ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 1789/2008)
4 Νοεμβρίου, 2010
[Ε. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 146, 25 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
INTERCOLLEGE LARNACA CAMPUS LTD,
Αιτητές,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΑΔΕΙΩΝ,
Καθ' ων η Αίτηση.
________________________
Γιώργος Τσαρδελλής, για Μάμα Χατζηχριστοφή, για τους Αιτητές.
Αλεξία Καλησπέρα (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ' ων η Αίτηση.
________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή, οι αιτητές επιδιώκουν την ακύρωση της απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής Αδειών, (η «Αναθεωρητική Αρχή»), ημερομηνίας 28/8/2008, με την οποία η ιεραρχική προσφυγή τους εναντίον της απόρριψης, από την Αρχή Αδειών, του αιτήματός τους για χορήγηση άδειας ιδιωτικού λεωφορείου για ένα όχημα 16 θέσεων για εξυπηρέτηση των αναγκών των σχολών Intercollege Λάρνακας, Preprimary, Med Junior και Med High School απορρίφθηκε.
Οι αιτητές, με την αίτησή τους στην Αρχή Αδειών ημερομηνίας 15/10/2007, ζήτησαν να τους δοθεί άδεια ιδιωτικού λεωφορείου για ένα όχημα 16 θέσεων, «Σαλούν», για τη μεταφορά φοιτητών/μαθητών των πιο πάνω σχολών από τις οικίες τους σε όλη την αστική περιοχή της Λάρνακας και αντιθέτως. Εναντίον της πιο πάνω αίτησης υποβλήθηκε μια ένσταση εκ μέρους της εταιρείας Π.Ε.Α.Λ. Αστικά Λεωφορεία Λάρνακας Λτδ.
Η Αρχή Αδειών επιλήφθηκε του αιτήματος, στην παρουσία της εκπροσώπου των αιτητών και του δικηγόρου της ενιστάμενης εταιρείας. Το Τμήμα Οδικών Μεταφορών, (το «Τμήμα»), διά του εκπροσώπου του (Ανώτερου Ελεγκτή Μεταφορών), εισηγήθηκε απόρριψη της αίτησης, για το λόγο ότι, για τη μεταφορά των μαθητών κάτω των 12 χρόνων, οι αιτητές ήταν σε θέση να εξυπηρετούν τις ανάγκες τους με το αδειούχο ιδιωτικό λεωφορείο που, ήδη, κατείχαν, ενώ, για τη μεταφορά των μαθητών μεγαλύτερης ηλικίας, μπορούσαν να τις εξυπηρετούν με τα αστικά λεωφορεία Λάρνακας. Η Αρχή Αδειών, αφού έλαβε υπόψη όλα τα ενώπιόν της στοιχεία, υιοθέτησε την εισήγηση του Τμήματος και απέρριψε την αίτηση.
Εναντίον της πιο πάνω απόφασης υποβλήθηκε από τους αιτητές, στις 11/1/2008, ιεραρχική προσφυγή η οποία εξετάστηκε από την Αναθεωρητική Αρχή σε συνεδρία της, κατά την οποία παρέστησαν και ανέπτυξαν τις θέσεις τους εκπρόσωποι των αιτητών. Ακολούθως, στις 28/8/2008, σε νέα συνεδρία της, η Αναθεωρητική Αρχή αποφάσισε ομόφωνα την απόρριψη της ιεραρχικής προσφυγής.
Οι αιτητές, αμφισβητώντας την εγκυρότητα της πιο πάνω απόφασης, εισηγούνται ότι αυτή λήφθηκε με μεγάλη καθυστέρηση, υπό συνθήκες πλάνης περί τα πράγματα, χωρίς αιτιολογία και δέουσα έρευνα, κατά παράβαση της αρχής της ισότητας, του δικαιώματος ακρόασης και της άσκησης επαγγέλματος και από συλλογικό όργανο με παράνομη σύνθεση.
Προέχει, λόγω της φύσης του ζητήματος, η εξέταση των ισχυρισμών που αφορούν τη σύνθεση της Αναθεωρητικής Αρχής.
Σύμφωνα με το ΄Αρθρο 4(2) του περί Ρυθμίσεως της Τροχαίας Μεταφοράς Νόμου του 1982, (Ν. 9/82), (όπως τροποποιήθηκε), (ο «Νόμος»), η Αναθεωρητική Αρχή «... σύγκειται εξ ενός προέδρου ... και τεσσάρων ... μελών ..., απάντων διοριζομένων υπό του Υπουργικού Συμβουλίου». Το εδάφιο (3) του ιδίου ΄Αρθρου ορίζει ότι η θητεία της Αναθεωρητικής Αρχής θα είναι τριετής, ενώ στο εδάφιο (14) αυτού προβλέπεται ότι: «Ο πρόεδρος ή το ασκούν καθήκοντα προέδρου μέλος και έτερα δύο μέλη αποτελούν απαρτίαν.»
Το Υπουργικό Συμβούλιο, με την υπ' αρ. 62.681 απόφασή του, της 28/9/2005, διόρισε ως Πρόεδρο και Μέλη της Αναθεωρητικής Αρχής, για περίοδο τριών χρόνων, από τις 3/9/2005 έως τις 2/9/2008, τους πιο κάτω:-
Χριστόδουλο Παντελή, Πρόεδρο
Θάσο Κυριακίδη, }
Δήμο Θωμά, } Μέλη
Λύσανδρο Λυσάνδρου, }
Γιαννάκη Ιωάννου, }
Κατά την εισήγηση των αιτητών και όπως προκύπτει από τα πρακτικά των συνεδριάσεων της Αναθεωρητικής Αρχής, κατά τις οποίες εξετάστηκε η ιεραρχική προσφυγή και εκδόθηκε η επίδικη απόφαση, ως παρόντες σημειώθηκαν ο Πρόεδρος Χρ. Παντελή και τρία από τα τέσσερα μέλη - οι Γ. Ιωάννου, Θ. Κυριακίδης και Δ. Θωμά. Απουσίαζε το μέλος Λ. Λυσάνδρου, για το οποίο δεν υπάρχουν, είτε στα πρακτικά είτε στο διοικητικό φάκελο, οποιαδήποτε στοιχεία για ειδοποίησή του, με αποτέλεσμα να στοιχειοθετείται λόγος ακυρότητας.
Η πλευρά των καθ' ων η αίτηση απαντά ότι, εφόσον υπήρχε απαρτία και στις δύο συνεδρίες, η απουσία του μέλους Λ. Λυσάνδρου δεν επηρέασε τη σύνθεση, ούτε και τεκμηριώνει τη μη νομότυπη πρόσκλησή του. Επικαλούμενοι δε το ΄Αρθρο 4(16) του Νόμου, ισχυρίζονται ότι η Αναθεωρητική Αρχή έχει τη δυνατότητα να ρυθμίζει τον τρόπο διεξαγωγής των εργασιών της, καθώς και τη διαδικασία εξέτασης των ιεραρχικών προσφυγών.
Ο ισχυρισμός των αιτητών ευσταθεί. Σύμφωνα με το ΄Αρθρο 21(3) του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999, (Ν. 158(Ι)/99):-
«(3) Για να συνεδριάσει νόμιμα ένα συλλογικό όργανο πρέπει να κληθούν νομότυπα και εμπρόθεσμα όλα τα μέλη του στη συνεδρία, εξαιρουμένων των περιπτώσεων που το συλλογικό όργανο συνεδριάζει σε τακτές ημέρες και ώρες.»
Στην παρούσα περίπτωση, δεν έχουν προσκομιστεί στοιχεία, που να αποδεικνύουν ότι ο Λ. Λυσάνδρου είχε λάβει έγκαιρα πρόσκληση για τις δύο συγκεκριμένες συνεδρίες, ούτε ότι οι επίμαχες συνεδρίες ήταν τακτικές. Αντίθετα, το γεγονός ότι η πρώτη συνεδρία της 16/4/2008 έλαβε χώρα ημέρα Τετάρτη, ενώ η συνεδρία κατά την οποία λήφθηκε η επίδικη απόφαση έγινε τέσσερις και πλέον μήνες μετά - στις 28/8/2008 - που ήταν ημέρα Πέμπτη, δείχνουν ότι οι συνεδρίες δεν ήταν τακτικές. Η ύπαρξη απαρτίας, στην κρινόμενη περίπτωση, δε διασώζει τη νομιμότητα της σύνθεσης της Αναθεωρητικής Αρχής.
΄Οπως τονίστηκε στην Πιερέττη ν. Αναθεωρητικής Αρχής Αδειών (2008) 3 Α.Α.Δ. 475:- (σελ. 476-477)
«Το πρωτόδικο δικαστήριο θεώρησε ότι η ύπαρξη απαρτίας ήταν αρκετή, αφού το ΄Αρθρο 4(2) του περί Ρυθμίσεως της Τροχαίας Μεταφοράς Νόμου του 1982, Ν.9/82 προβλέπει ότι ο Πρόεδρος και άλλα δύο μέλη αποτελούν απαρτία. Δεν τίθεται όμως θέμα απαρτίας αλλά θέμα νόμιμης σύνθεσης. ΄Οπως έχει επανειλημμένα λεχθεί (βλέπε μεταξύ άλλων Αναστασίου ν. Ε.Τ.Ε.Κ. (2003) 3 Α.Α.Δ. 616 και ΄Αρθρο 21(3) του περί Γενικών Αρχών Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999, Ν. 158(Ι)/99) για να συνεδριάσει νόμιμα συλλογικό όργανο πρέπει να κληθούν νομότυπα και εμπρόθεσμα όλα τα μέλη στη συνεδρία, εκτός βέβαια των περιπτώσεων όπου το όργανο συνεδριάζει σε τακτές ημέρες και ώρες.
Παρόμοιο θέμα με αυτό που αντιμετωπίζουμε σήμερα εξετάστηκε και σε άλλες πρωτόδικες αποφάσεις. Συμφωνούμε απόλυτα με την αντιμετώπιση του Δικαστηρίου στην Τσολάκης ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 1084/05, ημερ. 31.1.2007). Ο ευπαίδευτος συνήγορος των εφεσιβλήτων προέβαλε ότι δεν χρειάζονταν προσκλήσεις γιατί οι συνεδρίες ήταν τακτές και ότι, εν πάση περιπτώσει, τα μέλη ειδοποιήθηκαν τηλεφωνικώς. Χωρίς να υπάρχει οποιοδήποτε στοιχείο στο φάκελο που να αποδεικνύει είτε το ένα είτε το άλλο, δεν μπορούμε να δεχτούμε τις εισηγήσεις αυτές. Θα έπρεπε να αποδειχθεί από το διοικητικό φάκελο και όχι από μεταγενέστερη μαρτυρία ότι όλα τα μέλη των εφεσιβλήτων είχαν προσκληθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα ή ότι η συγκεκριμένη συνεδρία των καθ' ων η αίτηση ήταν ορισμένη σε τακτή ημερομηνία και ώρα.
Γι' αυτό το λόγο θεωρούμε ότι η σύνθεση των εφεσιβλήτων πάσχει. Συνεπώς η έφεση επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται, με έξοδα εναντίον των εφεσιβλήτων, τόσο πρωτοδίκως, όσο και κατ' έφεση, πλέον Φ.Π.Α., όπως θα υπολογιστούν από τον πρωτοκολλητή.»
Θεωρώ ότι η πιο πάνω κατάληξη σε σχέση με τη σύνθεση του αποφασίσαντος οργάνου καθιστά αχρείαστη την εξέταση των υπολοίπων λόγων ακυρότητας.
Η προσφυγή επιτυγχάνει, με €1.200,00 έξοδα, πλέον Φ.Π.Α., εάν υπάρχει, υπέρ των αιτητών.
Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται, σύμφωνα με το ΄Αρθρο 146.4(β) του Συντάγματος.
Ε. Παπαδοπούλου,
Δ.
/ΜΣ, ΜΠ