ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υποθ. αρ.143/2008)
25 Φεβρουαρίου, 2010
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στης]
Αναφορικά με το ΄Αρθρα 146 του Συντάγματος
ΤSOLIAS CORAL BAY HOTELS LIMITED NAS
Αιτήτρια,
-και -
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, μέσω
Διευθυντή Κτηματολογίου και Χωρομετρίας
Καθ΄ων η αίτηση.
------------------------
Α.Ευτυχίου, για τον Αιτητή
Κ.Σταυρινός - δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για τους Καθ΄ων η αίτηση
-----------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Η άρνηση του Διευθυντή του Κτηματολογίου και Χωρομετρίας να επιστρέψει τα τέλη μεταβιβάσεως, που πληρώθηκαν για τη μεταβίβαση περιουσίας από τους υπάρχοντες μετόχους στην αιτήτρια/εταιρεία, αφού συμπληρώθηκαν 5 χρόνια από την αρχική μεταβίβαση, οδήγησε στην καταχώριση της παρούσας προσφυγής.
Στις 26.6.2001 έγινε αποδεχτή η δήλωση μεταβίβασης δωρεάς υπ΄αριθμό 1986/01 σύμφωνα με την οποία οι εγγεγραμμένες ιδιοκτήτριες α) Μαρία Γιάγκου Μιλτιάδη, β) Μυρούλα Τσολιά Γεωργίου και γ) Ελένη Τσολιά Γεωργίου δώρισαν στην αιτήτρια εταιρεία ακίνητα που βρίσκονται εντός του Δήμου Πέγειας. Οι πιο πάνω ήταν μέτοχοι της εν λόγω εταιρείας. Αφού έγινε εκτίμηση καταβλήθηκαν τα αναλογούντα τέλη. Μετά πάροδο 5 ετών και συγκεκριμένα στις 5.12.2006 η αιτήτρια εταιρεία ζήτησε την επιστροφή των πιο πάνω μεταβιβαστικών δικαιωμάτων, προσκομίζοντας ταυτόχρονα πιστοποιητικό μετόχων της εταιρείας για την περίοδο 26.6.2001-20.11.2006, όπως και πιστοποιητικό του Προέδρου του Κοινοτικού Συμβουλίου Πέγειας σύμφωνα με το οποίο η Μυρούλλα Τσολιά Χριστοφοράκη, η Ελένη Τσολιά Καραδήμα και η Μαρία Γιάγκου Μιλτιάδη-Τιμοθέου είναι θυγατέρες του Γεωργίου και Παρασκευής Τσολιά. Μετά από σχετική έρευνα που έγινε από το αρμόδιο τμήμα διαπιστώθηκε ότι η Μαρία Τιμοθέου-Γιάγκου Μιλτιάδη, είχε υιοθετηθεί από τους Μιλτιάδη Γιάγκου και Μαρία Μιχαήλ στις 19.10.1964. Όπως είναι αποδεκτό, η Παρασκευού Μιχαήλ Παντελή σύζυγος του Γεωργίου Τσολιά και η φυσική μητέρα της Μαρίας Τιμοθέου-Γιάγκου Μιλτιάδη είναι αδελφές.
Με γνώμονα αυτά τα πιο πάνω γεγονότα τα οποία δεν αμφισβητούνται από την αιτήτρια-εταιρεία ο διευθυντής θεώρησε ότι η μέτοχος Μαρία Γιάγκου-Τιμοθέου, δεν έχει συγγένεια μέχρι τρίτου βαθμού με τους άλλους μετόχους της εν λόγω εταιρείας συνεπώς δεν επρόκειτο για δωρεάν μεταξύ στενών συγγενών και για το σκοπό αυτό αρνήθηκε την επιστροφή των μεταβιβαστικών τελών, όπως αναφέρεται σε σχετική επιστολή του ημερ. 18.11.2007.
Σ΄αυτό το πραγματικό γεγονός εστίασε την επιχειρηματολογία του ο ευπαίδευτος συνήγορος της Δημοκρατίας τονίζοντας χαρακτηριστικά ότι μπορεί οι αιτητές να έχουν δίκαιο ηθικά, πλην όμως η πρόνοια της σχετικής νομοθεσίας είναι ξεκάθαρη. Εφόσον όμως διαπιστώνεται ότι υπάρχει συγγένεια πέραν του τρίτου βαθμού μεταξύ των μετόχων της αιτήτριας εταιρείας, το εν λόγω άρθρο δεν έχει εφαρμογή.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος της αιτήτριας αναγνωρίζει με τη δική του γραπτή αγόρευση την πιο πάνω πραγματική κατάσταση, πλην όμως, πρόβαλε αρχικώς ότι σύμφωνα με το άρθρο 9(1) του περί Κτηματολογικού και Χωρομετρικού Τμήματος (Τέλη και Δικαιώματα) Νόμου Κεφ.219, όπως αυτό τροποποιήθηκε, δεν υπάρχει δέσμευση για συγγένεια μέχρι τρίτου βαθμού. Στο συγκεκριμένο άρθρο υποστήριξε υπάρχει πρόνοια για «στενή συγγένεια». ΄Εχοντας αυτή την παράμετρο υπόψη, ο κ.Ευτυχίου εισηγήθηκε ότι θα πρέπει και, με γνώμονα το όλο φάσμα γεγονότων, να θεωρηθεί η σχέση που υπάρχει μεταξύ της Μαρίας Τιμοθέου και των υπολοίπων ως στενή συγγένεια.
Πέραν αυτού ο συνήγορος ισχυρίστηκε ότι παρόλη την υιοθεσία η οποία είχε γίνει, η σχέση μεταξύ της Μαρίας Τιμοθέου και της φυσικής της οικογένειας επιβιώνει της γενόμενης υιοθεσίας. ΄Εκαμε για το σκοπό αυτό αναφορά σε διάφορα νομοθετήματα τα οποία ενισχύουν, κατά την εισήγηση του τη νομική σχέση μεταξύ γονέα και παιδιού που δεν πρέπει να επηρεάσει την ευνοϊκή για το παιδί θεώρηση του πράγματος. Ιδιαιτέρως, πρόσθεσε ο συνήγορος, η παράγραφος 4 του εδαφίου 2 του άρθρου 9 του Κεφ.219, δεν εξηγεί την έννοια της φράσης «μέχρι και τρίτου βαθμού συγγένειας» αλλά ούτε και προβλέπει αν και κατά πόσον, σε περίπτωση υιοθεσίας τερματίζεται η σχέση της Μαρίας Τιμοθέου με τους συγγενείς της, κάτι το οποίο όπως κατέδειξε, θα μπορούσε, αν ο νομοθέτης επιθυμούσε, να προβλέψει και αυτό το ενδεχόμενο. Το συγκεκριμένο άρθρο, κατέληξε, θα πρέπει να ερμηνευθεί ευνοϊκά για την αιτήτρια εταιρεία εφόσον υπάρχει ασάφεια, κατά πόσο η σχέση της Μαρίας Τιμοθέου τερματίστηκε πλήρως με τους εξ αίματος συγγενείς της και του εξ αίματος αδέλφια της. Ως αποτέλεσμα τούτου θα πρέπει να θεωρηθεί ότι η συγκεκριμένη απόφαση πάρθηκε με ελλιπή έρευνα και ήταν αποτέλεσμα πλάνης περί των ουσιωδών γεγονότων.
Θα πρέπει από την αρχή να σημειώσω ότι η διατύπωση του άρθρου 9(1) του Κεφ.219, όπως τροποποιήθηκε, αφήνει στην κρίση του διευθυντή την δυνατότητα επιστροφής μεταβιβαστικών τελών υπό τον όρο ότι οι μεταβιβάσαντες δικαιοπάροχοι είναι στενοί συγγενείς. Το εδάφιο 4 του άρθρου 9 προσδιορίζει ποίος είναι ο στενός συγγενής για τον οποίο γίνεται μνεία στο εδάφιο 1 του εν λόγω άρθρου. Αναφέρεται:
«Δια σκοπούς των εδαφίων (1) και (2) στενός συγγενής εν σχέση προς πρόσωπο τι σημαίνει τον ή την σύζυγο αυτού και συγγενείς αυτού μέχρι και τρίτου βαθμού συγγενείας.»
Από τη σαφή διατύπωση του εδαφίου 2 ότι δηλαδή:
«οσάκις ακίνητος ιδιοκτησία μεταβιβάζεται εις εταιρείας της οποίας μόνοι μέτοχοι είναι οιοσδήποτε των ακολούθως ήτοι του μεταβιβάζοντος δικαιοπαρόχου και στενών συγγενών αυτού....».
Με βάση τα πιο πάνω, είναι σαφές ότι η συγκεκριμένη περίπτωση εκφεύγει του ορισμού της στενής συγγένειας, που απαιτείται να προϋπάρχει και να διατηρείται μεταξύ των μεταβιβασάντων και του δικαιοπαρόχου, με βάση το άρθρο 9 του Κεφ.319.
Με αυτό το νομικό πλαίσιο η απόφαση του Διευθυντή κρίνεται εκ πρώτης όψεως ορθή. Εκείνο το οποίο καλείται τώρα το Δικαστήριο να αποφασίσει είναι κατά πόσο, μετά την υιοθεσία, η προϋπάρχουσα νομική κατάσταση και σχέση μεταξύ του υιοθετουμένου παιδιού και της φυσικής του οικογένειας, διατηρείται.
Mε βάση το συνδιασμό των άρθρων 22 και 23 του περί Υιοθεσίας Νόμου του 1995 (Ν.19(Ι)/95), τα γονικά δικαιώματα των φυσικών γονέων τερματίζονται και μεταβιβάζονται στους υιοθετούντες. Το δε υιοθετούμενο τέκνο θεωρείται νόμιμο και φυσικό τέκνο των υιοθετούντων και «σε καμιά περίπτωση δε θα θεωρείται τέκνο οποιουδήποτε άλλου.»
Ο νομοθέτης πρόβλεψε με σαφήνεια τις περιπτώσεις επιβίωσης της εξ αίματος συγγένειας, που δεν καλύπτει την εξεταζόμενη περίπτωση. Το Δικαστήριο δεν έχει εξουσία ανάπλασης του Νόμου όταν το περιεχόμενο της σχετικής όπως στην παρούσα περίπτωση, διάταξης, είναι έκδηλο.
Με αυτή μου την κατάληξη θεωρώ ότι η προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί και απορρίπτεται. Ποσό €1.500 επιδικάζεται υπέρ των καθ΄ων η αίτηση και εναντίον των αιτητών. Η επίδικη απόφαση ημερ. 29.11.2007 επικυρώνεται δυνάμει του ΄Αρθρου του Συντάγματος 146.4(α).
Κ. Παμπαλλής,
Δ.