ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 1208/2008 και 1209/2008)
19 Απριλίου, 2010
[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤO ΑΡΘΡO 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
HAMID ULLAH GHALAM SAKHI,
Αιτητής,
ΚΑΙ
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,
2. ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ,
Καθ΄ ων η αίτηση.
____________________
Α. Πετουφάς, για τον Αιτητή.
Κ. Σταυρινός, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.: Με την προσφυγή 1208/08 ο αιτητής ζητά δήλωση και/ή διάταγμα και/ή απόφαση του δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση των καθ΄ ων η αίτηση, ημερ. 18.6.08, η οποία ελήφθη κατόπιν επανεξέτασης του αιτήματος του αιτητή ημερ. 4.7.06 για παραχώρηση παράτασης της προσωρινής άδειας παραμονής και εργασίας του στην Κύπρο, έπειτα από την ακυρωτική απόφαση του δικαστηρίου ημερ. 22.8.07, στην προσφυγή 1936/06, και με την οποίαν οι καθ΄ ων η αίτηση απεφάσισαν εκ νέου την απόρριψη του αιτήματός του, είναι άκυρη και στερημένη εννόμου αποτελέσματος.
Με τη συνεκδικαζόμενη προσφυγή του ίδιου αιτητή υπ΄ αρ. 1209/08 αυτός ζητά δήλωση και/ή διάταγμα και/ή απόφαση του δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση των καθ΄ ων η αίτηση ημερ. 20.6.08, δια της οποίας αρνήθηκαν και/ή απέρριψαν το αίτημά του ημερ. 10.10.07 για την παραχώρηση παράτασης της προσωρινής άδειας παραμονής και εργασίας του στην Κύπρο, είναι άκυρη και στερημένη εννόμου αποτελέσματος.
Κατά τον αιτητή η προσβαλλόμενη απόφαση στην προσφυγή 1208/08 πάσχει επειδή, μεταξύ άλλων, είναι αντίθετη προς το δεδικασμένο της ακυρωτικής απόφασης στην προσφυγή 1936/06, επειδή έχει ληφθεί κατά παράβαση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης, εφόσον λήφθηκε απόφαση επαχθής για τον αιτητή χωρίς να του δοθεί το δικαίωμα να ακουστεί, και επειδή δεν έγινε η απαραίτητη και επιβεβλημένη έρευνα πριν από την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης.
Η προσβαλλόμενη απόφαση στην 1209/08 πάσχει, σύμφωνα με τον αιτητή, καθότι, μεταξύ άλλων, οι καθ΄ ων η αίτηση, κατά την εξέταση της υπόθεσης, εφάρμοσαν κριτήρια που έθεσε το Υπουργικό Συμβούλιο με απόφασή του του Δεκεμβρίου 2006, προσδίδοντας σ΄ αυτά αναδρομική ισχύ, ενώ δεν είχαν τέτοιο δικαίωμα. Η απόφαση πάσχει επίσης, κατά τον ισχυρισμό του αιτητή, επειδή και πάλι δεν του δόθηκε το δικαίωμα να ακουστεί πριν τη λήψη της επαχθούς γι΄ αυτόν αποφάσεως, κατά παράβαση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης, και επίσης επειδή δεν έγινε η απαραίτητη και επιβεβλημένη έρευνα πριν από τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης.
Στην προαναφερόμενη απόφαση στην Υπόθεση υπ΄ αρ. 1936/06, ημερ. 22.8.07, το δικαστήριο αποδέχθηκε τους ισχυρισμούς του αιτητή, που είναι ο ίδιος με τον παρόντα αιτητή, και ακύρωσε την προσβαλλόμενη, σε εκείνη την υπόθεση απόφαση, επειδή έκρινε ότι η κακή οικονομική κατάσταση της εταιρείας στην οποία εργαζόταν ο αιτητής δεν αποστερούσε, από μόνη της και κατ΄ ανάγκη κάποιον από τους Διευθυντές ή μετόχους της εταιρείας, όπως ήταν ο αιτητής, από το δικαίωμα να διαμένει στη Δημοκρατία, όπως, λανθασμένα, έκριναν οι καθ΄ ων η αίτηση.
Τα αδιαμφισβήτητα γεγονότα στις παρούσες υποθέσεις είναι ότι ο αιτητής, ο οποίος κατάγεται από το Αφγανιστάν, ήλθε στην Κύπρο το 2001 για να εργαστεί ως Διευθυντής σε συγκεκριμένη εταιρεία. Υπέβαλε αίτηση για άδεια εργασίας η οποία ανανεωνόταν από καιρού εις καιρό μέχρι τις 7.8.06 οπόταν οι καθ΄ ων η αίτηση απέρριψαν αίτησή του ημερ. 4.7.06 για περαιτέρω παράταση της άδειας παραμονής και εργασίας του. Ο λόγος της απόρριψης ήταν ότι η εταιρεία στην οποία αυτός εργαζόταν είχε ανεπαρκή και ζημιογόνα εισοδήματα. Επιπρόσθετα οι καθ΄ ων η αίτηση είχαν διαπιστώσει δόλο εκ μέρους του αιτητή αναφορικά με δήλωση του στο Φόρο Εισοδήματος όπου αυτός είχε δηλώσει μισθό κατώτερο από τις Λ.Κ.2.000.- που ήταν ο δηλωμένος μισθός του σαν Διευθυντή της προαναφερόμενης εταιρείας. Αυτό το συμπέρασμα εξάχθηκε στις 20.6.08 μετά από σχετική έρευνα, η οποία διεξάχθηκε μετά από το αίτημα των δικηγόρων του αιτητή ημερ. 24.8.07 για επανεξέταση της υπόθεσης του, μετά την προαναφερόμενη ακυρωτική απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Στο μεταξύ στις 10.10.07 ο αιτητής υπέβαλε νέα αίτηση για έκδοση άδειας παραμονής η οποία επίσης απορρίφθηκε, στις 13.6.08 και ο αιτητής ενημερώθηκε με σχετική επιστολή ημερ. 20.6.08.
Εξέτασα με προσοχή όλα τα ενώπιον μου στοιχεία και κατέληξα στο συμπέρασμα ότι ο αιτητής έχει δίκαιο και στις δύο προσφυγές. Αναφορικά με την 1208/08, αρχικά ο αιτητής είχε πληροφορηθεί με επιστολή των καθ΄ ων η αίτηση ημερ. 7.8.06 ότι η αίτηση του για παράταση της προσωρινής άδειας παραμονής και εργασίας του απορρίφθηκε, αφού λήφθηκαν υπόψη οι οικονομικοί λογαριασμοί της εταιρείας στην οποία εργαζόταν. Αφού ο αιτητής πέτυχε ακυρωτική απόφαση του δικαστηρίου στην προσφυγή 1936/06 αναφορικά με την προαναφερόμενη απόφαση, στη συνέχεια, στις 18.6.08, οι καθ΄ ων η αίτηση με την απόφαση τους, η οποία προσβάλλεται με την προσφυγή 1208/08, αποφάσισαν την απόρριψη της αίτησης του, μετά από επανεξέταση, για διαφορετικούς όμως λόγους απ΄ εκείνους που επικαλέστηκαν στην προηγούμενη τους απόφαση και χωρίς να δώσουν την ευκαιρία στον αιτητή να ακουστεί και να εξηγήσει τη θέση του. Οι λόγοι που επικαλέστηκαν αυτή τη φορά, με την απόφαση της 18.6.08, ήταν ότι ο αιτητής εξαπατούσε τις Αρχές δηλώνοντας ότι εισέπραττε μηνιαίο μισθό Λ.Κ.2.000.- (που είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να εξασφαλίσει άδεια παραμονής και εργασίας ως Διευθυντής) στο συμβόλαιο απασχόλησης του, ενώ για το ίδιο έτος, το 2005 δηλαδή, το Τμήμα Εσωτερικών Προσόδων πιστοποίησε ότι η εταιρεία του δεν είχε φορολογική υποχρέωση γι΄ αυτόν, ενόψει δηλώσεως ότι ο μισθός του ήταν χαμηλότερος των Λ.Κ.2.000.- μηνιαίως. Κατά τους καθ΄ ων η αίτηση «η εικονικότητα του μισθού προκύπτει επίσης από το γεγονός ότι ενώ στο συμβόλαιο εργασίας του προηγούμενου έτους 2004 ο μισθός ήταν £500.- το μήνα, που περίπου αντιστοιχεί και στη δήλωση της εταιρείας προς το Τμήμα Εσωτερικών Προσόδων, το 2005 ο μισθός δηλώθηκε ως £2.000.- για να ικανοποιήσει απλά τη σχετική προϋπόθεση».
Θεωρώ ότι οι καθ΄ ων η αίτηση οδηγήθηκαν σε αυθαίρετα συμπεράσματα αναφορικά με τις δηλώσεις εισοδήματος του αιτητή και αναφορικά με τον κατ΄ ισχυρισμό δόλο του αιτητή ως προς αυτό το θέμα, χωρίς να ερευνήσουν επαρκώς το ζήτημα και χωρίς να δώσουν την ευκαιρία και στον αιτητή να επεξηγήσει τη θέση του. Συμφωνώ επίσης με τη θέση του αιτητή ότι η απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, του Δεκεμβρίου του 2006, σύμφωνα με την οποία ο μηνιαίος μισθός των Διευθυντών εταιρειών (όπως ήταν αυτή στην οποία εργαζόταν ο αιτητής) δεν θα έπρεπε να ήταν χαμηλότερος των Λ.Κ.2.000.-, δεν μπορεί να ερμηνευθεί ότι είχε αναδρομική ισχύ και επομένως ότι ίσχυε και για τα έτη 2004, 2005 και 2006, όπως, λανθασμένα, θεώρησαν οι καθ΄ ων η αίτηση ότι συνέβαινε.
Από τα ενώπιον μου στοιχεία φαίνεται πως ο μηνιαίος μισθός του αιτητή πριν την απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου του Δεκεμβρίου του 2006 για τον κατώτατο μισθό των Διευθυντών, ήταν £500.- μηνιαίως και αυτό δεν καταστρατηγούσε οποιαδήποτε ισχύουσα απόφαση ή νομοθεσία, ενώ ο μισθός του αμέσως μετά το Δεκέμβριο του 2006, δηλαδή για το 2007 και μετέπειτα ήταν £2.000.- μηνιαίως δηλαδή συνείδε με τη σχετική απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου.
Ως προς την παραβίαση του δεδικασμένου στην προσφυγή 1208/08 συμφωνώ και πάλι ότι λανθασμένα οι καθ΄ ων η αίτηση, μετά την ακύρωση της προηγούμενης απόφασης τους, επικαλέστηκαν άλλους, διαφορετικούς, λόγους για να απορρίψουν το αίτημα του αιτητή, χωρίς να του δώσουν την ευκαιρία να ακουστεί και παρερμηνεύοντας την προαναφερόμενη απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, του Δεκεμβρίου του 2006, προσδίδοντας της αναδρομική ισχύ.
Για τους λόγους που προσπάθησα να εξηγήσω θεωρώ μεμπτές και τις δύο προσβαλλόμενες αποφάσεις και ως εκ τούτου και οι δύο προσφυγές επιτυγχάνουν και εκδίδονται δηλωτικές αποφάσεις ως η παράγραφος Α του αιτητικού των δύο προσφυγών. Έξοδα €2.000.-, πλέον Φ.Π.Α., αναφορικά και με τις δύο προσφυγές, υπέρ του αιτητή.
Μ.Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ,
Δ.
/ΕΑΠ.