ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 885/2007)
8 Μαΐου 2009
[ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δικαστής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
TASNI ENVIRO LTD,
Αιτήτρια,
ν.
ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ΄Ης η αίτηση
_________
Α.Σ. Αγγελίδης, για την Αιτήτρια.
Ρ. Πασιουρτίδη εκ μέρους Κακογιάννης και Δημητρίου για την Καθ΄Ης η Αίτηση.
_________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.: Η Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου (ΑΗΚ) προκήρυξε διαγωνισμό προσφορών με τίτλο «Maintenance of Six Ambient Air Quality Monitoring Units for a Two Year Period». Τις υποβληθείσες προσφορές εξέτασε κατ΄αρχάς η Επιτροπή Αξιολόγησης (ΕΑ) η οποία και εισηγήθηκε στην έκθεσή της την κατακύρωση της προσφοράς του Ενδιαφερόμενου Μέρους (ΕΜ). Ακολούθως, η Επιτροπή Προσφορών (ΕΠ), ενεργώντας και στη βάση συμπληρωματικής έκθεσης της ΕΑ την οποία είχε ζητήσει επί του κατά πόσο η προσφορά του ΕΜ θα έπρεπε να θεωρηθεί ασυνήθιστα χαμηλή, αποφάσισε την κατακύρωση της προσφοράς του ΕΜ. Αυτή την απόφαση προσβάλλει η Αιτήτρια με την προσφυγή της.
Η Αιτήτρια εισηγείται κατά πρώτον ότι έπασχε η σύνθεση της ΕΑ καθ΄όσον δεν υπάρχει πρακτικό που να καθορίζει τη σύσταση της με εξουσιοδότηση της ΑΗΚ. Η απάντηση της ΑΗΚ εξουδετερώνει την εισήγηση αυτή. Παραπέμποντας στους σχετικούς κανονισμούς της ΑΗΚ (ΚΔΠ 490/2001) οι οποίοι προβλέπουν (άρθρο 5) ότι η Επιτροπή Αξιολόγησης διορίζεται από το Γενικό Διευθυντή, η ΑΗΚ αναφέρεται σε απόφαση του Γενικού Διευθυντή ημερομηνίας 31.1.2007 με την οποία διορίσθησαν τα μέλη της ΕΑ και σε περαιτέρω απόφαση του Γενικού Διευθυντή ημερομηνίας 14.2.2007 με την οποία διόρισε αντικαταστάτη αρχικώς διορισθέντος μέλους το οποίο εκωλύετο.
Η ίδια ουσιαστικά εισήγηση γίνεται και ως προς την ΕΠ. Και επ΄αυτού η
ΑΗΚ προσφέρει πλήρη απάντηση, με αναφορά στο άρθρο 2 της ΚΔΠ 490/2004 το οποίο προνοεί τη σύνθεση της ΕΠ η οποία και συνέπιπτε με τη σύνθεση που υπήρξε στην προκειμένη περίπτωση. Η ΑΗΚ παραπέμπει επίσης σε απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της ΑΗΚ (ΔΣ) ημερομηνίας 12.10.2004 ως προς τα όρια εξουσιοδότησης των οργάνων του από την οποία προκύπτει ότι ο εν λόγω διαγωνισμός ενέπιπτε στα ούτω καθορισθέντα όρια της ΕΠ.
Εισηγείται έπειτα η Αιτήτρια ότι υπήρξε πλημμελής εφαρμογή του Ν. 11(Ι)/2006, το άρθρο 59(1) του οποίου προβλέπει ότι, σε περιπτώσεις προσφοράς που φαίνεται ασυνήθιστα χαμηλή, ο αναθέτων φορέας, πριν την απορρίψει, οφείλει να ζητήσει διευκρινίσεις αναφορικά με τη σύνθεση της και ιδιαίτερα σε σχέση με προνοούμενα στο νόμο θέματα. Εδώ, λέγει η Αιτήτρια, η ΕΑ δεν έλαβε υπ΄όψη της το άρθρο 59(1) παρά μόνο, όταν της ζήτησε η ΕΠ να εξετάσει το θέμα, απεφάνθη ότι το άρθρο δεν είχε εφαρμογή καθ΄όσον τούτο εφαρμόζετο μόνο σε περιπτώσεις που η εκτιμώμενη αξία των υπηρεσιών υπερβαίνει τις £245.235 (εκτός ΦΠΑ), που εδώ δεν ήταν η περίπτωση αφού η προσφορά του ΕΜ δεν τις υπερέβαινε, αντί να είχε προεκτιμήσει την αξία των υπηρεσιών και με βάση εκείνη να κρίνει την εν λόγω προσφορά. Ούτε αιτιολογείται, συνεχίζει η Αιτήτρια, η περαιτέρω θέση της ΕΑ ότι, και να εφαρμόζετο το άρθρο 59(1), η ΕΑ είχε προβεί στη δέουσα έρευνα και ικανοποιηθεί ότι η προσφορά του ΕΜ δεν ήταν ασυνήθιστα χαμηλή, αφού δεν υπάρχουν στοιχεία για τέτοια έρευνα.
Η εισήγηση αυτή ανατρέπεται από τα στοιχεία του φακέλου που καταδεικνύουν ότι ούτε πεπλανημένη ήταν η ΕΑ ως προς την εφαρμογή του άρθρου 59(1) ούτε απέτυχε να ερευνήσει δεόντως και ορθώς το θέμα. Το άρθρο 59(1) εφαρμόζεται, όπως το ίδιο προνοεί, σε προσφορά που φαίνεται ασυνήθιστα χαμηλή «σε σχέση με το αντικείμενο» της προβλεπόμενης σύμβασης. Αλλά και το άρθρο 15(1) προνοεί ότι ο Ν. 11(Ι)/2006 εφαρμόζεται σε συμβάσεις των οποίων η «εκτιμώμενη αξία» (εκτός ΦΠΑ) υπερβαίνει τις €422.000 (£245.235) προκειμένου, όπως εδώ, για σύμβαση προμηθειών και υπηρεσιών. Σαφές είναι λοιπόν και το όριο το οποίο τίθεται και το ότι το εν λόγω όριο είναι ανεξάρτητο των προσφορών και καθορίζεται με εκτίμηση ώστε οι προσφορές να κρίνονται σε σχέση με αυτό. Ουδεμία πλάνη ή έλλειψη δέουσας έρευνας υπήρξε ως προς τούτο. Η προσφορά του ΕΜ ήταν για €165.000 (£96.000), σε σύγκριση με εκείνη της Αιτήτριας που ήταν για €300.000 (£175.000).
Οι προσφορές είχαν ζητηθεί για περίοδο 2 ετών με δυνατότητα ανανέωσης εκ μέρους της ΑΗΚ για περαιτέρω περίοδο 2 ετών. Η ΕΑ ήδη στην αρχική έκθεση της δείχνει ότι είχε υπ΄όψη της την εκτιμώμενη αξία της σύμβασης. Στα συμπεράσματα και εισηγήσεις της αναφέρει τα ακόλουθα, αιτιολογώντας γιατί θεωρεί την προσφορά του ΕΜ ως λογική:
«Θα πρέπει να τονιστεί ότι η Επιχειρησιακή Μονάδα Παραγωγής προχώρησε σε ανάλυση των πιθανών εξόδων σε περίπτωση διαχείρισης του Συμβολαίου εκ μέρους της Αρχής. Λαμβάνοντας υπόψη διάφορες παραδοχές με βάση την πείρα που έχουμε αποκτήσει έχουμε καταλήξει ότι ένα πιθανό λογικό ετήσιο κόστος συντήρησης κυμαίνεται γύρω στις ΛΚ48.140. Η ανάλυση όπως επίσης και συγκριτικός πίνακας τιμών του προηγούμενου Συμβολαίου με το παρόν φαίνονται στο Παράρτημα Ε.»
Από το παράρτημα Ε μάλιστα προκύπτει ότι το υπολογισθέν κόστος των £48.140 (£96.280 για 2 έτη) κατ΄έτος ήταν το «ψηλό» αφού δίδεται και «χαμηλό» κόστος £32.093 κατ΄έτος. Περαιτέρω, η ΕΑ είχε υπ΄όψη της ότι θα έπρεπε να γίνει πρόνοια και για επιπρόσθετο κόστος της τάξης του 15% για απρόβλεπτα. Σαφώς λοιπόν η ΕΑ εξ αρχής όχι μόνο κατεύθυνε την προσοχή της στο θέμα της εκτιμώμενης αξίας της σύμβασης αλλά και είχε υπ΄όψη της την ήδη εκτιμηθείσα από την ΑΗΚ αξία του ετήσιου κόστους. Κανένα λόγο δεν είχε λοιπόν η ΕΑ να θεωρούσε ότι μπορούσε να είχε εφαρμογή το άρθρο 59(1), το οποίο ισχύει ως προς συμβάσεις που υπερβαίνουν τις £245.000, δηλαδή πολύ πιο πάνω από τις £96.280 που ήταν η εκτιμηθείσα αξία της διετούς σύμβασης στην προκειμένη περίπτωση. Αδικαιολόγητα, θα έλεγε κανείς, η ΕΠ ήγειρε θέμα του άρθρου 59(1) - και χωρίς να το συνδέσει προς τα όρια του άρθρου 15(1) - για να λάβει εν πάση περιπτώσει την εξήγηση της ΕΑ στη ζητηθείσα προς τούτο συμπληρωματική έκθεση της ότι, ακόμα και αν ελαμβάνετο υπ΄όψη το δικαίωμα της ΑΗΚ για ανανέωση για άλλα 2 χρόνια, η εκτιμηθείσα (στη βάση του παραρτήματος Ε) αξία της σύμβασης θα ανήρχετο σε £192.000 ώστε να ήταν κάτω του ορίου των £245.000 του άρθρου 15(1) ακόμα και αν προσετίθετο στις £192.000 περαιτέρω ποσό £20.000 για 15% τυχόν απρόβλεπτα έξοδα. Ενδεικτική μάλιστα της συνεχούς αντίληψης της ΕΑ της σημασίας της εκτιμηθείσας αξίας της σύμβασης και ανεξαρτήτως του άρθρου 59(1) είναι και η αναφορά της αφ΄ενός στο ότι η μεν προσφορά του ΕΜ είναι λογική η δε προσφορά της Αιτήτριας ψηλή σε σχέση με το προϋπολογισθέν κόστος. Ούτε η παραμικρή λοιπόν πλάνη ή έλλειψη δέουσας έρευνας μπορούσε να υπήρχε ως προς το άρθρο 59(1).
Άλλη εισήγηση της Αιτήτριας είναι ότι παρεβιάσθη η αρχή της ίσης μεταχείρισης καθ΄όσον η ΕΑ στη συμπληρωματική έκθεση της αναφέρει ότι:
«Πληροφοριακά αναφέρεται ότι η εταιρεία MEDISEL CO LTD έχει κερδίσει παρόμοιο συμβόλαιο συντήρησης του Υπουργείου Εργασίας και ενδέχεται λόγω συνέργειας να μπορεί να προσφέρει πιο ανταγωνιστικές τιμές.»
Η ΕΑ έδωσε έτσι, εισηγείται η Αιτήτρια, πλεονέκτημα στο ΕΜ έναντι της Αιτήτριας.
Η εισήγηση είναι εντελώς χωρίς έρεισμα. Η εν λόγω αναφορά της ΕΑ στη συμπληρωματική έκθεση της που αφορούσε το άρθρο 59(1) δεν είχε καμία σχέση με τα δεδομένα στα οποία στηρίχθηκε η επιλογή της προσφοράς του ΕΜ ως η χαμηλότερη και απερρίφθη η σχεδόν υπερδιπλάσια προσφορά της Αιτήτριας. Διατυπωθείσα στα πλαίσια του θέματος του υπολογισθέντος κόστους, δεν ήταν παρά αναφορά σε μια πιθανή εξήγηση του ότι η τιμή του ΕΜ ήταν πολύ πιο συμφέρουσα από εκείνη της Αιτήτριας. Δεν μπορεί να γίνεται λόγος για άνιση μεταχείριση ή θυματοποίηση της Αιτήτριας.
Τέλος, η Αιτήτρια εισηγείται ότι η ΕΠ έδρασε δεσμίως αποδεχόμενη την εισήγηση της ΕΑ αντί να προβεί η ίδια σε δική της έρευνα και να λάβει τη δική της απόφαση.
Η εισήγηση αυτή παραγνωρίζει τις πραγματικότητες. Ασφαλώς η πρωταρχική ευθύνη ήταν στην ΕΑ, αποτελούμενη εξ άλλου από αρμόδιους υπηρεσιακούς. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι η ΕΠ ενήργησε δεσμίως. Η ΕΠ, αποτελούμενη από εκτελεστικούς αξιωματούχους, είχε την ευθύνη της λήψης απόφασης και την ευθύνη αυτή εκπλήρωσε. Δοθέντος του ρόλου της ΕΑ προς αξιολόγηση των προσφορών, η ΕΠ δεν αναμένετο να προβεί σε δική της εξ υπαρχής αξιολόγηση αλλά μάλλον να κρίνει την αξιολόγηση της ΕΑ και να αποφασίσει. Ενδεικτική μάλιστα της ουσιαστικής εμπλοκής της ήταν και η ίδια η αναφορά της προς την ΕΑ αναφορικά με την ενδεχόμενη εφαρμογή του άρθρου 59(1). Η απόφαση της ΕΠ ήταν πλήρως αιτιολογημένη στη βάση της έκθεσης της ΕΑ.
Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται. Η Αιτήτρια θα καταβάλει €1000 έξοδα στην ΑΗΚ.
Δ. Χατζηχαμπής,
Δ.
/ΚΧ"Π