ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 1404/2008)
11 Νοεμβρίου, 2009
[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στης]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤA ΑΡΘΡA 29, 30 KAI 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
M. K.,
Αιτητή,
ΚΑΙ
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ,
Καθ΄ ων η αίτηση.
____________________
Κρ. Παπαλοίζου, για τον Αιτητή.
Ε. Καρακάννα (κα) , Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
_____________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.: Με την προσφυγή του ο αιτητής ζητά δήλωση και/ή απόφαση του δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση των καθ΄ ων η αίτηση, ημερ. 5.6.08 (η οποία αναγράφεται λανθασμένα ως 5.6.07), με την οποία απορρίφθηκε η ιεραρχική του προσφυγή για αναγνώριση του ως Πολιτικού Πρόσφυγα, είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη εννόμου αποτελέσματος.
Τα νομικά σημεία στα οποία βασίζεται η προσφυγή περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αποτέλεσμα πλάνης περί το νόμο και τα πράγματα, είναι προϊόν έλλειψης ή πλημμελούς έρευνας και ότι λήφθηκε καθ΄ υπέρβαση και/ή χωρίς δικαιοδοσία.
Ο αιτητής κατάγεται από το Ιράν, είναι ενήλικας και μουσουλμάνος στο θρήσκευμα. Εγκατέλειψε τη χώρα του στις 5.10.2001 και αφίχθηκε νόμιμα στην Κύπρο την ίδια μέρα. Στις 2.3.2005 υπέβαλε αίτηση για άσυλο με τον ισχυρισμό ότι η ζωή του τέθηκε σε κίνδυνο, στο Ιράν, ένεκα των αντικαθεστωτικών δραστηριοτήτων του ως μέλος της οργάνωσης UFIN. Η Υπηρεσία Ασύλου απέρριψε την αίτηση του και ο αιτητής καταχώρισε διοικητική προσφυγή ενώπιον της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων η οποία επίσης απέρριψε την προσφυγή του στις 5.6.08. Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής προσβάλλει τη νομιμότητα της προαναφερόμενης απόφασης ημερ. 5.6.08.
Στην προσβαλλόμενη απόφαση αναγράφεται, μεταξύ άλλων, ότι ο αιτητής κλήθηκε για συνέντευξη ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου, ότι οι ερωτήσεις που του τέθηκαν από τον αρμόδιο λειτουργό Ασύλου ήταν ανοικτές και όχι καθοδηγητικές, ότι κατά τη διάρκεια της συνέντευξης δεν ασκήθηκε οποιαδήποτε πίεση στον αιτητή και του παραχωρήθηκε δωρεάν βοήθεια διερμηνέα. Στο τέλος της συνέντευξης ο αιτητής υπέγραψε κάθε σελίδα της συνέντευξης του και η διερμηνέας υπέγραψε τη μετάφραση ως ορθή και ακριβή. Κατά την προσβαλλόμενη απόφαση η διαδικασία που ακολουθήθηκε ήταν καθόλα νόμιμη και ενδεδειγμένη και ο αιτητής άσκησε όλα του τα δικαιώματα που του παρέχονται από τον περί Προσφύγων Νόμο του 2000, όπως τροποποιήθηκε.
Στην προσβαλλόμενη απόφαση αναγράφεται επίσης ότι οι καθ΄ ων η αίτηση εξέτασαν και διερεύνησαν το υλικό του υπηρεσιακού φακέλου και ότι κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι ορθά δεν παραχωρήθηκε στον αιτητή το καθεστώς του πρόσφυγα ή το καθεστώς της συμπληρωματικής προστασίας καθότι δεν συνέτρεχαν οι απαραίτητες προϋποθέσεις που τίθενται από τα άρθρα 3 και 19(1) του περί Προσφύγων Νόμου του 2000, όπως τροποποιήθηκε. Επιπρόσθετα οι καθ΄ ων η αίτηση συμφώνησαν και με το συμπέρασμα της Υπηρεσίας Ασύλου ότι ο αιτητής δεν πληρούσε και τις προϋποθέσεις του άρθρου 19Α του προαναφερόμενου νόμου.
Κατά τη συνέντευξη του ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου ο αιτητής κρίθηκε ως αναξιόπιστος μάρτυρας και η μαρτυρία του απορρίφθηκε και το συμπέρασμα αυτό το επικύρωσαν και οι καθ΄ ων η αίτηση με την προσβαλλόμενη απόφαση τους. Τα σημεία που υπογραμμίστηκαν και θεωρήθηκαν ως ουσιαστικά για το προαναφερόμενο συμπέρασμα ότι ο αιτητής ήταν αναξιόπιστος, τόσο από την Υπηρεσία Ασύλου όσο και από την Αναθεωρητική Αρχή, ήταν τα εξής:
(α) Ο αιτητής ισχυρίστηκε ότι εξαγόρασε τη στρατιωτική του θητεία στο Ιράν ενώ κάτι τέτοιο δεν είναι επιτρεπτό στη χώρα εκείνη.
(β) Οι ισχυρισμοί του αιτητή ως προς τη δράση του στην οργάνωση UFIN ήταν αόριστοι και αντιφατικοί. Συγκεκριμένα αυτός ισχυρίστηκε ότι έγινε μέλος της οργάνωσης, όταν ήρθε στην Κύπρο ενώ στη συνέχεια ισχυρίστηκε ότι ήταν ενεργό μέλος της οργάνωσης και όταν βρισκόταν στο Ιράν. Όταν ρωτήθηκε κατά πόσον αντιμετώπισε οποιοδήποτε πρόβλημα στο Ιράν απάντησε αρνητικά αλλά στη συνέχεια είπε πως οι Αρχές εκεί είχαν πληροφορηθεί για τη δράση του και γι΄ αυτό αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη χώρα του, όμως ουδέποτε παρενοχλήθηκε, διώχθηκε, συλλήφθηκε ή παραπέμφθηκε σε δίκη ενώ βρισκόταν στο Ιράν, το οποίο εγκατέλειψε νόμιμα.
(γ) Αναφορικά με τη δράση της οργάνωσης στην Κύπρο ο αιτητής είπε ότι η οργάνωση δεν έχει γραφεία στην Κύπρο ενώ η οργάνωση διαθέτει γραφεία στη Λευκωσία σε συγκεκριμένη διεύθυνση. Ακόμα ο αιτητής δεν γνώριζε το σκοπό σύστασης της οργάνωσης.
(δ) Ο αιτητής υπέβαλε αίτηση για άσυλο 4 χρόνια σχεδόν μετά την άφιξη του στην Κύπρο.
Θεωρώ ότι οι προαναφερόμενοι παράγοντες ήταν ορθό και λογικό να ληφθούν υπόψη αναφορικά με την αξιοπιστία του αιτητή και δεν μπορεί να λεχθεί με οποιοδήποτε τρόπο ότι είτε η Υπηρεσία Ασύλου, είτε η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων διέπραξε σφάλμα ή παρανομία όταν ελάμβανε υπόψη τους προαναφερόμενους παράγοντες, κρίνοντας τον αιτητή ως αναξιόπιστο και απορρίπτοντας τη μαρτυρία του.
Οι καθ΄ ων η αίτηση εξέτασαν και τους λόγους στους οποίους βασιζόταν η ιεραρχική προσφυγή του αιτητή και τους απέρριψαν. Απέρριψαν συγκεκριμένα τη θέση ότι η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου στερείτο αιτιολογίας, τη θέση ότι η προαναφερόμενη απόφαση στερείτο επαρκούς έρευνας και επίσης τις θέσεις ότι η απόφαση αποτελούσε προϊόν αλλότριου σκοπού και ότι ο αιτητής στερήθηκε βασικών του δικαιωμάτων.
Εξέτασα με προσοχή όλα τα ενώπιον μου στοιχεία και κατέληξα στο συμπέρασμα ότι ήταν απόλυτα επιτρεπτό για τους καθ΄ ων η αίτηση να λάβουν υπόψη τα στοιχεία που έλαβαν υπόψη τους και να επικυρώσουν την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου ότι ο αιτητής ήταν αναξιόπιστος μάρτυρας, κατά τη συνέντευξη του ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου, για τους προαναφερόμενους λόγους. Ενόψει της απόρριψης της μαρτυρίας του αιτητή ως αναξιόπιστης η αίτηση του παρέμεινε μετέωρη και δεν τεκμηριώθηκαν οι ισχυρισμοί του ότι εγκατέλειψε την πατρίδα του εξαιτίας της δράσης του σε πολιτική οργάνωση ή ότι αν επιστρέψει στη χώρα του θα διατρέξει οποιοδήποτε κίνδυνο. Επιπρόσθετα εκτιμώ ότι οι καθ΄ ων η αίτηση εξέτασαν όλους τους ισχυρισμούς που προέβαλε ο αιτητής στην ιεραρχική προσφυγή του και τους απέρριψαν, κατόπιν έρευνας, και αφού έδωσαν επαρκή αιτιολογία. Συγκεκριμένα θεωρώ ότι ορθά οι καθ΄ ων η αίτηση κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου δεν στερείτο αιτιολογίας, δεν ήταν προϊόν ανεπαρκούς έρευνας, ούτε αλλότριου σκοπού αντίθετου με το νόμο αλλά ούτε και ότι ο αιτητής στερήθηκε οποιουδήποτε δικαιώματος που του παρείχετο από το νόμο. Ειδικά παρατηρώ ότι στον τότε δικηγόρο του αιτητή δόθηκε η ευκαιρία επιθεώρησης του διοικητικού φακέλου αλλά προφανώς δεν έγινε χρήση της ευκαιρίας εκείνης (Δέστε Ερυθρά 115 και 116 του υπηρεσιακού φακέλου, τεκμήριο 1). Με βάση τα ενώπιον μου στοιχεία επίσης δεν θεωρώ ότι θα ήταν σκόπιμο να δοθεί στον αιτητή και δεύτερη ευκαιρία συνέντευξης ενώπιον των καθ΄ ων η αίτηση.
Για τους λόγους που προσπάθησα να εξηγήσω κατέληξα στο συμπέρασμα ότι καλώς απορρίφθηκε η αίτηση του αιτητή, εφόσον οι ισχυρισμοί του περί βάσιμου λόγου δίωξης του για λόγους πολιτικών αντιλήψεων παρέμειναν ατεκμηρίωτοι. Ατεκμηρίωτοι επίσης παρέμειναν και οι ισχυρισμοί του για βάσιμο φόβο να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη, αν επιστρέψει στην πατρίδα του, όπως καθορίζεται στο άρθρο 19(2). Για τους ίδιους λόγους εκτιμώ ότι ορθά δεν παραχωρήθηκε και καθεστώς προσωρινής διαμονής για ανθρωπιστικούς λόγους, στον αιτητή, σύμφωνα με το άρθρο 19Α του ιδίου νόμου.
Κατά συνέπεια η προσφυγή απορρίπτεται ως αβάσιμη, με €500.- έξοδα εις βάρος του αιτητή.
Μ.Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ,
Δ.
/ΕΑΠ.