ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2009) 4 ΑΑΔ 469

13 Ioυλίου, 2009

[ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΕΝΩΣΗ ΤΡΑΠΕΖΙΚΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ (Ε.Τ.Υ.Κ.),

Αιτήτρια,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΤΟΥ ΕΦΟΡΟΥ ΣΥΝΤΕΧΝΙΩΝ,

Καθ' oυ η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 1550/2007)

 

Έννομο Συμφέρον ― Της Ένωσης Τραπεζικών Υπαλλήλων Κύπρου (Ε.Τ.Υ.Κ.), να προσφύγει κατά της εγγραφής άλλης συντεχνίας τραπεζικών υπαλλήλων.

Συνταγματικό Δίκαιο ― Δικαίωμα του συνεταιρίζεσθαι ― Άρθρο 21 του Συντάγματος ― Συνέπειες της συνταγματικού επιπέδου κατοχύρωσης του δικαιώματος στην κριθείσα περίπτωση.

Οι αιτητές προσέφυγαν κατά της αποδοχής από τον Έφορο Συντεχνιών, της αίτησης του ενδιαφερομένου μέρους, για εγγραφή του ως συντεχνία τραπεζικών υπαλλήλων.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:

1.  Εφ' όσον η συμμετοχή στην Ε.Τ.Υ.Κ. δεν είναι υποχρεωτική, η Ε.Τ.Υ.Κ. δεν μπορεί να έχει έννομο συμφέρον διατήρησης των μελών της. Το δικαίωμα του συνεταιρίζεσθαι, περιλαμβανομένου του δικαιώματος ιδρύσεως συντεχνιών  και προσχωρήσεως σε αυτές, είναι και συνταγματικά κατοχυρωμένο στο Άρθρο 21.2 (και στο Άρθρο 11 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης). Κανένας δε από τους περιορισμούς που μπορεί να επιβάλλονται στο εν λόγω δικαίωμα, δυνάμει του Άρθρου 21.3, δεν μπορεί να προσδώσει έννομο συμφέρον στην Ε.Τ.Υ.Κ. να διατηρήσει, τα μέλη της.

         Εφ' όσον το κάθε μέλος της Ε.Τ.Υ.Κ. έχει συνταγματικό και συμβασιακό δικαίωμα να προσχωρήσει σε ή να αποχωρήσει από αυτή ή οποιαδήποτε άλλη συντεχνία, και η Ε.Τ.Υ.Κ. δεν δικαιούται να του το απαγορεύσει, δεν μπορεί η Ε.Τ.Υ.Κ. να έχει έννομο συμφέρον να τον προστατεύει από οτιδήποτε ο ίδιος επιλέγει να λάβει υπ' όψη του, για να ασκήσει το δικαίωμα του.

2.  Η ουσιαστική εισήγηση της Ε.Τ.Υ.Κ. είναι ότι η εγγραφή έγινε κατά παράβαση της Διεθνούς Συμβάσεως περί την Εφαρμογή των Αρχών του Δικαιώματος Οργανώσεως και Συλλογικής Διαπραγματεύσεως (Αρ. 98) του 1949. Ουδόλως σχετική όμως προς την εγγραφή του Ενδιαφερόμενου Μέρους είναι η σύμβαση αυτή. Τα αφορώντα την εγγραφή συντεχνίας περιέχονται στο Ν. 71/1965 και δη στο Άρθρο 9.

     Ο Έφορος ικανοποιήθηκε ότι η αίτηση του Ενδιαφερόμενου Μέρους πληρούσε τις προϋποθέσεις του Άρθρου 9 και δεν υπάρχει οτιδήποτε που να αναιρεί την ορθότητα της απόφασής του.

Η προσφυγή απορρίφθηκε με έξοδα.

Προσφυγή.

Κλ. Στυλιανού για Λ. Παπαφιλίππου & Σία, για την Αιτήτρια.

Λ. Χριστοδουλίδου, Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας,  για τον Καθ' oυ η Αίτηση.

Ε. Δρυμιώτη για Α. Μαρκίδη, για το Ενδιαφερόμενο Mέρος.

Cur. adv. vult.

ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.: Υπάλληλοι της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος (Κύπρου), μέλη της Ε.Τ.Υ.Κ., οι οποίοι διαφώνησαν με τις θέσεις της Ε.Τ.Υ.Κ. σε εργατική διαφορά που είχε προκύψει μεταξύ της και της Τράπεζας, αποφάσισαν να συνασπισθούν σε νέα συντεχνία και υπέβαλαν αίτηση για εγγραφή της στον Έφορο Συντεχνιών με το όνομα «Συντεχνία Υπαλλήλων Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος (Κύπρου)». Υπήρξε αντίδραση εκ μέρους της Ε.Τ.Υ.Κ. στη βάση ότι η όλη προσπάθεια προήρχετο από την ίδια την Τράπεζα η οποία ενθάρρυνε και επίεσε τους υπαλλήλους της να ιδρύσουν νέα συντεχνία προς εξυπηρέτηση των δικών της συμφερόντων, ώστε αυτή να είναι «εργοδοτική συντεχνία», δεσποζόμενη από τον εργοδότη, θέτοντας τις θέσεις της αυτές ενώπιον του Εφόρου. Τις επ' αυτού απόψεις τους ενώπιον του Εφόρου έθεσαν και οι αιτούμενοι την εγγραφή της συντεχνίας. Ο Έφορος διερεύνησε το θέμα και, αφού έλαβε και τη γνώμη της Νομικής Υπηρεσίας, αποφάσισε να κάνει δεκτή την αίτηση και ενέγραψε τη συντεχνία. Κατά της απόφασης του στρέφεται η προσφυγή αυτή η οποία κατεχωρήθη από την Ε.Τ.Υ.Κ..

Τόσο ο Έφορος όσο και η συντεχνία ως Ενδιαφερόμενο Μέρος εγείρουν προδικαστική ένσταση ότι η Ε.Τ.Υ.Κ. στερείται εννόμου συμφέροντος. Δεν θα με απασχολήσουν τα λεγόμενα από την Ε.Τ.Υ.Κ. ότι η προδικαστική ένσταση δεν μπορεί να προωθείται εφ' όσον δεν περιελήφθη στις ενστάσεις, αφού πρόκειται για θέμα που και το δικαστήριο μπορεί να εξετάσει αυτεπαγγέλτως σε οποιοδήποτε στάδιο, η δε Ε.Τ.Υ.Κ. είχε πλήρη ευκαιρία να απαντήσει και τοποθετηθεί επ' αυτού στην απαντητική αγόρευσή της (να παρατηρηθεί μάλιστα ότι του είχε ήδη επιληφθεί συντοπτικά και «προληπτικά» στην αγόρευσή της). Υποστηρίζοντας ότι έχει έννομο συμφέρον, η Ε.Τ.Υ.Κ. λέγει κατά πρώτον ότι θίγονται τα συμφέροντα της καθ' όσον μέλη της αποσπώνται από αυτή για να εγγραφούν στη συντεχνία. Και ότι, καθ' όσον η συντεχνία συνιστά επέμβαση της εργοδοσίας στα συντεχνιακά, η ίδια έχει συμφέρον να προστατεύει τα μέλη της από τέτοιες πιέσεις.

Ως προς το πρώτο, συμφωνώ με την εισήγηση του Εφόρου ότι, εφ' όσον η συμμετοχή στην Ε.Τ.Υ.Κ. δεν είναι υποχρεωτική, η Ε.Τ.Υ.Κ. δεν μπορεί να έχει έννομο συμφέρον διατήρησης των μελών της. Το δικαίωμα του συνεταιρίζεσθαι, περιλαμβανομένου του δικαιώματος ιδρύσεως συντεχνιών και προσχωρήσεως σε αυτές, είναι και συνταγματικά κατοχυρωμένο στο Άρθρο 21.2 (και στο Άρθρο 11 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης). Κανένας δε από τους περιορισμούς που μπορεί να επιβάλλονται στο εν λόγω δικαίωμα δυνάμει του Άρθρου 21.3 μπορεί να προσδώσει έννομο συμφέρον στην Ε.Τ.Υ.Κ. να διατηρήσει, μονοπωλιακά, όπως παρατηρεί το Ενδιαφερόμενο Μέρος, τα μέλη της. Εφ' όσον ο κάθε ένας έχει δικαίωμα να ιδρύσει ή να προσχωρήσει σε συντεχνία, δεν νοείται έννομο συμφέρον σε οποιαδήποτε συντεχνία να τον διατηρήσει ως μέλος της εναντίον της δικής του βούλησης. Εδώ τα μέλη που απεχώρησαν από την Ε.Τ.Υ.Κ. και ίδρυσαν άλλη συντεχνία είχαν κάθε δικαίωμα να πράξουν τούτο και είναι η Ε.Τ.Υ.Κ. που δεν έχει έννομο συμφέρον να επιδιώκει να μην αποσπασθούν από αυτή για να προσχωρήσουν στη συντεχνία που οι ίδιοι επέλεξαν.

Ως προς το δεύτερο, ότι δηλαδή η Ε.Τ.Υ.Κ. έχει έννομο συμφέρον να προστατεύσει τα μέλη της από πιέσεις της εργοδοσίας, η απάντηση ακολουθεί από τα προλεχθέντα. Εφ' όσον το κάθε μέλος της Ε.Τ.Υ.Κ. έχει συνταγματικό και συμβασιακό δικαίωμα να προσχωρήσει σε ή να αποχωρήσει από αυτή ή οποιαδήποτε άλλη συντεχνία, και η Ε.Τ.Υ.Κ. δεν δικαιούται να του το απαγορεύσει, δεν μπορεί η Ε.Τ.Υ.Κ. να έχει έννομο συμφέρον να τον προστατεύει από οτιδήποτε ο ίδιος επιλέγει να λάβει υπ' όψη του για να ασκήσει το δικαίωμα του. Άλλως, η Ε.Τ.Υ.Κ. θα υπείχε τη θέση του προστατευτή και ρυθμιστή του δικαιώματος υπό τη μορφή του πατερναλισμού που δεν μπορεί να συμβιβάζεται με το δικαίωμα που ανήκει στο άτομο. Αφ' ης στιγμής μάλιστα το άτομο έχει παύσει να είναι μέλος της Ε.Τ.Υ.Κ., δεν είναι νοητή οποιαδήποτε μορφή συμφέροντος της Ε.Τ.Υ.Κ. να προστατεύσει εκείνους που δεν θέλουν να είναι μέλη της, και δη μέσω προσφυγής που επιδιώκει την ακύρωση της εγγραφής της άλλης συντεχνίας με απώτερο πρακτικό αποτέλεσμα τον εξαναγκασμό των μελών της να επιστρέψουν στην Ε.Τ.Υ.Κ..

Υπεισέρχομαι όμως και στην ουσία της προσφυγής για να πω ότι και αυτή στερείται ερείσματος. Αντιπαρέρχομαι την εισήγηση ότι η εγγραφή έγινε κατά παράβαση του Άρθρου 8(4) του Ν. 71/1965 καθ' όσον δεν κατετέθησαν με την αίτηση δύο αντίγραφα του καταστατικού, αφού κάτι τέτοιο δεν προκύπτει αλλά και εν πάση περιπτώσει αν προέκυπτε δεν θα καθιστούσε άκυρη την εγγραφή η οποία έγινε βάσει συγκεκριμένου τελικώς διαμορφωθέντος καταστατικού. Η ουσιαστική εισήγηση της Ε.Τ.Υ.Κ. είναι ότι η εγγραφή έγινε κατά παράβαση της Διεθνούς Συμβάσεως περί την Εφαρμογή των Αρχών του Δικαιώματος Οργανώσεως και Συλλογικής Διαπραγματεύσεως (Αρ. 98) του 1949. Ουδόλως σχετική όμως προς την εγγραφή του Ενδιαφερόμενου Μέρους είναι η σύμβαση αυτή και ο συσχετισμός της προς παράπονα μελών της Ε.Τ.Υ.Κ.. Τα αφορώντα την εγγραφή συντεχνίας περιέχονται στο Ν. 71/1965 και δη στο Άρθρο 9 το οποίο προνοεί:

«Εάν ο Έφορος πεισθεί ότι οι αιτηταί είναι δεόντως εξουσιοδοτημένοι όπως υποβάλωσιν αίτησιν εγγραφής και ότι η συντεχνία εις ην αφορά η αίτησις εγγραφής είναι υπό τας κρατούσας περιπτώσεις επαρκώς οργανωμένη και ότι συνάδει προς τας διατάξεις του παρόντος Νόμου και των δυνάμει τούτου γενομένων Κανονισμών, και ότι οι σκοποί, η σύστασις και το καταστατικόν αυτής δεν αντίκεινται προς οιανδήποτε των τοιούτων διατάξεων, ούτε είναι παράνομοι, τότε, τηρουμένων των εν Άρθρω 13 διατάξεων, προβαίνει εις την εν τω νενομισμένω τύπω εγγραφήν της συντεχνίας και του Καταστατικού αυτής, ομού μετά παντός παραρτήματος της τοιαύτης συντεχνίας:

Νοείται ότι είναι άκυρος η εγγραφή της συντεχνίας εάν οιοσδήποτε των σκοπών αυτής είναι παράνομος.»

Ο Έφορος ικανοποιήθηκε ότι η αίτηση του Ενδιαφερόμενου Μέρους πληρούσε τις προϋποθέσεις του Άρθρου 9 και δεν υπάρχει οτιδήποτε που να αναιρεί την ορθότητα της απόφασής του.  Δεν τον αφορούσαν, αφού δεν εμπίπτουν στα πλαίσια του Άρθρου 9, οι οποιοιδήποτε ισχυρισμοί της Ε.Τ.Υ.Κ. για πιέσεις, και ορθώς κατέληξε ότι τα θέματα αυτά ήσαν άσχετα προς τα διέποντα την εγγραφή, όπως ορθώς είχε συμβουλεύσει και ο Γενικός Εισαγγελέας. Αν υπήρχε οποιαδήποτε παράβαση της Σύμβασης του 1949 ή άλλου νόμου ήταν άλλο θέμα που ουδόλως επηρέαζε τα διέποντα την εγγραφή συντεχνίας. Απορριπτέες είναι ακολούθως και οι άλλες συναφείς εισηγήσεις της Ε.Τ.Υ.Κ. για πλάνη, κατάχρηση εξουσίας ή έλλειψη επαρκούς αιτιολογίας. Ως προς δε την εισήγηση ότι η Ε.Τ.Υ.Κ. δεν ακούσθηκε, πέραν του ότι η ίδια έθεσε το θέμα και εκτεταμένα παρουσίασε τις απόψεις της ώστε να ακούεται παράδοξη η εισήγηση, εν πάση περιπτώσει δεν είχε λόγο.

Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται. Η Αιτήτρια θα καταβάλει €1.000 έξοδα στη Δημοκρατία, περιλαμβανομένων των εξόδων της ενδιάμεσης αίτησης.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο