ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ΚΡΙΝΟΣ ΜΑΚΡΙΔΗΣ ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, Υπόθεση Αρ. 8/2012, 17/5/2013
ΑΝΔΡΕΑΣ ΟΝΟΥΦΡΙΟΥ ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ κ.α., Υπόθεση Αρ. 1680/2011, 27/9/2012
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 581/2011)
16 Ιανουαρίου, 2012
[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στης]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤO ΑΡΘΡO 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΑΝΔΡΕΑΣ ΟΝΟΥΦΡΙΟΥ,
Αιτητής,
ΚΑΙ
1. ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΔΙΑ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΩΣ,
2. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΤΩΝ ΚΕΝΤΡΙΚΩΝ ΦΥΛΑΚΩΝ,
Καθ΄ ων η αίτηση.
____________________
Ο Αιτητής παρουσιάζεται προσωπικά.
Δ. Εργατούδη (κα.), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.: Με την προσφυγή του ο αιτητής, ο οποίος εμφανίζεται χωρίς δικηγόρο, ζητά δήλωση και/ή απόφαση του δικαστηρίου ότι η απόφαση του Διευθυντή Φυλακών να του επιβάλει ποινή για πειθαρχικό παράπτωμα είναι παράνομη και αντισυνταγματική, συνιστά κατάφορη στέρηση ανθρωπίνων δικαιωμάτων του αιτητή, λήφθηκε καθ΄ υπέρβαση και κατάχρηση εξουσίας, είναι αδικαιολόγητη και στερείται νομικού αποτελέσματος.
Η προσφυγή βασίζεται στα εξής γεγονότα:
(α) Οι καθ΄ ων η αίτηση στις 15.4.11, κατά παράβαση του άρθρου 156 του περί Φυλακών Νόμου, κατηγόρησαν τον αιτητή ότι την 1.12.10 γνώριζε ότι κάποιος άλλος κρατούμενος στις Φυλακές είχε στην κατοχή του κινητό τηλέφωνο και δεν το απεκάλυψε και του επέβαλαν ποινή 10 ημερών απομόνωση στο κελί του από η ώρα 18.30 μέχρι 06.00.
(β) Οι καθ΄ ων η αίτηση στις 15.4.11, κατά παράβαση του άρθρου 156 του περί Φυλακών Νόμου, κατηγόρησαν τον αιτητή ότι βρέθηκε κινητό τηλέφωνο στο δωμάτιο του, στις 24.1.11 και του επέβαλαν ποινή 40 ημερών απομόνωσης στο κελί του από η ώρα 18.30 μέχρι 06.00.
(γ) Οι καθ΄ ων η αίτηση στις 15.4.11, κατά παράβασης της Σύμβασης (για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου) και του Συντάγματος, χωρίς προσέλευση μαρτύρων κατηγορίας, έκριναν ένοχο τον αιτητή και τον παρεμπόδισαν στην άσκηση του δικαιώματος της αντεξέτασης μαρτύρων κατηγορίας και την προσέλευση μαρτύρων υπεράσπισης.
Οι καθ΄ ων η αίτηση προέβαλαν προδικαστική ένσταση ότι με την προσφυγή δεν προσβάλλεται εκτελεστή διοικητική πράξη σύμφωνα με την έννοια του άρθρου 146 του Συντάγματος, αλλά διοικητικό μέτρο εσωτερικής φύσης.
Με τη συμφωνία των δύο πλευρών το δικαστήριο άκουσε, κατά προτεραιότητα, την προδικαστική ένσταση. Οι καθ΄ ων η αίτηση καταχώρησαν γραπτή αγόρευση προς υποστήριξη της θέσης τους ενώ ο αιτητής αγόρευσε και προφορικά προς υποστήριξη της θέσης του.
Για τους σκοπούς της παρούσας απόφασης, αναφορικά με το παραδεκτό της προσφυγής, δεν θα εξετάσω το κατά πόσο η προσβαλλόμενη απόφαση είναι συγκεκριμένη ή το κατά πόσο προσβάλλονται πέραν της μιας πράξεως. Εκείνο στο οποίο θα επικεντρωθώ είναι η εκτελεστότητα της οποιασδήποτε απόφασης προσβάλλει ο αιτητής.
Θα θεωρήσω ότι ο αιτητής προσβάλλει δύο αποφάσεις, εκείνη της 15.4.11 με την οποίαν του επιβλήθηκε ποινή 10 ημερών απομόνωσης στο κελί του κατά τις προαναφερόμενες ώρες, επειδή δεν ανέφερε στις Αρχές των Φυλακών ότι συγκρατούμενος τους είχε στην κατοχή του κινητό τηλέφωνο, ενώ το εγνώριζε, και εκείνη της 15.4.11 με την οποίαν του επιβλήθηκε ποινή 40 ημερών απομόνωσης στο κελί του κατά τις προαναφερόμενες ώρες επειδή βρέθηκε κινητό τηλέφωνο στο δωμάτιο του στις 24.1.11.
Το ζήτημα του τι συνιστά εκτελεστή διοικητική πράξη η οποία υπόκειται στον αναθεωρητικό έλεγχο του Ανωτάτου Δικαστηρίου, σύμφωνα με το άρθρο 146 του Συντάγματος, κρίθηκε δικαστικά πολλές φορές.
Στην προκείμενη περίπτωση το ζήτημα που εγείρεται είναι το κατά πόσο οι προσβαλλόμενες πράξεις είναι εκτελεστές ή συνιστούν διοικητικά μέτρα εσωτερικής φύσεως, εναντίον των οποίων δεν χωρεί προσφυγή δυνάμει του άρθρου 146. Στο σύγγραμμα Ν. Χρ. Χαραλάμπους, Η Δράση και ο Έλεγχος της Δημόσιας Διοίκησης, 2η έκδοση, στις σελ. 116-118 αναφέρονται κάποια παραδείγματα εκτελεστών πράξεων και κάποια άλλα διοικητικών μέτρων εσωτερικής φύσης. Στην υπόθεση Vrahimis v. Republic (1984) 3(B) C.L.R. 1428 τονίστηκε ότι το διοικητικό δίκαιο διακρίνει τις δηλώσεις της διοίκησης οι οποίες είναι καθοριστικές των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων των πολιτών, από τις πράξεις εσωτερικής φύσης οι οποίες δεν έχουν διακριτά νόμιμα αποτελέσματα. Ο καθηγητής Forsthoff (πρώτος Πρόεδρος του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου της Κυπριακής Δημοκρατίας) στο σύγγραμμα του «The Administrative Act» κατηγοριοποιεί τις πράξεις ανάλογα με το κατά πόσον αναφέρονται σε μια «βασική σχέση» ή μόνο σε μια «λειτουργική σχέση». Μόνον οι πρώτες πράξεις υπόκεινται σε αναθεωρητικό δικαστικό έλεγχο. Μεταξύ των παραδειγμάτων που δίνει για τη λειτουργική σχέση είναι και οδηγία των Αρχών των Φυλακών να υποβληθεί ένας κρατούμενος σε ιατρική εξέταση. Ο καθηγητής Στασινόπουλος στο σύγγραμμα του «Το Δίκαιο των Διοικητικών Πράξεων» του 1991, στις σελ. 141-143, εξηγεί ότι η επιβολή πειθαρχίας, στα πλαίσια μιας λειτουργικής σχέσης, συνιστά πράξη η οποία συναρτάται με τη διοικητική σχέση που έχει ένα όργανο και αυτοί που υπόκεινται στην εξουσία του. Τέτοιες πράξεις βρίσκονται εκτός του δικαστικού ελέγχου καθότι δεν παράγουν έννομα αποτελέσματα. Η εξουσία επιβολής πειθαρχίας, από ένα όργανο, θεωρείται, σε τέτοιες περιπτώσεις, ως θεσμικά απαραίτητη για τη λειτουργία του οργάνου. Κατά συνέπεια ποινές, παρεμφερείς με την άσκηση τέτοιας θεσμικής εξουσίας, διακρίνονται από τις, καθ΄ αυτό, πειθαρχικές ποινές, όπως είναι αυτές που επιβάλλονται σε δημοσίους λειτουργούς και οι οποίες έχουν άμεσες συνέπειες στην υπόσταση και τη σταδιοδρομία τους.
Σύμφωνα με τη γαλλική διοικητική νομολογία, όπως την εξηγεί ο καθηγητής Τάχος, υπάρχει διάκριση μεταξύ διοικητικών πράξεων καθοριστικών νομικών δικαιωμάτων και εσωτερικών πράξεων της διοικήσεως. Τα δικαστήρια αποφασίζουν κατά πόσον μια πράξη ανήκει στην πρώτη ή τη δεύτερη κατηγορία, με ευελιξία, λαμβάνοντας υπόψη όχι μόνον τα τυπικά χαρακτηριστικά μιας πράξης αλλά και τις συνέπειες που έχει στους πολίτες. Τα δικαστήρια λαμβάνουν επίσης υπόψη όχι μόνον τις σχετικές νομικές αρχές αλλά και ζητήματα πολιτικής του δικαίου. Κατά πόσον δηλαδή είναι επιθυμητό μια πράξη να υπόκειται σε δικαστικό έλεγχο ή όχι. Συναφώς έχει αποφασιστεί ότι πράξεις που αφορούν σε πειθαρχικά μέτρα μαθητών σχολείων, είναι ανεπιθύμητο να υπόκεινται σε δικαστικό έλεγχο, εκτός εάν επηρεάζουν τη βασική σχέση μαθητή-σχολείου (Δέστε: Πολυχρόνης ν. Δημοκρατίας (1997) 1 Α.Α.Δ. 48). Ο καθηγητής Δαγτόγλου στο «Γενικό Διοικητικό Δίκαιο», 3η έκδοση, του 1992, αναφέρει στη σελ. 238 ότι ο σχολικός κανονισμός που αφορά την εμφάνιση και συμπεριφορά των μαθητών ενός σχολείου, έχει, εφόσον περιορίζεται σε εύλογα, από την ανάγκη ομαλής λειτουργίας του σχολείου επιβαλλόμενα όρια, εσωτερικό μόνο χαρακτήρα. Μέτρο εσωτερικής τάξεως αποτελεί και η επιβολή πειθαρχικής ποινής για την παράβαση των σχολικών κανονισμών, όταν η ποινή έχει μορφή και ένταση που δεν επηρεάζει τον πυρήνα της σχολικής σχέσεως.
Στην πρόσφατη απόφαση Ονουφρίου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. 316/11, ημερ. 3.8.11, (ο αιτητής ήταν ο ίδιος με τον παρόντα αιτητή), ο αδελφός Δικαστής Κωνσταντινίδης έκρινε ότι η απόφαση του Διευθυντή των Φυλακών να απορρίψει το αίτημα του αιτητή να δέχεται επισκέψεις μελών της οικογένειας του, σε ανοικτό χώρο των Φυλακών (αντί σε κλειστό), συνιστούσε διοικητικό μέτρο εσωτερικής φύσης και όχι εκτελεστή διοικητική πράξη. Στην υπόθεση Ονουφρίου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. 2009/06, ημερ. 8.6.07, (αφορά και πάλι τον ίδιο αιτητή), η αδελφή Δικαστής Παπαδοπούλου έκρινε ότι η απόφαση του Διευθυντή των Φυλακών να απαγορεύσει επισκέψεις φίλων του αιτητή στις Φυλακές, δεν συνιστούσε εκτελεστή διοικητική πράξη αλλά εσωτερικό μέτρο λειτουργίας και ασφάλειας των Φυλακών.
Δεν μου διαφεύγει ότι η παρούσα υπόθεση δεν είναι πανομοιότυπη με τις δύο προαναφερόμενες καθότι αφορά σε παράβαση άλλου κανονισμού των Φυλακών και συγκεκριμένα του 151(1) η οποία επέσυρε στον αιτητή την ποινή του περιορισμού στο κελί του για συγκεκριμένες ώρες και συγκεκριμένες μέρες και δεν αφορά στην επίσκεψη φίλων του ή στον καθορισμό του χώρου στον οποίο θα γίνονται οι επισκέψεις, εντός των Φυλακών. Θεωρώ ότι η ποινή που επιβλήθηκε στον αιτητή στην παρούσα υπόθεση, των 40 και των 10 ημερών περιορισμού στο κελί του κατά τις προαναφερόμενες ώρες, είναι πιο επιβαρυντική από τις κυρώσεις ή τις διευθετήσεις που είχαν γίνει στις προαναφερόμενες δύο υποθέσεις. Όμως, σύμφωνα με τον Καν. 151(1), η εξουσία περιορισμού ενός φυλακισμένου-κρατουμένου στο κελί του ή σε απομόνωση παρέχεται, μεταξύ άλλων, για σκοπούς διατήρησης της πειθαρχίας και της τάξης, στις Φυλακές, και για πειθαρχικούς σκοπούς.
Κατά την κρίση μου και η ποινή που επιβλήθηκε στον αιτητή, από το Διευθυντή των Φυλακών, στην παρούσα υπόθεση συνιστά διοικητικό μέτρο εσωτερικής φύσης εφόσον εντάσσεται στα πλαίσια της άσκησης των εξουσιών του Διευθυντή των Φυλακών για διατήρηση της πειθαρχίας και της τάξης στο ίδρυμα ή και για πειθαρχικούς σκοπούς και δεν επηρεάζει την υπόσταση και τα έννομα δικαιώματα και υποχρεώσεις του αιτητή. Θεωρώ ότι οι ποινές που του επιβλήθηκαν εντάσσονται στο πλαίσιο της λειτουργικής σχέσης του σωφρονιστικού ιδρύματος με τον αιτητή, ο οποίος είναι φυλακισμένος εκεί. Είναι παραδεκτό, εξάλλου, ότι διοικητικά μέτρα εσωτερικής φύσης είναι δυνατό να επηρεάζουν, παρεμφερώς, κάποια δικαιώματα, όπως π.χ. το δικαίωμα εξόδου από τη χώρα στις περιπτώσεις που κάποιος τίθεται στον κατάλογο απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα, αλλά αυτό δεν αλλάζει τη φύση του μέτρου.
Για σκοπούς πολιτικής του δικαίου εκτιμώ ότι δεν θα ήταν ορθό το Ανώτατο Δικαστήριο να καταστεί κριτής των μέτρων εσωτερικής πειθαρχίας που λαμβάνει ο Διευθυντής των Φυλακών με σκοπό την τήρηση της πειθαρχίας και της τάξης στο σωφρονιστικό ίδρυμα. Η Κυπριακή Δημοκρατία έχει υποχρέωση βέβαια να σέβεται πλήρως τα ανθρώπινα δικαιώματα των κρατουμένων-φυλακισμένων στις Φυλακές και να τους παρέχει τη δυνατότητα αναθεώρησης των αποφάσεων του Διευθυντή των Φυλακών, από ανεξάρτητο Σώμα, όμως αυτό δεν υπαγορεύει ότι οι αποφάσεις του Διευθυντή θα πρέπει να υπόκεινται σε δικαστικό έλεγχο, απευθείας, ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Σχετικά είναι τα όσα αναφέρθηκαν στην απόφαση του ΕΔΑΔ στην υπόθεση Ονουφρίου ν. Κύπρου, αρ. Αιτήσεως 24407/04, ημερ. 7.1.10, η οποία επίσης αφορά τον παρόντα αιτητή και στην οποία παρατίθεται απόσπασμα από την έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Πρόληψη των Βασανιστηρίων και της Απάνθρωπης ή Ταπεινωτικής Μεταχείρισης ή Τιμωρίας (CPT), ημερ. 5.4.2008. Στην υπόθεση εκείνη το ΕΔΑΔ έκρινε ότι η προσφυγή του αιτητή, που αφορούσε παράπονα του δυνάμει των άρθρων 3, 8 και 13 της ΕΣΔΑ, ήταν παραδεκτή.
Σημειώνω συναφώς ότι στην προαναφερόμενη απόφαση του ΕΔΑΔ το δικαστήριο παρατήρησε ότι δεν πείστηκε ότι το άρθρο 146 του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας προσφέρει αποτελεσματική θεραπεία σε αιτητή που παραπονείται για απόφαση Διευθυντή των Φυλακών να τον θέσει σε απομόνωση και να περιορίσει τα δικαιώματα επισκέψεων του. Παρά την περί του αντιθέτου θέση της Κυπριακής Δημοκρατίας (η οποία βέβαια έρχεται σε αντίθεση με τη θέση που προβάλλει στην παρούσα υπόθεση ενώπιον του παρόντος δικαστηρίου) το ΕΔΑΔ παρατήρησε ότι δεν αναφέρθηκε οποιαδήποτε απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου όπου απόφαση του Διευθυντή των Φυλακών, με το προαναφερόμενο περιεχόμενο, έχει προσβληθεί επιτυχώς, δια προσφυγής δυνάμει του άρθρου 146.
Δεν μου διαφεύγει η ύπαρξη του Συμβουλίου Φυλακών στο οποίο κάποιος, που διαφωνεί με απόφαση του Διευθυντή των Φυλακών δυνάμει των προαναφερόμενων κανονισμών, μπορεί να προσφύγει. Το κράτος θα πρέπει να βεβαιωθεί ότι οι προσφεύγοντες, στο Συμβούλιο των Φυλακών, έχουν όλα τα απαραίτητα εχέγγυα ώστε να μπορούν να υποβάλλουν και να προωθούν τα οποιαδήποτε παράπονα τους, με τρόπο δίκαιο και πάντοτε με σεβασμό στα δικαιώματα τους, όπως υπέδειξε το ΕΔΑΔ στην Ονουφρίου ν. Κύπρου (ανωτέρω).
Το ζήτημα του κατά πόσον χωρεί προσφυγή, δυνάμει του άρθρου 146, από απόφαση του Συμβουλίου Φυλακών το αφήνω ανοικτό, εφόσον δεν έχω ακούσει σχετική επιχειρηματολογία και δεν εγείρεται στην παρούσα προσφυγή.
Για τους λόγους που προσπάθησα να εξηγήσω θεωρώ την προσφυγή του αιτητή, εναντίον της απόφασης του Διευθυντή των Φυλακών, ως μη παραδεκτή και την απορρίπτω. Υπό τις περιστάσεις και λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος ότι ο αιτητής είναι κρατούμενος στις Κεντρικές Φυλακές, δεν δίδεται οποιαδήποτε διαταγή για έξοδα.
Μ.Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ,
Δ.
/ΕΑΠ.