ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ  ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση  Αρ.  1885/2008)

 

20 Μαίου, 2011

 

[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στης]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤO ΑΡΘΡO 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΝΙΚΟΣ  ΝΙΚΟΛΑΟΥ,

Αιτητής,

ΚΑΙ

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ

1.     ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΗΣ,

2.     ΑΡΧΗΓΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,

Καθ΄ ων η αίτηση.

____________________

 

Αχ. Αιμιλιανίδης, για  τον Αιτητή.

Φ. Κωμοδρόμος, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.


Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.:  Με την εξεταζόμενη προσφυγή προσβάλλεται η απόφαση των καθ' ων η αίτηση να προάξουν το ενδιαφερόμενο μέρος κ. Ηρόδοτο Χρυσάνθου στο βαθμό του Αστυνόμου Β' αντί του αιτητή.

 

Στη διαδικασία προαγωγής, σύμφωνα με τον Κανονισμό 22 των περί Αστυνομίας (Προαγωγές), Κανονισμών του 2004 (ΚΔΠ 214/04),  η Επιτροπή Αξιολόγησης συντάσσει αιτιολογημένη έκθεση για κάθε υποψήφιο για προαγωγή, αφού λάβει υπόψη τις γραπτές απόψεις του αρμόδιου Βοηθού Αρχηγού ή του Αστυνομικού Διευθυντή ή του Διοικητή Μονάδας του αξιολογούμενου.

 

Κατά τη σύνταξη της έκθεσής της,  η Επιτροπή λαμβάνει επίσης υπόψη την αξία, όπως αυτή προκύπτει από τις ετήσιες εκθέσεις αξιολόγησης και από το περιεχόμενο των προσωπικών φακέλων, τα προσόντα  και την αρχαιότητα του αξιολογούμενου.

 

Σύμφωνα επίσης με τον  Κανονισμό 23 των προαναφερόμενων κανονισμών, με σκοπό την υποβολή  συστάσεων προς τον Υπουργό, ο Αρχηγός λαμβάνει υπόψη την έκθεση της Επιτροπής για τον κάθε υποψήφιο, τις ετήσιες εκθέσεις αξιολόγησης με έμφαση στα τελευταία δυο έτη  και το περιεχόμενο των προσωπικών φακέλων των υποψηφίων και αποστέλλει δεόντως αιτιολογημένη έκθεση στον Υπουργό, ο οποίος στη συνέχεια λαμβάνει την τελική απόφαση για προαγωγή με βάση τη σύσταση του Αρχηγού.

 

Η Επιτροπή Αξιολόγησης κατά την εξεταζόμενη διαδικασία προαγωγής ανέφερε τα ακόλουθα σχετικά με τον αιτητή:

 

«Η Επιτροπή αφού μελέτησε το περιεχόμενο του προσωπικού φακέλου και ατομικού δελτίου του υποψηφίου, ως επίσης και τις ετήσιες εκθέσεις αξιολόγησης με ιδιαίτερη έμφαση εκείνες των δύο τελευταίων ετών και την έκθεση του Αστυνομικού Διευθυντή Λευκωσίας και έχοντας υπόψη τις Γενικές Αρχές που καθορίζονται στον περί Αστυνομίας Νόμο και στους περί Αστυνομίας (Προαγωγές) Κανονισμούς, κρίνει ότι ο υποψήφιος κ. Νικολάου είναι  ΠΟΛΥ ΚΑΛΟΣ στην ΑΞΙΑ και στα ΠΡΟΣΟΝΤΑ».

 

 

Είναι η θέση του ευπαίδευτου συνήγορου του αιτητή ότι η Επιτροπή Αξιολόγησης εσφαλμένα και/ή πεπλανημένα κατέταξε τον αιτητή ως προς την αξία ως «πολύ καλό» αντί «εξαίρετο». Συγκεκριμένα ισχυρίζεται ο ευπαίδευτος συνήγορος, ότι ο αιτητής είναι ισοδύναμος του ενδιαφερόμενου προσώπου σε προσόντα ενώ  υπερτερεί  σε αρχαιότητα.   Επομένως, με  το να αξιολογηθεί  ως «Πολύ Καλός», σε αντίθεση με τα στοιχεία των φακέλων που καταδεικνύουν ότι  είναι «Εξαίρετος», προκύπτει ουσιώδης πλάνη κατά την  προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους ως, δήθεν, υπερέχοντος του αιτητή σε αξία.   Η σύσταση επομένως, καταλήγει η εισήγηση του ευπαίδευτου συνήγορου του αιτητή, είναι τρωτή  επειδή είναι εσφαλμένη και/ή πεπλανημένη  και αντίθετη με τις γραπτές απόψεις του Αστυνομικού Διευθυντή. Περαιτέρω,  υποβάλλει ο ευπαίδευτος συνήγορος, η σύσταση του Αρχηγού είναι αναιτιολόγητη και στερείται νόμιμης και/ή επαρκούς αιτιολογίας.

 

Ο Αρχηγός Αστυνομίας,   υποδεικνύει ο κος Αιμιλιανίδης , ανέφερε  μεταξύ άλλων και τα ακόλουθα για τον αιτητή:

 

«Μελέτησα και έλαβα υπόψη τις ετήσιες εκθέσεις αξιολόγησης του υποψηφίου με ιδιαίτερη έμφαση των δύο τελευταίων ετών. Συγκεκριμένα στις ετήσιες εκθέσεις αξιολόγησης του 2006 και 2007 παρουσιάζεται σε όλα τα σημεία αξιολόγησης ως Εξαίρετος».

 

 

Διερωτάται στο σημείο αυτό, ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή, στη  βάση ποιάς λογικής κατέληξε ο Αρχηγός στο συμπέρασμα ότι ο αιτητής είναι «Πολύ Καλός» (και όχι «Εξαίρετος» ) ως προς το κριτήριο της αξίας, σε αντίθεση με το ενδιαφερόμενο μέρος, εφόσον και ο αιτητής παρουσιάζεται σε όλα τα σημεία αξιολόγησης ως εξαίρετος.

 

Ισχυρίζεται  περαιτέρω ο κ. Αιμιλιανίδης ότι  και η τελική απόφαση του Υπουργού καθίσταται παράνομη, διότι στηρίχθηκε στο συμπέρασμα ότι ο αιτητής δεν είναι εξαίρετος στο κριτήριο της αξίας  και επιπρόσθετα, στηρίχθηκε και στο εσφαλμένο συμπέρασμα ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο δεν υστερούσε σε αρχαιότητα έναντι του αιτητή. Το ότι ο αιτητής υπερείχε σε αρχαιότητα, αποδεικνύεται και από τον Πίνακα που είχε ετοιμάσει η Επιτροπή Αξιολόγησης και είχε υιοθετήσει ο Αρχηγός Αστυνομίας καθώς επίσης και από το περιεχόμενο των διοικητικών φακέλων.

 

Αναμφισβήτητα στην προκείμενη διαδικασία προαγωγής, η σύσταση του Αρχηγού και η τελική απόφαση του Υπουργού στηρίχθηκαν στην έκθεση της Επιτροπής αξιολόγησης και συνακόλουθα στην κρίση ότι το ενδιαφερόμενο μέρος υπερείχε σε αξία έναντι του αιτητή, εφόσον είχε βαθμολογηθεί ως «Εξαίρετος»  ενώ ο αιτητής ως «Πολύ Καλός».

 

Έχω ανατρέξει στους διοικητικούς φακέλους και έχω εξετάσει με μεγάλη προσοχή τα στοιχεία εκείνα στα οποία εστιάστηκε η επιχειρηματολογία του αιτητή με σκοπό να προσβάλει τη νομιμότητα της  επίδικης  προαγωγής και κρίνω  ότι  πράγματι η θέση του, ότι δηλαδή η προσβαλλόμενη απόφαση στερείται δέουσας έρευνας και αιτιολογίας,  ευσταθεί.

 

Τόσο ο αιτητής όσο και το ενδιαφερόμενο μέρος είχαν προαχθεί στη θέση του Ανώτερου Υπαστυνόμου  την 1/1/2005. Στον προηγούμενο  βαθμό του Υπαστυνόμου, ο   αιτητής είχε προαχθεί την 1/1/99 ενώ το ενδιαφερόμενο μέρος είχε προαχθεί την 2/11/2003.

 

Παρατηρώ επίσης ότι τόσο ο αιτητής όσο και το ενδιαφερόμενο μέρος έχουν βαθμολογηθεί ως «Πολύ Καλοί»  στα  προσόντα.

 

Από τις ετήσιες εκθέσεις των ετών 2006 και 2007 που αναφέρει ότι έλαβε υπόψη η Επιτροπή (και που συνοπτικά αναφέρεται και στις σελ. 98 και 99 της Έκθεσης της Επιτροπής Αξιολόγησης), προκύπτει ότι τόσο ο αιτητής, όσο και το ενδιαφερόμενο πρόσωπο κατά τα έτη  2006 και 2007 βαθμολογήθηκαν  με  10 Εξαίρετος.

 

Στην  Έκθεση της Επιτροπής Αξιολόγησης σημειώνεται συναφώς  ότι  η Επιτροπή, με επιστολή της ημερομηνίας 4/8/2008, ζήτησε από τους Αστυνομικούς Διευθυντές Τμημάτων/Επαρχιών και Υπηρεσιών και Διοικητές Μονάδων να υποβάλουν γραπτές εκθέσεις για τους υποψηφίους που υπηρετούν κάτω από την εποπτεία τους.

 

Στο  Παράρτημα Β' περιλαμβάνεται η αξιολόγηση του αιτητή από τον Κύπρο Μιχαηλίδη, Αστυνομικό Διευθυντή Επαρχίας Λευκωσίας, ο οποίος βαθμολογεί τον αιτητή με 10 Εξαίρετος και σημειώνει ότι ο αιτητής:

 

«Είναι ένας από τους πλέον έμπειρους Αξιωματικούς της Διεύθυνσης με ήθος, κύρος και ηγετικές ικανότητες. Οι προοπτικές του για τον επόμενο βαθμό είναι εξαιρετικές και η προαγωγή του συστήνεται σθεναρά. Μπορεί άνετα να αξιοποιηθεί σε οποιαδήποτε θέση Βοηθού Αστυνομικού Διευθυντή με ιδιαίτερη κλήση σε Διευθύνσεις με καθαρά Αστυνομικής Φύσεως καθήκοντα».

 

Επίσης ότι:

«Πρόκειται για άριστο αξιωματικό, ο οποίος διαθέτει σωστή κρίση, αντιλαμβανόμενος πλήρως τις ευθύνες και υποχρεώσεις που απορρέουν από τη θέση που κατέχει. Διαθέτει αρκετό από τον ελεύθερο του χρόνο για έλεγχο των Σταθμών που βρίσκονται υπό τον έλεγχό του. Προσαρμόζεται εύκολα σε δύσκολες συνθήκες και σοβαρά συμβάντα με άριστα αποτελέσματα. Λόγω των εμπειριών του, η ικανότητα έκφρασής του κυρίως στο γραπτό λόγο, είναι εξαιρετική».

 

 

Η Επιτροπή Αξιολόγησης σύστησε τόσο το ενδιαφερόμενο πρόσωπο όσο και τον αιτητή όμως, ενώ χαρακτήρισε και τους δύο ως πολύ καλούς στα προσόντα, τον ενδιαφερόμενο τον χαρακτήρισε ως εξαίρετο στην αξία ενώ τον αιτητή ως πολύ καλό.

 

Με βάση τα δεδομένα και στοιχεία των φακέλων, όπως αναλύθηκαν πιο πάνω, κρίνω ότι στην προκείμενη προαγωγική διαδικασία ελλείπει η απαιτούμενη έρευνα και αιτιολογία για τη διαφορετική κατάταξη του μεν ενδιαφερόμενου προσώπου ως εξαίρετου, του δε αιτητή ως πολύ καλού, καθώς είναι προφανές ότι δεν υπάρχουν οποιαδήποτε συγκεκριμένα στοιχεία  στους φακέλους, που θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν τη διάκριση μεταξύ τους, στο συγκεκριμένο κριτήριο της αξίας.

 

Εφόσον, σε αντίθεση με τα στοιχεία των φακέλων και αναιτιολόγητα, προσδόθηκε υπεροχή  στο  ενδιαφερόμενο πρόσωπο  έναντι του αιτητή  στο κριτήριο της αξίας, τόσο η έκθεση της Επιτροπής Αξιολόγησης όσο και η σύσταση  του Αρχηγού Αστυνομίας, υπέρ του ενδιαφερόμενου  προσώπου, είναι νομικά μεμπτές.

 

Συνακόλουθα, η μεμπτή έκθεση της Επιτροπής Αξιολόγησης και η μεμπτή σύσταση του Αρχηγού Αστυνομίας συμπαρασύρουν σε ακυρότητα και την τελική προσβαλλόμενη απόφαση του Υπουργού, εφόσον η τελευταία βασίστηκε σε αυτές.

 

Σχετική είναι η πρόσφατη απόφαση του Κωνσταντινίδη Δ. στην Υποθ. αρ. 157/08, Σωκράτους ν. Δημοκρατίας, ημερ. 23/3/2010 στην οποία έκανε αναφορά  ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή.

 

Ενόψει των πιο πάνω, η προσβαλλόμενη  απόφαση ακυρώνεται,  με έξοδα   €1.500, πλέον ΦΠΑ, εάν υπάρχει, υπέρ του αιτητή.

 

 

 

                                                      Μ.Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ,

                                                                     Δ.

/ΕΑΠ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο