ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
[Υπόθεση Αρ. 1369/2007]
1 Νοεμβρίου, 2010
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΠΕΤΡΟΣ ΒΡΑΧΑΣ
Αιτητής
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
1. ΕΦΟΡΟΥ ΦΟΡΟΥ ΠΡΟΣΤΙΘΕΜΕΝΗΣ ΑΞΙΑΣ ΚΑΙ/Η
2. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Καθ' ων η αίτηση
Δ. Κωνσταντίνου για τον αιτητή.
Λ. Χριστοδουλίδου για τους καθ' ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Προσβάλλεται η επιβολή ΦΠΑ £5.582 για το σκάφος του αιτητή, με ελληνική σημαία, αρ. εγγραφής ΤΠ1212-Β' με το όνομα «ΟΝΕΙΡΟ». To σκάφος περιγράφεται ως φουσκωτό Barracuda 900SAT και, κατά τα γεγονότα της προσφυγής:
(α) Στις 19.7.07 αγοράστηκε από τον αιτητή στην Ελλάδα προς €63.500, ποσό επί του οποίου κατέβαλε και ΦΠΑ προς 19%, ύψους €12.065.
(β) Το σκάφος ενεγράφη στο ελληνικό νηολόγιο.
(γ) Δέκα μέρες μετά την αγορά του, στις 27.7.07, το σκάφος κα- τέπλευσε στην Κύπρο.
(δ) Στις 3.8.07 ο υπεύθυνος τελωνειακός υπάλληλος πληροφόρη- σε τον αιτητή πως, κατά το Νόμο, θα έπρεπε να καταβάλει και εδώ ΦΠΑ σε ποσοστό 15%, ύψους £5.882. Διαμαρτυρήθηκε έντονα για τη διπλή φορολόγηση του αλλά χωρίς αποτέλεσμα.
(ε) Επεβλήθη ο ΦΠΑ ως ανωτέρω και αναγκάστηκε να τον καταβάλει.
Οι καθ' ων η αίτηση υποστήριξαν, με την προδικαστική τους ένσταση, πως ο αιτητής δεν νομιμοποιείται αφού σε κανένα στάδιο μέχρι την κατάθεση από τον ίδιο ηλεκτρονικής διασάφησης και την καταβολή του ποσού στις 3.8.07, δεν διαμαρτυρήθηκε αλλά κατέβαλε το ποσό χωρίς επιφύλαξη.
Χορήγησα άδεια για την προσκόμιση μαρτυρίας επί του θέματος και κατατέθηκε ενώπιόν μου ένορκη δήλωση από τον αιτητή, ημερομηνίας 11.2.10. Τη συνοψίζω: Διαμαρτυρήθηκε έντονα και κατ' επανάληψη αλλά ο υπεύθυνος λειτουργός τον πληροφόρησε πως δεν θα μπορούσε να αποπλεύσει χωρίς πληρωμή και ότι το σκάφος του θα τελούσε «υπό σύλληψη». Ούτε και στον Πρωταρά, ως ενδιάμεση λύση, μέχρι τη συζήτηση του θέματος που ήγειρε, αφού είχε ήδη προγραμματίσει την εκεί εκτέλεση ορισμένων εργασιών επί του σκάφους. Ζήτησε τότε να σημειωθεί πως πληρώνει υπό διαμαρτυρία αλλά και πάλιν η απάντηση ήταν αρνητική. Ο λειτουργός τον παρέπεμψε στην Ταμία αλλά και αυτή δεν μπορούσε να δεχτεί πληρωμή αναγράφοντας στο σχετικό απόκομμα τέτοια διαμαρτυρία. Δεν είχε πλέον επιλογή και αναγκάστηκε να καταβάλει το ποσό, διαμαρτυρόμενος βεβαίως, προφορικώς, στην παρουσία και του εκτελωνιστή του. Ο αιτητής δεν αντεξετάστηκε.
Ένορκη δήλωση, ημερομηνίας 27.4.10, κατατέθηκε και από την Ευτυχία Ρήγα που υπηρετούσε κατά τον ουσιώδη χρόνο ως Βοηθός Γραμματειακός Λειτουργός στο Τελωνείο Λεμεσού. Ήταν η Ταμίας που εισέπραξε το επίμαχο ποσό. Δεν θυμόταν, αναφέρει, αν εκδηλώθηκε διαμαρτυρία. Τέτοια διαμαρτυρία θα μπορούσε να καταγραφεί στη διασάφηση ή με ξεχωριστή γραπτή δήλωση. Στο στάδιο της πληρωμής των δασμών το ηλεκτρονικό σύστημα είσπραξης δεν παρέχει δυνατότητα για καταγραφή διαμαρτυρίας. Συνεπώς, όπως καταλήγει, «έστω κι αν ο αιτητής μου είχε ζητήσει την πληρωμή υπό διαμαρτυρία, η αποδοχή ενός τέτοιου αιτήματος στο στάδιο αυτό ήταν αδύνατη». Ούτε η κα Ρήγα αντεξετάστηκε αλλά κάθε άλλο παρά μπορεί να θεωρηθεί ότι η μαρτυρία της αναιρεί την αλήθεια της μαρτυρίας του αιτητή. Αντίθετα, ως προς ορισμένες πτυχές, έστω έμμεσα, την επιβεβαιώνει και σημειώνω πως δεν υπάρχει και αντίλογος στο ότι ο αιτητής εντόνως διαμαρτυρήθηκε και στον υπεύθυνο λειτουργό. Αποδέχομαι ως αληθή τη μαρτυρία του αιτητή και, καταλήγοντας πως η πληρωμή έγινε υπό διαμαρτυρία, απορρίπτω την προδικαστική ένσταση.
Ο αιτητής προτείνει ως λόγο ακυρότητας την παράλειψη διεξαγωγής οποιασδήποτε έρευνας και περαιτέρω, την πλήρη έλλειψη αιτιολογίας, ειδικά ενόψει της θέσης του πως είχε ήδη καταβάλει ΦΠΑ, μάλιστα, σε ψηλότερο ποσοστό, στην Ελλάδα.
Η ένσταση και η αγόρευση των καθ' ων η αίτηση αφορά σε όσα, εναλλακτικά, συζητήθηκαν από τον αιτητή, επί της ουσίας. Αναφορικά δηλαδή με το κατά πόσο κατά τις ταξινομήσεις όπως αυτές θα ήταν αναγκαίες στο πλαίσιο του περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμου του 2000 (Ν. 95(Ι)/2000) ήταν σύννομη η επιβολή του δασμού. Όσο και αν, όπως αναγνωρίζουν οι καθ' ων η αίτηση, «είναι γεγονός ότι ο ΦΠΑ κατά κανόνα καταβάλλεται μόνο μια φορά στο κράτος στο οποίο το αγαθό εισέρχεται σε ελεύθερη κυκλοφορία ή στην κατανάλωση». Και πως, αγαθό που εισήλθε στην κυκλοφορία σε ένα κράτο μέλος δεν υπόκειται στο ΦΠΑ εκ νέου όταν μεταφέρεται σε άλλο κράτος μέλος. Αρχές, όμως που, κατά την εισήγησή τους, «κάμπτονται κατ' εξαίρεση στην περίπτωση των καινούργιων μεταφορικών μέσων που μεταφέρονται από ένα κράτος σε άλλο». Αντίθετα προς τις θέσεις του αιτητή πως, κατά τις ταξινομήσεις, όπως αυτός τις αντιλαμβάνεται κατ' επίκληση διατάξεων του Νόμου, ήταν ανεπίτρεπτη η επιβολή ΦΠΑ εδώ, που θα ήταν διπλός. Επίσης, αντίθετα προς τον επιπρόσθετο ισχυρισμό του αιτητή σε σχέση με τον οποίο καταχωρήθηκαν συμπληρωματικές αγορεύσεις ότι το σκάφος, ενόψει και της Κοινοτικής Οδηγίας 2006/112/ΕΚ, θα πρέπει να θεωρηθεί πως δεν προοριζόταν για τη μεταφορά ανθρώπων ή αγαθών και πως, ούτως ή άλλως, και γι' αυτό το λόγο αυτοτελώς δεν ήταν επιτρεπτή η επιβολή ΦΠΑ.
Επί του ζητήματος της έρευνας και της αιτιολογίας οι καθ' ων η αίτηση δεν παρέπεμψαν σε οτιδήποτε από το φάκελο. Υποστήριξαν πως δεν χρειαζόταν οτιδήποτε προς τις πιο πάνω κατευθύνσεις. Όπως αναφέρουν στην αγόρευσή τους, ήταν γνωστό ότι ο αιτητής κατέβαλε ΦΠΑ και στην Ελλάδα και το ερώτημα είναι, πώς γνώριζαν τέτοιο πράγμα αν δεν το είχε αναφέρει ο αιτητής, τον οποίο όμως, κατά τα άλλα, εμφάνιζαν απλώς να είχε καταβάλει το ποσό ανεπιφύλακτα; Σημειώνω δε πως τα λίγα έγγραφα του φακέλου περιλάμβαναν πράγματι και έγγραφο που δείχνει την καταβολή του ΦΠΑ στην Ελλάδα. Προκύπτει πως ήταν σε γνώση των καθ' ων η αίτηση το γεγονός της καταβολής ΦΠΑ στην Ελλάδα, όπως ανέφερε και ο αιτητής, εν τέλει, με την ένορκη δήλωσή του.
Μένουν όμως τα άλλα σε σχέση με την αιτιολογία. Επ' αυτών οι καθ' ων η αίτηση θεωρούν πως δεν χρειαζόταν οτιδήποτε. Όπως αναφέρουν, «ο τρόπος επιβολής του ΦΠΑ στην περίπτωση του αιτητή έγινε κάπως μηχανικά και αυτόματα». Γίνεται, όπως προσθέτουν, ηλεκτρονική διασάφηση εισαγωγής και ακολουθεί ο υπολογισμός του ΦΠΑ. Καταλήγουν επί του θέματος: «Τι αιτιολογία θα ανέμενε ο αιτητής; Σε τέτοιες περιπτώσεις γίνεται απλά ο υπολογισμός του ΦΠΑ με βάση τη διασάφηση εισαγωγής». Και παραπέμπουν συναφώς στην απόφαση της Ολομέλειας στην Stratis Enterprises Ltd v. Δημοκρατίας (2005) 3 ΑΑΔ σελ. 332 σε σχέση με την επιβολή φόρου χαρτοσήμου αναφορικά με την εγγραφή υποθήκης. Δεν νομίζω πως υπάρχει αναλογία μεταξύ της παρούσας και της πιο πάνω υπόθεσης. Εδώ χρειάζονταν ταξινομήσεις από τη διοίκηση οι οποίες και, βεβαίως, ο συλλογισμός με αυτές ως υπόβαθρο και με γνώμονα το νομικό πλαίσιο, θα υπέκειντο σε αναθεωρητικό έλεγχο. Στο διοικητικό φάκελο δεν περιλαμβάνεται οτιδήποτε και δεν μπορεί το Δικαστήριο να προχωρήσει σε πρωτογενείς διαπιστώσεις και να διαμορφώσει συλλογισμό προς τη μια ή προς την άλλη κατεύθυνση. Περαιτέρω, δεν είναι δυνατό να προχωρήσει το Δικαστήριο στη βάση μεταγενέστερων εξηγήσεων που περιλήφθηκαν σε σημείωμα που ετοιμάστηκε για τους σκοπούς της προσφυγής ή στη βάση ταξινομήσεων που περιλήφθηκαν στις γραπτές αγορεύσεις.
Καταλήγω πως, ιδιαιτέρως ενόψει του θέματος που εγειρόταν μετά τις έντονες διαμαρτυρίες του αιτητή και του γεγονότος ότι ήδη είχε καταβάλει ΦΠΑ στην Ελλάδα, οφειλόταν διοικητικός καθορισμός όσων θεωρούνταν σχετικά και εξήγηση αναφορικά με το γιατί θα έπρεπε να επιβληθεί ΦΠΑ στην περίπτωση.
Η προσφυγή επιτυγχάνει. Ο αιτητής είναι δικηγόρος και επί του θέματος των εξόδων θα ακούσω τα μέρη.
Γ. Κωνσταντινίδης, Δ.
/μσιαμπαρτά