ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 6/2008)

 

 

29 Σεπτεμβρίου, 2010

 

 

[Κ. ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δικαστής]

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

LELLA KENTONIS INVESTMENT CO LTD,

Αιτήτρια,

ν.

          ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ

1.                ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΕΩΣ,

2.                ΑΡΧΗΓΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,

3.                ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ «Δ»

          (ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ-

          ΚΛΑΔΟΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ)

          ΑΡΧΗΓΕΙΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,

Καθ΄Ων η Αίτηση

_________

 

Μ. Καλλιγέρου (κα), για την Αιτήτρια.

Μ. θεοκλήτου, δικηγόρος της Δημοκρατίας για το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας,  για τους Καθ΄ων η Αίτηση.

_________________

 

 

 

 

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ.:.   Η απόφαση των καθ΄ων η αίτηση με την οποία αποφάσισαν όπως για τις ανάγκες της Αστυνομικής Δύναμης εξασφαλιστεί με απευθείας προμήθεια με διαπραγμάτευση αντί με την προκήρυξη προσφορών, αριθμός πιστολιών τύπου H & K USP Compact, οδήγησε την αιτήτρια εταιρεία στην καταχώρηση της παρούσας προσφυγής.  Με την προσφυγή της η αιτήτρια επιζητεί την ακύρωση της απόφασης επί τω ότι, κατά τον ισχυρισμό της, αυτή αντίκειται στη νομοθεσία και σε γενικές αρχές του διοικητικού δικαίου.  Πρόβαλε δε και προώθησε προς τούτο η αιτήτρια δύο βασικούς λόγους ακύρωσης της προσβαλλόμενης απόφασης:

 

α.   Την αρμοδιότητα του οργάνου που έλαβε την απόφαση.

β.   Την μη πλήρωση των προϋποθέσεων του Νόμου αρ. 12(Ι)/2006 και τη συνακόλουθη έλλειψη επαρκούς αιτιολογίας, παράλειψη διενέργειας δέουσας έρευνας και κατάχρηση εξουσίας.

 

Η πλευρά  των καθ΄ων η αίτηση, πέραν της αντίκρουσης των θέσεων της αιτήτριας ήγειρε και προδικαστική ένσταση.  Λόγω της φύσεως της και του ενδεχόμενου αποτελέσματος που δυνατόν να έχει η απόφαση επί της ένστασης, θα της επιληφθώ κατά προτεραιότητα.

 

Προδικαστική ένσταση - Ισχυρισμός περί έλλειψης εννόμου συμφέροντος

 

Όπως εισηγούνται οι καθ΄ων η αίτηση, οι αιτητές στερούνται εννόμου συμφέροντος να προσβάλλουν τη νομιμότητα της επίμαχης απόφασης, επειδή αυτή είχε ληφθεί κατά πλήρη συμμόρφωση προς τις πρόνοιες των άρθρων 32 και 33 του περί του Συντονισμού των Διαδικασιών Σύναψης Δημοσίων Συμβάσεων Έργων, Προμηθειών και Υπηρεσιών και για Συναφή Θέματα Νόμου αρ. 12(Ι)/2006 («ο Νόμος») και προς τη διαδικασία η οποία προβλέπεται στον Κανονισμό 27 των θεσπισθέντων με βάση το Νόμο Κανονισμών του 2007 (Κ.Δ.Π. 201/2007).  Επικαλούνται δε οι αιτητές την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Υπόθ. Αρ. 47/2003, Egnatia Fiunancial Services (Cyprus) Ltd ν. Δημοκρατίας, ημερ. 6.9.2004.

 

Οι αιτητές διαφωνούν με αυτή τη θέση και υποστηρίζουν ότι η προαναφερθείσα απόφαση διαφοροποιείται από την παρούσα και ως προς τα γεγονότα και ως προς την αιτούμενη θεραπεία.  Τονίζουν δε το ότι κάθε διοικούμενος ο οποίος μπορεί να αποδείξει κάποια βλάβη από απόφαση της διοίκησης έχει δικαίωμα να προσβάλλει τη νομιμότητα της ακολουθηθείσας διαδικασίας.

 

Οι αιτητές έκδηλα έχουν δίκαιο ως προς το θέμα της προδικαστικής ένστασης.  Προσεκτική μελέτη της απόφασης στην υπόθεση Εgnatia Financial Services (ανωτέρω), αποκαλύπτει ότι πράγματι τόσο τα γεγονότα όσο και το παράπονο και η αιτούμενη θεραπεία των αιτητών στην υπόθεση εκείνη, διαφοροποιούνται από αυτά της παρούσας υπόθεσης.  Στην υπόθεση Egnatia, οι καθ΄ων η αίτηση μετά που νόμιμα αποφάσισαν όπως ακολουθήσουν τη διαδικασία της διαπραγμάτευσης αντί της προκήρυξης και αφού πήραν προς τούτο τις αναγκαίες εγκρίσεις, ετοίμασαν κατάλογο αποτελούμενο από δώδεκα οίκους οι οποίοι θα εκαλούντο να υποβάλουν προσφορές.  Το παράπονο των εκεί αιτητών ήταν ότι θα έπρεπε και οι ίδιοι να περιληφθούν στον κατάλογο των προσφοροδοτών και όχι ότι κακώς χρησιμοποιήθηκε η διαδικασία διαπραγμάτευσης.  Το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι ενόσω ο Νόμος έδιδε στους καθ΄ων η αίτηση κατ΄εξαίρεση το δικαίωμα επιλογής προμηθευτών και ακολουθήθηκε η διαδικασία που προβλέπει ο Νόμος και οι Κανονισμοί, οι αιτητές δεν είχαν έννομο συμφέρον να προσβάλλουν την απόφαση περί μη συμπερίληψής τους στον κατάλογο.  Στην εδώ όμως περίπτωση οι αιτητές προσβάλλουν τη νομιμότητα της ίδιας της απόφασης για μη προκήρυξη διαγωνισμού για την προμήθεια του εξοπλισμού και ισχυρίζονται ακριβώς ότι δεν υπήρξε από πλευράς καθ΄ων η αίτηση συμμόρφωση προς τις προϋποθέσεις του Νόμου.  Με αυτή την έννοια οι αιτητές έχουν δικαίωμα να ζητήσουν όπως ελεγχθεί η συμμόρφωση της διοίκησης προς τις νόμιμες προϋποθέσεις και έχουν και έννομο συμφέρον εφ΄όσον, αν προκηρυσσόταν διαγωνισμός αντί διαπραγμάτευσης θα συγκαταλέγονταν μεταξύ των προσφοροδοτών.  Επομένως η προδικαστική ένσταση δεν μπορεί να ευσταθήσει και θα εξετάσω τους εγειρόμενους λόγους ακύρωσης.

 

Η κατ΄ ισχυρισμό αναρμοδιότητα του οργάνου που έλαβε την προσβαλλόμενη απόφαση.

 

Έρεισμα για την έγερση αυτού του λόγου ακύρωσης αποτέλεσε το γεγονός ότι η έγκριση για την ενεργοποίηση της διαδικασίας που οδήγησε στην προσβαλλόμενη απόφαση, δόθηκε με επιστολή ημερ. 6.7.2007 από τον Αναπληρωτή Αρχηγό Αστυνομίας αντί από τον Αρχηγό Αστυνομίας.  Σύμφωνα με τους αιτητές, ενώ ο Νόμος εναποθέτει ρητά αυτή την αρμοδιότητα στον ίδιο τον Αρχηγό, δεν δόθηκε καμιά εξήγηση γιατί την έγκριση την παρέσχε ο Αναπληρωτής Αρχηγός και με βάση ποια διάταξη.

 

Σ΄αυτή τη θέση οι καθ΄ων η αίτηση απαντούν ότι εφαρμόζονται στην περίπτωση οι πρόνοιες του Κανονισμού 27(1)(α) των Κανονισμών ο οποίος προνοεί ότι στις περιπτώσεις όπου η αναθέτουσα αρχή προσφεύγει στη διαδικασία με διαπραγμάτευση θα πρέπει να εξασφαλίζεται, για συμβάσεις αξίας μέχρι του ποσού των £30.000 εκτός ΦΠΑ, η εκ των προτέρων «γραπτή έγκριση του προϊσταμένου της αναθέτουσας αρχής ή του εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου του».  Σημειώνεται εδώ ότι το υπολογισθέν κόστος αγοράς των πιστολιών ήταν £30.000.  Σύμφωνα δε με τον περί Αστυνομίας Νόμο αρ. 73(Ι)/2004, άρθρο 11, ο Υπαρχηγός Αστυνομίας ασκεί όλες τις αρμοδιότητες του Αρχηγού όταν αυτός απουσιάζει ή κωλύεται να εκτελεί τα καθήκοντα του για οποιοδήποτε λόγο.  Στην προκειμένη δε περίπτωση, επειδή ο Αρχηγός απουσίαζε με άδεια, ο Υπαρχηγός ενεργούσε ως Αναπληρωτής Αρχηγός Αστυνομίας και υπό την ιδιότητα του αυτή έδωσε την έγκριση του. 

 

Οι πιο πάνω επεξηγήσεις των καθ΄ων η αίτηση βρίσκουν πράγματι έρεισμα στη σχετική πρωτογενή και δευτερογενή νομοθεσία και δεν παρουσιάζεται τίποτε το μεμπτό στην παραχωρηθείσα έγκριση.  Ο λόγος τούτος ακύρωσης δεν γίνεται δεκτός.

 

Η κατ΄ ισχυρισμό μη πλήρωση των προϋποθέσεων του Άρθρου 33(α)(ii) του Νόμου και η κατ΄ ισχυρισμό έλλειψη επαρκούς αιτιολογίας και μη διενέργεια δέουσας έρευνας.

 

Οι πρόνοιες του Αρ. 33(α)(ii) του Νόμου αρ. 12(Ι)/2006 έχουν ως εξής:

 

«Οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να συνάπτουν δημόσιες συμβάσεις προσφεύγοντας σε διαδικασία με διαπραγμάτευση χωρίς να προηγείται δημοσίευση σχετικής προκήρυξης στις ακόλουθες περιπτώσεις:

 

..........................

 

Εάν, για λόγους τεχνικούς, καλλιτεχνικούς ή σχετικούς με την προστασία αποκλειστικών δικαιωμάτων, η σύμβαση δύναται να ανατεθεί μόνο σε συγκεκριμένο οικονομικό φορέα.»

 

 

 

Όπως διαπιστώνεται από τα γεγονότα που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου μέσω των σχετικών εγγράφων, ο Υπεύθυνος Οπλισμού και Πυρομαχικών του Αρχηγείου Αστυνομίας με επιστολή του ημερ. 29.5.2007 αναφέρθηκε στην αναγκαιότητα αγοράς των πιστολιών και εξηγούσε τα εξής:

 

«Για το πιο πάνω θέμα σας πληροφορώ ότι το 2000 και 2002 προκηρύχθηκαν προσφορές για την αγορά τους, αλλά για διάφορους λόγους έχουν ακυρωθεί.  Για την αποφυγή παντός ενδεχομένου να υπάρξει το ίδιο αποτέλεσμα λόγω της χρονοβόρας διαδικασίας που απαιτείται για προκήρυξη προσφοράς εισηγούμαι την αγορά των πιστολιών U.S.P. Compact 9 χιλ. με την διαδικασία της διαπραγμάτευσης βάση του άρθρου 33(α)(ii) Νόμος 12(Ι)/2006, για τους πιο κάτω λόγους.

 

1.    Η Αστυνομία κατέχει σήμερα 1820 πιστόλια U.S.P. 9 χιλ. τα οποία αγοράσθηκαν τον Δεκέμβριο του 1997 από την εταιρεία Heckler & Koch που είναι η κατασκευάστρια εταιρεία του αυτόματου ΜΡ5.

2.    Για σκοπούς ομοιομορφίας του οπλισμού από όλα τα μέλη της αστυνομίας συστήνονται τα πιστόλια U.S.P. Compact (μικρού μεγέθους) εφόσον σήμερα ο μεγαλύτερος αριθμός πιστολιών που κατέχει η Αστυνομία είναι U.S.P. κανονικού μεγέθους.

3.    Όλα τα μέλη της αστυνομίας έχουν εκπαιδευτεί και γνωρίζουν την λύση αρμολόγηση του πιστολιού U.S.P. και δεν θα χρειασθεί νέα εκπαίδευσης.  Επίσης μέλη του οπλουργείου της Αστυνομίας έτυχαν εκπαίδευσης στο πιστόλι U.S.P. από ειδικό της εταιρείας Η + Κ.

4.    Αρκετά από τα κινητά εξαρτήματα του πιστολιού U.S.P. τα οποία βρίσκονται σε απόθεμα στην αποθήκη είναι τα ίδια και μπορούν να χρησιμοποιηθούν και στο U.S.P. Compact.  Χαρακτηριστικά αναφέρω ότι 38 τεμάχια από τα 50 κινητά και σταθερά εξαρτήματα του U.S.P. Compact  είναι τα ίδια και εφαρμόζουν και στους δύο τύπους πιστολιών.

5.    Τα πιστόλια U.S.P. Compact  διαθέτουν αμφιδέξιο μοχλό ασφαλείας, εναντιθέση με άλλα του ιδίου Compact.

6.    Στο αναφερόμενο πιστόλι υπάρχουν ίδιες υποδοχές για την τοποθέτηση των ιδίων accessories που μπορούν να τοποθετηθούν και στο υφιστάμενο U.S.P. κανονικού μεγέθους.

7.    Το βάρος του πιστολιού είναι ελαφρότερο από τους άλλους τύπους του ιδίου μεγέθους και μικρότερο σε μήκος κάννης, ως επίσης τα φυσίγγια που χρησιμοποιούνται και στους δύο τύπους των πιστολιών U.S.P. είναι τα ίδια 9Χ19 mm.

8.    Παράλληλα η Αστυνομία είναι απόλυτα ικανοποιημένη όσον αφορά την λειτουργικότητα και αποτελεσματικότητα τους.

 

Για οδηγίες παρακαλώ.»

 

 

 

Ο Διευθυντής του Τμήματος Δ΄, Επιστημονικής και Τεχνικής Υποστήριξης του Αρχηγείου Αστυνομίας ενημέρωσε σχετικά τον Αρχηγό με επιστολή του ημερ. 5.6.2007 και ζητούσε την έγκριση του για να προχωρήσει η διαδικασία διαπραγμάτευσης με την εταιρεία που αντιπροσωπεύει στην Κύπρο τη συγκεκριμένη μάρκα πιστολιών.  Συγκεκριμένα δε ανάφερε και τα εξής:

 

«Αναφορικά με το πιο πάνω θέμα σας πληροφορώ ότι το Τμήμα Δ΄ προτίθεται να προχωρήσει στην αγορά 125 πιστολιών U.S.P. Compact 9 χιλ. μετά από αίτημα του Υπεύθυνου Οπλισμού και Πυρομαχικών, όπου μεταξύ άλλων αναφέρει ότι κατά το έτος 2000 και 2002 προκηρύχθηκαν προσφορές για την αγορά τους και για διάφορους λόγους ακυρώθηκαν.

 

Με βάση το πιο πάνω αίτημα, το οποίο επισυνάπτεται για εύκολη αναφορά, αναφέρεται ότι για να αποφευχθεί το ενδεχόμενο ύπαρξης του ίδιου αποτελέσματος και λόγω της χρονοβόρας διαδικασίας που απαιτείται για προκήρυξη προσφοράς, ο Υπεύθυνος Οπλισμού και Πυρομαχικών εισηγείται την αγορά των αναφερομένων πιστολιών με την διαδικασία της διαπραγμάτευσης.

 

Συγκεκριμένα ζητείται όπως αγοραστούν 125 πιστόλια, το συνολικό κόστος αγοράς τους ανέρχεται στις £30.000,00 (125Χ240,00) και η αγορά τους θα πραγματοποιηθεί μέσω του αποκλειστικού αντιπροσώπου της κατασκευάστριας εταιρείας στην Κύπρο, C.V. PHILIPPOU LTD

 

 

 

Ο Αστυνομικός Διευθυντής του Τμήματος Δ΄ αφού πήρε τις σχετικές πληροφορίες από Υπεύθυνο των Κεντρικών Αποθηκών, ενημέρωσε τον Αρχηγό παραθέτοντας του τα ακόλουθα στοιχεία:

 

«1.  Το έτος 2000 προκηρύχθηκε διαγωνισμός (Δ΄54/2000) χωρίς ωστόσο να προχωρήσουμε στην αγορά πιστολιών, αφού αυτά που προτάθηκαν απέτυχαν στους δοκιμαστικούς ελέγχους (Dust & Soil Test) που προνοούσε ο διαγωνισμός.

 

 2.   Το έτος 2002 προκηρύχθηκε διαγωνισμός (Δ΄72/2002) και πάλι χωρίς αποτέλεσμα, αφού από τις υποβληθείσες προσφορές καμιά δεν πληρούσε τις τεχνικές προδιαγραφές που τέθηκαν στον διαγωνισμό.

 

3.  Το 2004-2006 δεν αγοράσθηκαν καθότι υπήρχαν συμβατικές υποχρεώσεις για έξι πολυβόλα της Λ & Ν Αστυνομίας και οι σχετικές πιστώσεις κάλυψαν την ανάγκη αυτή.

 

Με βάση τα πιο πάνω, εάν και εσείς συμφωνείτε παρακαλώ όπως εγκρίνετε να προχωρήσουμε με την διαδικασία της διαπραγμάτευσης με την Εταιρεία CV PHILIPPOU LTD ...»

 

 

 

Μετά την ενημέρωση αυτή, ο Αναπληρωτής Αρχηγός Αστυνομίας με την επιστολή του ημερ. 6.7.2007 προς τον Αστυνομικό Διευθυντή Τμήματος Δ΄ παρέσχε την έγκριση του.  Όπως δε πρόσθετε:

 

«2.  Η έγκριση μου εκπορεύεται από το γεγονός ότι με βάση την πληροφόρηση που είχα από τον Υπεύθυνο του Κλάδου Δημοσίων Συμβάσεων, η Εταιρεία  CV PHILIPPOU LTD είναι ο αποκλειστικός αντιπρόσωπος στην Κύπρο των υπό αναφορά πιστολιών .»

 

 

 

Υπό το φως των πιο πάνω δεδομένων, είναι αυταπόδεικτο ότι δεν διενεργήθηκε ορθή εφαρμογή των προνοιών του Νόμου και ιδιαίτερα του Άρθρου 33(α)(ii) το κείμενο του οποίου έχω παραθέσει προηγουμένως.

 

Η διαδικασία η οποία ακολουθήθηκε και οδήγησε στην εφαρμογή των διατάξεων για απευθείας διαπραγμάτευση με ένα μόνο προσφοροδότη και κυρίως οι λόγοι που είχαν δοθεί τόσο για την αιτηθείσα παρέκκλιση από τη διαδικασία της προκήρυξης προσφορών όσο και κατά την παροχή της έγκρισης είναι εκτός των πλαισίων που θέτει ο Νόμος.  Το αναπόδραστο συμπέρασμα το οποίο εξάγεται από τα κατατεθέντα έγγραφα στα οποία διαφαίνεται η ακολουθηθείσα διαδικασία είναι ότι ο πραγματικός λόγος για τον οποίο έγινε καταφυγή στη μέθοδο της απευθείας διαπραγμάτευσης ήταν η αποφυγή οποιουδήποτε ενδεχομένου ακύρωσης για ακόμα μια φορά των προσφορών που εζητούντο, καθώς επίσης και η αποφυγή εμπλοκής στη διαδικασία προκήρυξης προσφορών, η οποία χαρακτηρίστηκε ως χρονοβόρα.  Τέτοιας φύσεως όμως κριτήρια και τέτοιοι παράγοντες είναι ξένοι προς τους προνοούμενους στο Νόμο.  Οι δε άλλοι λόγοι οι οποίοι δόθηκαν από τον Υπεύθυνο Οπλισμού και Πυρομαχικών του Αρχηγείου, και συνδέονται με το γεγονός ότι η Αστυνομία ήδη είχε από καιρό προμηθευθεί ίδιας μάρκας πιστόλια, είναι ανεδαφικοί και δεν μπορούν να δικαιολογήσουν την αποφυγή προκήρυξης προσφορών.  Μελετώντας εκείνους τους λόγους που είχαν δοθεί ώστε να εξασφαλιστεί η απαιτούμενη από το Νόμο έγκριση διαπιστώνεται ότι δεν συνιστούν τίποτε άλλο παρά λόγους για τους οποίους εάν νόμιμα μπορούσαν να προτιμηθούν τα προτεινόμενα προς αγορά πιστόλια, θα υπήρχαν κάποια πλεονεκτήματα.  Αυτά τα πλεονεκτήματα θα μπορούσαν να ληφθούν υπόψη σαν ένας παράγοντας υπέρ της επιλογής εκείνων έναντι άλλων, χωρίς όμως να δικαιολογούν τη μη προκήρυξη προσφορών.  Άλλοι δοθέντες λόγοι έδειχναν ότι τα προτεινόμενα για αγορά πιστόλια συγκριτικά υπερτερούσαν άλλων του ιδίου τύπου.  Ένας τέτοιος λόγος είναι τελείως ανεπίτρεπτο να δίδεται χωρίς πλήρεις προδιαγραφές, χωρίς να δοθεί η ευκαιρία σε ανοικτή διαδικασία προσφορών να γίνουν οι αναγκαίες αξιολογήσεις μετά την συλλογή πλήρων στοιχείων και προαποφασίζοντας ποιο θα ήταν το αποτέλεσμα πιθανής προκήρυξης προσφορών.  Υπενθυμίζεται ότι η προϋπόθεση την οποία θέτει το Α. 22(α)(ii) του Νόμου με την οποία μπορεί να επιτραπεί η προσφυγή σε απευθείας διαπραγμάτευση «για λόγους τεχνικούς», δεν μπορεί να εφαρμοστεί εάν απλά και μόνο συντρέχουν κάποιοι τεχνικοί λόγοι να στραφεί η διοίκηση προς τη διαπραγμάτευση.  Είναι απαραίτητο να αποδειχθεί ότι για τους τεχνικούς αυτούς λόγους «η σύμβαση δύναται να ανατεθεί μόνο σε συγκεκριμένο οικονομικό φορέα» και σίγουρα δεν είναι αρκετό εάν οι τεχνικοί λόγοι παρέχουν απλά κάποια πλεονεκτήματα στην περίπτωση αγοράς από ένα συγκεκριμένο φορέα.  Ούτε και βεβαίως μπορεί να ευσταθήσει η εισήγηση ότι μπορούσε να γίνει απευθείας διαπραγμάτευση με τον συγκεκριμένο εισαγωγέα για λόγους «. σχετικούς με την προστασία αποκλειστικών δικαιωμάτων» όπως επίσης προνοείται στο προαναφερθέν Α. 33(α)(ii) του Νόμου.  Πρόβλημα αποκλειστικών δικαιωμάτων ενδεχόμενα να εγειρόταν εάν μετά τη νόμιμη λήψη απόφασης για αγορά συγκεκριμένου προϊόντος με απευθείας διαπραγμάτευση, επιχειρείτο η διαπραγμάτευση με οικονομικό φορέα άλλο από εκείνο που είναι ο αποκλειστικός αντιπρόσωπος του προϊόντος.  Όμως εδώ πάσχει η διαδικασία που οδήγησε στην επιλογή του συγκεκριμένου προϊόντος σε αποκλεισμό άλλων και όχι η επιλογή του οικονομικού φορέα προς διαπραγμάτευση.

 

Από την άλλη δε, η μόνη αιτιολογία η οποία δόθηκε από τον Αναπληρωτή Αρχηγό για την οποία παρείχε την έγκριση του, περιορίστηκε στο να αναφέρει ότι αυτή εκπορεύθηκε από το ότι η προαναφερθείσα εταιρεία είναι ο αποκλειστικός στην Κύπρο αντιπρόσωπος των επιλεγέντων προς αγορά πιστολιών.  Μια  τέτοια προσέγγιση συνιστά ελλιπή αιτιολογία, ουσιαστικά δίδει το μήνυμα ότι αφ΄ης στιγμής ένας οικονομικός φορέας είναι αποκλειστικός αντιπρόσωπος ενός προϊόντος και δεδομένου ότι παρόμοιας φύσεως προϊόντα είχαν πριν από έτη αγορασθεί από τον ίδιο αντιπρόσωπο και έτσι η αγορά νέου τύπου παρόμοιων προϊόντων θα είχε κάποια πλεονεκτήματα στη διοίκηση, τότε δεν υπάρχει λόγος προκήρυξης προσφορών.  Μια τέτοια προσέγγιση ξεφεύγει και από το γράμμα και από το πνεύμα του Νόμου.

 

Για τους πιο πάνω λόγους, καταλήγω ότι στην παρούσα περίπτωση δεν καταδείχθηκε ότι εφαρμοζόταν η πρόνοια στο Α. 33(α)(ii) του Νόμου η δε διεξαχθείσα προς τούτο έρευνα και τα ληφθέντα υπόψη δεδομένα ήσαν ελλιπή και/ή λανθασμένα, η δε δοθείσα αιτιολογία πάσχει.

 

Η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται με βάση το Α. 146 του Συντάγματος.  Επιδικάζονται υπέρ των αιτητών €1500 πλέον Φ.Π.Α. έξοδα.

 

                                                            Κ. Κληρίδης, Δ.

 

 

 

/ΚΧ»Π


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο