ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2009) 4 ΑΑΔ 523

29 Ιουλίου, 2009

[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στής]

ALPINA FARM LTD.,

Αιτητές,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑΣ, ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ

ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ,

Καθ' ων η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 234/2008)

 

Ευρωπαϊκό Κοινοτικό Δίκαιο ― Ο περί της Προστασίας των Ονομασιών Προέλευσης και Γεωγραφικών Ενδείξεων Γεωργικών Προϊόντων και Τροφίμων Νόμος του 2006 (Ν.139(Ι)/06) ―Άρθρα 5, 6 και 39 ― Ερμηνεία ― Περιστάσεις, υπό τις οποίες κρίθηκε ότι εφαρμόστηκαν ορθά στην εξετασθείσα υπόθεση.

Διοικητικό Όργανο ― Συλλογικά όργανα ― Σύνθεση ― Οι απαιτήσεις του Άρθρου 21 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου αρ. 158(Ι)/99 ― Δεν παραβιάστηκαν στην κριθείσα περίπτωση ― Περιστάσεις.

Διοικητικό Δίκαιο ― Αρμοδιότητα ― Η δυνατότητα εκχώρησής της, αλλά με παράλληλη δυνατότητα άσκησής της από το εξουσιοδοτούν όργανο.

Αναθεωρητική Δικαιοδοσία ― Αποκλεισμός της πρωτογενούς κρίσης του Ανωτάτου Δικαστηρίου, καθώς και του ελέγχου της ουσιαστικής τεχνικής κρίσης της διοίκησης.

Ευρωπαϊκό Κοινοτικό Δίκαιο ― Κανονισμός (ΕΚ) 510/2006 ― Περιστάσεις, υπό τις οποίες επικυρώθηκε η εφαρμογή του σε σχέση με τη διαδικασία εγγραφής της ονομασίας «Χαλλούμι/Halloumi» ως Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης (Π.Ο.Π.).

Οι αιτητές προσέφυγαν κατά της ευνοϊκής απόφασης του καθ' ου η αίτηση Υπουργού, ως προς την αίτηση των ενδιαφερομένων για εγγραφή της ονομασίας «Χαλλούμι/Halloumi» ως Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:

1. Την καθίδρυση της Συμβουλευτικής Επιτροπής εν προκειμένω την προβλέπει το Άρθρο 5 του Νόμου 139(Ι)/2006. Είναι πενταμελής και η θητεία των μελών της ορίζεται, με το Άρθρο 6(2), να είναι τετραετής. Πριν τη λήξη της τετραετούς περιόδου, ο Πρόεδρος της Τ. Αντωνίου αντικαταστάθηκε από το Χρ. Φωτίου. Κατά την εισήγηση των αιτητών, παρανόμως, αλλά χωρίς αναφορά και στην επιφύλαξη στο Άρθρο 6(2) του Νόμου, σύμφωνα με την οποία "ο Υπουργός, αν το κρίνει σκόπιμο, μπορεί οποτεδήποτε να ανακαλέσει το διορισμό οποιουδήποτε μέλους".

2. Η μεταβατική διάταξη του Άρθρου 39 του Νόμου δεν μπορεί να ερμηνευθεί ως περιέχουσα τον περιορισμό που εισηγούνται οι αιτητές. Αναφέρεται σε αιτήσεις που υποβλήθηκαν βάσει του Ν. 7(Ι)/2002, όπως αυτός τότε καταργήθηκε, δηλαδή με το Άρθρο 40 του Νόμου, η επίδικη ήταν τέτοια αίτηση και ορθώς εξετάστηκε.

3. Οι καθ' ων η αίτηση και οι ενδιαφερομένοι ορθά εισηγούνται πως η πρόνοια του Άρθρου 21(1) του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου (Ν. 158(Ι)/1999) σύμφωνα με την οποία επιτρέπεται να παρίσταται υπάλληλος που είναι αρμόδιος για την τήρηση πρακτικών, δεν επιβάλλει αριθμητικό περιορισμό. Και παραπέμπουν στις ερμηνευτικές διατάξεις του περί Ερμηνείας Νόμου, Κεφ. 1, σύμφωνα με τις οποίες όπου υπάρχει αναφορά στον ενικό, αυτή περιλαμβάνει και τον πληθυντικό, εκτός αν υπάρχει αντίθετη ρητή διάταξη.

4. Αβάσιμος είναι και ο περαιτέρω ισχυρισμός σε σχέση με την παρουσία της Ε. Μυτιληναίου στις συνεδρίες της 21/9/2007 και 13/11/2007. Στις πιο πάνω συνεδρίες δεν είχε ληφθεί οποιαδήποτε απόφαση, ούτε και έγιναν διαβουλεύσεις. Επομένως, δεν μπορεί να εγείρεται θέμα μη αποχώρησης, πριν από αυτές τις διαβουλεύσεις προς λήψη απόφασης.

5. Προβλήθηκε ως επιπρόσθετος ισχυρισμός, ότι μέλη απόντα στις συνεδρίες 4/9/2007 και 1/11/2007 παρέστησαν στη συνεδρία της 19/12/2007, χωρίς να ενημερωθούν. Στα απουσιάσαντα μέλη όμως, όπως βεβαιώνεται από σχετικό έγγραφο, δόθηκαν τα πρακτικά που αποτελούν, στην περίπτωση, επαρκή ενημέρωση.

6. Αρμόδια Αρχή εν προκειμένω, η οποία, όμως, σύμφωνα με το Άρθρο 4(ι)(ζ) του Νόμου, "δύναται να αναθέτει την εκτέλεση μέρους ή του συνόλου των αρμοδιοτήτων της σε άλλα πρόσωπα ή υπηρεσίες", είναι, σύμφωνα με το Άρθρο 4(α) του Νόμου, ο Υπουργός. Με έγγραφο ημερομηνίας 16/4/2007, ο Υπουργός εξουσιοδότησε το Τμήμα Γεωργίας να ασκεί τις αρμοδιότητες που του ανατίθενται, ως Αρμόδιας Αρχής. Σύμφωνα με το οποίο "οι αρμοδιότητες αυτές θα ασκούνται εκ μέρους μου από το Τμήμα Γεωργίας, χωρίς αυτό να αποκλείει την ενάσκηση οποιασδήποτε από αυτές καθ' οιονδήποτε χρόνο από εμένα προσωπικά". Η εξουσιοδότηση, λοιπόν, όπως αυτή δόθηκε, δεν προσφέρεται ως έρεισμα της εισήγησης περί αποκλειστικότητας ως προς την αρμοδιότητα, πάνω στην οποία δομήθηκε το επιχείρημα των αιτητών.

7. Το Άρθρο 15(2) του Νόμου 139(Ι)/2006 και το Άρθρο 7(3) του Κανονισμού (ΕΚ) 510/2006, είναι σαφές. Δεν ήταν επιτρεπτό να υποβληθεί τέτοιας φύσης ένσταση (ως ο πρώτος λόγος ένστασης που υπέβαλαν οι αιτητές) και ασφαλώς δεν μπορεί να τίθεται θέμα εξέτασης τέτοιου θέματος από το Ανώτατο Δικαστήριο πρωτογενώς. Ουσιαστικά αυτό εκφεύγει της δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Επί θέματος ουσίας, οι περιορισμοί που προβλέπει ο Νόμος και ο αυξημένης ισχύος Κανονισμός, είναι οριστικοί και δεν είναι δυνατό να καταστρατηγηθούν με αναζήτηση εναλλακτικών διόδων για να μετατραπεί σε επιτρεπτό, εκείνο που ρητά καθορίζεται ως μη επιτρεπτό.

8. Το Ανώτατο Δικαστήριο δεν ασκεί διοίκηση, δεν εξετάζει τέτοιας φύσης ζητήματα πρωτογενώς και δεν είναι δυνατό να τίθεται ζήτημα αναθεωρητικού ελέγχου της δράσης της διοίκησης όταν, εκ προϊμίου, όπως ορθά αναγνωρίστηκε, δεν είχε συμπεριληφθεί τέτοιο ζήτημα στα όσα τέθηκαν ενώπιόν της. Παρεμβάλλεται επί του προκειμένου και η πρόνοια του Άρθρου 15(3) του Νόμου, σύμφωνα με την οποία, "ο ενιστάμενος προσδιορίζει ειδικά τους λόγους επί των οποίων βασίζεται η ένσταση του, η οποία πρέπει να συνοδεύεται με πλήρη αποδεικτικά στοιχεία". Το ζήτημα κατά τα λοιπά είναι βεβαίως, τεχνικό, και δεν μπορεί το Ανώτατο Δικαστήριο να διαμορφώσει δική του ανεξάρτητη πρωτογενή κρίση.

9. Οι αιτητές επεκτάθηκαν σε σειρά θεμάτων με την εισαγωγική επεξήγηση, πως ενώ υπέβαλαν περιορισμένους λόγους ένστασης, ειδικά μόνο εκείνους που πίστευαν πως μπορούσαν να προβληθούν ενόψει των Άρθρων 15(2) του Νόμου και 7(3) του Κανονισμού, μπορούν τώρα να επεκταθούν και σε άλλα θέματα, έστω και αν δεν τα πρόβαλαν με την ένστασή τους. Δεν παρέχεται όμως δυνατότητα τέτοιας επέκτασης. Ως προς την ουσία, είναι δυνατό να συζητηθούν θέματα που καλύπτονται από τον προβληθέντα λόγο ένστασης, νοουμένου βέβαια ότι θα ήταν δυνατό να προβληθεί τέτοιος λόγος ένστασης.

          Η ευνοϊκή απόφαση του Υπουργού, για προώθηση της αίτησης καταχώρησης που υπέβαλαν οι ενδιαφερομένοι στην Επιτροπή Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, προς άσκηση των δικών της αρμοδιοτήτων, ήταν νόμιμη.

Η προσφυγή απορρίφθηκε με έξοδα.

Προσφυγή.

Μ. Σπανού, για τους Αιτητές.

Κ. Λυκούργος και Γ. Χατζηχάννα, Δικηγόροι της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.

Ε. Σπυρή για Α. Νεοκλέους, για τα Ενδιαφερόμενα μέρη.

Cur. adv. vult.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Προσβάλλεται η ευνοϊκή απόφαση του Υπουργού Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος (ο Υπουργός), ως της Αρμόδιας Αρχής, για την αίτηση του Συνδέσμου Τυροκόμων Κύπρου (οι ενδιαφερομένοι) για εγγραφή της ονομασίας "Χαλλούμι/Halloumi" ως Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης (ΠΟΠ) προς προώθηση της στην Επιτροπή Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Συναφώς, η απόρριψη της ένστασης που είχαν υποβάλει οι αιτητές.

Προτάθηκε σειρά λόγων ακυρότητας. Αυτοί περιλαμβάνουν θέσεις σε σχέση με το έγκυρο της αίτησης που υποβλήθηκε από τους ενδιαφερομένους, τη συγκρότηση και τη σύνθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, τη διαδικασία που απέληξε στην προσβαλλόμενη απόφαση, την αρμοδιότητα του Υπουργού και, ως προς την ουσία, την κρίση αναφορικά με το βάσιμο της ένστασης που υποβλήθηκε, τις δυνατότητες που παρέχονταν και την τελική θεώρηση πως η απόφαση θα έπρεπε να ήταν ευνοϊκή. Οι αγορεύσεις των μερών και των ενδιαφερομένων είναι πολυσέλιδες, αλλά, πρέπει να σημειώσω, διατυπωμένες με σύστημα που επιτρέπει τις απαραίτητες ταξινομήσεις και, εντέλει, τον προσδιορισμό, κατά τρόπο ευκρινή, των βασικών ζητημάτων που εγείρονται. Αντί, λοιπόν, άλλης εισαγωγής, προτίθεμαι να αναφερθώ στα διατρέξαντα, παράλληλα παραθέτοντας όσα, κατά τους αιτητές, θα πρέπει να οδηγήσουν στην επιτυχία της προσφυγής.

Στις 11/5/2004, μερικές ημέρες μετά την ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, οι ενδιαφερομένοι υπέβαλαν αίτηση για την κατοχύρωση της ονομασίας "Χαλλούμι" ως ΠΟΠ. Η αίτηση υποβλήθηκε δυνάμει του περί Ονομασιών Προέλευσης και Γεωγραφικών Ενδείξεων Γεωργικών Προϊόντων ή Τροφίμων Νόμου του 2002 (Ν. 7(Ι)/2002). Εξετάστηκε η αίτηση αλλά η διαδικασία δε συμπληρώθηκε. Μετά από γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα διαπιστώθηκε πως ήταν απαραίτητη η θέσπιση νέας νομοθεσίας ενόψει του Ευρωπαϊκού Κανονισμού που διήπε το θέμα (ΕΚ2081/1992, όπως αντικαταστάθηκε από τον ΕΚ510/2006, για την Προστασία Γεωγραφικών Ενδείξεων και των Ονομασιών Προέλευσης των Γεωργικών Προϊόντων και των Τροφίμων). Θεσπίστηκε ως νέα εθνική νομοθεσία ο περί της Προστασίας των Ονομασιών Προέλευσης και Γεωγραφικών Ενδείξεων Γεωργικών Προϊόντων και Τροφίμων Νόμος του 2006 (Ν. 139(Ι)/2006) (ο Νόμος). Διορίστηκε η Συμβουλευτική Επιτροπή που προβλέπει το Αρθρο 5 αυτού του Νόμου και εγείρονται από τους αιτητές δύο ζητήματα. Κατά το πρώτο, όπως θα δούμε και στη συνέχεια, ήταν παράνομη η συγκρότηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής. Κατά το δεύτερο, η απόφαση της Συμβουλευτικής Επιτροπής να εξετάσει την αίτηση που υποβλήθηκε δυνάμει της νέας νομοθεσίας, ήταν παράνομη. Η αίτηση ήταν άκυρη.

Η Συμβουλευτική Επιτροπή ζήτησε από τους ενδιαφερομένους συμπληρωματικά στοιχεία, κατέληξε σε θετική προκαταρκτική απόφαση, εξέδωσε πόρισμα και, κατά τα διαλαμβανόμενα στο Αρθρο 13 του Νόμου, στις 2/2/2007 η αίτηση δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας. Ως αίτηση υποβληθείσα δυνάμει του Νόμου και σημειώνω και τη δήλωση των ενδιαφερομένων, ημερομηνίας 30/1/2007, πως αυτή αναθεωρήθηκε/τροποποιήθηκε ώστε να ικανοποιεί τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 510/2006 (ο Κανονισμός) και το Νόμο.

Οι αιτητές, επικαλούμενοι έννομο συμφέρον ως παραγωγοί γάλακτος από αίγες Αλπίνα, υπέβαλαν εμπροθέσμως ένσταση, σύμφωνα με το Άρθρο 15(1) του Νόμου. Στις 16/4/2007 τέθηκε θέμα αλλαγής στη συγκρότηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, πράγματι αντικαταστάθηκε ο Πρόεδρος της με συνακόλουθη μια ακόμα εσωτερική αλλαγή, και η διαδικασία επαναλήφθηκε. Εκδόθηκε στις 20/4/2007 νέο πόρισμα, προκαταρκτικά θετικό και αυτό, και ακολούθησε νέα δημοσίευση της αίτησης στις 4/5/2007. Όπως έχω σημειώσει, οι αιτητές θέτουν συναφώς θέμα σε σχέση με τη συγκρότηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής. Όπως εισηγούνται, παρανόμως αντικαταστάθηκε ο Πρόεδρός της. Επίσης θέτουν θέμα σε σχέση με τη σύνθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής. Ειδικά, κατά τη συνεδρία της ημερ. 20/4/2007 με τον ισχυρισμό πως παρανόμως ορίστηκαν τρία πρόσωπα αντί ένας για την τήρηση πρακτικών.

Οι αιτητές δεν υπέβαλαν, όπως θα μπορούσαν, νέα ένσταση, τους ζητήθηκαν συμπληρωματικά στοιχεία, ανταποκρίθηκαν και οι ενδιαφερομένοι κατέθεσαν, εμπροθέσμως όπως τελικά δέχονται οι αιτητές, την προβλεπόμενη από το Αρθρο 15(6) του Νόμου αντέκθεσή τους. Αναφέρονται σ' αυτήν οι λόγοι για τους οποίους, κατά την άποψή τους, η ένσταση των αιτητών θα έπρεπε να απορριφθεί, αλλά, ενόψει ορισμένης αναφοράς στην ένσταση, υποστήριξαν πως κακώς εκλήφθηκε ότι, με την αίτησή τους, απέκλειαν το γάλα από πρόβατα Χίου και αίγες Δαμασκού. Όμως, "για σκοπούς διευκόλυνσης για σωστή ερμηνεία της περιγραφής" ζήτησαν να θεωρηθεί ότι η αίτηση τους ρητά δεν εξαιρεί αυτό το γάλα. Είναι η εισήγηση των αιτητών πως αυτή η τροποποίηση, όπως τη θεωρούν, και όπως τελικά έγινε δεκτή, ήταν τελικά παράνομη. Δεν παρεχόταν περιθώριο αλλαγής της αίτησης.

Οι ενστάσεις και η αντέκθεση εξετάστηκαν σε διαδοχικές συνεδρίες της Συμβουλευτικής Επιτροπής και εκδόθηκε πόρισμα, ευνοϊκό για την αίτηση, στις 20/12/2007. Θεωρούν οι αιτητές πως ολόκληρη η διαδικασία και η τελική απόφαση απολήγουν άκυρες επειδή, κατά τις συνεδρίες της 21/9/2007 και 13/11/2007, παρευρισκόταν η κα Ε. Μυτιληναίου. Το επιχείρημα είναι πως, όσο και αν ως ειδικός είχε δικαίωμα να παρίσταται, θα έπρεπε να είχε αποχωρήσει.

Η Συμβουλευτική Επιτροπή διαπίστωσε πως δεν είχαν ενημερωθεί οι αιτητές και άλλοι που υπέβαλαν ένσταση, για τα πιο πάνω. Ενημερώθηκαν, λοιπόν, οι ενιστάμενοι για τη δυνατότητα τροποποίησης της ένστασης τους και οι αιτητές, μετά από αλληλογραφία που μεσολάβησε, υπέβαλαν το έγγραφο τους ημερομηνίας 24/1/2008. Σ' αυτό διατυπώνουν κατ' αρχάς το παράπονο πως η προθεσμία των τριών ημερών που τους δόθηκε ήταν ανεπαρκής και επαναφέρουν αυτό το ζήτημα ως λόγο ακυρότητας της προσβαλλόμενης απόφασης. Κατά τα άλλα, ως προς την ουσία, θεωρούν πως κακώς εκλήφθηκε πως δεν είχαν υποβάλει ένσταση, ειδικά σε σχέση με την περίπτωση του γάλακτος από πρόβατα Χίου και αίγες Δαμασκού. Ορθή θεώρηση του ζητήματος θα έπρεπε να είχε οδηγήσει σε αντίθετο συμπέρασμα, και, συνεπώς, θα έπρεπε να συνέλθει η Συμβουλευτική Επιτροπή και να εκδώσει νέο πόρισμα. Παράλειψη η οποία, κατά την εισήγησή τους, συνιστά λόγο ακυρότητας.

Το πόρισμα της Συμβουλευτικής Επιτροπής υποβλήθηκε στον Υπουργό ως την Αρμόδια Αρχή. Ο Υπουργός απέρριψε την ένσταση των αιτητών, όπως και τις άλλες που είχαν υποβληθεί, και κατέληξε στην προσβαλλόμενη απόφαση, όπως αυτή δημοσιεύτηκε στις 22/2/2008 στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας. Οι αιτητές εγείρουν θέματα σε σχέση με την ουσία της απόφασης κατά διασύνδεση και προς το πόρισμα της Συμβουλευτικής Επιτροπής. Επιπλέον, όμως, αμφισβητούν και την αρμοδιότητα του Υπουργού. Θεωρούν πως αφού προηγουμένως είχε εκχωρήσει τις εξουσίες του στο Τμήμα Γεωργίας, δεν μπορούσε πλέον να αναλάβει ο ίδιος αρμοδιότητα.

Στους ισχυρισμούς αναφορικά με όσα θα μπορούσε να ταξινομηθούν ως η ουσία, δηλαδή στους ουσιαστικούς λόγους που οδήγησαν στη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης, θα αναφερθώ μετά, σε ξεχωριστό κεφάλαιο. Ό,τι ακολουθεί τώρα αφορά στους λόγους ακυρότητας που συνδέθηκαν με τη διαδικασία και τα άλλα που οδήγησαν στη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης.

Η συγκρότηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής.

Την καθίδρυση της Συμβουλευτικής Επιτροπής την προβλέπει το Αρθρο 5 του Νόμου. Είναι πενταμελής και η θητεία των μελών της ορίζεται, με το Αρθρο 6(2), να είναι τετραετής. Πριν τη λήξη της τετραετούς περιόδου, ο Πρόεδρος της Τ. Αντωνίου αντικαταστάθηκε από το Χρ. Φωτίου. Κατά την εισήγηση, παρανόμως έγινε η αντικατάσταση αφού δεν επιτρέπεται η παύση μελών συλλογικού οργάνου πριν τη λήξη της θητείας τους. Οι αιτητές εκλαμβάνουν πως θα ήταν δυνατό, στο πλαίσιο αυτής της διαδικασίας, να ελεγχθεί το κύρος της παύσης, όπως τη θεωρούν, του Τ. Αντωνίου. Όταν δεν είχε ασκηθεί προσφυγή κατά του κύρους της. Αυτό, όμως, χωρίς οποιασδήποτε μορφής τεκμηρίωση με αναφορά στις αρχές που διέπουν το θέμα. Περαιτέρω, χωρίς αναφορά και στην επιφύλαξη στο Αρθρο 6(2) του Νόμου, σύμφωνα με την οποία "ο Υπουργός, αν το κρίνει σκόπιμο, μπορεί οποτεδήποτε να ανακαλέσει το διορισμό οποιουδήποτε μέλους". Αυτά θα ήταν αρκετά αλλά και τα πιο κάτω αφαιρούν κάθε υπόβαθρο από την εισήγηση. Την ανάγκη για την αντικατάσταση την επισήμανε ο ίδιος ο Τ. Αντωνίου με το έγγραφο του ημερομηνίας 16/4/2007. Ήταν επικείμενη η προαφυπηρετική του άδεια και η αντικατάσταση του ήταν αμέσως αναγκαία για να αποφευχθούν επαναλήψεις. Ουσιαστικά, όπως ορθά εισηγούνται οι καθ'ων η αίτηση και οι ενδιαφερομένοι, ήταν είδος παραίτησης ή, έστω, αιτήματος απαλλαγής του από αυτό το καθήκον, που συνοδεύτηκε, μάλιστα, και με εισήγηση για τον κ. Φωτίου, ως τον αντικαταστάτη του.

Το κύρος της αίτησης των ενδιαφερομένων και η δυνατότητα εξέτασης της δυνάμει του Νόμου.

Όταν διαπιστώθηκε πως θα έπρεπε να θεσπιστεί νέα εθνική νομοθεσία και αφού θεσπίστηκε ο Νόμος, όλα όσα έγιναν, μετά την αίτηση των ενδιαφερομένων στις 11/5/2006, παραμερίστηκαν. Θεωρήθηκε συναφώς πως, πλέον, η αίτηση θα έπρεπε να εξεταστεί δυνάμει του Νόμου. Ορθώς, όπως εισηγούνται οι καθ'ων η αίτηση και οι ενδιαφερομένοι, ενόψει του Άρθρου 39 του Νόμου, σύμφωνα με το οποίο, με παράτιτλο που αναφέρεται στο Ν. 7(Ι)/2002, "οποιεσδήποτε εκκρεμούσες αιτήσεις για ονομασία προέλευσης και γεωγραφική ένδειξη, έχουν υποβληθεί βάσει του περί Ονομασιών Προέλευσης και Γεωγραφικών Ενδείξεων Γεωργικών Προϊόντων ή Τροφίμων Νόμου υπόκεινται σε εξέταση δυνάμει του παρόντος Νόμου". Παρανόμως, όπως εισηγούνται οι αιτητές, γιατί το Αρθρο 39 πρέπει να ερμηνευθεί ως αναφερόμενο σε εκκρεμούσες αιτήσεις που ήταν νόμιμες. Ενώ, εν προκειμένω, ο Ν. 7(Ι)/2002, μετά την ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, συγκρουόταν προς το Κοινοτικό Δίκαιο και ήταν αυτομάτως ανίσχυρος. Οπότε και η αίτηση που υποβλήθηκε δυνάμει τούτου, ήταν άκυρη. Δεν μπορώ να συμφωνήσω. Η μεταβατική διάταξη του Αρθρου 39 δεν μπορεί να ερμηνευθεί ως περιέχουσα τέτοιας φύσης περιορισμό. Αναφέρεται σε αιτήσεις που υποβλήθηκαν βάσει του Ν. 7(Ι)/2002 όπως αυτός τότε καταργήθηκε, δηλαδή με το Αρθρο 40 του Νόμου, η επίδικη ήταν τέτοια αίτηση και ορθώς εξετάστηκε. Σημειώνω εν πάση περιπτώσει και τα ακόλουθα: Έγινε νέα δημοσίευση της αίτησης μετά από προσαρμογές ώστε να εναρμονίζεται στο Νόμο και, στην ουσία, ό,τι αποτέλεσε το αντικείμενο ήταν η αίτηση όπως εντέλει δημοσιεύτηκε. Δυνάμει, πλέον, του Νόμου που ρυθμίζει το θέμα.

Η σύνθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής

Το πρόβλημα, όπως διευκρινίστηκε, προκύπτει ως ακολούθως: Στο πρακτικό της συνεδρίας της Συμβουλευτικής Επιτροπής ημερομηνίας 20/4/2007 σημειώνονται ως παριστάμενοι για την τήρηση πρακτικών, τρία πρόσωπα. Κατά την εισήγηση, όμως, ένας θα ήταν δυνατό να παρίσταται με τέτοιο καθήκον. Οι καθ'ων η αίτηση και οι ενδιαφερομένοι εισηγούνται πως η πρόνοια του Αρθρου 21(1) του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου (Ν. 158(Ι)/1999) σύμφωνα με την οποία, κατ' απόδοση της νομολογίας μας, επιτρέπεται να παρίσταται υπάλληλος που είναι αρμόδιος για την τήρηση πρακτικών, δεν επιβάλλει τέτοιας φύσης περιορισμό. Και παραπέμπουν στις ερμηνευτικές διατάξεις του περί Ερμηνείας Νόμου, Κεφ. 1, σύμφωνα με τις οποίες όπου υπάρχει αναφορά στον ενικό αυτή περιλαμβάνει και τον πληθυντικό εκτός αν υπάρχει αντίθετη ρητή διάταξη ή κάποια αναφορά στο κείμενο ασυμβίβαστη προς τέτοια ερμηνεία. Δεν έχει προταθεί και πολύ λιγότερο τεκμηριωθεί τέτοιας μορφής ασυμβίβαστη πρόνοια και δεν έχω ικανοποιηθεί ότι συντρέχει ο προταθείς λόγος ακυρότητας.

Αβάσιμος είναι και ο περαιτέρω ισχυρισμός σε σχέση με την παρουσία της Ε. Μυτιληναίου στις συνεδρίες της 21/9/2007 και 13/11/2007. Σε αυτές τις συνεδρίες η Ε. Μυτιληναίου, που προηγουμένως περιλήφθηκε στις υπαλλήλους στους οποίους ανατέθηκε η τήρηση των πρακτικών, συμμετέσχε στη συνεδρίαση χωρίς, όπως είναι το επιχείρημα, να είχε αποχωρήσει, όπως επιβάλλει η νομολογία που κωδικοποιήθηκε με το Αρθρο 21(2) του Ν. 158(Ι)1999, "πριν από τις διαβουλεύσεις για λήψη απόφασης". Οι καθ'ων η αίτηση και οι ενδιαφερομένοι παραπέμπουν στο Αρθρο 13(4) του Νόμου σύμφωνα με το οποίο η Συμβουλευτική Επιτροπή "δύναται, όπου θεωρεί τούτο χρήσιμο, να ζητήσει απόψεις από αρμόδιες κυβερνητικές ή μη υπηρεσίες και ειδικούς για την εξέταση ειδικών θεμάτων που προκύπτουν από την αίτηση καταχώρησης". Οι αιτητές δεν διαφωνούν πως η Ε. Μυτιληναίου θα μπορούσε να ήταν τέτοιο πρόσωπο, αλλά επιμένουν πως το πιο πάνω άρθρο δεν καλύπτει την περίπτωση. Δεν νομίζω πως χρειάζεται να με απασχολήσει αυτό το θέμα. Η εναλλακτική εισήγηση των καθ'ων η αίτηση και των ενδιαφερομένων είναι βάσιμη. Στις πιο πάνω συνεδρίες δεν είχε ληφθεί οποιαδήποτε απόφαση ούτε και έγιναν διαβουλεύσεις από την ίδια τη Συμβουλευτική Επιτροπή προς τέτοια κατεύθυνση. Επομένως, δεν μπορεί να εγείρεται θέμα μη αποχώρησης πριν από αυτές τις διαβουλεύσεις προς λήψη απόφασης. Οι συνεδρίες γίνονταν με προοπτική την έκδοση του προβλεπόμενου από το Νόμο πορίσματος και αυτό εκδόθηκε, στο πλαίσιο νέας συνεδρίας, που πραγματοποιήθηκε χωρίς τέτοιες παρουσίες. Οι αιτητές, κατά τις διευκρινίσεις, ενόψει αυτού του επιχειρήματος, διάβασαν ξανά τα πρακτικά της 13/11/2007. Και επειδή στην ολίγων γραμμών αναφορά στη δική τους ένσταση και δύο άλλων η Συμβουλευτική Επιτροπή ανέφερε πως "συμφώνησε ορισμένες τροποποιήσεις στα τρία υπό αναφορά πορίσματα", υποστήριξαν πως έχουμε απόφαση που λήφθηκε στην παρουσία της Ε. Μυτιληναίου. Χωρίς να είχαν προηγουμένως συγκεκριμενοποιήσει με τέτοιο τρόπο την εισήγηση τους, και παραγνωρίζοντας πως, ούτως ή άλλως, μετά την τροποποίηση τα πέντε πορίσματα, όπως αναφέρεται, θα αποστέλλονταν στα μέλη της Επιτροπής. Όπως προκύπτει για να ακολουθήσει η τελική διαδικασία για την έγκριση τους. Και, πάντως, χωρίς καν να γνωρίζουμε τη φύση και συνακολούθως την όποια σημασία των τροποποιήσεων ώστε να είναι δυνατή και η διασύνδεση του θέματος προς ό,τι ακολούθησε.

Προβλήθηκε ως επιπρόσθετος ισχυρισμός ότι μέλη απόντα στις συνεδρίες 4/9/2007 και 1/11/2007 παρέστησαν στη συνεδρία της 19/12/2007 χωρίς να ενημερωθούν. Κατά τις διευκρινίσεις, ενώ έγινε εκτεταμένη αναφορά στα προβλήματα κατά τη συνεδρία, δεν έγινε αναφορά σε αυτό το ζήτημα και η εντύπωση είναι πως εγκαταλείφθηκε. Εν πάση περιπτώσει, η σύντομη απάντηση σ' αυτό, χωρίς να χρειάζεται οτιδήποτε άλλο, όπως ορθά εισηγούνται οι καθ'ων η αίτηση και οι ενδιαφερομένοι, παρέχεται από το γεγονός ότι στα απουσιάσαντα μέλη, όπως βεβαιώνεται από σχετικό έγγραφο, δόθηκαν τα πρακτικά που αποτελούν, στην περίπτωση, επαρκή ενημέρωση.

Τα πρόβατα Χίου, οι αίγες Δαμασκού και ο χειρισμός που έγινε.

Υποτίθεται ότι έγινε τροποποίηση της αίτησης για καταχώρηση, ανεπίτρεπτη κατά τους αιτητές, ώστε αυτή να περιλαμβάνει και γάλα από πρόβατα Χίου και αίγες Δαμασκού. Οπότε, εν πάση περιπτώσει, θα έπρεπε να είχε συνταχθεί νέο πόρισμα. Συναφώς υποστηρίζεται πως η δυνατότητα που δόθηκε στους αιτητές για τυχόν τροποποιήσεις στην ένσταση τους μόνο μέσα σε τρεις μέρες, ήταν ανεπαρκής. Και πως, εντέλει, λανθασμένα θεωρήθηκε ότι οι ίδιοι δεν υπέβαλαν νέα ένσταση, με όλα τα συνεπακόλουθα. Το παράξενο είναι πως οι αιτητές, με την ένσταση τους όπως εξ αρχής την υπέβαλαν, υποστήριζαν πως δεν θα έπρεπε να αποκλειστεί το γάλα από τα πρόβατα Χίου και τις αίγες Δαμασκού. Αυτό δε, παρά το ότι δεν διεκδικούσαν νομιμοποίηση λόγω παραγωγής τέτοιου γάλακτος από τους ίδιους. Οι ίδιοι δεν είχαν οποιαδήποτε σχέση με πρόβατα Χίου ή αίγες Δαμασκού. Ας μην προχωρήσουμε όμως στη βάση πως το θέμα δεν τους αφορούσε. Για να δούμε το θέμα στη βάση των νομοτυπικών, όπως τα επικαλούνται. Θεωρούν πως είχαν υποβάλει ένσταση και πως υπό αυτό το δεδομένο άλλη θα έπρεπε να ήταν η διαδικασία. Όμως, ουδέποτε διαφωνούσαν με τη συμπερίληψη στην αίτηση και του γάλακτος από τα πιο πάνω ζώα. Δεν υπέβαλαν λοιπόν ένσταση σε σχέση με την τροποποίηση όπως την επικαλούνται. Η οποία, μάλιστα, ευλόγως δεν ταξινομήθηκε ως τροποποίηση καν αφού και οι ενδιαφερομένοι και η Συμβουλευτική Επιτροπή και ο Υπουργός στη συνέχεια, τη θεώρησαν, με αναφορά στο αρχικό κείμενο της αίτησης, ως είδος ερμηνευτικής διευκρίνισης για να αποδοθεί καλύτερα η αληθινή σημασία του κειμένου, όπως το έθεσαν, "προς διευκόλυνση της ορθής ερμηνείας του κειμένου". Κάτω από αυτές τις συνθήκες, δεν μπορώ να δεχθώ και το επιχείρημα αναφορικά με την προθεσμία των τριών ημερών. Σημειώνω κατ' αρχάς την επισήμανση των καθ'ων η αίτηση και των ενδιαφερομένων πως τα παράπονα τους γι' αυτήν τα υπέβαλαν μαζί με το έγγραφο τους που λέγουν ότι περιλαμβάνει την ένσταση τους, χωρίς να είχαν ζητήσει παράταση. Μετά, επαναλαμβάνω, η υποτιθέμενη ένσταση θα έπρεπε να αναφέρεται στο ότι δεν θα εξαιρείτο το γάλα από τα πιο πάνω ζώα, που ήταν εξ αρχής η δική τους θέση, την οποία και διατήρησαν. Ό,τι περαιτέρω ανέφεραν στο έγγραφο τους που ονομάζουν ένσταση, στην ουσία, αποτελεί επανάληψη των λόγων για τους οποίους, όπως εξ αρχής υποστήριζαν, δεν θα έπρεπε να εξαιρεθεί το δικό τους γάλα από τις αίγες Αλπίνα.

Η εκχώρηση.

Αρμόδια Αρχή, η οποία, όμως, σύμφωνα με το Αρθρο 4(ι)(ζ) του Νόμου, "δύναται να αναθέτει την εκτέλεση μέρους ή του συνόλου των αρμοδιοτήτων της σε άλλα πρόσωπα ή υπηρεσίες", είναι, σύμφωνα με το Αρθρο 4(α) του Νόμου, ο Υπουργός. Με έγγραφο ημερομηνίας 16/4/2007, ο Υπουργός εξουσιοδότησε το Τμήμα Γεωργίας να ασκεί τις αρμοδιότητες που του ανατίθενται, ως Αρμόδιας Αρχής. Εντούτοις, εν προκειμένω, την τελική απόφαση επί των ενστάσεων και της αίτησης την πήρε ο Υπουργός. Οι αιτητές, κατ' αρχάς, υποστηρίζουν πως αυτή η εκχώρηση δεν θα έπρεπε να θεωρηθεί σύννομη αφού "το Τμήμα Γεωργίας, κατά την άποψη μας, δεν αποτελεί ούτε πρόσωπο ούτε υπηρεσία και δεν είναι δικαιούχος εκδοχέας". Οπότε η προκαταρκτική εξέταση που εκείνο έκαμε ήταν άκυρη και συνεπώς άκυρη και όλη η διαδικασία που ακολούθησε. Τελικά, όμως, βάλλουν και κατά της άσκησης της αρμοδιότητας από τον Υπουργό. Εναλλακτικά όπως εξηγούν. Παρανόμως, εισηγούνται οι αιτητές, αναμίχθηκε ο Υπουργός αφού πλέον την αρμοδιότητα την είχε, ενόψει της εκχώρησης που έγινε, μόνο το Τμήμα Γεωργίας. Ο ισχυρισμός πως το Τμήμα Γεωργίας δεν είναι υπηρεσία με την έννοια του Νόμου, δεν περιλήφθηκε στα προβλήματα όπως αυτά εξειδικεύθηκαν κατά τις διευκρινίσεις. Εν πάση όμως περιπτώσει είναι εντελώς ατεκμηρίωτος και δεν μπορώ να τον δεχτώ. Κατά τα άλλα, όπως ορθά υποδεικνύουν οι καθ'ων η αίτηση και οι ενδιαφερομένοι, η εισήγηση παραγνωρίζει τη δεύτερη παράγραφο της εξουσιοδότησης. Σύμφωνα με την οποία "οι αρμοδιότητες αυτές θα ασκούνται εκ μέρους μου από το Τμήμα Γεωργίας, χωρίς αυτό να αποκλείει την ενάσκηση οποιασδήποτε από αυτές καθ' οιονδήποτε χρόνο από εμένα προσωπικά". Η εξουσιοδότηση, λοιπόν, όπως αυτή δόθηκε, δεν προσφέρεται ως έρεισμα της εισήγησης περί αποκλειστικότητας ως προς την αρμοδιότητα, πάνω στην οποία δομήθηκε το επιχείρημα των αιτητών.

Η oυσία.

Αναγνωρίστηκε στους αιτητές, ως παραγωγών γάλακτος από αίγες Αλπίνα, τις οποίες εισήγαγαν στην Κύπρο το 2002, το οποίο χρησιμοποιείτο και για την παρασκευή χαλλουμιού, το απαραίτητο έννομο συμφέρον στην υποβολή ένστασης (βλέπε Άρθρο 15(1) του Νόμου). Εξετάστηκαν, επομένως, ένας προς ένας, οι λόγοι ένστασης που πρόβαλαν. Ο κυριότερος από τους οποίους, όπως και οι ίδιοι εξηγούν στις αγορεύσεις τους, αφορούσε στη δυνατότητα ή στο ευλόγως επιτρεπτό της επιβολής περιορισμού, όπως διαλάμβανε η αίτηση για καταχώρηση που υπέβαλαν οι ενδιαφερομένοι, με αναφορά στις φυλές των αιγοπροβάτων, το γάλα των οποίων θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για την παρασκευή χαλλουμιού. Αποτέλεσμα του οποίου ήταν η αποδοχή πως το γάλα από τα αιγοπρόβατα, δεν θα έπρεπε να προέρχεται από αίγες Αλπίνα. Το ζήτημα συζητήθηκε σε περισσότερα από ένα επίπεδα τα οποία και θα εξετάσω, ακολουθώντας τη σειρά στο πόρισμα και στην απόφαση του Υπουργού. Επειδή δε δεν τίθεται ζήτημα αναντιστοιχίας μεταξύ του πορίσματος και της απόφασης του Υπουργού, για να αποφευχθούν επαναλήψεις, μετά την παράθεση των λόγων ένστασης που προβλήθηκαν όπως αυτοί καταγράφονται στο πόρισμα, θα αναφέρομαι στην τελική κρίση του Υπουργού, ακριβώς με αναφορά στον κάθε ένα από αυτούς, εκτός όπου δικαιολογείται να αναφερθώ και στο πόρισμα.

Οι ισχυρισμοί των αιτητών ταξινομήθηκαν στο πόρισμα ως δύο λόγοι ένστασης, ο πρώτος με τέσσερις υποδιαιρέσεις, (α), (β), (γ) και (δ).

Πρώτος λόγος ένστασης, (α):

Οι περιορισμοί των φυλών παραβιάζουν το ισχύον σήμερα πρότυπο για το Χαλλούμι το οποίο αποτελεί μέρος της εθνικής μας νομοθεσίας και/ή παραβιάζουν το Άρθρο 4 του Κανονισμού.

Με τον περί Κυπριακών Προτύπων και Ελέγχου Ποιότητας (Καθορισμένα Πρότυπα - Δέκατη Σειρά) Κανονισμό του 1985 (Κ.Δ.Π. 195/85 - βλέπε σχετικά και το Άρθρο 28(3) του Ν. 156(Ι)/2002), καθορίστηκε πρότυπο για το Χαλλούμι και σ' αυτό δεν περιλαμβανόταν περιορισμός με αναφορά στις φυλές των αιγοπροβάτων από τα οποία θα προερχόταν το γάλα. Το Άρθρο 4(1) του Κανονισμού προβλέπει ότι για να είναι επιλέξιμο ένα προϊόν για ΠΟΠ, πρέπει να είναι σύμφωνο με τις προδιαγραφές του, οι οποίες ορίζεται να περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα αναφερόμενα στην παράγραφο 2. Μεταξύ των οποίων, όπως αναφέρεται στην υποπαράγραφο (θ), και "τυχόν απαιτήσεις που προβλέπονται από κοινοτικές ή εθνικές διατάξεις". Ήταν, συνεπώς, η θέση των αιτητών πως η αίτηση για καταχώρηση έπρεπε να απορριφθεί, γιατί, ακριβώς, η νομοθετική ρύθμιση στην Κύπρο αναφορικά με το πρότυπο, ήταν τέτοια εθνική διάταξη.

Η απόφαση του Υπουργού σε σχέση με το πρότυπο που προβαλλόταν ως ο πρώτος λόγος για τον οποίο υποστηρίχθηκε πως ήταν παράνομοι και αδικαιολόγητοι οι περιορισμοί στις φυλές των αιγοπροβάτων, ήταν η ακόλουθη:

"Πρώτον, υποστηρίζετε ότι οι εν λόγω περιορισμοί παραβιάζουν το πρότυπο για το Χαλλούμι το οποίο αποτελεί μέρος της εθνικής μας νομοθεσίας (και δεν προσδιορίζει οποιαδήποτε φυλή αίγας ή προβάτου για την παραγωγή γάλακτος για την παρασκευή Χαλλουμιού) και/ή παραβιάζουν το Άρθρο 4 του Κανονισμού (ΕΚ) 510/2006, αφού το πρότυπο αποτελεί εθνική διάταξη (με βάση το Άρθρο 4(2)(θ) του εν λόγω Κανονισμού).

Αφού τόσο το Άρθρο 5(5) δεύτερο εδάφιο του Κανονισμού (ΕΚ) 510/2006 όσο και το Άρθρο 15(2) της Εθνικής Νομοθεσίας καθορίζουν ότι η ένσταση που υποβάλλεται πρέπει να στηρίζεται σε ένα τουλάχιστον από τα κριτήρια που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του Άρθρου 7 του Κανονισμού (ΕΚ) 510/2006, επομένως, λόγοι ενστάσεων οι οποίοι βασίζονται σε άλλα κριτήρια από αυτά που αναφέρονται στο Άρθρο 7 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτοί."

Σύμφωνα με το Αρθρο 15(2) του Νόμου, "η ένσταση υποβάλλεται στην Αρμόδια Αρχή με την καταβολή τέλους και πρέπει να στηρίζεται σε ένα τουλάχιστον από τα κριτήρια που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του Άρθρου 7 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006". Το δε Άρθρο 7(3) του Κανονισμού, προβλέπει ως ακολούθως:

"Γίνονται δεκτές μόνον οι δηλώσεις ένστασης οι οποίες παραλαμβάνονται στην Επιτροπή εντός της προθεσμίας που καθορίζεται στην παράγραφο 1 και οι οποίες:

α) δεικνύουν την μη τήρηση των όρων που αναφέρονται στο Αρθρο 2· ή

β) δεικνύουν ότι η καταχώριση του προτεινόμενου ονόματος είναι αντίθετη με τις παραγράφους 2, 3 και 4 του Αρθρου 3· ή

γ)  δεικνύουν ότι η καταχώριση της προτεινόμενης ονομασίας θα έβλαπτε την ύπαρξη μιας πλήρως ή μερικώς ταυτόσημης ονομασίας ή ενός εμπορικού σήματος ή την ύπαρξη προϊόντων τα οποία κυκλοφορούσαν νομίμως στην αγορά επί πέντε τουλάχιστον έτη πριν από την ημερομηνία δημοσίευσης που αναφέρεται στο Αρθρο 6 παράγραφος 2· ή

δ) παρέχουν στοιχεία τα οποία επιτρέπουν να συναχθεί το συμπέρασμα ότι η ονομασία της οποίας ζητείται η καταχώριση είναι κοινή κατά την έννοια του Άρθρου 3 παράγραφος 1."

Προκύπτει πως, πράγματι, αυτός ο λόγος ένστασης, ερειδόμενος στο Άρθρο 4 του Κανονισμού, δεν εμπίπτει στα αναφερόμενα στο Άρθρο 7(3) ώστε να ήταν παραδεκτή η προβολή του. Οι αιτητές όμως επαναφέρουν το θέμα. Είναι συναφώς η άποψη τους πως και σ' αυτή την περίπτωση, δεν υπάρχει κώλυμα στη συζήτηση του στο πλαίσιο της προσφυγής τους στο Ανώτατο Δικαστήριο. Όπως υποστηρίζουν, ο περιορισμός αφορά στη διοικητική διαδικασία. Αδυναμία προβολής τέτοιου λόγου ένστασης και συνακολούθως αδυναμία της διοίκησης να ασχοληθεί με τέτοιο θέμα, δεν σημαίνει και αδυναμία προβολής στο Ανώτατο Δικαστήριο όποιων λόγων ακυρότητας έχουν στο πλαίσιο του Άρθρου 146 του Συντάγματος. Οι καθ' ων η αίτηση ανέπτυξαν και επιχειρήματα σε σχέση με την έννοια και λειτουργία του Άρθρου 4(2)(θ) του Κανονισμού. Θεωρούν πως η ύπαρξη του προτύπου δεν εμποδίζει απόφαση όπως η επίδικη αφού είναι διαφορετικός ο στόχος και τα προαπαιτούμενα για την κατοχύρωση ΠΟΠ. Δεν χρειάζεται, όμως, να επεκταθώ σε αυτά. Αναγνώρισαν και οι ίδιοι πως θα ήταν έργο της διοίκησης η διαμόρφωση άποψης και πως, αν όντως το ζήτημα θα έπρεπε να είχε εξεταστεί από τη Συμβουλευτική Επιτροπή και τον Υπουργό, θα στοιχειοθετείται λόγος ακυρότητας. Οπότε, υποστήριξαν την αιτιολογική σκέψη στην προσβαλλόμενη απόφαση όπως την παρέθεσα. Με την επισήμανση πως θα ήταν αδιανόητο να εξετάσει το Ανώτατο Δικαστήριο εκείνο που δεν επιτρεπόταν να προβληθεί, με την προοπτική να αποφανθεί το ίδιο, πρωτογενώς, επί του θέματος.

Συμφωνώ με την εισήγηση των καθ'ων η αίτηση και των ενδιαφερομένων. Το Άρθρο 15(2) του Νόμου και το Άρθρο 7(3) του Κανονισμού, είναι σαφή. Δεν ήταν επιτρεπτό να υποβληθεί τέτοιας φύσης ένσταση και ασφαλώς δεν μπορεί να τίθεται θέμα εξέτασης τέτοιου θέματος από το Ανώτατο Δικαστήριο πρωτογενώς. Ουσιαστικά αυτό εκφεύγει της δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Ασφαλώς το Ανώτατο Δικαστήριο μπορεί να εξετάσει ισχυρισμούς για λόγους ακυρότητας στο πλαίσιο της δικαιοδοσίας του όπως αυτή καθορίζεται στο Άρθρο 146 του Συντάγματος και ήδη εξέτασα τέτοιους ισχυρισμούς, αναφερόμενους στη διαδικασία παραγωγής της προσβαλλόμενης απόφασης. Επί θέματος ουσίας, όμως, οι περιορισμοί που προβλέπει ο Νόμος και ο αυξημένης ισχύος Κανονισμός, είναι οριστικοί και δεν είναι δυνατό να καταστρατηγηθούν με αναζήτηση εναλλακτικών διόδων για να μετατραπεί σε επιτρεπτό εκείνο που ρητά καθορίζεται ως μη επιτρεπτό.

Πρώτος λόγος ένστασης, (β):

"Η καταχώρηση του Χαλλουμιού ως ΠΟΠ με την υφιστάμενη προδιαγραφή ως προς τις φυλές/πρώτες ύλες θα έβλαπτε την ύπαρξη του αιγοπρόβειου γάλακτος που προέρχεται από τις αποκλεισθείσες φυλές και/ή του Χαλλουμιού που παράγεται από αυτό το γάλα και τα οποία κυκλοφορούν νόμιμα στην αγορά για δεκαετίες, εντός της έννοιας του Αρθρου 7(3)(γ) του Καν. (ΕΚ) 510/2006 ο οποίος τυγχάνει εφαρμογής βάσει του Αρθρου 15(2) του Ν. 139(Ι)//2006 και αναφέρει ότι: "η ένσταση δεικνύει ότι η καταχώρηση της προτεινόμενης ονομασίας θα έβλαπτε την ύπαρξη μιας πλήρως ή μερικώς ταυτόσημης ονομασίας ή ενός εμπορικού σήματος ή την ύπαρξη προϊόντων τα οποία κυκλοφορούσαν νομίμως στην αγορά επί πέντε τουλάχιστον έτη πριν από την ημερομηνία δημοσίευσης που αναφέρεται στο Αρθρο 6 παράγραφος 2 ή ..."

Οι αιτητές δεν πρόβαλαν αυτή την ένσταση με τον ισχυρισμό πως οι ίδιοι παρήγαγαν, οποτεδήποτε, χαλλούμι από γάλα των αιγών τους Αλπίνα. Εντούτοις, υπέβαλαν ενώπιον μου αίτημα για προσαγωγή μαρτυρίας πως, στην πραγματικότητα παρήγαγαν τέτοιο χαλλούμι. Αυτό, ενώ αναγνώρισαν πως δεν θα ήταν δυνατό να εξεταστεί η ένσταση τους κάτω από τέτοιο φακό και πως ορθώς η διοίκηση προσέγγισε το θέμα, από αυτή την άποψη. Κατά την εισήγηση τους, ήταν σχετική η μαρτυρία αφού, στη βάση της, το Ανώτατο Δικαστήριο θα ήταν δυνατό να εξέταζε πρωτογενώς τις όποιες επιπτώσεις, έστω επικουρικής σημασίας, όπως διευκρίνισαν. Απέρριψα την αίτηση με αναφορά στο θεμελιωμένο πως κατ' εξοχήν γνώμονας για τη χορήγηση άδειας για προσαγωγή μαρτυρίας, είναι η σχετικότητα της προς τα επίδικα θέματα. Το Ανώτατο Δικαστήριο δεν ασκεί διοίκηση, δεν εξετάζει τέτοιας φύσης ζητήματα πρωτογενώς και δεν είναι δυνατό να τίθεται ζήτημα αναθεωρητικού ελέγχου της δράσης της διοίκησης όταν, εκ προϊμίου, όπως ορθά αναγνωρίστηκε, δεν είχε συμπεριληφθεί τέτοιο ζήτημα στα όσα τέθηκαν ενώπιον της. Παρεμβάλλω επί του προκειμένου και την πρόνοια του Αρθρου 15(3) του Νόμου, σύμφωνα με την οποία, "ο ενιστάμενος προσδιορίζει ειδικά τους λόγους επί των οποίων βασίζεται η ένσταση του, η οποία πρέπει να συνοδεύεται με πλήρη αποδεικτικά στοιχεία".

Παραθέτω την απόφαση του Υπουργού επί του σημείου:

"Δεύτερον, υποστηρίζετε ότι η καταχώρηση της ονομασίας "Χαλλούμι" ως ΠΟΠ με την υφιστάμενη προδιαγραφή ως προς τις πρώτες ύλες θα έβλαπτε την ύπαρξη του αιγοπρόβειου γάλακτος που προέρχεται από τις αποκλεισθείσες φυλές και/ή του Χαλλουμιού που παράγεται από αυτό το γάλα και τα οποία κυκλοφορούν νόμιμα στην αγορά για δεκαετίες εντός της έννοιας του Αρθρου 7(3)(γ) του Καν. (ΕΚ) 510/2006, ο οποίος τυγχάνει εφαρμογής βάσει του Αρθρου 15(2) του Ν. 139(Ι)/2006. Συγκεκριμένα υποστηρίζετε ότι οι φυλές Χίου και Δαμασκού δεν περιλαμβάνονται στην αίτηση. Επίσης φέρετε ένσταση στον αποκλεισμό της αίγας Αλπίνα από την αίτηση.

Σύμφωνα με τα στοιχεία που υποβάλατε με την ένστασή σας, δεν αποδεικνύετε πως κυκλοφορούσε νομίμως στην αγορά Χαλλούμι το οποίο προερχόταν από γάλα της φυλής Alpina, επί πέντε τουλάχιστο χρόνια πριν την ημερομηνία δημοσίευσης της αίτησης. Συγκεκριμένα, η χρήση γάλακτος της φυλής Alpina για παραγωγή χαλλουμιού άρχισε το 2004 και δεν συμπληρώνεται η πενταετής περίοδος που προνοείται στον Κανονισμό (ΕΚ) 510/2006.

Η συμπερίληψη του γάλακτος της εν λόγω φυλής για την παραγωγή Χαλλουμιού θα αποδυνάμωνε το δεσμό του προϊόντος με τη γεωγραφική περιοχή. Εν πάση περιπτώσει και εφόσον υποβληθεί αίτηση για τροποποίηση της προδιαγραφής πιθανό να συμπεριληφθεί στην προδιαγραφή του Χαλλουμιού γάλα το οποίο να προέρχεται από φυλές προβάτων και αιγών που έχουν τεθεί ή θα τεθούν σε ένα επιτόπιο μακροχρόνιο πρόγραμμα ελέγχου των αποδόσεων και γενετικής βελτίωσης του αρχικού πληθυσμού με βάση προκαθορισμένους στόχους. Με αυτό τον τρόπο, τα ζώα αυτά θα έχουν μορφολογικά και παραγωγικά χαρακτηριστικά που θα διαφέρουν από τον πληθυσμό προέλευσης τους και θα έχουν προσαρμοστεί γενετικά στις υφιστάμενες περιβαλλοντικές και παραγωγικές συνθήκες και επομένως, θα αποτελούν ιδιαίτερο τύπο ζώου.

Ως προς τον ισχυρισμό σας ότι οι φυλές Χίου και Δαμασκού δεν περιλαμβάνονται στην αίτηση, και παρόλο ότι κρίνεται πως οι εν λόγω φυλές δεν αποκλείονται από αυτήν, εντούτοις, και για σκοπούς σαφέστερης ερμηνείας του κειμένου της προδιαγραφής, ο αιτητής Σύνδεσμος Τυροκόμων Κύπρου εισηγήθηκε τροποποίηση στο λεκτικό του κειμένου η οποία και έγινε αποδεκτή από την Αρμόδια Αρχή και για την οποία έχετε ήδη ενημερωθεί με την επιστολή ημερομηνίας 18.1.2008 και αρ. φακ. 238/92.

Όσον αφορά τη θέση που προβάλλετε στην επιστολή σας ημερ. 24.1.2008 ότι δεν υπάρχει Κυπριακού τύπου πρόβατο Χίου και Κυπριακού τύπου αίγα Δαμασκού αφού σε επίπεδο DNA και παραγωγικών και μορφολογικών χαρακτηριστικών τόσο το πρόβατο Χίου όσο και η αίγα Δαμασκού που υπάρχουν στην Κύπρο δεν διαφέρουν από τις αντίστοιχες φυλές που υπάρχουν στην Ελλάδα (Χιώτικο) και στη Συρία (Δαμασκού), αυτή η θέση δεν ισχύει. Συγκεκριμένα, υπάρχουν αποτελέσματα του Ινστιτούτου Γεωργικών Ερευνών που αποδεικνύουν ότι υπήρξαν διαφοροποιήσεις στον αρχικό πληθυσμό των δύο αυτών φυλών σε μορφολογικά και παραγωγικά χαρακτηριστικά (π.χ. αύξηση του σωματικού βάρους, αύξηση γαλακτοπαραγωγής, αύξηση τοκετοομάδας και μικρή αύξηση του λίπους για το αιγινό γάλα). (Α.P. Mavrogenis, Genetic Improvement of Chios sheep and Damascus goats, Review for 2002-2003, PIO 239/2004-800, σελ. 73, Ινστιτούτο Γεωργικών Ερευνών). Παράλληλα, σημειώνεται ότι αφού δεν εισήχθηκε γενετικό υλικό εδώ και 50-60 χρόνια, δεν υπάρχουν καθαρόαιμα πρόβατα Χίου και καθαρόαιμες αίγες Δαμασκού που να μην είναι Κυπριακού τύπου."

Οι αιτητές επαναφέρουν το θέμα με αναφορά, κατ' αρχάς, στο γάλα που χρησιμοποιείται για την παρασκευή χαλλουμιού από πρόβατα Χίου και αίγες Δαμασκού. Μετά, με αναφορά στο γάλα από τις αίγες Αλπίνα με το βασικό ισχυρισμό, τον οποίο ανέπτυξαν σε έκταση, πως με την προσβαλλόμενη απόφαση πλήττονται κεκτημένα δικαιώματά τους. Όμως είναι ορθή η διοικητική κρίση επί του θέματος. Όπως υποστηρίζουν οι καθ' ων η αίτηση και οι ενδιαφερομένοι, είναι προφανές πως όσα θα ήταν δυνατό να συζητηθούν κάτω από τέτοιο πρίσμα, περιέχονται στο Άρθρο 7(3)(γ) του Κανονισμού, όπως τον έχω παραθέσει. Προαπαιτείται λοιπόν, να καταδεικνύεται, ότι η καταχώρηση της προτεινόμενης ονομασίας θα έβλαπτε την ύπαρξη προϊόντων τα οποία κυκλοφορούσαν νομίμως στην αγορά επί πέντε τουλάχιστον έτη πριν από την ημερομηνία δημοσίευσης. Εν προκειμένω, πέραν από το ότι η ένσταση των αιτητών δεν αφορούσε στην παραγωγή χαλλουμιού, που θα ήταν εν προκειμένω το προστατευόμενο προϊόν, δεν ικανοποιείτο και η απαίτηση για τα πέντε έτη, ακόμα και σε σχέση με το γάλα. Αυτό, ανεξάρτητα και από τους ισχυρισμούς των αιτητών πως παρήγαγαν γάλα από το 2004, όπως αναφέρεται στην προηγούμενη απόφαση, αλλά από το 2003. Παρεμβάλλω εδώ πως και οι ίδιοι, όταν ζήτησαν άδεια για προσαγωγή μαρτυρίας για να τεκμηριώσουν το 2003, αναγνώρισαν πως αυτό το θέμα δεν είχε σχέση με τα επίδικα και πως ήθελαν αυτή τη μαρτυρία μόνο για σκοπούς υπολογισμού των αποζημιώσεων στην περίπτωση επιτυχίας της προσφυγής τους.

Σημειώνω και πως και επί αυτού του θέματος οι αιτητές πρόβαλαν την άποψη πως είχαν δικαίωμα να προωθήσουν τους ισχυρισμούς για παραβίαση κεκτημένων δικαιωμάτων τους, ανεξάρτητα από το ότι αυτοί δεν μπορούσαν να προβληθούν δυνάμει του Άρθρου 7(3) του Κανονισμού. Η απάντηση, βεβαίως, είναι η ίδια όπως και στην περίπτωση του προτύπου.

Μια παρατήρηση, τελικά, σε σχέση με τα πρόβατα Χίου και τις αίγες Δαμασκού. Έχουμε δει το χειρισμό που απέληξε στην τελική διοικητική θέση πως η αίτηση για καταχώρηση περιλαμβάνει και δεν αποκλείει το γάλα από αυτά τα ζώα. Επομένως, ανεξάρτητα από τη νομιμοποίηση των αιτητών για τέτοια αναφορά, όταν δεν έχουν οι ίδιοι τέτοια ζώα, ουσιαστικά εκλείπει το υπόβαθρο για περαιτέρω συζήτηση.

Στο πλαίσιο της εξέτασης αυτού του λόγου, βρίσκουμε και την αιτιολογία σε σχέση με τον αποκλεισμό του γάλακτος από αίγες Αλπίνα. Όπως αναφέρεται στο πόρισμα της Συμβουλευτικής Επιτροπής, το 2002 εισάχθηκαν από τους αιτητές 418 ριφάδες και 20 τράγοι της φυλής Αλπίνα. Ο χρόνος που παρήλθε ήταν ιδιαίτερα μικρός και αυτή η φυλή δεν είχε προσαρμοστεί. Για να υπήρχε προσαρμογή, για λόγους που εξηγούνται, θα έπρεπε η χρονική περίοδος από την εισαγωγή τους να υπερέβαινε τα 12 χρόνια, χωρίς και η προσαρμογή να ήταν και το μόνο προαπαιτούμενο για να θεωρηθεί πως αυτή η φυλή έχει υποστεί την οποιαδήποτε γενετική διαφοροποίηση που να την εντάσσει στην οποιαδήποτε κατηγορία των ντόπιων ή του κυπριακού τύπου φυλών. Από τις οποίες έχει καθοριστεί ότι πρέπει να προέρχεται το γάλα για την παραγωγή του χαλλουμιού, αν επρόκειτο να ήταν επαρκώς στοιχειοθετημένη η διεκδίκηση για ΠΟΠ. Την απόφαση δε του Υπουργού επί του θέματος την έχω ήδη παραθέσει αυτούσια.

Οι αιτητές, δεν αρνούνται πως τα πρόβατα Αλπίνα δεν έχουν ακόμα προσαρμοστεί. Υποστηρίζουν όμως πως αδικαιολόγητα χρησιμοποιήθηκε το αυστηρό κριτήριο της προσαρμογής αντί του πιο χαλαρού κριτηρίου του εγκλιματισμού, όπως έγινε στην περίπτωση των αγελάδων, το γάλα από τις οποίες με βάση την εγκριθείσα αίτηση, μπορεί να χρησιμοποιείται προσμειγνυόμενο με το γάλα από αιγοπρόβατα. Το ζήτημα είναι βεβαίως, τεχνικό, και δεν νομίζω πως μπορεί το Ανώτατο Δικαστήριο να διαμορφώσει δική του ανεξάρτητη πρωτογενή κρίση. Παραθέτω όμως και τις εύλογες, όπως μου φαίνονται διαφοροποιήσεις, όπως τις παραθέτουν οι καθ' ων η αίτηση και οι ενδιαφερομένοι, με αναφορά στα δεδομένα όπως τα εξειδικεύει η αίτηση για καταχώρηση. Η βασική πρώτη ύλη είναι το γάλα από αιγοπρόβατα ή μείγμα αυτών με αγελαδινό γάλα, ή χωρίς αυτό. Συνεπώς το αγελαδινό γάλα είναι δευτερεύουσα πρώτη ύλη. Περαιτέρω, στην Κύπρο υπάρχουν μόνο εγκλιματισμένες αγελάδες, αφού η αναπαραγωγή τους γίνεται μέσω εισαγόμενου σπέρματος.

Πρώτος λόγος ένστασης, (γ):

"Ο περιορισμός των φυλών των αιγών και προβάτων σε αυτές που αναφέρονται στην αίτηση αντίκειται στο Αρθρο 2 του Καν. (ΕΚ) 510/2006 διότι οι φυλές των αιγών και προβάτων ουδεμία σχέση και/ή ουσιαστική σχέση έχουν με τα ιδιαίτερα και/ή ποιοτικά χαρακτηριστικά του Χαλλουμιού."

Η απόφαση του Υπουργού συνοψίζει και όσα προβλήθηκαν στην ένσταση των αιτητών. Την παραθέτω:

"Τρίτον, και όσον αφορά τον ισχυρισμό σας ότι ο περιορισμός των φυλών των αιγών και προβάτων σε αυτές που αναφέρονται στην αίτηση αντίκειται στο Αρθρο 2 του Καν. (ΕΚ) 510/2006 διότι οι φυλές των αιγών και προβάτων ουδεμία σχέση και/ή ουσιαστική σχέση έχουν με τα ιδιαίτερα και/ή ποιοτικά χαρακτηριστικά του Χαλλουμιού η θέση αυτή δεν ισχύει διότι έρευνες που έχουν γίνει σε διάφορα τυριά έχουν αποδείξει ότι η φυλή του ζώου επηρεάζει τα χαρακτηριστικά του τελικού προϊόντος. Έρευνα που έγινε στο Istituto Sperimentale per la Zootechia στην Ιταλία έδειξε ότι οι οργανοληπτικές ιδιότητες του τυριού Ricotta, όπως softness, granulosity και greasiness διέφεραν σημαντικά ανάμεσα σε φυλές αιγών (Pizzillo et al., 2005). Επιπρόσθετα, έρευνα αναφορικά με την επίδραση των φυλών αγελάδας στις ιδιότητες πήξης του γάλακτος και στα χαρακτηριστικά του τελικού ώριμου τυριού τύπου Saint-Nectaire έδειξε ότι τα τυριά από γάλα των φυλών Montbeliarde και Tarentaise ήταν πιο σφικτά, πιο εύγεστα και έλιωναν περισσότερο σε σχέση με τα τυριά που παρασκευάζονταν από γάλα της φυλής Holstein (Verdier-Metz et al., 1998). Επίσης, ο καθηγητής του πανεπιστημίου McGrill, Ng-Kwai-Hang, ο οποίος τα τελευταία 25 χρόνια διεξάγει έρευνες στη γενετική των αγελάδων και πως αυτή επηρεάζει την ποιότητα και το είδος του τυριού, αναφέρει ότι τυρί Cheddar μπορεί να παρασκευαστεί από γάλα όλων των φυλών, αλλά η γεύση και η ποιότητά του θα διαφέρουν από φυλή σε φυλή (www.sciencedaily.com). Τέλος, γίνεται αναφορά και στην περίπτωση του τυριού Roquefort της Γαλλίας. Το εν λόγω τυρί, είναι ένα από τα πιο φημισμένα Γαλλικά τυριά, και παρασκευάζεται μόνο από γάλα της φυλής προβάτων Lacaune. Διαφέρει από τα άλλα είδη τυριών εξαιτίας της χρήσης γάλακτος της εν λόγω καθορισμένης φυλής, η οποία εκτρέφεται στην πόλη του Roquefort στην περιοχή Aveyron της Γαλλίας."

Οι αιτητές επαναφέρουν το θέμα με διάφορες σκέψεις σε σχέση με την πρόνοια του Αρθρου 2 του Κανονισμού και την ερμηνεία τους. Οι καθ' ων η αίτηση υποστηρίζουν την ορθότητα της προσβαλλόμενης κρίσης και ιδιαιτέρως επισημαίνουν πως στην απουσία πλάνης ή υπέρβασης των ακραίων ορίων της εξουσίας του Υπουργού, δεν είναι επιτρεπτή η δικαστική παρέμβαση σε σχέση με ένα εντελώς τεχνικής φύσης θέμα. Παραθέτοντας, παράλληλα, τα δικά τους επιχειρήματα σε σχέση με την ορθή ερμηνεία του Αρθρου 2.

Το Αρθρο 2 περιλαμβάνεται σε όσα κατά το Αρθρο 7(3) του Κανονισμού μπορούν να αποτελούν λόγο ένστασης, και, βεβαίως, αυτό το θέμα εξετάστηκε στην ουσία του. Παραθέτω τη σχετική παράγραφο 1 του Άρθρου 2:

"1. Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, νοούνται ως:

α) «ονομασία προέλευσης»: το όνομα μιας περιοχής, ενός συγκεκριμένου τόπου, ή, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, μιας χώρας, το οποίο χρησιμοποιείται για την περιγραφή ενός γεωργικού προϊόντος ή ενός τροφίμου,

-  που κατάγεται από τη συγκεκριμένη περιοχή, τον συγκεκριμένο τόπο ή τη συγκεκριμένη χώρα,

-  του οποίου η ποιότητα ή τα χαρακτηριστικά οφείλονται ουσιαστικά ή αποκλειστικά στο ιδιαίτερο γεωγραφικό περιβάλλον που περιλαμβάνει τους εγγενείς φυσικούς και ανθρώπινους παράγοντες, και

-  του οποίου η παραγωγή, η μεταποίηση και η επεξεργασία πραγματοποιούνται στην οριοθετημένη γεωγραφική περιοχή·

β) «γεωγραφική ένδειξη»: το όνομα μιας περιοχής, ενός συγκεκριμένου τόπου, ή, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, μιας χώρας, το οποίο χρησιμοποιείται για την περιγραφή ενός γεωργικού προϊόντος ή ενός τροφίμου:

-  που κατάγεται από την εν λόγω περιοχή, τον συγκεκριμένο τόπο ή την εν λόγω χώρα, και

-  του οποίου η συγκεκριμένη ποιότητα, η φήμη ή άλλα χαρακτηριστικά μπορούν να αποδοθούν στην εν λόγω γεωγραφική καταγωγή, και

-          του οποίου η παραγωγή ή/και η μεταποίηση ή/και η επεξεργασία πραγματοποιούνται στην οριοθετημένη γεωγραφική περιοχή."

Δεν περιλαμβάνεται, βέβαια, αναφορά σε φυλές ζώων, αλλά αυτό δεν μπορεί να σημαίνει οτιδήποτε αφού το άρθρο εφαρμόζεται γενικά σε γεωργικά προϊόντα ή τρόφιμα. Θεωρώ πως δεν στοιχειοθετείται παραβίαση του Αρθρου 2 με την επίμαχη αναφορά σε φυλές. Περαιτέρω πως δεν στοιχειοθετείται παραδεκτός λόγος για τον οποίο θα ήταν επιτρεπτή η παρέμβαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου σε σχέση με τέτοιας φύσης θέμα.

Πρώτος λόγος ένστασης, (δ):

"Το Χαλλούμι αποτελεί ένα πολύτιμο αγαθό της Κυπριακής οικονομίας. Τόσο η ντόπια κατανάλωση του όσο και το μεγάλο μερίδιό του σε εξαγωγές το καθιστούν μία από τις σημαντικότερες πηγές εσόδων που προέρχονται από τη γεωργία αλλά και ειδικότερα από τις εξαγωγές."

Και εν προκειμένω είναι αρκετό, χωρίς άλλα εισαγωγικά, να παραθέσω την απόφαση του Υπουργού:

"Τέταρτον, αναφέρετε στην ένσταση σας ότι το Χαλλούμι αποτελεί ένα πολύτιμο αγαθό της Κυπριακής οικονομίας και ότι τόσο η ντόπια κατανάλωση του όσο και το μεγάλο μερίδιό του σε εξαγωγές το καθιστούν μία από τις σημαντικότερες πηγές εσόδων που προέρχονται από τη γεωργία αλλά και ειδικότερα από τις εξαγωγές. Συγκεκριμένα αναφέρετε ότι οι περιορισμοί των φυλών θα έχουν αρνητικές επιπτώσεις στην παραγωγή αιγοπρόβειου γάλακτος και η παραγωγή Χαλλουμιού θα είναι πολύ περιορισμένη και ότι αυτό αντίκειται στο γράμμα του Κανονισμού (ΕΚ) 510/2006 ο οποίος στοχεύει στην αύξηση της ζήτησης και παραγωγής του εγγεγραμμένου ως ΠΟΠ προϊόντος (πρώτη αιτιολογική σκέψη του Προοιμίου του Κανονισμού).

Η πρώτη αιτιολογική σκέψη δεν λέει οτιδήποτε για την ανάγκη συστηματικής αύξησης της ζήτησης και παραγωγής γεωργικών προϊόντων. Εξάλλου, οι προοιμιακές διατάξεις δεν έχουν κανένα δεσμευτικό χαρακτήρα. Εν πάση περιπτώσει είναι σαφές ότι αυτός ο λόγος ένστασης δεν περιλαμβάνεται στους προβλεπόμενους στο Άρθρο 7(3) του Κανονισμού."

Επαναφέρουν και αυτό το θέμα οι αιτητές, με επίκληση του πνεύματος και του γράμματος του Κανονισμού. Συμφωνώντας με τους καθ' ων η αίτηση και τους ενδιαφερομένους δεν διαπιστώνω αιτία παρέμβασης. Ανεξάρτητα από οτιδήποτε άλλο, όπως ορθά κρίθηκε από τον Υπουργό, "είναι σαφές ότι αυτός ο λόγος ένστασης δεν περιλαμβάνεται στους προβλεπόμενους στο Άρθρο 7(3) του Κανονισμού".

Δεύτερος λόγος ένστασης - Παράνομη και/ή παράτυπη περιγραφή της περιεκτικότητας του χαλλουμιού σε γάλα:

Η απόφαση του Υπουργού περιλαμβάνει όσα θα χρειάζονταν να λεχθούν σε σχέση με την αιτιολόγηση αυτού του λόγου ένστασης. Και βεβαίως, τη συναφή κρίση του. Την παραθέτω:

"Ο δεύτερος λόγος ένστασης σας αναφέρεται σε παράνομη και/ή παράτυπη περιγραφή της περιεκτικότητας του Χαλλουμιού σε γάλα. Κατά την άποψή σας, η ορθή ερμηνεία της φράσης "φρέσκο πρόβειο ή αιγινό ή μίγμα αυτών με αγελαδινό γάλα ή χωρίς αυτό" είναι ότι το κύριο και υπερέχον συστατικό του Χαλλουμιού είναι το πρόβειο και/ή αιγινό γάλα και πιστεύετε ότι στην περιγραφή του γάλακτος θα έπρεπε να διευκρινίζεται ότι σε περίπτωση πρόσμιξης με αγελαδινό γάλα, το πρόβειο ή αιγινό γάλα ή το μίγμα αυτών πρέπει να υπερέχει του αγελαδινού σε ποσότητα. Συγκεκριμένα, αναφέρετε ότι η αίτηση ως έχει, παραβιάζει: α) το Αρθρο 4 του Κανονισμού (ΕΚ) 510/2006 γιατί καθιστά αδύνατο και/ή δύσκολο και/ή αναποτελεσματικό τον έλεγχο κατά πόσο ένα προϊόν είναι σύμφωνο με τις προδιαγραφές του για να καταστεί επιλέξιμο για ΠΟΠ και β) το Αρθρο 2 του Κανονισμού (ΕΚ) 510/2006 γιατί η παράλειψη ρητής αναφοράς ότι το αιγοπρόβειο γάλα είναι το κύριο συστατικό του Χαλλουμιού και ότι υπερέχει του αγελαδινού, αφαιρεί από τις προδιαγραφές του Χαλλουμιού την ουσιώδη σύνδεσή του με τα αιγοπρόβατα που είναι και ένα από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του προϊόντος και ότι το πρόβειο και αιγινό γάλα, το οποίο πάντοτε αποτελούσε τη βασική πρώτη ύλη του Χαλλουμιού είναι απαραίτητο να υπερτερεί για να τεκμηριωθούν οι απαιτούμενες από το Αρθρο 2 προϋποθέσεις για εγγραφή του Χαλλουμιού ως ΠΟΠ.

Αναφέρεται ότι το Αρθρο 4 δεν εμπερικλείεται στους λόγους ένστασης που επιτρέπει το Αρθρο 7(3).

Όσον αφορά την παραβίαση του Άρθρου 2 στην αίτηση τίποτε δεν αποκλείει να ισχύσει η ερμηνεία που δίνετε. Ο όποιος παραγωγός Χαλλουμιού πρέπει να συμμορφώνεται με τα Πρότυπα του Χαλλουμιού (CYS 94: ΜΕΡΟΣ 1 1985 για το φρέσκο χαλλούμι και CYS 94: ΜΕΡΟΣ 2 για το χαλλούμι (ώριμο). Η ερμηνεία που δόθηκε από τη Νομική Υπηρεσία για τα πρότυπα είναι σύμφωνη με τα αναφερόμενα για το θέμα στην ένστασή σας και η οποία θα εφαρμοστεί από τον φορέα ελέγχου. Ενόψει των πιο πάνω θεωρώ ότι δεν υπάρχει οποιαδήποτε παραβίαση του Αρθρου 2 από την αίτηση."

Σημειώνω κατ' αρχάς το ενδεχόμενο ζήτημα δυνατότητας συζήτησης τέτοιου θέματος όταν, με την επικύρωση των προηγούμενων κρίσεων, ουσιαστικά αφαιρείται το νομιμοποιητικό έρεισμα των αιτητών, το οποίο εδραζόταν στην παραγωγή από τους ίδιους γάλακτος από αίγες Αλπίνα. Δε χρειάζεται όμως να επεκταθώ. Δεν έχει τεκμηριωθεί λόγος για τον οποίο θα ήταν δυνατή η παρέμβαση προς ανατροπή της κρίσης του Υπουργού σε σχέση είτε με το Αρθρο 4 είτε με το Αρθρο 2 του Κανονισμού.

Έχω ήδη σημειώσει πως οι αγορεύσεις ήταν πολυσέλιδες. Στο πλαίσιο τους οι αιτητές επεκτάθηκαν σε σειρά θεμάτων με την εισαγωγική επεξήγηση πως ενώ υπέβαλαν περιορισμένους λόγους ένστασης, ειδικά μόνο εκείνους που πίστευαν πως μπορούσαν να προβληθούν ενόψει των Αρθρων 15(2) του Νόμου και 7(3) του Κανονισμού, μπορούν τώρα να επεκταθούν και σε άλλα θέματα, έστω και αν δεν τα πρόβαλαν με την ένστασή τους. Προκύπτει απ' όσα έχω ήδη σημειώσει πως δεν παρέχεται δυνατότητα τέτοιας επέκτασης. Ως προς την ουσία, είναι δυνατό να συζητηθούν θέματα που καλύπτονται από τον προβληθέντα λόγο ένστασης, νοουμένου βέβαια ότι θα ήταν δυνατό να προβληθεί τέτοιος λόγος ένστασης.

Καταλήγω πως η ευνοϊκή απόφαση του Υπουργού, για προώθηση της αίτησης καταχώρησης που υπέβαλαν οι ενδιαφερομένοι στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή Κοινοτήτων, προς άσκηση των δικών της αρμοδιοτήτων, ήταν νόμιμη.

Η προσφυγή απορρίπτεται, με έξοδα εναντίον των αιτητών και υπέρ των καθ' ων η αίτηση. Καμιά άλλη διαταγή για έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο