ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

[Υπόθεση Αρ. 956/2007]

 

14 Mαΐου, 2010

 

[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

MODESTOU SOUND & VISION LTD

Aιτητές

 

 ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ

ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ

Καθ' ων η αίτηση

 

 

Α. Ευσταθίου και Α. Χατζησέργης για τους αιτητές.

Μ. Θεοκλήτου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση.

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ,  Δ.:  Zητήθηκαν δυο θεραπείες και ήταν η πρώτη προδικαστική ένσταση των καθ' ων η αίτηση πως οι πράξεις στις οποίες αναφέρονται δεν ήταν συναφείς.  Περαιτέρω, πως η δεύτερη δεν ήταν καν εκτελεστή διοικητική πράξη.  Παραθέτω τις δυο θεραπείες:

 

«Α.  Δήλωση και/ή διαταγή του Σεβαστού Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση των καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 30.4.2007 η οποία περιήλθε σε γνώση των αιτητών κατά ή περί την 14.6.2007 και με την οποία οι καθ' ων η αίτηση αρνούνται την έκδοση πιστοποιητικού απώλειας για κλαπέντα λόγω διάρρηξης εμπορεύματα ιδιοκτησίας των αιτητών είναι άκυρη, παράνομη, παν δε το παραλειφθέν δεν θα έπρεπε να ελάμβανε χώρα.

 

Β.  Δήλωση και/ή διαταγή του Σεβαστού Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση των καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 30.4.2007 η οποία περιήλθε σε γνώση των αιτητών κατά ή περί την 14.6.2007 και με την οποία οι καθ' ων η αίτηση απαιτούν την καταβολή από τους αιτητές της χρηματικής επιβάρυνσης ίσης προς 10% επί των οφειλομένων ποσών πλέον τόκους είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη εννόμου αποτελέσματος.»

 

 

Στο τέλος, κατά τις διευκρινίσεις, και αφού, ούτως ή άλλως, η ίδια η τελωνειακή οφειλή που βεβαιώθηκε δεν αμφισβητήθηκε, η δεύτερη θεραπεία αποσύρθηκε.

 

Τα γεγονότα όπως τα επικαλούνται οι δυο πλευρές αλλά και τα επιχειρήματα που αναπτύχθηκαν ήταν σύμμεικτα αφού αφορούσαν και στις δυο θεραπείες.  Για τους σκοπούς της θεραπείας που απομένει, είναι αρκετό να σημειωθούν τα ακόλουθα:

 

Η τελωνειακή οφειλή βεβαιώθηκε σε σχέση με εμπορεύματα των αιτητών (τηλεοράσεις) που κατατέθηκαν σε αποθήκη τελωνειακής αποταμίευσης στη βάση διαπίστωσης πως παράνομα μεταφέρθηκαν σε άλλη αποθήκη.  Οι αιτητές, με την επιστολή τους ημερομηνίας 6.11.06, που είχε προηγηθεί, ζήτησαν την έκδοση πιστοποιητικού «για τα ελλείμματα που εντοπίστηκαν στα εμπορεύματα» τους, όπως διευκρίνισαν στη συνέχεια με περαιτέρω επιστολή του δικηγόρου τους, ώστε να βεβαιώνεται πως αυτά τα ελλείμματα οφείλονταν σε κλοπή από τρίτους.  Διευκρινίστηκε πως σ' αυτό εντοπίζεται και η ουσία του θέματος.  Δεν επιδίωκαν οι αιτητές κάποιας μορφής απλή καταγραφή εμπορευμάτων αλλά πιστοποιητικό πως υπήρξε κλοπή τους από τρίτους.  Και αυτό, όπως εξήγησαν, για να απαιτήσουν με βάση το πιστοποιητικό που ζήτησαν, αποζημίωσή τους στο πλαίσιο ασφαλιστήριου συμβολαίου τους.

 

Με τη θεραπεία προσδιορίζεται ως προσβαλλόμενη πράξη η περιεχόμενη στην επιστολή των καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 30.4.07 ως περιλαμβάνουσα άρνηση χορήγησης του πιστοποιητικού που ζητήθηκε.  Είναι βάσιμη η εισήγηση των καθ' ων η αίτηση πως η επιστολή ημερομηνίας 30.4.07 δεν περιλαμβάνει τέτοια άρνηση ή, γενικότερα, απάντηση επί του αιτήματος.  Τιτλοφορείται ως «ΒΕΒΑΙΩΣΗ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΗΣ ΟΦΕΙΛΗΣ ΚΑΙ ΑΛΛΗΣ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΗΣ ΟΦΕΙΛΗΣ ΑΡ. 306/07» και εξαντλείται στα αφορώντα στην περιγραφή και στην αιτιολογία της επιβολής «εισαγωγικών δασμών, ΦΠΑ, χρηματικής επιβάρυνσης και τόκων».  Ούτε εμμέσως, όπως εισηγούνται οι αιτητές, κυρίως ενόψει της αναφοράς σε υποψίες ότι διέπραξαν αδίκημα.  Η αναφορά στην επιστολή ημερομηνίας 30.4.07 πως η διευθύντρια επιφυλασσόταν να λάβει δικαστικά μέτρα κατά των αιτητών σε σχέση με υποψίες που είχε για διάπραξη του αδικήματος της παράνομης μεταφοράς, απόκρυψης, φόρτωσης κ.τ.λ. δεν είναι δυνατό να διασυνδεθεί έτσι με το θέμα, το οποίο, ούτε καν αναφέρεται στην επιστολή.  Άλλωστε και οι ίδιοι οι αιτητές, με την επιστολή των δικηγόρων τους ημερομηνίας 6.7.07, ακριβώς ανέφεραν πως «το τελωνείο με την επιστολή ημερομηνίας 30.4.07, δεν παίρνει θέση επί του συγκεκριμένου αιτήματος και αρκείται στην απαίτηση για καταβολή τελωνειακών οφειλών».  Με την ακόλουθη προσθήκη:

 

«Αν θεωρηθεί το περιεχόμενο της εν λόγω επιστολής ως σιωπηρώς απορρίπτον το αίτημα για έκδοση πιστοποιητικού απώλειας τότε οι πελάτες μας νομιμοποιούνται στην άσκηση προσφυγής ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου.  Αν όμως τελικά το Τελωνείο δεν έχει μέσω της συγκεκριμένης επιστολής καθορίσει τη θέση του επί του συγκεκριμένου αιτήματος, τότε παρακαλώ όπως έχουμε τη θέση σας το συντομότερο δυνατό.».

 

 

Μόνο που καταχώρησαν την παρούσα προσφυγή στις 10.7.07, δηλαδή μόλις τέσσερις μέρες μετά τη δακτυλογράφηση της πιο πάνω επιστολής, χωρίς να αναμένουν απάντηση.  Απάντηση δόθηκε με την επιστολή ημερομηνίας 6.9.07, ήταν αρνητική και σ' αυτή εξηγούνται οι λόγοι:

 

«Το αίτημά σας για έκδοση πιστοποιητικού απώλειας για τα πιο πάνω ελλείμματα, ως απωλεσθέντα, δεν μπορεί να ικανοποιηθεί επειδή από τη διερεύνηση της Αστυνομίας και του Τελωνείου Λευκωσίας  διαπιστώθηκε ότι όσα εμπορεύματα είχαν κλαπεί, επιστράφηκαν στα αποθέματα όπου ανήκαν και τακτοποιήθηκαν τελωνειακά.  Σε ότι αφορά τους ισχυρισμούς των πελατών σας ότι είχαν διαβεβαιώσεις ότι σε περίπτωση καταβολής των ποσών που οφείλονται για τα πιο πάνω ελλείμματα, θα τους εκδιδόταν πιστοποιητικό απώλειας, από την υπάρχουσα μαρτυρία και από τη μελέτη των γεγονότων και των περιστατικών της υπόθεσης δεν διαπιστώνεται κάτι τέτοιο.»

 

 

Αυτή η αιτιολογία δεν θα ήταν δυνατό με κανένα τρόπο να συνδεθεί με την επιστολή ημερομηνίας 30.4.07 και, βεβαίως, δεν μπορεί να αναθεωρηθεί σ' αυτή τη διαδικασία.  Καταλήγω πως η προσφυγή στερείται αντικειμένου γιατί η προσδιορισμένη ως προσβαλλόμενη απόφαση είναι ανύπαρκτη.

 

 Ενόψει αυτής της κατάληξης δεν γεννάται προς εξέταση οποιοδήποτε ζήτημα ουσίας, κατά τη συζήτηση του οποίου αναπόφευκτα θα εξεταζόταν, μεταξύ άλλων, και το κατά πόσο αίτημα για πιστοποιητικό απώλειας που να βεβαιώνει κλοπή από τρίτους για σκοπούς ασφαλιστικής κάλυψης, θα ήταν δυνατό να ενταχθεί στις πρόνοιες του κανονισμού 3(2)(γ) και (στ) των περί  Τελωνείων και Φόρων Καταναλώσεως (Τέλη δια Πιστοποιητικά και δι' Αποθήκευσιν Εμπορευμάτων εν Τελωνειακαίς Αποθήκαις) Κανονισμών του 1977 (ΚΔΠ 334/77) τους οποίους οι αιτητές ειδικώς επικαλούνται.  Οι Κανονισμοί αφορούν σε τέλη και με τον πιο πάνω κανονισμό ορίζεται πως:

 

«Πιστοποιητικόν δύναται να εκδοθεί υπό του Διευθυντού διά πιστοποίησιν των ακολούθων:

.................

(γ) της εξετάσεως, επαληθεύσεως του περιεχομένου, των ποσοτήτων εμπορευμάτων, του βάρους ή του μεγέθους οιουδήποτε δέματος ή οιουδήποτε εμπορεύματος ευρισκομένου υπό τελωνειακόν έλεγχον και

..........

 

(στ) οιουδήποτε ετέρου γεγονότος σχετιζομένου προς τους τελωνειακούς νόμους ως ήθελε θεωρηθή αναγκαίον υπό του Διευθυντού.»

 

 

Η προσφυγή απορρίπτεται με €1.200 έξοδα υπέρ των καθ' ων η αίτηση και εναντίον των αιτητών.

 

 

Γ. Κωνσταντινίδης, Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/μσιαμπαρτά


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο