ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 899/2009)

 

29 Φεβρουαρίου, 2012

 

[K. ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ,

 

Αιτητής,

 

-ν-

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

1.    ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑΣ, ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ,

2.    ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΚΤΗΝΙΑΤΡΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ,

 

Καθ΄ων η Aίτηση.

- - - - - -

Χρ. Χριστούδιας, για τον Αιτητή.

 

Ε. Παπαγεωργίου-Καρακάννα, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για τους

 Καθ΄ων η Αίτηση.

 

- - - - - -                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ.: Η παρούσα είναι η έκτη στη σειρά προσφυγή την οποία καταχώρησε ο αιτητής σε μια προσπάθειά του για διεκδίκηση πληρωμής από τη Δημοκρατία ποσού χρημάτων για υπερωριακή υπηρεσία την οποία είχε προσφέρει κατά τις δεκαετίες 1970 και 1980, διεκδίκηση την οποία πρόβαλε μετά την αφυπηρέτησή του κατά το 1990 από το Τμήμα Κτηνιατρικών Υπηρεσιών όπου είχε υπηρετήσει από το 1966. Δεν θα προβώ σε ιστορική αναδρομή της δικαστικής πορείας μέσα από την οποία διήλθε η διεκδίκηση του αιτητή, παραπέμποντας προς τούτο στην εισαγωγή η οποία έγινε στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου που είχε εκδοθεί από το Νικολάου Δ., ημερομηνίας 18.12.2007 στην Υπόθεση αρ. 654/2006, μεταξύ των ιδίων διαδίκων, όπου μια τέτοια συνοπτική αναδρομή παρατίθεται.

 

Όπως διαπιστώνεται από την εκδοθείσα απόφαση στην προαναφερθείσα Υπόθεση αρ. 654/2006, η διοίκηση, κατόπιν επανεξέτασης λόγω της επιτυχίας του σε προηγηθείσα προσφυγή, είχε προσφέρει στον αιτητή το ποσό των £14.950,93 προς αντιμετώπιση των διεκδικήσεών του για μεγάλο αριθμό υπερωριών και γευμάτων που εδικαιούτο, σύμφωνα με αναλυτικό υπολογισμό στον οποίο προέβηκε. Ο αιτητής όμως δεν αποδέχτηκε το ποσό εκείνο και απαίτησε τόκους, προηγουμένως αποκρυσταλλωθέντα έξοδα και κάποιες συμπληρωματικές και παρεμφερείς αξιώσεις, ανεβάζοντας το ποσό που αξίωνε στις £20.419,07. Με απόφασή τους ημερομηνίας 19.1.2006, οι καθ΄ων η αίτηση του πρόσφεραν και πάλι το υπολογισθέν ποσό των £14.950,93, καθώς επίσης και ένα επιπλέον ποσό εκ £2.500 για τελικό διακανονισμό του θέματος. Ο αιτητής με επιστολή του ημερομηνίας 31.1.2006 ζήτησε διευκρινίσεις ως προς τον τρόπο υπολογισμού του πρόσθετου ποσού των £2.500, έτσι ώστε να διαπιστώσει ποιες από τις απαιτήσεις του κάλυπτε το επιπλέον αυτό ποσό και ποιες όχι. Του δόθηκε απάντηση με επιστολή 7.2.2006 σύμφωνα με την οποία η διοίκηση επιβεβαίωνε ότι "κατά χάρη" του πρόσφερε το ποσό των £2.500 για τελικό διακανονισμό. Ο αιτητής δεν αποδέχθηκε την πρόταση εκείνη και καταχώρησε την προσφυγή αρ. 654/2006, προσβάλλοντας την απόφαση η οποία του γνωστοποιήθηκε με τις προαναφερθείσες επιστολές ημερομηνίας 19.1.2006 και 7.2.2006. Οι καθ΄ων η αίτηση, στο πλαίσιο της προσφυγής εκείνης, ήγειραν δύο προδικαστικές ενστάσεις, σύμφωνα με τις οποίες:

 

α. Η προσβαλλόμενη απόφαση δεν αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη, αλλά χρηματική διαφορά που εμπίπτει στη σφαίρα του ιδιωτικού δικαίου, και,

 

β. Ότι η προσφυγή ήταν εκπρόθεσμη.

 

Το Ανώτατο Δικαστήριο απέρριψε τις δύο ενστάσεις, μετά που τις μεταχειρίστηκε ότι ισοδυναμούσαν με ισχυρισμό ότι η προσβαλλόμενη απόφαση στερείτο εκτελεστότητας, επειδή επαναλάμβανε την αμέσως προηγούμενη απόφαση ημερομηνίας 7.9.2005. Όπως διέγνωσε το Δικαστήριο, με την προσβαλλόμενη απόφαση είχε προστεθεί ποσό £2.500 στο υπολογισθέν ποσό των £14.950,93 της προηγούμενης απόφασης. Υπήρξε επομένως μεταξύ τους σημαντική διαφορά, προφανώς ως αποτέλεσμα περαιτέρω διερεύνησης. Όπως δε πρόσθεσε το Δικαστήριο στην απόφασή του:

 

"Φαίνεται ότι η διοίκηση είχε αποδεχθεί ότι παρέμειναν εκκρεμείς απαιτήσεις σε σχέση με τις οποίες έπρεπε να καταβληθεί στον αιτητή πρόσθετο ποσό. Και δεν έχει σημασία το ότι η διοίκηση επέλεξε να χαρακτηρίσει το πρόσθετο προσόν ως προσφερόμενο "κατά χάρη". Τι αντιπροσώπευε το πρόσθετο ποσό δεν είναι γνωστό αφού η διοίκηση δεν το προσδιόρισε. Η μη αναφορά στα όποια ερείσματα υπολογισμού του πρόσθετου ποσού, σημαίνει έλλειψη αιτιολογίας. Εξ άλλου η αρχή της καλής πίστης επέβαλλε την πληρωμή τόκων και του προηγουμένως καθορισθέντος ποσού δικηγορικών εξόδων. Η υπαναχώρηση από μέρους της διοίκησης, παραβίαζε την εν λόγω αρχή."

 

Επιχειρούντες συμμόρφωση προς τις αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου, τόσο την τελευταία όσο και τις προηγούμενες, οι καθ΄ων η αίτηση απέστειλαν προς τον αιτητή επιταγή για το ποσό των €56.720,20, χωρίς αναλυτικές επεξηγήσεις. Ο δικηγόρος του αιτητή απευθύνθηκε προς τους καθ΄ων η αίτηση με επιστολή του ημερομηνίας 28.3.2009, με την οποία ευχαριστούσε για την αποσταλείσα πληρωμή, αλλά ζητούσε διευκρινίσεις, έτσι ώστε να αποφασίσει κατά πόσο να αποδεχθεί ή όχι το καταβαλλόμενο ποσό. Ρωτούσε συγκεκριμένα να πληροφορηθεί κατά πόσο  το συνολικό ποσό των £20.419,07 που αξίωνε, και ήταν αντικείμενο διερεύνησης σε προηγούμενη προσφυγή, καλυπτόταν ή όχι από το ποσό της επιταγής. Ζητούσε επίσης να μάθει τι αντιπροσώπευε το ποσό των €25.545,18, τι αντιπροσώπευε το ποσό των €31.175,02 και ποιο ποσό αντιπροσωπεύει τόκους στο συνοδευτικό δελτάριο του Γενικού Λογιστηρίου, ποιο ήταν το κεφάλαιο πάνω στο οποίο υπολογίστηκαν οι τόκοι και από πιο χρόνο και με ποιο επιτόκιο υπολογίστηκαν οι τόκοι.

 

Σε απάντηση της πιο πάνω επιστολής, οι καθ΄ων η αίτηση απέστειλαν προς το δικηγόρο του αιτητή επιστολή ημερομηνίας 9.4.2009, επεξηγώντας ότι:

 

α. Στο ποσό των €56.720,20 περιλαμβάνεται  η υπερωριακή αποζημίωση του αιτητή (£14.950,93), δηλαδή €25.545,18, καθώς επίσης και "ύψος του τόκου" από 01/01/1986 €31.175,02.

 

β. Τα δικηγορικά έξοδα ύψους €1.196,02 και €1.125,97 διευθετήθηκαν από τη Νομική Υπηρεσία.

 

Σε απάντηση, ο δικηγόρος του αιτητή ενημέρωσε τους καθ΄ων η αίτηση ότι δε συμφωνεί με το προσφερθέν ποσό των €56.720,20 προς συμμόρφωση με τις αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Ήγειρε θέμα εκκρεμουσών υποχρεώσεων για δεδουλευμένα και άλλα συναφή ωφελήματα, καθώς και τόκο από 1.1.1986 πάνω στο ποσό των €33.761,96 κεφαλαιοποιουμένων των ετήσιων τόκων.

 

Στην πιο πάνω επιστολή του αιτητή, οι καθ΄ων η αίτηση απάντησαν με επιστολή ημερομηνίας 5.6.2009. Ανέφεραν απλά ότι το ποσό των €56.720,26 περιλάμβανε τις εγκεκριμένες υπερωρίες του αιτητή (€25.545,18), ποσό που είχε αναλυθεί προηγουμένως, καθώς επίσης "και το ύψος των τόκων από 1.1.86 (€31.175,02) όπως αναφέρεται και στην υπό αναφορά απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Ο καθορισμός του τόκου από το 1986 έχει γίνει σύμφωνα με οδηγίες του Υπουργείου Οικονομικών και του Γενικού Λογιστηρίου."

 

Τελικά, όπως προστίθετο στην ίδια επιστολή:

 

"Τέλος το κατά χάρη ποσό ύψους £2,500 έχει προσφερθεί στον πελάτη σας, από την Υπηρεσία μας σε συνεννόηση με τη Νομική Υπηρεσία, για τελικό διακανονισμό του όλου προβλήματος που βασάνιζε όλους μας εδώ και χρόνια. Όμως το ποσό αυτό έχει απορριφθεί από τον πελάτη σας και στη συνέχεια εμείς αναλάβαμε την υποχρέωση για καταβολή των τόκων από το 1986, το ύψος των οποίων είναι υψηλότερο του κατά χάρη προσφερθέντος ποσού."

 

Με την παρούσα προσφυγή του ο αιτητής προσβάλλει τη νομιμότητα της απόφασης των καθ΄ων η αίτηση όπως του κοινοποιήθηκε με τις επιστολές ημερομηνίας 9.4.2009 και 5.6.2009.

 

Οι καθ΄ων η αίτηση εγείρουν και πάλι προδικαστικές ενστάσεις παρόμοιας φύσης με εκείνες που ήγειραν και απορρίφθηκαν από το Ανώτατο Δικαστήριο στην προαναφερθείσα Υπόθεση αρ. 654/2006. Ότι δηλαδή η παρούσα προσφυγή είναι εκπρόθεσμη, αφού καταχωρήθηκε πέραν των 75 ημερών μετά από τις 28.3.2009, που είναι η ημερομηνία την οποία φέρει η επιστολή του δικηγόρου του αιτητή και η οποία καταδεικνύει πλήρη γνώση της προσβαλλόμενης απόφασης. Ότι, περαιτέρω, οι επιστολές ημερομηνίας 9.4.2009 και 5.6.2009 των καθ΄ων η αίτηση αποτελούν βεβαιωτικές πράξεις και ως εκ τούτου μη εκτελεστές.

 

Και οι δύο προδικαστικές ενστάσεις θα πρέπει να απορριφθούν.

 

Το περιεχόμενο των προαναφερθεισών δύο επιστολών δεν μπορεί να θεωρηθεί ως επιβεβαιωτικό προηγούμενης απόφασης, εκείνης δηλαδή της επιστολής με την οποία αποστάληκε στον αιτητή η επιταγή ημερομηνίας 23.3.2009 μαζί με τις Λεπτομέρειες Πληρωμής με ημερομηνία 23.3.2009.

 

Η εξέταση του δεύτερου εγγράφου δεν αποκαλύπτει τίποτε άλλο παρά μια ελλιπή και κρυπτογραφική περιγραφή του ποσού της επιταγής, που είχε ως εξής:

 

"ΕΞΟΦΛΗΣΗ ΤΙΜΟΛΟΓΙΟΥ                                         25.545,18

 ΥΠΡ. ΑΠΟΖΗΜ. Γ.Ε. 654/06

 ΠΛΗΡΩΜΗ - ΤΟΚΩΝ (ΑΛΛΩΝ)                                31.175,02

 

                  ΣΥΝΟΛΟ ΠΛΗΡΩΜΗΣ (€)             56.720,20"

 

Πρόκειται για ένα ελλιπέστατο τρόπο μετάδοσης διοικητικής πράξης για πληρωμή κάποιου ποσού μετά από δαιδαλώδεις δικαστικές διαδικασίες και συνεχιζόμενες εκκρεμούσες αξιώσεις, η οποία ουδόλως μπορεί να θεωρηθεί ότι μετέδιδε στο διοικούμενο ικανή και επαρκή γνώση του αντικειμένου, έτσι ώστε να ήταν άμεσα προσβλητέο με προσφυγή. Εντελώς δικαιολογημένα ο αιτητής, μέσω του δικηγόρου του, ζήτησε ξανά και ξανά περαιτέρω ενημέρωση, έτσι ώστε να μπορεί να αποφασίσει κατά πόσο θα έπρεπε ή όχι να ασκήσει τα δικαιώματά του.

 

Έχοντας υπόψη την όλη θλιβερή προϊστορία του θέματος τούτου, το ελάχιστο το οποίο θα αναμενόταν από τη διοίκηση, θα ήταν να απευθυνθεί στον αιτητή και να του αναλύει και επεξηγεί με κάθε λεπτομέρεια τι αντιπροσώπευε επακριβώς κάθε ξεχωριστό ποσό, αν ήταν για δεδουλευμένα κλπ, αν ήταν για τόκους, από πότε, επί ποιου ποσού, με πόσο επιτόκιο, γιατί επιλέγηκε αυτό το ποσό, γιατί επιλέγηκε το συγκεκριμένο ύψος επιτοκίου, τι είχε συμβεί με την προηγούμενη προσφορά των £2.500 "κατά χάρη" κλπ. Τίποτε από όλα αυτά δεν επεξηγήθηκε στον αιτητή, παρά μόνο εκδόθηκε μια επιταγή με κρυπτογραφικές σημειώσεις και, επιπλέον, η διοίκηση, τελείως αδικαιολόγητα, εγείρει και θέμα μη εκτελεστότητας και εκπροθέσμου.

 

Οι προδικαστικές ενστάσεις απορρίπτονται ως αβάσιμες.

 

Ως προς την ουσία του πράγματος, θα πρέπει να παρατηρήσω τα εξής:

 

Προς συμμόρφωση με την προηγούμενη απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Υπόθεση αρ. 654/2006, οι καθ΄ων η αίτηση όφειλαν να πράξουν τρία πράγματα:

 

α. Να αιτιολογήσουν το ποσό των £2.500 που είχε προσφερθεί "κατά χάρη".

 

β. Να επεξηγήσουν σε τι διαφωνούν και για ποιο λόγο με τους υπολογισμούς του αιτητή.

 

γ. Να υπολογίσουν και να προσφέρουν στον αιτητή τόκο επί του όποιου οφειλόμενου και προσφερόμενου ποσού.

 

δ. Να καταβάλουν τα οφειλόμενα δικηγορικά έξοδα των προηγούμενων διαδικασιών.

 

Λυπούμαι να παρατηρήσω ότι οι καθ΄ων η αίτηση μόνο στην 4η από τις πιο πάνω υποχρεώσεις τους συμμορφώθηκαν με επάρκεια, για πληρωμή δηλαδή των δικηγορικών εξόδων, τα οποία πληρώθηκαν τελικά από τη Νομική Υπηρεσία.

 

Κατά τα άλλα, οι καθ΄ων η αίτηση δυστυχώς επέδειξαν την ίδια ανεπαρκή και επιπόλαιη αντιμετώπιση του θέματος, όπως κατά συνέπεια είχαν πράξει και στο παρελθόν.

 

Ως προς το θέμα των τόκων, πρόσφεραν στον αιτητή ένα ποσό το οποίο υποχρεούνταν να το καταβάλουν εν πάση περιπτώσει ως θέμα καλής πίστης και χρηστής διοίκησης, σύμφωνα και με τη δικαστική απόφαση. Ο αιτητής είχε και διατήρησε τη δική του άποψη ως προς το ποσό στο οποίο θα έπρεπε να υπολογισθεί ο τόκος, ως προς το ποσοστό του επιτοκίου το οποίο θα έπρεπε να εφαρμοσθεί, ως προς την ετήσια κεφαλαιοποίηση των τόκων κλπ. Οι καθ΄ων η αίτηση πρόσφεραν στον αιτητή ένα ξηρό ποσό για τόκους, χωρίς επεξήγηση ως προς τα πιο πάνω ζωτικής σημασίας θέματα.

 

Ως προς τα υπόλοιπα, οι καθ΄ων η αίτηση, τελείως λανθασμένα, θεώρησαν ότι αφ΄ης στιγμής κατέβαλλαν και τόκους, εξέλειπε η οποιαδήποτε υποχρέωσή τους για πληρωμή άλλου επιπρόσθετου ποσού για αντιμετώπιση των εκκρεμουσών διεκδικήσεων του αιτητή για υπερωρίες και άλλα ωφελήματα. Όμως, καμιά διασύνδεση δεν έπρεπε να είχε γίνει του ενός θέματος με το άλλο ως εάν να επρόκειτο περί διαζευκτικών διεκδικήσεων ή δικαιωμάτων. Όπως είχε επισημάνει το Ανώτατο Δικαστήριο στην απόφασή του στην προηγούμενη προσφυγή, οι καθ΄ων η αίτηση είχαν προσθέσει στον υπολογισμό τους το ποσό των £2.500, προφανώς ως αποτέλεσμα περαιτέρω διερεύνησης. Όπως είχε προσθέσει το Δικαστήριο, "Φαίνεται ότι η διοίκηση είχε αποδεχθεί ότι παρέμεναν εκκρεμείς απαιτήσεις σε σχέση με τις οποίες έπρεπε να καταβληθεί στον αιτητή πρόσθετο ποσό. Και δεν έχει σημασία το ότι η διοίκηση επέλεξε να χαρακτηρίσει το πρόσθετο προσόν ως προσφερόμενο «κατά χάρη»." Διάγνωσε δε το Δικαστήριο την ύπαρξη λόγου ακύρωσης της προσβαλλόμενης απόφασης επειδή ο μη προσδιορισμός του τι αντιπροσώπευε το πρόσθετο ποσό κατεδείκνυε έλλειψη επαρκούς αιτιολογίας της απόφασης.

 

Αντί τώρα οι καθ΄ων η αίτηση να έρθουν να προσδιορίσουν τι αντιπροσώπευε το πρόσθετο ποσό, προέβηκαν στην εκπληκτική ενέργεια να αποσύρουν τελείως την προσφορά του, με το ασύνδετο αιτιολογικό ότι το ποσό που τώρα προσφέρεται για τόκους ήταν μεγαλύτερο του πρόσθετου ποσού των £2.500 και με την εξίσου απαράδεκτη δικαιολογία ότι η προσφορά του ποσού εκείνου είχε δήθεν απορριφθεί από τον αιτητή.

 

Πρόκειται για ένα απαράδεκτο τρόπο διαχείρισης δημοσίου χρήματος και συμπεριφορά κατά παράβαση των κανόνων καλής πίστης και χρηστής διοίκησης. Εάν στην πραγματικότητα η διοίκηση δεν είχε προηγουμένως πεισθεί ότι ο αιτητής εδικαιούτο στην καταβολή κάποιου επιπρόσθετου ποσού, όφειλε να μην προσφέρει σ΄ αυτόν κανένα ποσό και να αφήσει το θέμα να κριθεί δικαστικά και να μην προσφέρει £2.500 ή οποιοδήποτε ποσό από δημόσιο χρήμα. Αφ΄ ης όμως στιγμής έκρινε ότι ο αιτητής θα εδικαιούτο στην πληρωμή κάποιου πρόσθετου ποσού, όφειλε να το προσφέρει, εξηγώντας πού βασίστηκε στο να το υπολογίσει και γιατί να είναι της τάξεως των £2.500 και όχι των £1.000 ή των £5.000, έτσι ώστε να γνωρίζει ο αιτητής αν ικανοποιούνταν έστω και μερικώς οι εκκρεμούσες διεκδικήσεις του. Αντί όμως να πράξει το δεύτερο, η διοίκηση απέσυρε εξ ολοκλήρου την προσφορά του προσφερθέντος ποσού με την εξίσου αβάσιμη δικαιολογία ότι υπερέβαινε το τώρα προστιθέμενο ποσό που αντιπροσώπευε τόκους. Παραγνωρίζοντας βέβαια ότι η πληρωμή τόκων ήταν εν πάση περιπτώσει εξ αρχής υποχρέωση της διοίκησης, τελείως ασύνδετη προς την εκκρεμότητα άλλων διεκδικήσεων.

 

Γι΄ αυτούς τους λόγους, η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει για ακόμα μια φορά και θα πρέπει να ακυρωθεί.

 

Είναι πράγματι λυπηρό, το να υποχρεώνεται ο πολίτης να προσφεύγει στο Δικαστήριο για έξι διαδοχικές φορές και να απασχολούνται συνεχώς τα Δικαστήρια με αχρείαστες διαμάχες οι οποίες θα μπορούσαν και θα έπρεπε να είχαν αποφευχθεί με την άσκηση κάποιας προσοχής από μέρους της διοίκησης.

 

Η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρούται με βάση τις πρόνοιες του Άρθρου 146 του Συντάγματος.

 

Τα έξοδα επιδικάζονται υπέρ του αιτητή όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

   K. Κληρίδης,

/ΧΤΘ                                                                   Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο