ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ANAΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 694/2010)
16 Φεβρουαρίου, 2012
[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΤΟΥΛΟΥΜΗΣ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΕΠΑΝΑΚΡΙΣΕΩΝ ΕΠΥ,
Καθ΄ων η Αίτηση.
Σ. Οικονομίδης, για τον Αιτητή.
Κ. Σταυρινός, για τους Καθ΄ων η Αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.: Ο Αιτητής με την παρούσα προσφυγή ζητά από το Δικαστήριο την ακύρωση της απόφασης των Καθ' ων η αίτηση, ημερ. 21.4.2010 με την οποία απέρριψαν την ιεραρχική προσφυγή του κατά της απόφασης του Συμβουλίου Κρίσεων ΕΠΥ, το οποίο τον έκρινε μη προακτέο.
Τα γεγονότα της υπόθεσης
Ο Αιτητής προσλήφθηκε ως Εθελοντής Πενταετούς Υποχρεώσεως (ΕΠΥ) στο Στρατό της Δημοκρατίας, με το βαθμό του Λοχία. Η σύμβαση πρόσληψης του ήταν αρχικά πενταετούς διάρκειας, από 28.8.2002 μέχρι 27.8.2007, η οποία ανανεώθηκε για δεύτερη πενταετή περίοδο, η οποία έληγε στις 27.8.2012. Κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας του, ανήκε στο Όπλο των Τεθωρακισμένων (ΤΘ) του Στρατού Ξηράς και υπηρετούσε με απόσπαση στην Εθνική Φρουρά.
Κατά το πρώτο εξάμηνο του 2009, παρά το γεγονός ότι ο Αιτητής βαθμολογήθηκε με «Καλός» και τυπικά πληρούσε τις προβλεπόμενες προϋποθέσεις κρίσης, κρίθηκε ομόφωνα ως μη προακτέος από το Συμβούλιο Κρίσεων των ΕΠΥ, κατά τις συνεδρίες του στις 5 και 6.11.2009. Το σχετικό αιτιολογικό έχει ως ακολούθως:-
«515 ΕΠΥ Λχίας (ΤΘ) Τουλούμης Ευάγγελος του Νικολάου (ΑΜ: 1964)
μη προακτέος (ομόφωνα)
Το Συμβούλιο κρίσεων ενώπιον του οποίου τέθηκαν όλα τα στοιχεία που περιέχονται στον ατομικό του φάκελο αφού έλαβε υπόψη του και εκτίμησε όλα τα κατά τη διάρκεια της σταδιοδρομίας του στο Στρατό στοιχεία κατέληξε στην πιο πάνω απόφαση.
Παρόλο που ο μέσος όρος των βαθμολογιών του για κάθε ουσιαστικό προσόν που προβλέπεται στον κανονισμό 25 των περί Εθελοντών Πενταετούς Υποχρεώσεως του Στρατού της Δημοκρατίας κανονισμών είναι τουλάχιστον καλώς, έκρινε ότι ο μεγάλος αριθμός πειθαρχικών ποινών που του επεβλήθηκαν, αλλά ιδιαίτερα τα αιτιολογικά τους δικαιολογούν την δυσμενή κρίση του.
Ειδικότερα, έλαβε υπόψη του ότι ελέγχθηκε πειθαρχικά με συνολική ποινή κράτησης εικοσιεννέα (29) ημερών και φυλάκισης τριάντα πέντε (35) ημερών ως ακολούθως:
(α) ...........................
.............................
(στ) ............................
Το Συμβούλιο επεσήμανε ιδιαίτερα ότι οι συχνές καθυστερήσεις στην προσέλευση του στη Μονάδα (β, ιβ, ιδ, πιο πάνω), συνιστούν το πειθαρχικό παράπτωμα της απουσίας άνευ αδείας, σύμφωνα με τον πειθαρχικό κώδικα κανονισμό 3(9) των Πειθαρχικών κανονισμών της Εθνικής Φρουράς, επίσης η μη εκτέλεση ορισθείσα εφόδου (δ πιο πάνω) συνιστά το πειθαρχικό παράπτωμα της πάσας έλλειψης υποταγής, το οποίο σύμφωνα με τον κανονισμό 10(9) των Πειθαρχικών κανονισμών της Εθνικής Φρουράς εμπίπτει στα βαρέα πειθαρχικά παραπτώματα.
Το Συμβούλιο με βάση τα πιο πάνω κατέληξε ότι ο ανωτέρω ΕΠΥ δεν επιδεικνύει τον απαιτούμενο ζήλο και ενδιαφέρον για την υπηρεσία, ούτε την απαιτούμενη επιμέλεια και τυπικότητα στην εκτέλεση των καθηκόντων του καθώς και στην ακριβή εκτέλεση των διατασσομένων και την τήρηση του νόμου.
Επίσης το Συμβούλιο έλαβε υπόψη τις χαμηλές βαθμολογίες τους τις Εκθέσεις Ικανότητας του από 19/08/03 μέχρι 31/12/03 (6/6), από 01/01/04 μέχρι 31/12/04 (7/7), από 01/01/05 μέχρι 06/10/05 (6/6) και 29/8/08 μέχρι 31.12.08 (6/6)».
Μετά από αυτή την εξέλιξη και με βάση τις διατάξεις του Κανονισμού 30 των περί Εθελοντών Πενταετούς Υποχρεώσεως του Στρατού της Δημοκρατίας Κανονισμών του 1995 μέχρι 2002 (ΚΔΠ 44/95), στο εξής «οι Κανονισμοί», το όνομα του αναγράφηκε σε σχετικό Πίνακα.
Στη συνέχεια ο Υπουργός, στον οποίο παραπέμφθηκε ο Πίνακας μαζί με τα πρακτικά του Συμβουλίου, με απόφασή του ημερ. 23.12.2009, κύρωσε τους Πίνακες των κριθέντων ΕΠΥ ως μη προακτέων. Ο Αιτητής, μετά που ενημερώθηκε σχετικά, προσέφυγε στο Συμβούλιο Επανακρίσεων, για επανεξέταση της περίπτωσής του, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονισμού 31 των Κανονισμών.
Στις 12.4.2010 το Συμβούλιο Επανακρίσεων, αφού εξέτασε την ιεραρχική προσφυγή του, την απέρριψε για το λόγο ότι, μέχρι τότε, ο Αιτητής διέπραξε σωρεία πειθαρχικών παραπτωμάτων. Το σχετικό μέρος της απόφασης, έχει ως ακολούθως:-
«Το Συμβούλιο, κατέληξε στην πιο πάνω απόφαση, επειδή έκρινε ότι τα δέκα έξι (16) πειθαρχικά παραπτώματα που διέπραξε, για τα οποία του επιβλήθηκαν, μεταξύ των ετών 2002 και 2009, πειθαρχικές ποινές κράτησης και φυλάκισης, είναι αρκετά σοβαρά για μέλος του Στρατού. Συγκεκριμένα:
(α) .............................
.............................
.............................
(ιστ) ...........................
Το Συμβούλιο εξέτασε τους ισχυρισμούς του ΕΠΥ Λοχία (ΤΘ) Τουλούμη Ευάγγελου, που περιλαμβάνονται στην ιεραρχική του προσφυγή και σημείωσε ότι, παρόλο που στις Εκθέσεις Ικανότητάς του στον κατεχόμενο βαθμό ο μέσος όρος της βαθμολογίας του για κάθε ουσιαστικό προσόν είναι τουλάχιστον «καλός», που πιθανό να δικαιολογούσε την κρίση του ως προακτέου, εντούτοις έκρινε ότι ο μεγάλος αριθμός των πειθαρχικών παραπτωμάτων που διέπραξε, για τα οποία ελέγχθηκε πειθαρχικά και ιδιαίτερα η φύση και σοβαρότητά τους δικαιολογούν την κρίση του ως μη προακτέου. Περαιτέρω, το Συμβούλιο επεσήμανε ότι ο μεγάλος αριθμός των πειθαρχικών παραπτωμάτων που διέπραξε υποδηλούν ότι αυτός δεν επεδείκνυε τον απαιτούμενο ζήλο και ενδιαφέρον για την υπηρεσία, την απαιτούμενη επιμέλεια και τυπικότητα στην εκτέλεση των καθηκόντων του, καθώς και στην ακριβή εκτέλεση των εντολών που του δίνονταν.»
Ακολούθως ο Αρχηγός, με επιστολή του ημερ. 21.4.2010, υπέβαλε προς τον Υπουργό τα πρακτικά του Συμβουλίου Επανακρίσεων και τους Οριστικούς Πίνακες των Κρίσεων ΕΠΥ και εισηγήθηκε δυνάμει του Κανονισμού 49(1)(στ) των σχετικών Κανονισμών, τον τερματισμό της απασχόλησης του Αιτητή.
Στις 3.5.2010 ο Υπουργός υιοθετώντας την εισήγηση του Αρχηγού, αποφάσισε τον τερματισμό της σύμβασης απασχόλησής του στο Στρατό της Δημοκρατίας. Ο Αιτητής ενημερώθηκε σχετικά με επιστολή ημερ. 6.5.2010, με την οποία οι Καθ' ων η αίτηση τον πληροφόρησαν ότι η απασχόληση του τερματιζόταν από την 1.6.2010.
Η νομική πτυχή
Ο δικηγόρος του Αιτητή στο δικόγραφο της προσφυγής προβάλλει τρεις λόγους για ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης, (1) ότι λήφθηκε κατά παράβαση των σχετικών Κανονισμών, ΚΔΠ 44/95, (2) ότι η αιτιολογία που δόθηκε δεν είναι η δέουσα και (3) ότι λήφθηκε υπό καθεστώς πλάνης. Παρά ταύτα, στη γραπτή αγόρευσή του, πέραν των πιο πάνω λόγων, εγείρει ανεπίτρεπτα και νέα νομικά ζητήματα, όπως την πλάνη περί το νόμο και τα πράγματα και την κατάχρηση ή υπέρβαση εξουσίας. Τα πρόσθετα αυτά ζητήματα δεν θα εξεταστούν, αφού παραβιάζουν τους κανόνες ορθής δικογράφησης νομικών σημείων. Όπως είναι γνωστό, μέσα από τις αγορεύσεις δεν είναι δυνατή η έγερση νέων λόγων ακύρωσης.
Η προδικαστική ένσταση
Ο συνήγορος των Καθ' ων η αίτηση, με αναφορά στην Παπαδόπουλος ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 677/04, ημερ. 9.1.2005, ήγειρε προδικαστική ένσταση ότι οι δύο λόγοι ακύρωσης δεν πρέπει να τεθούν υπό δικαστική κρίση, αφού σύμφωνα με τον Κανονισμό 7 των Διαδικαστικών Κανονισμών του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, κάθε διάδικος οφείλει με τις έγγραφες προτάσεις του να εκθέτει και να αιτιολογεί πλήρως τα νομικά σημεία επί των οποίων στηρίζεται. Όπως εξήγησε, ο Αιτητής, κατά παράβαση του πιο πάνω Διαδικαστικού Κανονισμού, στο δικόγραφο της προσφυγής του ισχυρίζεται γενικά και αόριστα ότι έχουν παραβιαστεί διάφοροι Κανονισμοί, χωρίς να τους συγκεκριμενοποιεί. Επίσης, ότι ο Αιτητής ενώ ισχυρίζεται ότι δόθηκε υπερβολική βαρύτητα στα πειθαρχικά παραπτώματά του, παραβλέποντας τη βαθμολογία των προσόντων του, δεν συγκεκριμενοποιεί τα νομικά σημεία που προκύπτουν. Το γεγονός ότι οι λόγοι ακύρωσης εξειδικεύονται στη γραπτή αγόρευση του δικηγόρου του Αιτητή, δεν θεραπεύει την κατάσταση.
Η προδικαστική ένσταση των Καθ' ων η αίτηση δεν ευσταθεί. Παρόμοιο ζήτημα τέθηκε πρόσφατα στη Χριστόδουλου Χριστοδούλου ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 910/10, ημερ. 7.6.2011, η οποία υιοθέτησε τις αποφάσεις Παπακυριακού ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 798/08, ημερ. 25.2.2008 και Κωνσταντινίδου ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 947/07, ημερ. 16.5.2008.
Οι λόγοι ακύρωσης
Επί της ουσίας, κύριος άξονας της επιχειρηματολογίας του δικηγόρου του Αιτητή προς ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης, είναι η πραγματική και νομική πλάνη και η παράβαση Κανονισμών. Όπως ανέφερε, το Συμβούλιο έδωσε υπερβολική και υπέρμετρη βαρύτητα στα 16 πειθαρχικά παραπτώματα που διέπραξε ο Αιτητής, αγνοώντας ή μη σταθμίζοντας δεόντως τις ικανότητες του Αιτητή, όπως αυτές προέκυπταν από τις Εκθέσεις Ικανότητας που αφορούσαν στο άτομό του (βαθμολογήθηκε ως «Τουλάχιστον Καλός»). Επίσης παραπονείται ότι οι Καθ' ων η αίτηση δεν αιτιολόγησαν ειδικά την απόφαση τους να κρίνουν το Αιτητή ως μη προακτέο, δεδομένου ότι τόσο οι βαθμολογίες του στις «Εκθέσεις Ικανότητας» ήταν ψηλές, όσο και τα σχόλια των προϊσταμένων του, οι οποίοι, με εξαίρεση το τρίμηνο 29.8.2008 με 31.12.2008, τον χαρακτήριζαν «άψογο χαρακτήρα» και με «άρτια κατάρτιση».
Ως προς την αιτιολογία, ανέφερε αυτή ότι για να είναι επαρκής, θα έπρεπε να εξειδικεύει τους συγκεκριμένους λόγους για τους οποίους το Συμβούλιο έκρινε ότι τα πειθαρχικά παραπτώματα του Αιτητή ήταν σημαντικότερης, ουσιαστικότερης και καθοριστικότερης σημασίας από τη βαθμολογημένη αξία και ικανότητα του Αιτητή. Με δεδομένο ότι η κρίση του Συμβουλίου είναι αντίθετη με τις Εκθέσεις Ικανότητας του Αιτητή, θα έπρεπε να δοθεί επαρκής και πειστική αιτιολογία, αλλά δεν δόθηκε.
Οι λόγοι ακύρωσης ευσταθούν.
Σύμφωνα με τον Κανονισμό 25, τα «ουσιαστικά προσόντα» ενός ΕΠΥ τα οποία προσδιορίζουν γενικά την ικανότητα και αξία του, αποτελούν τα βασικά στοιχεία πάνω στα οποία στηρίζεται η κρίση του. Τα ουσιαστικά αυτά προσόντα διακρίνονται στα «σωματικά του προσόντα, στα ψυχικά του προσόντα, στη νοημοσύνη και ευφυία του, στο χαρακτήρα του, στην αφοσίωσή του στο καθήκον, στην υπευθυνότητά του, στην πειθαρχία του, στα ηγετικά του προσόντα, στα διοικητικά του προσόντα και στα επαγγελματικά του προσόντα».
Σύμφωνα με το άρθρο 28(2), το πενταμελές Συμβούλιο Κρίσεων προτού κρίνει ένα ΕΠΥ ως προακτέο ή μη προακτέο, λαμβάνει υπόψη και συνεκτιμά όλα τα κατά τη διάρκεια της σταδιοδρομίας του ΕΠΥ στο Στρατό στοιχεία που υπάρχουν στον ατομικό του φάκελο, δίδοντας ιδιαίτερη σημασία στα στοιχεία του κατεχόμενου βαθμού.
Σύμφωνα με τον Κανονισμό 49(1), η απασχόληση ενός ΕΠΥ τερματίζεται, με απόφαση του Υπουργού σε οποιοδήποτε στάδιο της υπηρεσίας του, σε οκτώ περιπτώσεις. Μια από αυτές είναι όταν κριθεί μη προακτέος [Καν. 49(1)(στ)], όπως είναι και η περίπτωση του Αιτητή. Σύμφωνα με τον Κανονισμό 29(2) των Κανονισμών, ΕΠΥ του οποίου η βαθμολογία κατά μέσο όρο είναι κάτω του «Καλού», δηλαδή κάτω των 6 μονάδων από τις 10, δεν μπορεί αν κριθεί ως προακτέος.
Στην προκειμένη περίπτωση, όπως φαίνεται από την προσβαλλόμενη απόφαση, το Συμβούλιο έλαβε υπόψη από τη μια τη γενική βαθμολογία του που ήταν «Καλή», αλλά από την άλλη έκρινε ότι «ο μεγάλος αριθμός των πειθαρχικών παραπτωμάτων που διέπραξε για τα οποία ελέγχθηκε πειθαρχικά και ιδιαίτερα η φύση και σοβαρότητά τους δικαιολογούν την κρίση του ως μη προακτέου. Περαιτέρω, το Συμβούλιο επεσήμανε ότι ο μεγάλος αριθμός πειθαρχικών παραπτωμάτων που διέπραξε υποδηλούν ότι αυτός δεν επεδείκνυε τον απαιτούμενο ζήλο και ενδιαφέρον για την υπηρεσία, την απαιτούμενη επιμέλεια και τυπικότητα στην εκτέλεση των καθηκόντων του, καθώς και στην ακριβή εκτέλεση των εντολών που του δίνονταν». Στην ουσία το Συμβούλιο έκρινε ότι στα υπ' αριθμό 6 και 8 «ουσιαστικά προσόντα» ήτοι «αφοσίωση» και «πειθαρχία», ο Αιτητής υστερούσε, με αποτέλεσμα να τον κρίνει ως μη προακτέο. Τα δύο αυτά στοιχεία, προσδιορίζονται στον Κανονισμό 25(6) και (8) των Κανονισμών, ΚΔΠ 44/95, ως ακολούθως:-
«25.-(6) Η αφοσίωση του ΕΠΥ στο καθήκον αναφέρεται στο ζήλο και το ενδιαφέρον του για την υπηρεσία και στην επιμέλεια και τυπικότητά του στην εκτέλεση των καθηκόντων του.
(8) Η πειθαρχία του ΕΠΥ αναφέρεται στην ακριβή εκτέλεση των διατασσομένων και στην τήρηση του νόμου και της τάξης.»
Όμως στα πιο πάνω προσόντα ο Αιτητής είχε βαθμολογηθεί στις 7 αξιολογήσεις 2005-2009, με μέσο όρο στην αφοσίωση 6.9 (Καλός) και στην πειθαρχία με 8.5 (Πολύ Καλός). Μάλιστα, αν εξαιρεθεί η μία τρίμηνη αξιολόγηση 29.8.2008-31.12.2008 που είχε μειωμένη απόδοση, για όλες τις άλλες έξι αξιολογήσεις από την αρχή της σταδιοδρομίας του μέχρι την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης, είχε ψηλές βαθμολογίες και ευνοϊκά σχόλια. Ειδικά για το ποσόν της «αφοσίωσης» είχε μέσο όρο 9.1, ενώ για την «πειθαρχία» 8.98. Αυτά τα στοιχεία οι Καθ' ων η αίτηση δεν τα εκτίμησαν ορθά και υπέπεσαν σε πλάνη, αφού παρέλειψαν να λάβουν υπόψη ότι, σύμφωνα με τον Κανονισμό 28(2) των Κανονισμών, το Συμβούλιο Κρίσεων κατά την κρίση ΕΠΥ λαμβάνει υπόψη του και εκτιμά «όλα τα κατά τη διάρκεια της σταδιοδρομίας του στον Στρατό στοιχεία». Η σημασία που έδωσε το Συμβούλιο στα πειθαρχικά παραπτώματα, ήταν δυσανάλογη και ερχόταν σε αντίθεση με τη βαθμολογία του Αιτητή. Ενώ για τα ίδια στοιχεία βαθμολογήθηκε προακτέος, οι Καθ' ων η αίτηση απέδωσαν για τα ίδια στοιχεία άλλη βαρύτητα, γεγονός που συνιστά πλάνη (βλ. Λευκαρίτης ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 84/2001, ημερ. 27.9.2001 και Τιαγκούδης ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 1061/2001, ημερ. 23.5.2003).
Μπορεί ο Αιτητής να είχε υποπέσει σε πολλά πειθαρχικά παραπτώματα, όμως οι Καθ' ων η αίτηση παρέλειψαν να λάβουν υπόψη και να σταθμίσουν δεόντως τις πολύ καλές βαθμολογίες του, (κατά το μεγαλύτερο διάστημα της υπηρεσίας του είχε βαθμολογηθεί από 8 μέχρι 10), καθώς και τα ευνοϊκά σχόλια των εκάστοτε προϊσταμένων του. Ο Κανονισμός 23(1), (2)(α) των Κανονισμών, ανάμεσα σε άλλα προνοεί ότι κατά τις ετήσιες κρίσεις λαμβάνονται υπόψη «Όλες οι εκθέσεις ικανότητας του που αναφέρονται στον Κανονισμό 24 των παρόντων Κανονισμών».
Ούτε η αιτιολογία των Καθ' ων η αίτηση είναι επαρκής, αφού χρησιμοποιεί γενικούς όρους από τους ίδιους τους Κανονισμούς, χωρίς να εξειδικεύει την άσκηση της διακριτικής τους ευχέρειας. Για παράδειγμα, θεωρούν ότι η «φύση και σοβαρότητα» των πειθαρχικών παραπτωμάτων δικαιολογούν την κρίση τους να θεωρήσουν τον Αιτητή ως μη προακτέο. Όμως αρκετά από τα πειθαρχικά παραπτώματα από μόνα τους δεν φαίνονται να ήταν ιδιαίτερα σοβαρά. Οι Καθ' ων η αίτηση όφειλαν να εξειδικεύσουν ποια από τα παραπτώματα ήταν τόσο σοβαρά, που να δικαιολογούν την κρίση τους. Ο Αιτητής καθυστέρησε στην προσέλευση του στην υπηρεσία, 3 φορές σε 7 χρόνια. Παρά ταύτα, το Συμβούλιο Κρίσεων αναφέρεται σε «συχνές καθυστερήσεις» στην προσέλευση του και κατατάσσει τις παραβάσεις στα βαρέα πειθαρχικά παραπτώματα, χωρίς περαιτέρω στάθμιση όλων των στοιχείων. Με τον ίδιο τρόπο, η μη εκτέλεση από τον Αιτητή ορισθείσας εφόδου σε μια μόνο περίπτωση μέσα σε 7 χρόνια, χωρίς οποιαδήποτε αξιολόγηση, χαρακτηρίζεται ως «βαρύ πειθαρχικό παράπτωμα».
Κατά την άποψή μου, η κρίση του Συμβουλίου Κρίσεων ότι ο Αιτητής ήταν μη προακτέος, ήταν το αποτέλεσμα πλάνης και έλλειψης δέουσας αιτιολογίας, με αποτέλεσμα να συμπαρασύρει σε ακυρότητα και την προσβαλλόμενη απόφαση του Συμβουλίου Επανακρίσεων που την επιβεβαίωσε.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με €1.400 έξοδα, πλέον ΦΠΑ, υπέρ του Αιτητή. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται, δυνάμει του Άρθρου 146.4(β) του Συντάγματος.
(Υπ.) Γ. Ερωτοκρίτου, Δ.
/ΕΠσ