ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2005) 3 ΑΑΔ 476
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 3505)
18 Οκτωβρίου, 2005
[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π., ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ,
ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ Δ/στές.]
THECYPIOM LTD, ΙΔΙΟΚΤΗΤΡΙΑ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΤΗΣ ΕΓΓΕΓΡΑΜΜΕΝΗΣ ΙΔΙΩΤΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΤΡΙΤΟΒΑΘΜΙΑΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ "THE CYPRUS INSTITUTE OF MARKETING",
Εφεσείουσα,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Εφεσίβλητης.
_________
Σ. Δράκος, για την Εφεσείουσα.
Γ. Λαζάρου, ανώτερος δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για την Εφεσίβλητη.
_________________
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου
θα δώσει ο Δικαστής Δ. Χατζηχαμπής.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.: Η Εφεσείουσα είναι ιδιοκτήτρια ιδιωτικής σχολής τριτοβάθμιας εκπαίδευσης η οποία λειτουργούσε, κατά το σχετικό χρόνο, τέσσερις κλάδους σπουδών στην έδρα της στη Λευκωσία και τρεις κλάδους σπουδών στο παράρτημα της στη Λεμεσό. Υπήρξαν επιθεωρήσεις των εν λόγω κλάδων από το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 30 του περί Σχολών Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης Νόμου του 1996 (Ν. 67(Ι)/96) κατά τα ακαδημαϊκά έτη 1996-1997 και 1997-1998. Δικαιώματα επιθεώρησης δεν προβλέποντο στο Νόμο. Πρόνοια για αυτά έγινε με τους περί Ιδιωτικών Σχολών Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης (Τέλη και Δικαιώματα) Κανονισμών του 1998 (ΚΔΠ 180/98), οι οποίοι θεσπίσθησαν δυνάμει του Νόμου. Σχετικός με την προκειμένη περίπτωση είναι ο Κανονισμός 3(1)(β)(2)(β)(3) ο οποίος προνοεί:
"3.-(1) Οι ιδιοκτήτες ιδιωτικών σχολών καταβάλλουν στο Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού-
......................................................................................................
(β) δικαιώματα επιθεώρησης.
......................................................................................................
(2) ..................................................................................................
(β) Τα δικαιώματα επιθεώρησης καταβάλλονται στο Λογιστήριο του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού το αργότερο μέχρι το τέλος Ιουνίου κάθε ακαδημαϊκού έτους και η σχετική απόδειξη αποστέλλεται από τη σχολή στο Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού.
(3) Τα δικαιώματα, τα τέλη και η δαπάνη για την εκπαιδευτική εξιολόγηση-πιστοποίηση κλάδων σπουδών είναι εκείνα που αναφέρονται στον Πίνακα."
Στην παράγραφο (β) του Πίνακα προνοείται:
"(β) Δικαιώματα επιθεώρησης
Για κάθε κλάδο σπουδών που έχει φοιτητές και επιθεωρείται, £200 κάθε ακαδημαϊκό έτος."
Με επιστολή ημερομηνίας 29.6.1999 το Υπουργείο ζήτησε από την Εφεσείουσα να καταβάλει δικαιώματα επιθεώρησης για τις εν λόγω επιθεωρήσεις στη βάση ξεχωριστών δικαιωμάτων για κάθε κλάδο σπουδών στη Λευκωσία και στη Λεμεσό. Η Εφεσείουσα αντέδρασε με προσφυγή της η οποία απερρίφθη με την εφεσιβαλλόμενη απόφαση.
Κατά την ακρόαση, εν όψει της εν τω μεταξύ εκδοθείσας απόφασης στην υπόθεση The Cypiom Ltd ν. Δημοκρατίας, ΑΕ3331, 21.3.2005, με την οποία εκρίθη νόμιμη η επιβολή ξεχωριστών δικαιωμάτων επιθεώρησης για κάθε κλάδο σπουδών (η υπόθεση αφορούσε τα επιβληθέντα δικαιώματα επιθεώρησης των εν λόγω κλάδων σπουδών της σχολής της Εφεσείουσας για το ακαδημαϊκό έτος 1998-1999), απεσύρθησαν οι λόγοι έφεσης που αφορούσαν εκείνη τη πτυχή της εφεσιβαλλόμενης απόφασης. Ο λόγος έφεσης που παρέμεινε αφορά το κατά πόσο τα δικαιώματα επιθεώρησης μπορούσαν νόμιμα να επιβληθούν για τα ακαδημαϊκά έτη 1996-1998 και 1997-1998 δοθέντος ότι η ΚΔΠ 160/98 θεσπίσθηκε μετά από τις εν λόγω επιθεωρήσεις και έτσι, σύμφωνα με την εισήγηση του ευπαιδεύτου συνηγόρου για την Εφεσείουσα, δεν μπορούσε να έχει αναδρομική ισχύ. Παρεπέμφθη μάλιστα το Δικαστήριο στον Κανονισμό 4 της ΚΔΠ 160/98 ο οποίος προνοεί ότι:
"4. Οι παράγραφοι (α)(ν), (γ)(iii) και (δ) του Πίνακα των παρόντων Κανονισμών τίθενται σε ισχύ από τις 3 Μαΐου 1996."
Η αναδρομική ισχύς που προσδίδεται από τον κανονισμό 4, καταλήγει η εισήγηση, δεν περιλαμβάνει την παράγραφο (β) που καθορίζει τα δικαιώματα επιθεώρησης.
Ο αδελφός μας Δικαστής αποφάσισε άλλως. Στη δική του κρίση δεν ετίθετο θέμα αναδρομικότητας καθ΄όσον, όπως είπε, σημασία δεν είχε το πότε έγιναν οι επιθεωρήσεις αλλά το πότε επεβλήθησαν τα δικαιώματα, που ήταν μετά από τη θέσπιση της ΚΔΠ 160/98. Αυτή η κατάληξη είναι που απομένει να προσβάλλεται ενώπιον μας. Με όλο δε το σέβας προς τον αδελφό μας Δικαστή, έχουμε αντίθετη από αυτόν άποψη του πράγματος. Η όποια υποχρέωση καταβολής δικαιωμάτων επιθεώρησης, αν υπάρχει, δεν μπορεί να δημιουργείται κατόπιν γεγονότος αλλά το αργότερο συγχρόνως με αυτό. Εδώ η υποχρέωση καταβολής δικαιωμάτων επιθεώρησης καθιερώθηκε μετά από τις εν λόγω επιθεωρήσεις με την ΚΔΠ 160/98. Δεν είναι τυχαίο δε που και ο Κανονισμός 3, καθιερώνοντας την υποχρέωση καταβολής δικαιωμάτων επιθεώρησης, προνοεί στο εδάφιο 2(β) ότι τα δικαιώματα καταβάλλονται το αργότερο μέχρι το τέλος του σχετικού ακαδημαϊκού έτους. Το πότε εζητήθη η καταβολή δικαιωμάτων ήταν στοιχείο άσχετο προς τη διακρίβωση της υποχρέωσης. Και αν ακόμα ήταν δυνατό να επιβληθεί εκ των υστέρων υποχρέωση, αφού τέτοια δεν υφίστατο κατά το χρόνο των επιθεωρήσεων, η ΚΔΠ 160/98 στον κανονισμό 4 δεν επεκτείνει την αναδρομικότητα της στα δικαιώματα επιθεωρήσεως. Δεν χρειάζεται δε να επεκταθούμε στο Άρθρο 24.3 του Συντάγματος το οποίο εν πάση περιπτώσει απαγορεύει την αναδρομική επιβολή φόρου, τέλους ή εισφοράς, καθ΄όσον τα εν λόγω δικαιώματα επιθεώρησης ήθελαν θεωρηθεί ως φόρος, τέλος ή εισφορά.
Η έφεση λοιπόν επιτυγχάνει και η εφεσιβαλλόμενη απόφαση και διαταγή για έξοδα παραμερίζονται. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται. Η Δημοκρατία θα καταβάλει τα έξοδα της Εφεσείουσας πρωτοδίκως και κατ΄έφεση.
Π.
Δ.
Δ.
Δ.
Δ.
/ΚΧ"Π