ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(Υπόθεση Αρ. 135/2007)
1 Σεπτεμβρίου, 2009
[ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
AJET AVIATION LIMITED,
Αιτητές,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΕΡΓΩΝ,
Καθ΄ ων η αίτηση.
- - - - - -
Λ. Γεωργίου, για τους Αιτητές.
Θ. Μαυρομουστάκη, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Οι αιτητές (πρώην Helios Airways Ltd) ασχολούνταν με αεροπορικές δραστηριότητες και διαχειρίζονταν διάφορα αεροσκάφη, ένα από τα οποία κατείχε τον αριθμό κυπριακού νηολογίου 5B-DBI. Οι αιτητές ενοικίασαν το εν λόγω αεροσκάφος από την ιδιοκτήτρια εταιρεία, CELESTIAL AVIATION TRADING 17 LTD, ιρλανδικών συμφερόντων. Οι καθ΄ ων η αίτηση, μέσω του Τμήματος Πολιτικής Αεροπορίας είχαν μέχρι τις 11.5.2006 υπό τον έλεγχο, διαχείρηση και/ή εκμετάλλευση τους τα αεροδρόμια Λάρνακας και Πάφου. Οι αιτητές οφείλουν προς τους καθ' ων η αίτηση ΛΚ2.026.922,16 για παρασχεθείσες υπηρεσίες, διευκολύνσεις και τη χρήση των αεροδρομίων τους από τα αεροσκάφη των αιτητών.
Οι αιτητές ενημερώνονταν για τις πιο πάνω χρεώσεις με σχετικά τιμολόγια καθώς και για τις επιβαρύνσεις και τους τόκους υπερημερίας που χρεώθηκαν σύμφωνα με τους περί Αεροδρομίων (Επιβατικό Τέλος) (Αποπληρωμή, Είσπραξη και Κυρώσεις) Κανονισμούς του 1991 (Κ.Δ.Π 396/91). Ο Υπουργός Συγκοινωνιών και Έργων, ενασκώντας τις εξουσίες που του παρέχονται από το άρθρο 249 του περί Πολιτικής Αεροπορίας Νόμου, Ν. 13(Ι)/02 («ο νόμος»), εξέδωσε την πιο κάτω απόφαση ημερ. 1.11.06.
«Ασκώντας τις εξουσίες που μου παρέχονται από το ΄Αρθρο 249 του περί Πολιτικής Αεροπορίας Νόμου, 213(1) του 2002, και μετά από αίτηση του Τμήματος Πολιτικής Αεροπορίας αποφάσισα να απαγορεύσω την απογείωση του αεροσκάφους με αρ. εγγραφής 5Β-DB1.
Οι λόγοι οι οποίοι με οδήγησαν στην πιο πάνω απόφαση είναι, ότι η αεροπορική εταιρεία Ajet Aviation Ltd, οφείλει στην Κυπριακή Δημοκρατία το συνολικό ποσό Λ.Κ. 2.026.922,16. Η απόφασή μου θα παραμείνει σε ισχύ για όσο χρονικό διάστημα είναι αναγκαίο για να αποφασίσει αρμόδιο Δικαστήριο επί αιτήσεως συντηρητικού διατάγματος. Σε περίπτωση που τα ποσά που αναφέρθηκαν πιο πάνω διευθετηθούν ή κατατεθεί ισόποση εγγυητική επιστολή τράπεζας προς ικανοποίηση των προαναφερομένων πιστωτών, η απαγόρευση της απογείωσης θα αρθεί.»
Η απόφαση αυτή κοινοποιήθηκε την ίδια ημέρα στους αιτητές με την πιο κάτω επιστολή του Διευθυντή Πολιτικής Αεροπορίας η οποία απαντούσε σε προηγούμενη επιστολή των αιτητών.
«Thank you for your letter of today notifying us of the financial situation of Ajet and your intention to cease flight operations with immediate effect.
I hereby inform you that as a result of the new situation your company finds itself in and by order of the Minister of Communications and Works the Ajet aircraft at Larnaca Airport has been grounded. The grounding will stay in effect until there is a settlement of the outstanding debt of CY 2.026.922,11 or alternatively a Bank guarantee is arranged against the same amount.
We are sorry for any inconvenience our action may cause. Please make alternative arrangements for the passengers affected by the grounding of the aircraft.»
Στο μεταξύ, οι καθ΄ ων η αίτηση στις 2.11.06 καταχώρησαν αγωγή εναντίον των αιτητών για το ποσό που είχαν να παίρνουν. Στα πλαίσια της εν λόγω αγωγής εκδόθηκε αρχικά προσωρινό διάταγμα με το οποίο απαγορεύθηκε η απογείωση του αεροσκάφους 5B-DBI. Οι αιτητές και οι ιδιοκτήτες του αεροσκάφους έφεραν ένσταση και το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού ακύρωσε το διάταγμα στις 3.11.06, κρίνοντας ότι δεν πληρούνταν οι προϋποθέσεις του άρθρου 32 του Ν.14/60 ως προς το ότι οι ενάγοντες δεν είχαν αποκαλύψει πλήρως όλα τα σχετικά με την υπόθεση στοιχεία.
Οι αιτητές, ζήτησαν την άμεση απογείωση και απομάκρυνση του αεροσκάφους από το βράδυ της 3.11.06 και οι καθ' ων η αίτηση με προσωπική σημείωση του κ. Λεωνίδου από το Τμήμα Πολιτικής Αεροπορίας (τηλεομοιότυπο ημερ. 4.11.06, ώρα 00:08) αρνήθηκαν το πιο πάνω αίτημα, ενημερώνοντας τους αιτητές ότι λόγω του διατάγματος του Υπουργού Συγκοινωνιών και Έργων το αεροσκάφος παραμένει στο έδαφος. Παρόμοιο αίτημα υπεβλήθη και στις 4.11.06, όπου και πάλι οι καθ' ων η αίτηση απάντησαν με τον ίδιο τρόπο (τηλεομοιότυπο ημερ. 4.11.06 και ώρα 14:24).
Είχε μεσολαβήσει η έκδοση νέας απόφασης του Υπουργού ημερ. 4.11.06, μετά και από σχετικό αίτημα που υπέβαλε η HERMES AIRPORTS LTD. Η απόφαση αυτή παρατίθεται:
«Ασκώντας τις εξουσίες που μου παρέχονται από το Αρθρο 249 του περί Πολιτικής Αεροπορίας Νόμου, 213(1) του 2002, και μετά από αίτηση του Τμήματος Πολιτικής Αεροπορίας και του σημερινού διαχειριστή του Αερολιμένα Λάρνακας Hermes Airports Ltd., αποφάσισα να απαγορεύσω την απογείωση του αεροσκάφους με αρ. εγγραφής 5Β-DBI.
Οι λόγοι οι οποίοι με οδήγησαν στην πιο πάνω απόφαση είναι, ότι η ιδιοκτήτρια εταιρεία του αεροσκάφους Celestial Aviation Trading 17 Ltd., οφείλει τέλη αεροδρομίου στην Κυπριακή Δημοκρατία και στην Hermes Airports Ltd για το ποσό Κ.Λ. 740.525,14 και 274.561,22 ευρώ, αντίστοιχα. Η απόφαση μου αυτή θα παραμείνει σε ισχύ για όσο χρονικό διάστημα είναι αναγκαίο για να αποφασίσει αρμόδιο δικαστήριο επί αιτήσεως συντηρητικού διατάγματος. Σε περίπτωση που τα ποσά που αναφέρθηκαν πιο πάνω διευθετηθούν ή κατατεθεί ισόποση εγγυητική επιστολή τράπεζας προς ικανοποίηση των προαναφερομένων πιστωτών, η απαγόρευση της απογείωσης θα αρθεί.»
Για την εν λόγω απόφαση ειδοποιήθηκαν άμεσα οι δικηγόροι των αιτητών και της ιδιοκτήτριας του αεροσκάφους με επιστολή ημερ. 4.11.06 του Γενικού Διευθυντή των καθ' ων η αίτηση.
Στη συνέχεια, στις 7.11.06 καταχωρήθηκε νέα αγωγή στο Επαρχιακό δικαστήριο Λάρνακας με αρ. 2999/06 εναντίον της ιδιοκτήτριας εταιρείας του αεροσκάφους, με την οποία η Δημοκρατία ζητούσε τέλη ύψους ΛΚ.1.452.451,64. Στα πλαίσια της αγωγής ζητήθηκε η έκδοση διατάγματος με το οποίο να κατακρατείται το αεροσκάφος ως περιουσιακό στοιχείο της εναγομένης. Μετά την επίδοση της αίτησης, η CELESTIAL AVIATION TRADING 17 LTD προσκόμισε τραπεζική εγγύηση προς ικανοποίηση του αρμόδιου Υπουργού και έδωσε άλλου είδους εγγυήσεις για την πληρωμή του οφειλόμενου ποσού.
Η θεραπεία που ζητούν οι αιτητές με την παρούσα προσφυγή είναι,
«Α. Δήλωση και/ή απόφαση του Δικαστηρίου, ότι η πράξη και/ή απόφαση των καθ΄ ων η αίτηση ημερομηνίας 3/11/2006, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα απογείωσης και γνωστοποιήθηκε στην αιτήτρια ότι το αεροσκάφος B737-8NG MTOW:79015, A/C Reg 6B-DB1 υποχρεωτικά θα παρέμενε προσγειωμένο στο αεροδρόμιο Λάρνακας είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος.
Β. Δήλωση και/ή απόφαση του Δικαστηρίου, ότι η πράξη και/ή απόφαση των καθ΄ ων η αίτηση ημερομηνίας 4/11/06, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα απογείωσης και γνωστοποιήθηκε στην αιτήτρια ότι το αεροσκάφος B747 - 8NG MTOW:79015, A/C Reg 6B-DBI υποχρεωτικά θα παρέμενε προσγειωμένο στο αεροδρόμιο Λάρνακας είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος.»
Οι καθ' ων η αίτηση εισηγούνται προδικαστικά ότι οι προσβαλλόμενες πράξεις στερούνται εκτελεστότητας διότι είναι βεβαιωτικές προηγούμενης ή έχουν εν πάση περιπτώσει πληροφοριακό χαρακτήρα. Με τα τηλεομοιότυπα ημερ. 3.11.06 και 4.11.06 το Τμήμα Πολιτικής Αεροπορίας αρνήθηκε να επιτρέψει την απογείωση του αεροσκάφους ως αποτέλεσμα προηγούμενων αποφάσεων του Υπουργού. Πράγματι δεν αποτελούν παρά το μέσο κοινοποίησης των αποφάσεων του Υπουργού, που είναι και οι μόνες εκτελεστές πράξεις αφού είναι αυτές που επέφεραν τις δυσμενείς έννομες συνέπειες για την αιτήτρια. Παρά τον ατυχή προσδιορισμό της επίδικης απόφασης στο αιτητικό, είναι φανερό τόσο από τα νομικά σημεία όσο και από την εξειδίκευση των λόγων ακυρώσεως στις γραπτές αγορεύσεις των αιτητών ότι αυτό που ουσιαστικά προσβάλλεται είναι η απόφαση του Υπουργού. Οι αιτητές στρέφονται εναντίον των τηλεομοιοτύπων, αφού οι ίδιες οι υπουργικές αποφάσεις αυτές καθ' εαυτές δεν τους είχαν επιδοθεί. Παρά την αοριστία του αιτητικού από την ταύτιση της προσβαλλόμενης απόφασης με την πράξη κοινοποίησης της στους αιτητές, εντούτοις η ανάπτυξη ισχυρισμών στα δικόγραφα δεν αφήνει αμφιβολία για το ποιες διοικητικές πράξεις προσβάλλονται. (Βλ. Ρούλα Μαραθεύτη ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 867/95, ημερ. 20.2.97).
Οι καθ΄ ων η αίτηση εγείρουν και δεύτερη προδικαστική ένσταση ότι οι αιτητές δεν νομιμοποιούνται στην έγερση προσφυγής εναντίον της προσβαλλόμενης στο αιτητικό Β απόφασης διότι αυτή αφορούσε την ιδιοκτήτρια εταιρεία του αεροσκάφους, στην οποία έπρεπε να είχε παραδοθεί και όχι τους αιτητές. Η ένσταση δεν ευσταθεί διότι με όσα επικαλούνται οι αιτητές έχουν πιθανολογήσει τη ζημιά και/ή βλάβη τους από την απόφαση του Υπουργού ημερ. 4.11.06. Η επιστολή της ιδιοκτήτριας του αεροσκάφους ημερ. 1.11.06 προς τους αιτητές με την οποία τερματίστηκε η μεταξύ τους σύμβαση και ζητήθηκε η άμεση παράδοση του αεροσκάφους από τους αιτητές που το εκμεταλλευόταν, στοιχειοθετεί τις δυσμενείς οικονομικές συνέπειες που θα είχε για τους αιτητές η προσβαλλόμενη απόφαση λόγω της αδυναμίας ή καθυστέρησης παράδοσης του αεροσκάφους και την κατάπτωση της εγγύησης υπέρ της ιδιοκτήτριας εταιρείας. Το ότι η δεύτερη αυτή απόφαση του Υπουργού αφορούσε και την αιτήτρια, συνάγεται και από το γεγονός ότι αυτή κοινοποιήθηκε και προς τους δικηγόρους των αιτητών με επιστολή του Υπουργείου ημερ. 4.11.06 (Παράρτημα 5 στην ένσταση).
Οι καθ΄ ων η αίτηση φαίνεται να υποστηρίζουν ότι επειδή πρόκειται για δυο διαφορετικές αποφάσεις που έχουν ληφθεί επί άλλων δεδομένων και εναντίον διαφορετικού ενδιαφερομένου προσώπου, δεν μπορούν να εξεταστούν μαζί. Ούτε αυτή η ένσταση ευσταθεί καθότι, οι δυο προσβαλλόμενες αποφάσεις ταυτίζονται κατά περιεχόμενο, παράγουν δυσμενείς έννομες συνέπειες για τους αιτητές και έχουν κοινή νομική βάση και παράλληλη αιτιολογία. Συνεπώς στοιχειοθετείται συνάφεια και μπορούν να προσβληθούν στην ίδια προσφυγή.
Πολλοί από τους λόγους ακύρωσης που πρόβαλαν οι αιτητές συναρτώνται κυρίως με την αιτιολογία. Εισηγούνται ότι δεν τέθηκαν ενώπιον τους αυτούσιες οι αποφάσεις του Υπουργού, οι οποίες επισυνάπτονται στην αγόρευση των καθ' ων η αίτηση. Ο πρώτος λόγος που προβλήθηκε είναι ότι ο Υπουργός Συγκοινωνιών και Έργων υπερέβη την διακριτική του εξουσία δυνάμει του άρθρου 249 αφού δεν πληρούνταν οι προϋποθέσεις, ούτε του εδαφίου 1 ούτε του εδαφίου 2 για τέτοια απόφαση απαγόρευσης απογείωσης αεροπλάνου. Το άρθρο 249 προνοεί τα ακόλουθα:
«1. Με απόφαση του ο Υπουργός μπορεί να απαγορεύει την απογείωση αεροσκάφους μέχρι την πληρωμή -
- υπερήμερου προστίμου, συγχρόνως με την επιβολή του προστίμου, ή
- υπερημέρων τελών αεροδρομίου, κατ΄ αίτηση του αεροδρομίου στο οποίο οφείλονται, εφόσον η απαγόρευση απογειώσεως προβλέπεται ρητώς στους όρους χρήσεως του αεροδρομίου, ή
- υπερήμερων τελών του Ευρωπαϊκού Οργανισμού για την Ασφάλεια της αεροπλοοίας (Eurocontrol), κατ΄ αίτηση του Eurocontrol,
ή την κατάθεση ισόποσης εγγυητικής επιστολής τράπεζας εγκαταστημένης στην Δημοκρατία ή σε κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ενώσεως ή σε κράτος που ανήκει στον Ευρωπαϊκό Κοινό Αεροπορικό Χώρο ή άλλης τράπεζας αναγνωρισμένης στην Δημοκρατία. Η απαγόρευση ισχύει από την κοινοποίηση της αποφάσεως στον κυβερνήτη ή στον εκμεταλλευόμενο το αεροσκάφος.
2. Με απόφαση του ο Υπουργός μπορεί να απαγορεύει την απογείωση αεροσκάφους για τον χρόνο που είναι αναγκαίος για να αποφασίσει το αρμόδιο δικαστήριο επί αιτήσεως εκδόσεως συντηρητικού διατάγματος. Το άρθρο 43 (γενικοί κανόνες) παράγραφος 5 δεν θίγεται.
3. .....................................»
Η εισήγηση των αιτητών ότι τα δυο εδάφια είναι αλληλένδετα και ότι για να εκδοθεί απόφαση του Υπουργού προς καθήλωση αεροσκάφους θα πρέπει να υπάρχει οπωσδήποτε εκκρεμής αίτηση σε Επαρχιακό Δικαστήριο για έκδοση συντηρητικού διατάγματος δεν με βρίσκει σύμφωνο. Αυτή η ερμηνεία παραγνωρίζει το χαρακτήρα της αμεσότητας και του επείγοντος των περιστάσεων που επιβάλλουν τη λήψη διοικητικού μέτρου, όπου δεν έχει ακόμη καταχωρηθεί αίτηση στο Δικαστήριο ή δεν έχει ακόμη ληφθεί δικαστικό μέτρο που να απαγορεύει την απογείωση αεροσκάφους οφειλέτριας εταιρείας. Ερμηνεύοντας τελεολογικά το άρθρο στο σύνολο του, θεωρώ ότι τα δύο εδάφια είναι ανεξάρτητα. Συνάγεται λογικά ότι σκοπός του νομοθέτη σε κάθε περίπτωση είναι η εξασφάλιση της πληρωμής των υπερήμερων τελών ή προστίμου που οφείλονται στο διαχειριστή αεροδρομίου, η οποία ενδεχομένως θα καταστεί αδύνατη αν το αεροσκάφος απογειωθεί και βρεθεί εκτός ελέγχου και δικαιοδοσίας της Δημοκρατίας. Οι προϋποθέσεις για την ενεργοποίηση της συναφούς εξουσίας του Υπουργού, σύμφωνα με το εδάφιο 1, είναι η ύπαρξη υπερήμερου προστίμου ή υπερήμερων τελών αεροδρομίου και σχετικό αίτημα προς τον Υπουργό εκ μέρους του αεροδρομίου στο οποίο οφείλονται. Θεωρώ ότι η φράση «κατ' αίτηση αεροδρομίου» περιλαμβάνει γραπτό ή προφορικό αίτημα από τον εκάστοτε υπεύθυνο εκμετάλλευσης ή τον διαχειριστή του αερολιμένα. Στην προκειμένη περίπτωση η πρώτη απόφαση εκδόθηκε κατόπιν αιτήματος της πολιτικής αεροπορίας ενώ η δεύτερη ορθά συμπεριέλαβε και τις οφειλές προς την εταιρεία Hermes Airports Ltd. Στην εταιρεία αυτή είχε συμβατικά ανατεθεί η διαχείριση των αερολιμένων στη Δημοκρατία από 12.5.06, οπότε και νομιμοποιούταν στην υποβολή αιτήματος με τις επιστολές της ημερ. 2.11.06 και 4.11.06 αντίστοιχα για την διασφάλιση του λαβείν της. Η διάρκεια της απόφασης του Υπουργού δυνάμει του πρώτου εδαφίου, μπορεί να παραταθεί μέχρι την πληρωμή των οφειλομένων τελών ή προστίμου.
Στην περίπτωση έκδοσης απόφασης βάσει του εδαφίου 2, τίθενται οι ίδιες προϋποθέσεις, αλλά σε αυτή την περίπτωση έχει ζητηθεί ή πρόκειται να ζητηθεί η έκδοση συντηρητικού διατάγματος για την κατακράτηση αεροσκάφους. Η διάρκεια της απόφασης του Υπουργού για απαγόρευση απογείωσης του αεροσκάφους δυνάμει του εδαφίου 2, εκτείνεται μέχρι την έκδοση τελικής απόφασης του δικαστηρίου που θα εγκρίνει ή θα απορρίψει το συντηρητικό διάταγμα.
Οι προσβαλλόμενες αποφάσεις ημερ. 1.11.06 και 4.11.06 λήφθηκαν νομίμως από τον Υπουργό στο πιο πάνω πλαίσιο. Οι αιτητές όφειλαν τόσο στη Δημοκρατία όσο και στους Hermes Airports Ltd μεγάλα χρηματικά ποσά για τέλη αεροδρομίου που είχαν καταστεί υπερήμερα και οι ίδιοι με επιστολή τους ημερ. 1.11.06 προς τον διευθυντή του Τμήματος Πολιτικής Αεροπορίας (Παράρτημα 1 στην ένσταση) παραδέχονται ότι λόγω οικονομικών πιέσεων, αναγκάζονται να ακυρώσουν άμεσα το πτητικό τους πρόγραμμα. Συνεπώς πληρούνταν οι προϋποθέσεις.
Η αναφορά του Υπουργού στις επίδικες αποφάσεις ότι «θα παραμείνουν σε ισχύ για όσο χρονικό διάστημα είναι αναγκαίο για να αποφασίσει αρμόδιο Δικαστήριο επί εκδόσεως συντηρητικού διατάγματος» υποδηλώνει κατά τους αιτητές πλάνη ως προς την καταχώρηση και εκκρεμότητα δικαστικής διαδικασίας κατά τον ουσιώδη χρόνο. Η αναφορά τέθηκε εκ περισσού, αλλά δεν υποδηλώνει οποιαδήποτε πλάνη που να θίγει την εγκυρότητα των αποφάσεων που λαμβάνονται ανεξάρτητα από το αν υπάρχει εκκρεμής διαδικασία έκδοσης συντηρητικού διατάγματος.
Πράγματι κατά την 1.11.06 δεν υπήρχε εκκρεμής δικαστική διαδικασία, αφού η αγωγή και η αίτηση καταχωρήθηκαν στις 2.11.06 όπου εκδόθηκε μονομερώς προσωρινό διάταγμα, το οποίο ακυρώθηκε στις 3.11.06 το απόγευμα. Προφανώς, λόγω της ακύρωσης του διατάγματος από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού, ο Υπουργός έλαβε τη δεύτερη απόφαση ημερ. 4.11.06. Ούτε σε αυτή την ημερομηνία υπήρχε εκκρεμής αίτηση για έκδοση συντηρητικού διατάγματος αλλά υπήρχε σαφής πρόθεση για κατάθεση νέας αγωγής και αίτησης για έκδοση συντηρητικού διατάγματος. (Βλ. σχετικά το πρακτικό σύσκεψης ημερ. 4.11.06 που προηγήθηκε της δεύτερης επίδικης απόφασης, Κυανουν 1-2 στο φάκελο Ε5.35.38/ΙV.)
Ο επόμενος ισχυρισμός των αιτητών ότι οι αποφάσεις όπως εμφανίζονται στα προσβαλλόμενα τηλεομοιότυπα τυγχάνουν αναιτιολόγητες είναι αβάσιμος. Η αιτιολογία όπως προκύπτει από τις αποφάσεις του Υπουργού αλλά και τις κοινοποιήσεις προς τους αιτητές, είναι σαφής και σύμφωνη με το νόμο. Σύμφωνα μάλιστα με το περιεχόμενο του φάκελου και τη σχετική αλληλογραφία, οι αιτητές ήταν πλήρως ενημερωμένοι για τις ενέργειες των καθ' ων η αίτηση τόσο σε διοικητικό όσο και στο δικαστικό επίπεδο. Αναφορικά με την θέση τους ότι στην επιστολή του Διευθυντή Πολιτικής Αεροπορίας ημερ. 1.11.06, λήφθηκε υπόψη εξωγενές στοιχείο κρίσης, θεωρώ ότι η δυσχερής οικονομική κατάσταση των αιτητών συναρτάται άμεσα προς τη δυνατότητα αποπληρωμής των χρεών τους, ήτοι προς το αιτιολογικό έρεισμα λήψης των προσβαλλόμενων αποφάσεων. Συνιστά ασφαλώς νόμιμο στοιχείο κρίσης.
Οι αιτητές ισχυρίζονται ότι παραβιάστηκε το δικαίωμα ακρόασης τους. Ο φάκελος βρίθει επιστολών που φανερώνουν ότι οι αιτητές ήταν σε τηλεφωνική επικοινωνία με την Πολιτική Αεροπορία αναφορικά με τις εξελίξεις για το αεροσκάφος (δες επιστολή ημερ. 1.11.06 των αιτητών ως παράρτημα 1 στην ένσταση). Εν πάση περιπτώσει, τέτοιο δικαίωμα δεν τεκμηριώνεται ούτε και με βάση τις πρόνοιες του άρθρου 249 του Νόμου, δυνάμει του οποίου προβλέπεται η λήψη μέτρων άμεσου και επείγοντα χαρακτήρα. Λαμβανομένων υπόψη των συνθηκών κάτω από τις οποίες λήφθηκε η απόφαση, δεδομένης της πρόθεσης απογείωσης του αεροσκάφους, θεωρώ ότι η απόφαση του Υπουργού ήταν εξαιρετικά επείγουσα και ότι οι αιτητές δεν στερήθηκαν του δικαιώματος τους προς ακρόαση.
Οι αιτητές λέγουν επίσης ότι παραβιάστηκε η αρχή της ευνοϊκότερης πράξης για τον διοικούμενο. Οι σχετικές διατάξεις του άρθρου 249 παρέχουν εξουσία παρακράτησης του αεροσκάφους μέχρι την αποπληρωμή οφειλόμενων τελών ή μέχρι την προσαγωγή τραπεζικής εγγύησης. Οι καθ' ων η αίτηση έθεσαν αυτούς τους όρους διαζευκτικά προκειμένου να αρθεί η καθήλωση του αεροσκάφους, όπως ακριβώς επιτάσσει ο Νόμος. Εξάλλου οι αιτητές δεν προσφέρθηκαν να ικανοποιήσουν κάποια από τις δυο αυτές προϋποθέσεις. Συνεπώς ο ισχυρισμός τους είναι μόνο θεωρητικός και συνεπώς αβάσιμος.
Οι λόγοι ακύρωσης που αφορούν στην παραβίαση της χρηστής διοίκησης και της εφαρμογής του estoppel, παρέμειναν ατεκμηρίωτοι. Στους αιτητές δόθηκε χρόνος και κάθε δυνατή ευκαιρία για αποπληρωμή των χρεών τους. Το μέτρο που ελήφθη, αν και προσωρινό, δεν ήταν δυσανάλογο υπό τις περιστάσεις.
Οι αιτητές ισχυρίζονται ότι οι προσβαλλόμενες αποφάσεις οδήγησαν στη διάρρηξη της συμφωνίας τους με τους ιδιοκτήτες του αεροσκάφους με αποτέλεσμα να υπόκεινται σε οικονομική ζημιά λόγω ψηλών αποζημιώσεων. Κάτω από αυτό το πρίσμα λέγουν ότι παραβιάστηκε το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα του συμβάλλεσθαι και το δικαίωμα για άσκηση επαγγέλματος. Ο ισχυρισμός είναι ανεδαφικός αφού λόγω της ανικανότητάς τους να αντεπεξέλουν των οικονομικών τους υποχρεώσεων αλλά και της αντισυμβατικής συμπεριφοράς τους απέναντι στην CELESTIAL AVIATION TRADING 17 LTD, εκτέθηκαν στις πιο πάνω καταστάσεις. Δεν μπορώ να αντιληφθώ πως η καθόλα νόμιμη άσκηση της εξουσίας του Υπουργού, επηρέασε το δικαίωμα του συμβάλλεσθαι των αιτητών. Ούτε βέβαια στοιχειοθετείται οποιαδήποτε δυσμενής εξέλιξη στις επαγγελματικές δραστηριότητες των αιτητών που να απορρέει από ενέργειες της Διοίκησης, αφού η ζημιά που λέγουν ότι υπέστησαν, ανάγεται στις δικές τους παραλείψεις.
Με τον τελευταίο λόγο ακύρωσης, οι αιτητές ισχυρίζονται ότι το άρθρο 292 του Νόμου είναι αντισυνταγματικό γιατί παραβιάζει την αρχή της διάκρισης των εξουσιών. Οι σχετικές αποφάσεις του Υπουργού εκπνέουν χρονικά με την έκδοση κατάλληλης δικαστικής απόφασης στα πλαίσια αίτησης για προσωρινό διάταγμα και ελέγχονται σε κάθε περίπτωση από το Ανώτατο Δικαστήριο στα πλαίσια του άρθρου 146 του Συντάγματος. Δεν διαπιστώνω ότι υπήρξε εν προκειμένω οποιαδήποτε παραβίαση της πιο πάνω αρχής που επικαλούνται οι αιτητές.
Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με €1500 έξοδα υπέρ των καθ΄ ων η αίτηση. Οι προσβαλλόμενες αποφάσεις επικυρώνονται.
Α. ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.
ΣΦ.