ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 636/2009)
16 Δεκεμβρίου 2010
[ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δικαστής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΡΟΔΟΘΕΑΣ ΣΤΑΥΡΙΝΟΥ,
Αιτήτριας,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ
Καθ΄Ης η Αίτηση.
_________
Α. Κωνσταντίνου, για την Αιτήτρια.
Ζ. Κυριακίδου (κα), δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ΄ων η Αίτηση.
Α.Σ. Αγγελίδης, για τα Ενδιαφερόμενα Μέρη 1, 2, 3.
Χρ. Χριστάκη, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος 4.
_________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.:. Σε ανταπόκριση δημοσίευσης 4 θέσεων Λειτουργού Νοσηλευτικών Υπηρεσιών (θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής), υπεβλήθησαν 48 αιτήσεις. Του θέματος επελήφθη σε πρώτο στάδιο η Συμβουλευτική Επιτροπή (ΣΕ) η οποία απεφάσισε τη διεξαγωγή γραπτής εξέτασης, στη βαθμολογία της οποίας θα προστίθεντο 5 μονάδες για το πλεονέκτημα. Η ΣΕ στην Έκθεσή της σύστησε προς την ΕΔΥ τους πρώτους δώδεκα βαθμολογηθέντες και κριθέντες προσοντούχους στη γραπτή εξέταση, προσθέτοντας στη βαθμολογία όλων 5 μονάδες για το πλεονέκτημα που όλοι εκρίθη ότι κατείχαν. Την πρόσθεση αυτή η ΕΔΥ την έκρινε ως νομολογιακά μη επιτρεπτή αφού δεν επιτρέπεται η αριθμοποίηση του πλεονεκτήματος και ζήτησε από τη ΣΕ να υποβάλει νέα έκθεση σε αυτή τη βάση. Η ΣΕ υπέβαλε νέα έκθεση, συστήνοντας και πάλι τους ίδιους υποψήφιους αλλά αφαιρώντας τις πέντε μονάδες που είχε προσθέσει για το πλεονέκτημα και αφήνοντας μόνο τη βαθμολογία της γραπτής εξέτασης. Η ΕΔΥ κάλεσε σε προφορική εξέταση τους 12 υποψηφίους που είχε συστήσει η ΣΕ, παρουσία και του Γενικού Διευθυντή, ο οποίος, αξιολογώντας και ο ίδιος την απόδοσή τους, προέβη στη σύστασή του για τα 4 ΕΜ τα οποία και μόνο αξιολόγησε «Εξαίρετα» ενώ την Αιτήτρια ως «πολύ καλή». Αυτά επέλεξε και η ΕΔΥ, επίσης αξιολογώντας μόνο τη δική τους απόδοση «Εξαίρετα» (την Αιτήτρια αξιολόγησε ως «πάρα πολύ καλή»). Το σκεπτικό της ΕΔΥ παραθέτω:
«Επιλέγοντας την Αργυρού Αναστασία, η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι αυτή βαθμολογήθηκε με 82.50 μονάδες από τη Συμβουλευτική Επιτροπή και αξιολογήθηκε ως Εξαίρετη από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας κατά την ενώπιον της προφορική εξέταση, στο υψηλότερο δηλαδή επίπεδο αξιολόγησης της Επιτροπής και σε υψηλότερο επίπεδο από τους μη επιλεγέντες, κατέχει το πλεονέκτημα που προβλέπεται στο Σχέδιο Υπηρεσίας και, επιπλέον, διαθέτει τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή.
Επιλέγοντας την Γρηγοριάδου Χρύσω, η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι αυτή βαθμολογήθηκε με 85.75 μονάδες από τη Συμβουλευτική Επιτροπή και αξιολογήθηκε ως Εξαίρετη από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας κατά την ενώπιον της προφορική εξέταση, στο υψηλότερο δηλαδή επίπεδο αξιολόγησης της Επιτροπής και σε υψηλότερο επίπεδο από τους μη επιλεγέντες, κατέχει το πλεονέκτημα που προβλέπεται στο Σχέδιο Υπηρεσίας και, επιπλέον, διαθέτει τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή.
Επιλέγοντας την Ευαγγέλου Μαρία κατά πλειοψηφία, διαφωνούντος του Μέλους κ. Παπαγεωργίου, η πλειοψηφία της Επιτροπής έλαβε υπόψη ότι αυτή βαθμολογήθηκε με 78.50 μονάδες από τη Συμβουλευτική Επιτροπή και αξιολογήθηκε ως Εξαίρετη από την πλειοψηφία της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας κατά την ενώπιον της προφορική εξέταση, στο υψηλότερο δηλαδή επίπεδο αξιολόγησης της πλειοψηφίας της Επιτροπής και σε υψηλότερο επίπεδο από τους μη επιλεγέντες, κατέχει το πλεονέκτημα που προβλέπεται στο Σχέδιο Υπηρεσίας και, επιπλέον, διαθέτει τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή.
Με την απόφαση της πλειοψηφίας της Επιτροπής διαφώνησε το Μέλος κ. Παπαγεωργίου, ο οποίος αξιολόγησε την εν λόγω υποψήφια ως Πάρα Πολύ Καλή και αντ΄αυτής υποστήριξε την επιλογή της Σταυρινού Ροδοθέας, την οποία αξιολόγησε ως Εξαίρετη και η οποία βαθμολογήθηκε με 87.50 μονάδες από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, δεν διαθέτει όμως τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή.
Επιλέγοντας την Ευσταθίου-Ιωαννίδου Χριστίνα, η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι αυτή βαθμολογήθηκε με 80.25 μονάδες από τη Συμβουλευτική Επιτροπή και αξιολογήθηκε ως Εξαίρετη από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας κατά την ενώπιον της προφορική εξέταση, στο υψηλότερο δηλαδή επίπεδο αξιολόγησης της Επιτροπής και σε υψηλότερο επίπεδο από τους μη επιλεγέντες, κατέχει το πλεονέκτημα που προβλέπεται στο Σχέδιο Υπηρεσίας και, επιπλέον, διαθέτει τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή.
Επιλέγοντας τις πιο πάνω, η Επιτροπή δεν παρέλειψε να λάβει υπόψη ότι οι υποψήφιες Γαβριήλ Έλενα και Σταυρινού Ροδοθέα, που δεν επιλέγηκαν, είχαν υψηλότερη βαθμολογία (87,00 και 87,50, αντίστοιχα) από τις επιλεγείσες στη γραπτή εξέταση της Συμβουλευτικής Επιτροπής και, επίσης, διαθέτουν, όπως και οι επιλεγείσες, το πλεονέκτημα, αυτές όμως αξιολογήθηκαν σε χαμηλότερο επίπεδο (Πάρα πολύ καλές, είτε ομόφωνα (Γαβριήλ), είτε κατά πλειοψηφία (Σταυρινού)), στην ενώπιον της Επιτροπής προφορική εξέταση και, επιπλέον, δεν διαθέτουν τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή.»
Η βάση των επιχειρημάτων της Αιτήτριας είναι ότι υπερέχει των ΕΜ στη γραπτή εξέταση (κατετάγη πρώτη με 87.50, ενώ τα ΕΜ κατετάγησαν τρίτη (Γρηγοριάδου 85.75), τέταρτη (Αργυρού 82.50), πέμπτη (Ιωαννίδου-Ευσταθίου 80.25), έκτη (Ευαγγέλου 78.50)). Ότι υπερέχει συντριπτικά σε αρχαιότητα και πείρα, αφού κατέχει από 1.11.2005 τη θέση Πρώτου Νοσηλευτικού Λειοτυργού, ενώ τα ΕΜ κατέχουν κατώτερες θέσεις - (Γρηγοριάδου, Αργυρού και Ευαγγέλου κατέχουν την κατώτερη θέση, που η Αιτήτρια κατείχε από 1.9.1995, από 1.12.2007 (Γρηγοριάδου), 15.6.2005 (Αργυρού) και 15.12.2003 (Ευαγγέλου), ενώ το ΕΜ Ιωαννίδου-Ευσταθίου κατέχει από 15.9.2000 ακόμα κατώτερη θέση, την οποία η Αιτήτρια κατείχε από 15.9.1981). Και ότι είναι ισοδύναμη με τα ΕΜ σε βαθμολογημένη αξία (όλες έχουν καθ΄όλα αξιολογήσεις «Εξαίρετα»), υστερεί δε έναντι των ΕΜ Ιωαννίδου-Ευσταθίου και Ευαγγέλου μόνο οριακά σε προσόντα αφού αυτές διαθέτουν και MSc (στοιχείο που δεν φαίνεται να είχε σημασία σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας) και οριακά στην προφορική εξέταση ενώπιον της ΕΔΥ. Εισηγείται λοιπόν η Αιτήτρια, αφ΄ενός ότι είναι πεπλανημένη η σύσταση του Γενικού Διευθυντή ως μη συνάδουσα με τα στοιχεία των φακέλων, και αφ΄ετέρου ότι η ΕΔΥ πεπλανημένα θεώρησε την υπεροχή των ΕΜ στην προφορική εξέταση ως σημαντική και απέδωσε υπέρμετρη βαρύτητα σε αυτή, παραγνωρίζοντας τη συντριπτική υπεροχή της Αιτήτριας σε αρχαιότητα και πείρα.
Η Αιτήτρια εισηγείται ότι, αν και η σύσταση του Γενικού Διευθυντή δεν απαιτείτο να είναι αιτιολογημένη, εν τούτοις δεν μπορεί να συγκρούεται με τα στοιχεία των φακέλων. Συμφωνώ. Εδώ έχουμε ισοδυναμία στις ετήσιες αξιολογήσεις, με σαφή όμως υπεροχή της Αιτήτριας σε αρχαιότητα, και ως εκ της κατοχής ανώτερης θέσης και ως προς τη θέση που κατείχαν τα ΕΜ αλλά και σε πείρα προσθέτουσα στην αξία. Πέραν τούτων ήταν και η γραπτή εξέταση, στην οποία η ίδια η ΕΔΥ, στις οδηγίες προς τη ΣΕ, ανέφερε ότι, αν η ΣΕ απεφάσιζε να διεξάγει και γραπτή και προφορική εξέταση, θα έπρεπε να αποδοθεί βαρύτητα τουλάχιστον 80% , δείχνοντας έτσι τη σημασία της γραπτής εξέτασης ως αντικειμενικής μεθόδου προσδιορισμού της αξίας των υποψηφίων. Ενώπιον αυτής της εικόνας, πεπλανημένα ο Διευθυντής σύστησε τα ΕΜ ενάντια στα ενώπιον του δεδομένα αφού δεν είναι δυνατόν να εντοπισθεί οποιοδήποτε στοιχείο υπεροχής τους στο οποίο να μπορούσε να είχε βασισθεί. Η δε απουσία οποιασδήποτε εξήγησης για τη σύσταση του προσθέτει στην αδυναμία της να συνάδει με τα δεδομένα τοσούτο μάλλον αν, όπως λέγει η Δημοκρατία, δεν διαμόρφωσε τη σύσταση του με αναφορά στη δική του αξιολόγηση της απόδοσης των υποψηφίων. Υιοθετώ ως ισχύοντα και εδώ (πλην βεβαίως των αναφορών στο πλεονέκτημα, που δεν ισχύει εδώ), τα αναφερθέντα στην υπόθεση Πετροκώστα ν. Δημοκρατίας, 988/2001, 27.6.2002, στην οποία και παρέπεμψε η Αιτήτρια. Δεν ήταν επιτρεπτό στο Γενικό Διευθυντή, και μάλιστα αν δεν βασίσθηκε στη δική του (και εν πάση περιπτώσει μόνο οριακά καλύτερη) αξιολόγηση των ΕΜ έναντι της Αιτήτριας, να παραγνωρίσει και να διαγράψει όλα τα αντικειμενικά δεδομένα της υπηρεσίας της Αιτήτριας, αλλά και την απόδοση της στη γραπτή εξέταση (έστω και αν αυτή δεν ήταν κρίσιμης σημασίας). Υπό τέτοιες συνθήκες, η σύσταση καταντά αυθαίρετη και, αν δεν ελεχθεί, καταχρηστική και αντίθετη με τα διέποντα τη χρηστή λειτουργία της διαδικασίας διορισμών στη δημόσια υπηρεσία, αφού μένει να διερωτάται κανείς σε ποια στοιχεία ανύπαρκτης υπεροχής των ΕΜ βασίσθηκε.
Η παρανομία της σύστασης συμπαρασύρει βεβαίως και την απόφαση της ΕΔΥ στην οποία αυτή είχε βασισθεί. Για τους ίδιους λόγους όμως, συμφωνώ με την Αιτήτρια και ως προς την άλλη πτυχή των εισηγήσεων της. Τα ίδια αντικειμενικά δεδομένα της συντριπτικής υπεροχής της Αιτήτριας σε αρχαιότητα και πείρα και της υπεροχής της στη γραπτή εξέταση ήσαν ενώπιον και της ΕΔΥ, η διαφορά αξιολόγησης της οποίας για την Αιτήτρια και τα ΕΜ ήταν πάλι οριακή, όπως τέτοια διαφορά εκλαμβάνεται στην πάγια νομολογία και όπως πιστοποιείται στην πρόσφατη απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας Χριστοδούλου ν. Δημοκρατίας, 862/2007, 3.4.2009. Τούτου δοθέντος, η σημασία που απέδωσε η ΕΔΥ στην αξιολόγηση της ήταν πεπλανημένη και υπέρμετρη. Η ΕΔΥ, μάλιστα, δεν ανεφέρθη καθόλου στο σκεπτικό της ή και αλλού στη σημαντικότατη υπεροχή της Αιτήτριας σε αρχαιότητα και σε πείρα προσθέτουσα στην αξία, παραγνωρίζοντας αυτές τις διαχρονικές διαστάσεις της υπηρεσίας της Αιτήτριας, όπως υποβάθμισε και την έστω περιορισμένης σημασίας πρωτιά της στη γραπτή εξέταση, χάριν μιας κατά το μέγιστο οριακής υπεροχής στην προφορική εξέταση που το μόνο που είχε καταδείξει ήταν ότι Αιτήτρια και ΕΜ ήσαν ισάξια στην απόδοσή τους.
Η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται. Η Δημοκρατία θα καταβάλει €1000 έξοδα πλέον ΦΠΑ στην Αιτήτρια.
Δ. Χατζηχαμπής, Δ.
/ΚΧ"Π