ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
[Συνεκδικαζόμενες Προσφυγές Αρ. 1603/2005, 1604/2005, 1605/2005, 1606/2005, 1607/2005, 1608/2005]
17 Νοεμβρίου, 2010
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
[Υπόθεση Αρ. 1603/2005]
MASOURAS BROS SHIPPING CO. LTD
Αιτητές
v.
ΑΡΧΗΣ ΛΙΜΕΝΩΝ ΚΥΠΡΟΥ
Καθ' ων η αίτηση
- - - - - - - -
[Υπόθεση Αρ. 1604/2005]
INTERYACHTING LTD
Αιτητές
v.
ΑΡΧΗΣ ΛΙΜΕΝΩΝ ΚΥΠΡΟΥ
Καθ' ων η αίτηση
- - - - - - - -
[Υπόθεση Αρ. 1605/2005]
MASOURAS BROS SHIPPING CO. LTD
Αιτητές
v.
ΑΡΧΗΣ ΛΙΜΕΝΩΝ ΚΥΠΡΟΥ
Καθ' ων η αίτηση
- - - - - - - -
[Υπόθεση Αρ. 1606/2005]
MASOURAS BROS SHIPPING CO. LTD
Αιτητές
v.
ΑΡΧΗ ΛΙΜΕΝΩΝ ΚΥΠΡΟΥ
Καθ' ων η αίτηση
- - - - - - - -
[Υπόθεση Αρ. 1607/2005]
MASOURAS BROS SHIPPING CO. LTD
Αιτητές
v.
ΑΡΧΗ ΛΙΜΕΝΩΝ ΚΥΠΡΟΥ
Καθ' ων η αίτηση
- - - - - - - -
[Υπόθεση Αρ. 1608/2005]
MASOURAS BROS SHIPPING CO. LTD
Αιτητές
v.
ΑΡΧΗΣ ΛΙΜΕΝΩΝ ΚΥΠΡΟΥ
Καθ' ων η αίτηση
Α. Αιμιλιανίδης για τους αιτητές.
Α. Κουντουρή για τους Καθ΄ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Οι αιτητές, κατά τον ουσιώδη χρόνο, πραγματοποιούσαν με σκάφη τους μικρές παράκτιες κρουαζιέρες, με αφετηρία και τέρμα λιμενικές περιοχές. Η Αρχή Λιμένων Κύπρου (η Αρχή) τους απέστειλε τιμολόγιο (invoice), ημερομηνίας 30.9.05, ξεχωριστό για κάθε σκάφος τους, για οφειλή (charge) ύψους £0.50 σεντ ανά επιβάτη για την καθορισθείσα περίοδο μεταξύ της 1.9.05 και 30.9.05. Οι αιτητές, θεωρώντας πως τα τιμολόγια ενσωμάτωναν εκτελεστή διοικητική πράξη επιβάλλουσα τέλη/δικαιώματα, αμφισβητούν το κύρος τους. Οι 6 προσφυγές που ασκήθηκαν, μετά από αίτημα της Αρχής στο οποίο οι αιτητές συμφώνησαν, συνεκδικάστηκαν.
Οι προσφυγές καταχωρήθηκαν στις 14.12.2005 και χρειάζεται καταγραφή των λόγων της καθυστέρησης που παρατηρήθηκε. Η ένσταση στην κάθε προσφυγή καταχωρήθηκε στις 28.3.06. Αφού εγκρίθηκε η αίτηση για συνεκδίκαση στις 8.5.06, η αγόρευση για τους αιτητές καταχωρήθηκε την 1.11.06. Μέχρι την 5.6.07 δεν κατέστη δυνατή η καταχώρηση της γραπτής αγόρευσης για την Αρχή. Η αγόρευση για την Αρχή καταχωρίστηκε στις 3.12.07 και η απαντητική αγόρευση μόλις στις 20.6.08. Όλα τα πιο πάνω μετά από σειρά αναβολών στις οποίες η μια ή η άλλη πλευρά, αναλόγως, συναινούσε.
Οι υποθέσεις ορίστηκαν για διευκρινίσεις στις 10.10.08, ημερομηνία που χρειάστηκε να αλλάξει εξ αιτίας δικού μου κωλύματος. Στις 2.2.09 τέθηκε ζήτημα απάντησης της Αρχής σε ερωτήματα που της έθεσε ο δικηγόρος της και αυτή η απάντηση δεν είχε δοθεί μέχρι και τις 9.7.09. Εκείνη την ημέρα, ενώ είχε σταλεί η απάντηση της Αρχής, χρειάστηκε νέα αναβολή επειδή ο δικηγόρος της που χειριζόταν την υπόθεση είχε αποχωρήσει από το Γραφείο. Ζητήθηκε μακρά αναβολή για να ενημερωθεί ο νέος δικηγόρος που ανέλαβε το χειρισμό της υπόθεσης αλλά χρειάστηκε και περαιτέρω αναβολή ενόψει προοπτικής για διευθέτηση των υποθέσεων. Άλλαξε και ο δικηγόρος που χειριζόταν την υπόθεση για τους αιτητές και μετά από περαιτέρω αναβολή καταλήξαμε στις 11.6.2010. Η δικηγόρος της Αρχής διαπίστωσε τότε πως ορισμένα απαραίτητα έγγραφα δεν είχαν κατατεθεί και, εν τέλει, οι διευκρινήσεις έγιναν και η απόφαση επιφυλάχθηκε στις 4.10.10.
Η ένσταση της Αρχής είναι δομημένη πάνω στη βάση της κεντρικής τοποθέτησης της πως η αξίωση του ποσού των £0.50 σεντ ήταν το αποτέλεσμα συμφωνίας που σαφώς προέκυπτε από τα δεδομένα της περίπτωσης. Οπότε και πρόβαλε την προδικαστική ένσταση πως δεν υπάρχει εκτελεστή απόφαση υποκείμενη σε αναθεωρητικό έλεγχο αλλά «πράξη διαχείρισης ή/και πράξη Ιδιωτικού Δικαίου». Οι αιτητές αρνούνται την ύπαρξη συμφωνίας και, θεωρώντας πως εδώ έχουμε μονομερή, ως πράξη εξουσίας, επιβολή τελών/δικαιωμάτων, εισηγούνται ότι το ζήτημα εμπίπτει στον τομέα του δημοσίου δικαίου. Δεν έχει υποδειχθεί ούτε έχω εντοπίσει οποιοδήποτε έγγραφο στο φάκελο που θα ήταν δυνατό να θεωρηθεί ότι αποτελεί απόφαση της Αρχής για επιβολή τέτοιου τέλους/δικαιώματος. Η άποψη των αιτητών περί εκτελεστής διοικητικής πράξης με τέτοιο περιεχόμενο έχει στη βάση της μόνο το γεγονός της αξίωσης του σχετικού ποσού, όπως αυτή εκδηλώθηκε με την αποστολή των τιμολογίων, τα οποία και ρητά αναφέρονται στη θεραπεία που επιδιώκουν. Περαιτέρω, από την έρευνα του φακέλου και ιδιαίτερα τη μελέτη εγγράφων στα οποία και τα μέρη αναφέρθηκαν, προκύπτει πως τέτοια τιμολόγια αποστέλλονταν από το 2000 και πως, εν πάση περιπτώσει, οι αιτητές κατέβαλλαν τέτοια ποσά έκτοτε. Όσα δε έγγραφα έχουν κατατεθεί ως μέρος του φακέλου και συζητηθεί, κάθε άλλο παρά παραπέμπουν σε απόφαση επιβολής. Τα έγγραφα του 1999 (ημερομηνίας 19.2.99 και 18.3.99) περιλαμβάνουν τις σκέψεις για το δίκαιο, όπως εθεωρείτο, της είσπραξης τέτοιου ή κάποιου ποσού ως αντισταθμίσματος προς την υποδομή που πρόσφερε η Αρχή, αλλά και άλλα όπως η ασφαλής επιβίβαση/αποβίβαση και ασφάλεια συναφώς. Στο δε ενημερωτικό Σημείωμα για την επίσκεψη εκπροσώπων της Αρχής στο Δήμαρχο Πάφου στις 27.5.99, γίνεται αναφορά σε συζήτηση με τους πλοιοκτήτες που διεξάχθηκε «σε πολύ ήπια, συνεργάσιμη και θετική ατμόσφαιρα» στο πλαίσιο της οποίας «προτάθηκε από πλευράς Αρχής η επιβολή τέλους στους επιβάτες £0.50 για πλοία με κανονικές κρουαζιέρες και £0.25 για "bottom glass" πλοία» για να καταλήξει το σημείωμα, ως ακολούθως:
«Τέλος διαφάνηκε ότι θα μπορούσε να γίνει αποδεκτή συμβιβαστική πρόταση για πληρωμή στην Αρχή ποσού της τάξης των £6.500 - 7.000 για φέτος και τον επόμενο χρόνο να εφαρμόσουν τα πιο πάνω ποσά. Οι πλοιοκτήτες επιφύλαξαν την απάντησή τους σύντομα».
Με την επιστολή ημερομηνίας 3.11.99, ο Γενικός Διευθυντής της Αρχής, απευθυνόμενος προς τους Αν. Διευθυντές των Λιμανιών Λεμεσού και Λάρνακας, αναφέρθηκε ακριβώς σε συναντήσεις με τους ενδιαφερόμενους τους οποίους εμφανίζει να συμφώνησαν όπως από την 1.1.2000 καταθέτουν τα αναφερθέντα ποσά ανά επιβάτη και ζήτησε την πραγματοποίηση συνάντησης με στόχο την υπογραφή συμφωνίας όμοιας με εκείνη που θα υπέγραφαν οι ενδιαφερόμενοι που χρησιμοποιούσαν τις λιμενικές περιοχές Πάφου και Λατσιού. Και, πράγματι, η σύσκεψη της 17.11.99 σε σχέση με το λιμάνι Λεμεσού, αφορούσε στην «επέκταση της συμφωνίας Πάφου για την καταβολή τέλους 50 σεντ για κάθε διακινούμενο επιβάτη».
Σημείωσα το γεγονός ότι έκτοτε, όπως προκύπτει, κατέβαλλαν το ποσό. Τα επόμενα έγγραφα αφορούν στο 2004 και μετά. Στο Σημείωμα για τη σύσκεψη της 27.1.04 γίνεται, από τον Πρόεδρο, Υπουργό Συγκοινωνιών και Έργων, αναφορά στο θέμα με την εξήγηση πως το ποσό δεν είναι ψηλό και ακολουθεί ό,τι περιγράφεται ως «Συμφωνία για τη Δημιουργία και Διαχείριση Εκδοτηρίου Εισιτηρίων στο Λιμανάκι της Πάφου». Αυτή η συμφωνία που εν τέλει υπεγράφη από τους εμπλεκόμενους ιδιοκτήτες σκαφών, στους οποίους περιλαμβάνονται, εξ' όσων μπορεί να διαπιστωθεί, και οι αιτητές, περιέχεται και η ακόλουθη πρόνοια:
«Στο τέλος της ημέρας παραδίδονται τα ταμεία στο λειτουργό της Αρχής για έλεγχο των εισιτηρίων και εισπράξεων, αποκοπή των Γενικών Λιμενικών Δικαιωμάτων από την ημερήσια κίνηση επιβατών και πληρωμή των εισιτηρίων στους δικαιούχους.»
Αυτή την πρόνοια την επικαλούνται ιδιαίτερα οι καθ' ων η αίτηση ως αποκαλυπτική της πραγματικής φύσης της διευθέτησης.
Ακολούθησαν διαμαρτυρίες του Μ. Αλεξάνδρου, ως Προέδρου του Παγκύπριου Συνδέσμου Ιδιοκτητών Επαγγελματικών Τουριστικών Σκαφών και, στο έγγραφο από το Διευθυντή του Λιμανιού Λεμεσού προς το Γενικό Διευθυντή της Αρχής, ημερομηνίας 5.9.05, επαναλαμβάνεται η παραπομπή σε συμφωνία που συνάφθηκε, με την εξήγηση πως το ποσό δεν αποτελούσε επιπρόσθετη επιβάρυνση ενόψει άλλων παραχωρήσεων που το αντιστάθμιζαν. Στην οποία αναφέρθηκε και η επιστολή, εκ μέρους του Γενικού Διευθυντή της Αρχής, προς το Μ. Αλεξάνδρου, ημερομηνίας 8.9.05.
Το τελευταίο από τα έγγραφα που τέθηκαν ως μέρος του φακέλου ήταν τα πρακτικά συνάντησης του πιο πάνω Συνδέσμου με την Αρχή, ακριβώς ημερομηνίας 8.9.05. Δεν συμμετέσχε σ' αυτή ο Μ. Αλεξάνδρου παρά το ότι, όπως αναφέρεται στο έγγραφο ημερομηνίας 15.9.05, προσκλήθηκε. Παρίστατο όμως ο Κ. Μασούρας, εκπρόσωπος των αιτητών Masouras Bros Shipping Co. Ltd, και πολλοί άλλοι ιδιοκτήτες, βεβαίως. Ως προς το θέμα, ο Γενικός Διευθυντής της Αρχής επανέλαβε τα ίδια. Ειδικά αναφέρθηκε σε διαπραγματεύσεις που έγιναν και οι οποίες το 1999 είχαν ως τελική κατάληξη, στην παρουσία του ίδιου, τη σύναψη συμφωνίας. Επ' αυτών δεν εκδηλώθηκε οποιαδήποτε διαφωνία. Αντίθετα, οι ιδιοκτήτες δήλωσαν πως δεν γνώριζαν και πολύ λιγότερο δεν ψήφισαν το Μ. Αλεξάνδρου ως Πρόεδρο του Συνδέσμου τους, δηλώνοντας ταυτόχρονα άγνοια για το περιεχόμενο των επιστολών διαμαρτυρίας που εκείνος απέστειλε.
Η κατάσταση αποκρυσταλλώνεται ως ακολούθως: Η Αρχή δεν θεωρεί πως επέβαλε τέλη κατά ενάσκηση δημόσιας εξουσίας. Ως έρεισμα για την αξίωση του ποσού επικαλείται συμφωνία, αποβάλλοντας με τον τρόπο αυτό την περίπτωση από το πεδίο του δημοσίου δικαίου. Συνακολούθως, αποβάλλοντας από τη διεκδίκηση και την όποια ανταπόκριση των αιτητών σ' αυτή, προεκτάσεις δημοσίου δικαίου. Όσα υπάρχουν στα έγγραφα που προσκομίστηκαν δεν περιλαμβάνουν οτιδήποτε που θα ήταν δυνατό να ταξινομηθεί ως απόφαση επιβολής. Τα έχω ήδη συνοψίσει και είναι διάχυτη σ' αυτά η επίκληση συμφωνίας ως της βάσης για την αξίωση του ποσού. Στο πλαίσιο αυτών των δεδομένων είναι, θεωρώ, αναπόφευκτο να ταξινομηθεί η περίπτωση όχι ως άσκηση δημόσιας εξουσίας, την οποία η Αρχή αρνείται ότι άσκησε αλλά ως εμπίπτουσα στον τομέα του ιδιωτικού δικαίου. Το κατά πόσο, μπροστά σε τέτοια ιδιωτικού δικαίου αξίωση, οι αιτητές θα είχαν τη μια ή την άλλη υπεράσπιση, ακόμα και από την άποψη της ατομικής τους δέσμευσης από τέτοια συμφωνία, δεν μπορεί να είναι θέμα της παρούσας διαδικασίας.
Καταλήγω ότι το ζήτημα, ως ιδιωτικού δικαίου, εκφεύγει της δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Επομένως, οι προσφυγές δεν είναι παραδεκτές. Οι προσφυγές απορρίπτονται με €1.800 συνολικά έξοδα που κατανέμονται σε €300 για κάθε προσφυγή, πλέον ΦΠΑ, αν υπάρχει.
Γ. Κωνσταντινίδης, Δ.
/μσιαμπαρτά