ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Υπόθεση Αρ. 213/2008)

15 Σεπτεμβρίου 2009

 

 

[ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δικαστής]

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

          LELLA KENTONIS INVESTMENT CO LTD,

Αιτήτρια,

ν.

          ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ

1.                ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΟΡΩΝ,

2.      ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΠΡΟΣΦΟΡΩΝ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΑΜΥΝΑΣ,

Καθ΄Ων η Αίτηση

_________

 

 

Μ. Καλλιγέρου (κα), για τον Αιτητή.

Ε. Νεοφύτου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα,  για τους Καθ΄Ων η Αίτηση.

_________________

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.:  Το Συμβούλιο Προσφορών του Υπουργείου Άμυνας, στα πλαίσια διαγωνισμού για προμήθεια εξαρτήσεων της Εθνικής Φρουράς, απεδέχθη την προσφορά του Ενδιαφερόμενου Μέρους ως την πιο χαμηλή (€75.780).  Η Αιτήτρια, που είχε επίσης υποβάλει προσφορά (για €218.400) κατεχώρησε ιεραρχική προσφυγή ενώπιον της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφορών (ΑΑΠ) την 20.4.2007.  Την 27.12.2007 η ΑΑΠ συνεδρίασε και απεφάσισε να απορρίψει συνοπτικώς την ιεραρχική προσφυγή ως αβάσιμη, καθ΄όσον «οι Αιτητές δεν έχουν προσδιορίσει κανένα νομικό και πραγματικό λόγο στον οποίο να στηρίζεται η προσφυγή, όπως απαιτείται από το άρθρο 56(5) του Νόμου» (Ν. 101(Ι)/2003), βασιζόμενη στην εξουσία που της δίδεται από την επιφύλαξη του άρθρου 56(7) το οποίο προνοεί:

 

«Νοείται ότι η Αναθεωρητική Αρχή Προσφορών δύναται να εξετάζει συνοπτικά και να απορρίπτει ιεραρχική προσφυγή την οποία κρίνει αβάσιμη, χωρίς να καλείται ενώπιον της ο ενδιαφερόμενος ή η αναθέτουσα αρχή.»

 

 

 

Παρατήρησε συναφώς η ΑΑΠ ότι το μόνο που ανεφέρετο στην ιεραρχική προσφυγή της Αιτήτριας, υπό την παράγραφο «Λόγοι επί των οποίων βασίζεται η προσφυγή», ως προσδιοριστικό των νομικών και πραγματικών λόγων, ήταν:

 

«Βάσει της τιμής πιστεύουμε ότι δεν τηρεί πλήρως τους όρους των προδιαγραφών.  Θα προσθέσουμε νέους λόγους και νέα στοιχεία μετά την επιθεώρηση των φακέλων.»

 

 

 

Παραθέτω το σχετικό άρθρο 56(5)(α) το οποίο καθορίζει το τι πρέπει να περιέχεται στην ιεραρχική προσφυγή:

 

«Ο ενδιαφερόμενος προσδιορίζει ειδικά τους νομικούς και πραγματικούς λόγους επί των οποίων βασίζεται η προσφυγή του.»

 

 

 

Βασική εισήγηση της Αιτήτριας είναι ότι η ΑΑΠ, πριν προχωρήσει στην άσκηση της εξουσίας της δυνάμει της επιφύλαξης του άρθρου 56(7), όφειλε, συμφώνως του άρθρου 43(1) του Ν. 158(Ι)/1999, να ακούσει την Αιτήτρια επί του θέματος αυτού ακριβώς εφ΄όσον η ενδεχόμενη απόρριψη της ιεραρχικής προσφυγής της θα ήταν δυσμενής συνέπεια για την ίδια.  Η εξουσία της επιφύλαξης του άρθρου 56(7), λέγει η Αιτήτρια, δεν αφορά το προδικαστικό στάδιο αλλά το στάδιο της ακρόασης της προσφυγής ώστε να μην είναι αναγκαίο να καλούνται σε αυτό τα μέρη.

 

Δεν συμφωνώ με την εισήγηση αυτή.  Κατ΄αρχάς, όπως παρατηρεί η Δημοκρατία, το άρθρο 43(5) του Ν. 158(Ι)/1999 προνοεί ότι, στην περίπτωση ιεραρχικής προσφυγής, το δικαίωμα ακρόασης μπορεί ρητά να μην παρέχεται από το σχετικό νόμο, όπως είναι η περίπτωση της επιφύλαξης του άρθρου 56(7).  Έπειτα, η επιφύλαξη του άρθρου 56(7) σαφώς δεν αναφέρεται στο στάδιο της ακρόασης (και δεν θα είχε νόημα ως προς αυτό), αφού η συνοπτική απόρριψη της προσφυγής λόγω μη συμμόρφωσης προς τις απαιτήσεις του νόμου εξυπακούει ακριβώς τη μη ακρόαση της.  Εξ άλλου, θα ήταν παράδοξο η συνοπτική απόρριψη να εμπεριείχε δικαίωμα ακρόασης και τέτοιο δικαίωμα να μην υπήρχε κατά την ίδια την ακρόαση.  Η εξουσία συνοπτικής απόρριψης συνδέεται προς τη μη συμμόρφωση της προσφυγής με τα καθοριζόμενα ώστε η προσφυγή να μπορεί να ακουσθεί, και σε τέτοια περίπτωση δεν μπορεί να τίθεται θέμα δικαιώματος ακρόασης.  Η δε δυνατότητα που δίδεται από το άρθρο 56(5)(β) στην ΑΑΠ, σε περίπτωση που τα στοιχεία τα οποία συνοδεύουν την αίτηση είναι ελλιπή ή ανεπαρκή, να ζητά περαιτέρω στοιχεία, που όπως επιχειρηματολογεί η Αιτήτρια όφειλε να είχε ασκήσει η ΑΑΠ, δεν αναφέρεται στους νομικούς και πραγματικούς λόγους της προσφυγής αλλά στα στοιχεία στα οποία το άρθρο 56(5)(α) αναφέρεται περαιτέρω και δη υπό (i), (ii), (iii).

 

Η Αιτήτρια ισχυρίζεται περαιτέρω ότι, αν δεν ήθελε γίνει δεκτή η ερμηνεία την οποία εισηγείται, η επιφύλαξη του άρθρου 56(7) παραβιάζει την Κοινοτική Οδηγία 89/665/ΕΟΚ, σε αναφορά με την οποία και εθεσπίσθη ο Νόμος, καθ΄όσον ουσιαστικά στερεί το δικαίωμα ιεραρχικής προσφυγής για τυπικές και θεραπεύσιμες παραβάσεις.  Και μάλιστα αφού η εξουσία αυτή ασκήθηκε πριν ακόμα αποσταλεί η δυνάμει του άρθρου 56(7) έκθεση της Αναθέτουσας Αρχής.  Η εισήγηση και πάλι αγνοεί τη φύση της εξουσίας δυνάμει της επιφύλαξης.  Ο Νόμος δίδει το δικαίωμα ιεραρχικής προσφυγής.  Η σύννομη άσκηση του δικαιώματος όμως μπορεί να καθορισθεί και καθορίσθηκε στο άρθρο 56(5)(α).  Δεν επέρχεται στέρηση του δικαιώματος ιεραρχικής προσφυγής αν ο προσφεύγων επέλεξε να μη συμμορφωθεί με το νόμο, έστω και αν κατεχώρησε ο ίδιος την ιεραρχική προσφυγή αντί μέσω δικηγόρου.  Μάλιστα η παρουσία της επιφύλαξης αμέσως μετά τις πρόνοιες του άρθρου 56(7) ως προς τη διαδικασία (που αρχίζει με τη ζήτηση της έκθεσης και τελειώνει με την ακρόαση) δείχνει ακριβώς ότι η επιφύλαξη αφορά το καθόλου βάσιμο της προσφυγής όπως κατεχωρήθη και δεν συναρτάται προς τη διαδικασία εκείνη και τις επί μέρους πτυχές της όπως είναι η έκθεση.

 

Άλλη εισήγηση της Αιτήτριας είναι ότι πεπλανημένα η ΑΑΠ έκρινε ότι υπήρχε παράβαση του άρθρου 56(5)(α).  Η αναφορά που έγινε στην ιεραρχική προσφυγή, εισηγείται, ήταν επαρκής ώστε να ικανοποιούντο οι απαιτήσεις του άρθρου 56(5)(α), έστω και αν δεν εδόθησαν πλήρεις λεπτομέρειες.  Τούτο εξ άλλου, λέγει, δεν ήταν δυνατό αφού δεν ήταν δυνατή η επιθεώρηση του φακέλου πριν από την καταχώρηση της ιεραρχικής προσφυγής.

 

Ούτε αυτή η εισήγηση με βρίσκει σύμφωνο.  Όπως υποδεικνύει και η Δημοκρατία, πέραν της υποχρέωσης που καθορίζει το άρθρο 56(5)(α), ο ενδιαφερόμενος να ασκήσει ιεραρχική προσφυγή οφείλει, σύμφωνα με το άρθρο 56(2), μέσα σε 5 μέρες αφότου έλαβε γνώση της απόφασης της Αναθέτουσας Αρχής, «να ενημερώσει εγγράφως την Αναθέτουσα Αρχή για την εικαζόμενη παράβαση» και την πρόθεση του να ασκήσει ιεραρχική προσφυγή.  Η Αναθέτουσα Αρχή προβαίνει τότε εντός 5 ημερών σε εξέταση των ενστάσεων του ενδιαφερόμενου και, αν τις κρίνει βάσιμες, λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα (άρθρο 56(3)).   Η δε ιεραρχική προσφυγή ασκείται εντός 10 ημερών από της ημερομηνίας που ο ενδιαφερόμενος λαμβάνει γνώση της τελικής απόφασης της Αναθέτουσας Αρχής (άρθρο 56(4)).  Εδώ η Αιτήτρια, αν και ενημέρωσε εγγράφως την Αναθέτουσα Αρχή για την πρόθεση της να ασκήσει ιεραρχική προσφυγή, ουδόλως διατύπωσε την εικαζόμενη παράβαση παρά μόνο ανέφερε ότι «we do not agree with the decision».  Δεν συμμορφώθηκε λοιπόν ούτε με το άρθρο 56(2), συμμόρφωση με το οποίο αποτελεί προϋπόθεση για την άσκηση ιεραρχικής προσφυγής.  Παραπέμπω προς τούτο και στην απόφαση του αδελφού μου Δικαστή Νικολάου στην υπόθεση Vosimcon Laser Services Ltd ν. Δημοκρατίας, 223/2005, 12.7.2006, την οποία και υιοθετώ.  Εκτός τούτου όμως, η παντελής παράλειψη της Αιτήτριας να καθορίσει στην ειδοποίηση προς την Αναθέτουσα Αρχή την εικαζόμενη παράβαση αντανακλούσε και στην επάρκεια των αναφερομένων ως νομικών και πραγματικών λόγων στους οποίους εβασίζετο η προσφυγή της.  Ουδόλως πεπλανημένη ή μη ευλόγως επιτρεπτή ήταν η κατάληξη της ΑΑΠ ως προς τούτο, αφού η απλή αναφορά που έκανε η Αιτήτρια («βάσει της τιμής πιστεύουμε ότι δεν τηρεί πλήρως τους όρους των προδιαγραφών») δεν απεκάλυπτε ποσώς τους λόγους της προσφυγής της (εξ ου και η περαιτέρω αναφορά «θα προσθέσουμε νέους λόγους και νέα στοιχεία μετά την επιθεώρηση των φακέλων»), παρά μόνο μια απροσδιόριστη υποψία της ότι η τιμή του Ενδιαφερόμενου Μέρους δεν θα έπρεπε να τηρούσε τους όρους των προδιαγραφών εφ΄όσον ήταν τόσο πολύ πιο χαμηλή (€75.780) από τη δική της (€218.400).

 

Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται.  Η Αιτήτρια θα καταβάλει €800 έξοδα στη Δημοκρατία.

 

                                                     Δ. Χατζηχαμπής, Δ.

/ΚΧ"Π                                                              


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο