ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 22/2010, 23/2010, 24/2010, 25/2010)
19 Μαΐου, 2011
[ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
(Υπόθεση Αρ. 22/2010)
ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΧΑΙΛΗΣ,
Αιτητής,
ν.
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΓΟΡΑΣ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ΄ ης η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 23/2010)
ΓΙΩΡΓΟΣ ΤΣΑΓΓΑΡΑΣ,
Αιτητής,
ν.
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΓΟΡΑΣ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ΄ ης η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 24/2010)
ΑΝΔΡΕΑΣ ΛΕΩΝΙΔΟΥ,
Αιτητής,
ν.
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΓΟΡΑΣ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ΄ ης η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 25/2010)
ΣΤΕΛΙΟΣ ΚΟΙΛΙΑΡΗΣ,
Αιτητής,
ν.
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΓΟΡΑΣ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ΄ ης η αίτηση.
- - - - - -
Θ. Κορφιώτης, για τους Αιτητές.
Ρ. Πασιουρτίδου για Α. Τριανταφυλλίδη, για την Καθ΄ ης η αίτηση.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Με τις παρούσες προσφυγές προσβάλλεται η εγκυρότητα της απόφασης της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου (εφεξής η Επιτροπή) ημερ. 28.9.09, με την οποία επιβλήθηκαν στους αιτητές Στέφανο Χαϊλή, Ανδρέα Λεωνίδου, Γιώργο Τσαγγαρά και Στέλιο Κοιλιάρη διοικητικό πρόστιμο και/ή διοικητικές κυρώσεις ύψους £5.000 στον καθένα για παράβαση του άρθρου 21 του περί Δημοσίων Προτάσεων Εξαγοράς Νόμου Ν.41(Ι)/2007 (στο εξής «ο Νόμος»).
Οι αιτητές είναι διοικητικοί σύμβουλοι της εταιρείας A.L. Prochoice Group Public Ltd η οποία υπέβαλε δημόσια πρόταση εξαγοράς προς τους μετόχους της εταιρείας CPI Holdings Public Co Ltd για την απόκτηση μέχρι και του 100% του εκδομένου μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας με έγγραφο Δημόσιας Πρότασης ημερ. 29.10.07. Η παράγραφος Α10 του εγγράφου αναφέρει,
«Μετά την ολοκλήρωση της Δημόσιας Πρότασης, ο Προτείνων σε περίπτωση που κατέχει μετοχές που αντιπροσωπεύουν ποσοστό τουλάχιστο του 90% του συνόλου των δικαιωμάτων ψήφου της Εταιρείας, σκοπεύει να ασκήσει το δικαίωμα εξαγοράς που του παρέχει το άρθρο 36 του περί Δημοσίων Προτάσεων Εξαγοράς Νόμου του 2007, απαιτώντας τη μεταβίβαση σε αυτόν όλων των υπόλοιπών μετοχών.»
Οι καθ' ων η αίτηση με επιστολή προς την εταιρεία ζήτησαν εξηγήσεις για τους λόγους που δεν προχώρησαν στην άσκηση του δικαιώματος εξαγοράς σύμφωνα με το άρθρο 36 του Νόμου και δεν ανακοίνωσαν το Δικαίωμα εξόδου σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 37(2) του Νόμου που προνοεί τα ακόλουθα:
«(2) Ο προτείνων ανακοινώνει, κατά το άρθρο 7, την άσκηση του δικαιώματος το οποίο προβλέπεται στο εδάφιο (1)».
Η εταιρεία Α.L. Prochoice Group Public Ltd απάντησε με επιστολή ημερ. 24.02.09 ως εξής:
«Για διάφορους λόγους αργότερα, λόγω και της επιδείνωσης των συνθηκών στην αγορά, η Εταιρεία αποφάσισε όπως μη ασκήσει δικαίωμα εξαγοράς, αφού κάτι τέτοιο δεν ήταν ξεκάθαρο ότι θα ήταν προς το συμφέρον των μετόχων της και θα μπορούσε να προκαλέσει σοβαρό πρόβλημα ρευστότητας, αφού η πρόταση της για εξαγορά, θα απαιτούσε υποχρεωτικά εναλλακτική δυνατότητα παροχής του ανταλλάγματος σε μετρητά, όπως το άρθρο 16(γ) του περί Δημοσίων Προτάσεων Εξαγοράς Νόμου προβλέπει. Περαιτέρω λήφθηκε υπόψη ότι αρκετοί μέτοχοι οι οποίοι δεν επιθυμούσαν να αποδεχθούν την δημόσια πρόταση αντιδρούσαν στο ενδεχόμενο εξαναγκασμού τους σε πώληση μέσω εξάσκησης του δικαιώματος εξαγοράς (squeeze out) από την εταιρεία.
Κανένας από τους μη αποδεχθέντες την δημόσια πρόταση, άσκησε δικαίωμα εξόδου, ώστε η Εταιρεία μας να προσχωρήσει σε ανακοίνωση, όπως στο άρθρο 37(2) προβλέπεται. Εάν, όπως από το δεύτερο ερώτημα της επιστολής σας προκύπτει, θεωρείτε ότι η Εταιρεία είχε υποχρέωση να ανακοινώσει προς τους επενδυτές ότι είχαν δικαίωμα για άσκηση δικαιώματος εξόδου, θεωρούμε ότι τέτοια υποχρέωση δεν προβλέπεται στο εδάφιο (2) του άρθρου 37, αφού αυτό προβλέπει υποχρέωση ανακοίνωσης «της άσκησης του δικαιώματος» και όχι της ύπαρξης του.»
Οι καθ' ων η αίτηση σε συνεδρίαση ημερ. 22.4.09 και αφού έλαβαν υπόψη σημείωμα λειτουργού τους αποφάσισαν να καλέσουν τους αιτητές σε παραστάσεις για ενδεχόμενη παράβαση από μέρους τους του άρθρου 21. Στο εν λόγω σημείωμα καταγράφεται και η άποψη του νομικού τμήματος των καθ' ων η αίτηση η οποία είναι η ακόλουθη:
«Η πρακτική που ακολουθείται από την ημέρα ψήφισης του Νόμου είναι η ανακοίνωση του δικαιώματος άσκησης του sell out. Ο σκοπός είναι για να θυμίσουν τους επενδυτές για το εν λόγω δικαίωμα και όχι να τους πουν ότι ασκήθηκε το εν λόγω δικαίωμα (που γιατί να τους ενδιαφέρει εν πάσει περιπτώση).
Σύμφωνα με το άρθρο 5(α) του Νόμου: όλοι οι κάτοχοι τίτλων της υπό εξαγορά εταιρείας της ίδιας κατηγορίας, τυγχάνουν ίσης μεταχείρισης. επιπλέον, εάν ένα πρόσωπο αποκτήσει τον έλεγχο της υπό εξαγορά εταιρείας, οι λοιποί κάτοχοι τίτλων πρέπει να προστατεύονται.
Ο σκοπός της ανακοίνωσης, τόσο στο 36 όσο και στο 37, είναι να πληροφορηθούν οι εναπομείναντες μέτοχοι για το τι δύναται να συμβεί μετά την ολοκλήρωση της δημόσιας πρότασης και της κατοχής του 90% από τον προτείνοντα.
Ως εκ τούτου, η ανακοίνωση για την άσκηση του δικαιώματος εντός των πλαισίων που εισηγείται η Εταιρεία είναι εκτός του πνεύματος του Νόμου.»
Οι αιτητές υπέβαλαν τις γραπτές τους παραστάσεις με επιστολή των δικηγόρων τους ημερ. 6.8.09. Θεωρώ σκόπιμο να παραθέσω το ακόλουθο απόσπασμα:
«Για να προκύπτει θέμα παράβασης του άρθρου 21 υπό τις πιο πάνω συνθήκες θα πρέπει η Επιτροπή να έχει ενώπιόν της στοιχεία ότι:
α) Όταν οι προαναφερόμενοι Διευθυντές της Προτείνουσας υπέγραφαν το έγγραφο της δημόσιας πρότασης εγνώριζαν ότι η Προτείνουσα δεν σκόπευε να ασκήσει δικαίωμα εξαγοράς εάν η πρόταση της είχε σαν αποτέλεσμα την εξασφάλιση ποσοστού που υπερβαίνει το 90% και παρά ταύτα, ψευδώς ή για να παραπλανήσουν συμπεριέλαβαν την προαναφερόμενη δήλωση επιπρόσθετα.
β) Το κατά πόσο θα εξασκούσε η προτείνουσα δικαίωμα εξαγοράς ή μη, θα πρέπει να αποτελεί «ουσιώδες στοιχείο του εγγράφου της δημόσιας πρότασης».»
Ακολούθως οι καθ' ων στη συνεδρία ημερ. 28.9.09 αφού έλαβαν υπόψη το σχετικό σημείωμα και τις γραπτές παραστάσεις των αιτητών αποφάσισαν ότι οι αιτητές ως μέλη του διοικητικού συμβουλίου της εταιρείας που υπέγραψαν το έγγραφο της Δημόσιας Πρότασης προς τους μετόχους της εταιρείας, έχουν ενεργήσει κατά παράβαση του άρθρου 21. Επιπλέον σύμφωνα με το άρθρο 46 του νόμου αποφάσισαν να επιβάλουν σε καθένα από τους αιτητές διοικητικό πρόστιμο ύψους €5000.
Οι αιτητές θέτουν ως πρώτο λόγο ακύρωσης ότι η Επιτροπή ενήργησε με πλάνη περί τα πράγματα και/ή το νόμο σχετικά με το αν η εταιρεία απέκτησε δικαίωμα εξαγοράς με βάση το άρθρο 36 του Νόμου. Είναι κοινό έδαφος ότι σύμφωνα με την ανακοίνωση της εταιρεία στη λήξη της περιόδου αποδοχής της Δημόσιας Πρότασης, το ποσοστό συμμετοχής της εταιρείας στην CPI (υπο εξαγορά εταιρεία) ανήλθε στο 90,483% (83,82% η Α.L. Prochoice Group Public Ltd και 6,66 η A.L Prochoice Securities Ltd). Η άποψη των αιτητών είναι ότι λανθασμένα συνυπολογίστηκε από την Επιτροπή το ποσοστό συμμετοχής της θυγατρικής εταιρείας καταλήγοντας στο συνολικό ποσοστό του προτείνοντος.
Το εδάφιο 1 του άρθρου 36 αναφέρει:
«36(1) Σε περίπτωση που ο προτείνων έχει διενεργήσει δημόσια πρόταση προς όλους τους κατόχους τίτλων της υπό εξαγορά εταιρείας και για το σύνολο των τίτλων τους, δικαιούται να αποκτήσει τη μεταβίβαση όλων των υπόλοιπων τίτλων της υπό εξαγορά εταιρείας σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες περιπτώσεις:
(α) όταν ο προτείνων κατέχει τίτλους της υπό εξαγορά εταιρείας που αντιπροσωπεύουν τουλάχιστον το ενενήντα τοις εκατόν (90%) του συνόλου των τίτλων που φέρουν δικαιώματα ψήφου και τουλάχιστον το ενενήντα τοις εκατόν (90%) των δικαιωμάτων ψήφου της υπό εξαγορά εταιρείας.»
Οι αιτητές παραπέμπουν στην έννοια του όρου «προτείνων» με βάση την ερμηνεία του όρου στο άρθρο 2 του Νόμου ως «του προσώπου δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου που προβαίνει σε δημόσια πρόταση». Συνεπώς, κατά την εκδοχή τους, το ποσοστό που αποκτήθηκε από τον προτείνοντα ήταν μόνο 83,82% και δεν απέκτησε δικαίωμα εξαγοράς ώστε να ετίθετο θέμα άσκησης του.
Οι καθ' ων η αίτηση αντιτείνουν ότι η παραδοχή από την εταιρεία του γεγονότος ότι απόκτησε το δικαίωμα εξαγοράς των υπόλοιπων μετοχών, τους αποστερεί το έννομο συμφέρον προσβολής του κύρους της συγκεκριμένης διαπίστωσης. Εφόσον οι αιτητές παραδέχθηκαν ανεπιφύλαχτα τόσο με την ανακοίνωση τους ημερ. 19.12.07[1] όσο και με τις επιστολές τους (παραρτήματα Β και Στ στην ένσταση) ότι παρά το ότι απέκτησαν το δικαίωμα εξαγοράς δεν το άσκησαν, στερούνται εννόμου συμφέροντος να προωθούν το συγκεκριμένο λόγο ακύρωσης.
Το θέμα αφορά σε θεμελιακή προϋπόθεση της εξεταζόμενης παράβασης και η εκτίμηση αναφορικά με το ποσοστό μετοχών που κατείχε μετά την εξαγορά η προτείνουσα εταιρεία για σκοπούς του άρθρου 36, αναγόταν στην έρευνα των καθ' ων η αίτηση ανεξάρτητα από τυχόν παραδοχή των αιτητών.
Στην προκειμένη περίπτωση τόσο στο σημείωμα της λειτουργού που εξέτασε την υπόθεση όσο και από τα πρακτικά των συνεδριών που ελήφθη η απόφαση φαίνεται ότι οι καθ' ων η αίτηση αποδέχθηκαν τη θέση των αιτητών ότι ο προτείνων απέκτησε πέραν του 90% των δικαιωμάτων ψήφου της εταιρείας χωρίς περαιτέρω έρευνα ή αιτιολογία.
Ο δικηγόρος των καθ' ων η αίτηση ισχυρίζεται ότι η εταιρεία κατείχε ποσοστό 100% της θυγατρικής της A.L Prochoice Securities Ltd και συνεπώς είχε τον απόλυτο έλεγχο της. Ορθά, επομένως, διατείνεται ότι πιστώθηκε το ποσοστό της στην υπό εξαγορά εταιρεία στο συνολικό ποσοστό του προτείνοντος.
Είναι πράγματι κατά την έννοια του άρθρου 148 του περί Εταιρειών Νόμου θυγατρική εταιρεία και απόλυτα ελεγχόμενη από την εταιρεία η οποία προέβη στη δημόσια πρόταση. Μελετώντας το νόμο στο σύνολο του προκύπτει από την ερμηνεία των όρων «ελεγχόμενη επιχείρηση» και «πρόσωπα που ενεργούν σε συνεννόηση» ότι η θυγατρική εταιρεία παρά την ξεχωριστή νομική της προσωπικότητα, στην προκειμένη περίπτωση θα μπορούσε να θεωρηθεί «πρόσωπο που ενεργούσε σε συνεννόηση» με τον προτείνοντα στα πλαίσια της Δημόσιας Πρότασης εξαγοράς. Ο Νόμος σε πολλές από τις πρόνοιες του Μέρους IV , V και VΙ (αντιπαροχή, υποβολή και περιεχόμενου έγγραφου της δημόσιας πρότασης/ απαγορεύσεις/ ανάκληση, ακύρωση, αναθεώρηση και ανταγωνιστική δημόσια πρόταση) όπου αναφέρεται στον όρο «προτείνων» προσθέτει και «ελεγχόμενες από αυτόν επιχειρήσεις και πρόσωπα ενεργούντα σε συνεννόηση με αυτόν». Ωστόσο κατ' αντιδιαστολή στο Μέρος VIII (δικαίωμα εξαγοράς και εξόδου) υποκείμενο των προνοιών στα επίμαχα άρθρα 36 και 37 είναι μόνο ο «προτείνων», χωρίς καμία άλλη ερμηνευτική προσθήκη ή αναφορά σε ελεγχόμενες από αυτόν επιχειρήσεις.
Δεν είναι λοιπόν ξεκάθαρο αν η πρόθεση του νομοθέτη είναι για σκοπούς του squeeze out να συμπεριλάβει στον όρο του προτείνοντα και ελεγχόμενες από αυτόν επιχειρήσεις, όπως ρητά προέβλεψε για σκοπούς των υπολοίπων προνοιών του Νόμου. Η Επιτροπή, παρόλο που δυνάμει του άρθρου 36(8) του Νόμου «δύναται με οδηγία της να εξειδικεύει και να ρυθμίζει κάθε σχετικό θέμα και αναγκαία λεπτομέρεια αναφορικά με το παρόν άρθρο» δεν ασχολήθηκε καθόλου με το θέμα. Για όλους τους πιο πάνω λόγους, η Επιτροπή όφειλε να αιτιολογήσει το συμπέρασμα της ότι η εταιρεία κατείχε ποσοστό πάνω από 90% του συνόλου των δικαιωμάτων ψήφου της υπό εξαγοράς εταιρείας που ενεργοποιεί το δικαίωμα εξαγοράς και να δώσει εξηγήσεις σχετικά με τη συνεκτίμηση του ποσοστού της θυγατρικής. Οι καθ' ων η αίτηση λανθασμένα θεώρησαν ως δεδομένο το πιο πάνω στοιχείο ενόψει και της παραδοχής των αιτητών. Ούτε βεβαίως το δικαστήριο μπορεί να προβεί σε οποιαδήποτε νομική ερμηνεία προς όφελος των αιτητών είτε προς όφελος των καθ' ων η αίτηση, εφόσον δεν υπήρξε πρωτογενής κρίση.
Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται λόγω ενδεχόμενης πλάνης και έλλειψης αιτιολογίας. Επιδικάζονται έξοδα υπέρ των αιτητών τα οποία να υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και να εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Α. ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.
ΣΦ.
[1] «Το συνολικό ποσοστό αποδοχής προστιθέμενο στο 82,444% που ο Προτείνον κατέχει δίδει στον προτείνοντα συνολική συμμετοχή 90,483% (22.058.503 μετοχές) του συνολικού μετοχικού κεφαλαίου της Cpi Holdings Public Ltd.»