ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 400/2011)
21 Δεκεμβρίου 2011
[ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δικαστής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤO ΑΡΘΡO 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΙΩΑΝΝΗ ΙΩΑΝΝΟΥ
Αιτητή
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
Καθ΄Ων η Αίτηση
_________
Δ. Στεφανίδης, για τον Αιτητή.
Κ. Σταυρινός, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ΄ων η Αίτηση.
_________________
ΑΠΟΦΑΣΗ
(Ex Tempore)
ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.: Το Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ενεργοποίησε διαδικασία έρευνας αναφορικά με πειθαρχικό παράπτωμα του Αιτητή, Επιθεωρητή Εργασίας 3ης Τάξης στο Τμήμα Επιθεώρησης Εργασίας του Υπουργείου στην Πάφο. Το πειθαρχικό παράπτωμα αφορούσε τον ισχυρισμό άρνησης του να διερευνήσει εργατικό ατύχημα όπως του ζήτησε ο προϊστάμενος. Η θέση του Αιτητή ήταν ότι δεν αρνήθηκε να εκτελέσει τα καθήκοντα του, όπως κατηγορήθηκε, δυνάμει των άρθρων 60 και 73 του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου, αλλά ότι, εφ΄όσον επρόκειτο περί σοβαρού ατυχήματος, η διερεύνηση του δεν ενέπιπτε στα πλαίσια των καθηκόντων του βάσει του σχεδίου υπηρεσίας της θέσης του Επιθεωρητή Εργασίας 3ης Τάξης, αλλά στα πλαίσια των καθηκόντων του Ανώτερου Επιθεωρητή Εργασίας και του 1ου Επιθεωρητή Εργασίας, ώστε να μην έπρεπε να του είχε ανατεθεί η διερεύνηση του συγκεκριμένου ατυχήματος. Αυτή, εξ άλλου, όπως παρατηρεί, ήταν πάντα και η θέση της ΠΑ.ΣΥ.Δ.Υ. Ο Διευθυντής του Τμήματος είχε διαχρονικά άλλη άποψη την οποία και τόνισε στους επιθεωρητές και μόλις λίγες μέρες πριν από το εν λόγω εργατικό ατύχημα, παρά ταύτα όμως οι επιθεωρητές επέμειναν στη δική τους αντίληψη, εξ ου και η στάση του Αιτητή. Αυτή η διάσταση απόψεων παρέμεινε μέχρι τέλους ως η ουσιαστική και κυρίαρχη μορφή του πράγματος, με τον Αιτητή να βρίσκεται τελικά ένοχος και να του επιβάλλεται η ποινή της αυστηρής επίπληξης την οποία και προσβάλλει με την προσφυγή.
Ο πρώτος λόγος ακύρωσης τον οποίο εισηγείται ο Αιτητής είναι ότι δεν υπάρχει καν πρακτικό της διαδικασίας κατά την οποία ευρέθη ένοχος σύμφωνα με τη διοίκηση, που ήταν η ημερομηνία 25.1.2011. Σύμφωνα με την επιστολή η οποία του εστάλη την 4.2.2011, υπήρξε συνάντηση του ιδίου με τον Πρώτο Λειτουργό Επιθεώρησης Εργασίας, ο οποίος και είχε αναλάβει τη διεξαγωγή της πειθαρχικής έρευνας, στις 25.1.2011, όμως δεν υπάρχει οποιοδήποτε πρακτικό εκείνης της συνάντησης. Η επιστολή ημερ. 4.2.2011 παραπέμπει περαιτέρω στο τι έγινε εκείνη την ημέρα. Ότι δηλαδή εδόθησαν από τον Πρώτο Λειτουργό στον Αιτητή αντίγραφο της έκθεσης του ερευνώντα λειτουργού μαζί με μαρτυρικές καταθέσεις και άλλα έγγραφα και ότι, αφού ο Αιτητής τα ανάγνωσε, ακούσθηκε. Αυτά όμως καταγράφονται εκ των υστέρων και μόνο υπό μορφή της επιστολής ημερ. 4.2.2011 και όχι σε πρακτικό το οποίο θα έπρεπε να τηρείται συγχρόνως με τη διεξαγωγή της διαδικασίας. Περαιτέρω, η επιστολή αυτή 4.2.2011 αναφέρει ότι, «Στη συνέχεια σας πληροφόρησα ότι σύμφωνα με τα ενώπιον μου έγγραφα και τα όσα πληροφορήθηκα σας βρίσκω ένοχο για τη διάπραξη του παραπτώματος της άρνησης εκτέλεσης καθήκοντος» και σας επιβάλλω την πειθαρχική ποινή της αυστηρής επίπληξης. Και πάλι η διαπίστωση της ενοχής καταγράφεται εκ των υστέρων σε μια επιστολή που ακολούθησε έπειτα από 10 μέρες και παντελώς ελλείπει πρακτικό στο οποίο να καταγράφεται η διαπίστωση της ενοχής. Η διαδικασία αυτή είναι άκρως ανορθόδοξη και ουδόλως συμβάλλει στη σύννομη διεξαγωγή πειθαρχικής έρευνας η οποία είναι και οιωνεί δικαστική.
Τα προβλήματα όμως δεν σταματούν εκεί διότι, και ούτως εχόντων των πραγμάτων, ο Πρώτος Λειτουργός αναφέρει στην επιστολή του απλώς ότι, «σας πληροφόρησα ότι σύμφωνα με τα ενώπιόν μου έγγραφα και τα όσα πληροφορήθηκα σας βρίσκω ένοχο», χωρίς να αναφέρονται οι λόγοι της διαπίστωσης της ενοχής. Και μάλιστα αναφέρει ότι διαπίστωσε την ενοχή σύμφωνα με τα ενώπιον του έγγραφα και τα όσα πληροφορήθηκε. Από πού πληροφορήθηκε άλλα πράγματα με βάση τα οποία τον βρήκε ένοχο, μένει κανείς να διερωτάται, όπως και για το ποία ήσαν αυτά τα πράγματα τα οποία δεν φαίνονται.
Εν πάση περιπτώσει, υπάρχει παντελής έλλειψη αιτιολογίας η οποία σαφώς δεν μπορεί να πληρωθεί με το φάκελο όπως αναφέρει ο ευπαίδευτος συνήγορος για τη Δημοκρατία, αφού εδώ το θέμα αφορούσε την αξιολόγηση των ενώπιον του Πρώτου Λειτουργού δεδομένων με αναφορά όχι μόνο στις καταθέσεις αλλά και ιδιαίτερα στην ερμηνεία των σχεδίων υπηρεσίας ως προς τα καθήκοντα εκάστου, θέματα πολύ πολύπλοκα, αφού μάλιστα υπήρχαν και τόσο έντονες διαφορές μεταξύ των ενδιαφερομένων και το οποίο ασφαλώς δεν μπορούσε να κριθεί με μια απλή αναφορά στο «βρίσκω ένοχο» με βάση τα ενώπιον μου έγγραφα. Ούτε, όπως εκρίθη στην έκθεση η οποία ήταν ενώπιον του Πρώτου Λειτουργού, ότι υπήρχε όντως άρνηση να εκτελέσει τα καθήκοντα της θέσης με αναφορά στο σχέδιο υπηρεσίας της θέσης του και στο ότι ήταν μονομερής απόφαση του ιδίου ότι επρόκειτο για σοβαρό εργατικό ατύχημα. Η κρίση του τι συνιστούσε σοβαρό εργατικό ατύχημα διήρχετο μέσα από τις καταθέσεις σε συνάρτηση με την ερμηνεία όχι μόνο του σχεδίου υπηρεσίας της θέσης του Αιτητή αλλά και του σχεδίου υπηρεσίας της θέσης του Ανώτερου Επιθεωρητή Εργασίας και του Πρώτου Επιθεωρητή Εργασίας, στα οποία δεν φαίνεται να υπάρχει αναφορά, ως προς τα οποία ο Αιτητής συσχέτιζε τη θέση του.
Για όλους αυτούς τους λόγους, η απόφαση που προσβάλλεται με την προσφυγή δεν μπορεί να θεωρηθεί νόμιμη και ακυρώνεται. Επιδικάζονται €1200 έξοδα υπέρ του Αιτητή πλέον ΦΠΑ.
Δ. Χατζηχαμπής, Δ.
/ΚΧ"Π