκε στις 6 Μαΐου 1992 (Aίτηση Aρ. 1/89) με την οποία απορρίφθηκε αίτησή της για δήλωση ότι ήταν εκτοπισθείσα και πληγείσα οφειλέτιδα.

Μ. Μοντάνιος, για την Eφεσείουσα.

Κ. Κούσιος, για την Eφεσίβλητη.

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, Δ.:  Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Νικολάου, Δ.

ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.:  Η εφεσείουσα αποτάθηκε στο δικαστήριο δυνάμει του περί Ανακουφίσεως Οφειλετών (Προσωριναί Διατάξεις) Νόμου του 1979 (Ν. 24/79) για δηλώσεις ότι ήταν εκτοπισθείσα και πληγείσα οφειλέτιδα.  Με τελική απόφαση ημερ. 6 Μαΐου 1992, η οποία εκδόθηκε κατόπιν ακρόασης, το δικαστήριο απέρριψε την αίτηση.  Στις 17 Ιουνίου 1992, ήτοι, την τεσσαρακοστή πρώτη ημέρα μετά την απόφαση η εφεσείουσα καταχώρησε την παρούσα έφεση. 

Ο συνήγορος της εφεσίβλητης πρόβαλε κατά την έναρξη της ενώπιόν μας διαδικασίας ότι η έφεση είναι εκπρόθεσμη.  Επικαλέστηκε προς τούτο τον περί Ανακουφίσεως Οφειλετών (Προσωριναί Διατάξεις) Διαδικαστικό Κανονισμό του 1975 ο οποίος εκδόθηκε την 29 Μαρτίου 1975 με βάση το Άρθρο 163 του Συντάγματος και το άρθρο 8 του τότε ισχύοντος αντίστοιχου νόμου, ήτοι, του Ν. 9/1975, όπως τροποποιήθηκε.  Ο Καν. 11 προνοεί ότι:

"11.  Οιονδήποτε πρόσωπον το οποίον διαφωνεί με οιανδήποτε απόφασιν ληφθείσαν υπό του Δικαστηρίου δύναται εντός δεκατεσσάρων ημερών από της τοιαύτης αποφάσεως να υποβάλη έφεσιν εις το Ανώτατον Δικαστήριον, αι δε πρόνοιαι της Διατάξεως 35 του περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικού Κανονισμού αι αναφερόμεναι εις εφέσεις θα εφαρμόζωνται, τηρουμένων των αναλογιών, εις τοιαύτας εφέσεις."

Ο συνήγορος της εφεσείουσας εισηγήθηκε σε απάντηση ότι ο εν λόγω Διαδικαστικός Κανονισμός έπαυσε να ισχύει δεδομένου ότι ο Νόμος 9/1975 (όπως τροποποιήθηκε) που περιείχε και ο ίδιος τέτοια πρόνοια εξέπνευσε αλλά και ρητώς καταργήθηκε και εν συνεχεία κανένας άλλος Διαδικαστικός Κανονισμός δεν εκδόθηκε μετά που θεσπίστηκε ο νέος νόμος, ήτοι, ο Ν. 24/1979 στον οποίο ελλείπει παρόμοια πρόνοια.  Συνεπώς, κατέληξε ο συνήγορος, με δεδομένο το δικαίωμα άσκησης έφεσης δυνάμει του Άρθρου 25(1) του περί Δικαστηρίων Νόμου 1960, το ζήτημα ρυθμίζεται από την Δ.35 κ. 2 που προβλέπει ότι σε περίπτωση τελικής απόφασης η έφεση καταχωρείται εντός έξι εβδομάδων.  Οπότε εδώ η έφεση καταχωρήθηκε εμπρόθεσμα. 

Ο συνήγορος της εφεσείουσας επιπλέον εισηγήθηκε ότι ακόμα και αν κριθεί πως ο εν λόγω Διαδικαστικός Κανονισμός συνεχίζει να ισχύει, θα πρέπει εντούτοις να θεωρηθεί αντισυνταγματικός και τούτο διότι η προβλεπόμενη προθεσμία των δεκατεσσάρων ημερών δεν επαρκεί, κατά την άποψή του, σε όλες τις περιπτώσεις για την καταχώρηση ειδοποίησης έφεσης. Ανέφερε προς επίρρωση ορισμένα ακραία, καθώς θα τα  χαρακτηρίζαμε, παραδείγματα σε σχέση όμως με τα οποία υπενθυμίσαμε τη δυνατότητα την οποία διατηρεί το δικαστήριο να παράσχει παράταση χρόνου.  Επισημαίνουμε πάντως ότι ο συνήγορος δεν υποστήριξε με αναφορά προς τις ανάγκες της παρούσας περίπτωσης ότι δεν επαρκούσε ο χρόνος των δεκατεσσάρων ημερών.  Δεν μπορεί λοιπόν να μας απασχολήσει εδώ θέμα συνταγματικότητας εφόσον, όπως είναι νομολογημένο, θέματα συνταγματικότητας δεν εξετάζονται ακαδημαϊκά και αόριστα. 

Στο ζήτημα ισχύος ή όχι του περί Ανακουφίσεως Οφειλετών (Προσωριναί Διατάξεις) Διαδικαστικού Κανονισμού του 1975 λύση προσφέρει το άρθρο 11 του περί Ερμηνείας Νόμου, Κεφ. 1 στο οποίο οι συνήγοροι δεν αναφέρθηκαν.  Έχει ως εξής:

"11.  Whenever any Law has already been or shall hereafter be repealed and other provisions are substitutted by the repealing Law all public instruments, forms and appointments made or issued under the repealed Law, and in force at the time of such repeal, shall, until revoked or replaced, continue good and valid in so far as they are not inconsistent with the substituted provisions."

Στην προκείμενη περίπτωση δεν υπήρξε ούτε ανάκληση ούτε αντικατάσταση του Διαδικαστικού Κανονισμού.  Η έλλειψη στο νέο νόμο οποιασδήποτε σχετικής πρόνοιας δεν εξυπονοεί, κατά την άποψή μας, ανάκληση του υπάρχοντος Διαδικαστικού Κανονισμού. Το δικαιοδοτικό έρεισμα το οποίο παρέχει το Άρθρο 163 του Συντάγματος για την εκπλήρωση δικονομικών αναγκών τις οποίες διαγιγνώσκει το Ανώτατο Δικαστήριο. 

Προκύπτει λοιπόν ότι η έφεση καταχωρήθηκε εκπρόθεσμα.  Και απορρίπτεται ως απαράδεκτη.  Με έξοδα υπέρ της εφεσίβλητης.

H έφεση απορρίπτεται με έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο