ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 1365/2008)

 

16 Σεπτεμβρίου, 2011

 

[Ε. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ  ΜΕ  ΤΑ  ΑΡΘΡΑ  146,  25,  26,  28,  29  ΚΑΙ  35  ΤΟΥ  ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

1.  ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ  ΜΑΛΛΙΩΤΗΣ,

2.  ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ  ΑΥΓΟΥΣΤΗ,

Αιτητές,

ν.

 

ΑΡΧΗΣ  ΛΙΜΕΝΩΝ  ΚΥΠΡΟΥ,

Καθ' ης η Αίτηση.

________________________

 

΄Ελενα Σ. Μιχαήλ (κα), για Ανδρέα Νεοκλέους & Σία Δ.Ε.Π.Ε., για τους Αιτητές.

Στέλλα Μαξούτη (κα), για Τάσσο Παπαδόπουλο και Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε., για την Καθ' ης η Αίτηση.

________________________

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.:  Με την παρούσα προσφυγή, οι αιτητές αμφισβητούν τη νομιμότητα της απόφασης της Αρχής Λιμένων Κύπρου, (η «Αρχή»), ημερομηνίας 3/7/2008, με την οποία προήχθησαν, κατόπιν επανεξέτασης, στη θέση του Ανώτερου Λιμενικού Λειτουργού, (η «επίδικη θέση»), αντί των ιδίων, τα ενδιαφερόμενα μέρη Μαρία Γιάλλουρου (Ε.Μ. 1), Πέτρος Ηροδότου (Ε.Μ. 2), Θεοδόσιος Α. Θεοδοσίου (Ε.Μ. 3), Μαίρη Θεοδοσίου (Ε.Μ. 4), Γιαννάκης Θεοδώρου (Ε.Μ. 5), Γεώργιος Καμπουρίδης (Ε.Μ. 6), ΄Αννα Κασίνη (Ε.Μ. 7), Ανδρέας Μ. Κωνσταντίνου (Ε.Μ. 8), Χρυστάλλα Παναγή (Ε.Μ. 9), Πανίκος Λ. Παναγίδης (Ε.Μ. 10), Πανίκος Α. Παναγιώτου (Ε.Μ. 11), Στέλιος Παπαπαναγίδης (Ε.Μ. 12), Γιαννούλα Σιηττή (Ε.Μ. 13), Ανδρέας Σύζινος (Ε.Μ. 14), Σάββας Ταβέλης (Ε.Μ. 15), Νεόφυτος Χριστοφή (Ε.Μ. 16) και Νικόλας Α. Χριστοφόρου (Ε.Μ. 17).

 

Μετά τη συμπλήρωση των γραπτών αγορεύσεων των διαδίκων και την επιφύλαξη της απόφασης, περιήλθε στην αντίληψη του Δικαστηρίου το αποτέλεσμα της Αναθεωρητικής ΄Εφεσης Αρ. 119/08 - (Μαρία Γιάλλουρου κ.ά. ν. Ευριπίδη Μαλλιώτη και Αρχής Λιμένων Κύπρου, 2/6/11) - σύμφωνα με το οποίο η πρωτόδικη ακυρωτική απόφαση - (Ευριπίδης Μαλλιώτης κ.ά. ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου,  Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 1260/05 και 1377/05, 6/6/08) - η οποία οδήγησε στην επανεξέταση και λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης, παραμερίστηκε και η προσβαλλόμενη απόφαση αναφορικά με τα ενδιαφερόμενα μέρη 1-13 και 15-17 επικυρώθηκε.

 

Ενόψει του πιο πάνω αποτελέσματος, επανάνοιξα την υπόθεση και, στις 15/6/2011, η συνήγορος των αιτητών δήλωσε ότι αποσύρει την προσφυγή εναντίον όλων των ενδιαφερομένων μερών πλην του Ανδρέα Σύζινου (Ε.Μ.14), ο οποίος δεν είχε εφεσιβάλει την πρωτόδικη ακυρωτική απόφαση.  Η προσφυγή παραμένει επομένως προς εξέταση στην έκταση που αφορά τον Ανδρέα Σύζινο.

 

Κατά την επίδικη επανεξέταση, το Διοικητικό Συμβούλιο της Αρχής, (το «Διοικητικό Συμβούλιο»), σε συνεδρία του ημερομηνίας 3/7/2008, είχε ενώπιόν του τις εισηγήσεις του σχετικού Σημειώματος του Γενικού Διευθυντή 28/2008, τη Γνωμοδότηση του Νομικού Συμβούλου της Αρχής, το περιεχόμενο της ακυρωτικής απόφασης, το φάκελο πλήρωσης της θέσης, καθώς, επίσης, και τους Προσωπικούς Φακέλους και τις Ετήσιες Εμπιστευτικές και Υπηρεσιακές Εκθέσεις των υποψηφίων, εκτός ορισμένων Εμπιστευτικών Εκθέσεων στις οποίες εντοπίστηκαν παράτυπες αλλαγές βαθμολογιών από τον προσυπογράφοντα λειτουργό.  ΄Οπως σημειώθηκε στα πρακτικά, οι τροποποιήσεις σε αυτές τις περιπτώσεις δε λήφθηκαν υπόψη.

 

Στη συνέχεια, προσήλθε ενώπιον του Διοικητικού Συμβουλίου ο Διευθυντής Επιχειρήσεων - (Προϊστάμενος του οικείου Τμήματος) - (ο «Διευθυντής), ο οποίος ανέφερε, για σκοπούς σύστασης,  την άποψή του.  Μεταξύ άλλων, σύστησε και τον Ανδρέα Σύζινο, για λόγους στους οποίους θα αναφερθώ κατά την εξέταση των λόγων ακυρότητας.

 

Μετά την αποχώρηση του Διευθυντή, το Διοικητικό Συμβούλιο προχώρησε σε αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων και μελέτησε, όπως κατέγραψε στα πρακτικά του, όλα τα ενώπιον του ουσιώδη στοιχεία, το Σημείωμα 28/2008, καθώς και τους φακέλους με τα προσωπικά στοιχεία και τις εμπιστευτικές και υπηρεσιακές εκθέσεις των υποψηφίων στο σύνολό τους, πλην των περιπτώσεων των παράτυπων τροποποιήσεων που προαναφέρθηκαν, δίδοντας έμφαση στα τρία τελευταία χρόνια 1998-2000.  Ακολούθως, αφού, όπως σημείωσε, εκτίμησε τους υποψηφίους με βάση τα καθιερωμένα από τη σχετική νομοθεσία κριτήρια - (αξία, προσόντα, αρχαιότητα) -  στο σύνολό τους και αφού έλαβε υπόψη του όλα τα ενώπιόν του ουσιώδη στοιχεία, κατέληξε, ομόφωνα, στο συμπέρασμα ότι οι συστάσεις του Διευθυντή ήταν επαρκώς αιτιολογημένες και μπορούσε να τις δεχθεί και τις υιοθέτησε.  Ως αποτέλεσμα, έκρινε ότι το ενδιαφερόμενο μέρος Ανδρέας Σύζινος συμπεριλαμβάνονταν στους καταλληλοτέρους για προαγωγή και αποφάσισε την προαγωγή του στην επίδικη θέση, με αναδρομική ισχύ από 24/7/2001.

 

Οι αιτητές προβάλλουν ότι η πιο πάνω απόφαση υπόκειται σε ακύρωση, γιατί παραβιάζει το δεδικασμένο της ακυρωτικής απόφασης στις Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 1260/05 και 1377/05, (πιο πάνω).  Η σύσταση του Διευθυντή, ισχυρίζονται, έπασχε εκ νέου, ως αναιτιολόγητη, ως αντίθετη με τα στοιχεία των φακέλων, ως αναπλάθουσα τα στοιχεία αυτά και ως παραβιάζουσα το δεδικασμένο των ακυρωτικών αποφάσεων στις Χριστόδουλος Χριστοδούλου κ.ά. ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου, Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 783/01 και 795/01, 23/4/03· Ευριπίδης Μαλλιώτης κ.ά. ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου, Υπόθεση Αρ. 635/03, 27/1/05 και στις Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 1260/05 και 1377/05, (πιο πάνω), στις οποίες η σύσταση είχε επικριθεί ως αναιτιολόγητη.  Επιπρόσθετα, εισηγούνται ότι δόθηκε υπέρμετρη βαρύτητα στο στοιχείο της αρχαιότητας, σε βάρος της υπέρμετρης αξίας και των πρόσθετων προσόντων τους και ότι υπήρξε έλλειψη δέουσας έρευνας και, ένεκα τούτου, ουσιώδης πλάνη κατά την τελική κρίση της Αρχής.

 

Οι ισχυρισμοί δεν ευσταθούν.  Η απόφαση στη Μαρία Γιάλλουρου κ.ά. ν. Ευριπίδη Μαλλιώτη και Αρχής Λιμένων Κύπρου, (πιο πάνω), με την οποία παραμερίστηκε η πρωτόδικη ακυρωτική απόφαση στις Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 1260/05 και 1377/05, έκρινε τελεσίδικα τα πιο πάνω ζητήματα αναφορικά με τους εφεσείοντες.  Στο μέτρο που αφορά το ενδιαφερόμενο μέρος στην παρούσα, τα δεδομένα παραμένουν τα ίδια.

 

΄Οπως προκύπτει  από τη σύσταση του Διευθυντή, η προτίμηση του ενδιαφερομένου μέρους στηρίχτηκε στην κατά δεκαπέντε μήνες αρχαιότητά του στην προηγούμενη της επίδικης θέση του Λιμενικού Λειτουργού, 1ης Τάξης, την οποία αυτό κατείχε από 1/10/1986, ενώ οι αιτητές την κατείχαν από 1/1/1988.  Ο Διευθυντής δεν παρέλειψε να αναφέρει ότι, με βάση τη βαθμολογία της τριετίας 1998-2000, ο αιτητής Π. Αυγουστής υπερείχε του ενδιαφερομένου μέρους κατά ένα «εξαίρετος», ενώ ο αιτητής Ε. Μαλλιώτης ήταν ισοδύναμος με το συστηθέντα, τονίζοντας, παράλληλα, ότι, κατά την άποψή του, η υπεροχή σε ένα μόνο στοιχείο, για μόνο ένα έτος, δεν μπορούσε να καταλήξει σε υπεροχή του Π. Αυγουστή, λαμβανομένης υπόψη της αρχαιότητας του Ανδρέα Σύζινου.

 

Η σύσταση περιέχει, επίσης, αναφορά στα πρόσθετα προσόντα των αιτητών και, ειδικότερα, στον τίτλο «Μember of the Chartered Institute of Transport" του Π. Αυγουστή και στο πτυχίο Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Αθηνών του Ε. Μαλλιώτη, με την επισήμανση πως αυτά ήταν συναφή με τα καθήκοντα και τις ευθύνες της επίδικης θέσης, αλλά δεν αποτελούσαν πλεονέκτημα ή πρόσθετο προσόν και, ως εκ τούτου, μικρή μόνο σημασία θα μπορούσε να δοθεί στην κατοχή τους, χωρίς δυνατότητα διαφοροποίησης της προτίμησής του, ενόψει, όπως υπογράμμισε ο Διευθυντής, της υπέρτερης αρχαιότητας του προτεινομένου.

 

Η Ολομέλεια, στην απόφασή της στη Μαρία Γιάλλουρου κ.ά. ν. Ευριπίδη Μαλλιώτη και Αρχής Λιμένων Κύπρου, (πιο πάνω), έκρινε ότι το σκεπτικό του Διευθυντή και, κατ' επέκταση, η απόφαση της Αρχής που υιοθέτησε τη σύστασή του ήταν αιτιολογημένη.  Αναφέρονται, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα:-

 

«Αναφορικά με το ζήτημα του Κανονισμού 27(2) της Κ.Δ.Π. 114/97 μας φαίνεται πως είναι αρκετό να σημειώσουμε πως, όπως δέχτηκαν και οι εφεσίβλητοι-αιτητές, αυτοί κατείχαν πανεπιστημιακά και όχι μεταπτυχιακά διπλώματα.  Τη θέση των εφεσιβλήτων-αιτητών ότι ο Κανονισμός, αναφερόμενος σε μεταπτυχιακά εννοεί και απλά πανεπιστημιακά διπλώματα, δεν μπορούμε να τη δεχτούμε.  Επομένως δεν μπορούσε να τεθεί θέμα πίστωσης των εφεσιβλήτων-αιτητών με περαιτέρω χρόνο εξαιτίας κατοχής μεταπτυχιακών διπλωμάτων.  Αυτό, ανεξάρτητα από τις περαιτέρω βάσιμες, όπως εκτιμούμε, επισημάνσεις των εφεσειόντων όπως τις έχουμε επισημάνει πιο πάνω και επίσης ανεξάρτητα από το ζήτημα της προηγούμενης ή μη έγερσης του θέματος, το οποίο δεν χρειάζεται, κάτω από τις ιδιαίτερες περιστάσεις, να ερευνήσουμε.

 

Επιπρόσθετα, και με όλο τον προσήκοντα σεβασμό, διαφωνούμε με το πρωτόδικο δικαστήριο και ως προς την κρίση του ότι η σύσταση του Διευθυντή ήταν εσφαλμένη, επειδή έδιδε παραπλανητική συγκριτική εικόνα των αιτητών και των ενδιαφερομένων μερών και επομένως ότι και η απόφαση της καθ' ης η αίτηση, η οποία υιοθέτησε τη σύσταση του Διευθυντή, έπασχε.  Κατά την κρίση μας η σύσταση του Διευθυντή δεν μπορεί να θεωρηθεί ως εσφαλμένη ούτε και ως δίδουσα εντύπωση διαφορετική απ' εκείνη των υπηρεσιακών φακέλων.  Ο Διευθυντής ορθά επεσήμανε ότι τα ενδιαφερόμενα μέρη είχαν αρχαιότητα 15 μηνών, στην αμέσως προηγούμενη θέση, έναντι των αιτητών, την οποίαν δεν θεωρούμε ως οριακή ή αμελητέα.  Επεσήμανε επίσης ορθά ο Διευθυντής ότι οι δύο αιτητές, Σπαθάρης και Αυγουστή, ισοβαθμούσαν σε αξία με κάποια ενδιαφερόμενα μέρη (έξι) ενώ υπερείχαν οριακά έναντι άλλων ενδιαφερομένων μερών (εννέα), (24 εξαίρετα έναντι 23).  ΄Οσον αφορά τον αιτητή Μαλιώτη, και πάλι ορθά, επεσήμανε ο Διευθυντής, ότι αυτός ισοβαθμούσε σε αξία με κάποια ενδιαφερόμενα μέρη (οχτώ).  Ο κ. Μαλιώτης υπερείχε οριακά (23 έναντι 22 εξαίρετα) των Ε/Μ 10 και 11.  Των ιδίων ενδιαφερομένων μερών υπερείχαν και οι κ.κ. Σπαθάρης και Αυγουστή (με 24 εξαίρετα έναντι 22).

 

Σε αντίθεση με το πρωτόδικο δικαστήριο θεωρούμε τη σύσταση του Διευθυντή ως αιτιολογημένη και βασισμένη στα στοιχεία των φακέλων.  ΄Ηταν θεμιτό για το Διευθυντή να συστήσει τα ενδιαφερόμενα μέρη, έναντι των αιτητών, δίνοντας ουσιαστικά βαρύτητα στη 15μηνη αρχαιότητά τους έναντι της ίσης αξίας των αιτητών με μερικά από τα ενδιαφερόμενα μέρη και της οριακά μεγαλύτερης αξίας των αιτητών 2 και 3 έναντι άλλων ενδιαφερομένων μερών.   Κατ' επέκταση θεωρούμε και ως θεμιτή την απόφαση της καθ' ης η αίτηση να προάξει τα ενδιαφερόμενα μέρη βασισμένη στην αρχαιότητα τους και την υπέρ τους σύσταση του Διευθυντή και πάλι έναντι της οριακά μεγαλύτερης αξίας μερικών από τους αιτητές σε σχέση με μερικά από τα ενδιαφερόμενα μέρη.  Ειδικά διαφωνούμε με την πρωτόδικη απόφαση ως προς το ότι ήταν αδικαιολόγητη η σύσταση του Διευθυντή υπέρ κάποιων από τα ενδιαφερόμενα μέρη, τα οποία είχαν ίση αξία με τους αιτητές και ήταν και αρχαιότερά τους.»

 

 

 

Τα πιο πάνω ισχύουν και στην παρούσα περίπτωση.  Ως αποτέλεσμα, η προσφυγή απορρίπτεται, με έξοδα υπέρ των καθ' ων η αίτηση, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.

 

 Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με βάση το ΄Αρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.

 

 

                                                                Ε. Παπαδοπούλου,

                                                                            Δ.

/ΜΑ, ΜΠ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο