ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ANΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

 

ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 407/2008

 

5 Ιουλίου, 2011

 

[Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ/ΣΤΗΣ]

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 23, 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

ΑΝΔΡΙΑΝΗ ΧΡΙΣΤΟΦΗ ΚΥΡΙΑΚΟΥ

Αιτήτρια

 

- ΚΑΙ -

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Καθ'ων  η αίτηση

.............................

Κρ. Α. Παπαλοϊζου, για την αιτήτρια

Ελ. Κλεόπα (κα) Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση

 

.................................

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ:  Με την παρούσα προσφυγή η αιτήτρια ζητά από το Δικαστήριο την πιο κάτω θεραπεία, την οποία παραθέτω αυτούσια:

 

«Απόφαση και/ή δήλωση του Σεβαστού Δικαστηρίου ότι η συνεχιζόμενη παράλειψη και/ή άρνηση των Καθ' ων η Αίτηση να ακυρώσουν και/ή να ανακαλέσουν και/ή να τροποποιήσουν το Διάταγμα Απαλλοτρίωσης αρ. 222 που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας ημερομηνίας 11/03/1976 με το οποίο απαλλοτριώθηκε το τεμάχιο 247, Φ/Σχ. ΧΧΧ.19Ε1, ΧΧΧ19Ε2, Τμήμα C, Ανθούπολη, Κάτω Λακατάμια, και να επιστρέψουν το μέρος του τεμαχίου που δεν χρησιμοποιήθηκε σύμφωνα με το σκοπό της απαλλοτρίωσης στην Αιτήτρια είναι άκυρη και στερημένη οποιουδήποτε Νομικού αποτελέσματος και ότι παν που παραλήφθηκε πρέπει να είχε εκτελεστεί.»

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Το Υπουργικό Συμβούλιο με απόφαση του ημερ. 13/11/1975 ενέκρινε τη δημιουργία του κυβερνητικού οικισμού Π. Λακατάμιας (Ανθούπολης) για στέγαση εκτοπισθέντων και εξουσιοδότησε το Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως στην υλοποίηση του Έργου.  Η επιλογή του χώρου για την ανέγερση του πιο πάνω Οικισμού έγινε με τέτοιο τρόπο ώστε να ικανοποιούνται συγκεκριμένα πολεοδομικά, οικονομικά και κοινωνικά κριτήρια.  Οι σχετικές διοικητικές πράξεις (Γνωστοποίηση Απαλλοτρίωσης και Διάταγμα Απαλλοτρίωσης) δημοσιεύτηκαν στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας με αρ. 818 και 222 ημερ. 14/11/1975 και 11/3/1976 αντίστοιχα.  Μεταξύ των ιδιωτικών τεμαχίων που απαλλοτριώθηκαν ήταν το τεμάχιο με αρ. 247 Φ/Σχ. ΧΧΧ 19Ε1, ΧΧΧ19Ε2, Τμήμα C, Ανθούπολη στη Πάνω Λακατάμια.  Η αιτήτρια, ιδιοκτήτρια του ακινήτου, αποδέκτηκε την αποζημίωση που της πρόσφερε το Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας και το ακίνητο ενεγράφη επ' ονόματι της Κυπριακής Δημοκρατίας.  Οι εργασίες για την ανέγερση του πιο πάνω Οικισμού συμπληρώθηκαν το 1979.  Σε σχέση με το τεμάχιο της αιτήτριας στο σχέδιο αποτύπωσης φαίνεται:

(α)  με πράσινο χρώμα το μέρος του τεμαχίου έκτασης 176m2 που έχει χρησιμοποιηθεί για την ανέγερση κατοικιών.

(β)  Με κόκκινο χρώμα το μέρος του τεμαχίου έκτασης 554 m2  που αφαιρέθηκε ως χώρος πρασίνου για τις ανάγκες του Οικισμού, διαδικασία η οποία εφαρμόζεται σ' όλους τους διαχωρισμούς (ιδιωτικούς ή κυβερνητικά σχέδια στέγασης) και θα διαμορφωθεί με βάση τους προϋπολογισμούς που εγκρίνονται κατά έτος.

(γ) μπλέ χρώμα το μέρος του τεμαχίου έκτασης 606 m2 που χρησιμοποιήθηκε για την κατασκευή του υφιστάμενου οδικού δικτύου του Οικισμού.

(δ)  κίτρινο χρώμα το μέρος του τεμαχίου έκτασης 420 m2 που αφαιρέθηκε για την μελλοντική επέκταση του οδικού δικτύου, σύμφωνα με το Τοπικό Σχέδιο Λευκωσίας.

 

Οι καθ' ων η αίτηση προβαίνουν στην αναδόμηση/γενική συντήρηση του πιο πάνω Οικισμού και αναμένεται μόλις συμπληρωθούν οι εργασίες να προχωρήσει στη σταδιακή διαμόρφωση όλων των χώρων πρασίνου, συμπεριλαμβανομένου και του πιο πάνω χώρου πρασίνου.

 

Η Διοίκηση χρησιμοποίησε για το σκοπό για τον οποίο απαλλοτριώθηκε το προαναφερόμενο τεμάχιο, ένα πολύ μικρό μέρος αυτού, ήτοι 176 m2  από τα 1756 m2 του συνολικού εμβαδού.

 

Η αιτήτρια με επιστολή των δικηγόρων της ημερ. 15/10/2006 προς τον Υπουργό Εσωτερικών ζήτησε, σε συνέχεια προηγούμενης επικοινωνίας, να πάρει απάντηση ως προς το αίτημα της για επιστροφή του μέρους του τεμαχίου που δεν χρησιμοποιήθηκε σύμφωνα με το σκοπό της απαλλοτρίωσης.  Οι καθ' ων η αίτηση με επιστολή τους ημερ. 2/1/2008 απέρριψαν το αίτημα της αιτήτριας ισχυριζόμενοι ότι το τεμ. 247 χρησιμοποιήθηκε για τη δημιουργία του οικισμού Ανθούπολης και δεν είναι δυνατή η ανάκληση του.  Από την αποτύπωση όμως της επιτόπιας κατάστασης φαίνεται καθαρά ότι για το σκοπό της απαλλοτρίωσης χρησιμοποιήθηκε μόνο ο χώρος που φαίνεται με πράσινο χρώμα.  Ο χώρος που φαίνεται με μπλε, ο δρόμος δηλαδή που διανοίχθηκε, δεν προσφέρει πρόσβαση στις κατοικίες του συνοικισμού αλλά αποτελεί προσπέλαση για άλλα παρακείμενα τεμάχια.  Περαιτέρω, ο χώρος που φαίνεται με κόκκινο και κίτρινο χρώμα στο εν λόγω σχέδιο, χρησιμοποιείται από ιδιώτες, οι οποίοι έχουν ανεγείρει παραπήγματα, φούρνο και τοποθέτησαν τροχόσπιτο.  Ακόμη, μέρος του τεμαχίου περιφράχθηκε και σ' αυτό φυτεύθηκαν δέντρα.  Η αιτήτρια υπέβαλε παράπονο προς την Επίτροπο Διοικήσεως η οποία υπέβαλε έκθεση προς την αρμόδια αρχή με την οποία εισηγείται στο Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών προώθηση της σχετικής διαδικασίας για προσφορά στην αιτήτρια του μέρους του τεμαχίου που δεν χρησιμοποιήθηκε σύμφωνα με το σκοπό της απαλλοτρίωσης.  Οι καθ' ων η αίτηση δεν προέβησαν μέχρι σήμερα σε ακύρωση ή ανάκληση του επιδίκου διατάγματος απαλλοτρίωσης ούτε και επέστρεψαν το μέρος του τεμαχίου που δεν χρησιμοποιήθηκε.

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Ο ευπαίδευτος δικηγόρος της αιτήτριας στην αγόρευση του (αρχική και απαντητική) εισηγείται την ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης για τους εξής λόγους:

(α) η απόφαση λήφθηκε ενάντια στο Άρθρο 23.4 και 23.5 του Συντάγματος,

(β) μόνο ένα μικρό μέρος του κτήματος έχει χρησιμοποιηθεί για το σκοπό που απαλλοτριώθηκε.

 

Η ευπαίδευτη δικηγόρος των καθ' ων η αίτηση εισηγείται ότι το τεμάχιο της αιτήτριας χρησιμοποιήθηκε για τον σκοπό για τον οποίο απαλλοτριώθηκε και ότι ο σκοπός για τον οποίο έγινε η απαλλοτρίωση έχει καταστεί εφικτός.  Εισηγείται περαιτέρω την απόρριψη της προσφυγής.

 

ΕΞΕΤΑΣΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΙΣΧΥΡΙΣΜΩΝ

Το Άρθρο 23.5 του Συντάγματος διαλαμβάνει ως ακολούθως:

 

«23.5  Οιαδήποτε ακίνητος ιδιοκτησία, ή δικαίωμα ή συμφέρον επί τοιαύτης ιδιοκτησίας απαλλοτριωθείσα αναγκαστικώς θα χρησιμοποιηθή αποκλειστικώς προς τον δι' όν απηλλοτριώθη σκοπόν.  Εάν εντός τριών ετών από της απαλλοτριώσεως δεν καταστή εφικτός ο τοιούτος σκοπός, ή απαλλοτριώσασα αρχή, ευθύς μετά την εκπνοήν της ρηθείσης προθεσμίας των τριών ετών υποχρεούται να προσφέρη την ιδιοκτησίαν επί καταβολή της τιμής κτήσεως εις το πρόσωπον παρ' ού απηλλοτρίωσεν αυτήν.  Το πρόσωπον τούτο δικαιούται εντός τριών μηνών από της λήψεως της προσφοράς να γνωστοποιήση την αποδοχήν ή μη ταύτης.  Εφ' όσον δε γνωστοποιήση ότι αποδέχεται την προσφοράν, η ιδιοκτησία επιστρέφεται ευθύς άμα αποδοθή παρά του προσώπου το τίμημα εντός περαιτέρω προθεσμίας τριών μηνών από της τοιαύτης αποδοχής.»

(Η υπογράμμιση είναι δική μου)

 

Το πιο πάνω άρθρο έτυχε ερμηνείας σε μεγάλο αριθμό αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου μεταξύ των οποίων και η απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας Ζήνων Ευθυμιάδης Εστέϊτς Λτδ. ν. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 166, όπου έγινε ανασκόπηση της προηγούμενης νομολογίας.  Στις σελ. 183 και 184 λέχθηκαν τα ακόλουθα:

 

«Συμμεριζόμαστε την ανησυχία που εκφράστηκε στη Συμεωνίδης και φρονούμε ότι η παραπομπή στο εφικτά υλοποιήσιμο του σκοπού της απαλλοτρίωσης αποκαθιστά την ορθή διατύπωση του συνταγματικού κριτηρίου η οποία συναρτά την εφαρμογή του Άρθρου 23.5 προς τη διαρκή υποχρέωση της διοίκησης να χρησιμοποιήσει το κτήμα για το σκοπό για τον οποίο απαλλοτριώθηκε και έτσι να καθιστά συνεχώς, και βεβαίως όχι μόνο μέσα στην περίοδο των τριών ετών από την απαλλοτρίωση, εφικτά πραγματοποιήσιμο το σκοπό αυτό.  Το να τίθεται το ερώτημα με άλλους όρους, δηλαδή κατά πόσο ο σκοπός της απαλλοτρίωσης εγκατελείφθη ή δεν κατέστη ανέφικτος, δεν συνιστά απλώς αλλαγή έμφασης αλλά εμπεριέχει τον κίνδυνο να διολισθήσει η διερεύνηση από τα πραγματικά αντικειμενικά δεδομένα που διέπουν το εφικτά πραγματοποιήσιμο του σκοπού σε πεδίο όχι πολύ πέραν των υποκειμενικών διαθέσεων της διοίκησης με ανάλογες συνέπειες, ως εκ της προκύπτουσας διαφοροποίησης του επιπέδου των απαιτούμενων ενεργειών της διοίκησης, στο αποτέλεσμα της όποιας συγκεκριμένης υπόθεσης.  Το βάρος στον πρώην ιδιοκτήτη δεν είναι να αποδείξει ότι ο σκοπός της απαλλοτρίωσης εγκατελείφθη ή δεν κατέστη ανέφικτος, αλλά ότι η διοίκηση δεν προέβη στις ενέργειες εκείνες που, αναλόγως βεβαίως της περίπτωσης, θα εκρίνοντο ευλόγως αναγκαίες προς υλοποίηση του έργου.  Η σαφής ορολογία του Άρθρου 23.5 αντανακλά δεόντως την αντίληψη μας για την αντίληψη μας για την ουσιαστική διάσταση του όπως την έχουμε εκφράσει.»

 

Στην εν λόγω υπόθεση η Πλήρης Ολομέλεια στη σελ. 188, ανέφερε τα ακόλουθα:

 

«Με όλα αυτά υπ' όψη όντως μπορεί να συναχθεί ότι ο σκοπός της απαλλοτρίωσης δεν έχει καταστεί εφικτός.  Όχι μόνο μέσα σε τρία χρόνια μετά από την απαλλοτρίωση αλλά ούτε και μέχρι την ημέρα που απερρίφθη το αίτημα της Εφεσείουσας για επιστροφή του κτήματος ή που κατεχωρήθη η προσφυγή και ακόμα, αν αυτό ήταν σχετικό, ούτε μέχρι σήμερα.  Κατακράτηση του κτήματος από τη Δημοκρατία υπό αυτές τις συνθήκες θα ισοδυναμούσε με εσαεί δέσμευση του εν αναμονή και σε περίπτωση που το κράτος θα απεφάσιζε οποτεδήποτε να οριστικοποιήσει και υλοποιήσει την πρόθεση του να το χρησιμοποιήσει για την ανέγερση του Τυπογραφείου.  Αυτό θα ήταν έξω από τα πλαίσια του σκοπού της απαλλοτρίωσης, το εφικτό του οποίου ασφαλώς κρίνεται σε συνάρτηση με τα δεδομένα της απαλλοτρίωσης, και θα απέληγε σε προορισμό αδικαιολόγητου οφέλους στο κράτος και πρόκληση αντίστοιχης αδικίας στον ιδιοκτήτη αν, ως συνήθως, η αξία του κτήματος έχει εν τω μεταξύ αυξηθεί.  Είναι χαρακτηριστική η επισήμανση που γίνεται σε επιστολή του Τυπογραφείου προς το Υπουργείο Οικονομικών ημερομηνίας 11.2.1999 ότι, αν δεν υλοποιηθεί το έργο και ο ιδιοκτήτης επανακτήσει το κτήμα,

 

      «Μια τέτοια εξέλιξη θα έχει έντονα επιζήμιες επιπτώσεις για την Κυβέρνηση γιατί το κράτος θα απωλέσει μια πολύ μεγάλη περιουσία της οποίας η αξία έχει πολλαπλασιαστεί από την ημερομηνία απόκτησης της, προς όφελος των πρώην ιδιοκτητών των συγκεκριμένων τεμαχίων γης.»

(Η υπογράμμιση είναι δική μου)

 

Από τα πιο πάνω προκύπτει ότι η κάθε υπόθεση κρίνεται με βάση τα δικά της ιδιαίτερα περιστατικά, κυρίως τη φύση του σκοπού για τον οποίο έγινε η απαλλοτρίωση.  Υπάρχουν περιπτώσεις που η Απαλλοτριώνουσα Αρχή θα πρέπει να δείξει ότι έχουν γίνει οι σχετικές μελέτες.  Τέτοια υποχρέωση συνήθως υπάρχει εκεί όπου για επίτευξη του σκοπού της απαλλοτρίωσης είναι αναγκαία η ανέγερση κτιρίων και άλλων υποδομών.  Από την άλλη υπάρχουν περιπτώσεις όπου με την απλή απαλλοτρίωση επιτυγχάνεται ο σκοπός χωρίς την αναγκαία μελέτη κ.λ.π., αφού δε χρειάζεται η κατασκευή υποδομής.  Για παράδειγμα στην υπόθεση Σταυρούλα Παραπάνου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, υποθ. Αρ. 890/06 ημερ. 20/6/07, που επιβεβαιώθηκε από την Ολομέλεια (βλ. Σταυρούλα Παραπάνου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Α.Ε. 115/2007, ημερ. 2/3/2010) όπου ο σκοπός της απαλλοτρίωσης ήταν η ενσωμάτωση περίκλειστων στο δάσος τεμαχίων για την καλύτερη προστασία, διαχείριση, συντήρηση και ανάπτυξη του δάσους» κρίθηκε ότι δεν χρειαζόταν να αποδειχθεί ότι θα γίνει οποιαδήποτε άλλη εργασία.  Ο αδελφός Δικαστής Χατζηχαμπής, στη σελ. 3, ανέφερε τα ακόλουθα:

 

Επί της ουσίας όμως η θέση της διοίκησης είναι ορθή.  Η προσφυγή εξυπακούει, και έτσι λέγει η Αιτήτρια, ότι απαιτούντο θετικές ενέργειες και εργασίες προς επίτευξη του σκοπού της απαλλοτρίωσης που δεν έγιναν.  Τέτοιες όμως δεν προσδιορίζονται, ενώ από πλευράς της διοίκησης είναι σαφής η θέση ότι ο ίδιος ο σκοπός της απαλλοτρίωσης ήταν η ενσωμάτωση των κτημάτων στο εν λόγω δάσος, ως αναγκαίων για τη συντήρηση και ανάπτυξη του με σκοπό την καλύτερη διατήρηση και προστασία του, ο οποίος και επετεύχθη με την ίδια την απαλλοτρίωση.  Από το φάκελο της διοίκησης προκύπτει ότι η θέση αυτή έχει πλήρες αντίκρισμα.  Δεν μπορεί λοιπόν να συντρέχουν οι προϋποθέσεις του Άρθρου 23.5.»

 

Στην ίδια κατάληξη ήταν και η δική μου απόφαση στην υπόθεση Παναγιώτης Στυλιανού ν. Κυπριακής Δημοκρατίας υποθ. Αρ. 892/06 ημερ. 25/9/07, όπου το ακίνητο είχε απαλλοτριωθεί επίσης για σκοπούς συντήρησης και καλύτερης προστασίας του δάσους.  Δέχθηκα και υιοθέτησα ως ορθή την προαναφερθείσα απόφαση του  Χατζηχαμπή, Δ.  Στην ίδια γραμμή είναι και η απόφαση Στυλιανός (Στέλιος) Αρότη Περατικού ν. Κυπριακής Δημοκρατίας,  υποθ. Αρ. 891/06  ημερ. 28/3/2008, Παπαδοπούλου Δ.

 

Στην υπόθεση Χριστοθέα Λοϊζου Καλλικά κα ν. Δήμου Αραδίππου, Υποθ. Αρ. 728/06 ημερ. 15/9/08 (η οποία σημειώνω τελεί υπό έφεση, βλ. Α.Ε. 174/08), στις 12/4/91 απαλλοτριώθηκε ακίνητη ιδιοκτησία των αιτητριών (μαζί με άλλη ακίνητη περιουσία που ανήκε σε άλλα πρόσωπα) για την ανέγερση δημοτικού μεγάρου.  Το 2006 οι αιτητριες, επικαλούμενες τις πρόνοιες του Άρθρου 23.5 του Συντάγματος, ζήτησαν την επιστροφή του ακινήτου τους αφού, σύμφωνα με τον ισχυρισμό τους, παρόλο που παρήλθαν 15 έτη, το ακίνητο τους δεν χρησιμοποιήθηκε για τον δηλωθέντα σκοπό.  Η πλευρά των καθών η αίτηση είχε υποστηρίξει, ότι παρά την ύπαρξη κάποιας καθυστέρησης για την υλοποίηση του σκοπού, ενόψει του ότι το ακίνητο των αιτητριών είχε ενοποιηθεί με τα άλλα απαλλοτριωθέντα, καθιστούσε αδύνατη την επιστροφή του κτήματος.  Το Δικαστήριο (Ναθαναήλ, Δ) κατέληξε ότι οι καθ' ών η αίτηση δεν έλαβαν τα μέτρα που απαιτεί το Σύνταγμα (όπως ερμηνεύθηκε από τη νομολογία) για προώθηση του σκοπού της απαλλοτρίωσης και έκανε αποδεκτή την προσφυγή.  Μεταξύ άλλων ανάφερε τα ακόλουθα:

 

«Με τα πιο πάνω δεδομένα είναι φανερό ότι οι καθ' ων δεν έχουν λάβει εκείνα τα λογικά αναγκαία μέτρα προς ανέγερση του δημοτικού μεγάρου ως όφειλαν και όπως έχει καθορίσει και η Ευθυμιάδης - πιο πάνω - σελ. 180:

 

      «..η έννοια του εφικτού να πραγματοποιηθεί έχει αναφορά όχι προς τις υποκειμενικές προθέσεις ή επιθυμίες της διοίκησης αλλά προς τα αντικειμενικά δεδομένα του πράγματος που αφορούν τις ενέργειες της διοίκησης προς υλοποίηση του έργου.»

 

 

Σχετικά με τον ισχυρισμό των καθ' ών η αίτηση ότι η ενοποίηση του ακινήτου με άλλα, ήταν εμπόδιο για ικανοποίηση του αιτήματος των αιτητριών, ανάφερε τα εξής:

 

«Όμως η θεώρηση αυτή προσκρούει στο αξίωμα ότι η διοίκηση δεν μπορεί να προβάλλει δικές τις ενέργειες σε βάρος του διοικούμενου, αλλάζοντας τα δεδομένα χωρίς όμως να προωθείται ο καθαυτό σκοπός της απαλλοτρίωσης μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα στη βάση των αντικειμενικών δεδομένων της κάθε περίστασης, όπως έχει υποδείξει και η Ευθυμιάδης.  Η ενοποίηση των τεμαχίων εδώ δεν θα μπορούσε να λογιζόταν παρά μόνο ως ένα αναγκαίο μεν αλλά πολύ πρωταρχικό στάδιο προς ολοκλήρωση του σκοπού της απαλλοτρίωσης.  Η διοίκηση δεν μπορεί να λαμβάνει μόνο την πρώτη από μια σειρά οφειλομένων ενεργειών, μετέπειτα να αδρανεί και εκ των υστέρων να προτάσσει την αρχική της ενέργεια ως κώλυμα για την επιστροφή του ακινήτου.»

 

Όπως έχει αποφασιστεί στην προαναφερθείσα υπόθεση Ζήνων Ευθυμιάδης Εστέϊτς Λτδ. ν. Δημοκρατίας, όπου η Πλήρης Ολομέλεια ανασκόπησε τη νομολογία αναφορικά με το Άρθρο 23.5 του Συντάγματος και ειδικά για τα όρια του εφικτού και ανέφικτου του σκοπού της απαλλοτρίωσης, το καθοριστικό κριτήριο για τυχόν επιστροφή ακίνητης ιδιοκτησίας που απαλλοτριώθηκε δεν είναι αν ο σκοπός της απαλλοτρίωσης έχει επιτευχθεί εντός των προβλεπομένων τριών ετών, αλλά αν ο σκοπός αυτός είναι εφικτά πραγματοποιήσιμος, με τη διοίκηση να υποχρεούται να έχει προβεί σε ενέργειες, αναλόγως της περίπτωσης, οι οποίες είναι ευλόγως αναγκαίες προς υλοποίηση του έργου.  Ο πρώην ιδιοκτήτης (εδώ η αιτήτρια) βαρύνεται να αποδείξει όχι ότι ο σκοπός της απαλλοτρίωσης έχει εγκαταλειφθεί ή ότι κατέστη ανέφικτος, αλλά ότι η διοίκηση δεν έχει προβεί στις ενέργειες εκείνες που, αναλόγως της περίπτωσης, θα κρίνονταν ευλόγως αναγκαίες προς υλοποίηση του έργου.

 

Με βάση τις πιο πάνω νομικές αρχές προχωρώ να εξετάσω την παρούσα περίπτωση.  Εξέτασα τους αντίστοιχους ισχυρισμούς και για του λόγους που εξηγώ στη συνέχεια, έχω καταλήξει να δεχθώ ως ορθή την επιχειρηματολογία της πλευράς της αιτήτριας.

 

Από τη Γνωστοποίηση Απαλλοτρίωσης ημερ. 14/1/1975 προκύπτει ότι ο σκοπός της δημοσίας ωφελείας δεν ήταν απλά η ανέγερση ενός κτιρίου αλλά ολόκληρου Συνοικισμού με κατοικίες, καταστήματα και άλλες οικοδομές, σχολεία και υγειονομικά κτίρια και άλλα ιδρύματα για την στέγαση και για τις ανέσεις εκτοπισθέντων.  Για το σκοπό αυτό απαλλοτριώθηκαν αρκετά ακίνητα, διαφόρων ιδιοκτητών, συνολικής έκτασης 343 σκαλών και 1600 περίπου τετραγωνικών ποδών.  Αναφορικά με το ακίνητο της αιτήτριας απαλλοτριώθηκε ολόκληρο το τεμάχιο.  Επομένως κατά την εξέταση του όλου θέματος θα πρέπει να έχουμε υπόψη ότι το έργο δεν θα γινόταν μόνο στο ακίνητο της αιτήτριας αλλά ήταν τέτοιας έκτασης που επηρέαζε όλα τα απαλλοτριωθέντα.  Έτσι η θέση του ακινήτου σε σύγκριση με τα υπόλοιπα είναι στοιχείο που μπορεί και πρέπει να ληφθεί υπόψη.  Από σχετικό σχεδιάγραμμα προκύπτει ότι τούτο είναι στο άκρο του όλου απαλλοτριωθέντος χώρου.

 

Ενώ το εν λόγω ακίνητο απαλλοτριώθηκε από το 1976, μέχρι το 2008 που η Επίτροπος Διοίκησης  εξέτασε παράπονο της αιτήτριας, από επιτόπια εξέταση υπαλλήλου του Γραφείου της (βλ. σελ. 6 της έκθεσης της) διαπιστώθηκε με βάση σχεδιάγραμμα ότι «ένα πολύ μικρό εμβαδό του τεμαχίου χρησιμοποιήθηκε για το σκοπό της απαλλοτρίωσης ενώ, με βάση το περιεχόμενο της επιστολής του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών, δεν υπάρχει πρόθεση χρήσης του υπόλοιπου τεμαχίου για το Συνοικισμό».  Διαπιστώθηκε επίσης ότι «Μέρος του τεμαχίου χρησιμοποιήθηκε για τη διάνοιξη και κατασκευή δρόμου και μέρος του συμπεριελήφθηκε στο σχεδιασμό διεύρυνσης του οδικού δικτύου, αποκαλύπτονται δηλαδή χρήση μέρους του τεμαχίου για σκοπό άλλο  από εκείνο της απαλλοτρίωσης».  Εισηγήθηκε επομένως την επιστροφή του μέρους που δεν χρησιμοποιήθηκε.

 

Από τη γραπτή αγόρευση των καθ' ων η αίτηση δεν βρίσκω οτιδήποτε που να αντικρούει τα πιο πάνω γεγονότα.  Αντίθετα, αναφερόμενη η πλευρά των καθ' ων η αίτηση στα διάφορα τροχόσπιτα και παραπήγματα που τοποθετήθηκαν από ιδιώτες (που δείχνει ότι το μέρος αυτό δεν αναπτύχθηκε) αναφέρει τα εξής:

 

«Όταν αυτά μετακινήθηκαν που αυτό εναπόκειται στις αρμόδιες αρχές και ο χώρος καταστεί ελεύθερος αυτός θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί για το σκοπό που έχει απαλλοτριωθεί».

(Η έμφαση με μαύρα γράμματα είναι δική μου)

 

Λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος ότι η αγόρευση έχει ημερομηνία 11/6/2009, καθίσταται πρόδηλο ότι τα έργα αυτά θα γίνουν στο μέλλον και δεν υπάρχει ικανοποιητική εξήγηση για τη μη χρήση του μέρους αυτού μέχρι σήμερα από την απαλλοτριώνουσα αρχή.

 

Ενόψει των πιο πάνω η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα (πλέον ΦΠΑ αν υπάρχει) εναντίον των καθ' ων η αίτηση και υπέρ της αιτήτριας.

 

Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται.  Η παράλειψη των καθ' ων η αίτηση να ακολουθήσουν τη διαδικασία του Άρθρου 23.5 του Συντάγματος και του άρθρου 15 του περί Αναγκαστικής Απαλλοτριώσεως Νόμου επίσης κηρύσσεται άκυρη και παν το παραλειφθεν ως προς τούτο, δέον όπως εκτελεστεί.

 

                                                                         Μ. Φωτίου, Δ.

 

 

/ΚΑσ

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο