ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 770/2009)
3 Ιουνίου, 2011
[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στης]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 23, 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
1. ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΘΕΟΥΛΗ,
2. ΛΟΙΖΟΣ ΘΕΟΥΛΗ,
Αιτητές,
ΚΑΙ
ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΑΚΑΚΙΟΥ,
Καθ΄ ων η αίτηση.
____________________
Μ. Καλλιγέρου (κα.), για τους Αιτητές.
Α. Παπαχαραλάμπους, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.: Οι αιτητές με την παρούσα προσφυγή ζητούν:
«Δήλωση και /ή απόφαση του Δικαστηρίου ότι η συνεχιζόμενη παράλειψη των Καθ' ων η αίτηση, να επιστρέψουν στους αιτητές τα απαλλοτριωθέντα ακίνητά τους, Φ/Σχ.29/5, Τεμάχιο 259/1 και Τεμάχιο 260/1 στο χωριό Ακάκι, τα οποία απαλλοτριώθηκαν το 1993, ενώ ο σκοπός για τον οποίο απαλλοτριώθηκαν (δημιουργία πλατείας) έχει εγκαταλειφθεί και/ή δεν έχει επιτευχθεί παρά την παρέλευση 16 ετών από την απαλλοτρίωση, είναι άκυρη και/ή παράνομη και/ή αντισυνταγματική και/ή χωρίς κανένα νόμιμο αποτέλεσμα και ότι παραλείφθηκε θα πρέπει να διενεργηθεί.»
Τα ακίνητα των αιτητών, Τεμάχια 259/1 και 260/1 στο χωριό Ακάκι, απαλλοτριώθηκαν με Γνωστοποίηση Απαλλοτρίωσης το 1993 (19/3/93) με σκοπό τη δημιουργία πλατείας στο χωριό. Το διάταγμα απαλλοτρίωσης εκδόθηκε την 11.6.1996.
Ο Πρόεδρος της Κοινότητας με επιστολή του ημερομηνίας 7/7/2005 απευθύνθηκε στον Υπουργό Οικονομικών ζητώντας οικονομική στήριξη για τη δημιουργία πλατείας . Στην επιστολή του εκείνη εκθέτει το ιστορικό της υπόθεσης αναφέροντας ότι ο τότε Πρόεδρος της Δημοκρατίας, με επιστολή του ημερ. 10/6/1997, κοινοποίησε στο κοινοτικό συμβούλιο την απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου για «Δαπεδόστρωση της αυλής της Εκκλησίας για δημιουργία Πλατείας».
Παραθέτω αυτούσιο το περιεχόμενο της επιστολής του Προέδρου της κοινότητας προς τον Υπουργό Οικονομικών 7/7/2005:
«Με την παρούσα θα θέλαμε να σας παρακαλέσουμε να ξαναεξετάσετε με κατανόηση το αίτημά μας για οικονομική στήριξη της προσπάθειας μας για δημιουργία πλατείας στο κέντρο της κοινότητας μας.
Το Κοινοτικό Συμβούλιο Ακακίου προέβη στην αγορά της αναγκαίας ιδιωτικής γης έναντι του ποσού των 227.000 ΛΚ. Η προσπάθεια αυτή ξεκίνησε μετά από απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου που μας κοινοποίησε με επιστολή του ημ. 10 Ιουνίου 1997 ο τότε Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας ως αντιστάθμισμα για τις ζημιές και την ταλαιπωρία που υπέστη η κοινότητα μας λόγω του γνωστού θέματος του εργοστασίου Rainbow στο Ακάκι.
Μετά την απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου ζητήσαμε από το Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως την ετοιμασία των σχεδίων. Κατά την ετoιμασία μάς υπεδείχθη η αναγκαιότητα της αγοράς της εν λόγω πρόσθετης ιδιωτικής γης για σωστή και αποτελεσματική αναμόρφωση του κέντρου της Κοινότητας μας. Αυτοί ήταν οι λόγοι που προβήκαμε στην αγορά ιδιωτικής γης για την αποπληρωμή της οποίας ζητούμε την οικονομική βοήθεια του κράτους.
Συνημμένως σας υποβάλλουμε φωτοαντίγραφο της επιστολής του τότε Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας.»
Σχέδια για το έργο διαμόρφωσης πλατείας Ακακίου εκπονήθηκαν το 2005 και το έργο επρόκειτο να υλοποιηθεί σε δύο φάσεις. Στην Α΄ Φάση εντάχθηκε η δημιουργίας πλατείας στον περίβολο της Εκκλησίας της κοινότητας. Στη Β΄ Φάση εντάχθηκε η ανέγερση νέου κτιρίου βιβλιοθήκης, δημόσιων χώρων υγιεινής και πλακόστρωτων. Η Β΄ Φάση αναμένετο να αρχίσει μετά την ολοκλήρωση της Α΄ Φάσης.
Κατατοπιστική για τις φάσεις του έργου, είναι και η επιστολή ημερ. 25/8/2005 του Έπαρχου Λευκωσίας προς το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών, με την οποία το γραφείο του εισηγείτο την ικανοποίηση του αιτήματος του Κοινοτικού Συμβουλίου για συμπερίληψη του κόστους της μελέτης στο συνολικό κόστος του έργου.
Στις 16/3/2006 συζητήθηκαν οι αδυναμίες στο έργο και αποφασίστηκε ότι η πολεοδομική αίτηση για ανέγερση κτιρίου κοινοτικής βιβλιοθήκης θα αποσυρόταν.
Οι αιτητές, δια των δικηγόρων τους, υπέβαλαν αίτημα για επιστροφή των απαλλοτριωθέντων ακινήτων, με επιστολή ημερομηνίας 26/5/2009.
Οι δικηγόροι των καθ΄ ων η αίτηση απάντησαν με επιστολή ημερομηνίας 1/6/2009, ότι δεν αποδέχονται το περιεχόμενο της επιστολής και ότι το Κοινοτικό Συμβούλιο Ακακίου «λειτούργησε μέσα στα πλαίσια του Συντάγματος, του Νόμου και των Κανονισμών».
Η συνεχιζόμενη μέχρι σήμερα παράλειψη επιστροφής των απαλλοτριωθέντων ακινήτων ισχυρίζονται οι αιτητές είναι παράνομη και έκδηλα παραβιάζει το Σύνταγμα. Το βασικό επιχείρημα τους είναι ότι ο σκοπός της απαλλοτρίωσης δεν είναι εφικτός και έχουν παρέλθει, προ πολλού, τα τρία χρόνια που προβλέπονται από το ΄Αρθρο 23.5 του Συντάγματος και από το άρθρο 15(1) του περί Αναγκαστικής Απαλλοτρίωσης Νόμου του 1962, Ν.15/62, αφού τα συγκεκριμένα τεμάχια δεν έχουν χρησιμοποιηθεί για το σκοπό που έχουν απαλλοτριωθεί.
Οι αιτητές υποστηρίζουν ότι τα τεμάχια απαλλοτριώθηκαν για να χρησιμοποιηθούν για τη δημιουργία πλατείας και όχι για άλλες υπηρεσίες και σκοπούς που προέκυψαν και αποφασίστηκαν εννέα χρόνια μετά την απαλλοτρίωση. Υποβάλλουν συναφώς ότι τα σχέδια και οι μελέτες έπρεπε να είχαν προηγηθεί της Γνωστοποίησης. Ενόψει του ότι η πλατεία σχεδιάστηκε εκ των υστέρων στο προαύλιο της Εκκλησίας, ως η απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, ο σκοπός της απαλλοτρίωσης έχει εγκαταλειφθεί.
Αναφέρει στη συνέχεια, η ευπαίδευτη συνήγορος των αιτητών, ότι κάποια ακίνητα που είχαν απαλλοτριωθεί το 1993, για κάποιους άγνωστους λόγους εξαιρέθηκαν, κάποια άλλα πρόσθετα αγοράστηκαν με τιμές του 2005 και κάποια άλλα των οποίων ζητήθηκε απαλλοτρίωση, τελικά διαπιστώθηκε ότι ήταν ήδη απαλλοτριωθέντα όπως και εκείνα των αιτητών, από το 1993, μόνο που τα ακίνητα των αιτητών, εντάχθηκαν στο σχέδιο που κατατέθηκε από τους μελετητές στη σύσκεψη στο γραφείο του Έπαρχου, ως χώρος στάθμευσης, και όχι ως πλατεία.
Η συνεχιζόμενη μέχρι σήμερα παράλειψη επιστροφής των αλλοτριωθέντων, ισχυρίζεται η ευπαίδευτη συνήγορος των αιτητών, είναι παράνομη και έκδηλα παραβιάζει το Σύνταγμα.
Οι καθ΄ ων η αίτηση αντιτείνουν ότι ο σκοπός δεν έχει καταστεί ανέφικτος. Έστω και αν τα επίδικα ακίνητα επρόκειτο να χρησιμοποιηθούν για χώρο στάθμευσης, αυτό δεν συνιστά λόγο για επιστροφή τους. Εξάλλου, αναφέρουν στη συνέχεια, η δημιουργία χώρου στάθμευσης εντάσσεται στα πλαίσια του όλου έργου διαμόρφωσης πλατείας στην Κοινότητα Ακακίου. Το έργο έχει κατασκευαστεί, υπάρχουν και έχουν σχεδιαστεί επιπρόσθετα έργα και κατασκευές για συμπλήρωση του.
Τίθεται το ερώτημα κατά πόσο η διατήρηση των απαλλοτριώσεων των ακινήτων των αιτητών με σκοπό τη χρησιμοποίησή τους ως χώρου στάθμευσης συμβιβάζεται με τη συνταγματική προστασία της ιδιοκτησίας , τη στιγμή που δεν αναμένεται να γίνει χρήση των απαλλοτριωθέντων για το σκοπό για τον οποίο έγινε η απαλλοτρίωση.
Η πρόσφατη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου καθοδηγεί πλήρως, αναφορικά με την ορθή ερμηνεία του άρθρου 15(1) του περί Αναγκαστικής Απαλλοτριώσεως Νόμου (Ν 15/62) και του άρθρου 23 του Συντάγματος.
Στην απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Ζήνων Ευθυμιάδης Εστέϊτς Λτδ ν. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 166 τονίστηκε ότι η ορθή ερμηνεία του εδαφίου 5 του ΄Αρθρου 23, θα πρέπει να συνάδει με το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα της ιδιοκτησίας και ότι η έννοια του εφικτού και ανέφικτου σκοπού θα πρέπει να ερμηνεύεται όχι ως προς τις υποκειμενικές προθέσεις ή επιθυμίες της διοίκησης, αλλά ως προς τα αντικειμενικά δεδομένα που αφορούν στις ενέργειες της διοίκησης προς υλοποίηση του σκοπού.
Στην προκείμενη υπόθεση, η γνωστοποίηση απαλλοτρίωσης που αφορούσε τα συγκεκριμένα τεμάχια, έγινε στις 19/3/1993 με ρητή πρόνοια τη δημιουργία πλατείας και το 1996 η Διοίκηση προέβηκε στην απαλλοτρίωση τους.
Παρατηρώ πράγματι ότι δεν προηγήθηκαν οποιαδήποτε σχέδια και μελέτες για το έργο. Κατά το έτος 2005, η διοίκηση άρχισε να προβληματίζεται κατά πόσο θα ξεκινούσε το έργο διαμόρφωσης πλατείας στην Κοινότητα Ακακίου. Μετά δηλαδή την παρέλευση 9 χρόνων από το διάταγμα απαλλοτρίωσης, η διοίκηση αποφάσισε τη διεξαγωγή μελετών και αναζήτησε χορηγίες από το κράτος. Αποφασίστηκε ωστόσο η πλατεία να οικοδομηθεί μπροστά στην εκκλησία, στο προαύλιο και όχι σε άλλη τοποθεσία. Σχετικά σχέδια εκπονήθηκαν το 2005 και επειδή τα ακίνητα των αιτητών και πολλά άλλα ακίνητα είχαν ήδη απαλλοτριωθεί από το 1993, για να γίνουν πλατεία, εντάχθηκαν στο σχέδιο ως χώρος στάθμευσης και όχι πλέον ως πλατεία όπως ρητά όριζε το διάταγμα απαλλοτρίωσης.
Η απαλλοτριωθείσα περιουσία επρόκειτο να χρησιμοποιηθεί για τη δημιουργία χώρου στάθμευσης που επρόκειτο να γίνει σε μια δεύτερη φάση δηλαδή μετά την υλοποίηση της πρώτης φάσης που αφορούσε στην οικοδόμηση της πλατείας. Κάτι τέτοιο όμως δεν περιλαμβάνονταν στους λόγους για τους οποίους πραγματοποιήθηκε η απαλλοτρίωση και επομένως συμφωνώ με την ευπαίδευτη συνήγορο των αιτητών ότι ο σκοπός της απαλλοτρίωσης έχει εγκαταλειφθεί και επομένως ότι η συνεχιζόμενη, μέχρι σήμερα, παράλειψη επιστροφής των αλλοτριωθέντων είναι παράνομη.
Η απαλλοτρίωση δεν δίδει δικαίωμα χρησιμοποίησης του χώρου για άλλο ουσιαστικά σκοπό απ΄ εκείνο για τον οποίο έγινε. Κάτι τέτοιο θα απέληγε σε προσπορισμό αδικαιολόγητου οφέλους στο κράτος και πρόκληση αντίστοιχης αδικίας στον ιδιοκτήτη αν, ως συνήθως, η αξία του κτήματος έχει εν τω μεταξύ αυξηθεί.
Από τη χρονική στιγμή της δημοσίευσης της γνωστοποίησης της απαλλοτρίωσης, είναι συνετό η διοίκηση να είναι έτοιμη, με τα αναγκαία προαπαιτούμενα, για την υλοποίηση της πρόθεσης της.
Όπως λέχθηκε και από το δικαστή Ναθαναήλ στην Προσφυγή αρ. 788/08, Tivoli Ρroperty Limited v. Δημοκρατίας, ημερ. 29/1/2010:
«Η διοίκηση οφείλει, μετουσιώνοντας σε πράξη την πρόθεση της, να έχει έτοιμο όχι μόνο το ολοκληρωμένο σχέδιο υλοποίησης του όποιου έργου, αλλά και να έχει με συνέπεια και σύνεση προγραμματίσει εκ των προτέρων την οικονομική διάρθρωση, αλλά και βιωσιμότητα του.
...............................
Το να καθορίζεται ο σκοπός της απαλλοτρίωσης με γενικότητα, όπως στην παρούσα περίπτωση, παρέχει μεν μεγαλύτερη ευχέρεια στη διοίκηση, αλλά την επιβαρύνει ταυτόχρονα με την αναγκαιότητα να προχωρήσει τάχιστα με τη συγκεκριμενοποίηση και υλοποίηση του έργου. Η διοίκηση δεν μπορεί να καλύπτεται εσαεί πίσω από τη γενικότητα του σκοπού και να λέγει ως εξ αυτού ότι δεν έχει αδρανήσει. Εάν δεν είναι σε θέση να το πράξει, τότε φρονιμότερο είναι να γίνεται σταδιακή απαλλοτρίωση των διαφόρων τεμαχίων γης που χρειάζονται, ιδιαίτερα όταν η υλοποίηση του έργου γίνεται κατά φάσεις, ούτως ώστε οι διάφορες απαλλοτριώσεις να γίνονται με την καταβολή αντισταθμιστικής αποζημίωσης που να έχει πραγματική αντιστοιχία με την αξία της γης. Διαφορετικά, ο ιδιοκτήτης της γης που απαλλοτριώνεται πολύ ενωρίς με αντίτιμο μικρή σχετικά αποζημίωση, δικαίως ζητά με βάση το Άρθρο 23 του Συντάγματος την επιστροφή της ιδιοκτησίας του μετά την πάροδο ευλόγου χρόνου. Δικαίως, λοιπόν, οι αιτητές παραπονούνται έχοντας διαπιστώσει ότι μετά την πάροδο ενός πολύ μεγάλου χρονικού διαστήματος, ο απαλλοτριωθείς χώρος δεν χρησιμοποιήθηκε για το σκοπό της απαλλοτρίωσης. Το πρόβλημα έγκειται ακριβώς στην ανυπαρξία της αναγκαίας μελέτης και τον προκαθορισμό συγκεκριμένων έργων, χωροδομημένων με την αναγκαία επάρκεια και με το όραμα της διοίκησης να είναι ορατό και ελέγξιμο από το χρονικό σημείο που δημοσιεύεται η γνωστοποίηση. »
Ο σκοπός της απαλλοτρίωσης είχε καθοριστεί στη σχετική γνωστοποίηση. Είναι όμως πρόδηλο ότι ουδέποτε υπήρξε στοχευμένη και προγραμματισμένη μελέτη για τη διαμόρφωση πλατείας στην απαλλοτριωθείσα περιουσία των αιτητών και ότι ο σκοπός της απαλλοτρίωσης μεταβλήθηκε και η διοίκηση ουσιαστικά επιδιώκει τη χρησιμοποίηση της απαλλοτριωθείσας περιουσίας για άλλο σκοπό.
Το ίδιο το Σύνταγμα, αφαιρώντας το δικαίωμα ιδιοκτησίας με την απαλλοτρίωση, συγχρόνως δημιουργεί το δικαίωμα επανάκτησης της ιδιοκτησίας, υπό τις προϋποθέσεις του Συντάγματος και του νόμου. Το άρθρο 23.5, στη βάση του οποίου δομούνται και οι πρόνοιες του άρθρου 15, προνοεί:
"Οιαδήποτε ακίνητος ιδιοκτησία, ή δικαίωμα ή συμφέρον επί τοιαύτης ιδιοκτησίας απαλλοτριωθείσα αναγκαστικώς θα χρησιμοποιηθή αποκλειστικώς προς τον δι'ον απηλλοτριώθη σκοπόν. .........»
Ενόψει των πιο πάνω, κρίνω ότι οι καθ΄ ων η αίτηση δεν προέβησαν σε πραγματοποίηση του σκοπού για τον οποίον έγινε η απαλλοτρίωση και θεωρώ ότι ο σκοπός της απαλλοτρίωσης έχει εγκαταλειφθεί.
Η προσφυγή επιτυγχάνει. Εκδίδεται απόφαση ως το αιτητικό της προσφυγής. Έξοδα €1.500.-, πλέον Φ.Π.Α., αν υπάρχει, υπέρ των αιτητών.
M.M. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ,
Δ.
/ΕΑΠ.