ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Ν. 158(I)/1999 - Ο περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμος του 1999
Ν. 224/1990 - Ο περί Επιστημονικού Τεχνικού Επιμελητηρίου Κύπρου Νόμος του 1990
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ANAΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 2451/2006)
21 Οκτωβρίου, 2009
[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΑΡΤΕΜΙΟΣ ΠΑΠΑΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ,
Αιτητής,
ν.
ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟΥ ΤΕΧΝΙΚΟΥ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟΥ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ΄ων η Αίτηση.
Ε. Κολιού (κα) για γραφείο Α. Νεοκλέους, για τον Αιτητή.
Α. Κουντουρή (κα) για γραφείο Τ. Παπαδόπουλου, για τους Καθ΄ων η Αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή, ο Αιτητής προσβάλλει την πιο απόφαση των καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 25.10.2006, με την οποία απορρίφθηκε η αίτηση του για εγγραφή στο Μητρώο Μελών του Επιμελητηρίου στον Κλάδο Αρχιτεκτονικής, περιλαμβανομένης Αρχιτεκτονικής Τοπίου.
Οι Καθ' ων η αίτηση, στο εξής το «ΕΤΕΚ», αποτελούν νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου που εγκαθιδρύθηκε με βάση τον περί Επιστημονικού Επιμελητηρίου Νόμο του 1990 (Ν.224/90), στο εξής ο «Νόμος» και ασκεί εξουσία και αρμοδιότητα δυνάμει του πιο πάνω Νόμου, όπως αυτός τροποποιήθηκε, καθώς και των δυνάμει τούτου εκδοθέντων Κανονισμών.
Μεταξύ των εξουσιών και αρμοδιοτήτων του ΕΤΕΚ είναι και η εγγραφή των προσοντούχων προσώπων στο Μητρώο Μελών του και συγκεκριμένα σε σχέση με την εκδικαζόμενη υπόθεση, η εγγραφή στο Μητρώο στον κλάδο της Αρχιτεκτονικής (περιλαμβανομένης της Αρχιτεκτονικής Τοπίου). Επίσης έχει εξουσία, βάσει των άρθρων 5, 6 και 25 του Νόμου, να εκδίδει τα αναγκαία πιστοποιητικά και άδειες ασκήσεως επαγγέλματος. Κατά τον καταρτισμό του Μητρώου Μελών του, το ΕΤΕΚ υποβοηθείται από τις διάφορες επιτροπές οι οποίες συστάθηκαν δυνάμει των άρθρων 13 και 18 του Νόμου και ειδικότερα από την Επιτροπή Εγγραφής Μελών δυνάμει της Κ.Δ.Π. 133/97. Συγκεκριμένα, το άρθρο 7 του Νόμου, αναφορικά με την εγγραφή στο Μητρώο Μελών του ΕΤΕΚ (εφεξής αναφερόμενο ως «το Μητρώο») και για την απόκτηση της ιδιότητας του μέλους του ΕΤΕΚ, προβλέπει τα εξής:-
«7.-(1) Με την επιφύλαξη των εδαφίων (1Α) και (1Γ), κάθε πρόσωπο δικαιούται να εγγραφεί στο Μητρώο Μελών του Επιμελητηρίου και να είναι μέλος του Επιμελητηρίου αν-
(α) Κατέχει πτυχίο ή δίπλωμα Πανεπιστημίου ή άλλο ισοδύναμο προσόν σε οποιοδήποτε κλάδο της Μηχανικής Επιστήμης, το οποίο να του επιτρέπει να ασκεί το επάγγελμα στη χώρα που αποκτήθηκε και να είναι αναγνωρισμένο από το Επιμελητήριο σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο ή Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει αυτού:
Νοείται ότι, σε περίπτωση αμφιβολίας για την ακαδημαϊκή αναγνώριση τίτλου σπουδών οποιουδήποτε αιτητή, το Επιμελητήριο μπορεί να απευθύνεται στο ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ. για γνωμοδότηση:
..............................
(β)(i) Είναι πολίτης της Δημοκρατίας ή κατά την ημέρα υποβολής της αίτησης είναι σύζυγος πολίτη της Δημοκρατίας και έχει τη συνήθη διαμονή του στην Κύπρο· ή
(ii)είναι πολίτης κράτους μέλους ο οποίος είναι εγκατεστημένος στη Δημοκρατία:
Νοείται ότι, εγκατάσταση δεν προϋποθέτει μόνιμη διαμονή·
(γ) έχει συμπληρώσει το εικοστό πρώτο έτος της ηλικίας του· και
(δ) δεν έχει καταδικαστεί σε ποινή φυλάκισης για αδίκημα ατιμωτικής φύσης ή που ενέχει ηθική αισχρότητα το οποίο, κατά την κρίση του Γενικού Συμβουλίου, τον καθιστά ακατάλληλο για να είναι μέλος του Επιμελητηρίου:
.............................»
Στην παρούσα περίπτωση ο Αιτητής είναι κάτοχος διπλώματος Πολιτικού Μηχανικού, το οποίο απέκτησε το 1983 από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Από το 1993 είναι εγγεγραμμένος στο Μητρώο μελών του ΕΤΕΚ, στον Κλάδο Πολιτικής Μηχανικής, περιλαμβανομένης και της Μηχανικής Τοπίου. Στις 30.12.2004 υπέβαλε αίτηση για εγγραφή επιπρόσθετα και στο Mητρώο στον Κλάδο «Αρχιτεκτονικής και Αρχιτεκτονικής Τοπίου». Η Επιτροπή Εγγραφής Μελών του ΕΤΕΚ επιλήφθηκε της αίτησης και στις 25.1.2005 αποφάσισε να εισηγηθεί στο ΕΤΕΚ την απόρριψη της για το λόγο ότι ο Αιτητής κατέχει πτυχίο Πολιτικής Μηχανικής και δεν μπορεί να εγγραφεί στον κλάδο Αρχιτεκτονικής.
Το ΕΤΕΚ στις 7.2.05 ζήτησε νομική συμβουλή κατά πόσον ο Αιτητής δικαιούτο να εγγραφεί στο Μητρώο, δεδομένου ότι δεν κατείχε τα απαιτούμενα από το άρθρο 7(1Α) προσόντα, ήτοι πτυχίο ή δίπλωμα στην αρχιτεκτονική. Ο νομικός τους σύμβουλος τους συμβούλευσε ότι δεν είναι δυνατό να εγγραφεί στο Μητρώο μελών του ΕΤΕΚ στον Κλάδο της αρχιτεκτονικής, πρόσωπο που δεν πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 7(1Α) του Νόμου. Όμως, κατά παρέκκλιση του άρθρου 7(1Α), επιτρέπεται η «άσκηση του επαγγέλματος της αρχιτεκτονικής» (όχι η εγγραφή στο Μητρώο), αν πληρούνται οι προϋποθέσεις που θέτει το ίδιο το άρθρο 7(1Β).
Η Διοικούσα Επιτροπή του ΕΤΕΚ, ασκώντας τις εξουσίες που της παρέχει το Άρθρο 14 του Νόμου, επιλήφθηκε της αίτησης στις 23.11.2005 και με βάση τα ενώπιον της στοιχεία αποφάσισε, υιοθετώντας την εισήγηση της Επιτροπής Εγγραφής Μελών, να την απορρίψει για το λόγο ότι ο Αιτητής ζητά εγγραφή στον Κλάδο Αρχιτεκτονικής, περιλαμβανομένης της Αρχιτεκτονικής Τοπίου, ενώ το ακαδημαϊκό προσόν που κατέχει είναι στο κλάδο της Πολιτικής Μηχανικής και όχι στον Κλάδο της Αρχιτεκτονικής, όπως απαιτείται από το Νόμο. Το ΕΤΕΚ με επιστολή του ημερομηνίας 5.12.2005, ενημέρωσε τον Αιτητή για την εν λόγω απόφαση της Διοικούσας Επιτροπής.
Ο Αιτητής επανήλθε και με αίτηση του ημερομηνίας 18.7.2006 υπέβαλε νέο αίτημα για εγγραφή του στο Μητρώο. Η Επιτροπή Εγγραφής Μελών του ΕΤΕΚ που επιλήφθηκε αρχικά του αιτήματος, σε συνεδρία της στις 25.9.2006, αποφάσισε να εισηγηθεί στο ΕΤΕΚ την απόρριψη της για τους ίδιους λόγους που απορρίφθηκε και η αρχική του αίτηση.
Η Διοικούσα Επιτροπή του ΕΤΕΚ επιλήφθηκε του θέματος στη συνεδρία της στις 25.10.2006 και με βάση τα ενώπιον της στοιχεία αποφάσισε μεταξύ άλλων, να απορρίψει εκ νέου την αίτηση, γιατί «το ακαδημαϊκό προσόν που κατέχει ο αιτητής δεν είναι στον κλάδο της Αρχιτεκτονικής. Ο Αιτητής δεν παρουσίασε ούτε επικαλέστηκε, ούτε κατέχει οποιοδήποτε ακαδημαϊκό προσόν στον κλάδο της Αρχιτεκτονικής». Το ΕΤΕΚ με επιστολή του ημερομηνίας 30.10.2006 ενημέρωσε τον Αιτητή για την εν λόγω απόφαση της Διοικούσας Επιτροπής.
Ο Αιτητής προσβάλλει την πιο πάνω απόφαση της διοίκησης και ζητά την ακύρωση της.
Η ευπαίδευτη συνήγορος για τον Αιτητή προέβαλε δέκα λόγους ακύρωσης από τους οποίους, κατά το στάδιο των διευκρινήσεων, απέσυρε τους 2, 3, 4 και 10 και όχι 9, όπως αναφέρει σχετικά η συνήγορος του Αιτητή, αφού εκ παραδρομής έγινε λανθασμένη αρίθμηση των λόγων ακυρώσεως στη γραπτή αγόρευση της συνηγόρου του Αιτητή. Ως αποτέλεσμα, παραμένουν προς εξέταση οι 1, 5, 6, 7, 8 και 9.
Κατ' αρχάς ο συνήγορος του ΕΤΕΚ προέβαλε 2 προδικαστικές ενστάσεις από τις οποίες απέσυρε τη δεύτερη στο στάδιο των διευκρινίσεων, με αποτέλεσμα να παραμείνει η πρώτη.
Προδικαστική ένσταση για την εκτελεστότητα της προσβαλλόμενης απόφασης
Με την πρώτη προδικαστική ένσταση, ο συνήγορος των καθ' ων η αίτηση προβάλλει ότι η παρούσα προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη, αφού η προσβαλλόμενη απόφαση δεν είναι εκτελεστού χαρακτήρα, αλλά πράξη βεβαιωτικού χαρακτήρα της μόνης εκτελεστής απόφασης των καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 23.11.2005 με την οποία απορρίφθηκε η αρχική αίτηση του.
Σύμφωνα με τα πραγματικά περιστατικά, η αρχική απόφαση απόρριψης της αίτησης για εγγραφή, εκδόθηκε στις 23.11.2005. Κατόπιν ο Αιτητής με νέα αίτηση του ημερομηνίας 18.7.2006, ζήτησε επανεξέταση, επικαλούμενος νέα στοιχεία. Οι καθ' ων η αίτηση στις 25.10.2006 απέρριψαν την αίτηση του και ενημέρωσαν τον Αιτητή με επιστολή τους ημερομηνίας 30.10.2006.
Με βάση την πάγια νομολογία μια πράξη ή απόφαση δεν θεωρείται βεβαιωτικού χαρακτήρα, εφόσον η διοίκηση προέβηκε σε νέα έρευνα αφού έλαβε υπόψη της νέα ουσιώδη, νομικά ή πραγματικά στοιχεία. Στην προκειμένη περίπτωση, η απόφαση ημερομηνίας 25.10.2006, δεν είναι βεβαιωτικού χαρακτήρα, αφού με τη δεύτερη αίτηση του ο Αιτητής υπέβαλε προς εξέταση ένα νέο στοιχείο που είναι Βεβαίωση από το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος ημερομηνίας 14.6.2006. Επίσης στο ίδιο το λεκτικό της απορριπτικής απόφασης ημερομηνίας 25.10.2006, η Διοικούσα Επιτροπή αναφέρει για πρώτη φορά ότι αποφάσισε να υιοθετήσει την «..εισήγηση του Νομικού Σύμβουλου του Επιμελητηρίου για απόρριψη ..» της αίτησης, στοιχείο το οποίο δεν υπήρχε προς εξέταση κατά την λήψη της πρώτης απόφασης. Ως εκ τούτου δεν πρόκειται για μια επιβεβαίωση της προηγούμενης απόφασης τους, αλλά για μια νέα εκτελεστή απόφαση που λήφθηκε μετά από νέα εξέταση.
Επομένως, η προδικαστική ένσταση δεν ευσταθεί.
Οι λόγοι ακύρωσης
(α) Εσφαλμένη ερμηνεία του σχετικού Νόμου - Λόγος ακύρωσης 1
Με τον πρώτο λόγο ακυρώσεως η συνήγορος του Αιτητή προβάλλει την παραβίαση ουσιώδους διάταξης νόμου. Συγκεκριμένα ισχυρίζεται ότι παραβιάσθηκαν οι πρόνοιες του άρθρου 7(1Β) του Νόμου 224/90 και του Τρίτου Παραρτήματος όπου, σύμφωνα με τον ισχυρισμό του, προβλέπεται ότι «..τα πτυχία πολιτικού μηχανικού που χορηγεί το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, συνοδευόμενα από βεβαίωση που χορηγεί το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος και η οποία επιτρέπει την άσκηση δραστηριοτήτων στον τομέα Αρχιτεκτονικής είναι επαρκή για την εγγραφή στον κλάδο της Αρχιτεκτονικής.» Οι καθ' ων η αίτηση περιορίζονται απλώς στο να απορρίψουν τον πιο πάνω λόγο ακύρωσης και να ισχυριστούν ότι η προσβαλλόμενη εκδόθηκε νομότυπα.
Ο λόγος ακύρωσης δεν ευσταθεί.
Σύμφωνα με το άρθρο 7(1Β), του περί Επιστημονικού Επιμελητηρίου Νόμου του 1990 (Ν.224/90) όπως έχει τροποποιηθεί:-
«7.-(1Β) Κατά παρέκκλιση των υποπαραγράφων (i) και (ii) της παραγράφου (α) και τηρουμένων των διατάξεων των παραγράφων (β) και (γ) του εδαφίου (1Α) του παρόντος άρθρου, αναγνωρίζονται ως επαρκή για την άσκηση του επαγγέλματος της αρχιτεκτονικής τα ακόλουθα πτυχία, διπλώματα ή τίτλοι:
(α) Τα πτυχία, πιστοποιητικά και άλλοι τίτλοι που περιέχονται στο Τρίτο Παράρτημα και που αποκτήθηκαν από υπηκόους κρατών μελών, όχι αργότερα από την 5η Αυγούστου του 1985 ή που είχαν αρχίσει σπουδές που οδηγούν στην απόκτηση των πτυχίων αυτών το αργότερο κατά το τρίτο ακαδημαϊκό έτος μετά την 5η Αυγούστου 1985,
(β) ...........................
(γ) ...........................»
Σύμφωνα με το Τρίτο Παράρτημα του Νόμου:-
«ΤΡΙΤΟ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
(Άρθρο 7(1Β)(α))
Τα πτυχία, πιστοποιητικά και άλλοι τίτλοι που αναφέρονται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1Β) του άρθρου 7 είναι:
.............................
(ε) στην Ελλάδα
...........................
- τα πτυχία αρχιτέκτονα-μηχανικού που χορηγεί το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, συνοδευόμενα από βεβαίωση που χορηγεί το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος και η οποία επιτρέπει την άσκηση δραστηριοτήτων στον τομέα της αρχιτεκτονικής.»
Κατά την άποψη μου, από τις πιο πάνω πρόνοιες του Νόμου προκύπτει ξεκάθαρα υπό ποιες προϋποθέσεις και κατά παρέκκλιση, μπορεί ένας διοικούμενος να ασκήσει το επάγγελμα του Αρχιτέκτονα, χωρίς την απαραίτητη προϋπόθεση να είναι προηγουμένως εγγεγραμμένος στο Μητρώο Μελών του συγκεκριμένου Κλάδου. Οι σχετικές διατάξεις του Νόμου αναφέρονται μόνο στη δυνατότητα «άσκησης επαγγέλματος» και όχι στην εγγραφή Μέλους στο Μητρώο, η οποία διέπεται από τις πρόνοιες του Άρθρου 7(1Α). Έτσι οι καθ' ων η αίτηση ορθά εφάρμοσαν το Άρθρο 7(1Α) του Νόμου για την περίπτωση του Αιτητή, αφού εκείνο που ζητούσε ήταν εγγραφή στο Μητρώο.
(β) Μη επαρκής αιτιολογία - Λόγος ακύρωσης 5
Με το 5ο λόγο ακυρώσεως, η συνήγορος του Αιτητή προβάλλει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει λόγω μη επαρκούς αιτιολογίας. Παραθέτει εκτενή αποσπάσματα από νομολογία και τις γενικές αρχές επί του θέματος της αιτιολογίας, επαναλαμβάνοντας και πάλι τον ισχυρισμό ότι οι καθ' ων οι αίτηση εξέτασαν την αίτηση του και αποφάσισαν σύμφωνα με τις πρόνοιες του Άρθρου 7(1Α) του Νόμου αντί του Άρθρου 7(1Β), ισχυρισμός ο οποίος ήδη έχει εξετασθεί πιο πάνω και κρίθηκε ότι δεν ευσταθεί. Σύμφωνα με τις αρχές του διοικητικού δικαίου, όπως αυτές κωδικοποιούνται στο άρθρο 28(1) του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (Ν. 158(Ι)/99), η αιτιολογία μιας πράξης πρέπει να είναι σαφής, ώστε να μην αφήνει αμφιβολίες ως προς το λόγο που λήφθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση.
Κατά την άποψη μου στην προκειμένη περίπτωση, η απόφαση του ΕΤΕΚ ημερομηνίας 25.10.06 είναι απόλυτα σαφής και θεωρώ ότι πληροί τα κριτήρια μιας δεόντως αιτιολογημένης απόφασης. Αυτή περιέχει τόσο την πραγματική όσο και τη νομική βάση πάνω στην οποία στηρίχθηκε για την έκδοση της. Συγκεκριμένα οι καθ' ων η αίτηση αποφάσισαν να απορρίψουν και τη δεύτερη αίτηση του Αιτητή για εγγραφή στον Κλάδο της Αρχιτεκτονικής, περιλαμβανομένης της Αρχιτεκτονικής Τοπίου, γιατί μεταξύ άλλων «Το ακαδημαϊκό προσόν που κατέχει ο αιτητής δεν είναι στον κλάδο της Αρχιτεκτονικής. Ο Αιτητής δεν παρουσίασε ούτε επικαλέστηκε, ούτε κατέχει οποιοδήποτε ακαδημαϊκό προσόν στον κλάδο της Αρχιτεκτονικής». Επίσης η αιτιολογία της απόφασης συμπληρώνεται και από τα στοιχεία του φακέλου και συγκεκριμένα από την «Γνωμάτευση» ημερομηνίας 27.6.2005 του Νομικού Συμβούλου των καθ' ων η αίτηση, την οποία ουσιαστικά υιοθετεί κατά πλειοψηφία στη λήψη της απόφασης της, η Διοικούσα Επιτροπή. Στην εν λόγω «Γνωμάτευση» γίνεται αναφορά στη νομοθεσία που θα πρέπει να εφαρμοσθεί για την περίπτωση του Αιτητή που είναι το άρθρο 7(1Α) και επίσης διευκρινίζεται ότι το Άρθρο 7(1Β) του Νόμου, το οποίο ο Αιτητής επικαλείται ότι θα έπρεπε να εφαρμοσθεί στην περίπτωση του, αναφέρεται στις προϋποθέσεις υπό τις οποίες είναι «.. επιτρεπτή η άσκηση του επαγγέλματος της αρχιτεκτονικής. Σημειώνουμε ότι δεν πρόκειται για εγγραφή στο Μητρώο Μελών του Κλάδου της Αρχιτεκτονικής, αλλά κατ' εξαίρεση είναι επιτρεπτή η άσκηση του επαγγέλματος στο κλάδο της αρχιτεκτονικής νοουμένου ότι τηρούνται οι προϋποθέσεις που τίθενται». Όσον αφορά τον ισχυρισμό της συνηγόρου του Αιτητή στην απαντητική αγόρευση της, ότι δεν έπρεπε να γίνει αποδεκτή η «Γνωμάτευση» γιατί διαφώνησε ένα μέλος της Διοικούσας Επιτροπής του ΕΤΕΚ, δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός, αφού οι αποφάσεις των συλλογικών οργάνων λαμβάνονται κατά πλειοψηφία.
Νομική και πραγματική πλάνη - Λόγος ακύρωσης 6
Με τον έκτο λόγο ακυρώσεως η συνήγορος του Αιτητή προβάλλει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αποτέλεσμα νομικής και πραγματικής πλάνης. Εδώ ο Αιτητής ισχυρίζεται και πάλι ότι πεπλανημένα οι καθ' ων οι αίτηση εξέτασαν την αίτηση του και αποφάσισαν σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 7(1Α) του Νόμου αντί του άρθρου 7(1Β). Επίσης φέρνει και πάλι ως επιχείρημα, προς υποστήριξη των θέσεων του, το γεγονός της διαφωνίας του μειοψηφούντος μέλους της Διοικούσας Επιτροπής κ. Αλλαγιώτη ως προς την μη αποδοχή της επίδικης «Γνωμάτευσης».
Ούτε και αυτός ο λόγος ακύρωσης ευσταθεί. Με βάση τις αρχές του Διοικητικού Δικαίου και την πάγια νομολογία, για να υφίσταται νομική και πραγματική πλάνη απαιτείται στην μεν πρώτη το αποφασίζον όργανο εσφαλμένα να εφάρμοσε μια νομοθεσία, στη δε δεύτερη είτε εσφαλμένα να έλαβε υπόψη πραγματικά περιστατικά ότι συνιστούσαν προϋπόθεση για την εφαρμογή της σχετικής νομοθεσίας, είτε παρέλειψε να λάβει υπόψη τα ορθά περιστατικά. Οι καθ' ων η αίτηση, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, έκριναν με βάση τα στοιχεία που παρουσίασε ενώπιον τους ο Αιτητής και αφού επέλεξαν τα ουσιώδη από αυτά, προχώρησαν σε ορθή υπαγωγή τους στη σχετική νομοθεσία που ήταν για την περίπτωση, οι πρόνοιες του άρθρου 7(1Α) του Νόμου. Έτσι κατέληξαν ότι αυτός δεν πληρούσε τις απαραίτητες προϋποθέσεις για να γίνει αποδεκτή η αίτηση του. Περαιτέρω ο διάδικος ο οποίος επικαλείται νομική ή πραγματική πλάνη έχει το βάρος της απόδειξης της, εδώ δε ο Αιτητής απέτυχε να το αποσείσει αφού δεν έχει παρουσιάσει οποιοδήποτε στοιχείο που να το αποδεικνύει.
Δέουσα έρευνα - Λόγος ακύρωσης 7
Με τον έβδομο λόγο ακύρωσης, όπως έχει αναριθμηθεί, η συνήγορος του Αιτητή προβάλλει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αποτέλεσμα μη δέουσας έρευνας. Ο Αιτητής προς αποδοχή της βασιμότητας του λόγου του, παραθέτει αποσπάσματα από νομολογία για τις γενικές αρχές επί του θέματος, χωρίς όμως να προσδιορίζει για ποιο λόγο δεν ήταν δέουσα η έρευνα ώστε να ελεγχθεί από το Δικαστήριο ποιο ή ποια στοιχεία δεν λήφθηκαν υπόψη.
Κατά την άποψη μου ο λόγος ακύρωσης δεν ευσταθεί. Ο Αιτητής εκτός του ότι προβάλλει τον ισχυρισμό κατά τρόπο γενικό και αόριστο, από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτει ότι έγινε μια πλήρης έρευνα πριν από την έκδοση της απόφασης. Περαιτέρω, προς διερεύνηση και απάντηση καίριων ερωτημάτων, που δημιουργήθηκαν στο διάστημα που μεσολάβησε μεταξύ της πρώτης και της προσβαλλόμενης απόφασης, ζητήθηκε και λήφθηκε «Γνωμάτευση» από το νομικό σύμβουλο των καθ'ων η αίτηση.
Κακή χρήση της διακριτικής ευχέρειας και κατάχρηση ή υπέρβαση εξουσίας - Λόγοι ακύρωσης 8 και 9
Τέλος με τον όγδοο και ένατο λόγο ακύρωσης η συνήγορος του Αιτητή προβάλλει αντίστοιχα κακή χρήση της διακριτικής ευχέρειας και κατάχρηση ή υπέρβαση εξουσίας. Οι λόγοι αυτοί, όπως και ο προηγούμενος, προβάλλονται κατά τρόπο γενικό και αόριστο και κατά την άποψη μου δεν μπορούν να εξετασθούν από το Δικαστήριο αφού δεν προσδιορίζουν συγκεκριμένους λόγους προς εξέταση του βάσιμου τους.
Ο Νόμος προβλέπει για εγγραφή στο Μητρώο ως Μέλος (άρθρο 7(1)), για εγγραφή στο Μητρώο ως Αρχιτέκτονας (άρθρο 7(1Α)), για άσκηση του επαγγέλματος του Αρχιτέκτονα κατά παρέκκλιση από τις πρόνοιες του άρθρου 7(1Α) (άρθρο 7(1Β)) και για εγγραφή στο μητρώο ως Πολιτικός Μηχανικός.
Ο Αιτητής, όπως ο ίδιος αναφέρει στην αίτηση του ημερομηνίας 18.7.2006, είναι ήδη εγγεγραμμένος στο Μητρώο ως Πολιτικός Μηχανικός και ζητά επιπρόσθετα να εγγραφεί στο Μητρώο ως Αρχιτέκτονας. Προφανώς επειδή δεν κατείχε το απαιτούμενο πτυχίο ή δίπλωμα στην Αρχιτεκτονική για να εγγραφεί ως Αρχιτέκτονας με την κανονική διαδικασία, δυνάμει του άρθρου 7(1Α), επέλεξε να αιτηθεί εγγραφή στο Μητρώο επικαλούμενος το άρθρο 7(1Β). Δηλαδή ζητά να εγγραφεί κατά παρέκκλιση των προνοιών του άρθρου 7(1Α).
Κατ' αρχάς, το άρθρο 7(1Β) του Νόμου αφορά σε υπηκόους κρατών μελών οι οποίοι κατέχουν πτυχία τα οποία τα άρθρο 7(1Β), εδάφια (α), (β) και (γ), αναγνωρίζει ως επαρκή για την άσκηση του επαγγέλματος. Κατά την άποψή μου το άρθρο 7(1Β) δεν σχετίζεται με εγγραφή στο Μητρώο στον κλάδο της Αρχιτεκτονικής. Ακόμα και το σχετικό έντυπο του ΕΤΕΚ που τιτλοφορείται «Αίτηση για Εγγραφή» στο Μέρος Β, δεν γίνεται αναφορά στο άρθρο 7(1Β) αλλά μόνο στα άρθρα 7(1), 7(1Α) και 7(2). Φαίνεται ότι το άρθρο 7(1Β) προσετέθη ιδιοχείρως από τον ίδιο τον Αιτητή, ο οποίος θεωρούσε, λανθασμένα βέβαια, ότι δυνάμει του συγκεκριμένου άρθρου μπορούσε να αιτηθεί εγγραφή. Επομένως, οι καθ'ων η αίτηση εφαρμόζοντας τις πρόνοιες του άρθρου 7(1Α) του Νόμου, ορθά απέρριψαν την αίτηση του Αιτητή, αφού χωρίς να είναι κάτοχος αναγνωρισμένου πτυχίου ή διπλώματος Αρχιτεκτονικής, δεν μπορούσε να θεωρηθεί ότι πληρούσε τα απαιτούμενα προσόντα.
Ενόψει των πιο πάνω, η προσφυγή απορρίπτεται με €1400 έξοδα, πλέον ΦΠΑ, υπέρ των καθ'ων η αίτηση. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.
(Υπ.) Γ. Ερωτοκρίτου, Δ.
/ΕΠσ