ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ANΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

 

ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 1565/2009

 

 

13 Απριλίου, 2011

 

[Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ/ΣΤΗΣ]

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 25, 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

ΜΕΤΑΦΟΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΡΟΜΟΛΑΞΙΑ ΛΤΔ

Αιτήτρια

 

- ΚΑΙ -

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ

1.      ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΕΡΓΩΝ ΚΑΙ/Η

2.      ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΟΔΙΚΩΝ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ

Καθ' ων η αίτηση

 

...................................

Α.Σ. Αγγελίδης, για την αιτήτρια εταιρεία

Αλ. Καλησπέρα (κα) Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση

 

.....................................

 

 Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ:  Η αιτήτρια εταιρεία με την παρούσα προσφυγή ζητά από το δικαστήριο την πιο κάτω θεραπεία:

«Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση του καθ' ου η αίτηση η οποία στάληκε στους αιτητές με επιστολή ημερ. 9/9/2009 και με την οποία απέρριψε την αίτησή τους για χορήγηση νέας άδειας για εκτέλεση τακτικών οδικών γραμμών, στη διαδρομή Συνοικισμού Δρομολαξιάς - Δρομολαξιά - Δικαστηρίου - Άγιος Λάζαρος (στην Επαρχία Λάρνακας), είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος.»

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Στην αιτήτρια εταιρεία χορηγήθηκε από το Συμβούλιο Οδικών Μεταφορών άδεια Οδικού Μεταφορέα για εσωτερικές οδικές επιβατικές μεταφορές σύμφωνα με τις διατάξεις των περί της Πρόσβασης στο Επάγγελμα του Οδικού Μεταφορέα Νόμων του 2001 μέχρι 2009 και συγκεκριμένα των άρθρων 3, 5 και 6 αυτών.  Στη συνέχεια, στην αδειούχα αιτήτρια χορηγήθηκαν από την αρμόδια αρχή, σύμφωνα με το άρθρο 15 των εν λόγω νόμων, άδειες «Ε» για μεταφορά επιβατών σε έκτακτες και σε τακτικές γραμμές, όπως αυτές καθορίζονται στο άρθρο 2 των εν λόγω νόμων.

 

Η αιτήτρια εταιρεία στις 29/5/2007 υπέβαλε αίτηση για τη χορήγηση μιας άδειας «Ε» για τακτικές γραμμές.  Στις 27/9/2007 χορηγήθηκε στην επιχείρηση από την αρμόδια αρχή έγκριση για μια άδεια «Ε» σε τακτικές γραμμές.  Η επιχείρηση, δεν υλοποίησε την έγκριση με αποτέλεσμα αυτή, μετά την παρέλευση έξι μηνών και συγκεκριμένα στις 27/3/2008 να λήξει.  Η έγκριση που δεν υλοποιήθηκε και έληξε αναγράφετο ρητά στους περιορισμούς της έγκρισης.  Ο περιορισμός αυτός προκύπτει από τη δεύτερη επιφύλαξη της παραγράφου (3) του Κανονισμού 24 των περί της Πρόσβασης στο Επάγγελμα του Οδικού Μεταφορέα Κανονισμών του 2002 μέχρι 2006 (Κ.Δ.Π. 457/2002 ως έχει τροποποιηθεί).  Από τις διατάξεις των εν λόγω Κανονισμών δεν προβλέπεται παράταση των εγκρίσεων.

 

Στις 28/4/2009 η αιτήτρια υπέβαλε νέα αίτηση για τη χορήγηση μιας άδειας «Ε» σε τακτικές γραμμές.  Στις 9/9/2009, η αρμόδια αρχή απέρριψε την εν λόγω αίτηση και ενημέρωσε σχετικά την επιχείρηση με την επιστολή ίδιας ημερομηνίας.  Οι λόγοι απόρριψης της αίτησης ήταν ότι η χορήγηση της νέας άδειας, που ζητούσε η επιχείρηση, δεν ήταν αναγκαία αφού οι συγκεκριμένες μεταφορικές υπηρεσίες ήδη εξυπηρετούνταν με τις άλλες πέντε άδειες που η ίδια η επιχείρηση κατέχει, αλλά ούτε ήταν επιθυμητή για το δημόσιο συμφέρον αφού στο στάδιο εκείνο ήταν σε εξέλιξη οι διαβουλεύσεις με τους εμπλεκόμενους φορείς που θα αναλάμβαναν την εκτέλεση των επιβατικών μεταφορών ώστε να τεθούν σε εφαρμογή οι διατάξεις του Κοινοτικού Κανονισμού 1370/2007 και ήταν το τελικό στάδιο πριν τη ψήφιση του περί της Πρόσβασης στο Επάγγελμα του Οδικού Μεταφορέα (Τροποποιητικού) (Αρ. 2) Νόμου αρ. 101(1)/2009.

 

Η καθυστέρηση στην εξέταση της αίτησης ημερ. 28/4/2009 οφειλόταν ακριβώς στο γεγονός ότι οι διαβουλεύσεις με τους εμπλεκόμενους φορείς που θα αναλάμβαναν την εκτέλεση των επιβατικών μεταφορών για την εφαρμογή του Κοινοτικού Κανονισμού 1370/2007 είχαν εισέλθει σε τελικό στάδιο με αποκορύφωμα τη ψήφιση του προαναφερθέντος Νόμου αρ. 101(1)/2009.  Στις 19/11/2009 καταχωρήθηκε η παρούσα προσφυγή.

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Ο ευπαίδευτος δικηγόρος της αιτήτριας στη γραπτή του αγόρευση (αρχική και απαντητική) ισχυρίζεται (α) ότι η προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε από αναρμόδιο όργανο, (β) πλάνη ως προς το Νόμο και αναμονή για απάντηση μετά τη μεταβολή του νομικού καθεστώτος, (γ) έλλειψη δέουσας έρευνας - παραβίαση αρχής της καλής πίστης, και (δ) έλλειψη ειδικής αιτιολογίας.  Η δικηγόρος των καθ΄ων η αίτηση αναφέρει ότι κανένας από τους νομικούς λόγους της αιτήτριας δεν ευσταθεί και  εισηγείται την απόρριψη της παρούσας προσφυγής.

 

ΕΞΕΤΑΣΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΙΣΧΥΡΙΣΜΩΝ

Το θεωρώ βολικό όπως παραθέσω πρώτα το κείμενο της προσβαλλόμενης απόφασης όπως αυτό φαίνεται στην επιστολή της 9/9/2009 με την οποία κοινοποιήθηκε η απόρριψη της αίτησης της αιτήτριας.  Αυτό έχει ως ακολούθως:

 

«Θέμα:  Αίτηση της εταιρείας σας με ημερομηνία 28/04/2009 για τη χορήγηση άδειας «Ε» για εκτέλεση τακτικών γραμμών

 

Αναφέρομαι στην πιο πάνω αίτηση σας με την οποία ζητάτε μια νέα άδεια για την εκτέλεση τακτικών οδικών γραμμών στη διαδρομή Συν. Δρομολαξιάς-Δρομολαξιά-Δικαστήρια-Άγιος Λάζαρος στην Επαρχία Λάρνακας.

 

2.  Η αρμόδια αρχή έχοντας ασκήσει τις εξουσίες της που απορρέουν από τον περί της Πρόσβασης στο Επάγγελμα του Οδικού Μεταφορέα Νόμο του 2001 (Νόμος 101(Ι)/2001), όπως αυτός έχει τροποποιηθεί μέχρι σήμερα και ιδιαίτερα τις διατάξεις του εδαφίου 4 του άρθρου 15 αυτού, αποφάσισε να απορρίψει την αίτηση σας ενόψει του γεγονότος ότι οι συγκεκριμένες μεταφορικές υπηρεσίες που θα εξυπηρετεί η αιτούμενη άδεια ήδη εξυπηρετούνται ικανοποιητικά με τις υφιστάμενες άδειες.

 

Περαιτέρω, η άδεια που ζητείται κρίνεται από την αρμόδια αρχή ότι δεν είναι ούτε αναγκαία ούτε επιθυμητή για το δημόσιο συμφέρον ενόψει της επικείμενης εφαρμογής (3.12.2009) των διατάξεων του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1370/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Οκτωβρίου 2007 για τις δημόσιες επιβατικές σιδηροδρομικές και οδικές μεταφορές και την κατάργηση των κανονισμών του Συμβουλίου (ΕΟΚ) αριθ. 1191/69 και (ΕΟΚ) αριθ. 1107/70.»

 

 

Αρχίζω την εξέταση της υπόθεσης από τον ισχυρισμό περί αναρμοδιότητας του οργάνου που έλαβε την προσβαλλόμενη απόφαση.  Είναι ο ισχυρισμός του ευπαιδεύτου δικηγόρου της αιτήτριας ότι ενώ σύμφωνα με τα άρθρα 15(3)(4) (5) του προαναφερθέντος Νόμου του 2001 αρμόδιο όργανο για σκοπούς αδειας «Ε» σε επιβατηγό όχημα είναι η Αρμόδια Αρχή που σύμφωνα με το άρθρο 2 σημαίνει «Τον Υπουργό Συγκοινωνιών και Έργων και οποιοδήποτε άλλο γενικά ή ειδικά προς τούτο εξουσιοδοτημένο από τον Υπουργό πρόσωπο», στην παρούσα υπόθεση την απόφαση «υπογράφει» ο κ. Σ. Κολέττας, χωρίς να αναφέρεται στην επιστολή της 9/9/2009 ότι ενήργησε ο ίδιος εκ μέρος του Υπουργού ή είχε περί τούτου εξουσιοδότηση.  Εφόσον δεν υπάρχει πρακτικό που να ρίχνει φως στις συνθήκες που ενήργησε ο κ. Κολέττας, αυτός είναι αρκετός λόγος για ακύρωση της απόφασης.

 

Η ευπαίδευτη δικηγόρος των καθ' ων η αίτηση, στη δική της αγόρευση επισύναψε έγγραφο ημερ. 9/6/2008 (δηλαδή πολύ πριν τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης) με τίτλο «Εκχώρηση Εξουσιών/ Εξουσιοδότηση» με βάση το οποίο ο τότε Υπουργός Συγκοινωνιών και Έργων εξουσιοδότησε ρητά τον κ. Σωτήρη Κολέττα Διευθυντή του Τμήματος Οδικών Μεταφορών (και άλλους Λειουργούς που εκεί αναφέρονται ονομαστικά) για να ασκεί τις εξουσίες του με βάση τα άρθρα 13(3) (4), (5), 7(γ) (9), 13Α(3), (4), (5),(6), (8), 15(3) (4), (5), (6),(7), (9) και 22(3) των περί Πρόσβασης στο Επάγγελμα του Οδικού Μεταφορέα Νόμων του 2001 μέχρι 2007 (Ν. 101(Ι/2001 ως έχει τροποποιηθεί).

 

Τα όσα ισχυρίζεται στην Απαντητική Αγόρευση της η αιτήτρια εταιρεία, ότι δηλαδή η εξουσιοδότηση δεν ήταν νόμιμη γιατί ήταν συλλογική και ενάντια των προνοιών του άρθρου 17(4) του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (Ν. 158(1)/1999 ως έχει τροποποιηθεί), κρίνω ότι δεν ευσταθούν.  Επομένως ο ισχυρισμός περί αναρμοδιότητας του οργάνου που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση απορρίπτεται.

 

Με τον (β) λόγο ακύρωσης, όπως προωθήθηκε με τη γραπτή αγόρευση της πλευράς της αιτήτριας, προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι υπήρξε πλάνη ως προς το Νόμο και σκόπιμη αναμονή για απάντηση μετά την μεταβολή του νομικού καθεστώτος.  Βασίζεται η αιτήτρια στο εξής απόσπασμα από την παράγραφο 6 των γεγονότων της Ένστασης:

 

«Η καθυστέρηση στην εξέταση της αίτησης ημερομηνίας 28.4.2009 οφειλόταν ακριβώς στο γεγονός ότι οι διαβουλεύσεις με τους εμπλεκόμενους φορείς που θα αναλάμβαναν την εκτέλεση των επιβατικών μεταφορών για την εφαρμογή του Κοινοτικού Κανονισμού 1379/2007 είχαν εισέλθει στάδιο με αποκορύφωμα τη ψήφιση του περί της Πρόσβασης στο Επάγγελμα του Οδικού Μεταφορέα (Τροποποιητικού) (Αρ. 2) Νόμου αρ. 101(1)/2009.»

 

Κατ' αρχή πρέπει να αναφέρω ότι στην παράγραφο 6 των γεγονότων της ένστασης γίνεται αναφορά σε «τελικό στάδιο» με αποκορύφωμα τη ψήφιση του Νόμου 101(Ι)/2009.

 

Ήταν υποχρέωση των καθ' ων η αίτηση, συνεχίζει ο δικηγόρος της αιτήτριας, να εξετάσει την αίτηση με βάση το νομικό καθεστώς που ίσχυε κατά την υποβολή της, ενώ εδώ καθυστέρησε εσκεμμένα να την εξετάσει μέχρι να ψηφιστεί ο τροποποιητικός Νόμος 101(Ι)/2009.

 

Ο πιο πάνω ισχυρισμός φέρει στο προσκήνιο την αρχή της νομολογίας που διατυπώνεται και στο άρθρο 9 του προαναφερθέντος Νόμου 158(1)/1999 σύμφωνα με την οποία όταν το διοικητικό όργανο πρόκειται να εκδώσει μια απόφαση ύστερα από αίτηση, θα πρέπει να βασιστεί στο νομοθετικό καθεστώς που ισχύει κατά το χρόνο έκδοσης της απόφασης ανεξάρτητα αν αυτό ήταν διαφορετικό κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης, εκτός αν η διοίκηση παρέλειψε να προβεί στην εξέταση της αίτησης μέσα σε εύλογο χρόνο, οπότε θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη το καθεστώς πού ίσχυε κατά το χρόνο που εξέπνευσε ο λογικός χρόνος για εξέταση της αίτησης.

 

Εδώ η αίτηση υποβλήθηκε στις 28/4/2009 και η απόφαση λήφθηκε στις 9/9/2009, δηλαδή κάπου 5 μήνες μετά.  Ο τροποποιητικός Νόμος 101(Ι)/2009 θεσπίστηκε στις 24/7/2009 αλλά τέθηκε σε ισχύ σε μεταγενέστερη ημερομηνία και συγκεκριμένα στις 11/9/2009 (βλ. άρθρο 7 του Νόμου 101(Ι)/2009 και Κ.Δ.Π. 322/2009 Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας αρ. 4384 Παράρτημα ΙΙΙ Μέρος Ι).  Στην προσβαλλόμενη απόφαση γίνεται αναφορά ότι λήφθηκαν υπόψη οι πρόνοιες του Νόμου 101(Ι)/2001 ως έχει τροποποιηθεί «μέχρι σήμερα» δηλαδή μέχρι τις 9/9/2009.  Επομένως προκύπτει ασάφεια στο ποιά ακριβώς νομοθετική πρόνοια λήφθηκε υπόψη, αφού στις 9/9/2009 οι πρόνοιες του Ν. 101(Ι)/2009 δεν τέθηκαν ακόμα σε ισχύ.  Τούτο δε οδηγεί σε πιθανότητα πλάνης περί το Νόμο που αν ληφθεί υπόψη και το γεγονός ότι στο μέρος της αιτιολογίας της απόφασης ήταν και το ότι λήφθηκαν υπόψη και πρόνοιες της «επικείμενης εφαρμογής (3/12/2009) των διατάξεων του Κανονισμού (ΕΚ) αρ. 1370/2007» δηλαδή νομοθετήματος που δεν ήταν τότε σε ισχύ, καταλήγω ότι η νομική πλάνη είναι πιο ουσιαστική.  Επιπρόσθετα επηρεάζεται και η όλη αιτιολογία της προσβαλλόμενης απόφασης. 

 

Ενόψει των πιο πάνω καταλήγω ότι η προσφυγή επιτυγχάνει χωρίς την ανάγκη να εξεταστούν και οι υπόλοιποι λόγοι ακύρωσης.

 

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα (πλέον ΦΠΑ αν υπάρχει) υπέρ της αιτήτριας και εναντίον των καθ' ων η αίτηση όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται με βάση το Άρθρο 146.4(β) του Συντάγματος.

 

                                                               Μ. Φωτίου, Δ.

/ΚΑΣ

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο