ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 159/2010
10 Aυγούστου, 2011
[ΦΩΤΙΟΥ, Δ/ΣΤΗΣ]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 23, 28, 35 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
1. ΔΗΜΗΤΡΑ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ
2. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΤΣΙΕΛΕΠΑΣ
3. ΚΑΛΛΙΟΠΗ ΤΣΙΕΛΕΠΑ
4. ΣΠΥΡΟΣ ΤΣΙΕΛΕΠΑΣ
Αιτητές,
- ΚΑΙ -
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ/Η
2. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
Καθ΄ων η αίτηση.
------------------------
Δ. Κούτρας, για τους Αιτητές.
Β.Χριστοφόρου, (κα) Δικηγόρος της Δημοκρατίας για τους Καθ΄ων η αίτηση.
-----------------------
ΦΩΤΙΟΥ, Δ.: Με την πιο παρούσα προσφυγή οι αιτητές ζητούν τις ακόλουθες θεραπείες τις οποίες παραθέτω αυτούσιες:
«Α: Δήλωση και/ή απόφαση του σεβαστού Δικαστηρίου ότι η απόφαση και/ή πράξη που κοινοποιήθηκε στον εμπειρογνώμονα των αιτητών με επιστολή του καθ΄ου η αίτηση αρ.2 ημερ. 20.8.09 και με την οποία αναφέρει ότι το αίτημα των αιτητών για επιστροφή των τεμαχίων αρ.876 και 879 στο Φ/Σχ.ΧΧΙ62.Ε2 και Χ.Χ.Ι.6.Ε.2 αντίστοιχα, Ενορία Απ.Βαρνάβα στο Στρόβολο-Λευκωσία, μελετάται από τον καθ΄ου η αίτηση αρ.2 οποίος είναι αρμόδιος, είναι άκυρη, παράνομη και χωρίς οποιονδήποτε έννομο αποτέλεσμα γιατί το σχετικό διάταγμα γνωστοποίησης της απαλλοτρίωσης ΕΕΔ ημερ. 7.6.88 ΑΔΠ 1010 θα έπρεπε να είχε ακυρωθεί γιατί παρά την περίοδο 22 ετών δεν υπήρξε πραγμάτωση του σκοπού για τον οποίο έγινε η απαλλοτρίωση.
Β: Απόφαση του Δικαστηρίου ότι η παράλειψη των καθ΄ων η αίτηση να επιστρέψουν και/ή να αποδεκτούν το αίτημα επιστροφής των κτημάτων στους αιτητές είναι άκυρη, παράνομη και/ή στερείται οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος ότι δεν παραλήφθηκε θα πρέπει να διενεργηθεί.»
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Οι αιτητές ήταν ιδιοκτήτες των τεμαχίων 876 και 879, Φ/Σχ.ΧΧΙ.62.Ε2 και ΧΧΧ.6.Ε2 στην ενορία Αποστόλου Βαρνάβα στο Στρόβολο της επαρχίας Λευκωσίας.
Στις 24.6.1988 δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, η Γνωστοποίηση Απαλλοτρίωσης με αρ.1010, με την οποία γνωστοποιήθηκε ότι διάφορα τεμάχια, συμπεριλαμβανομένου και μέρους των πιο πάνω τεμαχίων ιδιοκτησίας των αιτητών, ήταν αναγκαία «για τους ακόλουθους σκοπούς δημόσιας ωφέλειας, δηλ. για τη δημιουργία, συντήρηση και ανάπτυξη των συγκοινωνιών στη Δημοκρατία και η απαλλοτρίωσή τους επιβάλλεται για τους πιο κάτω λόγους δηλ. για σκοπούς επέκτασης της λεωφόρου Ακροπόλεως μέχρι τη συμβολή της με την οδό Σταυρού, στην περιοχή του χωριού Στρόβολος». Στις 21.4.89 δημοσιεύτηκε σχετικό Διάταγμα Απαλλοτρίωσης με αρ.622.
Είκοσι χρόνια αργότερα, οι αιτητές, με επιστολές τους μέσω συγκεκριμένου γραφείου κτηματομεσιτών ημερομηνίας 27.7.2009 και 11.8.2009 αντίστοιχα, ζήτησαν την ανάκληση της απαλλοτρίωσης και την επιστροφή των ακινήτων επισημαίνοντας πως ο τότε σκοπός δημόσιας ωφέλειας για τον οποίο αυτά απαλλοτριώθηκαν δεν πραγματοποιήθηκε ή έχει εγκαταλειφθεί.
Σε απάντηση των εν λόγω επιστολών ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Εσωτερικών, με επιστολή του ημερομηνίας 20.8.2009, πληροφόρησε τον κ.Αντρέα Πανταζή του προαναφερθέντος κτηματομεσιτικού γραφείου ότι το αίτημα των αιτητών διαβιβάστηκε στο αρμόδιο τμήμα του Υπουργείου για εξέταση, επιφυλάχθηκε δε να τον ενημερώσει για τα περαιτέρω μόλις έχει στα χέρια του τη σχετική έκθεση. Το ακριβές περιεχόμενο της συγκεκριμένης επιστολής έχει ως εξής:
«Κύριε
Αναφέρομαι στις επιστολές σας με αρ.φακ.ΑΜΡ 108/2009 ημερ. 27/07/09 και ΑΜΡ 13/2009 ημερ. 11/08/09, με θέμα τον επηρεασμό μέρους των τεμαχίων με αρ.876 και 879 στο Φ/Σχ.ΧΧΙ.62.Ε2 και ΧΧΧ.6.Ε2 για σκοπούς επέκτασης της Λεωφόρου Ακροπόλεως μέχρι τη συμβολή της με την οδό Σταυρού στο Στρόβολο (Γνωστοποίηση Απαλλοτρίωσης που δημοσιεύθηκε στις 7/06/1988 στην ΕΕΔ με αρ.Α.Δ.Π.1010) και που όπως ισχυρίζεστε, ο σκοπός για τον οποίο απαλλοτριώθηκαν δεν έχει πραγματοποιηθεί. Ως εκ τούτου, ζητάτε την ανάκληση της απαλλοτρίωσης, σύμφωνα με το άρθρο 23(5) του Συντάγματος και επιστροφή των τεμαχίων στους νόμιμους ιδιοκτήτες τους. Συναφώς σας αναφέρω ότι το θέμα έχει παραπεμφθεί για εξέταση και ετοιμασία σχετικής έκθεσης στο αρμόδιο Τμήμα του υπουργείου αυτού.
Μόλις μου αποσταλεί η σχετική έκθεση, θα επικοινωνήσω ξανά μαζί σας για τα περαιτέρω.»
΄Εκτοτε και μέχρι σήμερα οι αιτητές δεν έλαβαν οποιαδήποτε απάντηση από το Υπουργείο Εσωτερικών σε ό,τι αφορά το αίτημά τους.
Ως αποτέλεσμα λοιπόν της πιο πάνω συμπεριφοράς των αρμοδίων, οι αιτητές καταχώρησαν στις 8.2.2010 την παρούσα προσφυγή με την οποία προσβάλλουν το περιεχόμενο της πιο πάνω επιστολής ημερ. 20.8.2009 καθώς και τη συνεχιζόμενη παράλειψη των καθ΄ων η αίτηση να ικανοποιήσουν το αίτημά τους και ζητούν όπως ό,τι παραλείφθηκε να διενεργηθεί.
ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ
Ο ευπαίδευτος συνήγορος των αιτητών με τη γραπτή του αγόρευση προωθεί τους ακόλουθους λόγους ακύρωσης: (α) παράβαση του άρθρου 23.5 του Συντάγματος και του άρθρου 15(1) του περί Αναγκαστικής Απαλλοτριώσεως Νόμου του 1962, (Ν.15/62 όπως έχει τροποποιηθεί), (β) η μακροχρόνια δέσμευση της ιδιοκτησίας των αιτητών (από τις 21.4.89 ημερ. Δημοσίευσης του διατάγματος απαλλοτρίωσης μέχρι σήμερα) ισοδυναμεί με de facto απαλλοτρίωση αυτής, (γ) καταστρατήγηση της αρχής της αναλογικότητας και (δ) παραβίαση της αρχής της χρηστής διοίκησης.
Η ευπαίδευτη δικηγόρος των καθ΄ων η αίτηση υποστηρίζει την ορθότητα και νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης και ζητά την απόρριψη της προσφυγής.
ΕΞΕΤΑΣΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΙΣΧΥΡΙΣΜΩΝ
Αναφορικά με τον υπό (α) πιο πάνω λόγο ακύρωσης, οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των αιτητών, με αναφορά στην καθοδηγητική απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας Ζήνων Ευθυμιάδης Εστέϊτς Λτδ ν. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ.166, αλλά και με αναφορά σε μετέπειτα νομολογία η οποία την ακολούθησε και την εφάρμοσε, ισχυρίζονται ότι ο σκοπός της απαλλοτρίωσης δεν έχει επιτευχθεί, παρότι έχει παρέλθει ο καθοριζόμενος από το Σύνταγμα χρόνος των τριών ετών. Τονίζουν πως μέχρι και σήμερα, εικοσιδύο δηλαδή χρόνια μετά, οι καθ΄ων η αίτηση έχουν χρησιμοποιήσει μόνο ένα τμήμα των απαλλοτριωθέντων τεμαχίων, το υπόλοιπο δε μη χρησιμοποιηθέν μέρος, παραμένει έως τώρα, ως είχε τότε, δηλαδή χωράφι. Επιπρόσθετα υπογραμμίζουν πως εφόσον παραβιάστηκε η προθεσμία του ΄Αρθρου 23.5 του Συντάγματος, οι καθ΄ων η αίτηση ώφειλαν να επιστρέψουν την απαλλοτριωθείσα περιουσία, αφού κανένα μέτρο που να καθιστά το σκοπό της απαλλοτρίωσης εφικτό δεν έχει ληφθεί και καμιά ενέργεια που να σκοπεύει στην υλοποίηση του σκοπού, δεν έχει γίνει. Ο σκοπός της απαλλοτρίωσης, επισημαίνουν, έχει εγκαταλειφθεί.
Από πλευράς των καθ΄ων η αίτηση υποστηρίζεται ότι ο σκοπός της επίμαχης απαλλοτρίωσης δεν έχει εγκαταλειφθεί, ούτε έχει καταστεί ανέφικτος αλλά αντιθέτως είναι εφικτός αφού η διοίκηση χρησιμοποίησε ήδη μέρος των απαλλοτριωθέντων τεμαχίων, έχει προβεί δε σε όλες τις ενέργειες που ήταν εύλογες για υλοποίηση του έργου.
Στο σημείο αυτό κρίνω σκόπιμο να παραθέσω αυτούσιο το ουσιαστικό μέρος της αγόρευσης των καθ΄ων η αίτηση. Αυτό έχει ως εξής:
«Το Τμήμα ετοίμασε Ρυθμιστικό Σχέδιο για την κατασκευή του Δρόμου αυτού, το οποίο διαλάμβανε τέσσερις λωρίδες κυκλοφορίας, κτιστή κεντρική νησίδα, ποδηλατόδρομο και λωρίδα πρασίνου στην ανατολική πλευρά του δρόμου, καθώς και πεζοδρόμια εκατέρωθεν. Το συνολικό πλάτος του δρόμου όπως προβλέπεται στο αναφερόμενο σχέδιο, συμπίπτει με το πλάτος της προαναφερόμενης Απαλλοτρίωσης (Παράρτημα 4).
Στη συνέχεια το Τμήμα Δημοσίων ΄Εργων ετοίμασε τα αντίστοιχα Κατασκευαστικά Σχέδια και προωθήθηκε η υλοποίηση του ΄Εργου σε πρώτο στάδιο με δύο λωρίδες κυκλοφορίας και όχι με τέσσερις όπως προβλεπόταν στο Ρυθμιστικό Σχέδιο του Τμήματος και στο Σχέδιο Απαλλοτρίωσης. Ως εκ τούτου, δεν έχει χρησιμοποιηθεί ολόκληρη η έκταση που απαλλοτριώθηκε, αλλά μέρος της.
Γι΄αυτό, τόσο η Απαλλοτριωμένη έκταση των πιο πάνω αναφερόμενων τεμαχίων, όσο και άλλων που βρίσκονται κατά μήκος του δρόμου αυτού, έχει χρησιμοποιηθεί μερικώς.
΄Ηδη βρίσκεται σε εξέλιξη μελέτη από ιδιώτη Μελετητή για τη μορφή του κόμβου στη συμβολή της πιο πάνω Λεωφόρου με τη Λεωφόρο Σταυρού όπως και για άλλους κυκλοφοριακούς κόμβους στην περιοχή και με βάση τα πορίσματα της μελέτης αυτής το Τμήμα, σε συνεργασία με το Τμήμα Δημοσίων ΄Εργων θα προχωρήσει τόσο στην κατασκευή του αναφερόμενου κόμβου, όσο και των άλλων δύο λωρίδων της Λεωφόρου Ιωσήφ Χ΄Ιωσήφ. Το έργο προγραμματίζεται να ολοκληρωθεί στην τελική του μορφή την περίοδο 2012-2013.
Μέρος της έκτασης που έχει απαλλοτριωθεί έχει ήδη χρησιμοποιηθεί για το σκοπό της Απαλλοτρίωσης.»
Να σημειωθεί ότι ο δρόμος που σκοπείτο να κατασκευαστεί περιλαμβανόταν στο δίκτυο των Δρόμων Πρωταρχικής Σημασίας του Τοπικού Σχεδίου Λευκωσίας.
Το Άρθρο 23.5 του Συντάγματος διαλαμβάνει ως ακολούθως:
«23.5 Οιαδήποτε ακίνητος ιδιοκτησία, ή δικαίωμα ή συμφέρον επί τοιαύτης ιδιοκτησίας απαλλοτριωθείσα αναγκαστικώς θα χρησιμοποιηθή αποκλειστικώς προς τον δι' όν απηλλοτριώθη σκοπόν. Εάν εντός τριών ετών από της απαλλοτριώσεως δεν καταστή εφικτός ο τοιούτος σκοπός, ή απαλλοτριώσασα αρχή, ευθύς μετά την εκπνοήν της ρηθείσης προθεσμίας των τριών ετών υποχρεούται να προσφέρη την ιδιοκτησίαν επί καταβολή της τιμής κτήσεως εις το πρόσωπον παρ' ού απηλλοτρίωσεν αυτήν. Το πρόσωπον τούτο δικαιούται εντός τριών μηνών από της λήψεως της προσφοράς να γνωστοποιήση την αποδοχήν ή μη ταύτης. Εφ' όσον δε γνωστοποιήση ότι αποδέχεται την προσφοράν, η ιδιοκτησία επιστρέφεται ευθύς άμα αποδοθή παρά του προσώπου το τίμημα εντός περαιτέρω προθεσμίας τριών μηνών από της τοιαύτης αποδοχής.»
(Η υπογράμμιση είναι δική μου)
Το πιο πάνω άρθρο έτυχε ερμηνείας σε μεγάλο αριθμό αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου μεταξύ των οποίων και η απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας Ζήνων Ευθυμιάδης Εστέϊτς Λτδ. ν. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 166, όπου έγινε ανασκόπηση της προηγούμενης νομολογίας. Στις σελ. 183 και 184 λέχθηκαν τα ακόλουθα:
«Συμμεριζόμαστε την ανησυχία που εκφράστηκε στη Συμεωνίδης και φρονούμε ότι η παραπομπή στο εφικτά υλοποιήσιμο του σκοπού της απαλλοτρίωσης αποκαθιστά την ορθή διατύπωση του συνταγματικού κριτηρίου η οποία συναρτά την εφαρμογή του Άρθρου 23.5 προς τη διαρκή υποχρέωση της διοίκησης να χρησιμοποιήσει το κτήμα για το σκοπό για τον οποίο απαλλοτριώθηκε και έτσι να καθιστά συνεχώς, και βεβαίως όχι μόνο μέσα στην περίοδο των τριών ετών από την απαλλοτρίωση, εφικτά πραγματοποιήσιμο το σκοπό αυτό. Το να τίθεται το ερώτημα με άλλους όρους, δηλαδή κατά πόσο ο σκοπός της απαλλοτρίωσης εγκατελείφθη ή δεν κατέστη ανέφικτος, δεν συνιστά απλώς αλλαγή έμφασης αλλά εμπεριέχει τον κίνδυνο να διολισθήσει η διερεύνηση από τα πραγματικά αντικειμενικά δεδομένα που διέπουν το εφικτά πραγματοποιήσιμο του σκοπού σε πεδίο όχι πολύ πέραν των υποκειμενικών διαθέσεων της διοίκησης με ανάλογες συνέπειες, ως εκ της προκύπτουσας διαφοροποίησης του επιπέδου των απαιτούμενων ενεργειών της διοίκησης, στο αποτέλεσμα της όποιας συγκεκριμένης υπόθεσης. Το βάρος στον πρώην ιδιοκτήτη δεν είναι να αποδείξει ότι ο σκοπός της απαλλοτρίωσης εγκατελείφθη ή δεν κατέστη ανέφικτος, αλλά ότι η διοίκηση δεν προέβη στις ενέργειες εκείνες που, αναλόγως βεβαίως της περίπτωσης, θα εκρίνοντο ευλόγως αναγκαίες προς υλοποίηση του έργου. Η σαφής ορολογία του Άρθρου 23.5 αντανακλά δεόντως την αντίληψη μας για την ουσιαστική διάσταση του όπως την έχουμε εκφράσει.»
Στην εν λόγω υπόθεση η Πλήρης Ολομέλεια στη σελ. 188, ανέφερε τα ακόλουθα:
«Με όλα αυτά υπ' όψη όντως μπορεί να συναχθεί ότι ο σκοπός της απαλλοτρίωσης δεν έχει καταστεί εφικτός. Όχι μόνο μέσα σε τρία χρόνια μετά από την απαλλοτρίωση αλλά ούτε και μέχρι την ημέρα που απερρίφθη το αίτημα της Εφεσείουσας για επιστροφή του κτήματος ή που κατεχωρήθη η προσφυγή και ακόμα, αν αυτό ήταν σχετικό, ούτε μέχρι σήμερα. Κατακράτηση του κτήματος από τη Δημοκρατία υπό αυτές τις συνθήκες θα ισοδυναμούσε με εσαεί δέσμευση του εν αναμονή και σε περίπτωση που το κράτος θα απεφάσιζε οποτεδήποτε να οριστικοποιήσει και υλοποιήσει την πρόθεση του να το χρησιμοποιήσει για την ανέγερση του Τυπογραφείου. Αυτό θα ήταν έξω από τα πλαίσια του σκοπού της απαλλοτρίωσης, το εφικτό του οποίου ασφαλώς κρίνεται σε συνάρτηση με τα δεδομένα της απαλλοτρίωσης, και θα απέληγε σε προσπορισμό αδικαιολόγητου οφέλους στο κράτος και πρόκληση αντίστοιχης αδικίας στον ιδιοκτήτη αν, ως συνήθως, η αξία του κτήματος έχει εν τω μεταξύ αυξηθεί. Είναι χαρακτηριστική η επισήμανση που γίνεται σε επιστολή του Τυπογραφείου προς το Υπουργείο Οικονομικών ημερομηνίας 11.2.1999 ότι, αν δεν υλοποιηθεί το έργο και ο ιδιοκτήτης επανακτήσει το κτήμα,
«Μια τέτοια εξέλιξη θα έχει έντονα επιζήμιες επιπτώσεις για την Κυβέρνηση γιατί το κράτος θα απωλέσει μια πολύ μεγάλη περιουσία της οποίας η αξία έχει πολλαπλασιαστεί από την ημερομηνία απόκτησης της, προς όφελος των πρώην ιδιοκτητών των συγκεκριμένων τεμαχίων γης.»
(Η υπογράμμιση είναι δική μου)
Από τα πιο πάνω προκύπτει ότι η κάθε υπόθεση κρίνεται με βάση τα δικά της ιδιαίτερα περιστατικά, κυρίως τη φύση του σκοπού για τον οποίο έγινε η απαλλοτρίωση. Υπάρχουν περιπτώσεις που η Απαλλοτριώνουσα Αρχή θα πρέπει να δείξει ότι έχουν γίνει οι σχετικές μελέτες. Τέτοια υποχρέωση συνήθως υπάρχει εκεί όπου για επίτευξη του σκοπού της απαλλοτρίωσης είναι αναγκαία η ανέγερση κτιρίων και άλλων υποδομών. Από την άλλη υπάρχουν περιπτώσεις όπου με την απλή απαλλοτρίωση επιτυγχάνεται ο σκοπός χωρίς την αναγκαία μελέτη κ.λ.π., αφού δε χρειάζεται η κατασκευή υποδομής. Για παράδειγμα στην υπόθεση Σταυρούλα Παραπάνου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, υποθ. Αρ. 890/06 ημερ. 20/6/07, που επιβεβαιώθηκε από την Ολομέλεια (βλ. Σταυρούλα Παραπάνου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Α.Ε. 115/2007, ημερ. 2/3/2010) όπου ο σκοπός της απαλλοτρίωσης ήταν η ενσωμάτωση περίκλειστων στο δάσος τεμαχίων για την καλύτερη προστασία, διαχείριση, συντήρηση και ανάπτυξη του δάσους» κρίθηκε ότι δεν χρειαζόταν να αποδειχθεί ότι θα γίνει οποιαδήποτε άλλη εργασία. Ο αδελφός Δικαστής Χατζηχαμπής, στη σελ. 3, ανέφερε τα ακόλουθα:
«Επί της ουσίας όμως η θέση της διοίκησης είναι ορθή. Η προσφυγή εξυπακούει, και έτσι λέγει η Αιτήτρια, ότι απαιτούντο θετικές ενέργειες και εργασίες προς επίτευξη του σκοπού της απαλλοτρίωσης που δεν έγιναν. Τέτοιες όμως δεν προσδιορίζονται, ενώ από πλευράς της διοίκησης είναι σαφής η θέση ότι ο ίδιος ο σκοπός της απαλλοτρίωσης ήταν η ενσωμάτωση των κτημάτων στο εν λόγω δάσος, ως αναγκαίων για τη συντήρηση και ανάπτυξη του με σκοπό την καλύτερη διατήρηση και προστασία του, ο οποίος και επετεύχθη με την ίδια την απαλλοτρίωση. Από το φάκελο της διοίκησης προκύπτει ότι η θέση αυτή έχει πλήρες αντίκρισμα. Δεν μπορεί λοιπόν να συντρέχουν οι προϋποθέσεις του Άρθρου 23.5.»
Στην ίδια κατάληξη ήταν και η δική μου απόφαση στην υπόθεση Παναγιώτης Στυλιανού ν. Κυπριακής Δημοκρατίας υποθ. Αρ. 892/06 ημερ. 25/9/07, όπου το ακίνητο είχε απαλλοτριωθεί επίσης για σκοπούς συντήρησης και καλύτερης προστασίας του δάσους. Δέχθηκα και υιοθέτησα ως ορθή την προαναφερθείσα απόφαση του Χατζηχαμπή, Δ. Στην ίδια γραμμή είναι και η απόφαση Στυλιανός (Στέλιος) Αρότη Περατικού ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, υποθ. Αρ. 891/06 ημερ. 28/3/2008, Παπαδοπούλου Δ.
Στην υπόθεση Χριστοθέα Λοϊζου Καλλικά κα ν. Δήμου Αραδίππου, Υποθ. Αρ. 728/06 ημερ. 15/9/08 (η οποία σημειώνω τελεί υπό έφεση, βλ. Α.Ε. 174/08), στις 12/4/91 απαλλοτριώθηκε ακίνητη ιδιοκτησία των αιτητριών (μαζί με άλλη ακίνητη περιουσία που ανήκε σε άλλα πρόσωπα) για την ανέγερση δημοτικού μεγάρου. Το 2006 οι αιτητριες, επικαλούμενες τις πρόνοιες του Άρθρου 23.5 του Συντάγματος, ζήτησαν την επιστροφή του ακινήτου τους αφού, σύμφωνα με τον ισχυρισμό τους, παρόλο που παρήλθαν 15 έτη, το ακίνητο τους δεν χρησιμοποιήθηκε για τον δηλωθέντα σκοπό. Η πλευρά των καθών η αίτηση είχε υποστηρίξει, ότι παρά την ύπαρξη κάποιας καθυστέρησης για την υλοποίηση του σκοπού, ενόψει του ότι το ακίνητο των αιτητριών είχε ενοποιηθεί με τα άλλα απαλλοτριωθέντα, καθιστούσε αδύνατη την επιστροφή του κτήματος. Το Δικαστήριο (Ναθαναήλ, Δ) κατέληξε ότι οι καθ' ών η αίτηση δεν έλαβαν τα μέτρα που απαιτεί το Σύνταγμα (όπως ερμηνεύθηκε από τη νομολογία) για προώθηση του σκοπού της απαλλοτρίωσης και έκανε αποδεκτή την προσφυγή. Μεταξύ άλλων ανάφερε τα ακόλουθα:
«Με τα πιο πάνω δεδομένα είναι φανερό ότι οι καθ' ων δεν έχουν λάβει εκείνα τα λογικά αναγκαία μέτρα προς ανέγερση του δημοτικού μεγάρου ως όφειλαν και όπως έχει καθορίσει και η Ευθυμιάδης - πιο πάνω - σελ. 180:
«..η έννοια του εφικτού να πραγματοποιηθεί έχει αναφορά όχι προς τις υποκειμενικές προθέσεις ή επιθυμίες της διοίκησης αλλά προς τα αντικειμενικά δεδομένα του πράγματος που αφορούν τις ενέργειες της διοίκησης προς υλοποίηση του έργου.»
Σχετικά με τον ισχυρισμό των καθ' ών η αίτηση ότι η ενοποίηση του ακινήτου με άλλα, ήταν εμπόδιο για ικανοποίηση του αιτήματος των αιτητριών, ανάφερε τα εξής:
«Όμως η θεώρηση αυτή προσκρούει στο αξίωμα ότι η διοίκηση δεν μπορεί να προβάλλει δικές τις ενέργειες σε βάρος του διοικούμενου, αλλάζοντας τα δεδομένα χωρίς όμως να προωθείται ο καθαυτό σκοπός της απαλλοτρίωσης μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα στη βάση των αντικειμενικών δεδομένων της κάθε περίστασης, όπως έχει υποδείξει και η Ευθυμιάδης. Η ενοποίηση των τεμαχίων εδώ δεν θα μπορούσε να λογιζόταν παρά μόνο ως ένα αναγκαίο μεν αλλά πολύ πρωταρχικό στάδιο προς ολοκλήρωση του σκοπού της απαλλοτρίωσης. Η διοίκηση δεν μπορεί να λαμβάνει μόνο την πρώτη από μια σειρά οφειλομένων ενεργειών, μετέπειτα να αδρανεί και εκ των υστέρων να προτάσσει την αρχική της ενέργεια ως κώλυμα για την επιστροφή του ακινήτου.»
Όπως έχει αποφασιστεί στην προαναφερθείσα υπόθεση Ζήνων Ευθυμιάδης Εστέϊτς Λτδ. ν. Δημοκρατίας, όπου η Πλήρης Ολομέλεια ανασκόπησε τη νομολογία αναφορικά με το Άρθρο 23.5 του Συντάγματος και ειδικά για τα όρια του εφικτού και ανέφικτου του σκοπού της απαλλοτρίωσης, το καθοριστικό κριτήριο για τυχόν επιστροφή ακίνητης ιδιοκτησίας που απαλλοτριώθηκε δεν είναι αν ο σκοπός της απαλλοτρίωσης έχει επιτευχθεί εντός των προβλεπομένων τριών ετών, αλλά αν ο σκοπός αυτός είναι εφικτά πραγματοποιήσιμος, με τη διοίκηση να υποχρεούται να έχει προβεί σε ενέργειες, αναλόγως της περίπτωσης, οι οποίες είναι ευλόγως αναγκαίες προς υλοποίηση του έργου. Ο πρώην ιδιοκτήτης (εδώ οι αιτητές) βαρύνεται να αποδείξει όχι ότι ο σκοπός της απαλλοτρίωσης έχει εγκαταλειφθεί ή ότι κατέστη ανέφικτος, αλλά ότι η διοίκηση δεν έχει προβεί στις ενέργειες εκείνες που, αναλόγως της περίπτωσης, θα κρίνονταν ευλόγως αναγκαίες προς υλοποίηση του έργου.
Στρεφόμενος στα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης και αφού εξέτασα τους αντίστοιχους ισχυρισμούς, έχω καταλήξει, για τους λόγους που εξηγώ στη συνέχεια, ότι η θέση των αιτητών δεν ευσταθεί. Καθίσταται φανερό από τα γεγονότα που είναι παραδεκτά, ότι η διοίκηση προέβηκε στις ενέργειες που υπό τις περιστάσεις ήταν ευλόγως αναμενόμενες και αναγκαίες ούτως ώστε, είτε να υλοποιήσει το έργο, είτε να το καταστήσει εφικτά υλοποιήσιμο μέσα σε εύλογο χρόνο. Το γεγονός ότι έχει κατασκευάσει μεγάλο μέρος του έργου (οι δυο λωρίδες) το οποίο είναι τέτοιας μεγάλης έκτασης που καλύπτει και απαλλοτριωθέντα ακίνητα από άλλους ιδιοκτήτες, και αναμένεται να ολοκληρωθεί το 2012-2013, διαφοροποιεί την υπόθεση αυτή από την προαναφερθείσα υπόθεση Ζήνων Ευθυμιάδης Εστέϊτς Λτδ. Εκεί θα ανεγειρόταν απλώς ένα τυπογραφείο για το οποίο, παρά την παρέλευση ετών, δεν είχαν γίνει καν τα σχέδια ή ακόμα δεν είχε αποφασισθεί αν θα ανεγείρετο εκεί ή σε άλλο χώρο. Στην παρούσα περίπτωση ο σκοπός όχι μόνο έχει καταστεί εφικτός αλλά το έργο προχωρεί σε ολοκλήρωση του.
Ενόψει των πιο πάνω η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα, πλέον ΦΠΑ αν υπάρχει, εναντίον των αιτητών και υπέρ των καθ΄ων η αίτηση, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Μ. Φωτίου,
Δ.
/ΜΑ/ΚΑΣ