ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Δεν έχει εντοπιστεί νομοθεσία ή απόφαση ή δικονομικός θεσμός στον οποίο να κάνει αναφορά η απόφαση αυτή

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

                                                          (Υποθ. αρ.1626/2007)

 

25 Φεβρουαρίου, 2010

 

[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στης]

 

Αναφορικά με το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος

 

ΠΕΡΣΕΦΟΝΗ ΚΡΑΣΙΔΟΥ

                                                            Αιτήτρια,

-και -

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, μέσω

1.     ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ

2.    ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

3.    ΥΠΟΥΡΓΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

                                                                   Καθ΄ων η αίτηση.

------------------------

Xρ.Σιακαλλή (κα.) για την Αιτήτρια.

Ελ.Συμεωνίδου (κα.) - δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ων η αίτηση

-----------------------

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.:    To θέμα που χρήζει απόφανσης στην παρούσα προσφυγή είναι κατά πόσο είναι ορθή η επιβολή, από το Υπουργικό Συμβούλιο όρου, σύμφωνα με τον οποίο η απόσπαση εκπαιδευτικών στην Κυπριακή Εκπαιδευτική Αποστολή Μεγάλης Βρετανίας, θα πραγματοποιηθεί  χωρίς την καταβολή στην αιτήτρια επιδόματος εξωτερικού. 

 

Η παράθεση του ιστορικού αυτής της υπόθεσης είναι απαραίτητη.

 

Σύμφωνα με την ισχύουσα πρακτική, μέχρι και τη σχολική χρονιά 2003-2004, οι δάσκαλοι που υπηρετούσαν με απόσπαση στη Κυπριακή Εκπαιδευτική Αποστολή Μ.Βρετανίας (στο εξής Κ.Ε.Α.) λάμβαναν, πέραν από το μισθό της Κύπρου, και επίδομα εξωτερικού.  Ταυτοχρόνως, εάν ένας δάσκαλος επιθυμούσε τη συνέχιση της απασχόλησης, πέραν των τριών χρόνων, τότε θα λάμβανε μόνο το μισθό της Κύπρου, χωρίς επιδόματα.  Για τη σχολική χρονιά 2004-2005 είχε αποφασιστεί από το Υπουργικό Συμβούλιο με απόφαση του ημερ. 5.5.2004, να δοθεί προτεραιότητα σε δασκάλους, που ενδιαφέροντο να υπηρετήσουν, χωρίς την καταβολή των επιπρόσθετων επιδομάτων.

 

Στις 15.3.2005 το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού με σχετική εγκύκλιο του ζήτησε αιτήσεις από τους εκπαιδευτικούς για απόσπαση δασκάλων για τη σχολική χρονιά 2005-2006 με αναφορά σε καταβολή του μισθού της Κύπρου μόνο.   Η αιτήτρια ενδιαφέρθηκε και αφού η απόσπαση της εγκρίθηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο, υπέγραψε στις 3.8.2005 σχετικό συμβόλαιο σύμφωνα με ανάλογο όρο, ως προς την αμοιβή της, περιελάμβανε δηλαδή την καταβολή του μισθού της Κύπρου μόνο.

 

Στις 10.3.2006 και πάλι το Υπουργείο Παιδείας με σχετική του εγκύκλιο ζήτησε την υποβολή αιτήσεων από ενδιαφερόμενους δασκάλους για απόσπαση στο Κ.Ε.Α., για τη σχολική χρονιά 2006-2007.  Στις 22.6.2006 η αίτηση της αιτήτριας εγκρίθηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο και υπέγραψε σχετική συμφωνία στις 20.9.2006, σύμφωνα με την οποία και πάλι θα λάμβανε μόνο το μισθό της Κύπρου.  Στις 4.1.2007 επαναλήφθηκε η εγκύκλιος του Υπουργείου Παιδείας για τη σχολική χρονιά 2007-2008 και η αιτήτρια και πάλι ενδιαφέρθηκε.  Τη χρονιά αυτή και συγκεκριμένα στις 23.5.2007, το Υπουργικό Συμβούλιο ενέκρινε την επαναφορά του επιδόματος ενοικίου για τη σχολική χρονιά 2007-2008.  Στις 3.9.2007 η αιτήτρια απεδέχθη και υπέγραψε συμφωνία, για την απόσπαση της στην Κ.Ε.Α.,  με τους εξής όρους:  Καταβολή του μισθού της Κύπρου, του επιδόματος ενοικίου και πληρωμή αεροπορικού εισιτηρίου προς και από την Αγγλία.  Ταυτοχρόνως, με ανεξάρτητη επιστολή ημερ. 3.9.2007, η αιτήτρια επεφύλαξε τα δικαιώματα της για τη λήψη δικαστικών μέτρων γιατί, όπως αναφέρει στην εν λόγω επιστολή, αμφισβητούσε τη μη παροχή επιδόματος εξωτερικού.

 

Με βάση αυτό το πραγματικό πλαίσιο η αιτήτρια καταχώρισε την παρούσα προσφυγή θεωρώντας ότι ο όρος που τέθηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο για μη καταβολή επιδόματος εξωτερικού είναι άκυρος και πρέπει να ακυρωθεί.

 

Στη δομή αυτή πραγμάτων εδράζεται και η εισήγηση της Δημοκρατίας ότι η σχέση, που συνδέει την αιτήτρια με τους καθ΄ων η αίτηση, διέπεται από το ιδιωτικό δίκαιο και όχι το δημόσιο.  Είναι, όπως είπε η ευπαίδευτη συνήγορος,  μια συμφωνία ιδιωτικού δικαίου και ως τέτοια δεν εμπίπτει στις πρόνοιες της δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ως ακυρωτικού.  Επεκτείνοντας το επιχείρημα η συνήγορος, εισηγήθηκε ότι η πράξη την οποία επικαλείται η αιτήτρια δεν αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη αλλά πράξη κυβερνήσεως, η οποία έχει ως υπόβαθρο τα οικονομικά δεδομένα του κράτους και επ΄αυτών, όπως τόνισε,  κρίθηκε η χορήγηση, για το σχολικό έτος 2007-2008 του επιπρόσθετου καινούργιου, σε σύγκριση με τα  προηγούμενα χρόνια, όρου που έχει σχέση με την καταβολή επιδόματος ενοικίου.  Αυτό οδήγησε στην κατάληξη ότι υπάρχει έλλειψη εννόμου συμφέροντος εκ μέρους της αιτήτριας για την προώθηση της παρούσας προσφυγής.

 

 Ένα άλλο στοιχείο που πρόβαλε η συνήγορος ως επέκταση του προηγούμενου επιχειρήματος είναι ότι η αιτήτρια δεν μπορεί να αμφισβητεί μόνο ένα όρο της συμφωνίας και να θεωρεί τους υπόλοιπους ότι είναι σε ισχύ.  ΄Οφειλε, όπως τονίστηκε, προσφεύγοντας στο Δικαστήριο να αμφισβητήσει ολόκληρη τη συμφωνία.

 

Η επιχειρηματολογία της ευπαιδεύτου συνηγόρου της αιτήτριας επικεντρώθηκε στη δυσμενή διάκριση, που με την εισήγηση της, παρατηρείται σε βάρος της αιτήτριας, και τούτο σ΄αντίθεση με τις πρόνοιες του ΄Αρθρου 28 του Συντάγματος.  Η απόφαση των καθ΄ων η αίτηση, πρόσθεσε, με την οποία καθόρισαν ότι η αιτήτρια θα υπηρετήσει χωρίς επίδομα εξωτερικού, ενώ προγενέστερα καταβαλλόταν τέτοιο επίδομα, έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση του κόστους ζωής και αυτό αποτελεί διάκριση.  Ο δε επιβληθείς όρος δημιουργεί διαφοροποίηση στην αμοιβή εργασίας, γεγονός που θέτει την αιτήτρια σε δυσμενέστερη θέση και είναι, όπως προβλήθηκε, αντίθετος με την αρχή της ισότητας των πολιτών έναντι της διοίκησης. 

 

Περαιτέρω, η συνήγορος εισηγήθηκε ότι δεν υπάρχει κανένας λόγος που επέβαλε τη συμπερίληψη του εν λόγω όρου στην απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, ώστε να κριθεί η ορθότητα του.  Ούτε φαίνεται να έγινε οποιαδήποτε έρευνα για το θέμα αυτό.

 

Η επιβολή του συγκεκριμένου όρου καταδεικνύει, πρόβαλε με το τρίτο σκέλος της επιχειρηματολογίας της η συνήγορος, κακή, εκ μέρους των καθ΄ων η αίτηση, χρήση της διακριτικής της ευχέρειας.

 

Η στάση της διοίκησης παραβιάζει την αρχή της καλής πίστης που επιβάλλει την αποφυγή άσκησης εξουσίας με τρόπο ασυνεπή, αντιφατικό και κακόπιστο.

 

Η αμφισβήτηση του συγκεκριμένου όρου και μόνο, ανεξαρτήτως των υπολοίπων όρων της συμφωνίας, μπορεί, κατέληξε η συνήγορος, να εξεταστεί αυτοτελώς και δεν επηρεάζει τη νομιμότητα και την ισχύ της συμφωνίας μεταξύ της αιτήτριας και των καθ΄ων η αίτηση.

 

Στο σημείο αυτό θεωρώ απαραίτητο να παραθέσω αυτούσιο το αιτητικό της προσφυγής.

 

«Δήλωση και/ή διάταγμα του Δικαστηρίου ότι ο όρος που τέθηκε στην απόφαση των Καθ΄ων η Αίτηση να αποδεκτούν το αίτημα της αιτήτριας να υπηρετήσει με απόσπαση στην Κυπριακή Εκπαιδευτική Αποστολή Μεγάλης Βρετανίας, η οποία εμφαίνεται στην υπογραφείσα συμφωνία ημερ.03/09/07, συμφώνως του οποίου όρου η αιτήτρια θα υπηρετούσε χωρίς επίδομα εξωτερικού και του οποίου όρου η αιτήτρια έλαβε γνώση κατά ή περί της 03.09.07, είναι άκυρος και στερημένος νομικής ισχύος και αποτελέσματος.»

 

Από το ίδιο το κείμενο του πιο πάνω αιτητικού, φαίνεται καθαρά ότι το καθοριστικό σημείο της δημιουργηθείσας σχέσης ήταν η συμφωνία που υπέγραψε η αιτήτρια ημερ. 3.9.2007.

 

Το στίγμα στην παρούσα υπόθεση είναι η αναζήτηση της πρόθεσης των μερών, ποία ήταν η επιδιωκόμενη σχέση και σε τι απέληγε η πιο πάνω υπογραφείσα συμφωνία;  Στην αποδοχή του αιτήματος της αιτήτριας από την Κυπριακή Δημοκρατία να υπηρετήσει με απόσπαση στην ΚΕΑ, και να προσφέρει τις υπηρεσίες της κάτω από τους συμφωνηθέντες όρους.  Είναι έκδηλο και σαφές ότι δημιουργήθηκε μια καθαρά συμβατική σχέση εδραζόμενη στην προσφορά που περιελήφθηκε στην εγκύκλιο του Υπουργείου Παιδείας και την αποδοχή της αιτήτριας να υπηρετήσει με τους συμφωνηθέντες όρους.

 

Η αιτήτρια επεκτείνει το αίτημα της στον όρο που της επιβλήθηκε όπως ισχυρίζεται, από το Υπουργικό Συμβούλιο, με τον οποίο περιορίστηκαν τα επιδόματα εξωτερικού.

 

 

Δεν έχει καταδειχθεί με οποιοδήποτε τρόπο η σύνδεση του εν λόγω όρου με τη σύμβαση ημερ. 3.9.2007 που υπέγραψε η αιτήτρια.  Αποτελεί ένα σταθμό στα γεγονότα της υπόθεσης εντελώς άσχετο και χρονικά  (3.5.2004) αλλά και ουσιαστικά αφού η δημιουργηθείσα συμβατική σχέση των δύο πλευρών εδράζεται στην προσφορά (εγκύκλιο Υπουργείου Παιδείας) και αποδοχή της αίτησης από το Υπουργικό Συμβούλιο.

 

Συνακόλουθα, θεωρώ ότι η διάπλαση των εννόμων σχέσεων που δημιουργήθηκε με τη σύμβαση ημερ. 3.9.2009, εκφεύγει του διοικητικού ελέγχου και αποτελεί διαφορά εμπίπτουσα στη σφαίρα του ιδιωτικού δικαίου.  Υιοθετώ το σκεπτικό της συναδέλφου μου Ε.Παπαδοπούλου, Δ., στην υπόθεση αρ.2301/2006 Κρασίδου ν. Δημοκρατίας, ημερ. 24.10.2008.

 

 

 

Συνακόλουθα βρίσκω ότι η προσφυγή στερείται ερείσματος και απορρίπτεται με €1.500 έξοδα υπέρ των καθ΄ων η αίτηση και εναντίον της αιτήτριας.

 

 

                                                                   Κ. Παμπαλλής,

                                                                                Δ.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο