ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 719/2007 και 988/2007)
14 Οκτωβρίου, 2009
[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
(Υπόθεση Αρ. 719/2007)
ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ,
Αιτήτρια,
ΚΑΙ
ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΓΕΩΡΓΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ,
Καθ΄ ου η αίτηση.
____________________
(Υπόθεση Αρ. 988/2007)
ΕΛΕΝΗ ΙΩΑΝΝΟΥ,
Αιτήτρια
ΚΑΙ
ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΓΕΩΡΓΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ,
Καθ' ου η αίτηση.
____________________
Ι. Νικολάου, για την Αιτήτρια στην 719/07.
Α.Σ. Αγγελίδης, για την Αιτήτρια στην 988/07.
Γ. Παπαντωνίου, για τον Καθ΄ ου η αίτηση.
________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.: Με τις προσφυγές αυτές ζητείται δήλωση του δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση του καθ΄ ου η αίτηση με την οποίαν επαναδιόρισε, για ακόμη μια φορά κατόπιν επανεξέτασης, τον Ανδρέα Προδρόμου στη θέση Ασφαλιστικού Γεωργικού Επιθεωρητή, αναδρομικά από 2.11.1992, αντί και/ή στη θέση των αιτητριών, είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη εννόμου αποτελέσματος.
Οι δύο προσφυγές βασίζονται σε διάφορα νομικά σημεία, μεταξύ των οποίων ότι η προσβαλλόμενη διοικητική πράξη και/ή απόφαση είναι παράνομη επειδή συνιστά παράβαση του δεδικασμένου που πηγάζει από προηγηθείσες ακυρωτικές αποφάσεις. Στην περίπτωση της αιτήτριας στην Υπόθεση 719/07 γίνεται επίκληση και του κανόνα ότι εφόσον το ενδιαφερόμενο μέρος, σε αντίθεση με την αιτήτρια, δεν κατείχε το πλεονέκτημα του σχεδίου υπηρεσίας, ο καθ΄ ου η αίτηση θα έπρεπε να είχε δώσει ειδική αιτιολογία για την επιλογή του ενδιαφερόμενου μέρους, πράγμα που δεν έπραξε. Οι δύο προσφυγές βασίζονται επίσης και στο ότι ο καθ΄ ου η αίτηση παρέλειψε να προβεί σε δέουσα έρευνα και να δώσει επαρκή αιτιολογία.
Τα γεγονότα της υπόθεσης είναι σε συντομία τα εξής: Η πρώτη ακυρωτική απόφαση ημερ. 21.1.94 στις Προσφυγές 796/92, 778/92 και 663/92 οφειλόταν στην κακή συγκρότηση του διοικητικού οργάνου. Με εκείνη την απόφαση ακυρώθηκε ο διορισμός του ενδιαφερομένου μέρους στην επίδικη θέση. Ακολούθησε νέος διορισμός του ενδιαφερομένου μέρους στην επίδικη θέση, από 2.11.92, ο οποίος και πάλι ακυρώθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο με τις Προσφυγές 565/94 και 594/94, στις 18.10.96. Στις 5.6.98 και πάλι επαναδιορίστηκε το ενδιαφερόμενο μέρος αναδρομικά από 2.11.92 στην επίδικη θέση, ο διορισμός εκείνος προσβλήθηκε με τις Προσφυγές 679/98 και 699/98 και το δικαστήριο πάλι ακύρωσε το διορισμό του ενδιαφερομένου μέρους στις 11.8.2000. Στη συνέχεια το διοικητικό συμβούλιο του καθ΄ ου η αίτηση, στα πλαίσια πλήρωσης της επίδικης θέσης, αποφάσισε και κάλεσε τους υποψηφίους σε προφορικές συνεντεύξεις και στη συνέχεια πρόσφερε διορισμό και πάλι στο ενδιαφερόμενο μέρος, αναδρομικά από 2.11.92. Και αυτός ο διορισμός προσβλήθηκε με τις Προσφυγές 766/02 και 804/02 από τις αιτήτριες Κυριακή Παπαδοπούλου και Ελένη Ιωάννου, οι δύο προσφυγές συνεκδικάστηκαν και την 30.3.2004 εκδόθηκε και πάλι ακυρωτική απόφαση. Στις 20.10.04 το διοικητικό συμβούλιο του καθ΄ ου η αίτηση επαναδιόρισε το ενδιαφερόμενο μέρος στην επίδικη θέση αναδρομικά από 2.11.92, οι δύο αιτήτριες Κ. Παπαδοπούλου και Ε. Ιωάννου προσέφυγαν στο Ανώτατο Δικαστήριο με τις Προσφυγές 538/05 και 613/05 και το δικαστήριο, με απόφαση του ημερ. 3.10.06, και πάλι αποφάσισε την ακύρωση του διορισμού του ενδιαφερομένου προσώπου. Μετά και την προαναφερόμενη ακυρωτική απόφαση το διοικητικό συμβούλιο του καθ΄ ου η αίτηση μελέτησε ξανά το ζήτημα του διορισμού στην επίδικη θέση, υπό το φως των αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου και στις 17.1.07 επαναδιόρισε το ενδιαφερόμενο μέρος, αναδρομικά από τις 2.11.92. Είναι αυτόν τον τελευταίο διορισμό που προσβάλλουν οι αιτήτριες με τις παρούσες προσφυγές.
Προδικαστικές ενστάσεις που είχαν εγερθεί, ότι οι προσφυγές είναι εκπρόθεσμες και ότι οι αιτήτριες στερούνται εννόμου συμφέροντος, σε κάποιο στάδιο της διαδικασίας, αποσύρθηκαν.
Μελέτησα με προσοχή όλα τα ενώπιον μου στοιχεία και κατέληξα στο συμπέρασμα ότι οι αιτήτριες και στις δύο προσφυγές έχουν δίκαιο τουλάχιστον ως προς το ζήτημα του δεδικασμένου. Επιπρόσθετα η αιτήτρια Κυριακή Παπαδοπούλου, στην Προσφυγή 719/07, έχει δίκαιο και ως προς το ότι, εφόσον κατείχε το πρόσθετο προσόν, ενώ το ενδιαφερόμενο μέρος δεν το κατείχε, χρειαζόταν ειδική αιτιολογία για την παράκαμψη του επιπρόσθετου προσόντος της, η οποία δεν δόθηκε.
Ως προς το ζήτημα του δεδικασμένου παρατηρώ τα εξής: Στις Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις 679/98 και 699/98, στις οποίες αιτήτριες ήταν οι παρούσες αιτήτριες, και δόθηκε απόφαση στις 11.8.2000 (Παράρτημα 6 στην ένσταση), το Ανώτατο Δικαστήριο παρατήρησε ότι από το σχετικό πρακτικό δεν διαφαινόταν πώς ο καθ΄ ου η αίτηση κατέληξε στην απόφαση να προαγάγει το ενδιαφερόμενο μέρος. Δεν προέκυπτε οποιαδήποτε σύγκριση που καθόριζε τα κριτήρια που οδήγησαν στο διορισμό του ενδιαφερομένου μέρους έτσι που να παρέχεται η ευχέρεια στο δικαστήριο να ελέγξει τη νομιμότητα του διορισμού. Η απόφαση των καθ΄ ων η αίτηση για την προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους βασίστηκε σε «ουσιώδη τεκμήρια και ευρήματα» που δεν μπορούσαν να υποστηρίξουν έστω και απλή υπεροχή του ενδιαφερόμενου μέρους. Παρατηρώ ότι και με την προσβαλλόμενη απόφαση δεν φαίνεται οποιαδήποτε σύγκριση, στη βάση καθορισμένων κριτηρίων, που οδήγησε στο συμπέρασμα ότι το ενδιαφερόμενο μέρος υπερείχε των αιτητριών, και επομένως και η προσβαλλόμενη απόφαση δεν μπορεί να ελεγχθεί από το δικαστήριο, ως προς τη νομιμότητα της. Επίσης, η προσβαλλόμενη απόφαση, συνιστά, κατά την κρίση μου, και παραβίαση του δεδικασμένου της προαναφερόμενης απόφασης ημερ. 11.8.2000.
Στην απόφαση ημερ. 30.3.04 στις Συνεκδ. Υποθέσεις αρ. 766/02 και 804/02 (Παράρτημα 9 στην ένσταση), στις οποίες αιτήτριες ήταν επίσης οι παρούσες αιτήτριες, το δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, με τις προσβαλλόμενες αποφάσεις, οι καθ΄ ων η αίτηση απέτυχαν να δώσουν επαρκή αιτιολογία ως προς την κατάληξη τους και απέτυχαν να δώσουν και ειδική αιτιολογία ως προς την παράκαμψη του πρόσθετου προσόντος της μιας από τις δύο αιτήτριες.
Στην παρούσα υπόθεση, οι αιτήτριες απλά πληροφορήθηκαν ότι το διοικητικό συμβούλιο του Οργανισμού Γεωργικής Ασφάλισης έχει επαναδιορίσει τον κ. Ανδρέα Προδρόμου στην κενή θέση του Ασφαλιστικού Γεωργικού Επιθεωρητή (δέστε το Παράρτημα Α στην αίτηση). Θεωρώ λοιπόν ότι και στην παρούσα υπόθεση, όπως και στις προαναφερθείσες, ο καθ΄ ου η αίτηση απέτυχε να δώσει αιτιολογία αναφορικά με την απόφαση του να επιλέξει το ενδιαφερόμενο μέρος και όχι τις αιτήτριες, για την επίδικη θέση και απέτυχε να δώσει ειδική αιτιολογία για την παράκαμψη του πρόσθετου προσόντος της μιας από τις δύο αιτήτριες, όπως ακριβώς έπραξε και προηγουμένως, παραβιάζοντας, κατά συνέπεια, και το δεδικασμένο που πηγάζει από τις δύο προαναφερόμενες αποφάσεις ημερ. 11.8.2000 και 30.3.2004.
Για τους λόγους που προσπάθησα να εξηγήσω και οι δύο προσφυγές πετυχαίνουν και εκδίδονται δηλωτικές αποφάσεις ως τα αιτητικά των δύο προσφυγών. Επίσης υπέρ των αιτητριών και εις βάρος του καθ΄ ου η αίτηση επιδικάζονται έξοδα €1.500.-, πλέον Φ.Π.Α., στην κάθε προσφυγή.
Μ.Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ,
Δ.
/ΕΑΠ.