ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΟΜΕΝΕΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ ΑΡ. 1297/2008 και 1340/2008
18 Noεμβρίου, 2011
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 1297/2008
ΧΡΙΣΤΙΑΝΑ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ
Αιτήτρια
v.
KYΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ
Καθ' ων η αίτηση
ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 1340/2008
ΔΑΜΙΑΝΟΣ ΛΑΜΠΙΔΟΝΙΤΗΣ
Αιτητής
v.
KYΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ
Καθ' ων η αίτηση
Α. Τσάρκατζης για Χρ. Πατσαλίδη για την αιτήτρια στην 1297/08.
Xρ. Χριστοφή για Χριστοφή & Συνεργάτες ΔΕΠΕ για τον αιτητή στην 1340/08.
Ζωή Κυριακίδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση.
Γ. Βαλιαντής για το ΕΠ Ν. Αβρααμίδη-Χαρατσή.
Α. Κωνσταντίνου για το ΕΠ Μ. Λαντίδου.
N. Παρτασίδου για Α. Τριανταφυλλίδη για το ΕΠ Α. Σωκράτους.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Με την απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ), ημερομηνίας 6.5.08, οι Νατάσα Αβρααμίδη-Χαρατσή, Μαρία Λαντίδου, Στεφανία-Θεοφανία Πάντζη-Στεφανίδη, Αντωνία Σωκράτους (οι ενδιαφερόμενες) διορίστηκαν στη θέση Λειτουργού Τύπου και Πληροφοριών, Γραφείο Τύπου και Πληροφοριών, για την αγγλική γλώσσα. Η αιτήτρια και ο αιτητής προσβάλλουν και τους τέσσερις διορισμούς. Οι προσφυγές συνεκδικάστηκαν.
Η Συμβουλευτική Επιτροπή, μετά από διευκρινήσεις και συμπληρωματική έρευνα στις οποίες προέβη αφού η ΕΔΥ έκαμε παρατηρήσεις σε σχέση με την αρχική έκθεσή της, σύστησε 12 υποψηφίους στους οποίους περιλαμβάνονταν οι αιτητές και οι ενδιαφερόμενες. Συνυπολόγισε ειδικώς τα αποτελέσματα της γραπτής εξέτασης που διεξήχθη που ήταν ταυτοχρόνως ανταγωνιστική και διαγνωστική, την κατοχή του πλεονεκτήματος της πολύ καλής γνώσης επιπρόσθετης ξένης γλώσσας, την κατοχή πρόσθετου ακαδημαϊκού προσόντος μη απαιτούμενου αλλά σχετικού προς τα καθήκοντα της θέσης και την πολύ καλή γνώση τρίτης ξένης γλώσσας. Σημειώνω πως κατά το σύστημα της αριθμοποίησης που υιοθέτησε, η διαφορά μεταξύ των αιτητών και των ενδιαφερομένων ήταν μικρή και, στο τέλος, με αναφορά στο σύνολο των δεδομένων, τους αξιολόγησε όλους ως σχεδόν εξαίρετους. Οι ενδιαφερόμενες, με την πιο πάνω σειρά, εξασφάλισαν 89, 89.25, 87.25 και 88.50 μονάδες, αντιστοίχως. Η αιτήτρια στην 1297/08 89.25 και ο αιτητής στην 1340/08 90.25 μονάδες.
Η ΕΔΥ υιοθέτησε τη θέση της Συμβουλευτικής Επιτροπής σε σχέση με την κατοχή των απαιτουμένων προσόντων και τα άλλα, ως ανωτέρω, και υπέβαλε τους υποψηφίους σε προφορική εξέταση. Κατά την ομόφωνη εκτίμησή της, όλες οι ενδιαφερόμενες ήταν Εξαίρετες ενώ η αιτήτρια ήταν Πολύ Καλή και ο αιτητής Πάρα Πολύ Καλός. Στο τέλος επέλεξε τις ενδιαφερόμενες αφού, όπως ανέφερε, συνυπολόγισε και τα αποτελέσματα της γραπτής εξέτασης και την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, με ειδική αιτιολογία ως ακολούθως: Τη N. Αβρααμίδη-Χαρατσή που ήταν εξαίρετη στην προφορική εξέταση και διέθετε το πλεονέκτημα της πολύ καλής γνώσης μιας επιπρόσθετης ξένης γλώσσας, τη Μ. Λαντίδου που ήταν εξαίρετη στην προφορική εξέταση, την Α. Σωκράτους που ήταν εξαίρετη στην προφορική εξέταση και είχε το πλεονέκτημα της πολύ καλής γνώσης μιας επιπρόσθετης ξένης γλώσσας και επίσης μεταπτυχιακό ΜΑ in Literary Translation που ήταν σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης και τη Στ. Θ. Πάντζη-Στεφανίδη που ήταν εξαίρετη στην προφορική εξέταση και είχε μεταπτυχιακό (ΜΒΑ) σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης. Με ειδική αναφορά στον αιτητή, εξήγησε πως ενώ είχε και εκείνος μεταπτυχιακό (ΜΑ, International Relations), σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης, υστέρησε στην προφορική εξέταση η οποία, αφού η θέση ήταν Πρώτου Διορισμού, με βάση νομολογία στην οποία αναφέρθηκε, έχει αυξημένη βαρύτητα.
Ήταν ο κοινός ισχυρισμός των αιτητών στις δυο προσφυγές πως ήταν παράνομη η συγκρότηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής. Το μέλος της Συμβουλευτικής Επιτροπής Μ. Χαραλαμπίδου, μετά την αρχική έκθεσή της αφυπηρέτησε και η περαιτέρω διαδικασία, μέχρι και την τελική έκθεση της διεξάχθηκε με μόνο τα εναπομείναντα τέσσερα μέλη, τον Πρόεδρο και άλλους τρεις. Ενώ, όπως εισηγήθηκαν, κατά το άρθρο 32(1) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990 (Ν. 1/90 όπως τροποποιήθηκε) (ο Νόμος) τα μέλη θα έπρεπε να ήταν πέντε. Ανεξάρτητα από το ότι τρία μέλη αποτελούσαν απαρτία. Αντέκρουσαν τον ισχυρισμό οι καθ' ων η αίτηση και οι ενδιαφερόμενες και ο αιτητής στην προσφυγή 1340/08 τον εγκατέλειψε. Επέμεινε η αιτήτρια, αβασίμως όμως, όπως διαπιστώνεται στη βάση των εισηγήσεων των καθ' ων η αίτηση και των ενδιαφερομένων. Με νέο εδάφιο που προστέθηκε στο άρθρο 32 με τον περί Δημόσιας Υπηρεσίας (Τροποποιητικό) Νόμο του 2004 (Ν. 31(Ι)/2004), προβλέφθηκε πως, μεταξύ άλλων, η αφυπηρέτηση δεν επηρεάζει τη νομιμότητα της συγκρότησης και οποιαδήποτε πράξη ή απόφαση, σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας, εφόσον τηρούνται οι διατάξεις του εδαφίου (4) σύμφωνα με το οποίο «τρία από τα μέλη της Συμβουλευτικής Επιτροπής συνιστούν απαρτία». Παραθέτω το εδάφιο (7), όπως τότε αναριθμήθηκε:
«Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του άρθρου 20 του περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου, η νομιμότητα της συγκρότησης οποιασδήποτε Συμβουλευτικής Επιτροπής και η εγκυρότητα οποιασδήποτε πράξης ή εργασίας δεν επηρεάζονται λόγω θανάτου, παραίτησης, αφυπηρέτησης, απουσίας ή άλλου κωλύματος μέλους της, σε οποιοδήποτε στάδιο της ενώπιόν της διαδικασίας, εφόσον τηρούνται οι διατάξεις του εδαφίου (4) του παρόντος άρθρου:
Νοείται ότι οι διατάξεις του παρόντος εδαφίου εφαρμόζονται και για τις διαδικασίες πλήρωσης θέσεων που βρίσκονται σε εξέλιξη.»
Η αιτήτρια εισηγήθηκε πως αυτή η πρόνοια δεν σώζει την κατάσταση. Υπήρξε αναρίθμηση των εδαφίων του άρθρου 32 και, πλέον, κατά το Νόμο όπως αυτός ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο, το πιο πάνω εδάφιο 7, που έγινε εδάφιο 8, εξακολουθούσε να παραπέμπει στο εδάφιο 4. Το εδάφιο 4 όμως, πάλιν μετά την αναρίθμηση, δεν αναφερόταν στην απαρτία αλλά, όπως το θέτει η αιτήτρια, «διαλαμβάνει τον τρόπο πλήρωσης της κενωθείσας θέσης που πάει να πει ότι η κενωθείσα θέση πρέπει να πληρώνεται». Πρόκειται βεβαίως για είδος σοφίσματος. Το εδάφιο 4 όπως αυτό προέκυψε με την αναρίθμηση, δεν μπορεί να διασυνδεθεί προς την περίπτωση. Αφορά στο πώς θα επιλέγονται τα μέλη της Συμβουλευτικής Επιτροπής «λόγω της μη ύπαρξης κατάλληλων λειτουργών ή λόγω κωλύματος». Απλώς διέλαθε το ότι θα έπρεπε η αναρίθμηση να αφορούσε και στο κείμενο του τότε εδαφίου 7, πλέον 8, ώστε να αναφέρεται αντί του εδαφίου 4 το εδάφιο 5 που αφορούσε στην απαρτία. Πρόκειται για προφανές λάθος που δεν είναι δυνατό να αλλοιώσει το αποτέλεσμα και τη σαφή πρόθεση του νομοθέτη να εξαρτά τη δυνατότητα νόμιμης συγκρότησης μετά από, μεταξύ άλλων, αφυπηρέτηση μέλους της Συμβουλευτικής Επιτροπής, από την ανάγκη κατά τις συνεδρίες που ακολουθούν να υπάρχει απαρτία. Το Συνταγματικό Δίκαιο του Κώστα Γ. Μαυριά, 2η έκδοση, σελ. 203 - 207 που επικαλέστηκε η ενδιαφερομένη Ν. Αβρααμίδη-Χαρατσή σε σχέση με την ερμηνεία των κανόνων δικαίου με ειδική αναφορά σε ασάφειες, αντινομίες και κενά, είναι σχετικό.
Κατά το σχέδιο υπηρεσίας [παράγραφος 3(5)] «πολύ καλή γνώση μιας επιπρόσθετης ξένης γλώσσας θα αποτελεί πλεονέκτημα». Έχουμε δει ότι οι αιτητές δεν πιστώθηκαν με αυτό το πλεονέκτημα και δεν παραπονούνται γι' αυτό. Παραπονούνται γιατί αυτό πιστώθηκε στις ενδιαφερόμενες Ν. Αβρααμίδη-Χαρατσή για τη γερμανική γλώσσα και ως τρίτη τη Γαλλική και στην Α. Σωκράτους για τη γαλλική γλώσσα. Τα δεδομένα και το επιχείρημα, στις δυο προσφυγές, είναι κοινά. Η Ν. Αβρααμίδη-Χαρατσή είχε πτυχίο Μετάφρασης και Διερμηνείας (Αγγλικά, Γερμανικά και Γαλλικά). Η Α. Σωκράτους είχε πτυχίο Ξένων Γλωσσών, Μετάφρασης και Διερμηνείας (Αγγλικά, Γαλλικά). Αυτό το πτυχίο τους ήταν απαιτούμενο με βάση την παράγραφο 3(1) του Σχεδίου Υπηρεσίας και η εισήγηση ήταν πως η σημασία του εξαντλήθηκε με τη χρησιμοποίησή του, ως απαραίτητου, για να ήταν οι δυο ενδιαφερόμενες υποψήφιες για τη θέση. Η κρίση πως αυτές κατείχαν και το πλεονέκτημα στηρίχτηκε στην κατοχή αυτού του πτυχίου το οποίο, συνεπώς, παρανόμως μέτρησε διπλά. Και παρέβησαν και την αρχή της ισότητας αφού το πτυχίο των αιτητών, ως εκ της φύσεώς του, μόνο μια φορά μέτρησε. Επικαλέστηκαν συναφώς ως σχετικές τις Παρέλλης κ.α. ν. Δημοκρατίας (1999) 4 ΑΑΔ 1432 και Ιωσηφίδης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Προσφυγή 697/2000, ημερομηνίας 26.7.02.
Οι πιο πάνω υποθέσεις, όπως ορθά εισηγούνται οι καθ' ων η αίτηση και οι ενδιαφερόμενες, σαφώς διαφοροποιούνται. Δεν μέτρησε εδώ δυο φορές το πτυχίο των ενδιαφερομένων. Για το πλεονέκτημα δεν απαιτείται πτυχίο αλλά πολύ καλή γνώση. Το πώς αυτή μπορεί να διαπιστωθεί, εξαρτάται από τα εκάστοτε δεδομένα. Εν προκειμένω, διαπιστώθηκε, ως κατά τεκμήριο υπαρκτή, αφού πήγαζε από τις σπουδές και το αποτέλεσμα τους, όπως βεβαίως αυτά προέκυπταν από την κατοχή του πτυχίου. Θεωρώ πως το γεγονός ότι το πτυχίο ήταν απαιτούμενο, δεν αφαιρούσε τη δυνατότητα για περαιτέρω χρήση του, ως καταδεικνύοντος την πολύ καλή γνώση περαιτέρω ξένων γλωσσών. Συναφώς δεν μπορώ να συμφωνήσω και με τον παράλληλο ισχυρισμό των αιτητών ότι, ούτως ή άλλως, δεν διεξάχθηκε έρευνα για τη διαπίστωση του επιπέδου της γνώσης αυτών των γλωσσών. Η ΕΔΥ, όπως υποδεικνύουν οι καθ' ων η αίτηση και οι ενδιαφερόμενες, ζήτησαν διευκρινήσεις από τη Συμβουλευτική Επιτροπή και αφού αυτές δόθηκαν, υιοθέτησε τις θέσεις της για κατοχή της πολύ καλής γνώσης. Όπως εξηγήθηκε, οι επιπλέον γλώσσες ήταν βασικές στην απόκτηση του πτυχίου.
Δεν είναι κοινά τα υπόλοιπα επιχειρήματα των αιτητών και θα τα εξετάσω, βεβαίως, ξεχωριστά.
Η προσφυγή 1297/08
Κατά την αιτήτρια, κακώς κρίθηκε ότι η ενδιαφερόμενη Μ. Λαντίδου είχε το απαιτούμενο πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλο. Είχε πτυχίο Τουρκικών Σπουδών από το Πανεπιστήμιο Κύπρου και δεν ήταν εύλογο να θεωρηθεί, όπως έγινε, ότι αυτό εντασσόταν στις Κοινωνικές Επιστήμες που ήταν ένα από τα εξειδικευμένα θέματα στο σχέδιο υπηρεσίας. Συναφώς, η έρευνα που διεξάχθηκε δεν ήταν η δέουσα. Όπως το θέτει «η απλή αναφορά της Συμβουλευτικής Επιτροπής ότι το εν λόγω πτυχίο εμπίπτει στη σφαίρα των Κοινωνικών Επιστημών μετά από διερεύνηση του θέματος με το Πανεπιστήμιο Κύπρου, δεν είναι αρκετή».
Εν τούτοις ήταν, όπως υποδεικνύουν οι καθ' ων η αίτηση και η ενδιαφερομένη, και αυτό ένα από τα θέματα για τα οποία η ΕΔΥ ζήτησε διευκρινήσεις από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, και το αποτέλεσμα ήταν συγκεκριμένο. Η Συμβουλευτική Επιτροπή προέβη, όπως αναφέρει, σε ενδελεχή μελέτη του Οδηγού Σπουδών του πτυχίου και διαπίστωσε πως τα μαθήματα ανήκουν στο ευρύ φάσμα των Κοινωνικών Επιστημών. Έλαβε δε υπόψη και τη Διεθνή Πρότυπη Ταξινόμηση της Εκπαίδευσης (International Standard Classification of Education-I.S.C.E.D.) την οποία στο τέλος, όσο και αν δεν ήταν υποχρεωτικό, εξέτασε και η ίδια η ΕΔΥ. Είναι πάγιο πως η ερμηνεία και εφαρμογή του Σχεδίου Υπηρεσίας είναι κατ' εξοχή έργο της διοίκησης και δεν έχει εδώ τεκμηριωθεί λόγος για παρέμβαση. Επομένως, η προσφυγή 1297/08 πρέπει να απορριφθεί.
Προσφυγή 1340/08
Εξετάζω τα ειδικά θέματα που εγείρει ο αιτητής, με τη σειρά που αυτά συζητήθηκαν. Ο Διευθυντής εκτίμησε πως η Α. Σωκράτους ήταν πολύ καλή στην προφορική εξέταση ενώ η ΕΔΥ πως ήταν εξαίρετη. Αυτή η διαφορετική εκτίμηση της ΕΔΥ συνιστούσε, κατά την εισήγηση, παραγνώριση της σύστασης του προϊσταμένου, χωρίς την οφειλόμενη ειδική αιτιολογία και, σ' αυτό το πλαίσιο, επικαλέστηκε το άρθρο 35(4) του Νόμου. Υπέδειξαν, ορθώς βεβαίως, οι καθ' ων η αίτηση και η ενδιαφερομένη πως εδώ δεν έχει εφαρμογή το άρθρο 35(4) και πως, πάντως, δεν έχουμε σύσταση για να τίθεται τέτοιο ζήτημα. Η εκτίμηση του Διευθυντή, κατά τη νομολογία μας στην οποία αναφέρονται, δεν αποτελεί στοιχείο κρίσης αλλά μόνο βοήθημα για την ΕΔΥ. Συμφώνησε συναφώς ο αιτητής με την απαντητική του αγόρευση αλλά επέμεινε, διαμορφώνοντας το επιχείρημα του σε άλλη βάση. Πως χρειαζόταν, εν πάση περιπτώσει, αιτιολογία της απόκλισης της ΕΔΥ από την εκτίμηση του Διευθυντή και επικαλέστηκε τη Μάριος Ιωσηφίδης κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Προσφυγή 1743/07 κ.α., ημερομηνίας 11.1.10. Είναι γεγονός πως στην υπόθεση εκείνη αφήνεται να νοηθεί πως είναι απαραίτητη η ειδική αιτιολόγηση τέτοιας απόκλισης. Το θέτω με αυτό τον τρόπο επειδή, στο πλαίσιο της διατύπωσης αυτής της θέσης, γίνεται παραπομπή σε νομολογία για την ειδική αιτιολογία που απαιτείται για παρέκκλιση από σύσταση και, περαιτέρω, σημειώνεται ότι «η ΕΔΥ επιλέγοντας τη Μάρκου δεν έδωσε οποιαδήποτε ειδική κατά τη νομολογία αιτιολογία γιατί να αποκλίνει από τη σύσταση του διευθυντή .». Δεν υπήρχε όμως σύσταση Διευθυντή στην περίπτωση και σημειώνω πως δεν έχουμε νομολογία προς την κατεύθυνση που επικαλείται ο αιτητής. Να μη μας διαφεύγει πως εδώ συζητούμε για υποκειμενικές εντυπώσεις και πως ενώ η εκτίμηση του Διευθυντή είναι αναιτιολόγητη, η γενική εντύπωση της ΕΔΥ είναι υποχρεωτικά αιτιολογημένη. Συνεπώς, πέραν των άλλων, δεν είναι δυνατό να τίθεται καν ζήτημα άλλης αιτιολόγησης.
Ο αιτητής είχε συγκεντρώσει 88.25 μονάδες στη γραπτή εξέταση ενώ οι ενδιαφερόμενες, με την ίδια σειρά, 85, 89.25, 87.25 και 83.50. Κατά την εισήγησή του παραγνωρίστηκε εντελώς αυτή η καλύτερη απόδοσή του σε αντικειμενικής φύσης κριτήριο και, σ' αυτό το πλαίσιο, υποστήριξε και πως θα έπρεπε να προσμετρήσει, ενόψει του σχεδίου υπηρεσίας, πως το δικό του πτυχίο ήταν περισσότερο κατάλληλο από εκείνα των ενδιαφερομένων. Αυτό το τελευταίο οπωσδήποτε λανθασμένο αφού η όποια διαβάθμιση των απαιτούμενων ακαδημαϊκών προσόντων καθορίζεται στο σχέδιο υπηρεσίας ειδικά στην παράγραφο 3(1) όπου, στην περίπτωση πτυχίου των κλασσικών επιστημών και άλλων, σε αντίθεση προς άλλα που καθορίζονται, απαιτείται και ένα έτος πείρα στη «Δημοσιογραφία/Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας». Όμως η ΕΔΥ αναφέρθηκε ρητά στο αποτέλεσμα της γραπτής εξέτασης ως στοιχείο που συνυπολογίστηκε και ασφαλώς δεν ήταν ορθό πως αυτά θα καθόριζαν, άνευ ετέρου, την κατάληξη. Ήταν ένα από τα στοιχεία κρίσης όπως ήταν και τα άλλα τα οποία συνυπολογίστηκαν. Είχαν όλοι αποδώσει σε ψηλό επίπεδο στη γραπτή εξέταση. Οι διαφορές μεταξύ τους δεν ήταν μεγάλες και η Συμβουλευτική Επιτροπή τους αξιολόγησε όλους, στο σύνολο, ως σχεδόν εξαίρετους. Η Ν. Αβρααμίδη-Χαρατσή είχε το πλεονέκτημα και την τρίτη γλώσσα όπως και την εξαίρετη απόδοση στην προφορική εξέταση. Η Μ. Λαντίδου είχε, εν πάση περιπτώσει, ψηλότερη απόδοση στη γραπτή εξέταση και αξιολογήθηκε ως εξαίρετη στην προφορική. Η Α. Σωκράτους που είχε τη μεγαλύτερη διαφορά από τον αιτητή στη γραπτή εξέταση είχε το πλεονέκτημα και, όπως και ο αιτητής, σχετικό μεταπτυχιακό. Επίσης την εξαίρετη απόδοση στην προφορική εξέταση. Η Στ. Θ. Πάντζη-Στεφανίδη είχε μια μονάδα διαφορά από τον αιτητή αλλά είχε υπέρ της την εξαίρετη απόδοση στην προφορική εξέταση. Κατά τα δεδομένα, συμφωνώντας με την εισήγηση των καθ' ων η αίτηση και των ενδιαφερομένων, θεωρώ πως η επιλογή που έγινε ήταν εύλογα επιτρεπτή ώστε να μη δικαιολογείται παρέμβαση.
Ο τελευταίος και σοβαρός ισχυρισμός του αιτητή αφορά στην κατοχή από την ενδιαφερόμενη Στ. Θ. Πάντζη-Στεφανίδη του απαιτούμενου προσόντος της πείρας. Η ενδιαφερομένη είχε πτυχίο Ιστορίας και Αρχαιολογίας από το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών και δεν αμφισβητείται πως αυτό ανταποκρινόταν αλλά και πως χρειαζόταν να έχει και «ένα έτος πείρα στη Δημοσιογραφία/Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης», σύμφωνα με την παράγραφο 3(1) του Σχεδίου Υπηρεσίας. Η ενδιαφερομένη είχε επισυνάψει «Βεβαίωση Εργασίας ως παρουσιάστρια από τον Οκτώβριο του 1995 μέχρι το Σεπτέμβριο του 1996 από τη Sigma Radio TV Public Ltd». Η Συμβουλευτική Επιτροπή δεν έκρινε αυτή τη Βεβαίωση αποδεκτή ως αποδεικτική δημοσιογραφικής πείρας και την απέκλεισε ως μη προσοντούχο. Μεταγενέστερα όμως, την 1.6.07, η ενδιαφερομένη υπέβαλε στην ΕΔΥ πρόσθετη Βεβαίωση, σύμφωνα με την οποία, «εργάστηκε στις Ειδικές Εκδόσεις ως συνεργάτης, γράφοντας κείμενα, στην έκδοση MUST TRAVEL από το καλοκαίρι του 2003 έως και το καλοκαίρι του 2004». Ήταν, λοιπόν, της γνώμης η ΕΔΥ πως η ενδιαφερομένη «πιθανόν να είναι προσοντούχος όσον αφορά την πείρα». Αυτό, από το συνδυασμό των δυο στοιχείων. Πώς θα ήταν δυνατός τέτοιος συνδυασμός όταν αναζητούμε ένα έτος πείρα δεν εξήγησε. Αν οποιοδήποτε από τα δυο ανταποκρινόταν, δεν χρειαζόταν συνδυασμός. Αν δεν ανταποκρινόταν, το πρόβλημα θα ήταν άλλο και δεν θα ήταν δυνατό να παύσει να υπάρχει από οποιονδήποτε συνδυασμό. Εν πάση περιπτώσει, η Συμβουλευτική Επιτροπή δεν προέβη στη νέα της εκτίμηση κατά συνδυασμό των δυο. Κατέγραψε πως «αφού έλαβε υπόψη της τη βεβαίωση που η υποψήφια δεν είχε εξ αρχής προσκομίσει, έκρινε ότι πληροί το σχέδιο υπηρεσίας για δημοσιογραφική πείρα». Και αυτή την εκτίμηση την υιοθέτησε, στο τέλος, και η ΕΔΥ.
Ο αιτητής θεωρεί πως θα έπρεπε να υπάρξει περαιτέρω έρευνα ενώ οι καθ' ων η αίτηση και οι ενδιαφερόμενες πως, στη βάση των δεδομένων, η κρίση ήταν εύλογα επιτρεπτή. Θεωρώ πως οι επισημάνσεις του αιτητή είναι βάσιμες. Η έκδοση στην οποία αναφερόταν φαίνεται να αφορά σε ταξίδια και χρειαζόταν εμβάθυνση αναφορικά με το ποιάς συχνότητας ήταν η έκδοση, τι περιλάμβανε ο όρος συνεργάτης και τι ο όρος κειμενογράφος. Πάντως ποιά ήταν η δημοσιογραφική εργασία της ενδιαφερομένης και πώς εκδηλώθηκε κατά περιεχόμενο και διάρκεια όπως αυτές θα μπορούσαν να διαπιστωθούν και με έλεγχο του αριθμού των εκδόσεων; Στοιχειοθετείται, επομένως, λόγος ακυρότητας και εναπόκειται στη διοίκηση να ερευνήσει περαιτέρω το θέμα, για να απομακρυνθεί το ενδεχόμενο πλάνης.
Τελικά, η προσφυγή 1297/08 απορρίπτεται με έξοδα υπέρ των καθ' ων η αίτηση και εναντίον της αιτήτριας.
Η προσφυγή 1340/08 επιτυγχάνει εν μέρει και επιδικάζονται υπέρ του αιτητή και εναντίον των καθ' ων η αίτηση το ¼ των εξόδων. Ο διορισμός των Ν. Αβρααμίδη-Χαρατσή, Μ. Λαντίδου και Α. Σωκράτους επικυρώνεται. Ο διορισμός της Στ. Θ. Πάντζη-Στεφανίδη ακυρώνεται.
Γ. Κωνσταντινίδης, Δ.
/μσιαμπαρτά