ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

                                                                   (Υπόθεση Αρ.  1726/2007)

8 Ιουλίου, 2009

 

[ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

ΠΕΤΡΟΣ ΠΕΤΡΟΥ,

                             Αιτητής,

ν.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

1.     ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ,

2.     ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ,

                             Καθ΄ ων η αίτηση.

- - - - - -

Γ. Χαραλαμπίδης, για τον Αιτητή.

Α. Χριστοφόρου, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.

 

- - - - - -

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.:  Ο αιτητής υπέβαλε αίτηση για σύνταξη ανικανότητας συνοδευόμενη από ιατρικές εκθέσεις σύμφωνα με τις οποίες παρουσίαζε  νέκρωση κεφαλής αριστερού βραχιόνιου. Παρουσιάστηκε για εξέταση από ιατρικό συμβούλιο το οποίο διαπίστωσε ανικανότητα λόγω της προαναφερόμενης πάθησης και αρμοδίως υπέβαλε έκθεση ημερομηνίας 2.11.1999. Η αίτηση  για σύνταξη ανικανότητας του αιτητή εγκρίθηκε για ποσοστό 75% από 28.5.1999. Επειδή προβλεπόταν εξελικτική πορεία της νόσου, ο αιτητής  έπρεπε να υποβληθεί σε νέα εξέταση μετά από δύο χρόνια.

 

Το 2003 οι καθ' ων η αίτηση κάλεσαν τον αιτητή για επανεξέταση από  ιατροσυμβούλιο το οποίο γνωμάτευσε ότι ήταν ικανός για ελαφρά εργασία. Ο ίδιος είχε δηλώσει ότι εργαζόταν εποχιακά ως   πλασιέ.

 

Σε μεταγενέστερη κατάθεση του ημερ. 12.4.07,  μεταξύ άλλων, ανέφερε:

 

«Από τότε που εργαζόμουν στην εταιρεία Corina Snacks Ltd παράλληλα ασκούσα και δικό μου επάγγελμα. Αγοράζω εμπορεύματα από εμπόρους, συγκεκριμένα το 90% των αγορών μου γίνεται από τον Παπαέλληνα - Φαρμακευτική Οργάνωση Κύπρου, τα οποία πουλώ σε καταστήματα της Πάφου και της Λεμεσού. ....... Το εισόδημά μου από την εργασία μου, δεν γνωρίζω πόσο ακριβώς είναι. Δεν έχω υπολογίσει. Κάποιες φορές, νοιώθω καλά και πηγαίνω δουλειά και κάποιες άλλες δεν μπορώ.»

 

 

 

Ο αρμόδιος επιθεωρητής συνέλεξε αντίγραφα τιμολογίων καθώς και φορολογικές δηλώσεις. Σύμφωνα με τα στοιχεία, το σύνολο των αγορών για την περίοδο 1.11.2005 -31.10.2006 ανήλθαν στις £53.039 και των πωλήσεων κατά  την αντίστοιχη περίοδο στις £57.920. Οι πωλήσεις του κατά την περίοδο 11.1.07-19.4.07 ήταν £17.772 περίπου. Με βάση τα στοιχεία αυτά, κρίθηκε ότι τα εισοδήματα του αιτητή δεν επέτρεπαν τη συνέχιση της καταβολής σύνταξης ανικανότητας. Οι καθ' ων  η αίτηση με επιστολή τους ημερ. 20.9.07 του κοινοποίησαν την απόφαση για τερματισμό της σύνταξης από 31.12.2005, γιατί «μετά από διερεύνηση διαπιστώθηκε ότι συμβάλλετε ουσιαστικά στη διεξαγωγή της εργασίας σας». Με επιστολή ίδιας ημερομηνίας ο αιτητής ενημερώθηκε επίσης για την αντικανονική πληρωμή ποσού £8001,32 (Ευρώ 13.671,06) για την περίοδο από 1.1.2006 μέχρι 31.8.07 και ότι έπρεπε να επιστρέψει το εν λόγω ποσό στο Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων.

 

Ο αιτητής με επιστολή των δικηγόρων του ημερ. 4.12.07, ζήτησε αναθεώρηση της προσβαλλόμενης απόφασης. Στις 19.12.07 οι καθ΄ ων η αίτηση ζήτησαν από τον αιτητή να προσκομίσει συγκεκριμένα αποδεικτικά στοιχεία. Για το σκοπό αυτό, ο αιτητής υπέβαλε την πιο κάτω γραπτή βεβαίωση από το κύριο προμηθευτή του,

 

«Διά της παρούσης βεβαιούται ότι ο κος Πέτρος Πέτρου, οδός Ξάνθου Λυσιώτη 11, Κάτω Πολεμίδια, 3055 Λεμεσός, προμηθεύεται από την Εταιρεία μας διάφορα καταναλωτικά προϊόντα για εμπορικούς σκοπούς.

 

Ολες οι εμπορικές εκπτώσεις γίνονται και είναι εμφανές στην έκδοση κάθε τιμολογίου και δεν του παραχωρείται οποιονδήποτε άλλο ποσό υπό μορφή προμήθειας.»

 

 

 

Εκκρεμούσης της παρούσας προσφυγής, λήφθηκε η πιο κάτω απόφαση η οποία κοινοποιήθηκε στον αιτητή με επιστολή ημερ. 16.9.08,

 

«Σύμφωνα με το άρθρο 38 του εν λόγω Νόμου, ασφαλισμένος δικαιούται σύνταξη ανικανότητας εάν:

 

(α)   ήταν ανίκανος για εργασία για 156 ημέρες εντός οποιασδήποτε περιόδου διακοπής της απασχόλησης.

(β)   εντός αυτής της περιόδου διακοπής της απασχόλησης αποδείξει ότι προβλέπεται να παραμείνει μόνιμα ανίκανος για εργασία.

(γ)   δεν συμπλήρωσε την ηλικία των 63 χρόνων και

(δ)   πληρεί τις σχετικές προϋποθέσεις εισφοράς.

 

Στην περίπτωσή σας, σύμφωνα με τα αρχεία των Υπηρεσιών Κοινωνικών Ασφαλίσεων και τα στοιχεία που έχουμε στη διάθεση μας μετά από διερεύνηση απασχόλησης που έγινε, έχει διαπιστωθεί ότι εξακολουθείτε να συμβάλλετε ουσιαστικά στη διεξαγωγή των εργασιών σας και η παροχή σύνταξης τερματίσθηκε.

 

Μετά από προφορική ένσταση σας  ζητήθηκαν επιπρόσθετα στοιχεία σχετικά με τα εισοδήματα σας. Η βεβαίωση όμως που προσκομίσατε από τον κύριο προμηθευτή σας δεν δηλώνει οτιδήποτε επιπρόσθετο αποδεικτικό στοιχείο.

 

Με βάση τις πρόνοιες της νομοθεσίας και τα πιο πάνω, πληροφορείστε ότι η αίτηση σας για σύνταξη ανικανότητας δεν μπορεί να εγκριθεί, γιατί τυχόν έγκριση της θα ήταν αντίθετη με τις ρητές πρόνοιες της νομοθεσίας.»

 

 

 

Οι καθ' ων η αίτηση, ήγειραν προδικαστική ένσταση με την οποία ισχυρίστηκαν ότι με την τελευταία απόφαση ημερ. 16.9.08, η προσβαλλόμενη απόφαση έχασε την εκτελεστότητα της. Ο αιτητής υποστήριξε ότι η προσβαλλόμενη απόφαση  είναι η μόνη εκτελεστή  και ότι η απόφαση που ακολούθησε (ημερ.16.9.08) είναι βεβαιωτική. Παρόλα αυτά, επέλεξε να προσβάλει και αυτή με άλλη προσφυγή (Αρ.1850/08).

 

Εκτελεστή θεωρείται η πράξη "εφ΄ όσον δι΄ αυτής παράγονται έννομα αποτελέσματα δυνάμενα να εφαρμοστούν αμέσως". Ο εκτελεστός χαρακτήρας της προσβαλλόμενης απόφασης συνίσταται στο ότι με αυτή  επέρχεται για πρώτη φορά και αμέσως μεταβολή στην υφιστάμενη έννομη κατάσταση του προσφεύγοντα.

 

Ο  αιτητής  όταν ζήτησε αναθεώρηση δεν υπέβαλε οποιαδήποτε νέα στοιχεία που θα δικαιολογούσαν την διεξαγωγή οποιασδήποτε έρευνας. Το μόνο στοιχείο το οποίο δεν είχαν οι καθ' ων η αίτηση ενώπιον τους πριν τη λήψη της επίδικης απόφασης  ήταν η βεβαίωση, η οποία όμως ορθά  δεν θεωρήθηκε ως νέο αποδεικτικό στοιχείο. Ούτε και έχει λάβει χώραν οποιαδήποτε νέα έρευνα όπως επιμαρτυρεί η πιο πάνω επιστολή τους. Απλώς η διοίκηση προσέθεσε στην αιτιολογία το άρθρο 38 του νόμου ως νομική βάση, χωρίς βέβαια να συνιστά πρόσθετη ουσιαστική αιτιολόγηση ώστε να πρόκειται για έκδοση  πράξης κατόπιν νέας έρευνας. Με άλλα λόγια, οι καθ΄ ων η αίτηση επιβεβαίωσαν την απόφασή τους που κοινοποιήθηκε στον αιτητή με την επιστολή ημερ. 20.09.07. Αποφαίνομαι ότι η προδικαστική ένσταση δεν ευσταθεί καθότι η μεταγενέστερη απόφαση είναι βεβαιωτική  της επίδικης, η οποία είναι και η μόνη εκτελεστή.

 

Επί της ουσίας της υπόθεσης, ο αιτητής θεωρεί ότι η απόφαση πάσχει λόγω πλάνης περί τα πράγματα και έλλειψης αιτιολογίας. Ισχυρίζεται ότι ο εξεταστής όφειλε να διερευνήσει κατά πόσο η απασχόληση του ήταν μέσα στα πλαίσια της αρχικής παραχώρησης σε αυτόν σύνταξης ανικανότητας, αν δηλαδή είχε τη δυνατότητα από την εργασία του να κερδίζει πέραν του 1/3 του ποσού που συνήθως κερδίζει ένας εργαζόμενος.

 

Η σύνταξη ανικανότητας προβλέπεται στο άρθρο 38 του περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου του 1980 (Ν. 41/80 όπως έχει τροποποιηθεί, ιδιαίτερα με τον Ν. 98(Ι)/92).  Οι περιστάσεις κάτω από τις οποίες παρέχεται το δικαίωμα, τίθενται με το εδάφιο 1 ενώ  βάσει του άρθρου 2 του περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου του 1980, Ν.41/80, όπως τροποποιήθηκε με το Νόμο 96/89, ανίκανος προς εργασία θεωρείται ασφαλισμένος ο οποίος λόγω ειδικής νόσου ή σωματικής ή πνευματικής αναπηρίας δεν μπορεί να κερδίζει από εργασία που εύλογα αναμένεται να εκτελεί, λαμβανομένων υπ΄  όψη των δυνάμεων, δεξιοτήτων, μόρφωσης και της συνήθους επαγγελματικής απασχόλησής του, πέραν του ενός τρίτου του ποσού που συνήθως κερδίζει στην ίδια περιφέρεια και επαγγελματική κατηγορία σωματικά και πνευματικά υγιές άτομο της ίδιας μόρφωσης.

 

Στην προκειμένη περίπτωση ο εξεταστής, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου επεκτάθηκε σε κάθε πτυχή διερεύνησης της υπόθεσης. Για την κατάσταση της υγείας του αιτητή δεν προέκυπτε θέμα επανεξέτασης αφού σε σύγκριση με το 2000 που κρίθηκε δικαιούχος φαίνεται, τόσο από την γνωμοδότηση του ιατρικού συμβουλίου ημερ. 11.02.03 στην οποία θεωρήθηκε και πάλι ικανός για ελαφρά εργασία όσο και από όσα ο ίδιος κατέθεσε, ότι η κατάσταση της υγείας του παρέμεινε σταθερή. Αναφορικά  όμως με τα εισοδήματα του αιτητή ως αυτοτελώς εργαζομένου πλασιέ υπάρχουν:

 

·        Αναλυτικά τιμολόγια για το έτος 2007 (βλ. 101-190 στο τεκμήριο Α) προς τους πελάτες του, τα οποία  αποδεικνύουν μεγάλο κύκλο εργασιών. Χαρακτηριστικά οι πωλήσεις του για την περίοδο 11.01.07-19.04.07 ανέρχονται στις £17.772 περίπου.

 

·        Κατάσταση που προσκόμισε από τον λογιστή του στην οποία εμφανίζονται τα κέρδη του και από το Νοέμβριο του 2003 έως 31.01.07.

 

Τα πιο πάνω, σε συνδυασμό με την παραδοχή ότι ο αιτητής εργάζεται καθημερινά κατά τους καλοκαιρινούς μήνες και δύο ή τρεις φορές εβδομαδιαίως κατά τους χειμερινούς μήνες (λόγω εποχικότητας των προϊόντων που πωλεί), εύλογα οδήγησαν στη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης. Η αιτιολογία που δόθηκε, η οποία πράγματι είναι λακωνική, μπορεί να συμπληρωθεί από τα πιο πάνω στοιχεία του φακέλου. Εξάλλου δεν θεωρώ ότι η παράλειψη ρητής συγκριτικής διαπίστωσης εκ μέρους των καθ' ων η αίτηση για το αν αυτά τα εισοδήματα υπερβαίνουν το 1/3 των αντίστοιχων εισοδημάτων ενός υγιούς πλασιέ (γεγονός εξάλλου που διαπιστώνεται θετικά στη μεταγενέστερη επιστολή ημερ. 3.10.08 του Διευθυντή Υπηρεσιών Κοινωνικών Ασφαλίσεων) μπορεί να πλήξει το κύρος της ληφθείσας απόφασης, για την οποία δεν βλέπω τι άλλο θα μπορούσε να ληφθεί υπόψη στα πλαίσια μιας ολοκληρωμένης έρευνας.

 

Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται. Επιδικάζονται €700 έξοδα σε βάρος του αιτητή.

 

 

                                                                         Α. ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.

 

 

ΣΦ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο