ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

                   (Υποθ. Αρ.617/2009)

10  Δεκεμβρίου, 2010

 

[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στης]

 

Αναφορικά με το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος

 

 

ΛΕΟΝΤΙΟΣ ΦΙΛΙΠΠΟΥ

                                                            Αιτητής,

-και -

1.  ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, δια του Γενικού Εισαγγελέως 2.  Υπουργείου Υγείας

                                                                   Καθ΄ων η αίτηση.

------------------------

Π.Φιλίππου.  για τον αιτητή

Κ.Σταυρινός, για τους καθ΄ων η αίτηση

 

-----------------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.:    Ο αιτητής, ως μέλος της Αστυνομικής Δύναμης Κύπρου, υπέβαλε, στις 23 Ιουνίου 2008, προς τις Ιατρικές Υπηρεσίες Υγείας, του Υπουργείου Υγείας αίτημα για κάλυψη δαπάνης για ιατρική επέμβαση, στην οποία υποβλήθηκε στον ιδιωτικό τομέα και συγκεκριμένα ζήτησε την πληρωμή ποσού €9,500 για καθετηριασμό και τοποθέτηση δακτυλίου (stent).

 

To αίτημα του παραπέμφθηκε με βάση το Σχέδιο Οικονομικής Αρωγής Για Υπηρεσίες Υγείας Που Δεν Προσφέρονται Στο Δημόσιο, που δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας ημερ. 7.12.2007 (στο εξής το «Σχέδιο») - (τεκμ.2) στην Επιτροπή Ειδικών Ιατρών (στο εξής η «Επιτροπή») για εξέταση.  Η Επιτροπή, με την ΄Εκθεση της ημερ. 10 Ιουλίου 2008, έκρινε ότι η διάγνωση και η θεραπεία που υπέστη ο αιτητής μπορούσε να παρασχεθεί και στα κρατικά νοσηλευτήρια.  Ως αποτέλεσμα τούτου, η Διευθύντρια των Ιατρικών Υπηρεσιών με επιστολή της ημερ. 24 Ιουνίου 2008, απέρριψε το αίτημα του αιτητή.  Στις 3 Αυγούστου 2008 ο αιτητής επανήλθε με νέα επιστολή ζητώντας την επανεξέταση του θέματος.  Το Αναθεωρητικό Ιατρικό Συμβούλιο (στο εξής το «Συμβούλιο») μελέτησε το αίτημα του αιτητή και με την ΄Εκθεση του ημερ. 3 Μαρτίου 2009 συμφώνησε με την απόφαση της Επιτροπής, προσθέτοντας περαιτέρω ότι, αν το περιστατικό  ήταν επείγον, ο θεράπων ιατρός θα μπορούσε να επικοινωνήσει με τις ιατρικές υπηρεσίες δικαιολογώντας τη σοβαρότητα του περιστατικού.  Στις 9 Μαρτίου 2009 η Διευθύντρια Ιατρικών Υπηρεσιών γνωστοποίησε την αρνητική απάντηση στο υποβληθέν αίτημα και ως εκ τούτου καταχωρήθηκε η παρούσα προσφυγή. 

 

Με τη γραπτή του αγόρευση ο αιτητής υποστηρίζει ότι στις 20 Μαϊου 2008, είχε αισθανθεί βάρος και πόνο στο στήθος και επικοινωνώντας με το Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας, για τη διενέργεια εξειδικευμένων εξετάσεων του είχε προσδιοριστεί ότι αυτό θα μπορούσε να γίνει εντός 6 μηνών.  Την ίδια ημέρα, συνέχισε ο αιτητής, επισκέφθηκε το Αμερικανικό Ινστιτούτο Καρδιάς στη Λευκωσία όπου μετά από εξετάσεις διαγνώστηκε πρόβλημα με την κεντρική αρτηρία, η οποία ήταν κλειστή κατά 99%, (και έχρηζε άμεσης θεραπείας είχε εισαχθεί αμέσως στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας και λίγες ώρες αργότερα), στις 22 ΜαΪου 2008 υποβλήθηκε σε καθετηριασμό και τοποθέτηση δακτυλίου - stent

 

Ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή εισηγήθηκε ότι με βάση το Σχέδιο ο αιτητής είναι δικαιούχος ως μέλος της Αστυνομικής Δύναμης δυνάμει του  άρθρου 13(ζ). 

 

Το γεγονός ότι η επέμβαση έπρεπε να γίνει άμεσα και ήταν επείγουσα δεν έχει με οποιονδήποτε τρόπο αμφισβητηθεί, πρόσθεσε ο συνήγορος, και τέθηκε ενώπιον της Διευθύντριας Ιατρικών Υπηρεσιών, μέσα από το περιεχόμενο της επιστολής του αιτητή ημερ. 23 Ιουνίου 2008.  Η απόφαση του Αναθεωρητικού Συμβουλίου πάρθηκε, υποστήριξε ο συνήγορος, κατά παράβαση της παραγράφου 2 του άρθρου 9 του Σχεδίου. 

 

Το αίτημα του αιτητή έπρεπε, κατά την εισήγηση του συνήγορου, να είχε εξεταστεί στη βάση των άρθρων 1 ή και 2 του Σχεδίου. 

 

Η Επιτροπή Ειδικών Ιατρών που εξέτασε το αίτημα όφειλε να υποβάλει, κατά την εισήγηση του συνήγορου, τεκμηριωμένη έκθεση στη Διευθύντρια του Υπουργείου Υγείας και αυτή όφειλε να αποφασίσει. Από το περιεχόμενο των εγγράφων που έχουν κατατεθεί είναι φανερό κατά την εισήγηση του συνήγορου ότι η απόφαση λήφθηκε από την Επιτροπή Ειδικών Ιατρών και όχι από τη Διευθύντρια. 

 

Υπήρξε, συνέχισε, παράβαση των προνοιών του Σχεδίου γιατί, κατά την επανεξέταση από το Αναθεωρητικό Συμβούλιο και τη λήψη απόφασης, το θέμα έπρεπε να παραπεμφθεί για λήψη τελικής απόφασης από τον Υπουργό Υγείας.  Από το ίδιο το λεκτικό της απόφασης ημερ. 9 Μαρτίου 2009 προκύπτει ότι δεν πρόκειται περί αποφάσεως του Υπουργού, αλλά η επιστολή υπογράφεται από κάποιο Σ.Συμεωνίδη για Διευθύντρια Ιατρικών Υπηρεσιών και Υπηρεσιών Υγείας. 

 

Τέλος ο συνήγορος εισηγείται ότι η εν λόγω απόφαση στερείται οποιασδήποτε αιτιολογίας βασιζόμενη σε πλάνη. 

 

Ο ευπαίδευτος συνήγορος για τη Δημοκρατία υποστήριξε ότι οι αποφάσεις λήφθηκαν από το αρμόδιο, δυνάμει του Σχεδίου, óργανο, μετά την ομόφωνη απόφαση της αρμόδιας Επιτροπής και του Συμβουλίου.  Η αιτιολογία η οποία υπάρχει έστω και ολιγόλογη είναι επαρκής και ειδικότερα ότι η θεραπεία θα μπορούσε να παρασχεθεί και στα κρατικά νοσοκομεία.  Αιτιολογημένη, εισηγήθηκε ο συνήγορος, είναι και η απόφαση του Αναθεωρητικού Συμβουλίου.  Η κρίση της απόφασης από το παρόν Δικαστήριο δεν μπορεί να υπεισέλθει στην ουσιαστική και επιστημονική κατάληξη των δύο αρμοδίων οργάνων, αλλά μόνο στη νομιμότητα της.

 

Τυγχάνει εφαρμογής το άρθρο 9 του Σχεδίου αφού το αίτημα για κάλυψη των εξόδων διάγνωσης και θεραπείας υποβλήθηκε εκ των υστέρων.  Μετά τη λήψη της σχετικής επιστολής ημερ. 23 Ιουνίου 2008 η Διευθύντρια Ιατρικών Υπηρεσιών και Υπηρεσιών Υγείας παρέπεμψε, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 9, την αίτηση για εξέταση από Επιτροπή με επιστολή ημερ. 26 Ιουνίου 2008.  Η Επιτροπή Ειδικών Ιατρών, η οποία συστήνεται με βάση το άρθρο 5 του Σχεδίου, κατέληξε στην εισήγηση που αναφέρθηκε πιο πάνω, ότι δηλαδή η διάγνωση και θεραπεία του αιτητή μπορούσε να παρασχεθεί και στα κρατικά νοσηλευτήρια.   Η ΄Εκθεση της Επιτροπής ήταν ομόφωνη και στάληκε με επιστολή ημερ. 10 Ιουλίου 2008 στη Διευθύντρια Ιατρικών Υπηρεσιών.  Η τελευταία γνωστοποιεί την απόφαση της Επιτροπής (Καρδιολογίας) στον αιτητή, ο οποίος με επιστολή του ημερ. 3 Αυγούστου 2008 ζητά να γίνει επανεξέταση του όλου θέματος. 

 

Το θέμα πλέον εξετάστηκε από πενταμελές Αναθεωρητικό Συμβούλιο το οποίο διορίζεται με βάση το άρθρο 10 του Σχεδίου.  Το εν λόγω Συμβούλιο υπέβαλε την έκθεση του προς τον Υπουργό Υγείας με επιστολή ημερ. 3 Μαρτίου 2009.  Στο σημείο αυτό θεωρώ απαραίτητο να παραθέσω το πλήρες κείμενο της παραγράφου 7 του άρθρου 10 το οποίο λέει:

«(7)  Το Συμβούλιο υποβάλλει τεκμηριωμένη έκθεση προς τον Υπουργό αμέσως μετά την εξέταση κάθε περίπτωσης, στην οποία αναφέρει τους λόγους που συστήνει αποδοχή ή μη της γνωμοδότησης της Επιτροπής».

 

Στις 9 Μαρτίου 2009 με επιστολή του Υπουργείου Υγείας, Ιατρικές Υπηρεσίες και Υπηρεσίες Υγείας, προς τον αιτητή, η οποία όπως σημείωσα, υπογράφεται από κάποιο Σ.Συμεωνίδη για Διευθύντρια Ιατρικών Υπηρεσιών και Υπηρεσιών Υγείας αναφέρεται:

 

«Θέμα:  Αίτημα για επανεξέταση του αιτήματος σας από το Αναθεωρητικό Συμβούλιο.

 

΄Εχω οδηγίες να αναφερθώ στην επιστολή σας προς τον Υπουργό Υγείας και να σας ενημερώσω ότι με βάση το Σχέδιο Παροχής Οικονομικής Αρωγής για Υπηρεσίες Υγείας που δεν προσφέρονται στο Δημόσιο Τομέα, άρθρο 10 το αίτημα σας στάληκε στο Αναθεωρητικό Συμβούλιο για εξέταση και απορρίφθηκε επειδή συμφωνεί με την απόφαση της Επιτροπής Καρδιολογίας.  Εάν η περίπτωση σας ήταν επείγουσα, ο θεράπων ιατρός μπορούσε ένα επικοινωνήσει τηλεφωνικά ή με φαξ ούτως ώστε να επιταχύνει τη διαδικασία.»

 

Το κρίσιμο ερώτημα το οποίο αναφύεται είναι ποίο διοικητικό όργανο είχε την ευθύνη λήψης απόφασης, σε σχέση με το υποβληθέν αίτημα για επανεξέταση της απορριπτικής απόφασης για κάλυψη των εξόδων θεραπείας του αιτητή.  Όπως είναι διατυπωμένη η επιστολή, καταφαίνεται, ότι η απόφαση λήφθηκε από το Αναθεωρητικό Συμβούλιο, το οποίο εξέτασε και απέρριψε το αίτημα επειδή συμφωνούσε με την απόφαση της Ειδικής  Επιτροπής (Καρδιολογίας). 

 

Από το πιο πάνω λεκτικό της επιστολής ημερ.  9 Μαρτίου 2009, δεν φαίνεται να υπάρχει απόφαση από τη Διευθύντρια Ιατρικών Υπηρεσιών, πόσο μάλλον από τον Υπουργό, στον οποίο, όπως είναι διατυπωμένη η πιο πάνω παράγραφος 7 του άρθρου 10, το Συμβούλιο υποβάλλει τεκμηριωμένη έκθεση, πράγμα που έγινε, και στην οποία δύναται να συστήσει αποδοχή ή όχι της γνωμοδότησης της Επιτροπής.  Είναι συναφώς έκδηλο ότι υπάρχει απόφαση από αναρμόδιο όργανο. 

 

Ως εκ τούτου η προσφυγή επιτυγχάνει.  Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρούται με €1.700 πλέον ΦΠΑ έξοδα υπέρ του αιτητή.

 

                                                                   Κ.Παμπαλλής,

                                                                             Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο