ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υποθ. Αρ.1383/2007)
8 Σεπτεμβρίου, 2009
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στης]
Αναφορικά με το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος
ΙΟΥΛΙΑ ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ
Αιτήτρια,
-και -
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ, μέσω
ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ
Καθ΄ων η αίτηση.
------------------------
Α.Παναγιώτου, για την Αιτήτρια.
Α.Χριστοφόρου - δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για τους Καθ΄ων η αίτηση
-----------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Η αιτήτρια συμπλήρωσε την ηλικία των 63 χρόνων την 1.7.2004 και θεμελίωσε δικαίωμα για παροχή σύνταξης γήρατος.
Υπέβαλε τελικώς αίτηση για παροχή αυτής της σύνταξης στις 4.6.2007. Με επιστολή του Εξεταστή Απαιτήσεων στο τμήμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων ημερ. 27.7.2007, γνωστοποιήθηκε στην αιτήτρια ότι η αίτηση της για παροχή σύνταξης εγκρίθηκε και ως ημερομηνία έναρξης καταβολής της σύνταξης προσδιορίστηκε η 1.7.2007.
Στις 23.7.2007 η αιτήτρια υπέβαλε γραπτώς αίτημα για χορήγηση της πιο πάνω σύνταξης από το 2004 λαμβανομένου υπόψη, όπως ανέφερε, ότι η ίδια αγνοούσε την παρεχόμενη δυνατότητα σύνταξης από την ημερομηνία που συμπλήρωσε το 63ο έτος της ηλικίας της. Απαντώντας ο διευθυντής Κοινωνικών Ασφαλίσεων με επιστολή του ημερ. 6.9.2007, γνωστοποίησε στην αιτήτρια την παρεχόμενη δυνατότητα υποβολής αίτησης αλλά αυτή, όπως αναφέρεται, θα έπρεπε να είχε υποβληθεί σε τακτή προθεσμία. Με την επιστολή επιβεβαιώνεται η ορθότητα της απαίτησης του εξεταστή απαιτήσεων πλην όμως ο χρόνος καταβολής της σύνταξης μετακινείται τρεις μήνες αναδρομικά από την ημερομηνία υποβολής αίτησης για τη χορήγηση σύνταξης γήρατος, ήτοι από τις 4.3.2007.
Ως αποτέλεσμα της πιο πάνω απάντησης καταχωρήθηκε η παρούσα προσφυγή με την οποία η αιτήτρια αμφισβητεί την ορθότητα της συγκεκριμένης απόφασης και διεκδικεί παροχή σύνταξης από την 1.7.2004.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος της αιτήτριας υποστήριξε ότι η παροχή σύνταξης γήρατος είναι δικαίωμα της αιτήτριας το οποίο είναι απόλυτο, με βάση το άρθρο 36 του περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου, Ν.41/80 (στο εξής ο Νόμος), οποιοσδήποτε συμπληρώνει την προσδιοριστέα ηλικία «δικαιούται εις σύνταξη γήρατος». Αυτό καθορίζει, υποστήριξε ο συνήγορος, και την απολυτότητα που ο νομοθέτης ήθελε να κατοχυρώσει με τη συγκεκριμένη πρόνοια. Αυτό είναι απόλυτα σύμφωνο με τη φύση και το σκοπό του εν λόγω δικαιώματος, ως κοινωνικού μέτρου, το οποίο βασίζεται και εκπηγάζει από τις καταβλητέες εισφορές που κατατίθενται στον ασφαλιστικό λογαριασμό του δικαιούχου και του αποδίδονται με τη συμπλήρωση του ορίου της συνταξιοδοτικής ηλικίας.
Προς επίρρωση της θέσης του ο συνήγορος έκαμε αναφορά στην υπόθεση 158/94 Αγαπίου ν. Δημοκρατίας ημερ. 6.10.1995 σύμφωνα με την οποία η παρεχόμενη δυνατότητα για σύνταξη δεν μπορεί να περιοριστεί, ως το απόλυτο δικαίωμα, από ισχυριζόμενο χρονικό περιορισμό που τίθεται από τους περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Κανονισμούς (ΚΔΠ350/97).
Ανεξαρτήτως των ανωτέρω ο συνήγορος ισχυρίστηκε ότι υπήρξε λάθος και παράλειψη από τους καθ΄ων η αίτηση, οι οποίοι άργησαν χρονικά να γνωστοποιήσουν στην αιτήτρια ότι δικαιούται σύνταξης. Μόλις στις 3.5.2007 έστειλαν επιστολή με την οποία έφεραν σε γνώση της ότι δικαιούται σε σύνταξη γήρατος.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος των καθ΄ων η αίτηση υποστήριξε ότι η καταβολή συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων δεν μπορεί να αρχίσει παρά μόνο από την υποβολή αίτησης από τον δικαιούχο. Για υποστήριξη της θέσης του ο συνήγορος έκανε αναφορά στο άρθρο 60 του Νόμου το οποίο, όπως χαρακτηριστικά είπε, έχει τροποποιηθεί μετά την έκδοση της απόφασης Αγαπίου, στην οποία έκαμε αναφορά ο συνήγορος της αιτήτριας. Υπεραμύνθηκε της ορθότητας της απόφασης των καθ΄ων η αίτηση καταλήγοντας ότι ενήργησαν μέσα στα πλαίσια του άρθρου 60 και των Κανονισμών που περιλαμβάνονται στην ΚΔΠ350/97.
Το άρθρο 60 του Νόμου αναφέρει:
«60.-(1) Ανεξαρτήτως των υπολοίπων διατάξεων του παρόντος Νόμου, το δικαίωμα εις οιανδήποτε παροχήν ήρτηται εκ της προς τούτο υποβολής αιτήσεως. Κανονισμοί δε θέλουσι προβλέψει περί της προθεσμίας υποβολής των αιτήσεως, των περιστάσεων υφ΄ας η τοιαύτη προθεσμία παρατείνεται, του τρόπου υποβολής αιτήσεως και των περιστάσεων υφ΄ας, είτε υπεβλήθη αίτησις είτε μη, το προς λήψιν παροχής δικαίωμα απόλλυται λόγω παραλείψεως ή καθυστερήσεως εις την υποβολήν αιτήσεως ή την είσπραξιν της πληρωμής.
(2) Ανεξαρτήτως των υπολοίπων διατάξεων του παρόντος Νόμου, Κανονισμοί θέλουσιν ωσαύτως προβλέψει περί του χρόνου και του τρόπου πληρωμής οιασδήποτε παροχής, του χρόνου ενάρξεως της καταβολής της το πρώτον χορηγουμένης παροχής και του χρόνου καθ΄ον τίθενται εν ισχύι τυχόν μεταβολαί εις το ύψος της παροχής, δύνανται δε ωσαύτως να προβλέψωσι περί του υπολογισμού της παροχής δια χρονικάς περιόδους άλλας ή της μιας εβδομάδος.»
Από το πιο πάνω λεκτικό καταδεικνύεται η καταλυτική πορεία της προσφυγής. Δεν αφήνει περιθώριο άσκησης διακριτικής ευχέρειας στο διοικητικό όργανο. Προκαθορίζει την αναγκαιότητα υποβολής αίτησης και όπως είναι αποδεχτό στην προκείμενη περίπτωση η αιτήτρια δεν υπέβαλε αίτηση την 1.7.2004, που συμπλήρωσε το όριο ηλικίας για παροχή σύνταξης γήρατος, αλλά πολύ μεταγενέστερα.
Η αίτηση για παροχή σύνταξης υποβλήθηκε στις 4.6.2007, συνεπώς βρίσκω ότι η απόφαση του Διευθυντή να αρνηθεί την έναρξη της καταβολής του επιδόματος σύνταξης από την 1.7.2004, ήταν ορθή.
Συνεπώς η προσφυγή απορρίπτεται. Η απόφαση του Διευθυντή Κοινωνικών Ασφαλίσεων ημερ. 6.9.2007 επικυρώνεται.
Ποσό €800 ως έξοδα επιδικάζονται υπέρ των Καθ΄ων η αίτηση και εναντίον της αιτήτριας.
Κ.Παμπαλλής,
Δ.
/ΜΑ