ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

[Υπόθεση Αρ. 268/2009]

 

4 Οκτωβρίου, 2010

 

[Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΠΕΤΡΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ

 

Αιτητής

v.

 

ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ

Καθ' ων η αίτηση

 

 

Α. Κωνσταντίνου για τον αιτητή.

Α. Χρίστου για Ιωαννίδη και Δημητρίου για τους καθ' ων η αίτηση.

Κ. Κενεβέζος για το ενδιαφερόμενο μέρος Χρ. Μίσιης.

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ,  Δ.:  Προσβάλλεται η απόφαση των καθ' ων η αίτηση, ημερομηνίας 27.1.09, με την οποία ο Χρ. Μίσιης προάχθηκε στη μόνιμη θέση Ανώτερου Τεχνίτη/Βοηθού Επιστάτη (Εναέρια Δίκτυα), Επιχειρησιακή Μονάδα Εξυπηρέτησης Πελατών - Γραφείο Περιφέρειας Αμμοχώστου Λάρνακας.  Επρόκειτο για επανεξέταση μετά από ακύρωση, αρχικώς, της προαγωγής στη θέση του Ν. Στ. Διάκου.  Άσκησε τότε προσφυγή ο Χρ. Μίσιης και διαπιστώθηκαν πλημμέλειες σε σχέση με την αιτιολογία.  (Βλ. Χριστόδουλος Μίσιης ν. Αρχής Ηλεκτρισμού, Προσφυγή 577/07 ημερομηνίας 22.8.08).  Αυτές ανέτρεχαν στη ρίζα της διαδικασίας η οποία, κατά την επανεξέταση, άρχισε και πάλιν από το στάδιο της Μεικτής Συμβουλευτικής Επιτροπής Επιλογής (Επιτροπή Επιλογής).

 

Η Επιτροπή Επιλογής είχε ήδη ενώπιόν της τις συστάσεις και απόψεις των άμεσα προϊσταμένων των υποψηφίων και με παραπομπή σ' αυτές αλλά και γενικά στους φακέλους ως προς τα υπηρεσιακά στοιχεία του κάθε υποψήφιου, με γνώμονα, όπως αναφέρει στην έκθεσή της ημερομηνίας 30.10.08, «τα παραδεδεγμένα κριτήρια προαγωγής» (πείρα, αξία, ικανότητα, αρχαιότητα, προσόντα, επίδοση) πρότειναν ως επικρατέστερους τους Γ. Δημητρίου, Ν. Στ. Διάκου και Κ. Φλουρέντζου.  Ό,τι θα μπορούσε να εντοπιστεί ως συγκεκριμένη αιτιολογία αφορούσε στην ιδιαίτερη σύγκριση μεταξύ αυτών των τριών και του Χρ. Μίσιη προφανώς ενόψει της ακυρωτικής απόφασης στην οποία ιδιαιτέρως επισημάνθηκε η υπεροχή του Χρ. Μίσιη έναντι του τότε επιλεγέντος Ν. Στ. Διάκου, κατά 4Α, στις υπηρεσιακές εκθέσεις.  Ο Χρ. Μίσιης υστερούσε έναντι τους με αναφορά στην πείρα του.  Με βάση τις απόψεις συστάσεις των άμεσα προϊσταμένων, διαθέτει πείρα στο Τμήμα Εναέριων Κατασκευών μέχρι 11.000 βόλτ και ευρύτερη πείρα στα Συνεργεία Επιλογής.    Ενώ οι τρεις διαθέτουν ευρύτατη πείρα στο Τμήμα Εναέριων Κατασκευών της Περιφέρειας μέχρι 132.000 βόλτ που κάλυπτε κατά πολύ ευρύτερο φάσμα εργασιών και, περαιτέρω, είχαν εργαστεί σε όλους τους τομείς των εργασιών του Τμήματος Εναέριων Κατασκευών.  Επομένως, υπερτερούσαν σε πείρα.

 

Το θέμα που εγείρεται δεν αφορά στη δυνατότητα συνυπολογισμού της φύσης των καθηκόντων που ασκήθηκαν, αποτέλεσμα ανάθεσης, κατά τις πάγιες αρχές αναφορικά με το ανεπίτρεπτο της θυματοποίησης υπαλλήλων επειδή σε άλλους ανατέθηκαν άλλα καθήκοντα.  Αφορά και πάλιν στην αιτιολογία της Έκθεσης της Επιτροπής Επιλογής.  Ως προς τους υπόλοιπους υποψήφιους εξαντλείτο σε γενικότητες κατά παραγνώριση του στοιχειώδους πως η απλή καταγραφή των κριτηρίων ή η συλλήβδην παραπομπή στους φακέλους δεν ικανοποιεί τη θεσμοθετημένη απαίτηση να είναι αιτιολογημένη η έκθεση (Βλ. Καν. 14 του Μέρους Ι του Δεύτερου Πίνακα των περί Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμών του 1986, ΚΔΠ 291/86.  Σημειώνω συναφώς και την ορθή επισήμανση του αιτητή πως και ο ίδιος, σύμφωνα με τις απόψεις/συστάσεις του άμεσα προϊσταμένου του διέθετε, όπως και οι τρεις προταθέντες, «ευρύτατη πείρα στις εναέριες κατασκευές της περιφέρειας μέχρι 132.000 βολτ».  Ενώ και κατά τα άλλα, όπως και οι τρεις, περιγράφηκε ως διαθέτων εξαιρετικές οργανωτικές και πολύ καλές εποπτικές ικανότητες,  με εξαιρετική απόδοση.  Η Επιτροπή Επιλογής όφειλε να αιτιολογήσει τη σύστασή της ώστε αυτή να αποκαλύπτει το λόγο της σε σχέση με όλους τους υποψηφίους, όσο και αν δεν ήταν απαραίτητο αυτοί να καταγράφονται στην έκθεση της ονομαστικώς.  Ελλείπει αυτή η αιτιολόγηση και, βεβαίως, δεν θα ήταν επιτρεπτή καν η εκ των υστέρων αναζήτηση διαφοροποιητικών στοιχείων, όπως εμείς θα τα εκτιμούσαμε από την εξέταση των φακέλων.

 

Οι καθ' ων η αίτηση και ο Χρ. Μίσιης εισηγήθηκαν πως και τέτοιο σφάλμα να υπήρχε δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ότι επηρέασε το κύρος της τελικής απόφασης.  Επομένως, θα πρέπει να παραγνωριστεί.  Αυτό αφού, εν τέλει, προάχθηκε υποψήφιος που δεν είχε συστηθεί και, επομένως, η έκθεση της Επιτροπής Επιλογής, η οποία ήταν μόνο συμβουλευτικού χαρακτήρα, δεν είχε λειτουργήσει υπέρ της προσβαλλόμενης απόφασης οπότε, ο αιτητής στερείται της απαιτούμενης νομιμοποίησης για έγερση τέτοιου θέματος.

 

Δεν θα μπορούσα να συμφωνήσω.  Κατ' αρχάς δεν είχε συστηθεί  ο αιτητής και ασφαλώς η έκθεση ήταν δυσμενής για αυτόν.  Περαιτέρω, η ύπαρξη αιτιολογημένης έκθεσης της Επιτροπής Επιλογής αποτελεί θεσμοθετημένη απαίτηση και αυτό όχι γενικά και αφηρημένα.  Κατά τον Κανονισμό 23(4) της ΚΔΠ 291/86 το Διοικητικό Συμβούλιο, στο τέλος, «λαμβάνει δεόντως υπ' όψιν» τις συστάσεις της Επιτροπής Επιλογής και, βεβαίως, της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής στην οποία και θα αναφερθούμε στη συνέχεια.  Το Διοικητικό Συμβούλιο δεν δεσμεύεται, βεβαίως, αλλά αποτελεί προϋπόθεση για τη σύννομη άσκηση της δικής της αρμοδιότητας η ύπαρξη νόμιμης έκθεσης της Επιτροπής Επιλογής, την οποία θα λάβει «δεόντως υπ' όψιν».  Εν προκειμένω, αυτά έλειπαν και ασφαλώς η πλημμέλεια αντανακλά στην τελική απόφαση.

 

Η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή της Αρχής για Θέματα Προσωπικού (Συμβουλευτική Υπεπιτροπή), στη συνεδρία της ημερομηνίας 12.12.08, κατ' αρχάς προέβη στις παρατηρήσεις της «σε σχέση με τους υπό κρίσιν υποψηφίους».  Επρόκειτο για απλή παράθεση των υπηρεσιακών τους δεδομένων, χωρίς οποιαδήποτε σχόλια, αναφορικά μόνο με πέντε εκ των υποψηφίων.  Πάντως, χωρίς αναφορά και στον αιτητή.  Ο λόγος για τον οποίο ενώ γινόταν αναφορά στους «υπό κρίσιν υποψηφίους», αυτοί εμφανίζονται να ήταν μόνο οι πέντε, δεν διακρίνεται.  Εν πάση περιπτώσει, κλήθηκε ο Γενικός Διευθυντής της Αρχής και τη σύστασή του την υιοθέτησε αυτούσια η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή.  Ό,τι καταγράφεται ως δική της αιτιολογία, αποτελεί αντιγραφή της σύστασης.   Σύστησε η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή κατά πλειοψηφία, το Ν. Στ. Διάκου.

 

Ο Γενικός Διευθυντής δεν ήταν υποχρεωμένος να αιτιολογήσει τη σύσταση του αλλά επέλεξε να δώσει εξηγήσεις.  Οπότε, κατά την πάγια νομολογία μας, αυτή ελέγχεται.  Η έκθεση της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής θα έπρεπε να είναι αιτιολογημένη σύμφωνα με τον Καν. 3(2) του Μέρους ΙΙ του Δεύτερου Πίνακα της ΚΔΠ 291/86.  Αυτές οι εξηγήσεις δεν αφορούσαν στον αιτητή ούτε και προκύπτει οτιδήποτε που θα ήταν δυνατό ως αιτιολογία να αφορούσε σ' αυτόν.  Εξηγήθηκε γιατί η αρχαιότητα ορισμένων έπρεπε να υποχωρήσει μπροστά στην καλύτερη βαθμολογία του συστηθέντος στις υπηρεσιακές εκθέσεις.  Ενώ, στη συνέχεια, έγινε αναφορά στην αρχαιότητα του Ν. Στ. Διάκου έναντι των άλλων υποψηφίων, «που ακολουθούν» για να ακολουθήσει αναφορά στην καλύτερη συνολική εικόνα «μέσα από τις υπηρεσιακές εκθέσεις» του Ν. Στ. Διάκου έναντι ορισμένων υποψηφίων που κατονομάζονται και σημειώνω πως ούτε και σ' αυτή την περίπτωση γίνεται αναφορά στον αιτητη.  Η σύσταση του Γενικού Διευθυντή και της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής συμπληρώνονται με ιδιαίτερες συγκρίσεις του Ν. Στ. Διάκου και του Χρ. Α. Μίσιη.  Εκτιμήθηκε πως η καλύτερη, κατά 4Α, βαθμολογία του Α. Μίσιη έναντι του κατά τα τελευταία 7 χρόνια, «αντισταθμίζεται από την καλύτερη απόδοση του Νικόλα Στ. Διάκου κατά τα τελευταία έτη τα οποία είναι κατά τη νομολογία τα πιο σημαντικά».  Περαιτέρω, ο Ν. Στ. Διάκος υπερτερεί έναντι του σε αρχαιότητα και, επομένως, σε πείρα.  Τελικά υιοθετήθηκαν και οι επισημάνσεις της Επιτροπής Επιλογής σε σχέση με τη φύση της πείρας των δυο, όπως τις κατέγραψα προηγουμένως.

 

Αφήνω κατά μέρος τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή.  Οι ισχυρισμοί του αιτητή για λόγους ακυρότητας αναφερομένους σ' αυτή εγκαταλείφθηκαν με την απαντητική αγόρευση.  Ως προς τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή ο έλεγχος θα αφορούσε στην ουσία της και, όπως θα δούμε, το Διοικητικό Συμβούλιο στο τέλος, δεν την υιοθέτησε.  Όπως, βεβαίως, και τη σύσταση της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής.

 

Η έκθεση της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής δεν ήταν αιτιολογημένη ώστε να προκύπτει από αυτή ο λόγος για τον οποίο ο αιτητής δεν συστήθηκε.  Επαναλαμβάνω όχι απλώς επειδή το όνομά του, σε αντίθεση με άλλα, δεν καταγραφόταν αλλά γιατί δεν προκύπτει σκεπτικό που θα ήταν δυνατό να συναρτηθεί προς τον ίδιο όταν, μάλιστα, όπως σημειώνει, υπερέχει έναντι του Ν. Στ. Διάκου σε βαθμολογημένη αξία.  Επαναλήφθηκαν και επί του προκειμένου τα περί τη νομιμοποίηση του αιτητή να εγείρει αυτό το ζήτημα και ισχύουν όσα ήδη ανέφερα σε σχέση με την Επιτροπή Επιλογής.

 

Τα πράγματα, από την άποψη της αιτιολογίας, χειροτέρευσαν.  Το Διοικητικό Συμβούλιο, στη συνεδρία του ημερομηνίας 27.1.09, αφού κατέγραψε τα ως τότε δεδομένα, το περιεχόμενο των συστάσεων της Επιτροπής Επιλογής, του Γενικού Διευθυντή και της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής, προχώρησε ως ακολούθως:  Όπως καταγράφει στα πρακτικά, μελέτησε όλα τα δεδομένα.  Τα πιο πάνω και τις υπηρεσιακές εκθέσεις και τους προσωπικούς φακέλους και πάλιν σε σχέση με την πείρα, αξία, ικανότητα, αρχαιότητα προσόντα και επίδοση.  Χωρίς όμως, στη συνέχεια, οποιαδήποτε εξειδίκευση που θα ήταν δυνατό να θεωρηθεί ότι κάλυπτε και τον αιτητή.  Το ένα από τα μέλη της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής, ο Χρ. Ενωτιάδης, μέλος και του Διοικητικού Συμβουλίου, ανέφερε ότι διαφοροποιεί τη θέση του.  Δεν υποστήριζε πλέον το Ν. Στ. Διάκου και πρότεινε την επιλογή του Χρ. Μίσιη.  Για ποιο λόγο δεν μπορώ να διακρίνω.  Αναφέρεται στο πρακτικό πως «καταλήγοντας στην πρότασή του αυτή, ανέφερε ότι η εν λόγω προσφυγή (αντιλαμβάνομαι ότι εννοείται η 577/07) έχει επιτύχει κυρίως για λόγους ουσίας και όχι επάρκειας του ενός ή του άλλου για δουλειά που δεν αναφέρεται καν στο σχέδιο υπηρεσίας».  Αλλά αυτό κάθε άλλο παρά αποκαλύπτει οτιδήποτε το συγκεκριμένο.  Πρόκειται για γενικότητα που περισσότερο συγχύζει παρά ξεκαθαρίζει.  Εν πάση περιπτώσει, το Διοικητικό Συμβούλιο προχώρησε, όπως ορθά επισημαίνει ο αιτητής, ως εάν το θέμα εξαντλείτο στο ποιος από τους δυο, ο Ν. Στ. Διάκου ή ο Χρ. Μίσιης ήταν ο καταλληλότερος.  Όπως αναφέρεται στα πρακτικά, η πρόταση του Χρ. Ενωτιάδη τέθηκε σε ψηφοφορία.  Πλειοψήφησε και καταγράφηκε ό,τι θεωρήθηκε ως σχετικό στο πλαίσιο της σύγκρισης των δυο.  Ο Ν. Στ. Διάκου υπερείχε κατά 13 μήνες σε αρχαιότητα έναντι του Χρ. Μίσιη αλλά με βάση τις βαθμολογίες στις εκθέσεις αξιολόγησης μεταξύ των ετών 1995 - 2005 ο Χρ. Μίσιης είχε 4Α περισσότερα.  Επομένως, υπερείχε «σε βαθμολογημένη αξία όσο και σε ικανότητα».  Η αρχαιότητα του Ν. Στ. Διάκου «από μόνη της δεν είναι ικανή να ανατρέψει».  Ο αιτητής επισημαίνει πως ο ίδιος υστερούσε έναντι του Χρ. Μίσιη μόνο κατά τέσσερις μήνες σε αρχαιότητα αλλά όπως ισχυρίζεται, υπερείχε έναντι του στη βαθμολογημένη αξία.  Με βάση τα πέντε τελευταία χρόνια είχε 1Α περισσότερο το οποίο, στη λογική της προσβαλλόμενης απόφασης έπρεπε να μετρήσει, ιδιαιτέρως ενόψει και άλλων στα οποία θα αναφερθώ στη συνέχεια.

 

Σημειώνω επ' αυτού την άποψη των καθ' ων η αίτηση και του Χρ. Μίσιη πως ορθώς λήφθηκαν υπόψη επτά και όχι πέντε χρόνια και πως από αυτά προέκυπτε υπεροχή του Χρ. Μίσιη κατά 1Α.  Χωρίς όμως αναφορά στο γεγονός ότι η βαθμολογία δεν περιορίζεται στα «Α».  Περιλαμβάνονται και «Β+», «Β», «Β-» και «Γ» και από τις υπηρεσιακές εκθέσεις που κατατέθηκαν προκύπτει πως στη βάση των επτά χρόνων ως το 1999, ο ενδιαφερόμενος θα είχε 1Α περισσότερο αλλά πολύ λιγότερα Β+.  Πράγμα, σημειώνω, που ίσχυε και για την περίπτωση των πέντε χρόνων αλλά εκεί σε μικρότερο βαθμό.  Στοιχείο, το οποίο, βεβαίως, δεν θα ήταν δυνατό να θεωρηθεί, πέρα και από όλα τα άλλα, ότι καλύπτεται με την προσβαλλόμενη απόφαση που εκείνη θα έπρεπε, και όχι βεβαίως το Δικαστήριο πρωτογενώς, να προβεί στους συσχετισμούς και στις αξιολογήσεις που θα επέτρεπαν και το δικαστικό έλεγχο.  Επεσήμανε περαιτέρω ο αιτητής το γεγονός της κατοχής και απολυτηρίου Λυκείου που δεν κατείχε ο Χρ. Μίσιης.  Ενώ και το απολυτήριο της Τεχνικής Σχολής που κατείχε ο Χρ. Μίσιης ήταν για μηχανικούς αυτοκινήτων ενώ το δικό του, επίσης Τεχνικής Σχολής, ήταν στο σχετικό «ηλεκτρικές μηχανές και εγκαταστάσεις».  Το σχέδιο υπηρεσίας δεν απαιτούσε ακαδημαϊκά προσόντα, αλλά τα προσόντα ήταν στοιχείο κρίσης στο οποίο, μάλιστα, γινόταν παραπομπή από την αρχή μέχρι το τέλος.  Μόνο που λείπει η όποια αξιολόγησή του ώστε και αυτό να συνυπολογιστεί, εφόσον κρινόταν σχετικό, κατά τις συγκρίσεις.   Ούτε δε και επ' αυτού χωρούν πρωτογενώς εκτιμήσεις από το Δικαστήριο.

 

Διαπιστώνεται έλλειψη της απαιτούμενης αιτιολογίας.  Αυτή διατρέχει όλα τα στάδια της διαδικασίας μέχρι και την τελική απόφαση και στοιχειοθετείται συναφώς λόγος ακυρότητας.  Η προσφυγή επιτυγχάνει με €1.700 έξοδα πλέον ΦΠΑ.  Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται.

 

 

Γ. Κωνσταντινίδης, Δ.

 

 

 

 

 

 

/ΜΣμπρτ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο