ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2009) 4 ΑΑΔ 982

30 Οκτωβρίου, 2009

[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

MARICEL CONDE,

Αιτήτρια,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,

ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ,

Καθ' ων η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 181/2008)

 

Αλλοδαποί ― Αίτηση πολιτογράφησης ― Υπολογισμός της αναγκαίας περιόδου διαμονής του αλλοδαπού στη Δημοκρατία, με βάση την ημερομηνία υποβολής της αίτησής του ― Πεπλανημένα λήφθηκε στην κριθείσα περίπτωση ως ημερομηνία υποβολής της αίτησης πολιτογράφησης, η ημερομηνία εμφάνισης του αλλοδαπού στον Πρωτοκολλητή, για την σχετική ένορκη δήλωση.

Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος ― Λόγοι ακυρώσεως ― Έλλειψη αιτιολογίας ― Περιστάσεις της στοιχειοθέτησής της, στην κριθείσα περίπτωση.

Η αιτήτρια προσέφυγε κατά της απόρριψης της αίτησής της για πολιτογράφηση.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:

1. Στοιχειοθετείται λόγος ακυρότητας, λόγω του ότι οι καθ' ων ενήργησαν υπό το κράτος λανθασμένης ερμηνείας και πλάνης περί το νόμο και τα πράγματα. Συγκεκριμένα, θεώρησαν ότι η υποβολή της αίτησης για πολιτογράφηση έγινε στις 24.3.05, με βάση το γεγονός ότι εκείνη τη μέρα ήταν που η αιτήτρια ορκίστηκε στο Πρωτοκολλητείο του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας.

          Το ίδιο το έντυπο πολιτογραφήσεως περιέχει ειδική πρόνοια για την υποβολή της αίτησης, η οποία για να τεθεί ενώπιον του Λειτουργού Μετανάστευσης θα πρέπει να είναι δεόντως συμπληρωμένη, αλλά και να διαβιβαστεί μαζί με την πληρωμή του νενομισμένου τέλους. Η υπογραφή ενώπιον του πρωτοκολλητή και η υπ' αυτού πιστοποίηση, δεν είναι επομένως παρά ένα αναγκαίο στάδιο, όχι όμως το τελικό, ώστε να εκλαμβάνεται η ημερομηνία υπογραφής ενώπιον του, ως η ημερομηνία υποβολής της αίτησης. Και είναι παραδεκτό, εδώ, ότι το νενομισμένο τέλος καταβλήθηκε στις 3.5.05.

    Είναι πρόδηλο συνεπώς, ότι δεν είναι ορθή η πιο πάνω αντιμετώπιση, εφόσον έρχεται σ' αντίθεση με τις ίδιες τις πρόνοιες του εντύπου.

    Αν χρειάζεται κάποιος έλεγχος της παρουσίας του αιτητή, αυτό δεν μπορεί να έχει αναφορά στο τυχαίο γεγονός της ημερομηνίας υπογραφής ενώπιον του πρωτοκολλητή. Οι καθ' ων ορθότερο θα ήταν να επιβάλλουν ή να επιζητούν και την κατάθεση της αίτησης από τον αιτητή προσωπικά, ώστε να ελέγχεται η παρουσία και σ' εκείνο το στάδιο.

2. Ένα άλλο θέμα που τέθηκε είναι και η αφαίρεση πέντε ημερών από τη διαμονή της αιτήτριας μεταξύ 12.5.99 και 17.5.99.  Εκείνο το οποίο προκύπτει από την αφαίρεση των ημερών αυτών, είναι η παράλειψη οποιασδήποτε διερεύνησης εκ μέρους των καθ' ων η αίτηση, του λόγου για την απουσία της αιτήτριας από τη Δημοκρατία, κατά τη διάρκεια των πέντε αυτών ημερών. Οι καθ' ων δεν δικαιολογούνταν, χωρίς να δώσουν την ευκαιρία στην αιτήτρια να εξηγήσει την απουσία αυτή, να αφαιρέσουν απλώς το χρόνο, χωρίς καμιά έρευνα και εξέταση των δεδομένων ιδιαίτερα τόσο απομακρυσμένα από τη χρονική περίοδο υποβολής της αίτησης. Με άλλα λόγια, θα έπρεπε να ληφθεί απόφαση, με ρητή προς τούτο αιτιολογία, κατά πόσο η απουσία της αιτήτριας για μερικές ημέρες το 1999, διέκοπτε τη συγκέντρωση συνολικής επταετούς διαμονής. Αυτό δεν έγινε και επομένως υπάρχει και έλλειψη αιτιολογίας, στην προσβαλλόμενη πράξη. 

Η προσφυγή επέτυχε με έξοδα.

Προσφυγή.

Μ. Αγγελίδου (κα) για Μ. Γεωργίου, για την Αιτήτρια.

Γ. Χατζηχάννα (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Η αιτήτρια η οποία είχε νομίμως αφιχθεί στην Κύπρο για εργασία στις 7.5.98, ως οικιακή βοηθός, της αδείας παραμονής και εργοδότησης της ανανεωμένης ανελλιπώς μέχρι και τις 30.10.05, υπέβαλε στις 3.5.05 στον Υπουργό Εσωτερικών αίτηση για πολιτογράφηση, έχοντας συμπληρώσει την απαραίτητη επταετή προηγούμενη νόμιμη παραμονή της στην Κύπρο.

Η αιτήτρια κατά τακτά χρονικά διαστήματα, υπέβαλλε, όπως προαναφέρθηκε, αιτήσεις για παράταση της άδειας προσωρινής παραμονής και εργασίας, ζήτησε δε τέτοια παράταση και στις 27.6.05, εν αναμονή και μέχρι την εξέταση της αίτησης για πολιτογράφηση. Οι καθ' ων απέρριψαν το αίτημα για πολιτογράφηση στις 3.5.06, με το δικαιολογητικό ότι η αιτήτρια δεν πληρούσε τα τυπικά προσόντα παραμονής, στην καταχωρηθείσα όμως προσφυγή υπ' αρ. 1079/06 εναντίον της απόφασης αυτής, το Ανώτατο Δικαστήριο στις 22.8.07, με απόφαση του Φωτίου, Δ., ακύρωσε την προσβαλλόμενη πράξη, ελλείψει δέουσας έρευνας ως προς τα πραγματικά δεδομένα που στήριζαν την αίτηση. Ως αποτέλεσμα στις 8.1.08 και αφού προηγουμένως η αιτήτρια υπέβαλε νέα αίτηση για παραχώρηση άδειας προσωρινής παραμονής, οι καθ' ων επανεξέτασαν την αίτηση για πολιτογράφηση, αλλά την απέρριψαν και πάλι επειδή δεν πληρούνταν τα τυπικά προσόντα παραμονής ως αυτά απαιτούνται από το Άρθρο 111 σε συνδυασμό με τον Τρίτο Πίνακα του περί Αρχείου Πληθυσμού Νόμου αρ. 141(Ι)/02, (εφεξής «ο Νόμος»), ως τροποποιήθηκε. Η θέση των καθ' ων ήταν ότι με βάση τα ενώπιόν τους στοιχεία η αιτήτρια είχε συμπληρώσει κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης που οι ίδιοι θεώρησαν ότι ήταν η 24.3.05, μόνο έξι χρόνια, 10 μήνες και 16 ημέρες.

Η αιτήτρια προσβάλλει με την παρούσα προσφυγή και τη νέα απορριπτική απόφαση, εισηγούμενη λανθασμένη ερμηνεία του σχετικού άρθρου του Νόμου, αλλά και λανθασμένη ερμηνεία και διάγνωση των πραγματικών γεγονότων στη βάση των οποίων η αιτήτρια είχε, κατά την εισήγησή της, συμπληρώσει επτά συνεχή χρόνια παραμονής στη Δημοκρατία, εκ των οποίων είχε συνεχή παρουσία κατά τους τελευταίους δώδεκα μήνες πριν την αίτηση. Αποτελεί περαιτέρω εισήγηση της αιτήτριας ότι οι καθ' ων δεν προέβηκαν σε νέα έρευνα ή η έρευνα τους ήταν ελλιπής έχοντας οδηγήσει σε λανθασμένο υπολογισμό της περιόδου παραμονής στην Κύπρο, ακόμη και μετά την ακυρωτική απόφαση του Δικαστηρίου στην προαναφερθείσα προσφυγή.

Οι καθ' ων αντιτείνουν ότι η προσβαλλόμενη πράξη είναι αποτέλεσμα ορθής ενάσκησης των εξουσιών που έχουν οι καθ'  ων σε θέματα της φύσης αυτής, εφόσον η παραχώρηση ή μη του δικαιώματος πολιτογράφησης αφορά κρατική εξουσία, η οποία εφόσον ασκείται καλόπιστα είναι και νόμιμη. Η εγγραφή αλλοδαπού ως πολίτη της Δημοκρατίας άπτεται των κυριαρχικών δικαιωμάτων του κράτους και ακόμη και αν πληροί κάποιος τα τυπικά προσόντα, είναι δυνατό να μην χορηγηθεί η πολιτογράφηση. Αναφερόμενοι στα διά του Νόμου προνοούμενα προσόντα και προϋποθέσεις, οι καθ' ων εισηγούνται ότι διενήργησαν πλήρη έρευνα συμμορφούμενοι με την ακυρωτική απόφαση, ερμήνευσαν ορθά το σχετικό άρθρο του Νόμου, καμία δε πλάνη περί τα πράγματα και τα γεγονότα δεν υπάρχει ενόψει του γεγονότος ότι η αίτηση υποβλήθηκε στις 24.3.05 και επομένως η αιτήτρια δεν συμπλήρωσε την επταετή περίοδο.

Βάση για την πιο πάνω θέση αποτέλεσε η απόφαση της Διευθύντριας του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, (εφεξής «η Διευθύντρια»), όπως η απόφαση αυτή εμπεριέχεται στη σημείωση 24 του σχετικού διοικητικού φακέλου, ότι η ημερ. 24.3.05, αποτελεί την ημερομηνία υποβολής της αίτησης για πολιτογράφηση και όχι την ημερομηνία που η αιτήτρια αναχώρησε από τη Δημοκρατία, παρά την κατάταξη της ημερομηνίας αυτής στη στήλη «Αναχωρήσεις» του σχετικού εντύπου. Κατά τις διευκρινίσεις, η κα Χατζηχάννα εισηγήθηκε ότι η ημερ. της 24.3.05 εξάγεται ως σημαντική διότι κατ' αυτήν την ημερομηνία μπορεί να ελεγχθεί η παρουσία της αιτήτριας στην Κύπρο. Διαφορετικά, ένας αιτητής μπορεί να ορκιστεί ενώπιον του Πρωτοκολλητή, να φύγει από την Κύπρο για ένα διάστημα και να υποβάλει την αίτηση του μέσω τρίτου προσώπου, χωρίς να είναι δυνατό να διαπιστωθεί η παρουσία του αιτητή στην Κύπρο την ημέρα εκείνη.

Ο Νόμος προνοεί με το Άρθρο 111 το δικαίωμα αλλοδαπών προσώπων να υποβάλουν στον καθορισμένο τύπο και κατά τον καθορισμένο τρόπο αίτηση για πολιτογράφηση, εφόσον δε κατέχει τα προσόντα που αναφέρονται στον Τρίτο Πίνακα, ο Υπουργός Εσωτερικών δικαιούται εφόσον ικανοποιηθεί να χορηγήσει πιστοποιητικό πολιτογράφησης. Ο Τρίτος Πίνακας τιτλοφορείται «Προσόντα για Πολιτογράφηση» και μεταξύ άλλων προνοεί στην παράγραφο 1(β) αυτού ότι ο αλλοδαπός θα πρέπει να διέμενε κατά το αμέσως προηγούμενο δωδεκάμηνο χρονικό διάστημα που καθορίζεται στην παρ. (α), και επταετή παραμονή στη Δημοκρατία με συνολικό άθροισμα όχι λιγότερο των τεσσάρων ετών. Με την επιφύλαξη όμως της παρ. (β), διάφορες κατηγορίες ατόμων μεταξύ αυτών και οι οικιακοί βοηθοί, πρέπει κατά τη διάρκεια των επτά προηγουμένων ετών να συγκεντρώνουν συνολική διαμονή στη Δημοκρατία επτά τουλάχιστο ετών από την οποία το ένα έτος αμέσως πριν την ημερομηνία υποβολής της αίτησης να έχουν συνεχή διαμονή στη Δημοκρατία.

Κρίνεται ότι στοιχειοθετείται λόγος ακυρότητας λόγω του ότι οι καθ' ων ενήργησαν υπό το κράτος λανθασμένης ερμηνείας και πλάνης περί το νόμο και τα πράγματα. Συγκεκριμένα, θεώρησαν ότι η υποβολή της αίτησης για πολιτογράφηση έγινε στις 24.3.05, με βάση το γεγονός ότι εκείνη τη μέρα ήταν που η αιτήτρια ορκίστηκε στο Πρωτοκολλητείο του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, ως προκύπτει από το μέρος ΧΙ της αίτησης για πολιτογράφηση έντυπο Μ127Ε (ερ. 151 του διοικητικού φακέλου). Το μέρος αυτό τιτλοφορείται «ΑΙΤΗΣΙΣ», ακολουθούμενο όμως αμέσως μετά από δύο σημειώσεις (α) και (β), η πρώτη των οποίων αναφέρει επί λέξει: «Η παρούσα αίτησις δέον όπως υπογραφή τη παρουσία Δικαστού ή Πρωτοκολλητού ή Προξενικού Λειτουργού ή ετέρου επί τούτω εξουσιοδοτημένου προσώπου.» Ακολουθεί το εξής κείμενο:

«Εγώ, ο κάτωθι υπογεγραμμένος, εις ον αφορώσι τα ως άνω εκτιθέντα στοιχεία, εξαιτούμαι ώδε όπως ο Υπουργός Εσωτερικών μοι χορηγήση Πιστοποιητικόν Πολιτογραφήσεως ......».

Έπεται η υπογραφή του αιτούμενου ενώπιον του αρμοδίου ως ανωτέρω προαναφερομένου προσώπου, πιστοποιούμενη ως γενομένη ενώπιον του. Οι καθ' ων διά του σημειώματος υπ' αρ. 24 (Παράρτημα 19 στην ένσταση), της Διευθύντριας Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, έκριναν ότι η πιο πάνω ημερομηνία είναι αυτή της υποβολής της αίτησης για πολιτογράφηση που τίθεται μάλιστα στη στήλη «αναχωρήσεις» στο έντυπο της «Κατάστασης Παραμονής Στην Κύπρο Σύμφωνα με το Διαβατήριο» (ερ. 157 στο Τεκμ. «Α»), «...... για σκοπούς υπολογισμού της ακριβούς περιόδου παραμονής μέχρι την υποβολή της αίτησης». Με περαιτέρω υπόδειξη στο πιο πάνω σημείωμα της Διευθύντριας ότι, «Στο μέλλον παρακαλώ να αναγράφεται στην εν λόγω κατάσταση για αποφυγή παρερμηνείας».

Η πιο πάνω θεώρηση πραγμάτων όμως προσκρούει στα εξής: κατ' αρχάς, δεν συνάδει με τα όσα αναγράφονται στη συνέχεια του εντύπου της αίτησης πολιτογράφησης, όπου στη σελ. 4, μετά τη συμπλήρωση των στοιχείων των εγγυητών που υποστηρίζουν την αίτηση, παρουσιάζεται το εξής καταληκτικό:

«ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΑΤΑ ΚΑΙ ΥΠΟΒΟΛΗ ΤΗΣ ΑΙΤΗΣΕΩΣ

Το παρόν έντυπον, άμα ως συμπληρωθή δέον όπως διαβιβασθεί εις τον Λειτουργόν Μεταναστεύσεως, Τμήμα Μεταναστεύσεως, Λευκωσία, ομού μετά του νενομισμένου τέλους, του πληρωτέου επί τη υποβολή της αιτήσεως .......».

Παρατηρείται λοιπόν ότι το ίδιο το έντυπον πολιτογραφήσεως περιέχει ειδική πρόνοια για την υποβολή της αίτησης, η οποία για να τεθεί ενώπιον του Λειτουργού Μετανάστευσης θα πρέπει να είναι δεόντως συμπληρωμένη, αλλά και να διαβιβαστεί μαζί με την πληρωμή του νενομισμένου τέλους. Η υπογραφή ενώπιον του πρωτοκολλητή και η υπ' αυτού πιστοποίηση, δεν είναι επομένως παρά ένα αναγκαίο στάδιο, όχι όμως το τελικό, ώστε να εκλαμβάνεται η ημερομηνία υπογραφής ενώπιον του ως η ημερομηνία υποβολής της αίτησης. Και είναι παραδεκτό, εδώ, ότι το νενομισμένο τέλος καταβλήθηκε στις 3.5.05, όπως αναγράφεται επί του ιδίου του εντύπου στην πρώτη σελίδα - ερ. 153, αλλά και αναφέρεται στο σημείωμα του ανώτερου διοικητικού λειτουργού Κ. Πηλαβά στο ερ. 202 (Παράρτημα 20 στην ένσταση), στο οποίο παρέπεμπε το σημείωμα αρ. 23 και στο οποίο αφορά η απόφαση της Διευθύντριας στο σημείωμα αρ. 24. Αυτή, άλλωστε, ήταν και η προωθηθείσα θέση των καθ' ων στην προηγηθείσα προσφυγή αρ. 1079/06 και έτσι έγινε δεκτό από τον Φωτίου, Δ., που εξέδωσε την απόφαση στις 22.8.07, όπου στη σελ. 5 καταγράφηκε ότι η αίτηση είχε γίνει στις 3.5.05, παραπέμποντας στο εκεί σχετικό Παράρτημα 7, της ημερομηνίας 24.3.05 θεωρούμενης ως της ημερομηνίας αναχώρησης της αιτήτριας από την Κύπρο. Στο σημείωμα της η Διευθύντρια αντέδρασε εξηγώντας ότι αυτή είναι η ημερομηνία που θεωρεί το Τμήμα της ως η ημερομηνία υποβολής της αίτησης, κατ' αντίθεση όμως προς τα όσα προωθήθηκαν από τους ίδιους τους καθ' ων στην προηγούμενη προσφυγή, και παρά την ταξινόμηση της στη στήλη των αναχωρήσεων.

Είναι πρόδηλο συνεπώς ότι δεν είναι ορθή η πιο πάνω αντιμετώπιση, εφόσον έρχεται σ' αντίθεση με τις ίδιες τις πρόνοιες του εντύπου.

Κατά δεύτερο λόγο, όμως, κατά λογικό ειρμό η υποβολή της αίτησης πρέπει να θεωρείται ότι λαμβάνει χώραν όταν διαβιβάζεται ή κατατίθεται ή παραδίδεται στο Τμήμα Μετανάστευσης, αφού καταβληθεί βεβαίως προηγουμένως το νενομισμένο τέλος. Χωρίς την πληρωμή του τέλους, αναμφίβολα δεν θα γίνει δεκτή η αίτηση, εφόσον αποτελεί προϋπόθεση της. Συνάγεται και από αυτό το δεδομένο ότι η υπογραφή και πιστοποίηση από τον πρωτοκολλητή από μόνη της δεν επαρκεί. Ο «όρκος», όπως τον θεωρούν οι καθ' ων, αποτελεί χρονικό ορόσημο χωρίς να είναι δυνατόν να ταυτίζεται με την καθαυτή υποβολή της αίτησης. Η παρουσίαση και υπογραφή ενώπιον του πρωτοκολλητή μπορεί να γίνει σε χρόνο που βολεύει τον αιτητή, αλλά η πληρωμή και κατάθεση της αίτησης σε χρόνο πολύ μεταγενέστερο. Αν, για παράδειγμα, γίνει ο όρκος αλλά ουδέποτε πληρωθεί ή κατατεθεί η αίτηση, τότε σίγουρα δεν μπορεί κανείς να ομιλεί για υποβολή αίτησης.

Η αιτιολογία των καθ' ων προς θεώρηση του «όρκου», ως ημερομηνία υποβολής της αίτησης, αναφέρθηκε να είναι η πιστοποίηση ελέγχου της παρουσίας του αιτητή στην Κύπρο. Κατ' αρχάς τέτοια αναγκαιότητα δεν απαντάται, αλλά ούτε και τίθεται ως προϋπόθεση, από το Νόμο. Εκείνο που χρειάζεται είναι να ελέγχεται η συμπλήρωση της περιόδου που απαιτείται από τον Τρίτο Πίνακα. Η εισήγηση της κας Χατζηχάννα κατά τις διευκρινίσεις ότι η ημερομηνία της 24.3.05 είναι ορθή, διότι ο Νόμος ομιλεί για ημερομηνία της αίτησης και όχι υποβολή αυτής, δεν είναι αποδεκτή εφόσον ρητά το Άρθρο 111 ομιλεί για υποβολή στον Υπουργό αιτήσεως. Υποβολή, δε, δεν μπορεί να υπάρχει εκτός με την κατάθεση της αίτησης μετά την πληρωμή βεβαίως και του σχετικού τέλους. Όταν δε γίνεται αναφορά στην παρ. 1(α) του Τρίτου Πίνακα σε «ημερομηνία της αίτησης», αυτό δεν μπορεί να ιδωθεί απομονωμένα, αλλά πρέπει να ερμηνευθεί ως «ημερομηνία υποβολής της αίτησης», όπως ακριβώς αναφέρεται στο τέλος της επιφύλαξης της παρ. 1(β) του Τρίτου Πίνακα, όπου γίνεται ρητή αναφορά σε «ημερομηνία υποβολής της αίτησης».

Αν χρειάζεται κάποιος έλεγχος της παρουσίας του αιτητή, αυτό δεν μπορεί να έχει αναφορά στο τυχαίο γεγονός της ημερομηνίας υπογραφής ενώπιον του πρωτοκολλητή. Οι καθ' ων ορθότερο θα ήταν να επιβάλλουν ή να επιζητούν και την κατάθεση της αίτησης από τον αιτητή προσωπικά, ώστε να ελέγχεται η παρουσία και σ' εκείνο το στάδιο. Άλλωστε, εφόσον από το διαβατήριο ή άλλο ταξιδιωτικό έγγραφο δεν καταγράφεται οποιαδήποτε απουσία ενός αιτητή, είναι αυθαίρετη η θέση ότι γίνεται ουσιαστικός έλεγχος της παραμονής του στην Κύπρο, μόνο κατά την πιστοποίηση του πρωτοκολλητή.

Ένα άλλο θέμα που τέθηκε είναι και η αφαίρεση πέντε ημερών από τη διαμονή της αιτήτριας μεταξύ 12.5.99 και 17.5.99, όπως εξάγεται από το σχετικό υπολογισμό του χρόνου διαμονής της αιτήτριας στη Δημοκρατία, που έγινε στις 3.10.07 από τον Κ. Πηλαβά στο σχετικό σημείωμα του προς τη Διευθύντρια, Παράρτημα 20 στην ένσταση. Η κα Χατζηχάννα εισηγήθηκε κατά τις διευκρινίσεις ότι η αφαίρεση αυτής της περιόδου δικαιολογείται απερίφραστα από το φάκελο εφόσον από τα ερυθρά 137 και 138 του Τεκμ. «Α», όντως παρουσιάζεται αναχώρηση της αιτήτριας από τη Δημοκρατία στις 12.5.99 και επιστροφή της στις 17.5.99.

Η αιτήτρια στην αίτηση της για πολιτογράφηση δεν ανέφερε οτιδήποτε σχετικό, αλλά επιχείρησε μετά από ερωτήσεις του Δικαστηρίου κατά την προηγούμενη των διευκρινίσεων δικάσιμο, να εξηγήσει την περίοδο απουσίας ως αναγκαίας λόγω συνοδείας της εργοδότριας της που είναι άτομο με ειδικές ανάγκες και το οποίο για να ταξιδεύσει στο εξωτερικό χρειαζόταν τη δική της φροντίδα. Το εγχείρημα αυτό έλαβε τη μορφή ένορκης δήλωσης που κατατέθηκε στο φάκελο, η οποία όμως δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη από το Δικαστήριο, ως ήδη λέχθηκε στη συνήγορο της αιτήτριας κατά τις διευκρινίσεις, εφόσον δεν ζητήθηκε η προς τούτο προηγούμενη άδεια του Δικαστηρίου για κατάθεση της. Εκείνο, όμως, το οποίο προκύπτει από την αφαίρεση των ημερών αυτών, είναι η παράλειψη οποιασδήποτε διερεύνησης εκ μέρους των καθ' ων, του λόγου για την απουσία της αιτήτριας από τη Δημοκρατία κατά τη διάρκεια των πέντε αυτών ημερών. Οι καθ' ων δεν δικαιολογούνταν, χωρίς να δώσουν την ευκαιρία στην αιτήτρια να εξηγήσει την απουσία αυτή, να αφαιρέσουν απλώς το χρόνο χωρίς καμιά έρευνα και εξέταση των δεδομένων ιδιαίτερα τόσο απομακρυσμένα από τη χρονική περίοδο υποβολής της αίτησης.  Θα έπρεπε πρώτα να εξεταζόταν το πραγματικό υπόβαθρο της απουσίας της αιτήτριας στο εξωτερικό και αφού διαπιστώνονταν τα πραγματικά γεγονότα, τότε θα έπρεπε να είχε γίνει υπαγωγή των στοιχείων στη νομοθετική αναγκαιότητα η διαμονή του αιτητή να συγκεντρώνει τουλάχιστον επτά έτη συνεχούς διαμονής, ως προνοεί η παρ. 1(β) του Τρίτου Πίνακα. Με άλλα λόγια, θα έπρεπε να ληφθεί απόφαση, με ρητή προς τούτο αιτιολογία, κατά πόσο η απουσία της αιτήτριας για μερικές ημέρες το 1999, διέκοπτε τη συγκέντρωση συνολικής επταετούς διαμονής. Αυτό δεν έγινε και επομένως υπάρχει και έλλειψη αιτιολογίας, στην προσβαλλόμενη πράξη.

Ενόψει όλων των πιο πάνω, η προσφυγή επιτυγχάνει με €1.500 έξοδα, πλέον Φ.Π.Α., υπέρ της αιτήτριας και εναντίον των καθ' ων.

Η προσβαλλόμενη πράξη ακυρώνεται βάσει του Άρθρου 146.4(β) του Συντάγματος.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο