ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

[Υπόθεση Αρ. 1884/2008]

 

20 Ιουνίου, 2011

 

[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ANΔΡΕΑΣ ΚΟΥΜΗ

Αιτητής

ν.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ

 

Καθ' ων η αίτηση

 

 

Μ. Χαραλάμπους για Μιχ. Κυπριανού για τον αιτητή.

Ε. Παπαγεωργίου-Καρακάννα, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄για τους καθ' ων η αίτηση.

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ,  Δ.:   Αφού, μέχρι το 2005, απορρίφθηκαν προηγούμενες όμοιες αιτήσεις του, ο αιτητής, ηλικίας 57 ετών, στις 6.12.07 υπέβαλε νέα αίτηση για σύνταξη ανικανότητας.

 

Το 1966, συνεπεία εργατικού ατυχήματος, όπως ανέφερε, «κόπηκαν τα νεύρα των χεριών και δυσκολεύεται πάρα πολύ, μουδιάζει και μαγκώνει».  Από το 2003 η κατάστασή του είχε αρχίσει, όπως υποστηρίζει, να επιδεινώνεται και δεν μπορεί να ασκεί ικανοποιητικά το επάγγελμά του ως τορναδόρος.  Επισύναψε στην αίτησή του ιατρική έκθεση που κατέληγε στην εκτίμηση πως ήταν μόνιμα ανίκανος για άσκηση του επαγγέλματός του.

 

Συστάθηκε διμελές Ιατρικό Συμβούλιο και ο αιτητής εξετάστηκε από αυτό.  Το Συμβούλιο κάθε άλλο παρά είχε την ίδια γνώμη με τον ιατρό που συνέταξε την αναφερθείσα έκθεση.    Καταγράφει τις εξετάσεις που έγιναν και τα αποτελέσματά τους.  Η διάγνωση ήταν:  «Παλαιός τραυματισμός δεξιάς πηχεοκαρπικής. Ήπια δεξιά ωμαλγία».  Σ' αυτή τη βάση η κατάληξή τους ήταν πως ο αιτητής μπορούσε να εργάζεται με πλήρη απασχόληση ως τορναδόρος.  Οι καθ' ων η αίτηση, με παραπομπή σ' αυτή τη γνώμη, με την επιστολή τους ημερομηνίας 30.9.08 πληροφόρησαν τον αιτητή για την απόρριψη του αιτήματος.

 

Ο αιτητής θεωρεί ότι υπάρχει νομικός λόγος, μάλιστα ο κύριος, όπως το χαρακτήρισε, για ακύρωση της απόφασης.   Σύμφωνα με τον Κανονισμό 3(1) των περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων (Ιατρικά Συμβούλια, Δευτεροβάθμιο Ιατρικό Συμβούλιο και Ειδικοί Ιατροί) Κανονισμών του 2006 ΚΔΠ 169/2006) τα Ιατρικά Συμβούλια απαρτίζονται από δυο ειδικούς ιατρούς, «από τους οποίους ο ένας εκτελεί καθήκοντα προέδρου».  Περαιτέρω, σύμφωνα με τον Κανονισμό 3(6),  

 

«Τα μέλη του Ιατρικού Συμβουλίου ορίζονται από το Διευθυντή για κάθε συνεδρία, λαμβάνοντας υπόψη την πάθηση των ασθενών που πρόκειται να παραπεμφθούν στο εν λόγω Συμβούλιο, οπόταν, ως πρόεδρος του Συμβουλίου, ορίζεται το μέλος με την ειδικότητα που αντιστοιχεί προς την κύρια πάθηση του αιτητή».

 

 

Ο αιτητής επικαλείται τους Κανονισμούς 3(1) και 3(6) των περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων και εισηγείται πως κακώς υπέγραψε την έκθεση ως Πρόεδρος του Ιατρικού Συμβουλίου ο εκ των μελών του  Χειρουργός Αγγειολόγος αντί να την είχε υπογράψει ως Πρόεδρος ο ειδικός Ορθοπεδικός Χειρουργός.  Όμως αυτός ο ισχυρισμός απαραδέκτως προβάλλεται.  Οι διευκρινήσεις βρίσκονταν σε εξέλιξη όταν ο αιτητής υπέβαλε αίτηση, που εγκρίθηκε, για τροποποίηση της προσφυγής ώστε να προστεθεί νέο νομικό σημείο, ως ακολούθως:

 

«Ο Αιτητής δεν εξετάστηκε από το κατάλληλο και/ή αρμόδιο και/ή ορθό ιατροσυμβούλιο εφόσον δεν λήφθηκε υπόψη η πάθηση του αιτητή, ως προνοούν οι νόμοι και κανονισμοί, αλλά εξετάστηκε από ιατροσυμβούλιο που αποτελείτο από ιατρούς οι οποίοι δεν ήταν οι αρμόδιοι και/ή δεν κατείχαν την συγκεκριμένη ειδικότητα και/ή δεν ήταν σε θέση να διαγνώσουν ορθά εάν ο αιτητής πάσχει πράγματι από τα προβλήματα που επικαλείται στην αίτησή του.  Συγκεκριμένα και ενώ ο αιτητής αναφέρει στην αίτησή του ότι του αποκόπηκαν νεύρα του χεριού του, ότι το χέρι μουδιάζει και μαγκώνει, το ιατροσυμβούλιο το οποίο καταρτίσθηκε αποτελείτο από ιατρούς της ειδικότητας του χειρούργου ορθοπεδικού και αγγειολόγου και όχι του νευρολόγου και/ή νευροχειρούργου.  Είναι η θέση του αιτητή ότι τουλάχιστον ένας εκ των δύο ιατρών θα έπρεπε να κατείχε την ειδικότητα αυτή».

 

 

Αλλού, λοιπόν, στόχευε το νέο σημείο και ασφαλώς δεν αναφερόταν στο ποιός έπρεπε να ήταν ή να εκτελεί καθήκοντα Προέδρου, που προϋποθέτει ιατρούς με ειδικότητα σχετική προς την πάθηση.  Σημειώνω ότι όλα όσα καλύπτονταν από την πιο πάνω τροποποίηση και αναφέρθηκαν στη συμπληρωματική αγόρευση του αιτητή, εγκαταλείφθηκαν.  Εν πάση περιπτώσει, μου φαίνονται και βάσιμα τα επιχειρήματα των καθ' ων η αίτηση επί της ουσίας.  Από τις συνδυασμένες πρόνοιες των Κανονισμών 3(1) και 3(6) καθήκοντα Προέδρου, ασκεί ο εκ των μελών του οποίου η ειδικότητα αντιστοιχεί προς την κύρια πάθηση του αιτητή.  Δεν έχουμε εδώ στοιχεία, και ασφαλώς οι αγορεύσεις δεν είναι παραδεκτό μέσο, για να εξακριβωθεί το πραγματικό υπόβαθρο.  Αλλά παρατηρώ και τα ακόλουθα:  Τα μέλη του Συμβουλίου, όπως ορθά επισημαίνουν οι καθ' ων η αίτηση, έχουν ακριβώς την ίδια δύναμη, εν πάση περιπτώσει διατύπωσαν ομόφωνη επιστημονική γνώμη και δεν  έχει τεκμηριωθεί γιατί η νομιμότητα αυτής της γνώμης, με αναφορά σε κάποιας μορφής διαδικαστικό ζήτημα ή εν γένει, θα πρέπει να θεωρηθεί ότι πλήττεται για τέτοιο λόγο.

 

Ως προς την ουσία, τα επιχειρήματα του αιτητή αφορούν στην αιτιολογία της προσβαλλόμενης απόφασης.  Θεωρεί πως ελλείπει η απαραίτητη αιτιολογία από την απόφαση όπως αυτή περιέχεται στην επιστολή ημερομηνίας 30.9.08, σύμφωνα με την οποία δεν έχει απωλέσει μόνιμα την ικανότητά του προς άσκηση του επαγγέλματός του.  Αυτό, όμως, κατά παραγνώριση της αυτονόητης άλλωστε παραπομπής στη γνωμάτευση του Ιατρικού Συμβουλίου.  Παραπονείται, περαιτέρω, ο αιτητής πως και η έκθεση του ιατροσυμβουλίου είναι αναιτιολόγητη ιδίως ενόψει και της γνωμάτευσης του δικού του ιατρού και παραπέμπει συναφώς, μεταξύ άλλων, στην πρωτόδικη απόφαση στη Νίκος Ιωάννου ν. Δημοκρατίας, Προσφυγή 817/2000, ημερομηνίας 15.5.01, στην οποία πράγματι εξετάστηκε όμοιας φυσιογνωμίας ζήτημα και η απόφαση ακυρώθηκε.  Όμως εκείνη η πρωτόδικη απόφαση ανατράπηκε κατ' έφεση. Διατύπωση της έκθεσης του Ιατροσυμβουλίου κατά τρόπο παρόμοιο προς τον παρόντα, κρίθηκε ότι περιλαμβάνει επαρκή αιτιολόγηση.

 

Στην απαντητική αγόρευση, αντί άλλου σχολίου, τουλάχιστον αφού δεν είχε αναφερθεί εξ αρχής η απόφαση της Ολομέλειας, υποστηρίχθηκε ότι η υπόθεση Ιωάννου διακρίνεται.  Αυτό, όμως, κατά παραγνώριση του γεγονότος ότι ήταν ο ίδιος ο αιτητής που την εισήγαγε ως σχετική.  Εν πάση περιπτώσει, δεν θεωρώ ότι ήταν ελλιπής η αιτιολογία είτε επειδή δεν απαντήθηκαν όλες οι τυπωμένες ερωτήσεις στο έντυπο της έκθεσης, κάποιες προφανώς ως άσχετες για την περίπτωση, ούτε πως χρειαζόταν εδώ οτιδήποτε με ρητή αναφορά στην έκθεση που επισυνάφθηκε στην αίτηση, που και αυτή τη διάγνωση και την τελική γνώμη περιλαμβάνει, όταν προφανώς η κατάληξη του Ιατρικού Συμβουλίου, ενόψει της δικής του διάγνωσης, όπως την κατέγραψε, ήταν διαφορετική.

 

Δεν έχει στοιχειοθετηθεί λόγος ακυρότητας.  Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.  Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.

 

 

Γ. Κωνσταντινίδης, Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/μσιαμπαρτά

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο