ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 234/2007)
21 Ιουλίου, 2010
[ΝΙΚΟΛΑЇΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΑΝΤΕΝΝΑ ΛΙΜΙΤΕΔ,
Αιτητές,
ν.
ΑΡΧΗΣ ΡΑΔΙΟΤΗΛΕΟΡΑΣΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ΄ων η αίτηση.
_______________
Γ. Βαλιαντής για Λ. Παπαφιλίππου, για τους Αιτητές.
Θ. Ραφτοπούλου (κα) για Αλ. Ευαγγέλου, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ, Δ.: Οι αιτητές αξιώνουν ακύρωση της απόφασης των καθ΄ ων η αίτηση (στο εξής «η Αρχή»), ημερ. 11.9.2006, σύμφωνα με την οποία κρίθηκαν ένοχοι για κατ΄ ισχυρισμόν παράβαση του περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Σταθμών Νόμου του 1998, Ν. 7(Ι)/1998 (όπως αυτός τροποποιήθηκε), καθώς και των περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Σταθμών Κανονισμών του 2000, Κ.Δ.Π. 10/2000 και τους επέβαλε, μεταξύ άλλων, συνολικά διοικητικό πρόστιμο £4.000.
Οι αιτητές είναι εταιρεία περιορισμένης ευθύνης εγγεγραμμένη στην Κύπρο και ιδιοκτήτες του αδειούχου τηλεοπτικού και ραδιοφωνικού σταθμού ΑΝΤΕΝΝΑ. Η Αρχή εξέτασε αυτεπαγγέλτως εναντίον των αιτητών τη διάπραξη πιθανών παραβάσεων οι οποίες αναφέρονταν στη μετάδοση από το σταθμό των αιτητών, εντός της οικογενειακής ζώνης, εκπομπής που έφερε τη σήμανση 'κατάλληλο' (Κ), ενώ περιείχε θεματολόγιο, λεκτικό και οπτικό υλικό τα οποία ήταν ακατάλληλα για άτομα κάτω των δεκαπέντε ετών.
Η διαδικασία άρχισε με το διορισμό λειτουργού για διερεύνηση. Στο πόρισμα το οποίο υποβλήθηκε στις 17.11.2004, διαπιστώνονταν πιθανές παραβάσεις του Νόμου, αλλά και των Κανονισμών.
Οι αιτητές υποστηρίζουν ότι η διαδικασία άρχισε παράνομα, αφού δεν προηγήθηκε σχετική απόφαση της Αρχής, ως συλλογικό όργανο, καταγεγραμμένη σε πρακτικό για αυτεπάγγελτη διερεύνηση της υπόθεσης, κατά παράβαση του άρθρου 7 του Νόμου 7(Ι)/1998, αλλά και του Κανονισμού 42(3) της Κ.Δ.Π. 10/2000.
Όπως είδαμε η διαδικασία άρχισε με τον ορισμό λειτουργού της Αρχής από το διευθυντή. Οι αιτητές υποστηρίζουν ότι αφού δεν προηγήθηκε σχετική απόφαση της Αρχής καταγεγραμμένη σε πρακτικό για αυτεπάγγελτη διερεύνηση της υπόθεσης, η όλη διαδικασία ήταν παράνομη.
Πράγματι όπως προκύπτει από τα ενώπιόν μου στοιχεία, τέτοια απόφαση της Αρχής για αυτεπάγγελτη διερεύνηση της παρούσας υπόθεσης, δεν υπάρχει. Εκείνο το οποίο έγινε είναι η ανάθεση γενικώς στο Διευθυντή της αρμοδιότητας να ορίζει λειτουργό προς διερεύνηση παραπόνων. Πράγματι ο Διευθυντής στις 24.9.2004, με έντυπο περιγραφόμενο ως «Διερεύνηση Παραβάσεων, Αυτεπάγγελτα» ανέθεσε στη συγκεκριμένη λειτουργό της Αρχής τη διερεύνηση για την πιθανή παράβαση του Νόμου και των Κανονισμών.
Οι καθ΄ων η αίτηση υποστηρίζουν ότι η Αρχή ασκώντας τη δυνατότητα που της παρέχει το άρθρο 9(7) του Νόμου 7(Ι)/1998 και ο Κανονισμός 42(3) της Κ.Δ.Π. 10/2000, με απόφασή της μεταβίβασε στο Διευθυντή την εξουσία να ορίζει λειτουργό της Αρχής για διερεύνηση παραπόνου ή παράβασης. Με βάση την εκχώρηση αυτή, υποστηρίζουν, ο Διευθυντής έχει εξουσία να μελετήσει ο ίδιος την υπόθεση και να αποφασίσει αν υπάρχει εκ πρώτης όψεως παράβαση, έτσι ώστε να ορίσει λειτουργό για διερεύνηση.
Το θέμα αυτό έχει απασχολήσει το δικαστήριο και προηγουμένως. Στην υπόθεση ΑΝΤΕΝΝΑ Λίμιτεδ ν. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου, Υποθ. υπ΄ αρ. 67/2007, ημερ. 31.7.2009, είχα καταλήξει ότι εκείνο το οποίο σαφώς και ρητώς εκχωρήθηκε από την Αρχή στο Διευθυντή είναι η εξουσία να ορίζει λειτουργό για διερεύνηση παραπόνου ή παράβασης. Και τούτο σύμφωνα με το άρθρο 9(7) του Ν.7(Ι)/1998, το οποίο προνοεί ότι η Αρχή μπορεί να μεταβιβάζει αρμοδιότητές της στο Διευθυντή ή σε επιτροπές που αποτελούνται από μέλη της Αρχής.
Σύμφωνα με τον Κανονισμό 41 (1) και (2) η Αρχή έχει εξουσία να εξετάζει παράπονα του κοινού που υποβάλλονται σ΄ αυτή, αλλά και αυτεπαγγέλτως παραβάσεις οποιουδήποτε σταθμού. Η τηρούμενη διαδικασία αναφέρεται με λεπτομέρεια στην Κ.Δ.Π. 10/2000. Σύμφωνα με τον Κανονισμό 42 (1) η Αρχή δύναται να διορίζει εκάστοτε επιτροπή ή επιτροπές αποτελούμενες τουλάχιστον από τέσσερα μέλη για εξέταση παραπόνων ή παραβάσεων, όπως καθορίζεται πιο κάτω στον κανονισμό. Η Αρχή μπορεί ακόμα να μεταβιβάσει οποιεσδήποτε από τις εξουσίες της σε επιτροπή αποτελούμενη από υπαλλήλους της Αρχής. Η Αρχή για κάθε παράπονο ή παράβαση ορίζει λειτουργό για τη διερεύνησή του.
Όπως σημείωσα και στην υπόθεση ΑΝΤΕΝΝΑ Λίμιτεδ ν. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου, ανωτέρω, πρόκειται περί ουσιαστικά προκαταρκτικών πράξεων. Η πρώτη πράξη είναι η λήψη της απόφασης από το Διοικητικό Συμβούλιο της Αρχής για εξέταση, αυτεπαγγέλτως ή ύστερα από παράπονο του κοινού, τυχόν παραβάσεων από οποιονδήποτε σταθμό. Μετά την απόφαση εξέτασης του παραπόνου, ακολουθεί ο διορισμός λειτουργού προς διερεύνηση. Και είναι αυτή ακριβώς η εξουσία που έχει μεταβιβαστεί στο Διευθυντή, δηλαδή η εξουσία διορισμού του λειτουργού και όχι η εξουσία για λήψη της απόφασης για έναρξη της διαδικασίας.
Έχω ήδη εξηγήσει στην ίδια απόφαση γιατί, με όλο το σεβασμό, δεν συμφωνώ σε όσα καταλήγει ο αδελφός Δικαστής Κωνσταντινίδης στην υπόθεση ΑΝΤΕΝΝΑ Λίμιτεδ ν. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου, Υποθ. υπ΄ αρ. 726/06, ημερ. 16.4.2008. Τίποτε δεν δείχνει ότι η σχετική εκχώρηση αφορούσε, όπως δέχεται η πιο πάνω απόφαση, όχι μόνο τον ορισμό του λειτουργού, αλλά εκτεινόταν και στην άσκηση της καθόλου εξουσίας όπως την προβλέπει ο Κανονισμός 42 (3).
Είμαστε ενώπιον μιας διαδικασίας η οποία ξεκινά με την υποβολή παραπόνου ή αυτεπαγγέλτως και η οποία συνεχίζεται με την απόφαση της Αρχής να διερευνηθεί το παράπονο αυτό. Στη συνέχεια ορίζεται λειτουργός ο οποίος προβαίνει στη διερεύνηση για να συνεχίσει η διαδικασία. Η αρμοδιότητα που η Αρχή ρητά μεταβίβασε στο Διευθυντή είναι μόνο ο ορισμός λειτουργού προς διερεύνηση του παραπόνου.
Η πιο πάνω θέση ενισχύεται και από τον Κανονισμό 42 (1) σύμφωνα με τον οποίο η Αρχή δύναται να διορίζει εκάστοτε επιτροπή ή επιτροπές, αποτελούμενες τουλάχιστον από τέσσερα μέλη, για εξέταση παραπόνων ή παραβάσεων. Αυτός ο διορισμός της επιτροπής προηγείται του ορισμού λειτουργού για τη διερεύνηση του παραπόνου (Κανονισμός 42 (3)).
Με βάση τα πιο πάνω δεν χρειάζεται να ασχοληθώ με τους άλλους ισχυρισμούς που επικαλούνται οι αιτητές για να επιτύχουν ακύρωση της απόφασης. Η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη πράξη ακυρώνεται, με €1.300 έξοδα, πλέον Φ.Π.Α. εάν υπάρχει, υπέρ των αιτητών.
Φρ. Νικολαΐδης, Δ.
/ΜΔ